Μία πλατειά ἀγκαλιά ἀγάπης ἔκανε τήν ὕπαρξή της ἡ ὁσία Μελανία, μία πηγή μέ γάργαρο νερό ἀλήθειας καί στοργῆς πού ἀνάβλυζε θαυμαστά ἀπό τόν βράχο τῆς ἀκλόνητης πίστης στόν Χριστό.
Θυγατέρα τοῦ ὑπάτου τῆς Ἰσπανίας Μαρκελλίνου, γεννήθηκε τό 340 μ.Χ. καί ἔμεινε χήρα σέ ἡλικία εἰκοσιδύο ἐτῶν. Σέ τούτη τήν κρίσιμη καμπή τῆς ζωῆς της, γυναίκα ἀληθινά ἀνδρεία μέ νηφάλιο νοῦ καί καρδιά πυρωμένη ἀπό θεία ἀγάπη, ἐπιστρατεύει τόν ἑαυτό της καί ὅλα τά δικά της στή διακονία τῆς μάνας Ἐκκλησίας.
Ἡ εὐγενική της καταγωγή δέν στέκεται ἐμπόδιο στόν τραχύ δρόμο πού ἐπιλέγει. Ἡ ἀγάπη γιά τόν Χριστό φτερώνει τήν ὕπαρξή της καί ἐκφράζεται πολυτρόπως. Ἡ Μελανία φθάνει στά ὀνομαστά ἀσκητήρια τῆς Νιτρίας στήν Αἴγυπτο καί διαμοιράζει στούς ἀσκητές ἄφθονα ὑλικά ἀγαθά πού ἔχουν ἀνάγκη. Ἀνακουφίζει τούς ἀσκητικούς κόπους τους μέ πλούσιες εὐλογίες. Ἐμπνέει τόν σεβασμό μέ τό ὀρθόδοξο ἦθος της, τή σύνεση καί τή σεμνότητά της.
Τό ἀνεξόφλητο χρέος τῆς ἀγάπης φέρνει τήν Ὁσία κοντά στούς μεγάλους Πατέρες τῆς ἐρήμου ὅταν ἐξορίζονται βάναυσα ἀπό τόν διώκτη αὐτοκράτορα Οὐάλη. Ἡ ἀξόδευτη ἀγάπη της ξοδεύεται γι’ αὐτούς καί τούς ἐξασφαλίζει τά ἀπαραίτητα γιά τή βιοτή τους. Ποιός θά ἀναγνώριζε τήν πλούσια ρωμαία δέσποινα στήν ἀνθρώπινη σκιά πού φορώντας κουκούλα δούλου ἔφερνε κρυφά τή νύχτα τά ἀναγκαῖα ἀγαθά στούς ὁμολογητές τῆς πίστης;
Ἀργότερα στήν ἁγία πόλη τῆς Ἰερουσαλήμ ἡ Μελανία ὀργανώνει κοινόβιο παρθένων ἀφιερωμένων στόν Χριστό καί ἐργάζεται ἄοκνα σέ κάθε ἀγαθό ἔργο. Προστατεύει τούς ξένους, φροντίζει τούς ἐνδεεῖς, ἱδρύει ξενῶνες γιά τούς προσκυνητές. Ὁ βιογράφος τῆς Ὁσίας γράφει γιά τή φιλάνθρωπη δράση της: «Ἐπί τριάντα ἑπτά χρόνια στήν ξενιτεία, μέ ἰδικά της ἀφιερώματα ἐνίσχυσε καί ἐκκλησίες καί μοναστήρια καί ξένους καί φυλακισμένους».
Ἡ διακονία της δέν περιορίζεται στά ὑλικά ἀγαθά, ἀλλά προσφέρει μέ θερμουργό ζῆλο τό ζείδωρο νερό τῆς ἀλήθειας καί τό ψωμί τοῦ θεϊκοῦ λόγου.
Μέ τήν ἐμβριθῆ γνώση τῶν Γραφῶν καί τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος στερεώνει στόν βράχο τῆς Ὀρθοδοξίας ψυχές πού σαλεύονται. Κατορθώνει μάλιστα νά ἐπαναφέρει στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τούς τετρακόσιους μοναχούς τοῦ Παυλίνου, οἱ ὁποῖοι ἀκολούθησαν τήν πλάνη καί ἐγκατέλειψαν τήν ποίμνη τοῦ Χριστοῦ. Ἄγρυπνη ἡ μέριμνά της καί γιά τούς πνευματομάχους αἱρετικούς τῆς περιοχῆς, πού εἶχαν ἀποσχισθεῖ ἀπό τόν ἐπίσκοπο Ἀντιοχείας Μελέτιο. Ἐξαίροντας ὁ ἱστορικός Παλλάδιος τή δράση τῆς Ὁσίας καί τῶν συνεργατῶν της γράφει: «Καὶ πάντα αἱρετικὸν πνευματομάχον συμπείσαντες εἰσήγαγον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν».
Ἡ ὁσία Μελανία ἐκοιμήθη μέ εἰρήνη τό 410 μ.Χ ὁλοκληρώνοντας τό ὁλοκαύτωμα τῆς προσφορᾶς της στόν νυμφίο Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τή μνήμη της στίς 8 Ἰουνίου προβάλλοντας μπροστά μας μία ἀκόμα ἱερή γυναικεία μορφή πρότυπο ἀγάπης καί προσφορᾶς, ὀρθόδοξης πίστης καί ὁσίας βιοτῆς.
Ἰχνηλάτης
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 172-173
Κάθε φορά κατά τήν τριπλή ἐρώτησή του ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐμπιστεύεται τά πρόβατά του στόν Πέτρο διακηρύσσοντας τήν ἀγάπη του: «Βόσκε τά ἀρνία μου, ποίμαινε τά πρόβατά μου». Μέ τό νά μέ ἀγαπᾶς, τί μοῦ προσφέρεις, ἀφοῦ ἐγώ εἶμαι ἐκεῖνος πού σοῦ ἐπέτρεψα νά μέ ἀγαπᾶς; Ὡστόσο, τήν ἀγάπη σου γιά μένα ἔχεις τόν τρόπο νά τήν ὁμολογήσεις, ἔχεις τό μέσο νά τήν ἐνεργοποιήσεις: Ποίμαινε τά πρόβατά μου!
Μέχρι ποιοῦ σημείου ὀφείλει νά φτάσει κανείς γιά νά βοσκήσει τά πρόβατα τοῦ Κυρίου; Μέ ποιά δύναμη ἀγάπης ὀφείλει κανείς νά ποιμάνει ἀρνιά, ἀγορασμένα σέ τόσο μεγάλη τιμή; Μᾶς τό δείχνει ἡ συνέχεια. Ὁ Πέτρος ξόφλησε τό χρέος του μέ τή δίκαιη τριπλή ἀπάντησή του· διαβεβαίωσε ὅτι ἀγαποῦσε τόν Κύριο καί τότε Ἐκεῖνος τοῦ μίλησε γιά τό μελλοντικό πάθος του. Τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι ἐκεῖνοι στούς ὁποίους ἐμπιστεύεται τά πρόβατά του ὀφείλουν νά τά ἀγαποῦν μέχρι σημείου ὥστε νά εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν γι᾽ αὐτά. Ὁ Ἰωάννης γράφει ἐπίσης στήν ἐπιστολή του: «Ἐ- κεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε. Καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι».
Ἐκφράστηκε λοιπόν ὁ Πέτρος μέ ἔπαρση ὅταν τοῦ εἶχε πεῖ: «Τὴν ψυχὴν μου ὑπὲρ σοῦ θήσω». Δέν εἶχε ἀκόμη τίς δυνάμεις γιά νά ἐκπληρώσει μία τέτοια ὑπόσχεση. Τώρα γέμισε μέ ἀγάπη γιά νά μπορέσει νά τήν πραγματοποιήσει.
Λοιπόν, Πέτρε, ὅταν τόν ἀρνήθηκες, ποιόν εἶχες φοβηθεῖ; Τόν θάνατό σου. Ἡ Ζωή σοῦ μιλᾶ, αὐτός πού τόν εἶδες νεκρό. Λοιπόν, μή φοβᾶσαι πιά τόν θάνατο, νικήθηκε ἀπ᾽ αὐτόν πού θεωροῦσες νεκρό. Κρεμάστηκε στόν Σταυρό, καρφώθηκε μέ τά καρφιά, παρέδωσε τό πνεῦμα, τρυπήθηκε μέ τή λόγχη, θάφτηκε. Νά αὐτό πού φοβόσουν ὅταν ἀρνιόσουν. Φοβούμενος τόν θάνατο ἀρνήθηκες τή ζωή. Κατάλαβέ το τώρα: ὅταν φοβήθηκες τόν θάνατο, τότε πέθανες. Ἡ ἄρνηση τοῦ Πέτρου ἦταν θάνατος. Τά δάκρυά του ἀνάσταση.
Ἁγ. Αὐγουστίνου Λόγος 253
(Μετάφραση ἀπό τήν Γαλλική Γ.Π.Μ.)
Ἡ σκηνή ὑποβλητική. Ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ βρίσκεται μπροστά στό ὄρος Σινᾶ. Εἶναι πρωί. Τό ὄρος καπνίζει ὁλόκληρο. Εἶχε κατεβεῖ σ’ αὐτό ὁ Θεός καί ἡ φωτιά δήλωνε τήν παρουσία του· «Ἐκαπνίζετο ὅλον διὰ τὸ καταβεβηκέναι ἐπ’ αὐτὸ τὸν Θεὸν ἐν πυρί, καὶ ἀνέβαινεν ὁ καπνὸς ὡσεὶ καπνὸς καμίνου» (Ἔξ 19,18). Συγχρόνως ἀκούγεται ἦχος σάλπιγγος, ἐνῶ τόν οὐρανό αὐλακώνουν ἀστραπές. Ὁ Θεός ἀρχίζει νά μιλᾶ καί ὁ λαός ἀκούει ἔντρομος. Ὁ Γιαχβέ κλείνει «διαθήκη», δηλαδή συμφωνία, μέ τόν Ἰσραήλ. Οἱ ὅροι τῆς συμφωνίας αὐτῆς εἶναι σαφεῖς καί ξεκάθαροι. Ἄν ὁ Ἰσραήλ δεχθεῖ καί ἐφαρμόσει ὅσα προβλέπονται, δηλαδή τόν νόμο Του, θά εἶναι λαός Του περιούσιος, ξεχωριστός ἀπό ὅλα τά ἔθνη. Θά Τοῦ εἶναι «βασίλειον ἱεράτευμα καὶ ἔθνος ἅγιον» (Ἔξ 19,6). Καί θά κληρονομήσει τήν γῆ πού τοῦ ἔχει ἑτοιμάσει (βλ. Ἔξ 23,20), τήν γῆ πού ὑποσχέθηκε στούς πατέρες του.
Ὁ λαός δέχεται· «ἀπεκρίθη δὲ πᾶς ὁ λαὸς φωνῇ μιᾷ λέγοντες· πάντας τοὺς λόγους, οὓς ἐλάλησε Κύριος, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα» (Ἔξ 24,3). Τότε ὁ Μωϋσῆς ἔγραψε ὅλα ὅσα εἶπε ὁ Κύριος σέ βιβλίο καί τό ἑπόμενο πρωί ἔχτισε θυσιαστήριο μέ δώδεκα λίθους, ὅσες καί οἱ φυλές τοῦ Ἰσραήλ, καί θυσίασε μοσχάρια. Μέ τό αἷμα δέ τῶν μοσχαριῶν αὐτῶν ράντισε τόν λαό καί εἶπε: «ἰδοὺ τὸ αἷμα τῆς διαθήκης, ἧς διέθετο Κύριος πρὸς ὑμᾶς περὶ πάντων τῶν λόγων τούτων» (Ἔξ 24,8).
Αὐτή εἶναι ἡ παλαιά διαθήκη, ἡ παλαιά συμφωνία· συμφωνήθηκε δέ κατ’ αὐτόν τόν τρόπο μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἰσραήλ, μέ καπνό καί ἦχο σάλπιγγος καί ἀστραπές, ὥστε, ὅπως ἐξήγησε στούς Ἰσραηλῖτες ὁ Μωϋσῆς, νά ἀποκτήσει ὁ λαός τόν φόβο τοῦ Θεοῦ γιά νά μήν ἁμαρτάνουν (βλ. Ἔξ 20,20). Ἐπειδή ἦταν «ἀλογώτεροι», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, δηλαδή ἦταν ἀκόμη κατώτερης πνευματικῆς στάθμης καί δέν μποροῦσαν νά ἐννοήσουν ἀλλιῶς τά ὑψηλά καί μεγάλα.
1.500 περίπου χρόνια ἀργότερα ὁ Θεός θά καταργήσει τήν παλαιά καί θά συνάψει «καινή», καινούργια διαθήκη. Τήν εἶχε προαναγγείλει ὁ προφήτης Ἰερεμίας· «Ἰδού ἔρχονται ἡμέ- ρες, λέει ὁ Κύριος, καί θά συνάψω μέ τόν οἶκο τοῦ Ἰσραήλ καί μέ τόν οἶκο τοῦ Ἰούδα διαθήκη νέα, ἡ ὁποία δέν θά εἶναι ὅμοια μέ τήν διαθήκη τήν ὁποία συνῆψα μέ τούς πατέρες τους κατά τήν ἡμέρα πού τούς ἔπιασα ἀπό τό χέρι, γιά νά τούς ὁδηγήσω ἔξω ἀπό τήν γῆ τῆς Αἰγύπτου...» (Ἰε 38,31-32). Ἡ διαθήκη αὐτή εἶναι πολύ ἀνώτερη τῆς παλαιᾶς. Εἶναι τόσο ἀνώτερη, ὅσο ἀνώτερο εἶναι τό σῶμα ἀπό τήν σκιά του. Μέ τήν διαθήκη αὐτή μᾶς χαρίζεται ἡ μυριοπόθητη ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, πού ἦταν ἀδύνατο νά τήν ἀπολαύσουμε μέ τήν παλαιά· «θά θέσω τούς νόμους μου μέσα στήν διάνοιά τους καί θά τούς γράψω στίς καρδιές τους. Ἐγώ θά εἶμαι Θεός τους καί αὐτοί θά εἶναι λαός μου... διότι θά εἶμαι ἐλεήμων γιά τίς ἀδικίες τους καί δέν θά θυμηθῶ πλέον τίς ἁμαρτίες τους» (βλ. Ἰε 38,33-34).
Ἡ καινή διαθήκη συμφωνήθηκε ὄχι σέ κάποιο βουνό πού κάπνιζε, μέσα σέ ἀστραπές καί βροντές, ἀλλά σ’ ἕνα ὑπερῶο ἁπλά καί εἰρηνικά. Στό ὑπερῶο ἐκεῖνο ὅπου ἦταν συγκεντρωμένοι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἀκούστηκε βέβαια ἦχος «ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας» καί ἐμφανίστηκαν «γλῶσσαι ὡσεὶ πυρὸς» (Πρξ 2, 2-3), ἀλλά, ὅπως πάλι λέει ὁ Χρυσόστομος, αὐτά συνέβησαν γιά τούς ἔξω, γιά τούς Ἰουδαίους· ὄχι γιά τούς πιστούς.
Διαθέτης τῆς καινῆς διαθήκης εἶναι ὁ Θεός ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καί Ἰσραήλ καί Ἰούδας εἶναι οἱ Χριστιανοί, ἡ «ἄνω Ἰερουσαλὴμ» (Γα 4,26), ἡ Ἐκκλησία. Παύει πλέον ὄχι μόνον ἡ φυλετική, ἀλλά καί ὁποιαδήποτε ἄλλη διάκριση. Στήν διαθήκη αὐτή μποροῦν νά συμβληθοῦν ἰσότιμα οἱ πάντες· «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γα 3,28).
Νόμος τῆς καινῆς διαθήκης εἶναι ὁ νόμος τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό καί ἐπιφοίτησε στούς μαθητές, γιά νά τούς ὁδηγήσει «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰω 16,13). Καί ἡ τήρηση αὐτοῦ τοῦ νόμου συνεπάγεται ὅτι οἱ πι- στοί θά εἶναι ὄχι μόνον ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ Ἰσραήλ τῆς παλαιᾶς, ἀλλά καί τά παιδιά Του· τό Πνεῦμα μᾶς μπολιάζει μέ τό χάρισμα τῆς υἱοθεσίας, μᾶς ἀναδεικνύει υἱούς καί θυγατέρες τοῦ Θεοῦ (βλ. Γα 4,5-7· Ἰω 1,12-13). Ἡ δέ ἐπαγγελία δέν εἶναι πλέον μερικά μέτρα γῆς, ἀλλά ἡ αἰώνια ζωή, ὁ παράδεισος.
Τέλος, τό αἷμα μέ τό ὁποῖο σφραγίστηκε ἡ διαθήκη αὐτή δέν εἶναι αἷμα ζώων, ἀλλά τό αἷμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, πού χύθηκε στόν Γολγοθᾶ. Ὅπως εἶπε ὁ ἴδιος· «πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Μθ 26,27-28). Δηλαδή ὁ αἰώνιος καί παντοδύναμος διαθέτης σφραγίζει καί κυρώνει τήν διαθήκη του μέ τό αἷμα του. Τόσο ἀξιόπιστη καί βέβαιη τήν καθιστᾶ.
Κι ἐμεῖς, οἱ «κεκλημένοι» νά μετάσχουμε σ’ αὐτή τήν οὐράνια εὐλογία, πῶς ἀνταποκρινόμαστε; Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι ὅλοι οἱ παραβάτες τῆς παλαιᾶς διαθήκης τιμωρήθηκαν, «ἔλαβον ἔνδικον μισθαποδοσίαν» (Ἑβ 2,2). Ἄν λοιπόν ἐκεῖνοι, οἱ μέτοχοι τῆς σκιᾶς, ἀντιμετωπίστηκαν ἀπό τόν Θεό ἔτσι, ἐμεῖς οἱ κάτοχοι τοῦ σώματος «πῶς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;» (Ἑβ 2,3). Γι’ αὐτό εἶναι καιρός νά βάλουμε ἀρχή, ἄν δέν τό ἔχουμε κάνει. Νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του. Σήμερα, ὄχι αὔριο· τό αὔριο δέν τό κατέχουμε· «ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β´ Κο 6,2). Γιά νά ἀκούσουμε κάποτε τήν μακάρια ἐκείνη φωνή· «εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ!… εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου» (Μθ 25, 21).
Εὐ. Ἀλ. Δάκας
Φιλόλογος, Δρ Θεολογίας
Ἕντεκα αἰῶνες ἡ Κωνσταντινούπολη ἐκπέμπει σ᾿ Ἀνατολή καί Δύση τό φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἴκοσι φορές ἀλλόφυλοι τήν ζώνουν. Μά ἐκείνη στέκεται ὁλόρθη καί ἀκατάβλητη. Μεταλαμπαδεύει στούς λαούς τόν ἑλληνικό πολιτισμό της. Μέ τά χριστιανικά ἤθη της ἐξημερώνει τούς βαρβάρους καί ἀδελφώνεται μαζί τους. Οἱ πυρσοί τῆς σοφίας καί τῆς παιδείας της γοητεύουν ἡγέτες καί πολυμαθεῖς. Ἕνας ὅμως, ὁ σουλτᾶνος Μωάμεθ ὁ Β', ἀδυνατεῖ νά ψηλαφήσει τό πνευματικό μεγαλεῖο τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων. Μέ τό ἀδηφάγο βλέμμα του καταστρώνει τό κούρσεμά της. Μέ τούς 250.000 πολεμιστές του τήν πολιορκεῖ πεισματικά, δίχως τά ἀναμενόμενα ἀποτελέσματα. Παίζει καί τό τελευταῖο του χαρτί. Σ᾿ αὐτό ἔχει κρύψει τίς ἐλπίδες του ὅλες. Ἐξαπολύει ἐφεδρεία ἐπίλεκτη· μία μονάδα μέ 12.000 μαχητές «εὐοπλοτάτους, εὐτολματάτους καί εὐθαρσεστάτους». Εἶναι τό ἄριστο, ἀκμαῖο σῶμα τῶν γενιτσάρων. Μέ ἀλαλαγμούς ὁρμοῦν στά τείχη σάν λιοντάρια. Ἀπό μία μικρή, ἀφύλακτη πύλη, τήν Κερκόπορτα, παρεισφρύουν. Καί τότε ἡ ἀκτινοβόλα Πόλη «ἑάλω», βυθίζεται στό σκοτάδι. Ὁ βασιλιάς της, ὁ Κωνσταντῖνος ΙΑ' ὁ Παλαιολόγος, πέφτει ἡρωϊκά στό πεδίο τῆς μάχης. Θρῆνος, κλαυθμός καί ὀδυρμός καί στεναγμός καί λύπη... Τό ἱερό καύχημα, ἡ Ἁγια-Σοφιά βεβηλώνεται 29 Μαΐου 1453. Ἡ Κωνσταντινούπολη ψυχομαχεῖ καί ἡ Ρωμιοσύνη κλαίει. Σβήνει ἡ Πόλη. Βαθύς καί ἀγιάτρευτος ὁ συγκλονισμός ἀπό τόν πάταγο τῆς πτώσης τῆς Βασιλεύουσας.
Μάχες καί πτώσεις. Ἕνας κύκλος ἀέναος πάνω στή γῆ μας. Στή ζωή τοῦ καθενός οἱ ἐχθροί καιροφυλαχτοῦν. Ἐποφθαλμιοῦν ὄχι πλέον τό προπύργιο τοῦ Χριστιανισμοῦ. Πολλαπλές, πειρασμικές, ὕπουλες δυνάμεις πολιορκοῦν τά τείχη τῆς ψυχῆς. Σιωπηλή, μυστική τούτη ἡ μάχη. Δίχως ἀνακωχή, δίχως τελειωμό. Ὁ ἀντίπαλος «ὡς λέων ὠρυόμενος» βάλλει ἀπό χίλιες μεριές. Κραδασμοί ἀλλεπάλληλοι ἀκούγονται. Σείονται τά πνευματικά κάστρα. Σαρώνονται. Ἐκπορθεῖται τό θυσιαστήριο τῆς καρδιᾶς. Ἄλλοτε ἀνέπεμπε λατρεία λογική. Καί τώρα; Βεβηλώνεται, ὑπηρετεῖ σκοπούς ἄνομους. Πόσοι, στ᾿ ἀλήθεια, «ναοί τοῦ Πνεύματος» γκρεμίζονται νύχτα-μέρα! Κι οἱ κατεδαφίσεις μέ τό χρόνο πολλαπλασιάζονται. Ξεχάστηκε ὁ βιγλάτορας. Ἐπαναπαύτηκε καί ἄφησε τήν «κερκόπορτα» ἀνοιχτή. Καί τῆς ψυχῆς τό κάστρο «ἑάλω».
Γιά τοῦτες τίς συλήσεις κλαίει ὁ Οὐρανός. Στενάζει, μά καί ἐλπίζει. Πότε θά ἀποχτήσει ἡ ἐρειπωμένη πόλη ζωή; Πότε θά ἀναστηλωθεῖ; Πότε ὁ ἀμαυρωμένος «ναός» της θά φεγγοβολήσει καί πάλι; Καρτεροῦν οἱ στρατιές τῶν ἀγγέλων στιγμή μοναδική, σωτήρια. Ἐπιποθοῦν τό ἀκριβό δάκρυ τῆς μετάνοιας, τή συντριβή τοῦ ἀποστάτη, γιά νά εὐφρανθοῦν. Κι ἐκεῖ, στή δική τους πολιτεία τόν προσμένουν. Αὐτή «ἡ μέλλουσα πόλι» δέν φοβᾶται εἰσβολεῖς. Δέν κινδυνεύει. Εἶναι ἄπαρτη, ἀπυρόβλητη, ἀπρόσβλητη, ἄτρωτη, ἀσφαλής, ἀκεραία. Πύλες ἐπισφαλεῖς δέν ἔχει. Τήν ἔχει θωρακίσει ὁ κραταιός βασιλιάς της, ὁ Νικητής τοῦ θανάτου. Στή χώρα τοῦ Θεοῦ «οὐκ ἔνι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός». Μία ζωή ἀτελεύτητη, μία αἰώνια μακαριότητα ἔχει ἑτοιμάσει στήν ἄνω Ἰερουσαλήμ γιά τούς δικούς του ὁ ἀναστημένος Κύριος.
Ἑλληνίς
Ἀπολύτρωσις 52 (1997) 102-103
Ὑπογράψαμε στήν κατάσταση, παραλάβαμε τούς φακέλους μέ τά τετράδια τῶν πανελλαδικῶν ἐξετάσεων καί κατευθυνθήκαμε ἀνά δύο στίς αἴθουσες. Μέ τή συνάδελφο πού θά ἐπιτηρούσαμε μαζί, μόλις γνωριστήκαμε. Φαινόταν ἤρεμη καί σοβαρή.
Καλημερίσαμε τά παιδιά καί πήραμε παρουσίες. Μέχρι πρίν λίγο ἀκούγονταν στήν αὐλή ὁμιλίες καί ἀστεῖα. Μέ τήν εἴσοδο στήν αἴθουσα καί τό ξεκίνημα τῆς διαδικασίας τά παιδιά σοβάρεψαν. Τό κρυμμένο ἄγχος ἦρθε στήν ἐπιφάνεια, ἔκλεψε τή φωτεινότητα ἀπό ἀρκετά πρόσωπα, σφράγισε τά στόματα, ἀναποδογύρισε ἀδέξια μερικά …μπουκαλάκια μέ νερό κι ἔκανε ἀπρόβλεπτα λάθη στά ὀνοματεπώνυμα!
Ἀφοῦ ξεπεράσαμε τά τεχνικά προβλήματα, ἔριξα μία τελευταία ματιά στό ἔντυπο τῶν ὁδηγιῶν: «Οἱ ἐπιτηρητές ἔχουν βασική ὑποχρέωση ὥστε μέ τή στάση τους καί τή συμπεριφορά τους νά δημιουργοῦν κλίμα ἠρεμίας καί σεβασμοῦ τῶν ἐξεταζομένων». Πῶς ὅμως νά τό κάνεις αὐτό ὅταν εἶσαι κι ἐσύ ἀγχωμένος ἀπό τόν φόβο μήπως κάνεις κάποιο λάθος, μήπως κάποια παράλειψή σου γίνει ἀφορμή γιά νά δολιευτεῖ κάποιος τίς ἐξετάσεις…
Προσπάθησα νά χαλαρώσω λίγο καί νά μιλήσω ζεστά στά παιδιά. Νά τά βοηθήσω νά ἠρεμήσουν. Ὁ πάγος εἶχε ἀρχίσει νά σπάει καί θά ἔ- πρεπε τώρα νά κρατήσω τήν ἰσορροπία ἀνάμεσα στήν ἁπλότητα καί τόν σεβασμό.
Τά θέματα ἦρθαν εὐτυχῶς χωρίς καθυστέρηση. Μαζί ξαναγύρισε καί ὁ ἀόρατος … «συνοδός» τῶν παιδιῶν πού γιά λίγο εἶχε παραμερίσει. Αὐτή τή φορά πιό κυριαρχικός, ἔκανε τίς καρδιές νά χτυπᾶνε γρηγορότερα, τά χέρια νά ἱδρώνουν καί τά στυλό νά παίρνουν φωτιά!
Εἶχα ἤδη προλάβει στά λίγα λεπτά πού μεσολάβησαν νά γνωρίσω τήν Ἀντιγόνη, πού ἐνῶ ἦταν ἀπό ἕνα χωριό τῆς Καρδίτσας φιλοξενοῦνταν τήν τελευταία χρονιά στή θεία της πού ἔμενε στή συμπρωτεύουσα• τόν Νῖκο, πού παρά τό ξαφνικό πρόβλημα ὑγείας του, εἶχε τό θάρρος νά συμμετάσχει στή διαδικασία τῶν ἐξετάσεων• καί τόν Ἄλντο, πού καταγόταν ἀπό γειτονική χώρα καί δέν ἤθελε μέ τίποτα νά ἐπιστρέψει στήν πα- τρίδα του. Σκεφτόμουν πώς αὐτά τά παιδιά πίστευαν ὅτι μετά τίς ἐξετάσεις τους θά ἄνοιγε μπροστά τους ἕνας δρόμος, ἕνα παράθυρο στή ζωή.
Στό πρῶτο θρανίο ἀριστερά ἔγραφε ἡ Κατερίνα, μία συμπαθητική, λιγομίλητη κοπέλα μέ κοκκινόξανθα μαλλιά… Φαινόταν πιό ὥριμη ἀπό τούς ὑπόλοιπους. Κάνοντας στήν ἀρχή ἔλεγχο τῶν στοιχεί- ων πρόσεξα, καθώς δίπλα στό δελτίο ἐξεταζομένου βρισκόταν ἡ ταυτότητά της, πώς ἡ ἡμερομηνία γέννησής της ἀπεῖχε μόνο μία δεκαετία ἀπό τή δική μου! Φοροῦσε βέρα... δέν ρώτησα λεπτομέρειες. Σίγουρα προσδοκοῦσε κι ἐκείνη ν᾽ ἀνοίξει ἕνα παράθυρο...
Δέν ξέρω ἄν ἡ προσδοκία τους αὐτή θά γινόταν πραγματικότητα. Ζοῦσα φέτος τήν ἴδια ἀγωνία μέ τή μεγάλη μου κόρη. Μπροστά μου εἶχα δεκαοκτώ νέους ἀνθρώπους πού ἀγωνίζονταν νά ἀποδείξουν στόν ἑαυτό τους καί στούς ἄλλους πώς μποροῦν κάτι νά κάνουν, πώς κάτι ἀξίζουν… Στήν πιό ἁπλή περίπτωση ἀγωνίζονται νά ἀποδείξουν στούς γονεῖς τους -καί ἡ Κατερίνα πιθανόν στά παιδιά της- πώς εἶναι ἀντάξιοι τῶν προσδοκιῶν τους. Ἤθελα νά φωνάξω δυνατά, νά τούς πῶ πώς τά ἀγαπῶ κι ἄς μήν εἶναι δικά μου παιδιά! Μέ κόπο σεβάστηκα τόν κανονισμό…
Αὐθόρμητα ἔκανα μία εὐχή: Φώτισε, Θεέ μου, αὐτά τά παιδιά! Ἀνάλαβε Ἐσύ καί τήν προσπάθεια τοῦ καθενός μά καί τό ἀποτέλεσμα. Ἔσκυψα πάλι στό παρουσιολόγιο. Μοῦ φάνηκε πώς ἄλλαζε μέγεθος καί μορφή. Γινόταν μικρό, θαρρεῖς ὅλο καί πιό μικρό. Οἱ κωδικοί ὑποψηφίων ἦταν πλέον περιττές λεπτομέρει- ες. Τό παρουσιολόγιο θύμιζε δίπτυχο… Καί ἡ εὐχή γινόταν τώρα ἱκεσία μυστική γιά κάθε ἕνα παιδί ξεχωριστά: Μνήσθητι Κύριε τῶν δούλων Σου Περικλῆ, Ἀντιγόνης, Ἰωάννας, Ἄλντο, Αἰκατερίνης, Νικολάου….
Ἡ ἐπιτηρήτρια
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 153-154
Ἔκαναν ὄνειρα ἡ Ἄννα μέ τόν σύζυγό της τόν Λευτέρη σάν ἔλαβαν δῶρο σταλμένο ἀπό τόν οὐρανό αὐτό πού χρόνια ἐπιθυμοῦσαν… Κι ὅταν γιά πρώτη φορά ἄκουσαν στόν καρδιοτοκογράφο τούς χτύπους τῆς μικρῆς ζωῆς πού ἡ Ἄννα φιλοξενοῦσε στά σπλάχνα της, σκίρτησαν καί οἱ δύο μπροστά στό θαῦμα τοῦ Θεοῦ! Ἔκαναν ὄνειρα! Φανταζόταν ἐκείνη τόν ἑαυτό της μέ ἕνα βρεφάκι στήν ἀγκαλιά νά χύνει πάνω του ὅλη τή μητρική στοργή της… Καί ὁ Λευτέρης ζωγράφιζε μέ τόν νοῦ του τό μέλλον: ἕναν πατέρα νά κρατᾶ ἀπό τό χέρι τό παλληκάρι του καί νά πηγαίνει νά τό γράψει στό σχολεῖο!
Στή χαρά καί στήν προσμονή τοῦ καινούργιου μέλους τῆς οἰκογένειας μία εἴδηση-κεραυνός ἦρθε νά σβήσει τά ὄνειρά τους: τό ἔμβρυο πού σέ λίγους μῆνες θά ἄνοιγε τά μάτια του στήν ἐξωμήτρια ζωή ἦταν παιδί μέ σύνδρομο. Κι αὐτό ἦταν τό παιδί τους... Τό παιδί πού ἀπέθεσαν πάνω του ἐλπίδες, ὄνειρα, σχέδια… Τώρα; Τί νά κάνουν; Βρέθηκαν πολλοί «σύμβουλοι» νά τούς βοηθήσουν, προτείνοντας διακοπή κύησης «γιά τό καλό ὅλων». Ὅμως αὐτό τό παιδί, τό δικό τους παιδί, ἦταν δῶρο, δῶρο σταλμένο ἀ-πό τόν Θεό ὡς ἀπάντηση στήν ἐπίμονη προσευχή τους. Ἔτσι τό ζοῦσαν ἀπό τήν πρώτη στιγμή. Κι αὐτή ἡ βεβαιότητα τούς ἔριξε καί πάλι μέ εὐγνωμοσύνη στά γόνατα καί θέριεψε ἡ πίστη τους στήν προσπάθεια ὑποταγῆς στό πάνσοφο θέλημά Του.
Γεννήθηκε ὁ μικρός καί πῆρε τό ὄνομα Ἀναστάσιος. Μεγάλωνε μέσα στήν ἀγάπη τῶν δικῶν του, μά δέν ἀναπτυσσόταν ὅπως τά ἄλλα παιδιά τῆς ἡλικίας του. Περίμεναν σιγά-σιγά νά ἀρχίσει νά στηρίζει τό κεφαλάκι του, νά κάθεται, νά κάνει τά πρῶτα του βήματα, μά ἐκεῖνος δέν ἔλεγε νά ἀποχωριστεῖ τό παιδικό κρεβατάκι του. Πέρασαν ἔτσι δύο, πέντε, δέκα χρόνια… Μπορεῖ ὁ Ἀναστάσης νά μήν κατάφερε νά μιλήσει, νά περπατήσει, νά ἀναπτύξει δεξιότητες. Μποροῦσε ὅμως νά νιώθει τήν ἀγάπη μέσα ἀπό τήν ἀκούραστη φροντίδα τῶν δικῶν του καί νά χαμογελᾶ. Κι ἄν δέν εἶχε τή δυνατότητα νά ἐκφράσει μέ λέξεις αὐτό πού ἤθελε, εἶχε μία μάνα δίπλα του, σάν ἄγγελο πιστό, νά προλαβαίνει τήν κάθε ἀνάγκη του.
Τόν Ἀναστάση τόν γνώρισα μέσα σέ ἕναν θάλαμο τῆς Παιδιατρικῆς κλινικῆς τοῦ Νοσοκομείου, ὅταν χρειάστηκε νά νοσηλευτεῖ γιά μία λοίμωξη. «Τίκ τάκ, τίκ τάκ, καρδούλα νά χτυπᾶς• τίκ τάκ, τίκ τάκ, νά ζῆς γιά νά ἀγαπᾶς», ἄκουσα νά σιγοτραγουδᾶ ἡ καλλίφωνη μανούλα του, σάν τόν περιποιοῦνταν, κι ἐκεῖνος τήν εὐχαριστοῦσε μέ ἕνα πλατύ χαμόγελο. Ὅταν πονοῦσε δάκρυζε, καί τό καλύτερο παυσίπονο ἦταν τό χάδι τῆς μανούλας του. Αὐτή ἡ μάνα... χρειάστηκε νά μείνει καιρό μές στό Νοσοκομεῖο μέ τό παιδί, ὅμως πάντα μέ τό χαμόγελο• δέν ξεχνοῦσε νά εὐχαριστεῖ γιατρούς καί νοσηλευτές γιά τή φροντίδα τους. Κι ἦταν μία διαρκής μαρτυρία τῆς Ἀνάστασης τοῦ Ἀναστάση ἡ μητέρα κι ἦταν ἕνα μήνυμα ἐλπίδας μές στόν ναό τοῦ πόνου.
Ἐκείνη τή νοσηλεία ἀκολούθησαν κι ἄλλες στά δύο ἑπόμενα χρόνια. Μεγάλη Παρασκευή καί …«τίκ τάκ», ἡ καρδούλα τοῦ Ἀναστάση ἔπαψε νά χτυπᾶ ἤ μᾶλλον ἄρχισε νά χτυπᾶ σέ ἄλλη συχνότητα. Κι ἔφυγε ὁ Ἀναστάσης ἀπό αὐτή τή γῆ γιά νά προλάβει νά γιορτάσει τήν Ἀνάσταση μέ τόν ἀναστάντα Κύριο στόν οὐρανό!
Προσπάθησα νά κρύψω τά δάκρυά μου ὅταν ἡ Ἄννα, τήν ἑπόμενη μέρα, Κυριακή τοῦ Πάσχα, σάν ἄλλη μυροφόρα ἦρθε νά πεῖ στούς θαλάμους τοῦ Νοσοκομείου τό «Χριστός Ἀνέστη»! «Ἡ κηδεία τοῦ Ἀναστάση μου ἦταν ἕνα πανηγύρι, τό πανηγύρι τῆς Λαμπρῆς! Κι ἐκεῖνος πόσο ἔλαμπε…». Κι ἔφερε τά μύρα τῆς ἀγάπης της αὐτή ἡ χριστιανή μάνα γιά νά τά προσφέρει καί σέ ἄλλες μάνες πού σήκωναν τόν σταυ- ρό τους συνοδεύοντας τό ἄρρωστο παιδί τους μές στό Νοσοκομεῖο τή μέρα τῆς Λαμπρῆς... Γιά νά μήν πάψει νά ἀντηχεῖ τό τραγούδι τῆς καρδιᾶς της: «Τίκ τάκ, τίκ τάκ, καρδούλα νά χτυπᾶς• τίκ τάκ, τίκ τάκ, νά ζῆς γιά νά ἀγαπᾶς». Γιά νά φτάνει ὥς τήν πονεμένη γῆ μας ἡ ἐλπιδοφόρα φωνή τοῦ Ἀναστάση: «Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος».
Β. Ἀ.
Παιδίατρος
Στίς 6 Ἀπριλίου 2016, ἐπιστρέφοντας ἀπό τή Λειτουργία στήν ἐκκλησία τῆς ἐνορίας του, ὁ Ἰωάννης Νικολαΐδης κάθισε γιά λίγο στό γραφεῖο του καί καθώς δέν αἰσθανόταν καλά ξάπλωσε γιά λίγο στόν καναπέ. Σάν νά τόν πῆρε ὁ ὕπνος, καί ἡ ψυχή του πέταξε ὡσάν ἕνα κάτασπρο πουλί στόν οὐρανό, γιά ν’ ἀνταμώσει τόν ἀγαπημένο του Χριστό. Ἰδεώδεις οἱ τελευταῖες στιγμές, καθώς τίς εὐχόμαστε ὅλοι προσευχόμενοι: «Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνε- παίσχυντα, εἰρηνικά…». Ὄντας μακριά, δέν μπόρεσα νά παρευρεθῶ καί νά ψάλω ὅπως θά ἤθελα στήν ἐξόδιο Ἀκολουθία τοῦ ἀγαπημένου μου φίλου, καί γι’ αὐτό χαράζω αὐτές τίς πρόχειρες ἀράδες πρός τιμήν του καί εἰς μνημόσυνον αἰώνιον.
Ἐκφράζοντας ἐγκάρδια συλλυπητήρια στήν οἰκογένειά του, ἐπιθυμῶ νά συλλυπηθῶ καί τό περιοδικό «Ἀπολύτρωσις», ὅπου ἀπό χρόνια ὁ Γιάννης συνεργαζόταν μέ ποιήματα, διηγήματα, δοκίμια, σχόλια καί κριτικά σημειώματα, κοντά στόν ἀλησμόνητο φίλο μας καθηγητή Στέργιο Σάκκο.
Γιά τόν φιλόλογο, τόν ποιητή καί κριτικό τῆς Χριστιανικῆς μας Λογοτεχνίας ἔγραψα παλαιότερα στήν «Ἀπολύτρωσι» (Μάρτιος 1999), καθώς καί τό 2001, προλογίζοντας τό βιβλίο του «Νεοελληνική Χριστιανική Λογοτεχνία - Προσεγγίσεις καί Ἀποτιμήσεις», πού εἶχε ἀφιερώσει «Στήν ἱερή μνήμη τοῦ Ἀλεξ. Παπαδιαμάντη». Σ’ αὐτό τό βιβλίο τῶν 206 σελίδων ὁ Ἰ. Ἀ. Ν. ἐκθέτει τίς ἰδέες του γιά τή σύγχρονη Χριστιανική λογοτεχνία μας, τά γνωρίσματα καί τόν σκοπό της, τά ὅριά της καί τίς χρονικές περιόδους, ὅπως τίς ἔβλεπε. Ἐπίσης, ἐκεῖ μᾶς δίνει τά σπουδαιότερα ὀνόματα τῶν Χριστιανῶν Λογοτεχνῶν, ἀρχίζοντας ἀπό τόν Σολωμό καί φτάνοντας ὥς τίς μέρες μας.
Ο Ἰ. Ἀ. Ν. ἦταν κραταιός φιλόλογος καί εἶχε βαθύτατη γνώση τῶν ἑλληνικῶν καί τῶν θεολογικῶν γραμμάτων, γι’ αὐτό καί τά βιβλία του (πρωτότυπα ἤ μεταφράσεις ἀπό τά ἀρχαῖα ἤ τά βυζαντινά κείμενα) εὐωδιάζουν ἑλ- ληνικότητα καί ὀρθόδοξη πνευματικότητα. Ὁ πεζογράφος, ποιητής καί κριτικός Ἰ. Ἀ. Ν. ἄνοιξε δρόμους μέ ὅλα τά βιβλία του, ἀπ’ ὅπου ἡ πνευματική δροσιά καί χάρη τῆς τέχνης περνάει εὐεργετικά καί καλλιεργεῖ ὅλες τίς νεώτερες ἀγωνιζόμενες συνειδήσεις. Μακάρι ὁ Θεός νά δώσει νά βλαστήσουν οἱ σπόροι πού ἔριξε μέ τήν τέχνη του καί νά καρποφορήσουν σ’ ὅλους τους χώρους τῆς Ἑλληνορθοδοξίας!
Σ’ ἕνα ἀπό τά τελευταῖα του ποιήματα ἔγραφε ὁ Γιάννης:
«Ὤ, μήν ἀργεῖς, σέ καρτερῶ μ’ ἀδημονία
γεμάτη προσδοκία τῶν Ἐθνῶν
καί τή δική μου!»
Καί δέν ἄργησε ἡ πρόσκληση καί ἡ ἄνωθεν ἐπίσκεψη.
Καλή Ἀνάσταση καί καλόν Παράδεισο, ἀγαπημένε μας ἀδελφέ Γιάννη!
Π.Β. Πάσχος
Ζοῦμε σέ μία κοινωνία πού ἡ κουλτούρα της δίνει μεγάλη ἀξία στήν ἐξωστρέφεια καί στούς ἐξωστρεφεῖς ἀνθρώπους. Σέ ἕναν κόσμο πού δέν μπορεῖ νά σταματήσει νά μιλάει, εἶναι λίγο δύσκολο νά βρεῖ τή θέση του ἕνα ντροπαλό καί συνεσταλμένο παιδί, καθώς αὐτό χαρακτηρίζεται καί ἀπό ἐκδηλώσεις ἐσωστρέφειας. Ὑπάρχουν παιδιά πού χαίρονται νά στέκονται μπροστά στούς συμμαθητές τους γιά νά παρουσιάσουν μία ἐργασία τους ἤ νά ποῦν τό μάθημά τους. Ἀλλά γιά ἕνα ντροπαλό παιδί αὐτό εἶναι ὁ χειρότερος ἐφιάλτης .
Στή γλῶσσα τῆς ἐπιστήμης ἡ συστολή εἶναι γνωστή καί ὡς «συμπεριφορική ἀναστολή» καί δέν ταυτίζεται μέ τήν ἐσωστρέφεια. Τά ἐσωστρεφῆ παιδιά τόν ἐλεύθερο χρόνο τους νιώθουν πιό εὐτυχισμένα νά περνοῦν διαβάζοντας ἤ παίζοντας μόνα τους παρά νά συμμετέχουν σέ παιχνίδια μέ ἄλλα παιδιά. Τά ντροπαλά παιδιά ἀντιθέτως ἐπιθυμοῦν τήν κοινωνική ἀλληλεπίδραση. Ὅμως αὐτές οἱ κοινωνικές ἀλληλεπιδράσεις καί σχέσεις εἶναι συγχρόνως πηγή κοινωνικοῦ ἄγχους γιά αὐτά.
Διαχρονικές μελέτες ἔχουν δείξει ὅτι τά σημάδια τῆς συμπεριφορικῆς ἀναστολῆς, δηλαδή τῆς ντρο- παλότητας, εἶναι ἐμφανῆ πολύ πρίν ἀπό τά πρῶτα γενέθλια τοῦ παιδιοῦ. Ἤδη ἀπό τήν ἡλικία τῶν τεσσάρων μηνῶν, κάποια μωρά δείχνουν ἰσχυρές ἀντιδράσεις σέ νέα ἐρεθίσματα. Εἶναι πιό πιθανόν αὐτά τά μωρά νά γίνουν ντροπαλά παιδιά στήν τάξη ἀλλά καί ἀργότερα στή ζωή.
Ἡ ἔρευνα σήμερα τείνει νά ἀποδεχθεῖ ὅτι οἱ σπόροι τῆς συστολῆς εἶναι βιολογικοί. Θά καλλιεργηθοῦν ὅμως ἀπό περιβαλλοντικούς παράγοντες γιά νά ἀναπτυχθοῦν ἤ νά παραμείνουν «ἐν ὑπνώσει», καθώς τό παιδί ἔρχεται σ᾽ ἕναν κόσμο τόσο πολύπλοκο.
Πῶς ἐκδηλώνεται ἡ συστολή τοῦ παιδιοῦ
Τά ντροπαλά παιδιά -εἶναι ἀναμενόμενο- ἔχουν τήν τάση νά διαθέτουν λιγότερο χρόνο γιά συναναστροφή μέ ἄλλα παιδιά. Οἱ σχέσεις τους ὅμως μέ συνομηλίκους εἶναι πολύ σημαντικές γιά τήν ἀνάπτυξη κοινωνικῶν καί ἐπικοινωνιακῶν δεξιοτήτων. Μαθαίνουν πράγματα ἀπό τούς συνομηλίκους τους μέ ἕναν τρόπο πού δέν τά μαθαί- νουν ἀπό κανέναν ἄλλο. Ἔτσι, ἄν δέν συμμετέχουν σ᾽ αὐτή τή σχέση μπορεῖ νά χάσουν πολλά.
Τά συνεσταλμένα παιδιά, ἀκόμη, εἶναι εὐάλωτα σέ ἀρνητικές ἐμπειρίες, ὅταν κάνουν παρέα μέ ἄλλα παιδιά. Μπορεῖ νά παρεξηγηθοῦν ἀπό συνομήλικα, τά ὁποῖα ἑρμηνεύουν τή συστολή τους ὡς ὑπεροπτική καί ἐχθρική στάση καί μπορεῖ νά γίνουν στόχος bullying.
Τό ἄγχος πού βιώνει τό ντροπαλό παιδί εἶναι ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος γιά αὐτό. Κατά ἕνα ποσοστό 30-40% δέν θά προσαρμοσθεῖ στήν ἐνήλικη ζωή του καί κινδυνεύει νά ἀναπτύξει κοινωνικό ἄγχος. Ὑψηλό κοινωνικό ἄγχος μπορεῖ νά ὁδηγήσει σέ δυσεπίλυτα προβλήματα: κατάθλιψη, ἀλκοόλ καί ναρκωτικά.
Ἡ συστολή ἐπηρεάζει τίς γνωστικές ἱκανότητες τοῦ παιδιοῦ. Οἱ πρώιμες προγνωστικές ἱκανότητες μποροῦν νά ἐπηρεάσουν τήν ἰδιοσυγκρασία τοῦ παιδιοῦ καί θέτουν τίς βάσεις γιά ἀλληλεπίδραση μέ τό περιβάλλον.
Πῶς μποροῦμε νά διαχειριστοῦμε τό θέμα
✔Δέν «κολλᾶμε» στά παιδιά τήν ταμπέλα τοῦ «ντροπαλοῦ». Εἶναι πολύ ἀρνητικό. Τά παιδιά αἰσθάνονται τόσο ἄσχημα, ἀλλά εἶναι ἄμεσος καί ὁ κίνδυνος νά προσπαθήσουν νά τό ἀποδείξουν.
✔Ἀποφεύγουμε νά τά ἐμπλέκουμε σέ καταστάσεις πού αἰσθάνονται ἄβολα. Πολλές φορές κάνουμε προσπάθειες ἀδέξιες γιά νά διορθώσουμε τή συστολή τοῦ παιδιοῦ, ἐνῶ ἐκεῖνο ἀντιλαμβάνεται ὅτι τό ἴδιο δέν εἶναι ἐντάξει. Ἀντί νά ἐνεργοῦμε κατ᾽ αὐτόν τόν τρόπο, θά πρέπει νά τό πείσουμε ὅτι εἶναι φυσιολογικό, ἔστω κι ἄν δέν εἶναι ὅμοιο μέ τά ἄλλα παιδιά• νά τοῦ τονίσουμε τή διαφορετικότητα ἀλλά καί μοναδικότητά του, ὅπως καί τοῦ κάθε παιδιοῦ.
✔Ὅταν ὡς γονεῖς εἴμαστε ὑπερπροστατευτικοί, τά παιδιά χάνουν τήν εὐκαιρία νά ρυθμίσουν στήν πράξη τά συναισθήματα τῆς ντροπῆς καί αὐξάνεται ὁ κίνδυνος τοῦ ἄγχους. «Πέφτουμε» ἐπάνω τους, γιά νά τά προστατεύσουμε νά μήν πληγωθοῦν! Ὅμως μία διακριτική ὑποστηρικτική συμπεριφορά μας δίνει τό προβάδισμα στό παιδί μας, πού μπορεῖ νά κάνει μικρά βήματα καί νά χειριστεῖ τήν κατάσταση μόνο του.
✔Πρόωρες κοινωνικές συναντήσεις εἶναι πάρα πολύ σημαντικές. Μελέτες ἔχουν δείξει ὅτι τά ντροπαλά παιδιά πού πηγαίνουν νωρίς σέ παιδικό σταθμό ἔχουν λιγότερο ἄγχος ἀπό ἐκεῖνα πού μένουν στό σπίτι μέ τόν γονιό, τούς παπποῦδες ἤ ἄλλα ἐνήλικα πρόσωπα πού τά προσέχουν.
✔Βοηθοῦμε τό παιδί μας νά οἰκοδομήσει τήν ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του καί νά κάνει ἕνα βῆμα παραπέρα, ὅταν προσκαλοῦμε συμμαθητές του στό σπίτι, ὅπου τό περιβάλλον εἶναι ἄνετο καί ἀξιοποιοῦμε τήν ἐπιτυχία του μέ τήν εἰσαγωγή νέων κοινωνικῶν στοιχείων προοδευτικά• συναντήσεις σέ φιλικά σπίτια ὅπου ὑπάρχουν παιδιά τῆς ἴδιας ἡλικίας, ἐπισκέψεις σέ παιδικές χαρές εἶναι ἐπίσης βοηθητικές.
✔Δίνουμε στό παιδί μας τή δυνατότητα νά ἀποκτήσει ποικιλία κοινωνικῶν ἐμπειριῶν ἐπισκεπτόμενο διάφορους δημόσι- ους χώρους: βιβλιοπωλεῖα, ταχυδρομεῖα, τράπεζες ἤ σοῦπερ-μάρκετ, ὅπου μπορεῖ νά συνεργασθεῖ μέ ἄλλους ἀνθρώπους καί νά ἐκπληρώσει διάφορες μικροϋποχρεώσεις μέ τήν ἐπίβλεψή μας.
✔Τό παράδειγμα τῶν γονιῶν του εἶναι πολύ ὑποστηρικτικό γιά τό ἴδιο τό παιδί. Παρατηρεῖ τήν κοινωνικότητά τους καί πῶς αὐτή ἐκδηλώνεται -χαιρετισμός, ὁμιλία, συμπεριφορά- κυρίως ὅταν δέχονται φίλους καί συγγενεῖς στό σπίτι τους. Αὐτό τό βοηθάει καί τό ἐνθαρρύνει γιά νά ξεπεράσει εὐκολότερα τίς δυσκολίες καί ἀναστολές πού τοῦ δημιουργεῖ ἡ συστολή του. Ὅλα ὅμως πρέπει νά γίνονται μέ χαρούμενη διάθεση καί ὑπομονή ἀπό τούς γονεῖς.
✔Ἄν τό παιδί μας δέν ἐκδηλώνει ἁπλῶς ἐσωστρέφεια, ἀλλά ἀδυνατεῖ νά ὑπερνικήσει συγκεκριμένο φόβο, κλαίει χωρίς λόγο ἤ ἀπομονώνεται συχνά καί ἔχει συναισθηματικές ἐκρήξεις, τότε μᾶλλον βιώνει ἔντονη ἀγχώδη κοινωνική διαταραχή καί θά πρέπει νά ἀπευθυνθοῦμε σέ εἰδικό.
Ἀθαν. Ἀστ. Γκάτζιος
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 146-147
Ἦταν στ’ ἀλήθεια ἰδιαίτερη καί ξεχωριστή προσωπικότητα. Ὁ δημοσιογράφος καί ἱστορικός Ἰωάννης Φιλήμων δίκαια καί πολύ εὔστοχα τήν εἶχε χαρακτηρίσει «ἐπιβλητικὴν καπετάνισσαν, πρὸ τῆς ὁποίας ὁ ἄνανδρος ᾐσχύνετο καὶ ὁ ἀνδρεῖος ὑπεχώρει». Περί Μπουμπουλίνας ὁ λόγος.
Εἶχε μέσα στό αἷμα της τοῦ πατέρα της τόν ἡρωισμό, καθώς ὁ Σταυριανός Πινότσης συμμετεῖχε στά Ὀρλωφικά καί γι᾽ αὐτό συνελήφθη. Ὁ ὑδραῖος πλοίαρχος ἀρρώστησε στίς φυλακές τῆς Κωνσταντινούπολης καί ἡ σύζυγός του Σκεύω Κοκκίνη τόν ἐπισκέφθηκε ἑτοιμόγεννη. Καί τελικά στίς 11 Μαΐου 1771 μέσα στή σκοτεινή φυλακή ἡ Λασκαρίνα πρωτοβλέπει τό φῶς τοῦ ἥλιου.
Μεγαλώνει στίς Σπέτσες μαζί μέ τά ὀκτώ ἑτεροθαλῆ ἀδέλφια ἀπό τόν δεύτερο γάμο τῆς χήρας Σκεύως. Ἀπό πολύ νωρίς φαίνεται ὁ ἡγετικός της χαρακτήρας. Κινεῖται ὡς ἀρχηγός τῆς οἰκογένειας κι ἐπιβάλλεται ἀμέσως μέ τόν δυναμισμό της, μέ τήν ἀκαταμάχητη ἀποφασιστικότητά της.
Αὐτή ἡ μελαχρινή κοπέλα μέ τήν ἀρχοντική κορμοστασιά παντρεύεται δύο φορές, στά 17 της καί στά 30, ἀλλά χηρεύει διπλά. Οἱ σύζυγοι σκοτώνονται σέ συγκρούσεις μέ πειρατές. Μένει, λοιπόν, ἡ Λασκαρίνα ἀπό τό 1811 χήρα μέ 6 παιδιά καί μέ τό ὄνομα τοῦ δεύτερου συζύγου Δημητρίου Μπούμπουλη πλέον νά τή συνοδεύει. Στά χέρια της κρατᾶ μία τεράστια περιουσία σέ πλοῖα, ἀκίνητα ἀλλά καί μετρητά. Θά μποροῦσε νά σκεφτεῖ τά παιδιά της, τά ἀπαραίτητα γιά τήν ἐποχή προικιά, τήν τακτοποίησή τους. Κι ὅμως... αὐτή ἡ γενναία καρδιά ζοῦσε κι ἀνέπνεε γιά ἕνα καί μόνο σκοπό: τήν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδας!
Παράτολμη καί θαρραλέα, αὐξάνει τήν περιουσία της μέ σωστή διαχείριση. Οἱ Ὀθωμανοί ἐποφθαλμιοῦν τόν πλοῦτο της καί γυρεύουν νά δημεύσουν τήν περιουσία της μέ τήν ἀληθινή κατηγορία ὅτι ὁ Μπούμπουλης εἶχε πολεμήσει μέ δικά του πλοῖα στό πλευρό τῶν Ρώσων ἐναντίον τῶν Τούρκων.
Ἡ ἀτρόμητη Μπουμπουλίνα δέν εἶναι διατεθειμένη νά παραδώσει ὅσα προορίζονται γιά τήν ἐπανάσταση πού μέ τόση λαχτάρα ἑτοιμάζουν οἱ Ἕλληνες. Καταφθάνει στήν Κωνσταντινούπολη. Ζητᾶ πρῶτα προστασία ἀπό τόν ρῶσο πρέσβη. Ἡ Ρωσία ἀναγνωρίζει τήν προσφορά τοῦ συζύγου καί παρέχει στή Μπουμπουλίνα ἕνα κτῆμα στήν Κριμαία νά ἀσφαλιστεῖ μέχρι νά περάσει ἡ τρικυμία.
Προτοῦ φύγει ἀπό τήν Πόλη ἡ τετραπέρατη Λασκαρίνα ἐξασφαλίζει συνάντηση μέ τή Βαλιδέ. Ἡ μητέρα τοῦ σουλτάνου ἐντυπωσιάζεται ἀπό τή δυναμική Ἑλληνίδα καί πείθει τόν γιό της νά προστατεύσει μέ ἔγγραφο τήν περιουσία τῆς Μπουμπουλίνας!
Αὐτή τήν περίοδο ἐντείνει τίς προετοιμασίες ἀγοράζοντας ὅπλα ἀπό λιμάνια τοῦ ἐξωτερικοῦ. Ὁλοκληρώνει μία κορβέτα 48 πή- χεις! Αὐτή θά εἶναι ἡ ναυαρχίδα της. Ὡς γνήσια Ἑλληνίδα πού καμαρώνει γιά τή λαμπρή ἀρχαιοελληνική ἱστορία, τήν ὀνομάζει «Ἀγαμέμνων» καί τήν ἐξοπλίζει μέ 19 κανόνια! Τό πρῶτο ἑλληνικό πολεμικό πλοῖο! Τί κι ἄν ἔφτασαν καταγγελίες στήν Πύλη! Κατορθώνει δωροδοκώντας τόν τοῦρκο ἐπιθεωρητή νά συνεχίσει μέ πάθος τή ναυπήγηση.
Οἱ Σπέτσες εἶναι τό πρῶτο ἑλληνικό νησί πού κηρύσσει ἐπανάσταση στίς 3 Ἀπριλίου 1821. Ἡ καπετάνισσα ξεσηκώνει μέ λόγο καί μέ ἔργο, ἐμπνέει τά «γενναῖα παλληκάρια της», ὅπως συνήθιζε νά τά ἀποκαλεῖ, καί βάζει φωτιά στίς καρδιές τους. Δραστήρια καί φλογερή, δίνει ἁπλόχερα γιά τίς ἀνάγκες τῆς Ἐπανάστασης καί ξοδεύει σχεδόν ὅλη τήν περιουσία της μόλις στά δύο πρῶτα χρόνια! Συντηρεῖ πλοῖα, ἀλλά ἀναλαμβάνει οἰκονομικά καί τό πλήρωμα.
Τό ὄνομά της εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένο μέ τήν πολιορκία στό Ναύπλιο, ἐνῶ τό ψυχικό σθένος αὐτῆς τῆς Ἑλληνίδας φάνηκε καί στή μάχη τοῦ Ἄργους ὅπου ὁ γιός της σκοτώθηκε πολεμώντας γενναῖα. Πονᾶ ἡ μάνα βλέποντας τόν ἐχθρό νά ἀποκεφαλίζει τόν Γιάννο της. Τό λακωνικό μήνυμα πού ἔστειλε στήν προσωρινή Κυβέρνηση εἶναι ἀπόδειξη τοῦ μεγαλείου πού ἔκρυβε μέσα της αὐτή ἡ γυναίκα: «Ὁ γιός μου εἶναι νεκρός, ἀλλά τό Ἄργος ἔμεινε στά χέρια μας».
Βρισκόμαστε πλέον στά 1825. Ὁ ἐμφύλιος πόλεμος σπαράζει τούς Ἕλληνες. Ἡ Μπουμπουλίνα διαμαρτύρεται γιά τήν ἄδικη φυλάκιση τοῦ Κολοκοτρώνη. Καί τότε ὑφίσταται κι αὐτή τίς συνέπειες... Τῆς ἀφαιροῦν τό κομμάτι γῆς πού τῆς εἶχαν παραχωρήσει τιμητικά στό Ἄργος γιά τίς ὑπηρεσίες της καί τήν ὑποχρεώνουν νά φύγει στίς Σπέτσες.
Λειώνει ἡ καρδιά τῆς γενναίας καπετάνισσας. Τήν ὥρα πού ὁ Ἰμπραήμ ἀποβιβάζεται μέ νέες δυνάμεις καί ἀνακαταλαμβάνει τήν Πελοπόννησο, τήν ὥρα πού θά ἔπρεπε ὅλοι οἱ Ἕλληνες νά εἴμαστε ἑνωμένοι σάν μία γροθιά, ἡ ἀθεράπευτη διχόνοια πού μαστίζει τό ἔθνος μας φυλακίζει ἥρωες, ἐξορίζει πατριῶτες, σπέρνει διασπαστικά αἰσθήματα. Κι ὅμως ἡ ἑλληνική καρδιά της δέν βαστᾶ. Παραμερίζει τήν πικρία κι ἑτοιμάζεται νά ἀναδιοργανώσει τίς δυνάμεις της καί νά συμμετάσχει στήν ἀπώθηση τοῦ Ἰμπραήμ. Δέν πρόφτασε ὅμως νά πραγματοποιήσει τό σχέδιό της.
Στίς 22 Μαΐου τοῦ 1825 ἐξαγριωμένοι ἄντρες ἀπό τήν οἰκογένεια Κούτση γυρεύουν πίσω τήν Εὐγενία Κούτση, μιά καί ἡ Μπουμπουλίνα πλέον δέν εἶχε περιουσία καί δέν ἤθελαν τόν γιό της Γεώργιο γιά γαμπρό. Ὕστερα ἀπό μία ἔντονη λογομαχία, τό κακό δέν ἄργησε νά συμβεῖ. Ἕνα βόλι τήν ἔριξε νεκρή… Ἦταν τυχαῖο; Ἦταν δολοφονία; Ἄγνωστο. Τό μόνο σίγουρο εἶναι πώς αὐτή ἡ λεοντόκαρδη ἡρωίδα πού ὁρμοῦσε ἄτρομη ἐνάντια στόν ἐχθρό διψώντας γιά λευτεριά χάθηκε τόσο ἄδικα ἀπό χέρι ἀδελφικό.
Τό ἴδιο ἄδικο τέλος μέ τήν καπετάνισσά του εἶχε καί τό θρυλικό της πλοῖο… Οἱ ἀπόγονοι δώρισαν στό ἑλληνικό κράτος τό «Ἀγαμέμνων» γιά νά ἐνδυναμωθεῖ ὁ ἐλάχιστος ἑλ- ληνικός στόλος. Ὅταν ὅμως ὁ Μιαούλης θέλησε νά ἀντιταχθεῖ στόν Καποδίστρια, ἀντέδρασε πυρπολώντας τό πλοῖο τῆς Μπουμπου- λίνας! Ἡ σολωμική «διχόνοια ἡ δολερή» ἔ-δρασε καί πάλι καταστροφικά.
Μέσα στό συγκεχυμένο κλίμα τῆς ἐποχῆς μας πού μαστιζόμαστε ἀπό ἀλληλοκατηγορίες, πού ὅλοι διεκδικοῦν ἡγεσίες καί πρωτεῖα δίχως ἴχνος θυσίας, ἔρχεται ἡ μορφή τῆς Μπουμπουλίνας νά μᾶς προβληματίσει. Ἔδωσε τά καράβια της, τήν περιουσία της ὅλη κι ἔμεινε κοινωνικά περιφρονημένη. Πρόσφερε τά παιδιά της θυσία γιά τήν πατρίδα καί ἦταν ἕτοιμη νά δώσει γιά τή λευτεριά μας καί τήν τελευταία σταγόνα τοῦ αἵματός της. Μόνο πού δέν τήν ἀφήσαμε νά θυσιαστεῖ σέ μία μάχη ἡρωικά. Κι ὅταν μετά τόν θάνατό της ἔμεινε τό πλοῖο της νά συνεχίζει τόν ἀγώνα τῆς κυρᾶς του, τό βυθίσανε κι αὐτό πάλι χέρια ἑλληνικά, γιά νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἡ τραγικότητα τοῦ διχασμοῦ. Γιατί νά μή μᾶς διδάσκουν τά παραδείγματα ἀπό τήν ἱστορία;
Μία τέτοια ἡρωίδα ἀξίζει νά τήν προβάλλουμε ὡς πρότυπο φιλοπατρίας στίς νέες γενιές. Ὅσο σιωποῦμε, δραστηριοποιοῦνται οἱ γείτονες καί τή διεκδικοῦν ὡς δική τους ἡρωίδα. Στά σχολικά τους βιβλία κατατάσσουν τή Μπουμπουλίνα, καθώς καί τόν Κολοκοτρώνη καί τόν Μπότσαρη στούς φιλέλληνες δίπλα στόν λόρδο Βύρωνα! Κι ἐμεῖς τηροῦμε σιγήν ἰχθύος μπροστά σέ μία τέτοια παραχάραξη τῆς ἱστορίας! Ὡστόσο, κάθε σελίδα στήν πολυκύμαντη ζωή τῆς Μπουμπουλίνας βροντοφωνάζει πώς ἡ ἡρωίδα εἶχε καταγωγή, καρδιά καί συνείδηση ἑλληνική!
Ἀγγελική Τσιραμπίδου
Φιλόλογος
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 141-143
Εἶναι πολύ παρήγορο, ἀλλά καί τιμητικό γιά τόν λαό μας, πού δέν ξεχνᾶ ποτέ τήν Πόλη του καί τόν αὐτοκράτορά του καί πού κάθε χρόνο, στίς 29 Μαΐου, τιμᾶ καί μνημονεύει μέ ἰδιαίτερη εὐλάβεια τούς μάρτυρες τῆς Ἅλωσης.
Ἐκεῖνο ὅμως πού, ὅταν γίνεται, γίνεται κάπως δειλά καί συγκαλυμμένα, εἶναι ἡ ἀναφορά στόν ρόλο πού ἔπαιξαν οἱ Δυτικοί σέ σχέση μέ τά λυγμικά γεγονότα τῆς πτώσης.
Σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στόν ρόλο τῶν Φράγκων, τά πράγματα εἶναι ἁπλά, ἀλλά, δυστυχῶς, ἀποσιωπῶνται σκοπίμως.
Διακόσια πενήντα χρόνια πρίν ἀπό τήν Ἅλωση τῆς Πόλης, οἱ λεγόμενοι Σταυροφόροι -οἱ τότε δυτικές συμμαχικές δυνάμεις- ἀναδεικνύονται μέ τή δράση τους ὡς οἱ πλέον πολύτιμοι πρώιμοι σύμμαχοι τῶν Τούρκων. Διότι, μέ τήν παρότρυνση καί τίς εὐλογίες τοῦ τότε πάπα καί μέ τό πρόσχημα τῆς ἀπελευθέρωσης τῶν Ἁγίων Τόπων, καταλύουν τή Ρωμανία/Βυζαντινή αὐτοκρατορία, ἐγκαθιστοῦν φράγκους ἡγεμόνες στά διάφορα τμήματά της, καταστρέφουν ὁλοσχερῶς τήν Κωνσταντινούπολη, τή λεηλατοῦν καί φορτώνουν στά καράβια τους ὅλα της τά τιμαλφῆ.
Ὁ ἱστορικός Νικήτας Χωνιάτης, αὐτόπτης μάρτυρας τῆς λεηλασίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς σταυροφόρους τό 1204, περιγράφει λεπτομερῶς τήν καταστροφή καί τίς ἁρπαγές τῶν θησαυρῶν τῆς Βασιλεύουσας: «...Ἔβλεπε κανείς ὄχι μόνον τίς ἱερές εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ νά θραύονται μέ ἀξίνες καί νά ρίπτονται στό χῶμα καί τά στολίδια τους νά ἀποσπῶνται χωρίς φειδώ καί προσοχή καί νά ρίχνονται στή φωτιά, ἀλλά καί τά σεπτά καί πανάγια σκεύη νά ἁρπάζονται μέ θράσος ἀπό τούς ναούς, νά ρίχνονται στή φωτιά καί νά παρέχονται στά ἐχθρικά στρατεύματα ὡς ἁπλός ἄργυρος καί χρυσός».
Ἡ καθηγήτρια Βυζαντινῆς Ἱστορίας στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν Ἀθηνᾶ Κόλια-Δερμιτζάκη, παρουσιάζοντας τόν ἀπολογισμό τῆς δραματικῆς αὐτῆς ἀπογύμνωσης τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς θησαυρούς της, γράφει:
«Ἡ Κωνσταντινούπολη ἄδειασε ἀπό κάθε πλοῦτο δημόσιο, ἰδιωτικό καί ἐκκλησιαστικό... Τεράστια ἀπώλεια γιά τήν τέχνη ἦταν ἡ καταστροφή σημαντικοῦ ἀριθμοῦ χάλκινων ἀγαλμάτων καί συμπλεγμάτων, τά ὁποῖα οἱ νέοι κύριοι τῆς Αὐτοκρατορίας τεμάχισαν καί ἔλιωσαν, γιά νά τά μετατρέψουν σέ νομίσματα». Τουτέστιν, τά ἱδρυτικά κεφάλαια τῶν Τραπεζῶν τῶν σημερινῶν μας ἑταίρων.
Ἀπό τότε ἡ Ρωμανία ποτέ δέν μπόρεσε νά ξανασταθεῖ στά πόδια της. Ἡ καταστροφή πού ὑπέστη στά 1204 ἀπό τούς φράγκους σταυροφόρους ἦταν τόσο μεγάλη πού, στήν κυριολεξία, τήν παρέλυσε ἐντελῶς.
Ἔτσι λοιπόν, ὅταν οἱ Τοῦρκοι τό 1453 φτάνουν ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τήν πολιορκοῦν, δέν βρίσκονται πλέον ἀπέναντι σέ μία πανίσχυρη αὐτοκρατορία, ἀλλά μπροστά σέ μία Πόλη ἀδύναμη καί ἀπομονωμένη.
Ὅπως γίνεται κατανοητό, στήν πραγματικότητα ἡ Ρωμανία δέν καταλύθηκε τό 1453 ἀπό τούς Τούρκους, ἀλλά τό 1204 ἀπό τά παποκίνητα δυτικά συμμαχικά στρατεύματα. Τό 1453 μέ τήν Ἅλωση τῆς Πόλης ζήσαμε ἁπλῶς τό τελευταῖο ἐπεισόδιο ἑνός πολυχρόνιου δράματος.
Αὐτά τά πράγματα ἄς τά θυμόμαστε καλά, διότι μονάχα ἔτσι θά μποροῦμε νά ἑρμηνεύουμε σέ βάθος καί τά σημερινά καμώματα τῶν Δυτικῶν καί ἀναλόγως νά προφυλαγόμαστε.
Φώτης Μιχαήλ
Ἰατρός