Ἔσερνε τά κουρασμένα βήματά του στούς καρρόδρομους τῆς Κουκουσοῦ. Ἡ ἐξορία στόν Πόντο μοιάζει ἀτέλειωτο βασανιστήριο• λιγοστό τό νερό, ἴσαμε νά βρέξει τά χείλη του. Καί τό φαγητό ἐλάχιστο. Ξερός ὁ τόπος. Μά πιό πολύ τόν μαστιγώνει ἡ ξέρα τῶν ἀνθρώπων, πού τήν κουβαλάει μέσα του χρόνια τώρα.
Πάει καιρός πού κατάλαβε τί σήμαινε ἐκεῖνο τό «ἐν Χριστῷ» πού πολλοί «ἀδελφοί» του ἐπίσκοποι πρόσθεταν στούς λόγους τους ἄλλοτε γι᾿ αὐτόν. Γεύθηκε ὅλη τήν πίκρα πού αὐτό τό «ἐν Χριστῷ» τοῦ πρόσφερε. Καταδιωγμένος τώρα συλλογίζεται ἐκεῖνα τά πρόσωπα, τά γεγονότα. Μέσα στή σιωπή ἀντηχοῦν πιό καθαρά, σχεδόν αὐθεντικά, οἱ φωνές τῶν ἐχθρῶν του: «Κλέφτης», «καταχραστής», «καταλύει τήν παράδοση τῆς νηστείας»! Αἰσχρές συκοφαντίες. Λόγια μικρόνοων, παθιασμένων κληρικῶν, ἀνθρώπων πού τόσες φορές εὐεργέτησε!
Αὐτός ὅμως τούς ἀγαποῦσε ὅλους, ἕναν πρός ἕναν. Τούς μνημόνευε στίς προσευχές του μέ δάκρυα. Κι ἄς μήν ἤθελαν ἐκεῖνοι οὔτε τά ἴχνη ἀπό τά ὑποδήματά του νά βλέπουν. Μόνο τήν ἁμαρτία τους μισοῦσε. Αὐτήν τή μισοῦσε πάντα καί ποτέ δέν συμβιβάστηκε μαζί της. Τή σιχαινόταν, σάν τήν ἔβλεπε νά περπατάει ἀγέρωχα στά ἀνάκτορα, στίς πλατεῖες, στά θέατρα, στόν ἱππόδρομο. Σάν τοῦ ἔγνεφε εἰρωνικά ἀπό τά χρυσοκλωσμένα ἐνδύματα ξιππασμένων ἱερέων καί ἀρχιερέων. Ἀπό τίς τορνευτές τους ἅμαξες, πού τίς μετέφεραν ταλαίπωροι δοῦλοι. Ἔνιωθε τότε τό χρέος του νά σφίγγει τήν καρδιά του. Ὅρμησε καί ράπισε τήν ἁμαρτία μέ δύναμη ὅπου τή βρῆκε. Καί κείνη τοῦ ἀπάντησε μέ τόν μόνο τρόπο πού ἤξερε: ἕνα πλοῖο, μερικοί στρατιῶτες, μιά καταδικαστική ἀπόφαση.
Ἔγειρε τό τίμιο κεφάλι του λίγο νά ξαποστάσει ἀπό τό δρόμο. Πόσο γρήγορα τόν πῆρε ὁ ὕπνος! Μπροστά του, ἀνάμεσα στό σκοτάδι, τοῦ ἀποκάλυψε τή ζωή του. Ἦταν ταλαίπωρη, μέ τά στίγματα τοῦ διωγμοῦ νά τῆς χαρακώνουν τό σεμνό ἔνδυμα. Μιά ὀδύνη ἀλλά καί μιά καύχηση ἱερή ζωγραφιζόταν στό βλέμμα της. Ξαφνικά εἶδε νά τήν περικυκλώνουν πρόσωπα ὕποπτα μέ τό σταυρό στά χέρια. Βούιζαν στ᾿ αὐτιά του οἱ κατάρες τῆς βασίλισσας, οἱ ἀφορισμοί τῶν ἐπισκόπων τῆς ἄνομης Συνόδου, τά ποδοβολητά τῶν μισθοφόρων. Κι ἀνάμεσά τους οἱ θρῆνοι τῶν γυναικῶν. Τό κλάμα τῆς θυγατέρας του Ὀλυμπιάδας καί τῆς ἀφοσιωμένης συνοδίας της. Τόση ἀδικία, Θεέ μου, καί τόσος πόνος γιά τήν τιμή τῆς ἀλήθειας!
Πῆρε νά ξημερώνει. Τό νεφύδριο παρῆλθε. Τό φῶς νίκησε τή μαυρίλα τῆς νύχτας. Στόν ὁρίζοντα τῆς καρδιᾶς του μόνο μιά μορφή δέσποζε πιά. Τή γνώρισε ἀμέσως. Ἦταν «ὁ ἀστήρ ὁ λαμπρός ὁ πρωινός». Ἦταν ὁ «Δεσπότης» του. Γι᾿ αὐτόν πάθαινε ὅλα τοῦτα. Ἀπό τότε πού τά ἁγνά χέρια τῆς μητέρας του Ἀνθούσας χάραξαν τήν εἰκόνα του στήν παιδική του ψυχή, μέ μιά ἀνάσα ζοῦσε. Νά εἶναι δικός του. Κι αὐτό του τό ὄνειρο οὔτε κι ἕνας Λιβάνιος μπόρεσε νά σβήσει. Ἔπειτα πέρασαν οἱ φίλοι, ἦρθαν οἱ ἐνάντιοι, μά δέν τόν ἔνοιαζε. Ὅλα γίνονταν γιά Ἐκεῖνον.
Τώρα, τό καταλάβαινε, ἔφτασε ἡ «δωδεκάτη» ὥρα του. Πόσο ποθοῦσε νά τόν πάρει ὁ «Δεσπότης» του στά χέρια του, ὅπως τό ζοῦσε κάποτε μικρό ὀρφανό στήν Ἀντιόχεια! Νά τόν γλυτώσει ἀπό τόν ψευτοχριστιανισμό τῶν μαζῶν, ἀπό τούς γλυκανάλατους συμβιβασμένους. Ἀπό τούς κενούς του ἐκπροσώπους καί ὅλους ὅσους εἶχαν βάλει τόν Ἰησοῦ του θεμέλιο στό οἰκοδόμημα τῆς προσωπικῆς τους μωροφιλοδοξίας.
Ἄς τόν ἔπαιρνε μαζί του κι ἄς πήγαιναν ὅπου Ἐκεῖνος ἤθελε! Σ᾿ ὅποια γωνιά τῆς γῆς καί τ᾿ οὐρανοῦ. Δικά του ἦταν. Μόνο μαζί του!
Ἰωάννης
Ἀπολύτρωσις 54 (1999) 9-10
Τά δυό σπίτια, τό ἕνα δίπλα στό ἄλλο, μέ τό ἴδιο σχέδιο καί τήν ἴδια αὐλή, σχεδόν πανόμοια δέν μποροῦσες νά ξεχωρίσεις, ἀπ’ ἔξω τουλάχιστον, ἄν εἶχαν διαφορές. Τώρα πού τά σκέπασε καί τό χιόνι φάνταζαν σάν μιά πανέμορφη κάρτ ποστάλ σέ δυό ἀντίτυπα.
Ἀπ’ ἔξω μόνον! Γιατί ἀπό μέσα τά δυό σπίτια δέν εἶχαν σχεδόν τίποτε κοινό. Ἤ μᾶλλον αὐτοί πού τά κατοικοῦσαν δέν εἶχαν τίποτε κοινό. Ἐκτός βέβαια ἀπό τό αἷμα πού κυλοῦσε στίς φλέβες τους, γιατί ὁ Βασίλης καί ὁ Σωτήρης ἦταν ἀδέλφια, παιδιά τῆς ἴδιας μάνας καί τοῦ ἴδιου πατέρα.
Ἀπέμεινε τοῦ παλιοῦ καλοῦ καιροῦ ἡ μεγάλη κοινή σιδερένια αὐλόπορτα πού ἦταν ἡ εἴσοδος στήν αὐλή καί γιά τά δυό σπίτια. Πόσο δούλεψαν, πόσο κοπίασαν ὁ Βασίλης καί ὁ Σωτήρης γιά νά φτιάξουν αὐτά τά σπίτια!
«Ἐμεῖς οἱ δυό δέν θά χωρίσουμε ποτέ!», εἶπαν πάνω στόν νεανικό ἐνθουσιασμό τους, καί τά ἔκτισαν!
- Μπαμπά, ρώτησε πρίν λίγες μέρες τόν πατέρα του ὁ πρωτογιός τοῦ Σωτήρη, γιατί στ’ ἀλήθεια δέν μιλιόμαστε μέ τόν θεῖο;
- Ρώτα τή μάνα σου, τ’ ἀποκρίθηκε παγερά ἐκεῖνος καί ὁ ἔφηβος γιός διέκρινε μιά ταραχή στήν ὄψη τοῦ πατέρα του.
- Ὄχι, μπαμπά, ἐπέμενε σοβαρός ὁ Νῖκος. Ἐσύ θέλω νά μοῦ πεῖς! Εἶναι σωστό οἱ παπποῦδες νά κάνουν Χριστούγεννα σέ μᾶς καί Πρωτοχρονιά στόν θεῖο τόν Βασίλη;
Ταράχτηκε ἀκόμα πιό πολύ ὁ Σωτήρης. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τόν τελευταῖο καιρό ἔχει κλονιστεῖ μέσα του κατά πόσο ἀξίζει αὐτή ἡ ἔχθρα μέ τόν μοναδικό ἀδελφό του καί τώρα τά λόγια τοῦ γιοῦ του τόν ἀναστάτωναν ἀκόμα πιό πολύ.
- Πάντως νά ξέρεις, ἐπειδή κάποτε εἶπες πώς δέν ἐπιτρέπεις πάρε δῶσε μέ τά ξαδέλφια μου, ὁ Νῖκος κι ἐγώ στό σχολεῖο καθόμαστε στό ἴδιο θρανίο καί εἴμαστε καί φίλοι.
Ὁ Νῖκος τά εἶπε ὅλα γρήγορα δίχως ἀνάσα σάν νά φοβόταν μήπως χάσει τό θάρρος του καί δέν ὁλοκληρώσει αὐτό πού εἶχε νά πεῖ.
- Καί... πῆγε νά συμπληρώσει διστακτικά ὁ Νῖκος.
- Καί; Ἔλα τώρα πές, τί ἄλλο ἔχεις νά μοῦ πεῖς;
- Θέλω νά σοῦ πῶ πώς τά Χριστούγεννα τήν ὥρα πού ἐσεῖς ὅλοι κοιμόσασταν, ἐγώ πῆγα μέ τόν θεῖο Βασίλη καί τήν οἰκογένειά του στήν Ἐκκλησία.
- Δίχως νά πάρεις τήν ἄδειά μου; ρώτησε ὁ Σωτήρης, μά παράξενο ὁ Νῖκος δέν διέκρινε στή φωνή του οὔτε θυμό οὔτε κάποια αὐστηράδα.
- Ἄν σέ ρωτοῦσα, θά μέ ἄφηνες; ἀπάντησε χαμηλώνοντας τά μάτια ὁ Νῖκος. Μπαμπά, ζοῦνε τόσο διαφορετικά ἀπό μᾶς! Δέν σοῦ τό κρύβω ὅτι τίς λίγες φορές πού καταφέρνω νά σᾶς ξεγελάσω καί νά πάω στοῦ θείου Βασίλη, γυρνάω ἄλλος ἄνθρωπος!
- Φτάνει! τόν ἔκοψε ἀναστατωμένος ὁ Σωτήρης, φτάνει! Κάνε ὅπως νομίζεις καί ἄν θέλεις ἄλλαξε σπίτι καί γονιούς. Πές τους νά σέ υἱοθετήσουν.
Ἔφυγε ὁ Σωτήρης καί ἀπέμεινε ὁ Νῖκος μέ τό παράπονο στήν καρδιά. Ὁ παππούς ὁ Νικόλας μιά μέρα εἶπε στά δυό μεγάλα ἐγγόνια του, στούς Νικολῆδες, ὅπως τούς ἔλεγε, τόν λόγο γιά τόν ὁποῖο τά δυό παιδιά του καί πατεράδες τους μάλωσαν καί δέν ξαναφίλιωσαν ἀπό τότε.
Ἦταν ἀκόμα νέοι, ἐλεύθεροι καί οἱ δυό, ὅταν ὁ Βασίλης πού ἦταν ὁ μικρότερος ἄρχισε νά ἐπισκέπτεται τό Ἅγιον Ὄρος καί νά ἀποκτᾶ στενή σχέση μέ τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Ὁ Σωτήρης, πού ἀγαποῦσε πολύ τόν Βασίλη, φοβήθηκε μήπως γίνει μοναχός καί χωρίσουν γιά πάντα. Στήν ἀρχή, λοιπόν, πιό πολύ ἀπό ἀντίδραση, ἄρχισε νά τά βάζει μέ τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Ὕστερα, θές ἀπό ἐγωισμό, θές ἀπό συνήθεια, ἄρχισε νά δηλώνει ἄθεος. Οἱ σχέσεις τῶν δυό ἀδελφῶν ἄρχισαν νά ψυχραίνουν καί ὁ Σωτήρης ὅλο καί περισσότερο ἐκφραζόταν ἀρνητικά σέ κάθε τι πού εἶχε σχέση μέ τόν Θεό! Ὥσπου μιά μέρα ἔδωσε τό τελειωτικό πλῆγμα στούς γονεῖς καί τόν ἀδελφό του.
- Θά παντρευτῶ μέ πολιτικό γάμο, τούς ἀνακοίνωσε, ἀδιαφορώντας γιά τόν πόνο πού τούς προκάλεσε.
- Ἐγώ σ’ ἕνα τέτοιο γάμο δέν ἔρχομαι! τοῦ εἶπε ἀποφασισμένος ὁ Βασίλης.
- Ἄν δέν ἔρθεις, ξέγραψέ με ἀπό ἀδελφό σου, πείσμωσε ὁ Σωτήρης.
Καί ὁ Σωτήρης παντρεύτηκε μέ πολιτικό γάμο καί ὁ Βασίλης δέν πῆγε. Μά οὔτε καί ὁ Σωτήρης πῆγε στόν γάμο τοῦ ἀδελφοῦ του.
Παραμονή Πρωτοχρονιᾶς καί ὁ Νῖκος ἔβλεπε τόν πατέρα του νά πηγαινοέρχεται ξεφυσώντας. Πρίν λίγο εἶχε δεῖ ὁ Νῖκος τόν παππού καί τή γιαγιά πού μπῆκαν στήν αὐλή καί τράβηξαν γιά τό σπίτι τοῦ θείου Βασίλη. Εἶδε τή γιαγιά πού γύρισε κατά τό δικό τους τό σπίτι, ἔκανε τόν σταυρό της καί τό σταύρωσε. Νά τό εἶδε ἄραγε αὐτό καί ὁ μπαμπάς; Νά διέκρινε τάχα τήν πληγή τῆς καρδιᾶς της;
- Ἐγώ, μπαμπά, θά πάω ἀπόψε νά κάνω Πρωτοχρονιά μέ τόν παππού καί τή γιαγιά, εἶπε μέ σταθερή φωνή.
- Μή λές ἀνοησίες, τόν ἔκοψε ὁ Σωτήρης. Τό ξέρεις πολύ καλά πώς ὁ παππούς καί ἡ γιαγιά εἶναι ἀπόψε δίπλα.
- Αὐτό ἀκριβῶς! Θά πάω νά γιορτάσω μαζί τους τόν θεῖο Βασίλη, εἶπε ἀφήνοντας ἐμβρόντητο τόν πατέρα του.
- Καί ἐμᾶς; Ἐμᾶς θά μᾶς ἀφήσεις μόνους μιά τέτοια νύχτα; εἶπε μέ παράπονο.
- Τί πιό καλά γιά ὅλους, νά πάρετε καί τά μικρά καί νά πᾶμε ὅλοι μαζί!
Ὁ Νῖκος οὔτε πού σκέφτηκε ποτέ νά κάνει αὐτή τήν πρόταση στόν πατέρα του καί οὔτε κατάλαβε πῶς τοῦ βγῆκε.
- Ὄρεξη μᾶς εἶχε ὁ θεῖος σου! εἶπε ἀντί γιά ἀπάντηση ὁ Σωτήρης, μά τά μάτια του εἶχαν θαρρεῖς μιά παράξενη λάμψη.
- Κι ὅμως, μπαμπά, πῆρε θάρρος ὁ Νῖκος καί συνέχισε, ὁ θεῖος ὁ Βασίλης τό λαχταράει ὅσο τίποτε στόν κόσμο.
Κοίταξε στά μάτια τόν πατέρα του ὁ Νῖκος καί τοῦ ἦρθε νά ξεφωνίσει ἀπό χαρά γιά αὐτό πού ἔβλεπε: Ὁ πατέρας του ἔκλαιγε καί τά δάκρυα τοῦ αὐλάκωναν τά μάγουλα.
- Γιά νά πάω στόν Βασίλη, γιέ μου, τόν ἄκουσε νά λέει, πρέπει νά πάω μέ μιά πρόσκληση καί δέν ξέρω πῶς θά τό πάρεις ἐσύ πού εἶσαι πιά μεγάλος.
- Ἐγώ, πατέρα μου, θά σέ βοηθήσω νά τήν ἑτοιμάσεις, τόν ἔβγαλε ἀπό τή δύσκολη θέση ὁ Νῖκος. Πές μου ἡμέρα, ὥρα καί ἐκκλησία καί ἐγώ θά τή γράψω στόν ὑπολογιστή.
Ἀγκάλιασε τόν πατέρα του ὁ Νῖκος καί ὕστερα ἔτρεξε νά ἑτοιμάσει τό προσκλητήριο.
Τό χιόνι πού ἔπεσε πυκνό εἶχε σβήσει τά βήματα τῆς γιαγιᾶς καί τοῦ παπποῦ μά ἐκεῖνα τά ἄλλα, τά πολλά πού ὁδηγοῦσαν στό σπίτι τοῦ θείου Βασίλη δέν κατάφερε νά τά σκεπάσει. Ἔμειναν ἐκεῖ ὥς τό πρωί γιά νά μαρτυροῦν ὅτι ἄνοιξε καί πάλι ὁ δρόμος καί πώς τά δυό πανόμοια σπίτια μποροῦσαν πιά νά ἐκπληρώνουν τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο κτίστηκαν: Νά εἶναι ὁ Βασίλης δίπλα στόν Σωτήρη καί ὁ Σωτήρης δίπλα στό Βασίλη.
Ἑλἐνη Βασιλείου
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 28-29
Οἱ κοινωνίες τοῦ λεγόμενου Δυτικοῦ Κόσμου χαρακτηρίζονται ἐκτός τῶν ἄλλων ἀπό τήν ὑπερβολή σέ πολλές ἐκδηλώσεις τῆς καθημερινότητας. Ὅταν μάλιστα οἱ συνέπειες αὐτῶν τῶν ἐκδηλώσεων ἀφοροῦν στό πιό εὐαίσθητο τμῆμα τῆς κοινωνίας, πού εἶναι τά παιδιά, τότε οἱ εὐθύνες τῶν ἐνηλίκων εἶναι ἀπροσμέτρητες. Ἕνα ἀπό τά θέματα-προβλήματα τό ὁποῖο ἀπασχολεῖ τούς εἰδικούς -παιδαγωγούς, ψυχολόγους καί παιδοψυχιάτρους- εἶναι τό εἶδος, ἡ ποιότητα καί ἡ ποσότητα τῶν παιχνιδιῶν πού ἔχει στή διάθεσή του τό σημερινό παιδί. Οἱ στατιστικές τῶν τριῶν τελευταίων ἐτῶν δίνουν ἀξιόλογες καί διαφωτιστικές πληροφορίες. Στό Ἡνωμένο Βασίλειο (Ἀγγλία), μεταξύ Ἰουλίου τοῦ 2013 καί Ἰανουαρίου τοῦ 2014, μόνο τό Ebay στήν κατηγορία παιδικῶν παιχνιδιῶν πουλοῦσε ἡμερησίως 12.623 (ἤ ἑπτά φιγοῦρες ἀνά δευτερόλεπτο) Pocemon, Χάρυ Πότερ κτλ. Παγκοσμίως ἡ δαπάνη γιά τήν ἀγορά παιδικῶν παιχνιδιῶν τό 2013 ἀνῆλθε στά 78,31 δισεκατομμύρια δολάρια. Γιά κάθε παιδί ἡ ἐτήσια δαπάνη σέ δολάρια γιά τό ἴδιο ἔτος ἦταν γιά τήν Αὐστραλία 448, Ἡν. Βασίλειο 438, Η.Π.Α. 371, Γαλλία 358. Γιά τήν πατρίδα μας, παρόλη τήν οἰκονομική της κρίση, ἡ ἀγορά τῶν παιδικῶν παιχνιδιῶν κατά τό 2014 ἔκλεισε μέ ἄνοδο πωλήσεων 7%.
Εἶναι ἀναγκαῖα τόσα πολλά παιχνίδια γιά τά παιδιά μας; Γιατί πρέπει νά βομβαρδίζονται κυριολεκτικά μέ τόση πληθώρα παιχνιδιῶν; Ὁ ψυχολόγος καί συγγραφέας Oliver James δηλώνει: «Τά παιδιά δέν χρειάζονται μία τεράστια συλλογή παιχνιδιῶν. Τά περισσότερα παιδιά χρειάζονται ἕνα ἀρκουδάκι ὡς ἀντικείμενο μετάβασης, πού τό παίρνουν παντοῦ. Κάθε ἄλλο εἶναι γέννημα κοινωνικοῦ θέλω».
Ἡ δήλωση αὐτή δέν πρέπει νά ἀγνοηθεῖ, ὅπως καί τά συμπεράσματα στά ὁποῖα κατέληξαν οἱ Γερμανοί R.Strick καί E. Schubert, ὑπεύθυνοι Δημόσιας Ὑγείας. Ὕστερα ἀπό ἐφαρμογή σχετικοῦ προγράμματος γιά διάστημα τριῶν μηνῶν σέ νηπιαγωγεῖο ὅπου ἀπουσίαζαν παντελῶς τά παιχνίδια, διαπιστώθηκε ὅτι τά παιχνίδια δέν εἶναι ἀπαραίτητα γιά νά παίζουν τά παιδιά δημιουργικά καί νά νιώθουν εὐτυχισμένα.
Στή σύγχρονη ὅμως πραγματικότητα καί οἱ δύο γονεῖς ἐργάζονται καί εἶναι ὑποχρεωμένοι νά βρίσκονται πολλές ὧρες μακριά ἀπό τό σπίτι καί τά παιδιά τους. Γι᾽ αὐτό, ἰδίως οἱ μητέρες, προσπαθοῦν νά κατασιγάσουν τίς ἐνοχές τους μέ τό νά ὑπερφορτώνουν τά παιδιά τους μέ πληθώρα παιχνιδιῶν, τά ὁποῖα εἶναι πολλές φορές ἐντελῶς ἀκατάλληλα. Ἔτσι, τά πολλά παιχνίδια προξενοῦν πληθώρα ἀρνητικῶν ἐπιπτώσεων στά παιδιά.
•Τά ἀποτρέπουν ἀπό τό νά παίζουν μέ ἀντικείμενα καθημερινῆς χρήσης. Εἶναι ἕνας ἀπό τούς καλύτερους τρόπους γιά νά ἀναπτύξουν τό δημιουργικό δυναμικό τους.
•Πολλά παιχνίδια ἔχουν ἤδη προκαθορισμένα χαρακτηριστικά καί δέν μποροῦν νά ἐπέμβουν τά παιδιά γιά νά τά ἀλλάξουν.
•Μπορεῖ νά «χαλάσουν» τά παιδιά. Δίνοντάς τους ἀπεριόριστα παιχνίδια, τά ἐθίζουμε «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» στήν πλεονεξία μέ ἀνυπολόγιστες συνέπειες γιά τήν ἐξέλιξη τοῦ χαρακτήρα τους καί τή στάση τους ἀπέναντι στά ὑλικά ἀγαθά καί στίς ἀξίες τῆς ζωῆς.
•Πάρα πολλά παιχνίδια μπορεῖ νά ὁδηγήσουν σέ αἰσθητηριακή ὑπερφόρτωση. Στά μάτια ἑνός βρέφους ἤ μικροῦ παιδιοῦ τά πάντα εἶναι καινούργια. Μία ἐπίσκεψη σ᾽ ἕνα κατάστημα παιχνιδιῶν μπορεῖ νά τό κουράσει, διότι εἶναι μία ἀτέρμονη ροή νέων πραγμάτων. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν πληθώρα τῶν παιχνιδιῶν στό παιδικό δωμάτιό του.
•Λιγότερα παιχνίδια ὁδηγοῦν τά ἀδέρφια σέ μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ τους. Ἀναγκάζονται νά συνεργασθοῦν καί νά μοιρασθοῦν τόν χρόνο χρήσης τοῦ παιχνιδιοῦ, πράγμα πού δέν θά τό ἔκαναν ποτέ ἄν τό καθένα εἶχε τό δικό του παιχνίδι. Ἀναπτύσσουν διαπροσωπικές σχέσεις, δημιουργοῦν φιλίες. Στά παιδιά πού μεγαλώνουν ἔτσι, ὑπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα ἀκαδημαϊκῆς ἐπιτυχίας καί ὁμαλῆς κοινωνικῆς προσαρμογῆς κατά τήν ἐνηλικίωση.
Φυσικά, εἶναι σημαντικό γιά τά παιδιά νά ἔχουν καί τά δικά τους ἰδιαίτερα παιχνίδια. Ἐνθαρρύνουμε ὅμως καί τό μοντέλο τῆς σειρᾶς στή χρήση τοῦ παιχνιδιοῦ καί ὄχι τῆς νοοτροπίας «αὐτό εἶναι δικό μου καί αὐτό εἶναι δικό σου».
•Λιγότερα παιχνίδια συντελοῦν στήν ἄσκηση καλύτερης φροντίδας καί προσοχῆς γιά μεγαλύτερη διάρκεια τῶν παιχνιδιῶν. Συνήθειες πού θά χαρακτηρίζουν τό παιδί καί στήν ὑπόλοιπη ζωή του.
•Λιγότερα παιχνίδια σημαίνει ἀναζήτηση τῆς χαρᾶς σέ μή ὑλικά πράγματα ἤ σέ ἐμπειρίες. Προσανατολίζονται ἔτσι τά παιδιά στήν ἀνάγνωση βιβλίων, γενικότερα στήν τέχνη: ζωγραφική, μουσική, δημιουργική γραφή.
Ἐπιβράβευση τῶν παιδιῶν μέ παιχνίδια γιά κάποια ἐπιτυχία τους, γιά σωστή συμπεριφορά ἤ γιά καλές τους πράξεις μπορεῖ νά στείλει τό μήνυμα ὅτι ἡ ἱκανοποίηση βρίσκεται μόνο σέ ὑλικά πράγματα. Οἱ ἀμοιβές ἐκ μέρους τῶν γονέων πρός τά παιδιά τους δέν συνεπάγονται ὁπωσδήποτε μία ἐπίσκεψη σ᾽ ἕνα κατάστημα παιδικῶν παιχνιδιῶν. Μία ζεστή ἀγκαλιά, ἕνας ἁπλός ἔπαινος, ἕνας περίπατος, ἕνα κατάλληλο βιβλίο εἶναι πολύ προτιμότερες ἀμοιβές. Ὅταν δέν τονίζονται τά παιχνίδια ὡς ἡ ἀπόλυτη ἀνταμοιβή, τά παιδιά μποροῦν νά ἀνακαλύψουν τίς ἀξίες της σέ ἄλλα πεδία καί νά τίς ἐνστερνισθοῦν.
Ὁ Kim John Payne, συγγραφέας καί σύμβουλος ἐκπαίδευσης, τονίζει: «Ὅταν ἔχεις λιγότερα παιχνίδια- καί τό ἔχω δεῖ ἐπανειλημμένως- τά πράγματα πού ἔχεις πρέπει νά μεταμορφώνονται ἀπό κάτι σέ κάτι ἄλλο κι ὕστερα σέ κάτι ἄλλο». Καί συνεχίζει: «Τά παιδιά πρέπει νά εἶναι δημιουργικά, ὅταν παίζουν, καί νά συνεργάζονται δημιουργώντας. Ἔτσι ἔχεις παιδιά πού παίζουν πολύ καλύτερα μαζί καί δέν χρειάζονται τήν τηλεόραση ὡς babysitter».
Ἀθαν. Ἀστ. Γκάτζιος
Τό αἴτημα τῆς δικαιοσύνης εἶναι διαχρονικό καί πανανθρώπινο. Ποτέ ὅμως μέχρι σήμερα δέν κατέστη δυνατόν νά ἐπικρατήσει δικαιοσύνη στίς ἀνθρώπινες κοινωνίες. Κατά καιρούς βίαιες καί αἱματηρές ἐπαναστάσεις ξέσπασαν μέ αἴτημα τήν ἀνατροπή τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας. Μάταιες οἱ θυσίες! Οἱ κοινωνίες ἁπλῶς ἄλλαξαν δυνάστες.
Ἀκόμη καί οἱ «χριστιανικές» κοινωνίες ἐκδηλώνουν ἔντονα τά σημάδια παρακμῆς καί βαθειᾶς σήψης.
Ὑπῆρξε ἱστορικό λάθος νά ὀνομασθοῦν οἱ κοινωνίες, στίς ὁποῖες ἐπικράτησε ἡ πίστη στόν Χριστό, χριστιανικές. Ἡ ὁμολογία πίστεως καί ἡ Βάπτιση δέν ἀρκοῦν. Ἡ Ἐκκλησία διασώζει τήν ἀλήθεια, ἀλλά αὐτή σήμερα ἀγνοεῖται ἀπό τούς πλείστους βαπτισμένους χριστιανούς καί μή.
Πρώτη προϋπόθεση γιά τήν ἐπικράτηση τῆς δικαιοσύνης εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ὄχι βέβαια μέ τήν ἔννοια τοῦ τρόμου, ὅπως περιπαικτικά ἀρκετοί ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας ἑρμηνεύουν. Φόβος Θεοῦ σημαίνει σεβασμός τοῦ θελήματός του καί διαρκής προσπάθεια, ὥστε αὐτό νά πραγματώνεται στήν προσωπική ζωή τοῦ πιστοῦ. Ὅσοι ἀντιστρατεύονται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔχει ἀποκαλυφθεῖ διά τοῦ Εὐαγγελίου του, ὁμιλοῦν καί γράφουν γιά φυσικό δίκαιο, γιά πανανθρώπινα ἰδανικά καί ἄλλα αἴολα καί μετέωρα. «Χωρίς Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται», ἔγραψε ὁ πιστός Ντοστογιέφσκυ. Καί τόν δικαιώνει ὁ ὑλιστής Καμύ, πού συμπλήρωσε: «Νοεῖται δικαιοσύνη χωρίς Θεό;». Νά ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ὅλες οἱ ὥς τώρα κοινωνικές ἐπαναστάσεις ἀπέτυχαν κατά τρόπο τραγικό. Βέβαια, τίθεται καί τό ἐρώτημα: Μήπως δέν ἀπέτυχε καί ὁ χριστιανισμός;
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ἀποτελοῦν φωτεινά παραδείγματα λόγῳ καί ἔργῳ ἀγωνιστῶν ὑπέρ τῆς δικαιοσύνης. Μέ θαυμαστή ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔκαναν πράξη τήν εὐαγγελική διδασκαλία. Ἦσαν πλούσιοι στή νιότη τους καί θά μποροῦσαν νά ἐπαυξήσουν τήν περιουσία τους. Ὄχι μόνο δέν παρέμειναν πλούσιοι, ἀλλά ἐξέπεσαν στήν ἔσχατη φτώχεια, παραιτηθέντες ἀπό τό δικαίωμα τῆς ἰδιοκτησίας. Γιατί παραιτήθηκαν; Ἐπειδή ἔτρεμαν τόν Θεό; Προφανῶς ὄχι. Τόν Θεό τόν ἀγαποῦσαν καί «ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον» (Α´ Ἰω 4,18). Γι’ αὐτό καί δέν φοβοῦνταν τούς κοσμικούς ἄρχοντες. Ἀπειλήθηκαν, διώχθηκαν ἤ ἐξορίστηκαν. Παρέμειναν ἄκαμπτοι. Ὅλος τους ὁ βίος μία διαρκής στηλίτευση τῆς ἀπληστίας τῶν πλουσίων καί προάσπιση τῶν φτωχῶν καί καταφρονεμένων. Παραθέτουμε χαρακτηριστικά ἀποσπάσματα ἀπό ὁμιλίες τους:
«Ὥς πότε θά ’ναι παντοδύναμο τό χρυσάφι, τῶν ψυχῶν ἡ ἀγχόνη, τῆς ἁμαρτίας τό δόλωμα; Ὥς πότε θά κυβερνάει ὁ πλοῦτος, ἡ αἰτία τοῦ πολέμου, γιά τόν ὁποῖο κατασκευάζονται ὅπλα, γιά τόν ὁποῖο ἀκονίζονται ξίφη; Ἐξαιτίας τοῦ πλούτου συγγενεῖς λησμονοῦν τούς φυσικούς δεσμούς τῆς συγγένειας, ἀκόμη καί ἀδελφοί ἀλληλοϋποβλέπονται μέ φονικές διαθέσεις. Χάριν τοῦ πλούτου οἱ ἐρημιές τρέφουν τούς ληστές, ἡ θάλασσα τούς πειρατές καί οἱ πόλεις τούς συκοφάντες. Ποιός εἶναι ὁ πατέρας τῆς ψευτιᾶς; Ποιός ὁ δημιουργός τῆς πλαστογραφίας; Ποιός ὁ γεννήτορας τῆς ἐπιορκίας; Δέν εἶναι ὁ πλοῦτος, δέν εἶναι ἡ ἀγωνιώδης μέριμνα γιά τήν ἀπόκτησή του;... Ἄν θέλεις νά εἶσαι τέλειος, πούλησε τά ὑπάρχοντά σου καί μοίρασε τά χρήματα στούς φτωχούς» (Μ. Βασιλείου, Πρὸς πλουτοῦντας).
«Ὅταν οἱ κάτοχοι (τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν) πλεονεκτοῦν καί ἁρπάζουν, θά τούς ἀποκαλέσουμε ἀγαθούς;... Εἶναι ὀλέθριο τό πάθος τῆς πλουτομανίας καί δέν εἶναι μέ κανένα τρόπο δυνατό νά πλουτεῖ κάποιος χωρίς νά ἀδικεῖ... Τί, λοιπόν, θά ἀντείπει κάποιος, μέ ἄδικα μέσα θά πλουτίσει ἄν κληρονομήσει τόν πλοῦτο τοῦ πατέρα του; Τά προϊόντα τῆς ἀδικίας κληρονόμησε. Διότι δέν ἦταν βέβαια πλούσιος ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀδάμ ὁ πρόγονός του» (Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁ πλοῦτος καρπὸς πλεονεξίας καὶ ἁρπαγῆς).
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, τούς ὁποίους σήμερα προκλητικά περιφρονοῦμε στόν χῶρο τῆς ὑποβαθμισμένης κάκιστης ἐκπαίδευσής μας, δέν μᾶς προκαλοῦν μόνο λόγῳ τοῦ εὔρους τῶν γνώσεών τους. Μᾶς προκαλοῦν λόγῳ τῆς ὑπέρβασης ὅλων ἐκείνων πού θεωροῦμε σημαντικά -πλοῦτο, τιμές, ἀξιώματα, ἡδονές- καί παθιαζόμαστε γιά τήν ἀπόκτησή τους. Αὐτοί καί ὅλο τό νέφος τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μαρτυροῦν κατά τρόπο ἀναμφισβήτητο ὅτι ὁ Χριστός δέν εὐαγγελίστηκε οὐτοπία. Ἐμεῖς εἴμαστε τιποτένιοι. Καί ὅσο εἴμαστε τιποτένιοι, τόσο θά αἰσθανόμαστε τήν ὀδύνη νά ἐπιβιώνουμε σέ κοινωνία ἀπό τήν ὁποία ἔχουν φυγαδευτεῖ τά ὁράματα καί τά ἰδανικά. Αὐτά εἶναι οἱ οὐτοπίες, μέ τίς ὁποῖες δημαγωγοί ἤ φαντασι- όπληκτοι πλημμύρισαν τίς μεταχριστιανικές κοινωνίες, πού ἔχουν πραγματοποιήσει τή μεταφυσική ἐξέγερση. Οἱ λαοί πού ἀρνοῦνται νά ὑποταγοῦν στό θέλημα τοῦ Θεοῦ θά κυβερνοῦνται ἀπό τυράννους καί θά καυχῶνται γιά τήν ἐλευθερία τους, δοῦλοι ὄντες σέ πάθη ἀτιμίας.
Ἀπ. Παπαδημητρίου
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 10-11
Τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀξιώνει νά γιορτάσουμε μία ἀκόμη Πρωτοχρονιά στήν ζωή μας. Ἕνας χρόνος φεύγει καί ἕνας καινούργιος ἀνατέλλει. Στό μεταίχμιο αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς, ταξιδιῶτες ἐμεῖς στό express τῶν καιρῶν καί τῶν χρόνων, ἐπιβάλλεται νά κάνουμε μέ τόν ἑαυτό μας ἕναν ἀπολογισμό. Πῶς ἀξιοποιήσαμε τό ἔτος πού ἀφήσαμε πίσω μας; Πολλαπλασιάσαμε τό τάλαντο πού μᾶς δόθηκε; Τά ἔργα μας τί μαρτυροῦν; Ἐργασθήκαμε μέ ζῆλο γιά τόν πνευματικό μας καταρτισμό ἤ παραδοθήκαμε στίς μέριμνες καί στά θέλγητρα τοῦ κόσμου τούτου; Διότι αὐτό εἶναι τό κρίσιμο ἐρώτημα. Ὁ Κύριος μᾶς χαρίζει τόν χρόνο γιά τόν ἁγιασμό μας. Τό πρώτιστο, λοιπόν, χρέος μας εἶναι νά ἀξιοποιοῦμε τό δῶρο αὐτό τῆς ἀγάπης Του μέ συνέπεια.
Ὡστόσο τώρα, στήν ἀρχή τῆς καινούργιας χρονιᾶς, ἀπαιτεῖται ὄχι μόνον ἀπολογισμός γιά ὅσα ἔγιναν ἤ ὄχι, ἀλλά καί στέρεη ἀπόφαση γιά ἀνανέωση τῆς προσπάθειάς μας. Παραλείψαμε πολλά. Πολλές φορές συμβιβασθήκαμε μέ τόν παλαιό ἄνθρωπο πού κουβαλᾶμε μέσα μας. Ὁ πνευματικός μας ἀγώνας ἦταν ὄχι σπάνια ἀσθενικός. Ὅμως ὁ πανάγαθος Θεός ἀνοίγει μπροστά μας ἕνα νέο ὁρίζοντα. Τίποτε τό θετικό δέν χάθηκε καί τίποτε δέν τελείωσε ὁριστικά. Ἀκόμη κι ἄν ὁ ἀπολογισμός μας ἔχει τελικά ἀρνητικό πρόσημο, μᾶς χαρίζεται μιά καινούργια εὐκαιρία. Ἀνανέωση λοιπόν. Ἀνανέωση παντοῦ. Καί ἰδίως ἀνανέωση σέ τρεῖς κρίσιμες πτυχές τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς: στήν μετάνοιά μας, στήν σχέση μας μέ τήν προσευχή καί τήν λατρεία καί στήν σχέση μας μέ τήν ἁγία Γραφή.
Ὁ πρῶτος στόχος, ἡ ἀνανέωση τῆς μετάνοιάς μας, εἶναι κομβικῆς σημασίας. Μετάνοια θά πεῖ ἀλλαγή νοῦ, δηλαδή φρονήματος, τρόπου σκέψης. Ἡ ἁμαρτία μᾶς σπιλώνει καθημερινά. Ὁ μισάνθρωπος διάβολος ἐπιδιώκει νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν Κύριο μέ κάθε τρόπο. Τό πιό ἐπικίνδυνο πού μπορεῖ νά συμβεῖ στήν πάλη μας αὐτή δέν εἶναι τόσο τό νά ἁμαρτήσουμε, ὅσο τό νά ἀλλοιωθεῖ τό φρόνημά μας. Νά ἀρχίσουμε νά ἀμνηστεύουμε ἤ ἔστω νά ἀμελοῦμε γιά τίς πτώσεις μας. Καί εἶναι πολύ ἐπικίνδυνη αὐτή ἡ ἐξέλιξη διότι, ἄν δέν προσέξουμε, δέν θά ὑπάρχει πλέον γιά μᾶς δρόμος ἐπιστροφῆς. Ἡ ἁμαρτία θά γίνει καθεστώς. Καί ἐδῶ εἶναι σημαντικό νά τονισθεῖ αὐτό πού ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ὅτι αὐτή ἡ κατάσταση ἔχει τήν ἀρχή της στόν τρόπο πού ἀντιμετωπίζουμε τίς δῆθεν μικρές ἁμαρτίες. Λέμε «καί τί πειράζει αὐτό;» καί τίς δικαιολογοῦμε. Ἔτσι ὅμως οἰκοδομοῦμε τήν φυλακή μας μέ τά ἴδια μας τά χέρια. Χρειάζεται, λοιπόν, νά ἀνανεώνουμε τήν μετάνοιά μας μέ ζῆλο.
Τήν ἴδια βαρύτητα πρέπει νά δείξουμε καί στό ζήτημα τῆς προσευχῆς καί τῆς λατρείας. Ὁ χριστιανός εἶναι πάντοτε προσευχόμενος. Μέ τήν προσευχή του μιλάει, ὑμνεῖ καί συναναστρέφεται μέ τόν ἅγιο Θεό. Ἄς κάνουμε ὅμως ἕναν ἔλεγχο: Ἔχει βάθος ἡ προσευχή μας; Ἀγγίζει τήν καρδιά μας; Προέρχεται ἀπό καρδιά καθαρή; Ἤ εἶναι μιά ἐξωτερική ἐκδήλωση, τελετές καί λόγια κενά περιεχομένου; Ἄς διαβάσουμε καί πάλι μέ ἐπίγνωση τό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ προφήτη Ἠσαΐα• «τίς νουμηνίες καί τίς γιορτές σας τίς μισεῖ ἡ ψυχή μου… Ὅταν ἁπλώσετε τά χέρια σας σέ μένα, θά ἀποστρέψω τά μάτια μου ἀπό σᾶς, καί ἄν πληθύνετε τήν δέησή σας, δέν θά σᾶς εἰσακούσω· διότι τά χέρια σας εἶναι γεμάτα αἷμα. Λουσθεῖτε καί καθαρισθεῖτε, ξεπλύνετε τίς ψυχές σας ἀπό τίς πονηρίες σας ἀπέναντι στά μάτια μου, καί πάψτε τά πονηρά σας ἔργα» (1,14-16). Δηλαδή, ὁ Κύριος ἀποστρέφεται τήν λατρεία πού τοῦ προσφέρεται ἀπό ἀκάθαρτα χέρια. Καί ἀλλοῦ• «Καί εἶπε ὁ Κύριος· Ὁ λαός αὐτός μέ πλησιάζει μέ τό στόμα του καί μέ τιμοῦν μέ τά χείλη τους, ἐνῶ ἡ καρδιά τους ἀπέχει πολύ ἀπό μένα» (Ἠσ 29,13). Τά χωρία αὐτά μᾶς ζυγίζουν. Ὑποδεικνύουν ποῦ πάσχουμε. Ὅπως ἐπίσης ὑποδεικνύουν καί τόν δρόμο τῆς διόρθωσης καί τῆς ἀνανέωσης.
Τρίτος ἐξίσου σημαντικός στόχος εἶναι ἡ ἀνανέωση τῆς σχέσης μας μέ τήν ἁγία Γραφή. Ἄν μέ τήν προσευχή ἀπευ- θυνόμαστε καί μιλοῦμε στόν Θεό σάν παιδιά του, μέ τήν Βίβλο μιλάει ἐκεῖνος σέ μᾶς σάν πατέρας. Ἡ ἁγία Γραφή εἶναι ὁ λόγος του, εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ἁγίου θελήματός του. Καί δέν ὑπάρχει ἰσχυρότερος καί ἀσφαλέστερος τρόπος νά συνδεθοῦμε μέ τόν Κύριο ἀπό τήν μελέτη της. Αὐτός πού μέ πόθο μελετᾶ τήν Βίβλο «ἡμέρας καὶ νυκτός» μοιάζει, λέει ὁ θεόπνευστος ψαλμωδός, μέ τό δέντρο πού εἶναι φυτευμένο «παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων» (Ψα 1,3) καί τό ὁποῖο στόν κατάλληλο καιρό θά καρποφορήσει. Οἱ ἄλλοι, ὅσοι ἀδιαφοροῦν γι’ αὐτό τό ὑπέροχο δῶρο τοῦ Θεοῦ ἤ τό ἀντικαθιστοῦν μέ «ἐντάλματα ἀνθρώπων καὶ διδασκαλίας» (Ἠσ 29,13), εἶναι ἀσεβεῖς, εἶναι σάν τό χνούδι πού τό «ἐκρίπτει ὁ ἄνεμος ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς» (Ψα 1,4). Καί πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος τονίζει ὅτι ὅλα τά κακά προέρχονται ἀπό τήν ἄγνοια τῶν Γραφῶν. Τί θέση λοιπόν ἔχει ἡ Βίβλος στήν ζωή μας; Διαβάζουμε καθημερινά πλῆθος κειμένων μέ ποικίλες πληροφορίες. Βρίσκουμε χρόνο νά ἐγκύψουμε καί στό βιβλίο τῆς ζωῆς; Ἤ μᾶλλον εἶναι ἡ ἁγία Γραφή τό κέντρο καί ὁ ἄξονας τῆς ζωῆς μας;
Νά λοιπόν τρία θέματα πού ἀπαιτοῦν τήν προσοχή μας καί τήν ὁλόψυχη μέριμνά μας. Γιά νά ἔχουμε καί τήν καινούργια χρονιά καί σέ ὅλη μας τήν ζωή τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 4-5
Στήν ἀρχή τοῦ ἔτους, 6 Ἰανουαρίου, δεσπόζει ἡ δεσποτική ἑορτή τῶν Θεοφανίων. Ἡ σπουδαιότητά της εἶναι ἐξαιρετικά μεγάλη. Σύμφωνα μέ ἱστορικές μαρτυρίες, ἀποτελεῖ μετά τό Πάσχα τήν ἀρχαιότερη χριστιανική ἑορτή. Ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία ἀποδίδει τό μεγαλεῖο τοῦ γεγονότος μέ ὑψηλούς συμβολισμούς σέ κάθε λεπτομέρεια τῆς εἰκόνας.
Τό κυρίαρχο φυσικό στοιχεῖο στήν εἰκόνα εἶναι ἀναμφίβολα τό νερό: ὁ Ἰορδάνης ποταμός μέ τούς κυματισμούς του, ἴσως καί λίγα ψάρια.
Σέ κάποιες ἁγιογραφίες ὁ βαπτιζόμενος Κύριος πατᾶ ἐπάνω σέ δύο πλάκες κι ἀπό κάτω διακρίνονται φίδια. Ἡ στάση του αὐτή σέ συνδυασμό μέ τά βραχώδη ὄρη δεξιά καί ἀριστερά συμβολίζει τήν προκάθοδο τοῦ Κυρίου στόν Ἅδη, σ’ ἕνα σκοτεινό σπήλαιο, σ’ ἕναν ὑγρό τάφο ὅπου Τόν βλέπουμε Νικητή νά συντρίβει «τὰς κεφαλὰς τῶν δρακόντων». Τό νερό ἀλλάζει πιά σημασία καί ἀπό πηγή θανάτου τοῦ παλαιοδιαθηκικοῦ κατακλυσμοῦ μεταβάλλεται τώρα μέ τή Βάπτιση τοῦ Κυρίου σέ πηγή ζωῆς, γίνεται ἁγιασμός.
Ἡ μορφή τοῦ Κυρίου κυριαρχεῖ στό κέντρο τῆς εἰκόνας. Τόν βλέπουμε ὄρθιο πάνω ἀπό τά νερά τοῦ ποταμοῦ. Σπάνια κάποια κύματα φαίνεται νά ἀγγίζουν τό σῶμα του, πού εἰκονίζεται μέ τό ἕνα πόδι μπροστά. Αὐτός ὁ ἀπεικονιζόμενος βηματισμός κρύβει μέσα του βαθειά θεολογία. Ὁ Κύριος περπατᾶ, βαδίζει ἑκούσια πρός τή Βάπτιση. Ὁ ἁγιογράφος ἀποδίδει μ’ αὐτή τήν κίνηση τήν ὑπέρτατη πρωτοβουλία τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλά καί τό πόσο ἐπείγεται νά ἁγιάσει τά ὕδατα καί τελικά τόν ἄνθρωπο. Μέ τό ἕνα χέρι ἤ κάποτε καί μέ τά δύο εὐλογεῖ τά νερά τοῦ ποταμοῦ. Ὁ Κύριος εἰσέρχεται στόν Ἰορδάνη γυμνός, μειώνοντας ἀκόμη περισσότερο τή δόξα Του. Ὁ ἴδιος ντύνεται τήν ἀδαμική γυμνότητα γιά νά χαρίσει στόν ἄνθρωπο ἔνδυμα αἰώνιας δόξας.
Πάνω ἀπό τόν Χριστό διακρίνουμε τό ἅγιο Πνεῦμα «ἐν εἴδει περιστερᾶς». Τό περιστέρι συνήθως βρίσκεται μέσα σ’ ἕνα φωτεινό κύκλο περιγεγραμμένο ὁλόγυρα ἀπό τέσσερις ἀκτίνες. Ἡ μεγαλύτερη ξεκινᾶ ἀπό τόν οὐρανό καί καταλήγει στή σκυμμένη κεφαλή τοῦ Κυρίου. Στόν οὐρανό ὑπάρχει ἕνα φωτεινό ἡμικύκλιο πού συμβολίζει τό ἄνοιγμα τῶν οὐρανῶν καί ἐνίοτε ἁγιογραφεῖται ἕνα χέρι νά εὐλογεῖ, προκειμένου νά σημανθεῖ ἡ παρουσία τοῦ Πατρός. Κατά τή Βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ ἀκούστηκε ξεκάθαρα ἡ φωνή του· «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Μθ 3,17).
Στά ἀριστερά τοῦ Κυρίου ξεχωρίζει ἡ ἀσκητικότατη μορφή τοῦ Προδρόμου. Ὑποκλίνεται μέ σεβασμό ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Τό πρόσωπό του εἶναι λιπόσαρκο καί μελαμψό γιά νά ἀποδοθεῖ ὁ καύσωνας τῆς ἐρήμου. Ὑψώνει συνήθως τό κεφάλι πρός τά ἐπάνω καί βλέπει τό περιστέρι. Βλέπει ὅσα βλέπουν οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι συγκεντρωμένοι στόν ποταμό ἀλλά καί ὅσα δέν βλέπουν. Ἔχει ἁπλωμένο τό δεξί του χέρι στήν κεφαλή τοῦ Κυρίου. Στό πρόσωπό του ἀπεικονίζεται τό δέος, ὁ τρόμος γιά τή χειροθέτηση τοῦ Δεσπότη. Εἶναι ὁ μάρτυρας τῆς ὑποταγῆς, τῆς κενώσεως τοῦ Κυρίου. Τό ἄλλο χέρι ἀνοιχτό δηλώνει ἀποδοχή καί ταυτόχρονα ἡ ἀνοιχτή παλάμη ὑποδηλώνει στάση δέησης. Τά πόδια του εἶναι ἀνοιχτά, βρίσκεται σέ κίνηση. Ὁ Ἅγιος ἔχει στάση πορευομένου, ἀποστελλόμενος στή διακονία τῆς Βάπτισης. Κάτω ἀριστερά στά κλαδιά ἑνός μικροῦ δέντρου εἶναι σφηνωμένη μία ἀξίνα. Αὐτή παραπέμπει στό ἐλεγκτικό κήρυγμα τοῦ βαπτιστῆ: Ἄν τό δένδρο δέ δώσει καρπό, θά κοπεῖ.
Τό δέος λόγῳ τῆς ἄκρας ταπείνωσης τοῦ Κυρίου ἀποτυπώνεται καί στή φύση. Δεξιά καί ἀριστερά ὑψώνονται τά γνωστά βραχώδη ὄρη, ἀνώμαλα καί ἀνισόπεδα. Ἔχουν ὡστόσο μία ἐλαφρά κλίση. Ὑποκλίνονται κι αὐτά στό μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού κατέρχεται τήν κλίμακα τῆς ταπεινώσεως γιά νά σώσει τόν Ἀδάμ.
Στά δεξιά ἀπεικονίζονται κατά κανόνα τέσσερις ἄγγελοι εὐλαβικοί σέ στάση δέησης, πρόθυμοι γιά ἐξυπηρέτηση μέ τά ἱμάτια νά καλύπτουν τά χέρια τους. Εἶναι λειτουργικά πνεύματα, ἀλλά δέν ἔχουν κάποια διακονία, γι’ αὐτό καί τά πόδια τους εἶναι κλειστά σέ ἀντιπαράθεση μέ τόν Ἰωάννη τόν Βαπτιστή πού ἐπιτελεῖ συγκεκριμένη ὑπηρεσία. Περιμένουν νά παραλάβουν τό βαπτισμένο σῶμα τοῦ Κυρίου.
Ἡ εἰκόνα τῆς Βάπτισης μπορεῖ νά σταθεῖ ἐφαλτήριο γιά κάθε πιστό πού θά τήν ἀτενίσει προσεκτικά καί μέ εὐλάβεια. Ξεχειλίζει ἀπό εὐγνωμοσύνη ἡ ψυχή μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού προχωρᾶ, εἰσέρχεται στόν ποταμό σάν ἄνθρωπος ἁπλός, μικραίνει, σκύβει, ταπεινώνεται. Ἐπείγεται νά βαπτιστεῖ, κάνει τά πάντα γιά νά μέ συναντήσει ἐκεῖ στά σκοτεινά βάθη τοῦ Ἅδη πού μέ ἔρριξε ἡ πολλή μου ἁμαρτία· γιά νά μέ λούσει, νά μέ ἁγιάσει, νά μέ φωτίσει, νά μέ ἀναβαπτίσει.
Ἀγγελική Τσιραμπίδου
Φιλόλογος
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 6-7
Τί κρίμα! Μέσα στόν ἀνεμοστρόβιλο τῶν παγκόσμιων ἐξελίξεων κι ἐνῶ ὁ κόσμος χάνεται κάτω ἀπό τά πόδια μας, ἡ ἑλληνική Βουλή ψήφισε νόμο γιά τήν ἐπέκταση τοῦ συμφώνου συμβίωσης καί στά ὁμόφυλα ζευγάρια, κατοχυρώνοντας μάλιστα ὅλα τά δικαιώματα πού ἔχουν ὅσοι συνάπτουν γάμο (κληρονομικά, φορολογικά, δημοσιοϋπαλληλικοῦ δικαίου, προσεχῶς καί υἱοθεσία [;]).
Καταρχάς, ὁ νόμος εἶναι ἀντισυνταγματικός, ἀφοῦ ἀντιτίθεται στό ἄρθρο 21 § 1 τοῦ Συντάγματος, τό ὁποῖο διαλαμβάνει: «Ἡ οἰκογένεια, ὡς θεμέλιο τῆς συντήρησης καί προαγωγῆς τοῦ Ἔθνους, καθώς καί ὁ γάμος, ἡ μητρότητα καί ἡ παιδική ἡλικία τελοῦν ὑπό τήν προστασία τοῦ κράτους». Πῶς συνταιριάζονται αὐτές οἱ ἀν- τινομίες καί πῶς τά παρά φύσιν νομιμοποιοῦνται, εἶναι καί αὐτό σημεῖο τῶν καιρῶν, γιά τό ὁποῖο ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς εἶχε εἰδοποιήσει• «ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί• ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ...διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι,... προπετεῖς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι» (Β΄ Τι 3,1-4).
Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ πανανθρώπινη συνείδηση ἀνά τούς αἰῶνες γνωρίζει ὡς φυσιολογική σεξουαλική συμπεριφορά τίς σχέσεις ἀνάμεσα στόν ἄνδρα καί τή γυναίκα, στό «ἄρσεν καὶ τὸ θῆλυ». Αὐτή εἶναι ἡ ἀνθρώπινη φυσιολογία καί ὀντολογία, ἔτσι ὅρισε ὁ Δημιουργός μας. Καθετί ἄλλο συνιστᾶ ἐκτροπή στό «παρά φύσιν», θωπεία αἰσχρῶν καί ἀτίμων παθῶν, παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ• «βδέλυγμα γάρ ἐστι» (Λε 18,22• 20,13).
Βεβαίως ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σέβεται τήν προσωπική καί ἰδιωτική ζωή κάθε προσώπου. Ἐπιπλέον, πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία πολεμᾶ τήν ἁμαρτία, ὄχι ὅμως τόν ἁμαρτωλό, ὅπως ὁ γιατρός πολεμᾶ τήν ἀρρώστια, ὄχι ὅμως τόν ἄρρωστο, τόν ὁποῖο φροντίζει καί περιθάλπει. Ἐκείνη, πού εἶναι τό ἰατρεῖο τῶν ψυχικῶν καί σωματικῶν παθῶν, ἀποστρέφεται τήν ὁμοφυλοφιλία καί ὄχι τόν ὁμοφυλόφιλο. Τόν θεωρεῖ πλάσμα τοῦ Θεοῦ, πού χρειάζεται βοήθεια καί ψυχική θεραπεία• καί εἶναι ἕτοιμη νά τοῦ τήν προσφέρει.
Γιά τήν ἀπενοχοποίηση τοῦ πάθους κάποιοι ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ ὁμοφυλοφιλικές τάσεις εἶναι γενετικά προκαθορισμένες. Ἐπιστημονικές ὅμως ἔρευνες ἀποδεικνύουν ὅτι «μέχρι σήμερα δέν ἔχει βρεθεῖ τό γονίδιο τῆς ὁμοφυλοφιλίας» (Bertrand Vergely). Ὁ ψυχίατρος καί ψυχαναλυτής J.P. Mensior δηλώνει: «Ἡ θεραπευτική μου ἐμπειρία μέ ἐξουσιοδοτεῖ νά βεβαιώσω ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία ἔχει πάντοτε προέλευση ψυχολογική... καί ὄχι γενετική. Τό ἀποδεικνύει μαζικά ἡ κλινική παρατήρηση». Τίς περιβαλλοντικές, κοινωνικές καί προσωπικές ἐπιρροές, πού εὐθύνονται γιά τόν προσανατολισμό αὐτό, ἐκμεταλλεύονται μετ’ ἐπιστήμης οἱ ἐπιτήδειοι καί μέ κάθε τρόπο, ἰδιαιτέρως μάλιστα μέ τίς τόσες τηλεοπτικές σειρές, προωθοῦν τή διάδοση «τοῦ χαλεποῦ καὶ ἀνιάτου νοσήματος», τοῦ «λοιμοῦ τοῦ πάντων λοιμῶν χαλεπωτέρου», ὅπως χαρακτηρίζει τό πάθος ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. Γιά νά ἐξοικειωθοῦν μάλιστα ἀκόμη καί τά παιδιά μέ τήν «ἀλλόκοτον λύσσαν» καί νά «σαπίσουν» ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων, ἔχουν ἐπινοηθεῖ κατευθυνόμενα ἐκπαιδευτικά προγράμματα μέ «ὁμοπαραμύθια» καί πρωταγωνιστές ὁμοφυλόφιλους χαρακτῆρες. Γι’ αὐτό χρειάζεται ἐπαυξημένη ἐπαγρύπνηση ἀπό τούς γονεῖς. «Ἡ συνήθεια αὐτοῦ τοῦ ἐλαττώματος ἀποκτᾶται εὔκολα, καί, ἐάν ἀποκτηθεῖ, δύσκολα θεραπεύεται», τονίζει διακεκριμένος ψυχίατρος.
Ἀδιαμφισβήτητα, μέ τόν ἐν λόγῳ νόμο ἡ οἰκογένεια, πού ἀποτελεῖ τό κύτταρο τῆς κοινωνίας καί δημιουργεῖται μόνο μέ τή συνάφεια ἀνδρός καί γυναικός δέχεται βόμβα στά θεμέλιά της. Ἀλλά καί γιά τήν πατρίδα μας, ἡ ὁποία ἀφανίζεται ἀπό τή δημογραφική συρρίκνωση καί μαστίζεται ἀπό τίς 150.000-200.000 ἐκτρώσεις ἐτησίως, τό λεγόμενο «σύμφωνο συμβίωσης» συνιστᾶ συμφωνία καί ἐρωτοτροπία μέ τόν «κατ’ ἄμφω» θάνατο. Καί καθώς κατρακυλοῦμε «στοῦ Κακοῦ τή σκάλα» καί ἀντιγράφουμε τίς διαστροφές τῶν ἑταίρων, δέν εἶναι ἀπίθανο νά δοῦμε σέ λίγο τή θεσμοθέτηση τῆς παιδοφιλίας (πρβλ. Ὀλλανδία) καί τῆς κτηνοβασίας (πρβλ. Γερμανία) ἀπό φόβο μήπως θεωρηθοῦμε λιγότερο Εὐρωπαῖοι*.
Ἄς μή μᾶς διαφεύγει, ὅμως, ὅτι γιά τέτοια παράβαση τιμωρήθηκαν παραδειγματικά οἱ δύο ἁμαρτωλές πόλεις, τά Σόδομα καί ἡ Γόμορρα. Ἔβρεξε θειάφι καί φωτιά ἀπό τόν οὐρανό καί κατέστρεψε τά πάντα (βλ. Γέ 19,24-25• πρβλ. Λκ 17,29). Ἡ Νεκρά Θάλασσα καλύπτει μέχρι καί σήμερα τήν περιοχή ἐκείνη• οὔτε φυτό φυτρώνει στίς ὄχθες της οὔτε ζῶο ζῆ μέσα της οὔτε πουλί πετάει ἐπάνω της. Ζηλώσαμε προφανῶς τή «δόξα» τῶν Σοδόμων καί τῆς Γομόρρας καί νομοθετοῦμε τέτοιους νόμους; Τί παράνοια μᾶς ἔπιασε! «Φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος» (Ἑβ 10,31).
Κι ἄν αὔριο -κρίμασι οἷς οἶδε Κύριος- ἔχουμε νά ἀντιμετωπίσουμε μία ἀντίθεη καί ἀντίχριστη ἐξουσία, πού θά νομοθετεῖ -ὑπακούοντας στά κελεύσματα τῆς Νέας Ἐποχῆς-, κατά τοῦ Εὐαγγελίου, καί στήν περίπτωση αὐτή οἱ δικές μας ἐπιλογές ὀφείλουν νά εἶναι τέτοιες, ὥστε νά καθιστοῦν ἄχρηστους τούς ἀνίερους καί βδελυρούς νόμους, οἱ ὁποῖοι ἐκπορεύονται ἀπό σκοτεινά κέντρα καί τορπιλίζουν τήν ὑπόσταση τοῦ ἔθνους μας. Ὅσοι βαπτίσθηκαν στό «ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ὅσοι ἐξομολογοῦνται καί κοινωνοῦν Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ, ὅσοι εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας οὔτε θεσπίζουν ἀνήκουστους νόμους οὔτε ἔχουν βοσκηματώδεις ἐπιλογές, τίς ὁποῖες ἀκόμα κι αὐτά τά ἄλογα ζῶα ἀπεχθάνονται. Ἄς μήν τρέφουμε αὐταπάτες. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κατηγορηματικά μᾶς προειδοποιεῖ: «Μὴ πλανᾶσθε• οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι» (Α΄ Κο 6,9).
Εὐδοξία Αὐγουστίνου
Φιλόλογος -Θεολόγος
"Ἀπολύτρωσις¨, Ἰανουάρ. 2016
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, μέ τή γέννηση ἑνός μελλοντικοῦ βασιλιᾶ, ἔχουν τήν ἐντύπωση πώς γεννιέται μέσα στήν πολυτέλεια, στήν καλύτερη μαιευτική κλινική, ἀπό τούς καλύτερους γιατρούς καί μαιευτῆρες τοῦ κόσμου. Ἕνα παιδί πού θά ἀποτελέσει στό μέλλον τήν ἐλπίδα ἑνός καλύτερου αὔριο γιά τή συγκεκριμένη χώρα. Αὐτή εἶναι ἡ εἰκόνα πού ἔχουμε γιά ἕναν βασιλιά. Γιά τόν Βασιλιά τῆς Ἀνάστασης, τῆς Ἐλπίδας καί τῆς Ἀγάπης, τί γνωρίζουμε;
Χιλιάδες χρόνια πρίν, σέ μία μικρή πόλη, σέ αὐτήν πού "δέν εἶναι ἡ μικρότερη ἀνάμεσα στούς ἡγεμόνες τοῦ Ἰούδα, γιατί ἀπό αὐτήν θά ἔρθει ἕνας Κυβερνήτης πού θά ποιμάνει τόν λαό τοῦ Θεοῦ, Ἰσραήλ" (πρόφ. Μιχαίας), τή Βηθλεέμ, γεννήθηκε ὁ Βασιλιάς τῆς Ἐλπίδας γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί τήν αἰώνια ζωή, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Δέν γεννήθηκε, οὔτε στό καλύτερο πανδοχεῖο τῆς περιοχῆς οὔτε σέ κάποια καλή μαιευτική κλινική τῆς ἐποχῆς, ἀλλά σέ ἕναν στάβλο. Εἶναι "ὁ ἀχώρητος παντί". Μέσα σέ αὐτόν τόν στάβλο, γεννήθηκε Αὐτός πού μέ τόση ἀγάπη καί ὑπομονή δίδαξε σέ ὅλους μας τόν θεῖο λόγο. Αὐτός πού μᾶς καθοδήγησε μέ τή διδασκαλία Του καί μᾶς ἔβαλε στό δίλημμα, νά διαλέξουμε ἀνάμεσα στό καλό καί τό κακό, στό ὠφέλιμο καί τό ἀνώφελο. Αὐτός, πού στό τέλος, ἐπωμίστηκε μέ τό Πάθος Του τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Εἶναι, "ὁ αἴρων τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου", καί -στό τέλος- ὁ "ἀναστάς ἐκ τῶν νεκρῶν".
Δυστυχῶς, μέσα στόν σκοτεινό κόσμο πού ζοῦμε, σ' ἕναν κόσμο πού κυριαρχεῖ τό μίσος, ἡ ἀδικία, ἡ διχόνοια, τό κακό συμφέρον, πολλοί ἄνθρωποι, πού δέν φοβοῦνται νά μαρτυροῦν τήν πίστη τους, ἀκόμα προσπαθοῦν νά ψάξουν τό "ἄστρο τῆς Βηθλεέμ". Αὐτό πού θά τούς ὁδηγήσει στόν νεογέννητο Χριστό μας. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τυφλωθεῖ ἀπό τά "καλά καί συμφέροντα" τῆς ὑλικῆς ζωῆς καί δέν μποροῦν νά βροῦν αὐτό τό φῶς. Τό φῶς πού θά τούς ὁδηγήσει στήν Αἰώνια Χαρά, στήν Ἐλπίδα γιά τήν Αἰώνια Ζωή καί στόν "ὁρισμό τῆς Ἀγάπης", τόν Κύριό μας, τῆς ὁποίας τήν ἀληθινή ἔννοια, δέν μπορεῖ κάποιος νά τή βρεῖ στόν κόσμο τοῦ σήμερα, στόν ὁποῖο κυριαρχεῖ ὁ καταναλωτισμός καί ὁ ὑλισμός, βάζοντας τήν πνευματική ἀγάπη στό περιθώριο.
Ὑπάρχει ὅμως καί κάτι χειρότερο. Νά κάνουμε Χριστούγεννα χωρίς Χριστό! Σάν νά μᾶς λέει ὁ Χριστός: "Γιορτάζεις γιά μένα, χωρίς ἐμένα." Εἶναι τόσο τραγικό, ἰδίως στή δύσκολη ἐποχή πού ζοῦμε, νά ἑορτάζουμε τά Χριστούγεννα χωρίς τόν ἴδιο τόν Κύριό μας μέσα στήν καρδιά μας. Αὐτά πού μᾶς ἀπασχολοῦν εἶναι τά ρεβεγιόν, ποῦ θά διασκεδάσουμε, τί δῶρο θά μᾶς φέρει ὁ "Ἁι-Βασίλης"... Καί τό χειρότερο; Ἀπό ἀνθρώπους πού συμμετέχουν στήν ἐνεργή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί στά μυστήριά της καί μάλιστα δηλώνοντας ὅτι εἶναι "ἀφοσιωμένοι χριστιανοί". Θεωροῦν ὅτι τό νά πᾶς Ἐκκλησία τά Χριστούγεννα, εἶναι πλέον κάτι τό ξεπερασμένο, κάτι πού τό ἔκαναν μία φορά κι ἕναν καιρό οἱ ἄνθρωποι πρίν ἀπό αὐτούς. Γιά προσφορά καί ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό τους; Οὔτε λόγος! Χριστούγεννα γι' αὐτούς, εἶναι τό στόλισμα τοῦ δέντρου καί (τό πολύ-πολύ) ἡ προσθήκη μιᾶς καί φάτνης, "ἔτσι γιά τό ἔθιμο". Πέρα ἀπό αὐτό, τίποτε ἄλλο!
"Μήπως ἔχουμε καί ἐμεῖς τήν εὐθύνη αὐτῆς τῆς κατάστασης; Μήπως δέν κάνουμε κάτι σωστά;" Εἶναι μερικά ἀπό τά ἐρωτήματα πού θέτουν οἱ ἀληθινοί πιστοί. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι, ἰδιαίτερα τά τελευταῖα χρόνια, ἡ συστηματική κατήχηση τῶν πιστῶν ἔχει μπεῖ στό περιθώριο, ἀφήνοντάς τους ταυτόχρονα σέ πλήρη ἄγνοια τῶν πραγμάτων τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ συστηματική κατήχηση (κύκλος μελέτης Ἁγ. Γραφῆς, κατηχητικά σχολεῖα, κλπ.) ἔχει μπεῖ στό περιθώριο καί ἀντικαταστάθηκε μέ τό ἁπλό καί ἄτυπο "κυριακάτικο κήρυγμα", χωρίς νά τονίζονται ὅσο πρέπει οἱ ἀλήθειες τῆς πίστης μας. Πολλοί ἄνθρωποι δέν ξέρουν τί πιστεύουν. Δέν ξέρουν τί ζοῦν τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἡ ἄγνοια εἶναι αὐτή πού τούς ὁδηγεῖ μακριά ἀπό τό "ἄστρο τῆς Βηθλεέμ" καί παίρνουν τόν ἄλλο δρόμο. Ἐάν συμβαίνει αὐτό, πῶς θά καταλάβουν τό ἀληθινό νόημα τῶν Χριστουγέννων; Τά δέντρα καί τά λαμπιόνια, τά δῶρα τοῦ "Ἁι-Βασίλη" καί τά ρεβεγιόν, δέν κάνουν τά Χριστούγεννα. Ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ εἶναι τά Χριστούγεννα.
"Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί..." θά ψάλουμε ὅλοι μαζί τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων. Ταυτόχρονα μᾶς δίνεται μία πρόσκληση. Μία πολύ ὄμορφη πρόσκληση: "ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός;". Ἐπίσης, θά "ἀκολουθήσωμεν, λοιπόν, ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ...". Νά ἀκολουθήσουμε τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ, πού θά μᾶς ὁδηγήσει σέ Αὐτόν πού θά ἀποτελέσει στό μέλλον τή Ζωή, τήν Ἀνάσταση καί τήν Ἐλπίδα τοῦ κόσμου γιά τή σωτηρία του, Σέ Αὐτόν πού θά "σπείρει" στίς πεινασμένες ψυχές μας τό "Θεῖο Σιτάρι", τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά Τόν δεχθοῦμε, νά Τόν ἀκούσουμε, νά Τόν νιώσουμε, νά Τόν ἀγαπήσουμε. Ἄς κάνουμε τήν καρδιά μας μία μικρή καί ζεστή φάτνη γιά νά γεννηθεῖ μέσα μας ὁ μικρός Χριστός, ὁ "ἀχώρητος παντί", καί τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ νά εἶναι τό φῶς πού θά φωτίζει τό σκοτεινό μονοπάτι τῆς ζωῆς μας. "Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός, ἀκολουθήσωμεν λοιπόν, ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ...".
Σωτήριος Σαρβάνης
Φοιτητής Θεολογίας ΑΠΘ
Σε μία πολιτισμένη και ευνομούμενη κοινωνία θεωρείται αυτονόητο οι υπεύθυνοι άρχοντές της να νομοθετούν υπέρ του φυσιολογικού και αγαθού και εναντίον του παρά φύσιν και βλαβερού. Η διαχρονικά αναντίρρητη αυτή αρχή ανατρέπεται εκ βάθρων στην περίπτωση του λεγομένου «συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης». Το νομοθέτημα αυτό στην ουσία του δεν είναι τίποτε άλλο από μία υπεραπλουστευμένη καὶ πρὸς τὸ χείρον τείνουσα μορφή του γνωστού νομοθετήματος για τον πολιτικό γάμο, εφ όσον αντιμετωπίζει την συμβίωση με απόλυτη αδιαφορία για τον Θεό, τον δημιουργό του ανθρώπου, αρνείται τον μυστηριακό της χαρακτήρα, ανοίγει τον δρόμο για την αναγνώριση της ομοφυλοφιλίας ως φυσιολογικής σχέσεως και διευκολύνει ακόμη περισσότερο την διάλυση της οικογενείας στην αποδεκτή για αιώνες μορφή της. Παρ’ όλον ότι οι εισηγηταί της δήλωναν πως η ισχύς του εν λόγω νομοθετήματος θα καταστήση τα πρόσωπα που «συμβιώνουν ελευθερα» περισσότερο υπεύθυνα, στην πραγματικότητα αυτό νομιμοποιεί κραυγαλέα την ανευθυνότητα (ο όρος χρησιμοποιείται με την σημασία, που έχει στον καθημερινό λόγο ως ασυνειδησία ή αναξιοπιστία, κατά τον Γ. Μπαμπινιώτη). Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο δημοσιογράφος, η οποία αξιολογοῦσε το προτεινόμενο νομοσχέδιο «θετικά», απευθυνόταν τότε σε όσους ἐπρόκειτο να το αξιοποιήσουν για να τους αναγγείλει: «Συνυπογράφοντας δηλαδή ένα συμβόλαιο με το έτερον ήμισυ δεν θα σας επιβάλει να φορέσετε βέρα και κυρίως θα σας επιτρέπει να δραπετεύσετε όποτε εσείς θελήσετε».
Αναμφίβολα, λοιπόν, η ανευθυνότητα αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό και διακριτικό γνώρισμα της «ελεύθερης συμβίωσης». Αυτό τὸ δηλώνει πρώτα πρώτα το ίδιο το όνομα της. «Ελεύθερη», για όσους την «εβάπτισαν» έτσι, σημαίνει συμβίωση απαλλαγμένη από δεσμεύσεις. Καθένας από τους δύο, που συμμετέχουν στην ιδιόρρυθμη αυτή σχέση, δεν αναλαμβάνει καμμία ουσιαστική και μόνιμη υποχρέωση για τον άλλο. Αυτό το φρόνημα εκφράζουν αρκετοί νέοι της εποχής μας, οι οποίοι συμβιώνουν ελεύθερα και αναβάλλουν συνεχώς την σύναψη γάμου με το γνωστό επιχείρημα: «Είναι νωρίς να δεσμευθώ. Θέλω να ζήσω τη ζωή μου». Αλλά και η φιλοσοφία του γνωστού «Συμφώνου» κινείται στην ίδια γραμμή. Θεμελιώνεται στην βάση ότι οι πολίτες που θα συμβιώνουν ως ζεύγη είναι απαραίτητο να απαλλαχθούν από όλες τις ουσιαστικές δεσμεύσεις μεταξύ τους και να διατηρήσουν μόνον κάποιες τυπικές, αλλά και αυτές με ιδιαίτερη χαλαρότητα.
Είναι κοινά αποδεκτό ότι ανάμεσα στα βασικά και κύρια γνωρίσματα του ανθρωπίνου προσώπου είναι η υπευθυνότητα. Ο κάθε άνθρωπος οφείλει να είναι υπεύθυνος, επειδή είναι πλασμένος «κατ’εικόνα Θεού» και επομένως ελευθερος. Με την κακή όμως χρήση τῆς ἐλευθερίας η υπευθυνότητα μπορεί να μετατραπή σε ανευθυνότητα.
Συστατικό γνώρισμα της ανευθυνότητας αποτελεί η αποφυγή των δεσμεύσεων, ενώ, αντίθετα, συστατικό γνώρισμα της υπευθυνότητας αποτελεί η ανάληψη των δεσμεύσεων. Ο καλός και αγαθός άνθρωπος ως υπεύθυνο πρόσωπο δεσμεύεται απέναντι στο άλλο πρόσωπο και αγωνίζεται με φιλότιμο να ανταποκριθή όσο καλύτερα μπορεί στις δεσμεύσεις του. Αυτή η υπευθυνότητα αποτελεί με την σειρά της γνώρισμα της γνήσιας και αυθεντικής αγάπης. Όποιος αληθινά αγαπά, ξέρει να θυσιάζεται. Και θυσιάζεται, διότι έχει υπευθυνότητα και τηρεί τις δεσμεύσεις του. Αντίθετα, όποιος δεν αγαπά δεν μπορεί και να θυσιασθή. Και δεν μπορεί να θυσιασθή, επειδή δεν είναι υπεύθυνος. Και δεν είναι υπεύθυνος, όταν δεν θέλει να δεσμευθή. Πρόκειται για αυτό ακριβώς που συμβαίνει στην λεγόμενη «ελεύθερη συμβίωση». Αυτήν την συμβίωση, που, σε τελική ανάλυση, σκοτώνει την ίδια την αγάπη στην γνήσια και αυθεντική της μορφή.
Νομίζω πως το τραγικώτερο λάθος του νομοθέτη είναι η μεταφορά της ανευθυνότητας από την χώρα της απαξίας στο βασίλειο των αξιών, και συγχρόνως η απαξίωση της υπευθυνότητας. Αυτό σημαίνει ανατροπή της φυσικής τάξεως, αποδιοργάνωση του ανθρωπίνου προσώπου, κατάργηση των προδιαγραφών, με τις οποίες ο άνθρωπος έχει πλασθή από τον Δημιουργό του, και διαστρέβλωση των προσωπικών ανθρωπίνων σχέσεων. Δεν πρόκειται απλώς για μία λανθασμένη εκτίμηση, αλλά για ριζικὴ ἀλλοίωση τῆς ἀνθρωπίνης φυσιολογίας καὶ καταστροφική επέμβαση στη δομή του ανθρωπίνου προσώπου και των υγιών σχέσεών του με τα άλλα πρόσωπα.
Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτά τα οποία σημειώνονται στην απολογητική έκθεση του Συμφώνου: «Ανεξάρτητα από την αμφισβήτηση περί ηθικώς, κοινωνικώς η νομικώς αποδεκτό, αλλά και από την σκοπιμότητα για την θεσμοποίηση ενώσεων μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου, η διαφορετικότητα των καταστάσεων συνηγορεί για την νομοθετική αντιμετώπισή τους».
Γίνεται, λοιπόν, παραδεκτό από τους ίδιους τους εμπνευστές και πρωτεργάτες του νομοθετήματος ότι υπάρχει σοβαρή και καθολική αμφισβήτηση του μορφώματος, που προκλητικά επεχείρησαν να καλύψουν νομοθετικά. Και ενώ η τεκμηριωμένη αμφισβήτηση παρακάμπτεται χωρίς καμμία ουσιαστική επιχειρηματολογία, η όλη προσπάθεια επιχειρείται να στηριχθή στο επιπόλαιο και ανεδαφικό επιχείρημα ότι η Πολιτεία πρέπει πάντα να προσαρμόζεται στις τρέχουσες αλλαγές και εξελίξεις και να διαμορφώνη ανάλογα τους νόμους και τους κανόνες σε κοινωνικά ζητήματα, όπως αυτά του γάμου και της συμβίωσης, χωρίς καμμία διάκριση αν πρόκειται για εξέλιξη προς το καλό η προς το κακό. Με βάση τη λογική αυτή δεν θα είναι καθόλου παράδοξο στὸ μέλλον η Ελληνική Πολιτεία να νομιμοποιήση την παιδοφιλία (όπως στην Ολλανδία), την κτηνοβασία (όπως στη Γερμανία), ή ακόμη τη νεκροφιλία, την κλοπή και τον φόνο.
Ενα πρώτο ενδεικτικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί η κατάθεση πρός ψήφιση του νομοσχεδίου για την επέκταση του «Συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης» στα ομόφυλα ζευγάρια, με το οποίο ουσιαστικά αναγνωρίζεται επίσημα η διαστροφή της ομοφυλοφιλίας. Η τραγικότητα της υποθέσεως ευρίσκεται στο ότι οι ένθερμοι υποστηρικταί αυτού του νομοσχεδίου πιστεύουν και διαλαλούν ότι η ομοφυλοφιλική δχέση είναι φυσιολογική. Όμως για να «βαπτίσουν» τὴν διαστροφή ως φυσιολογική κατάσταση, θα πρέπη να διαγράψουν την παγκόσμια λαϊκή παράδοση πολλών αιώνων, που θεωρεί την ομοφυλοφιλία διαστροφή, την φιλολογική παράδοση με την ίδια αντίληψη, που αποτυπώνεται στα λεξικά και στις εγκυκλοπαίδειες σχεδόν μέχρι τα τέλη του εικοστού αιώνος, τη νομική παράδοση, που θεωρεί ακόμη κολάσιμες ύβρεις τους σχετικούς με τους ομοφυλοφίλους χαρακτηρισμούς, και την έγκριτη ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης για τα Σόδομα και τη Γομόρα, που επιβεβαιώνεται, εκτός των άλλων, και από την έλλειψη εμβίων όντων στη Νεκρά Θάλασσα. Για τον ίδιο σκοπό είναι επίσης απαραίτητο γι αυτούς, να αθετήσουν τους θεόπνευστους λόγους του αποστόλου Παύλου, σύμφωνα με τους οποίους «αί τε θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις παρά φύσιν, ομοίως δε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες» (Ρωμ. 1,26-27), και να αναζητούν ανύπαρκτα ή προκατασκευασμένα «επιστημονικά» ιατρικά συμπεράσματα, για να στηριχθούν τελικά στις δικές τους αυθαίρετες και εμπαθείς ιδεοληψίες.
Στο ζήτημα που μας απασχολεί παρατηρούνται όντως αλλαγές και εξελίξεις, αλλά σίγουρα προς το χειρότερο καὶ με τραγικά αποτελέσματα. Μία προσεκτική μελέτη είναι πολύ εύκολο να καταδείξη, όπως βεβαιώνουν και σχετικές έρευνες, τη στενή σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη χαλάρωση και εκτροπή των οικογενειακών δεσμών και στα φαινόμενα των αμέτρητων δραμάτων με τα ναρκωτικά, τα εγκλήματα, τις αυτοκτονίες, τα διαζύγια, τις καταθλίψεις, τη σεξουαλική ασυδοσία και τα αφροδίσια νοσήματα, συμπεριλαμβανομένου και του έηντς.
Πολύ εύλογα δερωτώνται οι νουνεχείς: Γιατί άραγε η Ελληνική Πολιτεία αναλαμβάνει να διευκολύνη τον γεμάτο ανευθυνότητα ἄνθρωπο, που επιθυμεί να «δραπετεύση» από την φυσιολογική, ρυθμισμένη από τον Δημιουργό και επιτυχημένη για χιλιετίες συμβίωση, και όχι να υπερασπιστή τον υπεύθυνο, που εγκαταλείπεται, κάποτε και με τα αθώα τέκνα του, χωρίς έλεος; Δεν είναι αυτή νομοθετική πράξη υπέρ του κακού και εναντίον του αγαθού; Έφθασε, λοιπόν, η Ελληνικη Πολιτεία σε τέτοιο σημείο καταπτώσεως, ώστε, απορρίπτοντας τα δοκιμασμένα για αιώνες κριτήρια, να νομιμοποιή αρνητικά καὶ διαλυτικά της κοινωνίας φαινόμενα; Για την περίπτωση αυτή πιστεύω πως δεν υπαρχουν πιο εκφραστικοί και επίκαιροι λόγοι από τους θεόπνευστους εκείνους του προφήτου Ησαία: «Ουαί οι λέγοντες το πονηρόν καλόν και το καλόν πονηρόν, οι τιθέντες το σκότος φως και το φως σκότος, οι τιθέντες το πικρόν γλυκύ και το γλυκύ πικρόν. Ουαί οι συνετοί εν εαυτοίς και ενώπιον αυτών επιστήμονες» (5,20-21).
Πιστεύω ότι κανείς εχέφρων άνθρωπος δεν μπορεί να υποστηρίζη ότι η ανευθυνότητα κατατάσσετται στα θετικά, στα αγαθά γνωρίσματα του ανθρώπου, και ότι το κράτος έχει καθήκον να την ευνοή και να την κατοχυρώνει νομοθετικά. Πολύ δε περισσότερο η Εκκλησία, που αποτελεί «στύλο και εδραίωμα της αληθείας» (Α’Τιμ. 3,15), δεν επιτρέπεται να κάνη εκπτώσεις, να μετατρέπη τις απαξίες σε αξίες και να αφήνη έκθετα τα παιδιά της στη λαίλαπα της σχετικοκρατίας και της καταστροφικής ισοπεδώσεως των πάντων. Γι αυτό ήταν κρυστάλλινη, αλλά και συγχρόνως θαρραλέα, η αγιοπνευματική της ομολογία, που έγινε με το ανακοινωθέν της Διαρκούς της Ιεράς Συνόδου στις 17 Μαρτίου 2008, η οποία «διακηρύσσει τον απόλυτο σεβασμό και την παραδεδομένη τιμή προς το υπό της Εκκλησίας τελούμενο ιερό μυστήριο του Γάμου, του οποίου σκοπός είναι η αμοιβαία πνευματική συμπλήρωση των συζύγων για την εν Χριστώ Ιησού σωτηρία και καρπός αυτού τα τέκνα. Η Εκκλησία δηλαδή δέχεται και ευλογεί την παραδεδομένη τέλεση του Γάμου κατά το Ορθόδοξο Τυπικό, ενώ θεωρεί πορνεία κάθε άλλη «συζυγική» σχέση εκτός αυτού», καθώς επίσης και με το Ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας στις 13 Οκτωβρίου 2013, στο οποίο πρόσφατα παρέπεμψε, και σύμφωνα με το οποίο «... σύγχρονα σχήματα οργάνωσης του ιδιωτικού βίου των ανθρώπων – εναλλακτικές μορφές οικογενείας – για την Εκκλησία και τη θεολογία της περί γάμου και οικογενείας συνιστούν ‘εκτροπές΄ του οικογενειακού θεσμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε και λειτούργησε επί αιώνες στη ζωή του εκκλησιαστικού σώματος. ...Φαινόμενα ‘εκτροπές΄ ἐξαιρετικά επίκαιρα για την ελληνική πραγματικότητα είναι ο πολιτικός γάμο, η μονογονεϊκή οικογένει, η ελεύθερη συμβίωση και ο λεγόμενος γάμος τών όμοφυλοφίλων».
Όσο και εάν στα μάτια των αμυήτων σε ζητήματα Ορθοδόξου πίστεως καὶ ἤθους η θέση αυτή φαίνεται αναχρονιστική και σκληρή, είναι αυτή ακριβώς που εκφράζει με λιτότητα και σαφήνεια την αναλλοίωτη διδασκαλία της Ορθοδόξου Πίστεως, όπως αυτή αποκαλύφθηκε από τόν Ιησού Χριστό, κηρύχθηκε από τους αποστόλους (Μτθ. 5,19· Πρξ. 15,20· Α’ Κορ. 5,1 κ. ἑ.· 6,18· Α’ Θεσ. 4,3) και ἔγινε ἀποδεκτὴ από τους αγίους όλων των αιώνων (βλ. σχετικά κείμενα του αγίου Βασιλείου, του αγίου Χρυσοστόμου, του αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου κ. ά.). Αυτή η Αλήθεια είναι εκείνη που μόνη διασώζει την αξία της υπευθυνότητας και της αυθεντικότητας στα ανθρώπινα πρόσωπα.
Αρχιμ. Αυγουστίνος Γ. Μύρου, Δρ Θ.