Ἁγίου Ἰωάννου Σιναΐτου
Χριστιανός εἶναι ἡ ἀπομίμηση τοῦ Χριστοῦ, ὅσο εἶναι δυνατόν στόν ἄνθρωπο, καί στά λόγια καί στά ἔργα καί στή σκέψη. Πιστεύει δέ ὀρθά καί ἀλάνθαστα στήν Ἁγία Τριάδα.
Ἄς προσέχουμε καλά τόν ἑαυτό μας, μήπως πλανηθοῦμε καί, ἐνῶ πιστεύουμε ὅτι βαδίζουμε τή στενή καί τεθλιμμένη ὁδό, ἐντούτοις βρισκόμαστε στήν πλατειά καί εὐρύχωρη.
Ὅποιος ἀποκρούει τόν ἔλεγχο, εἴτε δίκαιο εἴτε ἄδικο, αὐτός ἀρνήθηκε τή σωτηρία του. Ἐνῶ ἐκεῖνος πού τόν δέχεται, εἴτε μέ δυσκολία εἴτε χωρίς δυσκολία, αὐτός γρήγορα θά πετύχει τήν ἄφεση τῶν πταισμάτων του.
Τίποτε δέν ὑπάρχει τόσο ἤ ἀνώτερο ἀπό τούς οἰκτιρμούς τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὅποιος ἀπελπίζεται σφάζει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του.
Ὅπως ὁ ἄρτος εἶναι ἀναγκαιότερος ἀπό κάθε ἄλλη τροφή, ἔτσι καί ἡ σκέψη τοῦ θανάτου ἀπό κάθε ἄλλη πνευματική ἐργασία.
Ἐκεῖνος πού ἔγινε δοῦλος τοῦ Κυρίου θά φοβηθεῖ μόνο τόν δικό Του Δεσπότη. Καί ἐκεῖνος πού δέν φοβᾶται τόν Θεό φοβᾶται πολλές φορές τή σκιά του.
Ὅταν ἀκούσεις ὅτι ὁ πλησίον σου ἤ ὁ φίλος σου σέ περιγέλασε, εἴτε πίσω ἀπ’ τήν πλάτη σου εἴτε κατά πρόσωπο, ἐσύ νά τοῦ δείξεις ἀγάπη καί νά τόν ἐπαινέσεις.
Τό αἷμα τρέχει ποτάμι στά θυσιαστήρια στή γῆ τῶν πατέρων. Βόες, μόσχοι, αἶγες, κριοί, πρόβατα, ἄρνες, ἔριφοι, τρυγόνια, περιστέρια. Βογγοῦν οἱ βωμοί. Καί σιμιγδάλι καί λάδι καί ἄρτοι καί λιβάνι καί λάγανα. Ἔτσι θά τά σφάζουν, ἔτσι θά τά χωρίσουν, ἔτσι θά τά προσφέρουν, ἔτσι θά τά ζυμώσουν, ἔτσι θά τά ψήσουν. Κι ἔτσι θά λυτρωθοῦν. Ὁλοκαυτώματα, καρπώματα, θυσίες. Τί ἄλλο νά κάνει ὁ Ἰσραηλίτης νά σβήσει τή φωτιά πού ἔχει μέσα του; Κι ὅμως τό αἷμα τῶν ταύρων καί τῶν τράγων κι ἡ στάχτη τῶν δαμάλεων τό πολύ-πολύ νά ᾿πλυνε λίγο τό σῶμα. Ἡ ψυχή καιγόταν σάν τά σφάγια στή φωτιά. Μόνο ἕνα παράξενο πρᾶγμα τή δρόσιζε: θαμπό, μυστικό, ἀκαθόριστο, ἀκατάληπτο, σκιῶδες. Ἕνας τύπος, ἕνα σύμβολο, ἕνα σχῆμα. Κάτι σάν τό κριάρι πού θά σφαζόταν ἀντί τοῦ Ἰσαάκ, μπλεγμένο στό φυτό σαβέκ. Κάτι σάν τήν κίνηση πού ἔκανε ὁ Μωϋσῆς μέ τό ραβδί, ὅταν χτύπησε κι ἄνοιξε τή θάλασσα. Κάτι σάν τό χάλκινο φίδι στήν ἔρημο. Κάτι σάν τό σχῆμα πού εἶχαν τά χέρια του ὑψωμένα ψηλά γιά νά νικήσουν οἱ Ἑβραῖοι τούς ἐχθρούς... Νά ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ στό Σταυρό στό Γολγοθᾶ. Κι ὁ ἐκλεκτός λαός, προπάτορες, πατριάρχες, προφῆτες, δίκαιοι, προδότες, σταυρωτές, ἀρνητές, ὅλοι μποροῦν ἐπιτέλους νά ξεδιψάσουν.
Καί στή γῆ τῶν εἰδώλων τό ἴδιο δρᾶμα. Θέλουν ζωή καί σφάζουν. Τά ζῶα δέν φτάνουν. Ἐδῶ ψάχνουν ἐκλεκτότερα θύματα. Ἀνθρωποθυσίες. Θέλουν ζωή καί ρίχνονται στή φθορά. Θέλουν ἀλήθεια καί ρίχνονται στούς μύθους. Θέλουν ζωή, ἀλλά πεθαίνουν ἕνας-ἕνας. Κατεβαίνουν στόν ἅδη καί φυλακίζονται ἐκεῖ αἰώνια. Κι ὅμως ἡ ψυχή κάτι περιμένει. Δέν μπορεῖ· μέσα στούς τόσους θεούς θά ὑπάρχει ὁ Ἕνας. Μέσα σ᾿ αὐτή τή φυλακή θά ὑπάρχει μιά πόρτα. Μέσα σέ τόσο θάνατο θά ὑπάρχει κάπου ζωή... Νά αὐτός ὁ νεκρός μέσα στόν ἅδη τρεῖς μέρες μιλάει γιά ζωή, κηρύττει τήν Ἀνάσταση. Κι ἐπιτέλους μποροῦν ὅλοι πού ἔζησαν αἰῶνες στό θάνατο, στό ψέμα, στήν ἄγνοια, στήν κατάρα, μποροῦν νά γλιτώσουν ἀπ᾿ αὐτή τήν κόλαση.
«Καθώς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγώ πέμπω ὑμᾶς». Ἐμεῖς ζοῦμε μετά τό Χριστό, μετά τό Σταυρό. Ζοῦμε μέ τό Χριστό, ζοῦμε μέ τό Σταυρό. Μόνο μέ τό Χριστό, μόνο μέ τό Σταυρό. Ὅμως δέν πρέπει νά μείνει κανένας· καμμία γλῶσσα, καμμιά πατριά, κανένα γένος, κανένα ἔθνος, κανένας λαός, κανένας οἶκος, κανένας ἄνθρωπος, πού νά μήν ἀκούσει γιά τό Σταυρό, πού νά μή γονατίσει μπροστά του.
Ὅταν αὐτός ὁ κόσμος θά τελειώσει, ὅταν τ᾿ ἄστρα θά πέσουν κι ὁ ἥλιος θά σβήσει, ἕνα σημεῖο θά φανεῖ στόν οὐρανό. Ὁ Σταυρός, ὁ Ἐσταυρωμένος. Θά τόν δεῖ κάθε ἀνθρώπινο μάτι κι αὐτοί πού τόν κέντησαν. Καί θά θρηνήσουν πάνω του ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς. Αὐτές πού δέν τόν ἀγάπησαν. Πού εἶδαν τό Σταυρό σάν σκάνδαλο ἤ ἀνοησία. Καί καταφρόνησαν μιά τηλικαύτη σωτηρία.
Τό εὐαγγέλιο μιλᾶ γιά δύο σταυρούς· τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί τό σταυρό τό δικό μας. Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐκεῖνος πού καταδέχθηκε ὁ Κύριος νά τόν σηκώσει στόν ὦμο του καί ὕστερα νά σταυρώσει πάνω σ' αὐτόν τή σάρκα του καί νά παραδώσει τό πνεῦμα του, νά δοκιμάσει μέ αὐτόν τό θάνατο. Εἶναι ἐκεῖνος πού μπήχτηκε στό Γολγοθᾶ καί ἔμπηξε καρφί μεγάλο μές στήν καρδιά τοῦ ἅδη, διέρρηξε τήν κοιλιά του καί τόν ἀνάγκασε νά ξεράσει τούς νεκρούς του. Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό ξύλο μέ τό ὁποῖο συνέτριψε ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς τό κεφάλι τοῦ διαβόλου καί τό ὁποῖο χαρίζει στούς πιστούς τή λύτρωση. Ποιός εἶναι ὅμως ὁ δικός μας σταυρός;
Ἀπό τότε πού ὁ Χριστός ἔπαθε καί ὑπέφερε ὅσο κανένας ἄλλος ἄδικα καί βαθιά, σταυρό οἱ ἄνθρωποι λέμε τά παθήματα καί τίς θλίψεις μας. Σταυρός εἶναι ἡ ἀρρώστια, ἡ φτώχεια, ἡ ἀδικία· σταυρός εἶναι ἡ ξενιτειά, ὁ καημός, ἡ ταλαιπωρία· σταυρός εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη, ἡ δυστυχία, ὁ χαροκαμός. Κι εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὅλα τοῦτα σταυρώνουν τόν ἄνθρωπο, τόν κάνουν μιμητή τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ, ἰδίως ὅταν τά ὑφίσταται ἄδικα, καί πρό πάντων ὅταν τά ὑπομένει μέ τή συνείδηση ὅτι ὑπάρχει Θεός πού δέν θά τόν ἀφήσει νά χαθεῖ. Μ' αὐτές τίς προϋποθέσεις τά παθήματα ἀποκτοῦν πράγματι ἕνα θεϊκό νόημα καί μία χάρη, παίρνουν ἀξία ἀπό τήν ἀξία τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καί δίνουν σ' αὐτόν πού πάσχει δόξα καί ἐλπίδα· δόξα, διότι μοιάζει μέ τόν Κύριο, καί ἐλπίδα, διότι μπορεῖ νά περιμένει τήν παρηγοριά καί τήν ἀναψυχή ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό. «Τοῦτο γάρ χάρις», κηρύττει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, «εἰ διά συνείδησιν Θεοῦ ὑποφέρει τις λύπας, πάσχων ἀδίκως» (Α’ Πέ 2,19). Ἐν τούτοις, ὁ χριστιανός δέν ὑποφέρει μόνο ἀπό βάσανα καί πόνους· βασανίζεται καί ἀπό σκάνδαλα καί πειρασμούς, μαρτυρεῖ ἀπό τή φθορά τοῦ ἴδιου του τοῦ ἑαυτοῦ καί ἀπό τή διαφθορά τοῦ κόσμου. Ἀποφασίζοντας νά ζήσει σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μπαίνει σέ ἕναν ἀγώνα πού τόν φέρνει ἀντιμέτωπο μέ τό δικό του θέλημα, μέ τίς ἐπιθυμίες καί τίς ὀρέξεις πού φωλιάζουν ὕπουλα μέσα στήν ψυχή του καί κινοῦν βίαια τό κορμί του. Ἀγωνίζεται καί παλεύει νά ὑποτάξει τό ἐγώ του γιά νά ὑπακούσει στόν Θεό κι αὐτή ἡ πάλη πονᾶ περισσότερο ἀπό ἀρρώστια, σφίγγει δυνατότερα κι ἀπό δυστυχία, πικραίνει βαθύτερα κι ἀπό καημό. Ἀνακούφιση δέν ὑπάρχει, μετριασμός δέν γίνεται κι ὁ κόσμος γύρω δέν βοηθᾶ, ἀλλά πολεμᾶ σκληρότερα. Μέ θέλγητρα καί μέ φόβητρα ζητᾶ νά ἀπομακρύνει τόν πιστό ἀπό τήν Ἐκκλησία, μέ πονηριά ἀλλά καί μέ κυνικότητα προσπαθεῖ νά τόν φέρει σέ διάσταση μέ τόν Θεό. Συνεχῶς καί ἀδιαλείπτως ὁ χριστιανός ζῆ ἕνα μαρτύριο, διαγράφει ἕναν σταυρό, καθώς ἀντιτίθεται στήν τυραννία τῶν παθῶν του καί ἀντιστέκεται στή δεσποτεία τοῦ κόσμου. «Οἱ δέ τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκα ἐσταύρωσαν σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις», λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Γα 5, 24). Ὑπάρχουν μερικοί ἄνθρωποι, ἐκλεκτοί καί μακάριοι, οἱ ὁποῖοι μέ τή ζωή τους ἔδειξαν καθαρά τί σημαίνει σταυρός τοῦ χριστιανοῦ καί φανέρωσαν πρακτικά ποιά γνωρίσματα συνιστοῦν αὐτόν τό σταυρό. Εἶναι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, δίκαιοι καί προφῆτες, ἀπόστολοι καί μάρτυρες, πατέρες, ἀσκηταί καί διδάσκαλοι, ὅλοι ὅσοι βάδισαν γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ δρόμους σκληρούς καί ἔφθασαν στό τέρμα μέ ἱλαρό τό πρόσωπο καί εὐφροσύνη στήν καρδιά. Μέ μύριους τρόπους καί μέ μύρια χρώματα ἡ πορεία τοῦ καθενός ἀπό αύτούς ζωγραφίζει τό σχῆμα τοῦ σταυροῦ. Ἄλλοι ὑπέμειναν τόν ὀνειδισμό τοῦ κόσμου, τήν ἀπόρριψη καί τήν καταφρόνηση τῆς κοινωνίας. Ἄλλοι ὑπέστησαν τό διωγμό καί τό βασανισμό ἀπό ἄρχοντες καί δημίους. Ἄλλοι ἀνέλαβαν τόν κόπο καί τήν ταλαιπωρία τοῦ κηρύγματος, τό βάρος τῶν ψυχῶν. Ἄλλοι διάλεξαν τήν ἄσκηση τοῦ σώματος καί τοῦ πνεύματος, τήν ἀπάρνηση τῶν ἐγκοσμίων καί τίς στερήσεις τῆς ἐρήμου. Μέσα σ’ αὐτή τήν ποικιλία τῶν σταυρικῶν σχημάτων δύο εἶναι τά κοινά γνωρίσματα· ἕνα τό «ἑκούσιον πάθος», ἄλλο τό «χάριν Χριστοῦ». Μέ τή θέλησή τους καί γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ὁ καθένας σήκωσε τό σταυρό του καί μᾶς καλεῖ νά μιμηθοῦμε ὄχι τό σχῆμα του, ἀλλά τό φρόνημα καί τή νοοτροπία του. Νά, λοιπόν, ποιός εἶναι ὁ δικός μας ὁ σταυρός γιά τόν ὁποῖο μιλᾶ τό εὐαγγέλιο, ὁ σταυρός πού καθίσταται ὄντως μίμηση τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, σημάδι γνησιότητος τοῦ χριστιανοῦ. Δέν εἶναι μόνο τά χτυπήματα τῆς ζωῆς οὔτε ἁπλῶς οἱ θλίψεις· εἶναι αὐτά καί ἄλλα πολλά, τά ὁποῖα ὑπογράφονται μέ τό αἷμα τῆς καρδιᾶς μας καί σφραγίζονται μέ τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀγάπη μας γι' αὐτόν καί ἡ ἀγάπη του γιά μᾶς δίνουν νόημα καί ἀξία στό κάθε πάθημά μας καί τό καθιστοῦν σταυρό ἅγιο. Ἔτσι σταυρός εἶναι μία πράξη ὑπέρτατης θυσίας, πού συγκλονίζει τούς αἰῶνες, ἀλλά καί μία πράξη καθημερινῆς ἀνοχῆς, πού περνᾶ ἀπαρατήρητη ἀπό τούς πολλούς. Σταυρός εἶναι νά ἀκρωτηριάζεσαι ἀπό τούς ἀπίστους καί σταυρός εἶναι νά ἐξευτελίζεσαι ἀπό τούς συναδέλφους -ἀρκεῖ να γίνεται γιά τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ μέ δοξολογία. Σταυρός εἶναι ὅταν σέ ταλαιπωροῦν μέ ἄγρια βία, σταυρός εἶναι κι ὅταν ἐσύ ταλαιπωρεῖς μέ ἄσκηση ἥμερη τόν ἑαυτό σου -ἀρκεῖ νά γίνεται γιά χάρη τοῦ Θεοῦ μέ εὐχαριστία. Τό μυστικό εἶναι ὅτι ὁ δικός μας σταυρός, γιά νά εἶναι γνήσιος, χρειάζεται νά ἔχει κοινή ρίζα μέ τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ, νά βλαστάνει ἀπό τόν τίμιο κορμό του, ἤ νά ἐμφυτεύεται μέσα σ' αὐτόν μέ τά ἱερά μυστήρια καί τή χάρη τοῦ Πνεύματος, ὥστε νά ἀνθοβολεῖ καί νά καρποφορεῖ τήν ἁγιωσύνη. Δύο σταυρούς ὑψώνει καί ἡ Ἐκκλησία τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή· ἕναν μέ τόν Ἐσταυρωμένο καί ἕναν χωρίς αὐτόν. Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ μένει ἄδειος μετά τήν ἀποκαθήλωση, ἀλλά παραμένει ὑψωμένος, γιά νά μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι πρέπει ἐκεῖ ἐπάνω νά σταυρώσουμε πλέον τόν ἑαυτό μας. Ὁ Χριστός μᾶς ἀφήνει τό σταυρό του, γιά νά τόν κάνουμε δικό μας σταυρό. Μή μᾶς τρομάζει τό ὕψος του, μή μᾶς φοβίζει τό πλάτος του. Τή μεγάλη θυσία τήν ἔχει ἐπιτελέσει ἤδη ὁ Κύριος. Ἐμεῖς φθάνει νά εἴμαστε μέλη στό σῶμα του, ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας του, γιά νά πληρώσουμε τό χρέος τοῦ σταυροῦ μας· θά μᾶς ἀνεβάσει ὁ ἴδιος πάνω στό σταυρό, θά μᾶς κρατᾶ ἐκεῖ αὐτός μέσα στήν ἀγκαλιά του καί στό τέλος τῶν αἰώνων θά μᾶς δοξάσει μέ τή δική του δόξα. Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 48 (1993) 49-51
|
Μετά τήν παράβαση τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, ὁ Θεός ὅρισε ἀγγελικές δυνάμεις νά φρουροῦν τό «ξύλον τῆς ζωῆς», ἀπαγορεύοντας στούς ἀνθρώπους νά φᾶνε ἀπ’ αὐτό. Μετά τή σταύρωση ὅμως καί τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, οἱ ἀγγελικές στρατιές δορυφοροῦν τό ξύλο τοῦ σταυροῦ καί καλοῦν ὅλους τούς πιστούς νά φᾶνε ἀπό τούς καρπούς του, γιά νά γίνουν ἀθάνατοι καί μέτοχοι αἰωνίου ζωῆς.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὑπόσχεται νά χαρίσει τό «ξύλον τῆς ζωῆς» στόν κάθε ἀγωνιζόμενο χριστιανό. Στήν πρώτη ἀπό τίς ἑπτά ἐπιστολές πρός τούς «ἀγγέλους (=ἐπισκόπους) τῶν ἐκκλησιῶν» τῆς Ἀποκαλύψεως, τίς ὁποῖες τό ἅγιο Πνεῦμα κοινοποιεῖ σέ ὅλες τίς ἐκκλησίες, ὁ Κύριος βεβαιώνει ὅτι θά δώσει σέ ὅλους τούς πιστούς «τό ξύλον τῆς ζωῆς» (Ἀπ 2,7). Τί γλυκειά ὑπόσχεση! Γιά νά ἀπολαύσουμε ὅμως αὐτό τό βραβεῖο, τό ἀπαράμιλλο ἔπαθλο, τό μέγιστο δῶρο, ἀπαιτεῖ ὁ Κύριος νά μετανοήσουμε, νά ἐπανέλθουμε στήν πρώτη ἀγάπη καί νά μισήσουμε τά ἔργα τῶν νικολαϊτῶν, πού καί σήμερα ὀργιάζουν. Ἀλλά καί στόν ἕβδομο καί τελευταῖο μακαρισμό τῆς Ἀποκαλύψεως ὁ Κύριος, βραβεύοντας τήν ἀφοσίωση ἐκείνων πού θά τηρήσουν τίς ἐντολές του, προσφέρει σ᾿ αὐτούς τήν ἐξουσία «ἐπί τό ξύλον τῆς ζωῆς» (22,14).
Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ὁ παράδεισος, μέσα στόν ὁποῖο γευόμαστε ἤδη τούς καρπούς τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς μέ τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Προσφέροντας σέ μᾶς τό ἄχραντο σῶμα καί τό τίμιο αἷμα του, ὁ Κύριος μᾶς μεταγγίζει συνεχῶς αἰώνια ζωή, μᾶς χαρίζει τήν πρόγευσή της. Καί αὐτή ἡ πρόγευση λειτουργεῖ ὡς ἐφόδιο πού μᾶς δυναμώνει στήν πορεία αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἀλλά καί ὡς ἄσειστη ἐγγύηση, ἡ ὁποία μᾶς βεβαιώνει γιά τήν αἰώνια χαρά καί δόξα πού μᾶς περιμένει στόν οὐρανό.
Μιά ἀνάλυση τῆς περικοπῆς τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ, ὅπως περιγράφεται στό κατά Μᾶρκον Εὐαγγέλιο, ὁδηγεῖ στή διάκριση τεσσάρων προσώπων πού ἀντιπροσωπεύουν τέσσερις κόσμους.
Ὁ π ρ ῶ τ ο ς παραλληλίζεται μέ τόν ἄνθρωπο πού δέχτηκε στό σπίτι του τόν Ἰησοῦ. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού μέ τή ζωή τους διακηρύττουν ὅτι ὁ Θεός βρίσκεται στόν οἶκο τῆς ψυχῆς τους, ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς ὑπάρξεώς τους. Ἔχουν γεμίσει οἱ ἴδιοι ἀπό τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί τό γεγονός αὐτό δέν μένει κρυφό, δέν μπορεῖ νά μείνει κρυφό. Καί ἡ παρουσία ἀκριβῶς ἀνθρώπων πεπληρωμένων, ἀναπόφευκτα συνοδεύεται ἀπό συρροή καί συγκέντρωση ἄλλων πού ζητοῦν βοήθεια.
Τόν δ ε ύ τ ε ρ ο κόσμο ἀντιπροσωπεύουν οἱ ἄνθρωποι πού ἔφεραν τόν παραλυτικό μπροστά στόν Ἰησοῦ. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού γεύτηκαν οἱ ἴδιοι τή ζωή τοῦ εὐαγγελίου καί εὐαγγελίζονται καί σέ ἄλλους. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, πάντα διακόπτουν τήν ἀνάπαυσή τους, γενναιόδωρα προσφέρουν τή δύναμη καί τήν εἰδικότητά τους καί φορτώνονται τά βάρη τῶν ἀλλων. Ὁ ρόλος τους δέν εἶναι περιπτωσιακός ἀλλά συνεχής, δραστήριος καί ἀπαιτητικός. Γίνονται οἱ φορεῖς! Μέ ποικίλους τρόπους ὁδηγοῦν ψυχές στό Χριστό. Καί ἡ προσέγγιση ἀπαιτεῖ εὐφυΐα καί ἐπιμονή, ὅπως τήν ἔδειξαν μέ τόν τρόπο τους οἱ ἄνθρωποι τοῦ παραλυτικοῦ.
Ὁ τ ρ ί τ ο ς κόσμος περιλαμβάνει ὅλους ἐκείνους πού ἔχουν κοινά γνωρίσματα μέ τόν παραλυτικό τῆς περικοπῆς. Πάντα μιά φυσική κλινική ἀσθένεια χρειάζεται θεραπεία. Ἀλλά πολύ περισσότερο αὐτό πού ἔχει ἀνάγκη ὁ ἄνθρωπος καί τό ὁποῖο τόν ἀπαλλάσσει ἀπό κάθε κακό, εἶναι ἡ πνευματική ἀποκατάσταση καί παλινόρθωση. Οἱ φοβερές ἀρρώστιες τοῦ κόσμου μας μαρτυροῦν γιά τή φθορά, πού εἶναι συνυφασμένη μέ τήν ἁμαρτία. Ὅλοι μας δοκιμαζόμαστε ἀπό μιά πνευματική ἀσθένεια, πού θά βρεῖ ἀνταπόκριση καί θεραπεία μόνο σέ πνευματική φροντίδα.
Οἱ διεθνεῖς συμβάσεις εἶναι ἀδύναμες γιά νά μᾶς δώσουν τό ἀληθινό φάρμακο. Ἀπαιτεῖται μιά πανίσχυρη συμφωνία, μιά αἰώνια καταλλαγή, πού θά μᾶς ἐξασφαλίσει τή σωτηρία. Πόσο δύσκολο ὅμως γιά τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας! Θεωροῦμε τό πετρέλαιο πιό σημαντικό ἀπό τό αἷμα, τή γῆ ἀνώτερη στήν ἀξία ἀπό τόν ἄνθρωπο. Πετοῦμε σάν ἄκυρο τό λόγο τοῦ Θεοῦ, τή μάχαιρα τοῦ Πνεύματος, καί ἐμπιστευόμαστε στήν πολεμική σάλπιγγα καί τό ὀξύ ξίφος. Ἀλλά κι ἔτσι, μποροῦμε νά βροῦμε τή θεραπεία. Ὁ Ἰησοῦς μέ τό εὐαγγέλιό του ἔφερε τήν καταδίκη τῆς ἁμαρτίας, τήν ἄφεση καί τή δύναμη νά τήν νικοῦμε. Ἀπό μᾶς μένει νά βροῦμε τούς ὁδηγούς πού θά μᾶς φέρουν κοντά Του.
Τόν τ έ τ α ρ τ ο κόσμο ἀντιπροσωπεύει ἡ μερίδα τῶν γραμματέων. Εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι μέ τό περιφρονητικό χαμόγελο στά χείλη, τό κατσούφιασμα στό πρόσωπο καί μέ τήν περισπούδαστη ἔκφραση τοῦ ἐξεταστῆ, τοῦ ἐρευνητῆ. Ὅμως δέν βλέπουν τίποτε, τά μάτια τους εἶναι κλειστά. Γι’ αὐτούς ἡ νοοτροπία τους εἶναι τό πᾶν· ἀντίθετα, ἡ ἀνθρώπινη ἀνάγκη, πού λένε πώς τήν ὑπηρετοῦν, καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, πού ἰσχυρίζονται πώς τό μελετοῦν, δέν εἶναι τίποτε. Εἶναι τό χειρότερο εἶδος τύφλωσης, πού ὁδηγεῖ σέ μεγάλη καταστροφή. Ἄνθρωποι ὅλοι, καί μπροστά μας ὁ Ἰησοῦς. Τά διαπεραστικά Του μάτια διαβάζουν τή σκέψη μας καί βλέπουν τίς κρυφότερες πλευρές τοῦ ἑαυτοῦ μας. Γυάλινα σπίτια εἴμαστε μπροστά στό βλέμμα τοῦ Θεοῦ. Τίποτε μυστικό πιά ἀπ’ Αὐτόν. Ὁ Θεός διορᾶ καί ἐποπτεύει. Ἡ θεραπευτική ματιά Του καί ὁ σωτήριος Λόγος Του θά μᾶς χαρίσει τήν θεραπεία καί τήν ὑγεία. Φτάνει μόνο νά βροῦμε τό δρόμο πού θά μᾶς φέρει κοντά Του καί νά δείξουμε τήν πίστη πού θά κάνει τή χάρη Του δική μας.
Ἡ σιγή, λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, σέ θέματα πίστεως εἶναι τρίτο εἶδος ἀθεΐας μετά ἀπό τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀπόρριψη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. |