Super User

Super User

Κυριακή, 20 Ιούλιος 2014 03:00

Κυριακή: ἡ θεολογία της

 aggeloiὉ ἐρχομός καί τό πέρασμα τοῦ Θεοῦ ἀπό τή γῆ ἄφησε τά ἴχνη καί τά ἀποτυπώματά του πάνω στό χῶρο καί μέσα στό χρόνο τῶν ἀνθρώπων. Τό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, ὅπου γεννήθηκε μέσα σέ μιά φάτνη, ἡ λίμνη τῆς Γαλιλαίας, ὅπου περπάτησε καί ἁλίευσε τούς πρώτους μαθητές του, οἱ πλαγιές καί οἱ πεδιάδες, πού ἄκουσαν τή φωνή του νά διδάσκει τά πλήθη, τό βουνό τῆς Μεταμορφώσεως, πού εἶδε τή θεότητά του νά λάμπει σάν ἥλιος, ὁ κῆπος τῆς Γεθσημανῆ, ποτισμένος ἀπό τά δάκρυα καί τήν ἀγωνία του, ὁ τόπος τοῦ Γολγοθᾶ, βαμμένος μέ τό αἷμα του, τό ἄδειο μνῆμα του, ἡ Παλαιστίνη ὅλη, πού τήν διέσχισε «εὐεργετῶν καί ἰώμενος» (Πρξ 10,38), εἶναι ἡ ἁγία γῆ, πού κρατᾶ αἰχμάλωτη μέ τά θυμητάρια της τήν ἐπίσκεψη τοῦ Θεανθρώπου. Αὐτή τήν ἁγία γῆ μποροῦμε, ἄν θέλουμε, νά τήν ἐπισκεφθοῦμε καί νά προσκυνήσουμε τά ἱερά της χώματα. Μποροῦμε ὅμως νά τή βροῦμε καί μέσα στό χῶρο κάθε ναοῦ, ἐκεῖ ὅπου ἡ Ἐκκλησία μας ἀναπαριστᾶ μυστηριακά τή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Στήν Πρόθεση ἀντικρύζουμε τή Βηθλεέμ καί στήν Ἁγία Τράπεζα ἀτενίζουμε τόν Γολγοθᾶ· στήν κολυμβήθρα τῆς βαπτίσεως βλέπουμε τόν Ἰορδάνη καί ἀπό τήν καντήλα τοῦ Ἱεροῦ παίρνουμε τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως.
  Ἀπό τήν ἄλλη, ἔχουμε τά θεϊκά σημάδια μέσα στό χρόνο μας. Τά Θεοφάνια, ὅταν ὁ Πατέρας ἔδειχνε τόν Υἱό καί τό Πνεῦμα ἀναπαυόταν πάνω του μέ μορφή περιστεριοῦ, τό Πάσχα τῶν παθῶν, ὅταν ὁ Ἰησοῦς ὁδηγοῦνταν βῆμα μέ βῆμα πρός τήν ἀτίμωση καί τό θάνατο, ἡ Ἀνάσταση, πού γέμισε φῶς καί χαρά τίς καρδιές τῶν πιστῶν, ἡ Ἀνάληψη, πού δόξασε τήν ἀνθρώπινη φύση, ἡ Πεντηκοστή, ὅταν τό Πνεῦμα τό ἅγιο ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία, ὅλα ἐκεῖνα τά ὑπερφυσικά γεγονότα πού ἔφεραν τή λύτρωση στόν ταλαίπωρο ἄνθρωπο, εἶναι οἱ ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας μας, πού κρατοῦν ζωντανή μέ τή χάρη τῶν μυστηρίων τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἀνάμεσά μας. Ἔτσι, οἱ πιστοί μποροῦμε νά συναντήσουμε σέ ὅποια ἐποχή κι ἄν ἀνήκουμε, τόν θεάνθρωπο Κύριό μας· νά γίνουμε μαθητές του, νά περπατήσουμε μαζί του, νά ἀκούσουμε τό λόγο του, νά δοῦμε τά θαύματά του, νά ζήσουμε τήν ἀνάστασή του, νά τόν κάνουμε δικό μας.
  Ὅλα αὐτά τά ἅγια καί τά ἱερά, πού σώζονται γιά χάρη μας, τούς ἅγιους τόπους καί τίς ἱερές μας ἑορτές, τά συμπυκνώνει σέ μία θαυμαστή ἑνότητα καί μᾶς τά προσφέρει μέ ἕναν τρόπο πού μόνον ὁ Θεός μποροῦσε νά ἐπινοήσει καί νά ἐπιτύχει, ἡ Κυριακή ἡμέρα. Μέ τή θεία Λειτουργία, πού ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο καί οὐσιῶδες γνώρισμά της, μᾶς συγκεντρώνει στόν τόπο ὅπου ἔρχεται ὁ Κύριος σωματικά ἐν μυστηρίῳ, καί μᾶς βοηθᾶ νά συμμετάσχουμε στή ζωή του ἀπό τή φάτνη ὥς τό μνημεῖο τό κενό. Ἐκεῖ, στό ναό, μπροστά στά Ἅγια τῶν Ἁγίων καί ἀνάμεσα στά πνεύματα τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἁγίων ἀγκαλιάζουμε τό χῶρο τοῦ Θεοῦ, καί ἡ ψυχή μας ἀναπαύεται, διότι νιώθει νά ἁπλώνεται στό ἄπειρο. Τότε, στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καθώς ὁ Χριστός ἀνακλίνεται στούς ἄρτους τῆς Προθέσεως, καθώς διδάσκει μέσα ἀπό τίς σελίδες τοῦ Εὐαγγελίου, καθώς σταυρώνεται πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα καί ἀνασταίνεται μέσα στό δισκοπότηρο, μπαίνουμε στό χρόνο τοῦ Θεοῦ καί ἡ ψυχή μας ἀναγαλλιάζει, διότι νιώθει νά χορταίνει αἰωνιότητα. Ἕναν χῶρο χωρίς πέρατα κι ἕναν χρόνο χωρίς τέρματα, τόν ἄπειρο χῶρο καί τόν αἰώνιο χρόνο τοῦ Θεοῦ, μᾶς προσφέρει ἡ Κυριακή καί φέρνει στή ζωή μας καί στήν καρδιά μας τόν Θεό.
  Ἡ θεολογική ἀξία καί ἡ θεϊκή αὐτή δυναμική τῆς Κυριακῆς συνίσταται στό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως, πού συνέβη στό χρόνο της ἱστορικά καί πραγματώνεται κάθε φορά στή θεία Λειτουργία της μυστηριακά. Γίνεται ἔτσι ἡ Κυριακή μία ἄμεση ἐμπειρία τοῦ παρόντος γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού ἐκφράζεται καί πραγματοποιεῖται χειροπιαστά μέσα στή θεία λατρεία. Ἀλλά εἶναι καί ἕνα ζωντανό μνημεῖο τοῦ παρελθόντος, ἕνα εἶδος μάρτυρος τοῦ χρόνου, μοναδικοῦ κι ἀνεπανάληπτου μέσα στήν ἀνθρώπινη ἱστορία, πού μαρτυρεῖ ἀδιάκοπα μέχρι σήμερα τό λυτρωτικό ἔργο τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ. Ἐπί πλέον ὅμως ἡ Κυριακή ἀποτελεῖ καί ἕναν εὔγλωττο τύπο τοῦ μέλλοντος, ὅπως φωτισμένα ἔχουν ἐπισημάνει οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ παρών κόσμος περικλείεται μέσα στίς ἑπτά ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος, πού ἀνακυκλώνονται διαρκῶς μέχρι τή συντέλεια τῶν αἰώνων. Ἡ Κυριακή θεωρεῖται ἡ ὀγδόη ἡμέρα, πού διαδέχεται τήν ἑβδόμη καί προτυπώνει τή μέλλουσα ζωή, ἡ ὁποία ἐγκαινιάζεται μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ ὀγδόη ἡμέρα εἶναι ἡ γλυκειά αἰωνιότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πού ἀρχίζει ἀπό τώρα μέσα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ἐπεκτείνεται στό διάστημα μετά τό χρόνο τοῦ κόσμου αὐτοῦ, μιά γεύση της δέ μᾶς δίνει προκαταβολικά ἡ Κυριακή. Ὅταν ὁ Θεός ἔκανε ἀρχή τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου φέρνοντας τό φῶς μέσα στήν ἄβυσσο, ἦταν ἡ πρώτη ἡμέρα τοῦ χρόνου· «Καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένενο πρωΐ, ἡμέρα μία» (Γέ 1,5). Κι ὅταν ὁ Χριστός ἔκανε ἀρχή τῆς ἀναπλάσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους νικώντας τό θάνατο μέσα στόν ἅδη, ἦταν ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, «τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων» (Λκ 24,1). Ὥστε οἱ πιστοί τήν Κυριακή γιορτάζουμε συγχρόνως τά γενέθλια τῆς δημιουργίας καί τήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννηση τῆς ἀνθρωπότητος, ἐνῶ προγευόμαστε ἀπό τώρα τόν μέλλοντα κόσμο τῆς αἰωνιότητος, τήν οὐράνια παλιγγενεσία.
  Ἁδρογραφώντας τίς θεολογικές σημασίες τῆς Κυριακῆς προβάλλει μπροστά μας τό πρόσωπό της μέ χαρακτηριστικά τίς μεγάλες ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας. Εἶναι ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου, ἡ εὐαγγελική ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως καί τῆς ἀναδημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ προφητική ἡμέρα τοῦ μελλοντικοῦ αιῶνος, καί τό πιό πρόσφορο γιά μᾶς, εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική ἡμέρα τῆς θείας Εὐχαριστίας, μέσα στήν ὁποία εἰσρέουν ὅλα τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ καί ἀρδεύουν καί ζωογονοῦν τήν ὕπαρξή μας. Προσβλέποντας στήν Κυριακή καί στά γνωρίσματά της νιώθουμε, πράγματι, τήν ἀνάγκη νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό γιά τόν κόσμο πού μᾶς χάρισε, νά τόν δοξολογοῦμε γιά τήν Ἐκκλησία του, νά τόν λατρεύουμε γιά τήν ἀνάστασή του, καί νά λαχταροῦμε τήν εὐλογημένη βασιλεία του. Ἡ ἐπίσκεψη τῆς Κυριακῆς κάθε ἑβδομάδα μέσα στόν ἡμερολογιακό μας χρόνο εἶναι ἐπίσκεψη τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, πού πλησιάζοντάς μας σπάει τούς γήινους φραγμούς καί ἀνοίγει γιά μᾶς τό δρόμο πρός τόν οὐρανό, τό δρόμο πού μᾶς φέρνει στή συντροφιά του.

Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 42 (1987) 97-99
Κυριακή, 20 Ιούλιος 2014 03:00

Κυριακή: ἡ ἱστορία της

ΚΥΡΙΟΣ ΑΝΑΣΤΠόσο γλυκά ἀκούγεται στ’ αὐτιά μας καί ἠχεῖ στήν καρδιά μας τό ὄνομα τῆς Κυριακῆς ἡμέρας! Τό ἄγγιγμά της ἀφήνει καί στούς πιό πωρωμένους ἕνα ἁπαλό χάδι καί φέρνει στή θύμιση ὅλων μας τά ὀμορφότερα καί γλυκύτερα κομμάτια τῆς ζωῆς μας. Εἶναι ντυμένη μέ τή λαμπράδα τῆς γιορτῆς καί στολισμένη μέ τή χάρη τῆς εὐφρόσυνης κοινωνίας μέ πρόσωπα ἀγαπητά. Μά πάνω ἀπ’ ὅλα εἶναι στεφανωμένη μέ πολύτιμα δῶρα θεϊκά, εἶναι ὁλόκληρη ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο.
 Μιλώντας γιά τήν Κυριακή εἶναι σάν νά μιλᾶμε γιά τόν ἴδιο τόν Κύριο, γιά τήν Ἐκκλησία, γιά τό Εὐαγγέλιο, γιά τό μυστήριο. Τήν ἱστορία της καί τή θεολογία της τή βρίσκουμε μέσα στήν ἁγία Γραφή πλεγμένη ἀπό τήν ἀρχή τοῦ χρόνου ἀκόμη μέ τήν ἱστορία τοῦ Θεοῦ. Μόλις τέλειωσαν οἱ ἕξι ἡμέρες τῆς δημιουργίας, ὁ Θεός «κατέπαυσε τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἀπό πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ ὧν ἐποίησε» (Γέ 2,2), σταμάτησε, δηλαδή, τήν ἑβδόμη ἡμέρα τό ἔργο τῆς δημιουργίας. Δέν σταμάτησε νά ἐργάζεται, διότι ὅπως ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱός του, μαρτυρεῖ, «ὁ Πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται» (Ἰω 5,17), συνεχίζει νά ἐργάζεται διακυβερνώντας καί συντηρώντας τόν κόσμο. Αὐτή ἡ διακυβέρνηση καί ἡ συντήρηση τοῦ κόσμου, πού δέν εἶναι κατώτερο ἔργο ἀπό τή δημιουργία, αὐτή ἡ ἀκατάπαυστη πρόνοια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ κατάπαυσή του, ἡ ἀνάπαυσή του. Ἀφοῦ μᾶς ἔκτισε πανέμορφο σπίτι τό σύμπαν, γιά νά τό ἀπολαμβάνουμε, καί μᾶς δημιούργησε κι ἐμᾶς, πλάσμα τῆς ἀγάπης του, ἀναπαύθηκε, ἡσύχασε, καί εὐχαριστημένος χαίρεται νά μᾶς φροντίζει καί νά μᾶς χαρίζει τήν παρουσία του μέσα στόν κόσμο μέ ποικίλους τρόπους.
 Τήν ἡμέρα ἐκείνη, τήν ἑβδόμη, πού σταμάτησε ὁ Κύριος τό δημιουργικό του ἔργο καί ἄρχισε τή σχέση κοινωνίας μέ τά πλάσματά του, τήν εὐλόγησε καί τήν ἁγίασε, τήν ξεχώρισε ἀπό τίς ἄλλες ἡμέρες καί τήν καθιέρωσε ὡς ἡμέρα λατρείας του. «Μνήσθητι τήν ἡμέραν τῶν σαββάτων ἁγιάζειν αὐτήν», παρήγγειλε στόν περιούσιο λαό του. «Ἕξ ἡμέρας ἐργᾷ καί ποιήσεις πάντα τά ἔργα σου· τῇ δέ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου· οὐ ποιήσεις ἐν αὐτῇ πᾶν ἔργον» (Ἔξ 20,8-10). Ὅπως γιά τόν Θεό ἡ ἑβδόμη ἡμέρα σημαίνει τή συνεχῆ φροντίδα του καί πρόνοια γιά μᾶς, ἔτσι γιά τό λαό του ἡ ἡμέρα τοῦ σαββάτου σημαίνει τήν ἀποκλειστική ὑπηρεσία καί λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος τά ἔκανε ὅλα γιά τόν ἄνθρωπο, τόν ἄνθρωπο ὅμως τόν ἔκανε γιά τόν ἑαυτό του καί ζητᾶ ἀπ’ αὐτόν νά τοῦ ἀφιερώνει μία ἡμέρα σχολῆς καί ἀργίας ἀπό ὅλες τίς βιοτικές του μέριμνες, καί ἐνασχολήσεως καί σπουδῆς μέ τά τοῦ Θεοῦ. Καί εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι χρειάζεται νά σταματήσει ὁ ἄνθρωπος τίς ἀσχολίες του, γιά νά μπορέσει νά συναντηθεῖ μέ τόν Θεό. «Σχολάσατε καί γνῶτε ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ Θεός» (Ψα 45,10), συστήνει ὁ ψαλμωδός. Νά, ἡ πρώτη ἔννοια τῆς «σχόλης» τοῦ λαοῦ, τῆς γιορτῆς του· ἀπερίσπαστη ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό.
 Βέβαια, πολύ σύντομα μετά τή δημιουργία τοῦ κόσμου καί μετά τήν εὐλογία τοῦ σαββάτου ἡ παράβαση τῶν πρωτοπλάστων διασάλευσε τίς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Δημιουργό. Ἔπειτα, ὁ σπόρος της, πού διαιωνίσθηκε μέσα στό ἀνθρώπινο γένος, ὕψωνε πάντοτε ἐμπόδιο τά ἀγκάθια του ἀνάμεσά τους, παρ’ ὅλο πού ὁ νόμος προσπαθοῦσε νά κρατᾶ ἀνοιχτό τό δρόμο μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς. Ἐν τούτοις, ὁ δεσμός Θεοῦ καί ἀνθρώπου συντηρήθηκε ἔτσι, ἡ διαθήκη διαφυλάχθηκε, μέχρις ὅτου ἐγκαθιδρύθηκε ἡ νέα οἰκονομία, ἡ καινούργια τάξη πραγμάτων, πού ἔφερε στή γῆ ὁ θεάνθρωπος Κύριός μας Ἰησοῦ Χριστός. Μέ τό ἔργο του καί τή θυσία του συντελέσθηκε μία νέα κοσμογονία, δημιουργήθηκε ἡ καινούργια κτίση, ἡ πνευματική, ἡ Ἐκκλησία του. Κι ὅπως τήν πρώτη δημιουργία τοῦ κόσμου ἀκολούθησε ἡ ἀνάπαυση τοῦ Θεοῦ, πού σημαίνει τήν ἀγαπητική φροντίδα του γιά τόν κόσμο, ἔτσι τή δεύτρη δημιουργία τῆς Ἐκκλησίας σφράγισε ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πού καθορίζει νέα σχέση οἰκειότητος τοῦ Θεοῦ μέ τόν κόσμο.
 Τήν ἡμέρα ἐκείνη, «τήν μίαν τῶν σαββάτων», πού ἀναστήθηκε ὀ Χριστός καί ἀνέστησε τήν ἀνθρώπινη φύση μας, τήν ἁγίασε ὁ Θεός καί τήν εὐλόγησε, τήν ἀνέδειξε ἔνα καινούργιο σάββατο, πού ἀντικατέστησε τό παλιό καί πῆρε ὅλα τά γνωρίσματά του, ἐνῶ ἐπί πλέον ἀπέκτησε καινούργιες χάρες. Τό παλιό σάββατο καθιερώθηκε μέ ἐντολές, διότι δέν εἴδαμε τόν Θεό οὔτε νά δημιουργεῖ οὔτε νά ἀναπαύεται· τό καινούργιο θεμελιώθηκε πάνω σέ ἕνα γεγονός, διότι τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τή μαρτυρεῖ ἡ ἱστορία. Τό παλιό σάββατο ἀπαιτοῦσε θυσίες καί προσφορές στόν Θεό· τό καινούργιο μᾶς προσφέρει τή θυσία τοῦ Κυρίου καί μᾶς τρέφει μ’ αὐτήν. Μέσα στήν καινή κτίση τοῦ Χριστοῦ ἔχουμε πλέον μιά καινούργια ἡμέρα. Σάν νά ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί καί νά ἀνέτειλε στή γῆ μας ἕνα εὐωδιαστό λουλούδι, νά ἔπεσε στά χέρια μας ἕνα πολύτιμο πετράδι, σάν νά μᾶς ἦλθε ἀπό τόν Κύριο ἕνα πανάκριβο δῶρο. Καί γιά νά τό ξεχωρίζουμε καί νά μήν τό θεωροῦμε ὅπως τά ἄλλα τῆς γῆς μας, μία ἡμέρα σάν ὅλες τίς ἄλλες, ἔγραψε πάνω της τό ὄνομά του· Κυριακή. Ὅπως γράφουμε τό ὄνομά μας πάνω στά ἀντικείμενά μας, γιά νά τά ἀναγνωρίζουμε, παρόμοια ὁ Κύριος σημάδεψε τήν ἡμέρα του καί μᾶς τήν χάρισε.
Στεργίου Σάκκου
Ἀπολύτρωσις 42 (1987) 81-82
 
 
Κυριακή, 20 Ιούλιος 2014 03:00

Λκ 14,26

Τό μῖσος τοῦ Χριστοῦ

Κύριος2  Φαίνεται ἴσως παράδοξο, ἀλλά εἶναι ἀληθινό: Ὁ διδάσκαλος τῆς ἀγάπης, ἤ μᾶλλον αὐτός ὁ γεννήτοράς της καί ἡ ἴδια ἡ Ἀγάπη, κηρύττει τό μῖσος! «Εἴ τις ἔρχεται πρός με καί οὐ μισεῖ τόν πατέρα ἑαυτοῦ καί τήν μητέρα καί τήν γυναῖκα καί τά τέκνα καί τούς ἀδελφούς καί τάς ἀδελφάς, ἔτι δέ καί τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, οὐ δύναταί μου μαθητής εἶναι» (Λκ 14,26). Καί αὐτός πού σπούδασε ὅσο κανείς τήν ἀγάπη καί ἔγινε ὁ «ἠγαπημένος» συμβουλεύει: «Μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον, μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ». Μιά τόσο ἀπροκάλυπτη καί δυναμική ἐπίδειξη μίσους ἀσφαλῶς δέν θά βροῦμε καί στόν πιό φανατικό μισαλλόδοξο. Καί αὐτό εἶναι κάτι πού μᾶς κάνει νά σταθοῦμε μέ περίσκεψη μπρός στό παράδοξο, καί νά θεολογήσουμε.
  Ὁ Χριστιανισμός δέν φοβᾶται νά πεῖ τή λέξη «μῖσος» οὔτε διστάζει νά κηρύξει τήν ἔχθρα, γιατί ἀκριβῶς ἔζησε ἀπόλυτα τήν ἀγάπη καί ἐφάρμοσε μοναδικά τήν εἰρήνη. Ποιός μπορεῖ νά τόν ἐλέγξει γιά μιά τέτοια ἁμαρτία; Πάνω στό σῶμα του φέρνει τό πιό ἔγκυρο σημάδι φιλανθρωπίας καί ἐλέους: τό αἷμα αὐτοῦ τοῦ ἱδρυτῆ του, πού μέ ἀγάπη ρέει ὡς ἡ μεγαλύτερη εὐλογία πάνω στούς σταυρωτές του. Ἐντούτοις, τό μῖσος κρατᾶ μιά καίρια θέση μέσα στή διδασκαλία του, καί ἡ ἑρμηνεία του γίνεται κλειδί γι’ αὐτόν πού θέλει νά ξεκλειδώσει τά οὐράνια μυστικά.
  Ἀλλά ἤδη ἔχουμε κάνει ἕνα πρῶτο βῆμα κατανόησης: Ὁ χαρακτηρισμός πού δώσαμε -μῖσος τοῦ Χριστοῦ- μᾶς προϊδεάζει γιά κάτι ἄλλο ἀπό αὐτό πού ξέρουμε· δέν πρόκειται γιά τό μῖσος τοῦ κόσμου, λοιπόν. Ὁ Ἰησοῦς ἦλθε στόν κόσμο μας καί τοῦ χάρισε μιά ἄλλη διάσταση· πῆρε τίς λέξεις μας, τίς ἔννοιές μας, καί τίς φόρτισε μ’ ἕνα ἄλλο νόημα. Ἀκόμη κι αὐτή ἡ ἀγάπη πού κήρυξε καί πού τή νιώθουμε ὅλοι σάν τό πιό κοινό ὅσο καί θεϊκό σκίρτημα μέσα μας, ἦταν κάτι διαφορετικό, ἴσως καί ξένο, στήν ἐμπειρία μας: Ἡ ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ δέν εἶναι συναισθηματική κατάσταση ἀλλά ἀγώνας γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν του στή ζωή μας καί στή ζωή τῶν ἄλλων. Εἴμαστε ἕτοιμοι, λοιπόν, νά δεχθοῦμε καί τήν πιό παράξενη ταυτότητα τοῦ μίσους· ὅτι πρόκειται -ἄς τό ποῦμε- γιά μιά ἄλλη μορφή ἀγάπης!
  Τό μῖσος τοῦ Χριστοῦ μεταφράζεται ὡς παραίτηση ἀπό τόν κόσμο τοῦ διαβόλου καί ὡς ἀπέχθεια στόν τρόπο τῆς ζωῆς του. Σέ καμιά περίπτωση τό Εὐαγγέλιο δέν συνιστᾶ νά μισήσουμε τόν συνάνθρωπο, ὅσο ἁμαρτωλός κι ἄν εἶναι· πάντοτε ὅμως ἐννοεῖ νά μισήσουμε τήν κοσμική νοοτροπία, πού εἶναι ἁμαρτωλή. Αὐτός εἶναι ὁ κόσμος πού δέν πρέπει νά ἀγαπᾶμε: ἡ ἁμαρτία. Καί εἶναι εὐνόητο πόσο ὠφέλιμη εἶναι αὐτή ἡ προσταγή, πού τόσο ἐξυπηρετεῖ τήν ἀγάπη καί πρός τόν ἑαυτό μας καί πρός τούς ἄλλους, ἀφοῦ στρέφεται ἐνάντια στόν χειρότερο δολιοφθορέα τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς καί μόνον σ’ αὐτόν.
  Ἄν μέ ταπείνωση ἀκούσουμε τόν θεῖο λόγο καί ἄν μέ ὑπευθυνότητα δοῦμε τόν ἀγώνα τοῦ πιστοῦ, θά διαπιστώσουμε πώς αὐτό τό μῖσος ἀποτελεῖ προϋπόθεση καί ἀσφάλεια γιά τή σωτηρία μας. Μισώντας τήν ἁμαρτία προφυλαγόμαστε ἀπό τά βρόχια της καί διαφυλαγόμαστε στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἀποτελεῖ καί ἐχέγγυο γνήσιας ἀγάπης πρός τούς ἄλλους. Γιά τόν πλησίον ἰσχύει βέβαια ὁ νόμος «ἀγάπα τον σάν τόν ἑαυτό σου». Ἀλλά αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι σωστή μόνο ὅταν περνᾶ ἀπό τό φίλτρο τοῦ ἐν Χριστῷ μίσους. Ὅταν ὅπως ὁ γιατρός ἀγαπήσουμε τόν ἄρρωστο, ἀλλά μισήσουμε τήν ἀρρώστια του, τότε μποροῦμε νά μεγαλουργήσουμε σέ ἔργα αὐταπάρνησης καί οἰκτιρμῶν.
 Οἱ «εἰρηνιστές» τῆς ἐποχῆς μας μιλοῦν γιά ἀγάπη, ἐνῶ τά χέρια τους στάζουν τό αἷμα τῶν ἀδικημένων. Ἡ ἀγάπη τους ἔχει μέσα τό ψέμα, γι’ αὐτό καταντᾶ μῖσος. Ἀντίθετα, ὁ Χριστός μιλᾶ γιά μῖσος, ἐνῶ ἁπλώνει τά χέρια του νά ματώσουν γιά χάρη μας. Τό μῖσος του εἶναι μῖσος ὄχι στόν ἄνθρωπο ἀλλά στά πάθη του. «Μεμίσηκα δέ κἀγώ διεστραμμένας ὁδούς κακῶν», διακηρύττει. Ναί, θέλει νά μισήσουμε τόν πατέρα μας, τή μητέρα μας, ἀκόμη καί τή ζωή μας, γιά νά τούς ἀγαπήσουμε ὅμως σωστά γι’ αὐτούς καί ὄχι γιά τόν ἑαυτό μας, γιά νά τούς ἀγαπήσουμε «ἐν ἀληθείᾳ». Ὅταν ἡ καρδιά μας ὑπακούσει σ’ αὐτό τό κάλεσμα, τότε θά δοῦμε πόσο ἀληθινοί γίναμε ἀλλά καί πόσο ἐλεύθεροι. Ἔτσι τό μῖσος τοῦ Χριστοῦ ἀποδεικνύεται σέ τελευταία ἀνάλυση ἕνα μῖσος γεμάτο ἀγάπη.

Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 33 (1978) 161-162
Παρασκευή, 23 Δεκέμβριος 2022 02:00

Ἡ βασιλική ὁδός

metanoia  Τό μήνυμά μας εἶναι τό μήνυμα τῶν ἀγγέλων πρός τούς ταπεινούς βοσκούς τῆς Βηθλεέμ· «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» (Λκ 2,11). Ἀπευθύνεται σέ ὅλους τούς ἀγαπητούς μας ἀναγνῶστες ἀλλά καί σέ κάθε ἄνθρωπο τῆς γῆς, ἀφοῦ γι᾿ αὐτό κατέβηκε στή γῆ, ἔλαβε ἀρχή ὁ ἄναρχος καί σάρκα ὁ ἄσαρκος Θεός· γιά νά χαρίσει στόν ἄνθρωπο τή λύτρωση, τή σωτηρία.
  Ὡστόσο, εἶναι ἀλήθεια διαπιστωμένη, πού καθημερινά καί πολλαπλά ἐπιβεβαιώνεται, ὅτι εἶναι ἀνησυχητικά πολλοί οἱ ἀλύτρωτοι, οἱ ἄνθρωποι πού παραμένουν μακριά ἀπό τή σωτηρία. Αὐθόρμητο καί εὔλογο ἀνεβαίνει στά χείλη μας τό ἐρώτημα: τάχα γιατί; Ἡ ἀπάντηση ἀποκαλύπτει πολλές καί βαθειές αἰτίες, ὅσο βαθειά καί πολυποίκιλη εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ψυχή, ὅσο πλατειά καί ἀνερμήνευτη εἶναι ἡ ἐλευθερία, τήν ὁποία ὁ Θεός ἀναγνωρίζει στό πλάσμα του. Ἐμεῖς θά ἐπισημάνουμε μόνο μία -θεμελιακή, κατά τή γνώμη μας- αἰτία, πού καθιστᾶ ἐπίπονο καί γι᾿ αὐτό ἀνεπιθύμητο τό δρόμο πρός τήν πολυπόθητη σωτηρία. Καί θά μιλήσουμε παραβολικά:
  Ὅταν ὁ βασιλιάς Πτολεμαῖος κράτησε στά χέρια του τήν περίφημη «Γεωμετρία», ἔργο τοῦ διάσημου μαθηματικοῦ Εὐκλείδη, θαύμασε τό ἐπίτευγμα. Διαπίστωσε ὅμως πώς τοῦ ἦταν τελείως ἀδύνατο νά κατανοήσει τά γραφόμενα φυλλομετρώντας ἁπλῶς τό βιβλίο. Κάλεσε, λοιπόν, τόν Εὐκλείδη καί τοῦ εἶπε:
  - Δέν ὑπάρχει κάποιος εὐκολότερος τρόπος γιά νά γνωρίσει κανείς αὐτά τά σπουδαῖα πράγματα πού γράφεις ἐδῶ; Καί ὁ σοφός μαθηματικός τοῦ ἀπάντησε:
  - Μεγαλειότατε, δέν ὑπάρχει βασιλική λεωφόρος πού νά ὁδηγεῖ στή γεωμετρία!
   Ἀναμφίβολα εἶναι ποθητή καί περιζήτητη ἀπό ὅλους ἡ σωτηρία. Ἀπαιτεῖ ὅμως τήν τόλμη τῆς μετάνοιας, πού συνεπάγεται τήν πορεία στή «στενή ὁδό» τῆς πίστεως. Αὐτός εἶναι ὁ μοναδικός δρόμος· δέν ὑπάρχει «βασιλική λεωφόρος», πού θά μᾶς φέρει ἄκοπα καί ἄνετα στή σωτηρία. Ἡ μετάνοια προϋποθέτει ταπείνωση, συντριβή, ἀπόθεση τῶν σφαλμάτων, τῶν παθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν ἀλλά καί τῶν ἀρετῶν, τῶν καυχημάτων καί τῶν ἐπιτευγμάτων μας στά πόδια τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Ἐπιβάλλει ὁλόψυχη ὑποταγή στό θέλημά του. Μόνο στίς ψυχές πού τόν πλησιάζουν μέ τήν ταπείνωση τῶν σοφῶν μάγων, πού τόν ὑποδέχονται μέ τήν ἁπλότητα τῶν ταπεινῶν ποιμένων τῆς Βηθλεέμ χαρίζει ὁ Κύριος τή δυνατότητα νά τόν δοξολογήσουν μαζί μέ τούς ἀγγέλους. Μόνο ὅσοι μετανοοῦν καλοδέχονται στήν καρδιά τους τόν Σωτήρα. Καί σ᾿ αὐτούς ἀποκαλύπτεται τό μεγάλο μυστικό ὅτι εἶναι εὐφρόσυνη κι εὐλογημένη ἡ ὁδός τοῦ Κυρίου.
  Ἀδελφέ μου, τό θέμα εἶναι ἁπλό καί ξεκάθαρο: Ὁ Χριστός τά δίνει ὅλα μόνο σ᾿ ἐκείνους πού τοῦ παραδίδουν τόν ἑαυτό τους μέ τή μετάνοια. Ἄς εἶναι αὐτή τό γνώρισμα τῶν Χριστουγέννων πού πλησιάζουν, γιά νά τά ζήσουμε λυτρωτικά, εὐλογημένα. Ἀμήν!

Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 62 (2007) 323
Πέμπτη, 31 Δεκέμβριος 2020 02:00

Τελεία, ἁγία, εἰρηνική

aggelos Εἶναι μία ἀγαθή συγκυρία ὅτι ἡ πρωτοχρονιά συμπεριλαμβάνεται στό ἅγιο Δωδεκαήμερο, ὅπου ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει μεγάλα γεγονότα τῆς θείας οἰκονομίας: Προηγοῦνται τά Χριστούγεννα, συμπίπτει ἡ Περιτομή τοῦ Κυρίου καί ἀκολουθοῦν τά ἅγια Θεοφάνια. Ἔτσι, παίρνει μία ἄλλη, πνευματική, χροιά καί διάσταση ἡ ἀλλαγή τοῦ χρόνου, πού καθαυτή δέν εἶναι γεγονός θρησκευτικό, καί φυσικά γιά κανέναν ἐνήλικο δέν ἀποτελεῖ εὐχάριστη οὔτε κἄν ἀνώδυνη ὑπόθεση.
 Ὡστόσο, μέσα στήν Ἐκκλησία ὁ πεπερασμένος ἄνθρωπος, πού ὑπόκειται στή φθορά καί στήν παροδικότητα τοῦ χρόνου, ἔχει τή δυνατότητα νά ὑπερνικᾶ τό χρόνο. Εἶναι τό δῶρο πού μᾶς χάρισε ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ ὑπέρχρονου καί ἄπειρου Θεοῦ. Μπαίνοντας στήν ἀνθρώπινη ἱστορία ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἔσπασε τά στεγανά της καί μᾶς ἄνοιξε τό δρόμο γιά τό ὑπέρχρονο, τό αἰώνιο, τό τέλειο καί ἅγιο. Μᾶς ἔδωσε τή δυνατότητα μέ τήν πίστη νά βιώνουμε τό παρελθόν, νά προσεγγίζουμε τόν ἄναρχο καί προαιώνιο Θεό· μέ τήν ἀγάπη νά ἀγκαλιάζουμε τό παρόν, τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό πού παραμένει κοντά μας μέσα στήν Ἐκκλησία· μέ τήν ἐλπίδα νά ἀτενίζουμε τό μέλλον, τήν αἰώνια δόξα πού μᾶς περιμένει στόν οὐρανό. Μ᾿αὐτή τήν προοπτική ἡ Ἐκκλησία μας εὔχεται, ὄχι μόνο κατά τίς γιορτές ἀλλά καί στίς καθημερινές ἀκολουθίες (Ὄρθρο - Ἑσπερινό) καί κατ᾿ ἐπανάληψη στή θεία Λειτουργία, γιά τόν ἁγιασμό τῆς ζωῆς μας. Θά σταθῶ σέ δύο αἰτήματα τῆς Συναπτῆς ἤ τῶν Πληρωτικῶν, ὅπως λέγονται. Μεγάλα αἰτήματα πού τόσο ἁπλά διατυπώνονται, ὥστε νά μπορεῖ ὁ καθένας νά τά συμπεριλαμβάνει στήν προσωπική του προσευχή!
 Ζητοῦμε ἀπό τόν Κύριο νά μᾶς χαρίζει «τήν ἡμέραν πᾶσαν τελείαν, ἁγίαν, εἰρηνικήν καί ἀναμάρτητον». Νά εἶναι τέλεια ὅλη ἡ ἡμέρα, πού σημαίνει νά εἶναι ἅγια, εἰρηνική καί ἀναμάρτητη. Ἡ ἁμαρτία σαλεύει τήν εἰρήνη καί μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν ἁγιασμό. Νά μπορούσαμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά δόκανά της! Δέν εἶναι ὑπόθεση ἁπλή οὔτε εὔκολη. Γι᾿ αὐτό καταφεύγουμε στή θεϊκή ἐπικουρία, ἱκετεύοντας νά μᾶς χαρίσει ἐπίσης ὁ Κύριος «ἄγγελον εἰρήνης, πιστόν ὁδηγόν, φύλακα τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν». Μέσα στήν καθημερινή προσπάθεια τά πνεύματα τοῦ κακοῦ μέ τόσες μεθοδεῖες προσπαθοῦν νά μᾶς ἀποπροσανατολίσουν καί νά μᾶς παρασύρουν στό χαμό. Ὁ ἄγγελος εἰρήνης νά ἀσφαλίζει τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας, νά ὁδηγεῖ τά βήματά μας, νά φυλάγει ἀπό κάθε πειρασμό τήν ψυχή μας. Κι ἐπειδή δέν εἴμαστε μόνο ψυχές ἀλλά καί γήινα σώματα, πού τόσοι κίνδυνοι τά ἀπειλοῦν, νά προστατεύει ὁ ἄγγελος καί τό σῶμα μας ἀπό κάθε κακό. Αὐτή τήν προσευχή τῆς Ἐκκλησίας ἀναπέμπουμε ταπεινά ὡς εὐχή γιά τόν ἑαυτό μας καί γιά τόν κάθε ἀναγνώστη μας. Καλή χρονιά, ἀδελφοί μου! Νά ᾿ναι ἡ κάθε μέρα της τέλεια, ἅγια καί εἰρηνική, προσανατολισμένη στό αἰώνιο μέλλον, γιά τό ὁποῖο ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς προόρισε καί μᾶς κατευθύνει.
Στἐργιος Ν. Σάκκος

peirama cernΠρόσφατα τό βραβεῖο Nobel Φυσικῆς 2013 ἀπονεμήθηκε στούς Φρανσουά Ἐνγκλέρ καί Πίτερ Χίγκς γιά τή θεωρία πού διατύπωσαν πρίν ἀπό περίπου 50 χρόνια, πού ἀφορᾶ στήν ὕπαρξη ἑνός στοιχειώδους ὑλικοῦ σωματιδίου πού μεταγενέστερα ὀνομάστηκε (ἀπό δημοσιογράφους καί ἐκδότες) «σωμάτιο τοῦ Θεοῦ».
 Στό εὐρωπαϊκό κέντρο CERN (Centre Européen pour la Recherche Nucléaire) πρίν περίπου δύο δεκαετίες ἄρχισε νά κτίζεται μία κυκλική ὑπόγεια σήραγγα μήκους 27 χμ. Δύο δέσμες πρωτονίων ἐπιταχύνονται μέσα σ’ αὐτήν κυκλικά καί στή συνέχεια συγκρούονται δημιουργώντας τρομερά ὑψηλές ἐνέργειες, δηλαδή συνθῆκες πού εἰκάζεται ὅτι ἐπικράτησαν τό πρῶτο δευτερόλεπτο τῆς Δημιουργίας τοῦ Σύμπαντος.
 Πρόσφατα, τά ἀποτελέσματα τοῦ πειράματος τοῦ CERN, πού στοίχισε περίπου 10 δισεκατομμύρια εὐρώ, ἦταν θετικά: Τό «σωμάτιο τοῦ Θεοῦ» ὑπάρχει! Ὁ χρησιμοποιούμενος συχνά ὅρος «σωμάτιο τοῦ Θεοῦ» εἶναι βασικά ἐσφαλμένος καί μπορεῖ νά δημιουργήσει παρανοήσεις, ἀφοῦ ὅλα τά στοιχειώδη σωμάτια εἶναι τοῦ Θεοῦ, καί ὄχι μόνο αὐτό πού ἡ ὕπαρξή του ἐπιβεβαιώθηκε πρόσφατα ἀπό τό πείραμα τοῦ CERN. Ἐπιστημονικά ὀνομάζεται «μποζόνιο» ἤ «πεδίο Χίγκς», καί ἀνήκει στήν κατηγορία τῶν στοιχειωδῶν σωματιδίων πού εἶναι οἱ «ἀγγελιοφόροι» τῶν δυνάμεων μεταξύ τῶν σωματιδίων.
 Μέ ἁπλά λόγια, ἡ κατανόηση τοῦ πολύ σημαντικοῦ ρόλου του μπορεῖ νά γίνει μέ μία παραπομπή σέ μακροσκοπικά φαινόμενα, πού εἶναι κατανοητά ἀπ’ ὅλους: Ὅπως ἕνα γνωστό μαγνητικό πεδίο ἀλληλεπιδρᾶ διαφορετικά μέ ἕνα κομμάτι ξύλου ἤ μετάλλου, ἔτσι καί τό πεδίο Χίγκς ἀλληλεπιδρᾶ διαφορετικά μέ τά φωτόνια ἤ τά ἠλεκτρόνια, πρωτόνια κτλ. Τά φωτόνια εἶναι ἀδιάφορα μέσα σέ αὐτό τό πεδίο, ἐνῶ τά ἠλεκτρόνια (καθώς ἐπίσης καί ἄλλα στοιχειώδη σωμάτια) χάριν αὐτοῦ τοῦ πεδίου ἀποκτοῦν ἀδράνεια, καί κατά συνέπεια μάζα (σύμφωνα μέ τή Γενική Θεωρία Σχετικότητας ὑπάρχει ἀπόλυτη ἰσοδυναμία μεταξύ τῆς μάζας βαρύτητας καί τῆς μάζας ἀδράνειας, πού εἶναι ἀκριβῶς ἴσες). Κατά συνέπεια, τό πεδίο Χίγκς εἶναι ἐκεῖνο πού εἶναι ὑπεύθυνο γιά τήν ὕπαρξη τῆς μάζας, καί ἄρα τῆς ὕλης τοῦ κτιστοῦ κόσμου ὅπως τή γνωρίζουμε σήμερα.
 Ἡ ὀνομασία «σωμάτιο τοῦ Θεοῦ», ἄν καί κατά βάση ἀτυχής, ἔχει ὡς σκοπό νά δείξει τό πόσο σημαντ-κό εἶναι γιά τήν ὕπαρξη τοῦ κτιστοῦ κόσμου. Χωρίς αὐτό τό σωμάτιο, ὅλος ὁ φυσικός κόσμος -πλανῆτες, γῆ, ἀνόργανη φύση, ζῶα καί ἄνθρωποι (ἐάν φυσικά ὑπῆρχαν)- θά ἦταν μία συγκεχυμένη «ἠλεκτρομαγνητική σούπα» χωρίς μάζα (ὅπως συμβαίνει π.χ. μέ τό φῶς), καί κατά συνέπεια χωρίς δομή καί ὀργάνωση. Ἡ ὕπαρξη τοῦ πεδίου Χίγκς δείχνει ὅτι ἀπό τά πρῶτα κλάσματα τοῦ πρώτου δευτερολέπτου τῆς δημιουργίας τοῦ φυσικοῦ κόσμου ὑπῆρχε ἕνα «ἀρχιτεκτονικό σχέδιο» δημιουργίας, καί κυρίως ἕνας ἰθύνων νοῦς πού κατεύθυνε (καί κατευθύνει) τά πάντα, γιά νά κτιστεῖ ἕνας κόσμος μέ δομή καί ὀργάνωση. Ὁ Δημιουργός χρησιμοποίησε καί ἐκφράστηκε μέ τό πεδίο Χίγκς γιά νά δώσει τή δομή καί τήν ὀργάνωση τοῦ Φυσικοῦ κόσμου, πού ἐμεῖς σήμερα παρατηροῦμε μακροσκοπικά.
Ἐπίσης, δείχνει ὅτι οἱ βασικοί κανόνες μέ τούς ὁποίους λειτουργεῖ ὅλος ὁ κτιστός κόσμος εἶναι διαχρονικοί καί προκαθορισμένοι ἀπό τό πρῶτο δευτερόλεπτο τῆς Δημιουργίας. Οἱ ἴδιοι κανόνες ἰσχύουν στό ἀχανές διάστημα, στή μικρή γῆ, ἀλλά καί μέσα σέ κάθε κύτταρό μας. Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι προσιτή στόν ἄνθρωπο καί στή λογική του, ἄλλ’ ὅμως ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά μετέχει στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἀπό τούς τρόπους πού μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ αὐτή ἡ μέθεξη (χωρίς νά εἶναι ὁ μοναδικός) εἶναι ἡ παρατήρηση καί ἡ μελέτη τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖο λειτουργεῖ ὁ φυσικός κόσμος καί τῶν νόμων πού τόν διέπουν. Τό πεδίο Χίγκς μπορεῖ νά βοηθήσει κάποιον στό νά ἀντιληφθεῖ τή βούληση τοῦ Δημιουργοῦ νά δημιουργήσει (ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς Δημιουργίας) ἕναν ὑλικό κόσμο πού νά ἔχει δομή καί ὀργάνωση.
 Τό πεδίο Χίγκς εἶναι ἕνα πολύ σημαντικό κομμάτι ἑνός μεγάλου πάζλ πού ἀποτελεῖ ἡ θεωρία πού εἶναι γνωστή ὡς «Μεγάλη Ἔκρηξη» (Big Bang), ἡ ὁποία ἀκόμα δέν ἔχει συμπληρωθεῖ τελείως. Ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς ὕπαρξης τοῦ πεδίου Χίγκς ἀποτελεῖ μία ἀκόμα (πολύ ἰσχυρή) ἔνδειξη γιά τήν ὀρθότητα τῆς θεωρίας τῆς Μεγάλης Ἐκρήξεως. Σύμφωνα μέ αὐτή (ὅπως ἀφηγεῖται ἡ Ἐπιστήμη), πρίν ἀπό περίπου 13,7 δισεκατομμύρια χρόνια ὑπῆρξε μία χρονική στιγμή μηδέν (t = 0), πρίν ἀπό τήν ὁποία δέν ὑπῆρχε οὔτε ἕνα ἠλεκτρόνιο οὔτε ἕνα πρωτόνιο (καί γενικότερα κανένα ὑλικό σωμάτιο), ἀλλά οὔτε ἀκόμα καί ὁ συγκλονιστικά τεράστιος χῶρος πού καταλαμβάνει τό ἡλιακό μας σύστημα καί ὅλοι οἱ γαλαξίες. Ἡ ὕπαρξη τοῦ χωροχρόνου καί τῆς ὕλης εἶναι ἀπόλυτα συνυφασμένα, ὅπως ὁμολογεῖ ἡ Ἐπιστήμη. Μετά τή χρονική στιγμή t =0 δημιουργήθηκαν τά πρῶτα ἠλεκτρόνια καί πρωτόνια. Ἔτσι ἀρχίζει ἡ ἱστορία τοῦ σύμπαντος, τό ὁποῖο ἄν καί ἀπό ἐκείνη τή στιγμή διαρκῶς αὐξάνεται (σάν μία διαρκῶς αὐξανόμενη χιονοστιβάδα), ξεκίνησε ἀπό τήν ἀπόλυτη ἠρεμία τοῦ κβαντικοῦ κενοῦ. Ἀργότερα, μέσα σέ αὐτό τό ὀνομαζόμενο «πληθωριστικό σύμπαν», διάφορες πυρηνικές ἀντιδράσεις, πού ὑπακοῦν στούς ἴδιους φυσικούς νόμους πού καθορίστηκαν ἀπό τήν ἀρχή, θά δημιουργήσουν τά χημικά στοιχεῖα τοῦ περιοδικοῦ πίνακα (δηλ. τά ἄτομα), τά ὁποῖα ἀποτελοῦν τά βασικά στοιχεῖα τῆς μακροσκοπικῆς ὕλης. Ἡ μή-ὕπαρξη μέσα στό κβαντικό κενό, πρίν ἀπό τή χρονική στιγμή t = 0, οὔτε ἑνός ὑλικοῦ σωματιδίου, καί κατά συνέπεια οἱουδήποτε ὑλικοῦ σώματος, καθώς ἐπίσης καί ἡ μή-ὕπαρξη τοῦ τεράστιου χώρου μέσα στόν ὁποῖο ὑπάρχουμε συνάδουν ἀπόλυτα μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Θεοῦ σέ κάθε θεία Λειτουργία (ἐδῶ καί πολλούς αἰῶνες): «... ὁ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παραγαγὼν τὰ σύμπαντα...».
 Γιά ὅποιον πιστεύει σέ Θεό Δημιουργό κατά τρόπο ἀποφατικό, τό πεδίο Χίγκς καί ἡ Μεγάλη Ἔκρηξη δέν εἶναι χρήσιμα. Ὅποιος ὅμως ἀμφιβάλλει καί, σάν τόν ἀπόστολο Θωμᾶ, γιά νά πιστέψει θέλει νά «δεῖ» τούς «τύπους τῶν ἥλων» γιά τή θεϊκή δημιουργία, ἔχει σήμερα αὐτή τή δυνατότητα. Τό πεδίο τοῦ Χίγκς καί τά πειραματικά ἀποτελέσματα τοῦ CERN ἀποτελοῦν τά ἀποτυπώματα ὑπάρξεως ἑνός ἰθύνοντος νοός καί τῆς βουλήσεώς του νά δημιουργήσει ἐκ τοῦ μή ὄντος ἕναν κτιστό κόσμο μέ μάζα, καί κατά συνέπεια μέ δομή καί ὀργάνωση.

Παντ. Καραφίλογλου
Ἀν. Καθ. Κβαντικῆς Χημείας Α.Π.Θ.

 

Σάββατο, 19 Ιούλιος 2014 03:00

Γιά σένα προσωπικά...

roloiΤό ρολόι χτυπᾶ. Τί ὥρα εἶναι; Γιά τούς ἄλλους δέν ξέρω, ξέρω μόνον γιά σένα. Γιά σένα εἶναι ἡ ὥρα νά καταλάβεις. Τί ἔκανες, τί κάνεις, πῶς προχωρᾶς. Πῶς καταλαβαίνει κανείς; Μόνος του. Οἱ ἄλλοι εἶναι ἀπόντες. Μόνος του αὐτός κι ὁ ἑαυτός του. Νά ᾿ρθεῖ εἰς ἑαυτόν, νά συναντήσει τόν ἑαυτό του. Συνάντηση ἀνεπιθύμητη, δύσκολη καί πολλές φορές ἀκατόρθωτη. Γιατί ἡ εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μας πού δημιουργοῦμε μέ αὐταρέσκεια καί συντηροῦμε μέ μανία δέν ὑπάρχει. Καί τό ξέρουμε. Δέν θέλουμε ὅμως νά τό ξέρουμε οὔτε ἐμεῖς οὔτε οἱ ἄλλοι.
 Ὁ ἄνθρωπος γλιστρᾶ εὔκολα στήν πονηρία, τοῦ εἶναι γνώριμος χῶρος. Μπορεῖ νά ξεγελάσει τούς πάντες γύρω του. Ἀκόμη καί στήν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως. Τό φοβερό εἶναι ὅτι ξεγελάει καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Καί τό ἀκόμη φοβερότερο, ὅτι πασχίζει νά ξεγελάσει τόν Θεό. Πιασμένοι, λοιπόν, σ᾿ ἕνα τέτοιο δίχτυ πῶς μποροῦμε νά καταλάβουμε; Ξεκινώντας ἀπ᾿ τό σημεῖο μηδέν: βάζοντας τόν ἑαυτό μας κάτω ἀπό μία μόνο ὀπτική γωνία. Τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Αὐτές εἶναι τό μόνο ἀσφαλές κριτήριο κι ἡ ζυγαριά ἀκριβείας. Ὅλα τ᾿ ἄλλα μᾶς ξαναμπάζουν σέ θολά κι ὀμιχλώδη τοπία.
 Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ᾿μεῖς ἀπέναντι ἀπογυμνωμένοι χωρίς προκατασκευασμένα εἴδωλα γιά τόν ἑαυτό μας, χωρίς στερεότυπα, χωρίς προφάσεις, χωρίς προθέσεις, χωρίς πείσματα, χωρίς ἐμμονές, χωρίς προσωπεῖα, χωρίς βολικές ἐξηγήσεις, χωρίς ἐγωκεντρικές ἀπαντήσεις, χωρίς ἀποποίηση τῶν εὐθυνῶν, χωρίς μετακύλιση τῶν ἐνοχῶν. Ἀπέναντι στίς ἐντολές πού πολλές φορές μᾶς φαίνονται ξερές, ὀχληρές, ἁπλοϊκές ἤ ἀκατανόητες. Τίς ἐντολές τίς εὔκολες πού ᾿ναι παιχνιδάκια γιά μᾶς - ἐγώ ψέματα δέν λέω ποτέ ἀπό φυσικοῦ μου, ἀλλά πόσες ἀναρίθμητες παραποιήσεις τῆς ἀλήθειας κάνω καθημερινά μέσα μου κι ἔξω. Ἤ τίς ἐντολές τίς δύσκολες πού μᾶς φαίνονται εὔκολες, γιατί δέν τίς ἀγγίξαμε κἄν - ὅπως, ἄς ποῦμε, τό νά συμπάσχουμε καί νά συγχαίρουμε ἀληθινά. Γιατί τό συμπάσχειν μπορεῖ νά μήν εἶναι γιά μᾶς παρά κρυμμένη χαιρεκακία καί τό συγχαίρειν φτιασιδωμένη ζηλοτυπία.
 Ὁ πάταγος πού ἀκούγεται εἶναι τρομερός. Τό οἰκοδόμημα τοῦ ἑαυτοῦ μας καταρρέει. Κι ἡ ἐξήγηση εἶναι ἁπλή. Στή ζωή μας δέν βαδίζαμε μέ βάση τίς ἐντολές, βαδίζαμε μέ βάση τίς ἀπόψεις μας.
Τό ρολόι χτυπᾶ. Πιᾶσε αὐτόν τό χτύπο, εἶναι γιά σένα. Εἶναι ὁ καιρός ὁ εὐπρόσδεκτος, ἡ ὥρα τῆς συναίσθησης, ἡ ἡμέρα τῆς σωτηρίας. Αὔριο ἴσως γιά σένα χρόνος «οὐκέτι ἔσται». Τό ρολόι σταμάτησε.

Ζωή Γούλα
Φιλόλογος
Σάββατο, 19 Ιούλιος 2014 03:00

Σπατάλη καί ἀνάκαμψη

panteloniἩ γενιά τῶν μεσηλίκων βαρύνεται μέ δύο πολύ βαρειές κακίες. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ὑποκρισία καί ἡ δεύτερη ἡ ἀπεμπόληση τῆς παράδοσης. Αὐτοί πού τήν ἀπαρτίζουν ἐνδιαφέρθηκαν ἰδιαίτερα γιά τή διαμόρφωση εἰκόνας (ἴματζ ἐπί τό ἑλληνικότερο!), στό κοινωνικό πλαίσιο, ἐνῶ εἶχαν ἀποβάλει κάθε ἱερό καί κάθε ὅσιο.

  Εἶναι σύνηθες νά λέγεται ὅτι ἐμεῖς οἱ μεγάλοι ὅ,τι κάνουμε, τό κάνουμε γιά τό καλό τῶν παιδιῶν μας. Γι’ αὐτά ζοῦμε, γι’ αὐτά νοιαζόμαστε, σ’ αὐτά θέλουμε νά παραδώσουμε ἕναν καλύτερο κόσμο! Ἴσως κάποιοι νά ἔχουν ἐθιστεῖ στή συνθηματολογία καί νά ἔχουν πιστέψει ὅτι πράγματι γι’ αὐτά μόχθησαν καί συνεχίζουν νά μοχθοῦν. Ὅμως ἡ νέα γενιά ἔχει ἀπό καιρό διαπιστώσει τήν ὑποκρισία τῶν μεσηλίκων καί δέν εἶναι λίγες οἱ ἐκδηλώσεις ἀηδίας γι’ αὐτήν. Ὅσο γιά τόν κόσμο πού παραλαμβάνουν, τά πολλαπλά ἀδιέξοδα εἶναι οἱ ἀδιάψευστοι μάρτυρες τῆς παταγώδους ἀποτυχίας τῆς «γενιᾶς τοῦ Πολυτεχνείου»!

 Οἱ νέοι σήμερα ἐπιδεικνύουν ἔντονο ἀντικομφορμισμό, παρασύροντας ἀκόμη καί μεσήλικες σέ ἁπλούστερη συμπεριφορά. Τό ἔνδυμα, τουλάχιστον στούς ἄνδρες, ἔχει καταστεῖ ἁπλούστερο καί πιό λιτό. Μακάρι ὅμως νά ἔμεναν οἱ νέοι σ’ αὐτό καί μόνο ἤ νά ἦταν πράγματι τό ἔνδυμα καί λιγότερο δαπανηρό. Προχώρησαν, δυστυχῶς, σέ ἄλλες ἐκδηλώσεις, οἱ συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ὀδυνηρές. Ἀπώλεσαν τήν εὐγένεια, τήν ὁποία θεώρησαν στοιχεῖο τῆς ὑποκρισίας τῶν μεγάλων. Ἔτσι ἐκμηδένισαν τήν ἀπόσταση μεταξύ γονέων-τέκνων, ἐκπαιδευτῶν-ἐκπαιδευομένων, γερόντων-νέων. Χάθηκε ὁ σεβασμός, χάθηκε ἡ πειθαρχία, χά- θηκε ἡ εὐγνωμοσύνη. Δέν εἶναι λίγες οἱ περιπτώσεις πού οἱ μεγάλοι στρέφονται κατά τῶν νέων, τούς ὁποίους κατακεραυνώνουν γιά ἀντικοινωνική συμπεριφορά. Καί, δυστυχῶς, δέν ἀντιλαμ- βάνονται ὅτι οἱ ἐπικρίσεις ἐπιστρέφουν στούς ἴδιους, καθώς ὡς γονεῖς, ἐκπαιδευτικοί, πολιτικοί ἤ πνευματικοί ἡγέτες καλλιέργησαν τό ἔδαφος, τό ὁποῖο ἔδωσε ὡς καρπό τή νέα γενιά! Ἡ ἄκρως ἀρρωστημένη ἀντίληψη «νά μήν τούς λεί- ψει τίποτε» ἤ «νά μήν περάσουν τίς δυσκολίες πού περάσαμε ἐμεῖς» (ἀρχή τῆς ἥσσονος προσπάθειας καί τῶν μειζόνων ἀπολαβῶν) ἀπό τή μία, καί ἡ ἐπικράτηση τῆς ἀντιαυταρχικῆς ἐκπαίδευσης μέ πανηγυρισμούς καί ὑπερφίαλη καυχησιολογία εἶναι τά σαθρά θεμέλια τοῦ οἰκοδομήματος τῆς νέας γενιᾶς.

  Οἱ νέοι δέν εἶναι ὑποκριτές, δόξα τῷ Θεῷ. Εἶναι ὅμως ὑπερβαλλόντως ἀναιδεῖς καί σπάταλοι, καθώς ἐμεῖς τούς ἐθίσαμε σ’ αὐτά. Ἔγραψα προηγουμένως γιά τήν ἁπλοποίηση τῆς ἐνδυμασίας. Αὐτή ἤδη κατέστη ἐξεζητημένη. Ἀγόρια καί κορίτσια στά πλαίσια, ὁπωσδήποτε, τῆς μόδας, αὐτοῦ τοῦ καταναγκασμοῦ τοῦ στερητικοῦ τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου, φοροῦν τύπο ρούχων τά ὁποῖα ὑφίστανται κατεργασία πρίν πουληθοῦν, ὥστε νά φαίνονται παλιωμένα. Ἡ κατεργασία αὐτή μέ χημικά ὑγρά καί ἀκτινοβόληση ἀφ’ ἑνός ἐπιβαρύνει τό περι- βάλλον χωρίς λόγο, ἀφ’ ἑτέρου αὐξάνει τό κόστος κατά 40%, ὅπως πληροφορήθηκα πρόσφατα καί ἔφριξα. Συνεπῶς οἱ νέοι ἐκδικοῦνται τούς ὑποκριτές μεγάλους ὄχι μόνο κυκλοφορώντας σάν «λέτσοι», ἀλλά καί προκαλώντας, μᾶλλον ἐν ἀγνοίᾳ τους, ἐντονότερη τήν οἰκονομική ἀφαίμαξη!

  Τά μνημόνια καλά κρατοῦν. Τά φορολογικά μέτρα διαδέχονται τά μέν τά δέ μέ ρυθμό πού προκαλεῖ ἔντονη τήν ἀνησυχία τοῦ πολίτη σέ κάθε ἐπαφή του μέ τό Κράτος. Ἡ ἀνεργία ἐκτινάσσεται στά ὕψη. Τά πτυχία καθίστανται χωρίς ἀντίκρισμα στήν ἐσωτερική ἀγορά ἐργασίας. Καί ὅμως ἡ σπατάλη σπατάλη. Οἱ ἀκόμη ἀποκαλούμενες ἐκπαιδευτικές ἐκδρομές τῶν Λυκείων εἶναι ἕνα ἀπό τά δείγματα τῆς σπατάλης αὐτῆς. Ἐνῶ γίνεται ἐναγώνια προσπάθεια νά ἑλκύσουμε περιηγητές ἀπό ἄλλες χῶρες, καθώς κανένας ἄλλος τομέας δέν παρέχει ὑποσχέσεις γιά βραχυπρόθεσμη θετική προο- πτική, δέν εἶναι λίγα τά σχολεῖα τῆς χώρας πού ἐπιλέγουν ξένη χώρα γιά τήν ἐκδρομή τους. Κόστος συμμετοχῆς ὁπωσ- δήποτε αὐξημένο καί ἐξαγωγή συναλλάγματος, ἀπό τό ἐλάχιστο πού μᾶς ἀπόμεινε μετά τήν ἀθρόα ἐξαγωγή τρομακτικῶν ποσῶν ἀπό τούς καθώς πρέπει μεσήλικες, πού ρήμαξαν τόν τόπο στήν προσπάθειά τους νά κτίσουν ἕναν κόσμο καλύτερο γιά τή νέα γενιά! Βέβαια ὑπάρχει ἀντίλογος, τόν ὁποῖο ἄκουσα κάπου: Τουλάχιστον στήν ξένη χώρα οἱ μαθητές δέν ξενυχτοῦν μεθοκοπώντας, ὥστε νά μήν εἶναι σέ θέση τήν ἑπομένη νά σταθοῦν στά πόδια τους. Νοσηρή κατάσταση κατά τίς ἄκρως ἀντιεκπαιδευτικές ἀπό τριακονταετίας τουλάχιστον ἐκδρομές ἐν γνώσει γονέων, ἐκπαιδευτικῶν (αὐτοπτῶν μαρτύρων) καί τοῦ ἁρμοδίου γιά τόν ἐκμαυλισμό τῆς νιότης Ὑπουργείου! Τελικά πῶς ἔχουμε τό θράσος οἱ μεγάλοι νά κατηγοροῦμε τούς νέους, τά θύματά μας;

  Στά πλαίσια τῆς προσπάθειάς της νά ἀνταποκριθεῖ στίς ἀπαιτήσεις τῶν δανειστῶν μας, ἡ Κυβέρνηση προβαίνει διαρκῶς σέ περικοπές τῶν χρηματοδοτήσεων πρός τίς κρατικές ὑπηρεσίες. Ἔτσι ἔχουν μειωθεῖ σημαντικά καί οἱ παροχές γιά τή λειτουργία τῶν πάσης φύσεως ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων. Στή Βόρεια Ἑλλάδα πολλά σχολεῖα ἀδυνατοῦν νά καλύψουν τίς δαπάνες θέρμανσης καί ἔχει προκληθεῖ σοβαρό πρόβλημα, καθώς οἱ συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν στίς σχολικές αἴθουσες ἐπιτείνουν τούς ἤδη ὑπάρχοντες λόγους, γιά νά μήν προσηλώνονται οἱ μαθητές στή διδασκαλία τοῦ μαθήματος. Οἱ ἄλλοι, γνωστοί ἀσφαλῶς, εἶναι: Τό ὑπερβολικά βεβαρυμένο, σχολικό καί ἐξωσχολικό, πρόγραμμα καί ἡ ἐκ τούτου ἐλλιπής ἐνασχόληση μέ τό παιχνίδι καί τήν ψυχαγωγία. Ἡ ὑποκατάσταση τοῦ ὑγιοῦς παιχνιδιοῦ, πού ψυχαγωγεῖ ἀληθινά τό παιδί, μέ τήν περιπλάνηση στό ἠλεκτρονικό παιχνίδι καί στό διαδίκτυο. Ἡ σέ βάθος αἴσθηση ὅτι οἱ μεγάλοι ἔχουν σκαρώσει ἄθλιο παιχνίδι σέ βάρος τῶν νέων καί ἐνῶ ὑποκριτικά ὁμιλοῦν γιά ἅμιλλα, ἐννοοῦν τήν ἄγρια διαπάλη γιά ἐπικράτηση μέ κάθε μέσο. Ἔχουν ἀντιληφθεῖ οἱ νέοι ὅτι πιέζονται, γιά νά δρέψουν οἱ μεγάλοι κοινωνική καταξίωση, ἄν ἀκόμη τό πτυχίο ἀποτελεῖ τίτλο οἰκογενειακῆς τιμῆς. Ἔχουν διαπιστώσει κατά τρόπο σαφῆ ὅτι τό μόνο πού φρόντισαν οἱ μεγάλοι νά τούς κληροδοτήσουν εἶναι χρέη!

  Ὀργανισμός μεγαλοτραπεζίτη, γνωστοῦ γιά τίς σκοτεινές παρεμβάσεις στίς χῶρες τῆς Βαλκανικῆς, προσέφερε πρόσφατα ποσότητα πετρελαίου γιά τή θέρμανση σχολικῶν αἰθουσῶν. Πληροφορήθηκα ὅτι στήν πόλη τῆς Νάουσας ἀρνήθηκαν νά δεχθοῦν τήν προσφορά! Μᾶλλον δέν ὑπάρχει μιμητής. Ἡ γνωστή ρήση τοῦ Βιργιλίου στήν Αἰνιάδα «φοβοῦ τοὺς Δαναοὺς καὶ δῶρα φέροντας» εἶναι ἄγνωστη στούς ἐπαῖτες Νεοέλληνες, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἐθιστεῖ στήν ἄλλη: «Ὅ,τι ἔχετε εὐχαρίστηση»!

  Οἱ κυβερνῶντες ἐπιχειροῦν νά ὑποβάλουν τούς πολίτες τῆς χώρας στήν ψευδαίσθηση ὅτι πορευόμαστε πρός τήν ἀνάκαμψη. Ἀλλά αὐτή θά ἔλθει, ὅταν οἱ νέοι μας ἀρχίσουν νά φοροῦν ροῦχα παλαιωμένα ἀπό τήν παρατεταμένη χρήση καί ὄχι παλαιούμενα μέ τεχνικά μέσα.

Ἀπ. Παπαδημητρίου

 biblion Στήν ἐποχή μας, ἐποχή πού τό παράλογο διεκδικεῖ μέ λογικοφανῆ ἐπιχειρή­ματα τή θέση τοῦ λογικοῦ, πού ἡ διαστροφή βαπτίζεται ἐλευθερία καί ἀναφαί­ρετο δικαίωμα, πού ἐν ὀλίγοις πραγματοποιεῖται καί πάλι ὁ προφητικός λόγος, ὅτι κη­ρύσ­σεται «τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν» (Ἠσ 5,20), δέν ἀποτελεῖ ἔκ­πλη­ξη ἡ ἀμνήστευση καί ἡ ἔντονη διαφήμιση ἀπό ποικίλους κύκλους τοῦ πάθους τῆς ὁ­μοφυ­λοφι­λίας.

  Οἱ Χριστιανοί ἔχουν χρέος καί εὐθύνη νά μή μισοῦν καί νά μήν ἀπορρίπτουν κα­νέναν συνάνθρωπό τους. Οὔτε φυσικά ἁρμόζει στούς πιστούς νά ἐπιχειροῦν νά περιο­ρί­σουν ἤ νά κατευθύνουν αὐταρχικά τίς ἐπιλογές κάποιου ἤ κάποιων. Δέν μποροῦν ὅμως καί νά μήν διαμαρτύρονται ἐνάντια σέ συμπεριφορές καί νοοτρο­πίες ὀλέθριες ὄχι μόνο γιά τήν γενιά μας, ἀλλά κυρίως γιά ὅσες ἀκολουθοῦν· τίς γενιές τοῦ αὔριο· τό μέλλον τοῦ τόπου μας.

  Γι’ αὐτό καί εἶναι ἀνάγκη νά ὑπομνησθοῦν ἐπί τοῦ θέματος ὁρισμένες κρί­σι­μες ἀλή­θειες: Κατ’ ἀρχήν πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι τό πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας δέν εἶναι φυσιο­λογική κατάσταση, ὅπως τόσο ἔντεχνα προσπα­θοῦν πολλοί ἐδῶ καί χρόνια νά μᾶς πεί­σουν. Ἀντίθετα εἶναι ἁμαρτία καί ἀποτέλε­σμα ἁμαρτίας. Εἶ­ναι, ὅπως τονίζει ὁ ἀπόστο­λος Παῦλος, συνέπεια τῆς μωρίας καί τῆς ἀσέβειας τοῦ ἀν­θρώπου ἀπέναντι στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ (βλ. Ῥω 1,22-27). Μάλιστα ἡ ἁ­γία Γραφή ὑπογραμ­μίζει ὅτι τό συγκεκριμένο πάθος εἶναι «βδέλυ­γμα» (Λε 18,22) ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, δηλαδή ἀηδιαστική ἀποστρο­φή. Τό πάθος αὐτό ὁδήγησε στόν πλή­ρη, ἐξοντωτικό ἀφανι­σμό τίς πόλεις τῶν Σοδόμων καί τῆς Γομόρρας, οἱ ὁποῖες «πρόκεινται δεῖ­γμα», ὅπως τονίζει καί πάλι ἡ Γραφή (βλ. Ἰδ, 7)· δηλαδή ἀ­ποτε­λοῦν κανόνα καί γνώμονα, πού δείχνει ξεκάθαρα σέ ποιά, αἰώνια πλέ­ον, κα­τα­δίκη ὁδηγεῖ αὐτή ἡ ἀντί­θεη συμ­περιφορά. Καί ἀκόμη, ἡ ἁγία Γραφή ἐπιτρέ­πει νά ἐννοή­σουμε σαφῶς ὅτι τό συγ­κεκριμένο παρά φύσιν πάθος, ὅπως καί ἄλλα τέ­τοια, ἀ­φάνισαν  στήν ἀρχαιότητα ὁλόκληρα ἔθνη, πού ἀποσύρθη­καν ἐντελῶς ἀ­πό τό προσκήνιο τῆς ἱστορίας∙ ἐ­πειδή ἀκριβῶς προσβάλλει τήν ἴδια τήν ὑπό­σταση τοῦ ἀνθρώπου.

  Ὅλα ὅσα ἀναφέρθηκαν δέν ἀποτελοῦν ἀπειλή -δέν ἀπειλεῖ ὁ Θεός. Ἐπισημαί­νουν ἁπλῶς ὅτι τέτοιες καταστάσεις εἶναι, ὅπως λέχθηκε ἤδη, συνέπειες τῆς ἁμαρ­τίας, δηλαδή ἐσφαλ­μένων προσωπικῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός εἶναι μό­νο ἀγάπη καί ἔλεος. Ἔγινε ἄνθρωπος καί θυσιάσθηκε «ὑπέρ πάντων», γιά ὅλους μας, χωρίς προσωπο­ληψία. Ἀναστήθηκε ἀπό τούς νε­κρούς καί ἵδρυσε τήν Ἐκκλη­σία του, γιά νά ἀπο­τελέσει αὐτή πνευματικό ἰατρεῖο καί νο­σοκομεῖο· ὥστε ὅποιος θέλει, νά ἀπολαμ­βάνει ἐκεῖ λύτρωση καί αἰώνια ζωή. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει ρητῶς: «Μὴ πλανᾶσθε· οὔ­τε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοι­χοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔ­τε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπα­γες βασιλεί­αν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι. Καὶ ταῦτά τινες ἦτε· ἀλλὰ ἀ­πελούσασθε, ἀλλὰ ἡγιά­σθητε, ἀλλὰ ἐδικαιώθητε ἐν τῷ ὀνόμα­τι τοῦ Κυ­ρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν τῷ Πνεύματι τοῦ Θεοῦ ἡμῶν» (Α΄ Κο 6,9-11). Δη­λαδή ἡ ἁμαρτία, ἡ ὁποια­δή­πο­τε ἁμαρτία, θερα­πεύεται. Τήν θερα­πεύει ὁ Χριστός μέ τόν λόγο του καί μέ τό μυ­στήριο τοῦ Σώ­ματος καί τοῦ Αἵματός του. Δέν ἔχει ση­μασία πόσο καί πῶς ἤ­μα­σταν κάποτε δοῦ­λοι της. Αὐτό πού ἔχει σημα­σία εἶναι ἡ μετάνοιά μας. Ἡ ἀλ­λα­γή τῆς ζωῆς μας. Νά ἀποφασίσουμε ἐλεύ­θερα νά ἐγκατα­λεί­ψουμε τά πάθη μας, νά μισή­σου­με τήν πλάνη καί νά ἐπι­στρέ­ψουμε στό σπίτι τοῦ οὐράνιου Πα­τέ­ρα.

  Αὐτή εἶναι ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων καί αὐτή εἶναι ἡ πρόταση τῆς Ἐκκλησίας σ’ ὅ­ποιον καλο­προ­αίρετα θέλει νά ἀκούσει τόν λόγο της.

Εὐάγγελος Δάκας

Δρ Θεολογίας, Φιλόλογος

Τρίτη, 12 Αύγουστος 2014 03:00

Ἀπόλαυση ἡ ἀπόδραση;

limouzinaΞεφυλλίζοντας μία κυριακάτικη ἐ­­φημερίδα ἔπεσε τό μάτι μου σέ μία περίεργη διαφημιστική λεζάντα. Κά­τω ἀπό μία λιμουζίνα τρεῖς λέ­ξεις κι ἕνα θαυμαστικό: «Ἀ­πό­δραση στήν ἀπόλαυση!». Ἐ­κεῖ­νο πού μοῦ ἔκανε ἐντύπωση δέν ἦταν οὔτε ἡ λιμουζίνα οὔτε ἡ δελεαστική τιμή της. Ἦ­ταν ἐκεῖνο τό ἀσήμαντο «στήν». Ἴσως θά ἔ­χετε παρατηρήσει καί σεῖς ὅτι οἱ περισσότερες διαφημιστικές λεζάντες προσ­­καλοῦν σέ ἀπό­δρα­ση· μέ μία σο­­κο­λάτα, γιά παρά­δειγ­μα, ἤ μέ ἕνα κι­νητό τηλέφωνο ἤ μέ ἕ­να ταξίδι σέ κά­­ποιο παραδεισένιο νησί. Ἀλή­θεια, ἀπό ποῦ νά ἀπο­δρά­σου­­με καί για­­­τί;

Κι ἀφοῦ ἔ­χουν προ­­βλη­­­­­θεῖ ὅλα τά κα­­τανα­λω­­τικά ἀ­γα­θά ὡς μέ­σα ἀπό­δρα­σης, περάσαμε πλέ­­ον σέ... ἀπο­δρα­­­στι­κά μηνύματα νέου τύ­­που. Ἀ­πό­δρα­­­­ση ὄχι «μέ τί», ἀλλά ἀπόδραση «ποῦ». Κάναμε τήν ἴδια τήν ἀ­πό­δρα­ση στόχο. Ὅ­λη ἡ ζωή μας ἕνα συνεχές «ζάπινγκ» ἀγορῶν, ταξιδιῶν καί γνωριμιῶν. Ἀ­πό­λαυ­ση, λοιπόν, στήν... ἀπόδραση!

Δέν εἶναι τωρινή αὐτή ἡ τά­­ση φυ­γῆς. Ἀπό τό­­τε πού ἡ ἀν­ταρ­σία τοῦ Ἀδάμ «ἐ­­­ξέβαλε αὐ­­τόν τοῦ πα­ρα­δεί­σου τῆς τρυ­­φῆς», ἀπό τό­τε πού ὁ ἄν­θρωπος βγῆ­­­κε ἀπό τό φυσικό του περι­βάλ­λον, αὐ­τό τῆς «τρυ­φῆς» (= ἀ­πο­­­λαύ­­­­­σε­ως), ἀπό τό­­­τε νιώ­­θει φυλακι­σμέ­­νος. Ἄν καί ἄ­νοιξε ἡ θύρα καί ἀπο­δρά­σαμε ἐκεῖ ὅπου μπο­­­ροῦμε... ἐλεύθερα νά ἐπιλέγουμε ὅσα μᾶς ὑπαγορεύει ὁ διαβολέας τῆς ἀλήθειας, μᾶς κυ­νηγάει θαρ­ρεῖς ἡ κατάρα ἐ­κεί­νης τῆς πρώ­της ἀπόδρασης.

Μπαίνουμε σέ γαλέρες καί ἀ­νακαλύπτουμε νέες ἠπείρους. Δια­περ­νοῦ­με τήν ἀτμόσφαιρα καί ἐξε­ρευ­νοῦμε τό σύμπαν. Βυ­θι­ζό­μα­στε στά βάθη τῶν ὠ­κε­α­νῶν καί ἀνα­ζη­τοῦμε τή χαμένη ἀτ­λαν­­τί­­δα τῆς ζωῆς μας· τήν ἀρχή καί τό νόημά της. Κι ὅλο φεύγουμε κι ὅλο ψάχνουμε.

Ἡ ἐποχή μας ὅμως, ἡ «νέα», ὅπως συνεχῶς φροντίζουν ἀπό παντοῦ νά μᾶς τονίζουν, ἔχει προσ­δώσει κι αὐτή κάτι νέο σ᾿ αὐ­τήν τήν πανάρχαια τάση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπειδή ἡ ἔ­ρευ­να κρύ­­­­­­­βει καί τό φόβο τῆς ἀνα­κά­λυψης, μέ ἕνα τέχνασμα δια-­βο­λικό, τό σύνθημα πλέον ἔ­γι­­νε ὄχι «φύγε γιά νά ψάξεις», ἀλ­λά «φύ­γε γιά νά φύγεις».

Διότι, ἄν μᾶς ἄφηναν ἀληθινά ἐλεύθερους νά ψάξουμε, θά βρίσκαμε ὅτι σέ κάποια στιγμή τῆς ἱστορίας συνέβη μία οὐ­σι­α­­στική ἀπόδραση ἀπ᾿ αὐτή τή φυ­­λακή πού κρατᾶ δέσμια ὁλό­κληρη τήν ἀνθρωπότητα. «Ἀ­νέ­βη ὁ Θεός ἐν ἀλαλαγμῷ» καί «τήν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμ­­­­­παθῶς ἀνυψώσας τῷ Πα­τρί συ­ν­­εκάθισεν».

Καί ἄν θά ἔπρεπε καί ἡ Ἐκ­­κλη­­σία στή δική της... λεζάν­τα νά ση­μειώσει «ποῦ», θά ἔγρα­φε «ἔν­­θα ἀπέδρα ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός». Αὐτό δέν ἀπο­τε­λεῖ καί τήν ἀληθινή ἀναζήτηση καί ἀπό­λαυση κάθε ἀνθρώπου;

Δια-κριτικός

Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 204