Super User

Super User

Τρίτη, 12 Οκτώβριος 2021 03:00

Ἀπό τό ἡμερολόγιο τοῦ Παύλου Μελᾶ

 Δευτέρα, 8 Μαρτίου 1904. Ὥρα 10 π.μ.
 Ζήτω ἡ Μακεδονία!
 imerologio mela Ἐτελείωσαν, Νάτα μου, τά βάσανά μας· ἀπό τάς 4 τό πρωί εὑρισκόμεθα μεταξύ τοῦ ἐγκαταλελειμμένου χωρίου Ρομπάτι καί τῆς Φυλῆς τοῦ Ἁλιάκμονος...
 Οὐδέποτε, σέ βεβαιῶ, ἐπίστευσα τόσον εἰς τήν θείαν Πρόνοιαν ὅσον χθές τήν νύκτα. Ὅταν ἐξεκινήσαμεν ἦτο σκότος βαθύ· οἱ ὁδηγοί ἀμφέβαλλαν καί πάλιν περί τοῦ δυνατοῦ τῆς πορείας· ἀλλ᾿ ἐπειδή ἐπεμένομεν, ὑπήκουσαν. Μόλις ὅμως διήλθομεν εἰς τό σκότος τήν ἐπικίνδυνον τουρκικήν ζώνην ἀμέσως, ὡς διά μαγείας, τά πυκνά νέφη διελύθησαν καί ἡ σελήνη καί τά ἄστρα μᾶς ἐφώτισαν τόν φοβερώτατον δρόμον, τόν ὁποῖον ἐπί τρεῖς ὥρας ἠκολουθήσαμεν διά μέσου παρθένων δασῶν, κρημνῶν, ἀνωφερειῶν καί λοιπῶν. Ναί, Νάτα μου, ἐπιστεύσαμεν ὅλοι, μέ ὅλην τήν ψυχήν μας, ὅτι ὁ Θεός ἐκείνην τήν στιγμήν εὐλόγει τό ἔργον μας καί διά τῶν ἀστέρων του ἐφώτιζε τόν δρόμον μας. Ἡ πεποίθησις αὕτη μᾶς ἔδωκε δυνάμεις ὑπερανθρώπους καί, χωρίς νά τό ἐννοήσωμεν σχεδόν, ἐβαδίσαμεν ἐπί ἐννέα ὥρας, ἕκαστος φέρων βάρος 15-20 ὀκάδων. Τάς δυσκολίας τάς ὁποίας ὑπερνικήσαμεν, δέν ἠμπορῶ νά σοῦ τάς περιγράψω... Ἐν τούτοις εἶναι περίεργον ὅτι τά βασανιστήριά μας τώρα μόνον τά ἐνθυμούμεθα. Ὅταν τά ὑφιστάμεθα, ὁ νοῦς μας ὅλων ἦτο εἰς τήν Μακεδονίαν· ἠσθανόμεθα ὅτι αἱ πρός αὐτήν ὑπηρεσίαι μας ἀπό τῆς στιγμῆς ἐκείνης ἤρχισαν...
  Εἰς τήν ὑγείαν μου εἶμαι κάλλιστα, ἀλλ᾿ ἰδίως εἰς τό ἠθικόν. Δέν φαντάζεσαι πόσον ἀνυπομονῶ νά φθάσω ἐκεῖ. Ἔχω τήν πεποίθησιν ὅτι εἰς μερικά μέρη ἡ παρουσία μου μέ ὀλίγα χρήματα καί ὀλίγους ἄνδρας, μέ ὀλίγην γενναιότητα καί μέ πολλήν καλωσύνην καί φιλανθρωπίαν, θ᾿ ἀλλάξουν τά πράγματα. Συγχώρησε, γλυκειά μου, αὐτόν τόν ἐγωισμόν· εἶναι ὁ μόνος πού αἰσθάνομαι, ἀλλά νομίζω ὅτι εἶναι βάσιμος. Ὅταν συλλογίζωμαι ὅτι ἴσως μέ βοηθήση ὁ Χριστός νά ἐπιτύχω, νομίζω ὅτι μοῦ ἔρχεται τρέλα. Τί χαρά δι᾿ ὅλους μας ἄν γίνη τοῦτο, καί πρό πάντων τί εὐτύχημα διά τήν Πατρίδα, ἡ ὁποία θ᾿ ἀναθαρρήση καί θά ἰδῆ ὅτι ἄν κινηθῆ ὀλίγον, ναί μέν δέν ἠμπορεῖ νά κάμη μεγάλα πράγματα, ἀλλ᾿ ἠμπορεῖ νά κάμη ὥστε νά παύση αὐτός ὁ παμβουλγαρισμός εἰς τά μέρη ἐκεῖνα...
 Σοῦ στέλλω δύο φύλλα κυκλαμίνων τῆς Μακεδονίας. Εἴθε μίαν ἡμέραν νά ἔλθετε αἱ ἴδιαι νά τά κόψετε. Ἡ ὡραιότης τῶν μερῶν τούτων εἶναι ἀπερίγραπτος. Τί λυπηρόν νά εὑρίσκωνται εἰς τέτοια χέρια.
 Τώρα θά ξυπνήσω τόν Παπούλαν καί θά κοιμηθῶ. Οἱ ἄνδρες μας, ἐκτός τῶν σκοπῶν, κοιμοῦνται ὅλοι. Ἡ ὥρα εἶναι 12 ἀκριβῶς (ἐκράτησα τήν ὥραν τῆς Κηφισιᾶς, διά νά σᾶς παρακολουθῶ), θά εἶσθε ἀκόμη εἰς περίπατον. Χίλια φιλιά μακεδονικά εἰς σέ καί εἰς τούς ἄλλους. Μή λησμονήσης τόν Λέοντα Καλλέργην. Φίλησε τήν μαμά καί λοιπούς.
  Σέ φιλῶ καί σέ λατρεύω
 Παῦλος

Τετάρτη, 09 Οκτώβριος 2024 03:00

Ὁ θάνατος τοῦ παλληκαριοῦ

Melas Ὁ Παῦλος Μελᾶς ὑπῆρξε γόνος οἰκογενείας ἀπ᾿ ἐκεῖνες τίς λίγες πού ἔχουν τάξει τή ζωή τους στήν ὑπηρεσία τῆς πατρίδας, χωρίς νά ἀποζητοῦν τιμές καί ἀνταλλάγματα. Ἐκλαμβάνουν τό χρέος πρός αὐτήν ὡς θέμα ὑπάρξεως καί ἀδιαφοροῦν γιά τό ἄν ἄλλοι γύρω τους ζοῦν ἀπό τήν πατρίδα καί ὄχι γιά τήν πατρίδα. Αὐτή του ἡ στάση στοίχισε πολύ ἀκριβά στόν ἐνθουσιώδη ἀνθυπίλαρχο. Ἀπό τό 1891 ὥς τό 1904, ἔτος τοῦ θανάτου του, δέν ἔλαβε προαγωγή! Κι αὐτό διότι συνήθως κυβερνοῦν οἱ μικρόψυχοι πού γνωρίζουν νά ἀλληλοεγκωμιάζονται (=ἀλληλοκολακεύονται) καί νά ἐγκωμιάζουν τούς ἀξίους μόνο ὅταν τούς ἀντικρύζουν νεκρούς.
 Ὁ Παῦλος Μελᾶς αἰσθανόταν μία ἀκατανίκητη ἕλξη νά τόν ὠθεῖ πρός τήν ὑπόδουλη Μακεδονία πού στέναζε κάτω ἀπό τήν τρομοκρατία τῶν Βουλγάρων. Χαρακτήρας ἄκρως συναισθηματικός καί εὐαίσθητος κατέβαλε ἰσχυρότατη προσπάθεια νά ξεπεράσει τήν ἀγάπη του πρός τή σύζυγό του Ναταλία Δραγούμη καί τά παιδιά τους Μιχάλη καί Ζωή. Τό μαρτυρεῖ ἡ διαρκής ἀλληλογραφία του, στήν ὁποία στηρίχθηκε καί τό βιβλίο πού ἐξέδωσε μετά τό θάνατό του ἡ γυναίκα του.
  Ὁ Παῦλος Μελᾶς δέν εἶχε ἀσκηθεῖ στίς δοκιμασίες τοῦ βουνοῦ, ὅπως οἱ περισσότεροι συναγωνιστές του. Ὑπέφερε στίς κακουχίες, στίς διαρκεῖς ὁδοιπορίες μέ τόν ἀνεπαρκῆ ὕπνο, τίς καταρρακτώδεις βροχές, τήν ἀνεπαρκῆ σίτιση. Καί ὅμως δέν ἀσθένησε, σέ ἀντίθεση μέ πολλούς πολύ σκληραγωγημένους συντρόφους του. Κι αὐτό διότι διέθετε τεράστια ἀποθέματα ψυχικῆς ἀντοχῆς! Εἶχε θέσει ὡς ὑπόθεση ζωῆς νά φέρει εἰς πέρας μέ ἐπιτυχία τήν ἀποστολή πού εἶχε ἀναλάβει, γι᾿ αὐτό καί δέν τόν κατέβαλε καμιά ἀντιξοότητα. Οὔτε ἡ προδοσία οὔτε ἡ διστακτικότητα τῶν φίλων οὔτε ἡ διαρκής καταδίωξη τῶν Τούρκων οὔτε ὁ πρώιμος χειμώνας τοῦ 1904.
  Ὁ Παῦλος Μελᾶς ἦταν πρωτίστως ἄνθρωπος ὅπως ἡ Ἐκκλησία μας γνωρίζει νά καλλιεργεῖ διά τῆς πίστεως. Ἀποκαλύπτεται αὐτό στήν εὐσπλαγχνία του πρός τούς ἐχθρούς, ἀκόμη καί πρός εἰδεχθεῖς ἐγκληματίες. Ὅταν λίγο ἔξω ἀπό τό Στρέμπενο (Ἀσπρόγεια Φλώρινας) οἱ ἄνδρες του συνέλαβαν δυό ἐπικηρυγμένους δολοφόνους, ἔγραψε στό ἡμερολόγιό του: «Δέν θά λησμονήσω ποτέ πόσο ὑπέφερα σήμερον τό ἀπόγευμα. Διαρκῶς ἐρωτοῦσα τόν ἑαυτόν μου ἄν εἶχα τό δικαίωμα ἐγώ νά συλλάβω οἱονδήποτε ἄνθρωπον, ὁσονδήποτε κακοῦργος καί ἄν εἶναι, νά τόν τραβήξω ἀπό τήν οἰκογένειάν του καί νά τόν φονεύσω! Καί διαρκῶς ἀπαντοῦσα ὄχι, ὄχι! Ἐγώ οὐδέν ἄλλο στήριγμα πλήν τῆς πρός τήν πατρίδα μου καί τό γένος μου ἀγάπης ἔχω. Ἀλήθεια πολύ θά τ᾿ ἀγαπῶ καί τά δυό, διότι, ἄν καί ὑποφέρω, καίτοι κλαίω, θ᾿ ἀφήσω νά γίνει ἐκεῖνο πού ἀπεφασίσθη». Καί, ὅταν λίγες ὧρες ἀργότερα ἀποδείχθηκε πώς οἱ συλληφθέντες δέν ἦσαν οἱ κυρίως ὑπεύθυνοι γιά τά ἄγρια ἐγκλήματα πού εἶχαν διαπραχθεῖ στήν περιοχή, αἰσθάνθηκε βαθειά ἀνακούφιση.
  Ὁ Παῦλος Μελᾶς μέ τήν ὀλιγοήμερη παρουσία του στά χωριά στό ἀνατολικό Βίτσι συνετέλεσε στό νά ἀναθαρρήσουν οἱ Ἕλληνες καί νά φύγουν περίτρομοι ἐκεῖνοι πού ἐνέχονταν σέ ἐγκλήματα. Ἡ λαχτάρα του γιά συντονισμό τοῦ ἀγώνα τόν ὤθησε νά πορευτεῖ βορειοδυτικά πρός τά Κορέστια καί ἀπό ἐκεῖ στήν περιοχή τῶν Πρεσπῶν, ὅπου δροῦσε ἄλλο ἀνταρτικό σῶμα. Δέν πρόλαβε νά διασχίσει τά Κορέστια. Τό βράδυ τῆς 13ης Ὀκτωβρίου, ὕστερα ἀπό εἰδοποίηση ἀπό μέρους τῶν Βουλγάρων, τουρκικό ἀπόσπασμα περικύκλωσε τό χωριό ὅπου κατέλυσε. Ἄρχισαν οἱ πυροβολισμοί καί σέ λίγο πάλι σιγή. Ὁ Παῦλος μέ τούς συντρόφους του βγῆκε στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ καί τότε δέχθηκε μία σφαίρα, τή μόνη πού τάραξε καί πάλι τή σιγή. Τά ὑπόλοιπα ζωντανεύουν ἀπό τό χέρι τῆς Ναταλίας Μελᾶ πού συζήτησε ἀργότερα μέ αὐτόπτες μάρτυρες: «Γύρισε ὁ Παῦλος πίσω λέγοντας: “Στή μέση μέ πῆρε, παιδιά”. Μπῆκε μέσα καί φώναξε τόν Πύρζα: “Νίκο, ποῦ εἶσαι;”. Ἔβγαλε τό σταυρό του ἀπ᾿ τό λαιμό του καί εἶπε: “Τό σταυρό νά τόν δώσης στή γυναῖκα μου καί τό τουφέκι, ὅπως σοῦ εἶπα, τοῦ Μίκη καί νά τούς πῆς ὅτι τό καθῆκον μου τό ἔκαμα”. Ἔβγαλε τό πορτοφόλι μέ τίς φωτογραφίες τῶν παιδιῶν του καί ξεζώστηκε. Τότε φάνηκαν τά αἵματα καί ἔπεσαν λίρες κατά γῆς, γιατί εἶχε τρυπήσει τό κεμέρι του ἡ σφαῖρα. Ἄρχισε νά πονεῖ ὁ Παῦλος κι ἔλεγε: “Σκοτῶστε με, παιδιά. Πῶς θά μ᾿ ἀφήσετε στούς Τούρκους;”. Ὅσο περνοῦσε ἡ ὥρα πονοῦσε δυνατότερα, βογγοῦσε “πονῶ!”. Ὕστερα εἶπε μέ δυνατή φωνή: “Νίκο, ἐσύ πῶς θά μ᾿ ἀφήσης;”. Ὁ Πύρζας γονάτισε καί τόν ἐφίλησε στό στόμα καί τοῦ εἶπε: “Κοντά σου εἶμαι, καπετάνιε. Δέν σ᾿ ἀφήνουμε”. Καί τά χείλη τοῦ Παύλου ἦταν ψυχρά. “Πονῶ”, ἔλεγε ὁ Παῦλος καί ὠνόμαζε τά παιδιά του. Καί πάλι ἔλεγε: “Σκοτῶστε με”. Δέν μποροῦσε πιά νά κουνηθεῖ ἀπό τή θέση του. Καί τά παιδιά του δέν τά ὠνόμαζε πιά. “Πονῶ”, εἶπε σιγά καί ξεψύχησε». Ὁ θάνατος τοῦ παλληκαριοῦ ἀφύπνησε τήν κοιμωμένη συνείδηση τοῦ Γένους, τή συνείδηση τῶν ἐλευθέρων-σκλαβωμένων στόν ἐφησυχασμό καί τήν ἰδιοτέλεια. Καί τότε ὅλα ἄλλαξαν μέ μιᾶς. Νά πῶς τό ἀποδίδει ὁ ποιητής μας Παλαμᾶς στούς πολύ δυνατούς στίχους του:
Σέ κλαίει λαός. Πάντα χλωρό
νά σειέται τό χορτάρι
στόν τόπο πού σέ πλάγιασε
τό βόλι, παλληκάρι.
 Πανάλαφρος ὁ ὕπνος σου.
Τοῦ Ἀπρίλη τά πουλιά σάν τοῦ σπιτιοῦ σου νά τ’ ἀκοῦς
λογάκια καί φιλιά.
Καί νά σοῦ φτάνουν
τοῦ σκληροῦ χειμώνα οἱ καταρράκτες
σάν τουφεκιοῦ ἀστραπόβροντα
καί τοῦ πολέμου κράχτες.
Πλατειά του ὀνείρου μας ἡ γῆ
καί ἀπόμακρη. Καί γέρνεις
ἐκεῖ καί σβεῖς γοργά. Ἱερή στιγμή.
Σάν πιό πλατειά τή δείχνεις
καί τή φέρνεις σάν πιό κοντά.
  Ναί! Ἦρθε πιό κοντά ἡ πονεμένη γῆ τῆς Μακεδονίας, διότι πύρωσαν οἱ ψυχρές πρίν καρδιές μέ τή θέρμη πού μετέδωσε σέ ὅλους τό ψυχρό σῶμα τοῦ νεκροῦ παλληκαριοῦ.
 Ἀπόστολος Παπαδημητρίου
Τρίτη, 01 Ιούλιος 2014 03:00

Ὁ ναύαρχος τῆς νίκης

 Πολύ σημαντική γιά τήν ἐπιτυχῆ ἔκβαση τοῦ Α΄ Βαλκανικοῦ πολέμου ἦταν ἡ δράση τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ, τό ὁποῖο μάλιστα πέτυχε καί τούς δύο στόχους του: ἀφ’ ἑνός νά ἀπελευθερώσει τά νησιά τοῦ Ἀνατολικοῦ Αἰγαίου, πλήν τῶν Δωδεκανήσων πού κατεῖχε ἡ Ἰταλία, καί ἀφ᾿ ἑτέρου νά ἐμποδίσει τήν ἔξοδο τοῦ τουρκικοῦ στόλου στό Αἰγαῖο ἀπό τά στενά τῶν Δαρδανελλίων, ὥστε νά μήν μπορέσουν οἱ Τοῦρκοι νά ἀνεφοδιάσουν τά στρατεύματά τους πού μάχονταν στή Μακεδονία.
kountouriotis Ἡγέτης τοῦ Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ ἦταν τότε ὁ ναύαρχος Παῦλος Κουντουριώτης. Ἀπόγονος τῶν Κουντουριώτηδων, τῶν ὑδραίων ναυμάχων τοῦ 1821, εἶχε τό χάρισμα νά ἐμπνέει ἐμπιστοσύνη καί μέ τόν ἐνθουσιασμό του νά παρασύρει. Συγχρόνως εἶχε πλήρη συνείδηση τοῦ ἱστορικοῦ ρόλου πού τόν καλοῦσε ἡ πατρίδα νά διαδραματίσει. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ διαταγή πού ἔβγαλε ἀπό τή ναυαρχίδα του, τό θωρηκτό «Ἀβέρωφ», ὅταν ξεκίνησε τίς ἐπιχειρήσεις κατά τή ναυμαχία τῆς Ἕλλης:
 «Μέ τήν δύναμιν τοῦ Θεοῦ καί τάς εὐχάς τοῦ Βασιλέως μας καί ὀνόματι τοῦ δικαίου, πλέω μεθ’ ὁρμῆς ἀκαθέκτου καί μέ τήν πεποίθησιν τῆς νίκης ἐναντίον τοῦ ἐχθροῦ τοῦ Γένους».
 Ἤξερε καλά ὁ Παῦλος Κουντουριώτης ὅτι στόχος τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ ἦταν νά μήν ἐπιτρέψει τήν ἔξοδο τοῦ τουρκικοῦ στόλου ἀπό τά Δαρδανέλλια. Γιά τό λόγο αὐτό, μέ τήν ἔναρξη τοῦ πολέμου κατευθύνθηκε πρός τά ᾿κεῖ ἀπελευθερώνοντας τή Λῆμνο καί κάνοντάς την ὁρμητήριο τοῦ στόλου του. Ἀγκυροβόλησε μάλιστα ἀκριβῶς ἔξω ἀπό τά στενά τῶν Δαρδανελλίων περιμένοντας τά τουρκικά πολεμικά πλοῖα. Ἦταν τόσος ὁ ἐνθουσιασμός του, πού θέλησε νά προκαλέσει τόν τουρκικό στόλο σέ ναυμαχία. Ἔτσι, τηλεγράφησε στήν Κωνσταντινούπολη: «Εἴμαστε ἔξω ἀπό τά Δαρδανέλλια περιμένοντας τόν ἀντίπαλο στόλο». Προθυμοποιήθηκε μάλιστα νά προσφέρει καί γαιάνθρακες γιά καύσιμα στόν ἀντίπαλο ναύαρχο, σέ περίπτωση πού δέν εἶχε. Ἡ ἀπάντηση ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη ἦταν ὅτι ἡ γραμμή τοῦ τηλεγράφου εἶχε κοπεῖ. Πραγματικά ἀναβίωναν ὁμηρικές σκηνές, ὅπου ὁ ἕνας ἀντίπαλος προκαλοῦσε τόν ἄλλο.
 Στίς 3 Δεκεμβρίου 1912 ὁ τουρκικός στόλος ἀποφάσισε νά βγεῖ στό Αἰγαῖο. Ὁ ἑλληνικός τόν περίμενε ἔξω ἀπ’ τά Στενά κι ἔτσι ξεκίνησε ἡ ναυμαχία τῆς Ἕλλης. Οἱ δύο στόλοι παρατάχτηκαν σέ ἀπόσταση. Τότε τό θωρηκτό «Ἀβέρωφ», ὅπου βρισκόταν ὁ Κουντουριώτης, κάνοντας ἀνεξάρτητη κίνηση κατευθύνθηκε πρός τήν τουρκική ναυαρχίδα «Χαϊρεντίν Βαρβαρόσσα» κι ἄρχισαν οἱ κανονιοβολισμοί. Τό «Ἀβέρωφ» ὅμως χύμηξε ἀκάθεκτο καταπάνω της καί ὁ τοῦρκος ναύαρχος, ἐπειδή φοβήθηκε ἐμβολισμό, τράπηκε σέ φυγή πρός τήν ἀσφάλεια τῶν Στενῶν. Ἡ τουρκική γραμμή ἔσπασε καί τά ὑπόλοιπα τουρκικά πλοῖα ἄρχισαν νά ὑποχωροῦν. Ἦταν πράγματι ἐντυπωσιακό τό θέαμα, ἕνα πλοῖο νά καταδιώκει ἕναν ὁλόκληρο στόλο. Ὅλη ἡ ναυμαχία κράτησε μόλις 63 λεπτά, ἐνῶ τά ὑπόλοιπα ἑλληνικά πλοῖα δέν πρόλαβαν νά συμμετάσχουν. Μάλιστα, ἦταν τόση ἡ τόλμη τοῦ Κουντουριώτη, πού κατά τήν καταδίωξη τό «Ἀβέρωφ» βρέθηκε μέσα στό στόχο τῶν πανίσχυρων παράκτιων τουρκικῶν πυροβόλων τῶν Δαρδανελλίων. Ἐνδεικτική τῆς γενναιότητάς του ὅμως ἦταν ἡ ἀπάντηση πού ἔδωσε σέ ὅσους τοῦ ἄσκησαν κριτική γιά τήν παράτολμη κίνησή του: «Τά πολεμικά πλοῖα δέν εἶναι γιά στολισμό. Ἡ ἱστορία διδάσκει ὅτι κανένα κράτος δέν μπορεῖ νά θαλασσομαχεῖ ἐφόσον δέν θεωρεῖ τά πολεμικά πλοῖα προορισμένα νά κινδυνεύουν καί ἐν ἀνάγκῃ νά καταστραφοῦν».
  Ρωμανός
Τετάρτη, 02 Ιούλιος 2014 03:00

Κωστῆς Παλαμᾶς (1859-1943)

 palamas Κάποιον σκοτεινό Φεβρουάριο, γράφτηκε ὁ ἐπίλογος τῆς ζωῆς τοῦ ἐθνικοῦ ποιητῆ μας Κωστῆ Παλαμᾶ. Ἦταν ἕνας θάνατος πού μέσα στά χρόνια τῆς γερμανικῆς κατοχῆς ἔδωσε ζωή στήν ἑλληνική συνείδηση, τόνωσε τό ἐθνικό συναίσθημα. Ὁ ἐπικήδειος θρῆνος ἔγινε ἐθνικός παιάνας στά στόματα ὅσων μέ τήν τέχνη τοῦ λόγου τους ξεπροβόδισαν τό σκήνωμά του.
 Αὐτόπτης μάρτυρας ἀνασύρει ὅ,τι ζωηρά κατέγραψε ἡ μνήμη του ἀπό τίς συγκλονιστικές στιγμές τοῦ ἐθνικοῦ ἐκείνου παραληρήματος:
 «... Ἀφοῦ κατέβασαν στόν τάφο τόν νεκρό ποιητή, ἀκούστηκε μυριόστομος ὁ ἐθνικός ὕμνος· ποτέ δέν τόν ξανάκουσα νά ψάλλεται μέ τόση ξαναμμένη θέρμη. Ὄχι μόνο προκινδύνευε ὁ κόσμος, ξαφνικά γινόταν κάτι ἄλλο: μέστωναν τά σολωμικά λόγια, γίνονταν νοηματικά μηνύματα τά λόγια τοῦ ποιητῆ, ὄργανα μέθεξης ἑνός πλήθους πού ἐκείνη τήν ὥρα ξανακέρδιζε τή χαμένη του ἀξιοπρέπεια, τήν ποδοπατημένη του συνείδηση. Πάνω στά κεφάλια μας, ὅπως καί στό φέρετρο τοῦ ποιητῆ, ἀκουμποῦσε ἡ Ἑλλάδα».
..................................................................
  Γεννήθηκε στήν Πάτρα τό 1859 καί ἔζησε στό ἔνδοξο Μεσολόγγι, σαράντα περίπου χρόνια μετά τίς ἡρωικές στιγμές τῆς νεότερης ἑλληνικῆς ἱστορίας. Ἡ γενεαλογική του φύτρα καί τό ματοβαμμένο χῶμα ὅπου χάραζε τά παιδικά καί ἐφηβικά του ὄνειρα ἦταν γεμάτα μέ ἐθνική ὑπερηφάνεια, μέ ἀγάπη, ὅραμα καί θυσία γιά τή βασανισμένη πατρίδα.
 Ἡ οἰκογένεια Παλαμᾶ εἶχε νά ἐπιδείξει μιά μακριά ἁλυσίδα ἀπό λόγιους προγόνους μέ χαρακτηριστικό τήν ἀφοσίωση στά ἐθνικά θέματα. Ἀπό τά Ὀρλωφικά ὥς τήν Κρητική Ἐπανάσταση τοῦ 1886 οἱ Παλαμάδες δέν παρέλειψαν νά σημειώσουν τό «παρών» τους στίς τιμημένες ἱστορικές σελίδες τῆς Ἑλλάδας.
 Τό ἐθνικό καί οἰκογενειακό παρελθόν, τό ὄνειρο καί ἡ Μεγάλη Ἰδέα τῆς σύγχρονής του ἐποχῆς σέ συνδυασμό μέ τόν πόνο τῆς ὀρφάνιας ἔκαναν τό ποιητικό ταλέντο τοῦ Κωστῆ νά δώσει τά πρῶτα δείγματα στά ἐννιά μόλις χρόνια του.
 Μετά τίς παιδικές δοκιμές πού δημοσιεύτηκαν σέ ἐφημερίδα τοῦ Μεσολογγίου, στά ὥριμα πιά χρόνια ὁ Παλαμᾶς ἀναλαμβάνει ἕνα ὄντως ἐθνικό ἔργο. Χρησιμοποιεῖ τό θεόσδοτο τάλαντο, γιά νά κηρύξει τήν ἐπανασύνδεση μέ τήν ἐθνική παράδοση διά μέσου τοῦ Βυζαντίου. Συνέλαβε μέ τήν ποιητική του διαίσθηση τήν ἰδέα τῆς ἀδιάσπαστης ἑνότητας τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, ἀπό τήν ἀρχαιότητα μέχρι τήν ἐποχή του, καί τήν παρουσίασε μέ ἀνάγλυφο τρόπο μέσα ἀπό τά ποιητικά του ἔργα. Αὐτό πού προσπάθησε νά πετύχει -καί τό κατάφερε- ὁ ἱστορικός Παπαρρηγόπουλος μέ τήν «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους», αὐτό ὑπηρέτησε μέ τήν ποίησή του καί ὁ Κωστῆς Παλαμᾶς καί δικαίως τοῦ ἀποδόθηκε ὁ τίτλος τοῦ ἐθνικοῦ ποιητῆ. Τοῦ «Γέροντα» τῶν ποιητῶν εἶναι καί ὁ στίχος πού ἔμεινε στά χείλη τῶν Ἑλλήνων θούριος καί ἐγερτήριο σάλπισμα:
 Ἡ μεγαλοσύνη στά ἔθνη
 δέν μετριέται μέ τό στρέμμα:
 μέ τῆς ψυχῆς τό πύρωμα μετριέται
 καί μέ τό αἷμα!

  Ὁ Κωστῆς Παλαμᾶς ἐκτός ἀπό τό καθαρῶς λογοτεχνικό του ἔργο ἔχει ἀφήσει καί πλῆθος ἐπιστολῶν. Οἱ περισσότερες προσωπικές, σταλμένες σέ φίλους καί γνωστούς, γραμμένες μέ ἁπλότητα καί εὐγένεια δίνουν στόν ἀναγνώστη τό ψυχογράφημα τοῦ «καθημερινοῦ» Παλαμᾶ πέρα ἀπό τέχνη καί ἐπισημότητα. Βρίσκει κανείς σ’ αὐτές ὅλη τήν εὐαισθησία καί τό ἐνδιαφέρον γιά τούς ἀγαπητούς, τή λαχτάρα γιά τοῦ καθενός τήν προκοπή, τόν πόνο καί τόν θαυμασμό γιά ὅσους ἔφυγαν, ἀλλά καί τήν ἀδελφική συμβουλή γιά κεῖνα πού ὁ ἴδιος ξέρει καλά καί θέλει νά τά ἐμπνεύσει στούς νεότερους. Γράφει γιά τούς κριτικούς, πού εἶναι ἀνάγκη νά ἐκφέρουν γνώμη γιά τά ἔργα τῶν ἄλλων:
 «...Ξέρω πώς πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα ὁ μεγάλος κριτικός πρέπει νἄχῃ τή δύναμη τῆς συμπάθειας. Νά συμπάσχη μέ τόν κρινόμενο καί ὅσο κι ἄν στηρίζεται στά πράγματα, νά τόν μεταμορφώνῃ ἐξιδανικεύοντάς τον ὁπωσδήποτε. Νά τοῦ κάνῃ δηλαδή τό πορτραῖτο μέ τή γνώση καί τή δεξιωσύνη τοῦ ἄξιου ζωγράφου».
 Μέ ἀφορμή κάποια παρεξήγηση γράφει μέ συγκινητική ταπείνωση σέ συνεργάτη του:
 «...Ἐγώ ὅσο σκέπτομαι τόσο μοῦ μπαίνει στό μυαλό πώς εἶμαι ὁ ἁμαρτωλός πού πρέπει νά ζητῇ συγχώρεση. Γι’ αὐτό θά ἤθελα κι ἀπό σέ νά τή ζητήσω. Συγχωρῆστε με καί δῶστε μου φιλικά καί συγκαταβατικά τό χέρι σας».
 Στόν γνωστό ποιητή Παράσχο ἐξομολογεῖται καί ἀποκαλύπτει τό ἰδανικό τοῦ ποιητῆ:
 «...Πολύ καί τ’ ὄνομα πού σημειώνω κάτου ἀπό τούς στίχους μου. Τό ἰδανικό τοῦ ποιητῆ πρέπει νά βρίσκεται σ’ αὐτόν τόν οὐγκρικό στίχο πού μοῦ ἔγινε ἐφιάλτης αὐτή τή νύχτα: Ami, cache ta vie et repands ton espirit! δηλαδή: “Φίλε, κρύψε τή ζωή σου καί διάδωσε τό πνεῦμα σου!”».
 Ὑπηρετώντας αὐτό τό ἰδανικό, αἰσθανόταν ἄβολα καί ἔνιωθε ὑπερβολικές τίς ἄριστες κριτικές πού ἀποσποῦσαν τά ἔργα του. Ἔβρισκε ὅμως παρηγοριά μεταβιβάζοντας τούς ἐπαίνους σέ κείνη πού πολύ ἀγαποῦσε, τήν Ἑλλάδα:
 «...Καί ὅλη αὐτή ἡ κριτική, καί μέ λυρικά ὑπερθετικά καί μέ τόση καί μέ τέτοια καλωσύνη! Ντρέπομαι καί μελαγχολῶ. Σοῦ λέω ἀλήθεια. Καί μόνο μέ παρηγορεῖ πώς ὅλα αὐτά ἀντιχτυποῦνε στήν Ἑλλάδα. Ἐγώ στήν περίστασιν αὐτήν εἶμαι ἡ ἀφηρημένη ἰδέα, καί ἡ Πατρίδα τό πρόσωπο».
  Ἄξιζε νά δοθεῖ στόν Κωστῆ Παλαμᾶ ὁ τίτλος τοῦ «ἐθνικοῦ». Καί τοῦ ἀξίζει νά βρεῖ μιμητές ὅλους ἐκείνους πού τούς δόθηκε τό χάρισμα τοῦ λόγου, γιά νά γίνουν «διαλαλητές καί τιμητές τῶν ἀληθινῶν καί τῶν ὡραίων», νά ὑπηρετήσουν ἀπό τή δική τους ἔπαλξη τήν πατρίδα μέ ταπείνωση καί ἀνιδιοτέλεια.
 Κρής
 
 
   
Κυριακή, 06 Σεπτέμβριος 2020 03:00

Ἦταν Σεπτέμβρης

  xartisΠοιά ἱστορική συγκυρία, ἄραγε, σημείωσε τά ματωμένα ὁρόσημα τῆς ἱστορίας τῆς Θράκης στίς σελίδες τοῦ Σεπτεμβρίου;
 Ἦταν Σεπτέμβρης τοῦ 1885, ὅταν ἐντελῶς πραξικοπηματικά ὁ βούλγαρος ἡγεμόνας Ἀλέξανδρος κήρυξε τήν ἕνωση τῆς ἡμιαυτόνομης Ἀνατολικῆς Ρωμυλίας (Βόρεια Θράκη) μέ τή Βουλγαρία. Ἡ προκλητική αὐτή κίνηση ἔμελλε νά ἐπισημοποιηθεῖ -παρά τίς ἀκατάπαυστες καί αἱματηρές ἀντιδράσεις τῶν Θρακιωτῶν- ὄχι ἀπό διεθνεῖς συμφωνίες ἀλλά ἀπό τήν ἀδράνεια τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης καί τήν κώφευση τῶν τότε Δυνάμεων. Ἔτσι χάσαμε τήν Ἀνατολική Ρωμυλία, τή Βόρεια Θράκη...
 Τίς ἑπόμενες σελίδες τῆς ἱστορίας τῆς Ἀν. Ρωμυλίας τίς κάλυψε ἡ βία καί τό αἷμα· ἄφθονο χύθηκε, γιά νά ἐπέλθει ὁ πλήρης ἐκβουλγαρισμός τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ πού ἀποτελοῦσε καί τήν πλειονότητα στήν περιοχή.
 Ἦταν Σεπτέμβρης πάλι, ὅταν στά 1922 μέ τή συνθήκη τῶν Μουδανιῶν ἡ ἑλληνική κυβέρνηση ὑπέγραψε τήν ἐκκένωση τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης ἀπό τόν ἑλληνικό στρατό!!! Ὁ λόγος; Οἱ δυτικές πιέσεις καί ἡ κατάσταση ἀπό τό 1885 καί ἔπειτα, ὅπως δημιουργήθηκε ἀπό αὐτή τήν ἴδια τήν ἑλληνική ἀδιαφορία. Ἔτσι ἡ Ἀνατολική Θράκη περιέρχεται στούς Τούρκους.
  Ἡ τουρκική θηριωδία συνεχίζει πλέον ἀνενόχλητη τήν ἐφαρμογή τοῦ μεγαλεπίβολου σχεδίου της. Ἤδη ἀπό τό 1915 πραγματοποιεῖ τήν ἐξόντωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς περιοχῆς.
 Ἀπό κεῖνο τό Σεπτέμβρη δυστυχῶς δέν σταμάτησαν οὔτε οἱ ἐχθρικές βλέψεις τῆς «φίλης» Τουρκίας οὔτε καί τά λάθη τῆς ἑλληνικῆς διπλωματίας νά ταλανίζουν καί τήν ἐναπομείνασα σέ ἑλληνική δικαιοδοσία Δυτική Θράκη. Στό ἀπομεινάρι αὐτό τῆς ἔνδοξης ἑλληνικότατης Ρωμυλίας ἀπό Ἐλευθερίου Βενιζέλου μέχρι σήμερα ἔχουν συσσωρευθεῖ τόσα πολιτικά καί ἐθνικῶς ἐπιζήμια λάθη (ἤ ὑπαγορευμένες ὑποχωρήσεις;):
  •  Ἐγκατάσταση κεμαλιστῶν, ὀργάνων τῆς Ἄγκυρας.
  •  Δημιουργία τουρκικοῦ προξενείου στήν Κομοτηνή, ἀρχή δεινῶν.
  •  Καθιέρωση τῆς τουρκικῆς στήν ἐκπαίδευση ὡς τῆς μόνης μειονοτικῆς γλώσσας.
  •  Εἰσαγωγή τουρκικῶν βιβλίων ἡ ὁποία διευκόλυνε τελικά τή μετατροπή τῆς θρησκευτικῆς μουσουλμανικῆς μειονότητας σέ ἐθνική, τουρκική.
  •  Ἐπίσημη ἀναγνώριση τουρκικῆς μειονότητας στήν ἑλληνική Θράκη.
 Κι ὅλα αὐτά γιά νά στηριχθεῖ ἡ ἑλληνοτουρκική φιλία... καί μέ ἀντάλλαγμα τόν ἐκβιασμό καί τή δίωξη τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου -τοῦ ὁποίου τήν παρουσία κατοχύρωνε κατά τ᾿ ἄλλα ἡ περιβόητη συνθήκη τῆς Λωζάνης- ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, τήν Ἴμβρο καί τήν Τένεδο.
 Ὅσο γιά τό Σεπτέμβρη τοῦ χρυσοῦ 2004; Γίνεται ἀκόμη πιό αἰσθητή ἡ ἐγκατάλειψη καί ἡ ἀδιαφορία γιά τά προβλήματα (π.χ. ὑπογεννητικότητα στήν ἑλληνική οἰκογένεια, ἐνῶ οἱ μουσουλμάνοι διπλασιάζονται - μεταφορά τῆς ἑλληνικῆς γῆς σέ τούρκους ὑπήκοους κ.ἄ.) σέ ἀντίθεση μέ τήν ἔνταση τῆς τουρκικῆς προπαγάνδας, ἡ ὁποία διαλαλεῖ τήν καταδυνάστευση τῆς τουρκικῆς μειονότητας στήν ἑλληνική Θράκη!!!
 Ἡ χειρότερη μάστιγα ὅμως εἶναι ἡ ἄγνοια, ὁ ἐφησυχασμός καί ἡ μοιρολατρία τῶν ἁπανταχοῦ Ἑλλήνων γιά τά ἐθνικά μας θέματα.
 Ἀπό ποιόν μάθαν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Μεγαλέξανδρου καί τοῦ Λεωνίδα, τά ἐγγόνια τοῦ Κολοκοτρώνη καί τῶν ἐθνομαρτύρων τοῦ ᾿21, τά παιδιά τοῦ «ΟΧΙ» τοῦ ᾿40 νά ζοῦν μέ σκυμμένο τό κεφάλι καί κλειστά τά μάτια στίς πυορροοῦσες πληγές τοῦ Ἔθνους;
 Σάμπως ἡ καλοπέραση νά μπούκωσε τή μνήμη μας μέ λήθη!
Κρής
Ἀπολύτρωσις 59 (2004) 176-177

  «Ἐδείξατε ... ὅτι ἡ ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα καί ἡ περιφρόνησις πρός τόν θάνατον εἶναι τά κυριώτερα ὅπλα, ἐναντίον τῶν ὁποίων οὐδείς ἐχθρός δύναται νά ἀντιταχθῆ», ἔγραφε ὁ συνταγματάρχης Δ. Παπαδόπουλος μετά τήν κατάληψη τοῦ ὑψώματος 1378 στήν ἡμερήσια διαταγή του. Ξεφυλλίζοντας τίς ἔνδοξες σελίδες τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων, πού διπλασίασαν τήν Ἑλλάδα, ὑποκλινόμαστε μπροστά στά μοναδικά παραδείγματα ἀπαράμιλλης καί συγκλονιστικῆς αὐτοθυσίας. Ἐνδεικτικά παραθέτουμε μερικά.
  Γόνος ἱστορικῆς ναυτικῆς οἰκογένειας τῶν Ψαρῶν ὁ Κωνσταντῖνος Καλλάρης (1858-1940). Ὡς διοικητής τῆς ΙΙ Μεραρχίας, ὅταν ξεκίνησε ὁ Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος, μετεῖχε ἀρχικά στίς ἐπιχειρήσεις στή Μακεδονία καί στή συνέχεια στό Μπιζάνι. Στίς ἀρχές Ἰανουαρίου τοῦ 1913 διεξάγονταν οἱ ἐπιχειρήσεις στή Μανωλιάσα, μία περιοχή κοντά στή Δωδώνη. Στήν ἴδια Μεραρχία ὑπηρετοῦσε ὡς ἀνθυπολοχαγός καί ὁ γυιός του Σπυρίδων Καλλάρης. Ἀρκετές ἡμέρες ὁ γυιός Καλλάρης βασανιζόταν ἀπό ὑψηλό πυρετό καί ὁ γιατρός δέν τοῦ ἐπέτρεπε νά συμμετέχει στίς μάχες. Ὁ πατέρας του ὅμως, ἀγνοώντας τίς συμβουλές τοῦ γιατροῦ, συγκατατέθηκε -μάθημα πρός ἀστράτευτους πολιτικούς κ.ἄ.- νά λάβει μέρος στόν ἀγώνα.
  Ὁ ἀνθυπολοχαγός Καλλάρης μπῆκε ἀκράτητος στή μάχη. Ἀντικατέστησε μάλιστα τόν φονευθέντα λοχαγό του ἀναλαμβάνοντας ὁ ἴδιος τή διοίκηση τοῦ λόχου του. Ὅταν ξεκίνησε ἡ ἐπίθεση, οἱ ἄνδρες του βρέθηκαν σέ δεινή θέση. Καί τότε ὁ ἀνθυπολοχαγός ἐπιχείρησε μία τολμηρή καί ριψοκίνδυνη πράξη. Σηκώθηκε ὄρθιος, ἔσυρε τό σπαθί του, ὅρμησε μπροστά, παρακινώντας τόν λόχο του· οἱ ἄνδρες του μέ ἐνθουσιασμό ἐξόρμησαν σέ ἡρωική ἀντεπίθεση. Μία ὅμως σφαίρα στόχευσε τόν ἀνθυπολοχαγό στό μέτωπο καί τόν ἄφησε ξέπνοο.
  Ὁ στρατηγός πατέρας πληροφορήθηκε τήν ἱστορία τοῦ παιδιοῦ του καί μέ δωρικότητα ρώτησε: «Τόν ἔχετε ἐδῶ;». Χωρίς νά ἀπαντήσει ὁ ἐπιτελάρχης, ὁδήγησε τόν στρατηγό στή σορό τοῦ παιδιοῦ του. Ὁ Καλλάρης ἔβγαλε τό πηλίκιό του… ἔσκυψε, ἀσπάσθηκε τό ματωμένο μέτωπο τοῦ γιοῦ του καί τό ἀποχαιρέτησε μέ τοῦτα τά ὑπέροχα λόγια: «Ἡ ἡμέρα αὐτή, παιδί μου, εἶναι ἡμέρα εὐτυχίας διά τόν στρατηγόν καί δυστυχίας διά τόν πατέρα. Ἀνθυπολοχαγέ Καλλάρη, ἐξετέλεσες λαμπρά τό καθῆκον σου. Εὖ- γε! Αἰωνία σου ἡ μνήμη, παιδί μου!». Μέ δάκρυα στά μάτια ἐπανέλαβαν οἱ παρευρισκόμενοι: «Αἰωνία σου ἡ μνήμη».
  Ὁ στρατηγός στράφηκε τότε πρός τόν ὑπολοχαγό Τσακμάκη λέγοντας: «Φροντίσατε, παρακαλῶ, διά τήν κηδείαν τοῦ παιδιοῦ μου». Ἔπειτα πρόσταξε τόν δεκανέα πού τόν ἀκολουθοῦ- σε: «Φέρε μου τή φοράδα μου. Οἱ κύριοι ἀξιωματικοί ἐπί τῶν ἵππων τους»! Καλπάζοντας ἔφυγαν ὅλοι. Σέ λίγο ξεκίνησε ἡ μάχη, τήν ὁποία ὁ στρατηγός ὁλημερίς διηύθυνε· ἦταν ἀπό τίς πιό πεισματώδεις ὅλου τοῦ πολέμου.
  Ἀργά τό βράδυ ἐπέστρεψε στή σκηνή στήν ὁποία βρισκόταν ὁ νεκρός, γιά νά κλάψει ὡς πατέρας καί ἄνθρωπος, ἀφοῦ προηγουμένως ὡς στρατηγός εἶχε ἐκτελέσει σπαρτιατικότατα τό καθῆκον του. (Βλ. περισσότερα στό «Ἀρχεῖο Καλλάρη»).
  Στά γηρατειά του δοκιμάσθηκε καί πάλι ὁ Καλλάρης. Τό 1922, κατά τή Μικρασιατική ἐκστρατεία, ὁ δεύτερος γυιός του, Ἄγγελος, λοχαγός τοῦ πυροβολικοῦ ἔπεσε ἡρωικά μαχόμενος.
  Ἀπό τό βιβλίο «Ἀπό τό στρατόπεδον- Ἡ ἐποποιία τοῦ ἑλληνοβουλγαρικοῦ πολέμου», τοῦ π. Δ. Καλλίμα- χου, ἐθελοντῆ ἱεροκήρυκα καί αὐτόπτη μάρτυρα τῶν μαχῶν, μεταφέρω μερικά στιγμιότυπα.
  Γιά τόν ἡρωικό θάνατο τοῦ συνταγματάρχου Καμάρα, τοῦ πρωτομάρτυρα τῆς γιγαντομαχίας στό Κιλ- κίς, μετά τόν θανάσιμο τραυματισμό του μαρτυρεῖ:
  «Γονατίζει ὁ εὐγενικός συνταγματάρχης καί μέ τό λάμπον ξίφος του ἀκόμη εἰς τά χέρια ἀπευθύνει τόν τελευταῖον πρός τούς ἄνδρας του χαιρετισμόν: “Θάρρος, παιδιά· θάρρος, γενναῖοι μου!”».
  Καθώς τόν μετέφεραν στό χειρουργεῖο μέ δάκρυα ἔλεγε στούς ἄνδρες του: «Ἄχ, ποῦ σ’ ἀφήνω, σύντα- γμά μου. Σᾶς χαιρετῶ, καλά μου παλληκάρια, καί μέ τήν εὐχήν μου ὅλοι ἐμπρός νά δοξάσετε τήν τιμημένη μας πατρίδα!»
  Γιά τό ἦθος του ὁ π. Καλλίμαχος προσθέτει: «Εὐσεβής, φιλεύσπλαχνος, ἀγαθώτατος, εὐθύς καί εἰλικρινής καί πρᾶος, ἠδύνατο νά εἶναι καί ἰδεώδης τύπος λειτουργοῦ τοῦ Ὑψίστου... Ἔγινεν ἱεροφάντης τῆς ἑλληνικῆς Ἰδέας, προσηλυτίζων τά ἑτερογενῆ στοι- χεῖα διά τῶν ἀνθρωπιστικῶν κατ’ ἐξοχήν μέσων... Ὁ μειλίχιος στρατιώτης, πάντοτε ἕν εἶχε ἰδεῶδες, πῶς νά ἐμπεδώση τήν πεποίθησιν εἰς τήν ἐκπολιτιστικήν ἀποστολήν τῆς ἑλληνικῆς διοικήσεως».
  Ἕνα ἄλλο μάθημα μᾶς τό προσφέρει ὁ ἀνθυπολοχαγός Πλαστήρας (ὄχι ὁ γνωστός «Μαῦρος Καβαλάρης»). Τραυματισμένος βρισκόταν στό νοσοκομεῖο. Στήν κορύφωση τῆς μάχης στό Κιλκίς (Ἰούλιος 1913) ζήτησε ἐξιτήριο. Οἱ γιατροί σημείωσαν: «Παρέχεται τῇ αἰτήσει του, ἄνευ ἀποθεραπείας». Ὁ π. Δ. Καλλίμαχος διασώζει γι’ αὐτόν ὅτι ἀπειθώντας στούς γιατρούς καί στόν διοικητή του ὅρμησε στή φωτιά καί τραυματίσθηκε θανάσιμα. Ἐνῶ οἱ στρατιῶτες τόν ἀποχαιρετοῦσαν μέ συγκίνηση, ἐκεῖνος ἀδυνατώντας νά μιλήσει, τούς ἔδειχνε μέ τό χέρι τήν κατεύθυνση πρός τά ἐμπρός...!
  Ὁ ἀτρόμητος καί ὁρμητικός λοχαγός τῶν εὐζώνων Μανωλίδης, ὅταν ἡ θύελλα τῶν σφαιρῶν μαινόταν ἐπάνω στό ματωμένο ὕψωμα 1378, κάποιος στρατιώτης τόλμησε νά συγκρατήσει τόν ριψοκίνδυνο ἥρωα: «Λοχαγέ μου, δέν κάνεις καλά νά ἐκτίθεσαι τόσον· ἔχεις γυναῖκα καί παιδιά».
  Καί ὁ Μανωλίδης ἄγριος καί τρομερός τόν κατακεραύνωσε· «Δειλέ, οἰκογένεια μοῦ λές αὐτή τή στιγμή; Δέν ἔχουμε φαμίλιες ἐμεῖς, εἴμαστε γεννήματα τῆς φωτιᾶς καί ἐκδικούμεθα τούς Βουλγάρους. Ἐμπρός, στή Σόφια!».
  Σέ λίγο, πάνω ἀπό ἑκατό σφαῖρες παρασημοφοροῦσαν τό σῶμα τοῦ τιμημένου φρουροῦ τῆς Πατρίδας.
  Ἀπό τόν συγκινητικότατο ἔπαινο πού ἀπένειμε πρός ὅλους τούς ἥρωες ὁ βασιλιάς Κωνσταντῖνος (26/7/1913) μέ τό διάγγελμα πρός τόν στρατό καί τόν στόλο, ἀποσπῶ τά ἑξῆς: «Τό αἷμα σας, οἱ κόποι σας, οἱ ἀγῶνες σας, οἱ στερήσεις σας καί ἡ καρτερία σας ἔκαμαν τήν Πατρίδα μας μεγάλην... τιμημένην καί σεβαστήν καί ἔνδοξον... Αἰωνία ἡ μνήμη τῶν πεσόντων ἡρώων!».

Εὐδοξία Αὐγουστίνου
Φιλόλογος - Θεολόγος
Τετάρτη, 02 Ιούλιος 2014 03:00

Στ' ἄρματα, ἀδέρφια

androutsosἨγαπημένοι μου... Ἤτανε φαίνεται ἀπό τό Θεό γραμμένο ν᾽ ἀδράξωμε τ ᾽ ἄρματα μία ἡμέρα καί νά χυθοῦμε καταπάνου στούς τυράννους μας, πού τόσα χρόνια ἀνελεήμονα μᾶς τυραγνεύουν. Τί τή θέλομε, βρέ ἀδέρφια, αὐτή τήν πολυπικραμένη ζωή, νά ζοῦμε ἀποκάτω στή σκλαβιά καί τό σπαθί τῶν Τούρκων νά ἀκονιέται στά κεφάλια μας;
 Δέν τηρᾶτε πού τίποτα δέ μᾶς ἀπόμεινε; Αἱ ἐκκλησίες μας γενήκανε τζαμιά καί ἀχούρια τῶν Τούρκων, κανένας δέ μπορεῖ νά πῆ πώς τάχα ἔχει τίποτε ἐδικό του, γιατί τό ταχιά βρίσκεται φτωχός, σά διακονιάρης στή στράτα. Οἱ φαμελιές μας καί τά παιδιά μας εἶναι στά χέρια καί στή διάκριση τῶν Τούρκων. Τίποτε, ἀδέρφια, δέ μᾶς ἔμεινε. Δέν εἶναι πρέποντας νά σταυρώσωμε τά χέρια καί νά τηρᾶμε τόν οὐρανό· ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε χέρια, γνώση καί νοῦ, ἄς ρωτήσομε τήν καρδιά μας καί ὅ,τι μᾶς ἀπαντυχαίνει, ἄς τό βάλωμε γλήγορα σέ πράξη, καί ἄς εἴμεθα, ἀδέρφια, βέβαιοι πώς ὁ Χριστός μας ὁ πολυαγαπημένος θά βάλη τό χέρι ἀπάνου μας.
 Ὅ,τι θά κάμωμε, πρέποντας εἶναι νά τό κάμωμε μιά ὥρα ἀρχίτερα, γιατί ὕστερα θά χτυπᾶμε τά κεφάλια μας. Τώρα ἡ Τουρκία εἶναι μπερδεμένη σέ πόλεμους, καί δέν ἔχει ἀσκέρια νά στείλη καταπάνου μας. Ἄς ὠφεληθοῦμε ἀπό τήν περίσταση, ὅπου ὁ Θεός, ἀκούοντας τά δίκαια παράπονά μας, μᾶς ἔστειλε γιά ἐλόγου μας· μία ὥρα, πρέποντας εἶναι νά ξεσπάσει αὐτό τό μαράζι, ὅπου μᾶς τρώγει τήν καρδιά.
 Στ᾽ ἄρματα, ἀδέρφια! Ἤ νά ξεσκλαβωθοῦμε ἤ ὅλοι νά πεθάνομε, καί βέβαια καλλίτερο θάνατο δέ μπορεῖ νά προτιμήση κάθε Χριστιανός καί Ἕλληνας.
Ὀδυσσέας Ἀνδροῦτσος

 
 
Πέμπτη, 26 Μάρτιος 2015 03:00

Φιλέλληνες

  filellinesἩ ἔκρηξη τῆς ἑλληνικῆς ἐπανάστασης βρῆκε πρόθυμους συμπαραστάτες στήν Εὐρώπη τόσο στίς τάξεις τῶν ἰδεολόγων καί ἀρχαιολατρῶν φοιτητῶν ὅσο καί σ᾿ ἕνα πλῆθος στρατιωτικῶν, πού μετά τούς ναπολεόντειους πολέμους ἦταν ἕτοιμοι νά ὑπηρετήσουν ἕνα σκοπό, γιά νά δώσουν νόημα στήν ἴδια τους τή ζωή.
  Οἱ φιλέλληνες πρόσφεραν, ἀνάλογα μέ τήν τάξη στήν ὁποία ἀνῆκαν, πολλά στόν ἑλληνικό ἀγώνα: χρήματα, γνώσεις, ἐπιρροή, ἱκανότητες. Πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς ἔνιωθαν τιμή τους, ἄν ἀξιώνονταν νά δώσουν καί τή ζωή τους. Γνωστή περίπτωση ὁ Ἄγγλος Lord Byron. Ὑπάρχουν ὅμως καί τόσοι ἄλλοι ἀνώνυμοι φιλέλληνες ἀπό διάφορες χῶρες.
  Στήν Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους βρίσκεται ἕνας ἐνδιαφέρων στατιστικός πίνακας, πού παρουσιάζει ἀναλυτικά τό φιλελληνικό ρεῦμα κατά χῶρες καί περιόδους. Ἔτσι στό πλῆθος τῶν ἐθελοντῶν ξεχωρίζουν σέ ἀριθμό οἱ Γερμανοί. Ἀναφέρονται 265 πού ἔφτασαν στήν Ἑλλάδα τό 1821-1822. Κοντά στούς ἀξιωματικούς ἐπιστήμονες, ὑπάλληλοι, ἔμποροι, φοιτητές ἀκόμη καί μαθητές τρέχουν μέ αὐταπάρνηση νά ὑπηρετήσουν τήν ἑλληνική ὑπόθεση. Μέχρι τό τέλος τοῦ ἀγώνα συνολικά ἀναφέρονται 342 Γερμανοί. Οἱ 142 ἀπ᾿ αὐτούς ἄφησαν τήν τελευταία πνοή τους στά ἑλληνικά χώματα ὑπερασπιζόμενοι τό ἰδανικό τῆς ἐλευθερίας.
  Στόν ἴδιο πίνακα ἄλλες ἕντεκα χῶρες σημειώνονται ἀπ᾿ τίς ὁποῖες ἄλλοτε λιγότεροι κι ἄλλοτε περισσότεροι φιλέλληνες ξεκίνησαν γιά τήν ἐπαναστατημένη Ἑλλάδα. Κατά τήν περίοδο 1825 ὥς τό τέλος τοῦ ἀγώνα πρῶτοι ἔρχονται οἱ Γάλλοι μέ 114 ἄτομα· ἑξήντα ἀπ᾿ αὐτά ἔμειναν στά πεδία τῶν μαχῶν.
  Στή χορεία τῶν φιλελλήνων -μέ μικρά ποσοστά βέβαια ἀλλά ὡστόσο δίνοντας τό «παρών»- κατατάσσεται καί ἡ μακρινή σκανδιναβική Σουηδία μέ ἐννιά ἄτομα.
  Συγκινεῖται κανείς βλέποντας πόσοι ἀπ᾿ ὅλους αὐτούς τούς φιλέλληνες πολέμησαν μέχρι τέλους θυσιάζοντας τά νιάτα τους, τό μέλλον τους, τή ζωή τους γιά ἕνα Ἔθνος χωρίς ἐδαφική ὑπόσταση ἀλλά μέ τεράστια πολιτιστική κληρονομιά καί ἀκτινοβολία! Ἡ ἱστορία κατέγραψε 313 νεκρούς φιλέλληνες σέ σύνολο 940 ἀτόμων. Γρήγορα ὅμως ἡ συγκίνηση μεταποιεῖται σέ πίκρα, ὅταν ἀπό τά πράγματα διαπιστώνουμε στό πέρασμα τῆς ἱστορίας πώς ναί μέν φιλέλληνες ὑπῆρχαν καί ὑπάρχουν πάντα, φιλέλληνα κράτη ὅμως ποτέ!

Κρής
Τετάρτη, 02 Ιούλιος 2014 03:00

Ὁ διπλωμάτης... Γέρος τοῦ Μωριᾶ

   kolokotronisὍταν, λίγο πρίν τήν Γ΄ Ἐθνοσυνέλευση (Ἀπρίλιος 1826), ὁ ἄγγλος πλοίαρχος Χάμιλτον, ἁγνός καί εἰλικρινής φιλέλληνας, ρώτησε τόν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη γιά τό ἐνδεχόμενο πρόσκλησης τοῦ Καποδίστρια ἀπό τήν Ἐθνοσυνέλευση, ἐκεῖνος ἀπάντησε κατηγορηματικά: «Ὅποιος σέ τό εἶπε σέ ἐγέλασε, διατί ὁ Καποδίστριας ἦτον μίνιστρος τῆς Ρωσίας... διατί κρεμώμαστε ἀπό τήν Ἀγγλίαν πού ὑπεσχέθη τήν διαφέντεψή μας». Βλέπουμε ἔτσι τόν Κολοκοτρώνη νά διακατέχεται ἀπό ρεαλισμό· ἀναγνωρίζει ὅτι ἡ τύχη τῆς Ἑλλάδος ἐξαρτᾶται κυρίως ἀπό τήν Ἀγγλία, ἄν καί ὁ ἴδιος συμπαθοῦσε περισσότερο τήν ὁμόδοξη Ρωσία. Ὡστόσο λίγο ἀργότερα, μετά τήν ἐκλογή τῶν Ἄγγλων Τσώρτς καί Κόχραν στήν ἡγεσία τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ καί στόλου ἀντίστοιχα, καί συνεπῶς τήν ἱκανοποίηση τῶν ἀγγλόφιλων, ὁ Κολοκοτρώνης ἀντιλήφθηκε ὅτι οἱ πολιτικοί ἔπρεπε νά συμφωνήσουν σέ ἕναν ἰσχυρό ἄνδρα, ὁ ὁποῖος θά κυβερνοῦσε· καί δέν ὑπῆρχε ἄλλος ἀπό τόν Καποδίστρια.
  Ὅμως ὁ Κουντουριώτης καί οἱ ἄλλοι νησιῶτες δέν ἤθελαν τόν Καποδίστρια. Ἐπειδή μάλιστα ἤξεραν τήν προηγούμενη συζήτηση τοῦ Κολοκοτρώνη μέ τόν Χάμιλτον, τοῦ ὑπέδειξαν ὅτι, πρίν πάρουν ὁποιαδήποτε ἀπόφαση, θά ἦταν καλό νά ρωτήσουν τόν Χάμιλτον γιά νά ἀκούσουν καί τή γνώμη τῶν Ἄγγλων. Ὁ Κολοκοτρώνης, πονηρότερος ὅμως, τό ἀντιλήφθηκε κι ἔτσι ἀποδέχτηκε τήν ἀποστολή. Πῆγε στό πλοῖο τοῦ Χάμιλτον ἀποφασισμένος νά πάρει τή συγκατάθεσή του γιά τήν ἐκλογή τοῦ Καποδίστρια.
  Ἀρχικά ρώτησε τόν Χάμιλτον πῶς βρίσκει τήν ἕνωση τῆς Συνέλευσης. Ὁ μετριοπαθής Ἄγγλος ἀπάντησε: «Χαίρομαι τήν ἕνωσίν σας, ἐκάματε πολλά καλά». Τότε ὁ Κολοκοτρώνης πλησίασε στό θέμα. «Καπετάν Ἅμιλτον, ἤλθομεν νά πάρωμεν τήν συμβουλήν σου, ὡς μᾶς συμβούλευες πάντοτε διά τήν ἐλευθερίαν μας, σε γνωρίζομεν ὡς τόν καλύτερον εὐεργέτην». Στή συνέχεια τοῦ ἀνέφερε ὅτι ἡ Συνέλευση ἔκανε ὅ,τι μποροῦσε. Διόρισε τόν Κόχραν «ἀρχιθαλάσσιον» καί τόν Τσώρτς ἀρχιστράτηγον. «Τώρα χρειαζόμεθα ἕναν πολιτικόν· τάχα δέν μᾶς δίδει ἡ Ἀγγλία ἕναν πρόεδρο, ἕναν βασιλέα;». Ὁ Χάμιλτον ἀπάντησε: «Ὄχι, ποτέ, δέν γίνεται». Ὁ Κολοκοτρώνης στή συνέχεια ρώτησε: «Δέν μᾶς δίδει ἡ Φράντζα· ἡ Ρωσία· ἡ Προυσία· ἡ Ἀνάπολι; (δηλ. ἡ Νεάπολη)· ἡ Ἰσπανία; Σάν δέν μᾶς δίδουν τούταις οἱ αὐλαῖς, τί θά γίνωμεν ἡμεῖς;». Καί ὁ Χάμιλτον ἀπάντησε ὅ,τι ἀκριβῶς ζητοῦσε ὁ Κολοκοτρώνης: «Τηρᾶτε νά εὑρῆτε κανέναν Ἕλληνα». Τότε ὁ Κολοκοτρώνης ἔφτασε στό σκοπό του: «Ἡμεῖς ἄλλον Ἕλληνα ἀξιώτερον δέν ἔχομεν, μόνον νά ἐκλέξωμεν τόν Καποδίστριαν». Ὁ Χάμιλτον ὑπενθύμισε τότε τί τοῦ εἶχε πεῖ παλαιότερα ὁ Κολοκοτρώνης. Αὐτός, προετοιμασμένος, ἀνταπάντησε: «...ἄλλοι καιροί ἦταν τότε καί ἄλλοι τώρα...», καί τοῦ ἐπανέλαβε τά προηγούμενα ἐπιχειρήματα καί ὅτι δέν ἔμενε ἄλλος ἀπό τόν Καποδίστρια. Ὁ Χάμιλτον τοῦ εἶπε τότε: «Πάρτε τόν Καποδίστρια ἤ ὅποιον διάβολο θέλετε, διατί χαθήκατε». Ὁ Κολοκοτρώνης, ἀφοῦ ἄκουσε αὐτό πού ἤθελε νά ἀκούσει, ἔφυγε. Μετά ἀπ᾿ αὐτή τή συζήτηση ἀναγκάστηκαν καί οἱ ὑπόλοιποι νά συμφωνήσουν κι ἔτσι ἡ ἀπόφαση τῆς Ἐθνοσυνέλευσης γιά τήν πρόσκληση τοῦ Καποδίστρια ἦταν ὁμόφωνη.

 
Ἁπλά μαθήματα διπλωματίας ἀπό τόν Γέρο τοῦ Μωριᾶ στούς σύγχρονους σπουδασμένους διπλωμάτες...

Ρωμανός
Τρίτη, 01 Ιούλιος 2014 03:00

Κωνσταντίνος Κανάρης

kanaris30 Μαρτίου 1822. Ὁ καπουδάν πασᾶς Καρά Ἀλῆς ζώνει μέ τήν ἀρμάδα του τή Χίο. Τά τούρκικα ἀσκέρια πατοῦν τό νησί καί σφάζουν ἀνελέητα τούς Χιῶτες. «Στή Χίο ὁ Χάρος δέν πέρασε διαβατάρικα, μά ἔμεινε καί θέρισε μέ τό δρεπάνι του κάθε χριστιανική ὕπαρξι», ὑπογραμμίζει ὁ Τάκης Λάππας. Ἀβάσταχτος ὁ πόνος τῶν Ψαριανῶν γιά τήν τραγωδία τῆς Χίου· «Ἡ Χίο, τ᾿ ὁλόμορφο νησί, μαύρη ἀπομένει ξέρα». Ποιός ὅμως θά τολμήσει ν᾿ ἀναμετρηθεῖ μέ τό θηρίο;
 Ἕνας Ψαριανός μέ «μέτριο ἀνάστημα, μ᾿ ἀνοιχτές πλάτες καί μέ λιγνό πρόσωπο πού τό στόλιζε ἕνα μικρό μουστάκι... μέ παράξενα μάτια, ἔξυπνα, γεμάτα ἔκφραση, πού φανέρωναν ἄνθρωπο μέ θέληση κι ἀποφασιστικότητα», εἶναι βαθιά συλλογισμένος. Στούς δημογέροντες τοῦ νησιοῦ του ὁ Κωνσταντίνος Κανάριος ἤ Κανάρης ἀποκαλύπτει τό παράτολμο σχέδιό του. Καί νά, δύο πυρπολικά εἶναι ἕτοιμα ν᾿ ἀποπλεύσουν.
 Ἡ Βουλή τῶν Ψαρῶν καλεῖ τούς δύο καπετάνιους τῆς ἐπικίνδυνης αὐτῆς ἀποστολῆς, τόν Κωνσταντίνο Κανάρη καί τόν Ἀνδρέα Πιπίνο ἀπό τήν Ὕδρα, γιά νά τούς δώσει μέ τόν ναύαρχο Μιαούλη τά ὄρντινα (διαταγές). Ὁ γραμματέας διαβάζει τό πόρισμα τῆς Βουλῆς: «... Εἰς τούς κυβερνήτας τῶν ἡφαιστείων, πυρπολιστάς καί τούς ναυκλήρους, οἵτινες διά τήν ἀγάπην καί ἐλευθερίαν τῆς φίλης ἡμῶν Πατρίδος ἀποφασίζουν νά θυσιάσουν τήν ἰδίαν ζωήν, παραβλέποντες γυναῖκας καί τέκνα, ἡ Βουλή τῶν Ψαρῶν ἀποφασίζει νά δώσει ὡς ἀμοιβήν τριάκοντα χιλιάδες γρόσια...». Ἀλλά ἡ ἀνιδιοτελής καρδιά τοῦ Κωσταντῆ ἐρεθίζεται ἀπό τέτοιες φιλοφρονήσεις, τή στιγμή πού οἱ ὧρες εἶναι κρίσιμες γιά τό Ἔθνος. Γι᾿ αὐτό ξεσπᾶ λέγοντας: «Ἐδῶ ἤρθαμε νά πάρουμε μέ σέβας τά ὄρντινα γιά τή δουλειά. Δέν ἤρθαμε νά μᾶς τάξετε χαρίσματα... Ἄν βάζουμε τά κεφάλια μας, δέν τό κάνουμε γιά γρόσια καί στρέμματα γῆς, μά γιά τή λευτεριά τοῦ Γένους μας. Χάρισμά σας τά ταξίματα! Ἐμεῖς τά ὄρντινα θέλουμε».
 1 Ἰουνίου 1822. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὁ μητροπολιτικός ναός τῶν Ψαρῶν, εἶναι κατάμεστος. Τό ἐκκλησίασμα δακρύβρεχτο, καθώς ἀντικρύζει τήν ἀποστολή «θανάτου», τούς καπεταναίους καί τούς ναῦτες νά προσεύχονται γονατιστοί καί νά κοινωνοῦν ὕστερα τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Τό ἡλιοβασίλεμα δύο πυρπολικά καί τέσσερα πλοῖα σαλπάρουν γιά τό λιμάνι τῆς Χίου. Μερικοί ναῦτες συνειδητοποιοῦν τή σοβαρότητα τῆς κατάστασης καί νοσταλγοῦν τά σπίτια τους. Φωτιά καί λάβα ξεχύνεται τότε ἀπό τά μάτια τοῦ Κωσταντῆ, καθώς στά ἴσια τούς ἐξηγιέται: «Τό καράβι θά τραβήξει μπροστά κι ὅποιος ἀπό σᾶς δέ θέλει ν᾿ ἀκολουθήσει, ἄς πέσει στό πέλαγος!». Μέ κατεβασμένο τό κεφάλι ἐπιστρέφουν στίς θέσεις τους.
 Ἀσέληνη ἡ νύχτα τῆς 6ης Ἰουνίου. Φυσάει ἄνεμος εὐνοϊκός γιά τή μεγάλη ἐπιχείρηση. Φωταγωγημένο καί σημαιοστολισμένο τό λιμάνι τῆς Χίου. Ἔχει λαμπρό γιορτάσι. Οἱ μουσουλμάνοι γιορτάζουν τό μπαϊράμι τους. Γλεντοκοποῦν ὅλοι οἱ ἀξιωματοῦχοι τῆς ἀρμάδας στήν «καπιτάνα» (ναυαρχίδα) τοῦ Καρά Ἀλῆ. Δυό χιλιάδες τριακόσιοι Τοῦρκοι διασκεδάζουν πάνω στή ναυαρχίδα καί τό τσίπουρο δίνει καί παίρνει. Οἱ μεθυσμένοι πλαισιώνονται ἀπό τά κουφάρια τῶν Ἑλλήνων, πού ἀνεμίζουν στό κατάρτι τῆς πλώρης. Εἶναι Χιῶτες αἰχμάλωτοι πού τό χάραμα ὁ ἀρχιναύαρχος Καρά Ἀλῆς ἔσφαξε, γιά νά στολίσει τό πλοῖο του, προσδίδοντας ἔτσι πιότερη λάμψη στό χαροκόπι.
 Ἀτρόμητος ὁ Κωσταντῆς κατευθύνει τό εὐτελές πυρπολικό του κατευθείαν πρός τήν ἐπιβλητική καί τεράστια ναυαρχίδα τοῦ πασᾶ. Ψιθυρίζοντας «Κωσταντῆ, ἦρθε ἡ ὥρα νά πεθάνεις!», κολλᾶ ἐπιδέξια τό μπουρλότο του. Τότε τό πολεμικό πλοῖο τοῦ Καρά Ἀλῆ «ἐβρυχᾶτο ὡς εἰς καιομένην κάμινον». Τήν ὥρα πού πετάγεται ὁ πασᾶς σέ μιά βάρκα νά σωθεῖ, πέφτει πάνω του τό φλεγόμενο κατάρτι -ἐκεῖνο μάλιστα πού εἶχε κρεμάσει τούς Χιῶτες- καί τόν τραυματίζει θανάσιμα.
Τά Ψαρά παιανίζουν τή νίκη. Δαφνοστεφανώνουν τόν ἥρωά τους. Ἐκεῖνος τραβᾶ κατά τήν ἐκκλησιά. Ἐναποθέτει εὐλαβικά τό στεφάνι στήν εἰκόνα τοῦ ἁγίου Νικολάου. Ὕστερα, κατά τόν ποιητή Γ. Δροσίνη, «τό χέρι πού ἄτρομο ἔσπειρε τό θάνατο μέ τό δαυλό, τό φοβερό τό χέρι, τώρα ταπεινωμένο καί τρεμάμενο στήν Παναγιά ἀνάφτει ἕνα ἁγιοκέρι». Ὁ ἀκατάβλητος μπουρλοτιέρης δέν ἐπαναπαύεται στίς δάφνες. Συνεχίζει τήν τιτάνια ἀναμέτρηση μέ τόν κατακτητή, ἀνατινάσσοντας πλοῖα του στά στενά Τενέδου καί Τρωάδας, στή Σάμο, στή Μυτιλήνη καί στήν Ἀλεξάνδρεια. Ἕλληνες καί ξένοι μέ θαυμασμό προφέρουν τό ὄνομά του.Ὅταν ὁ Ἄγγλος πλοίαρχος Κλότς τόν ρωτᾶ «Πῶς κατασκευάζετε σεῖς οἱ Ἕλληνες τά πυρπολικά σας;», ἐκεῖνος ἀποκαλύπτει τήν τέχνη: «Ὅπως καί σεῖς, ἀρχηγέ. Ἀλλά ἔχουμε ἕνα μυστικό πού τό κρατοῦμε κρυμμένο ἐδῶ -καί ἔφερε τό χέρι ἐπί τῆς καρδίας. Ἡ ἀγάπη πρός τήν πατρίδα εἶναι πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἐπιτυχία».
 Ὅταν οἱ ἁλυσίδες τῆς σκλαβιᾶς ἐπιτέλους σπάζουν κι ἡ Ἑλλάδα ἀποκτᾶ τήν πολιτική της ἀνεξαρτησία, ὁ Κανάρης ἀπολαμβάνει δόξες καί ἀξιώματα. Σέ διάφορες κυβερνήσεις ἀναδεικνύεται ὑπουργός, πρωθυπουργός, βάζοντας καί τό δικό του λιθαράκι γιά τήν ἀνόρθωση τῆς πατρίδας. Ὅσο ὅμως κι ἄν λαμπρύνεται, οἱ τιμές δέν μποροῦν ν᾿ ἁπαλύνουν τή ραγισμένη του καρδιά ἀπό τό θάνατο τῶν πέντε -ἀπό τά ἑπτά- παιδιῶν του κι ἀπό τό ἔγκλημα πού διαπράχθηκε κι ἀφάνισε τόν πρῶτο ἄξιο κυβερνήτη τῆς Ἑλλάδας, τόν Ἰωάννη Καποδίστρια. Μέσα στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πού ἔχτισε δίπλα στό σπίτι του στήν Κυψέλη -στήν Ἀθήνα-, ὁ θεοσεβής πατέρας γαληνεύει τήν πονεμένη του ὕπαρξη.
 Καθώς ἀντικρύζω σήμερα τό στασίδι τοῦ ἥρωα, δίπλα στόν δεσποτικό θρόνο καί τήν ἑλληνική σημαία πού τό στολίζει, μέ συγκίνηση καί εὐγνωμοσύνη σιγοψάλλω· «αἰωνία αὐτοῦ ἡ μνήμη».

Ἑλληνίς