Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὡς Θεάνθρωπος εἶναι μοναδικός καί ἀσύγκριτος, ὅπως ἀποδεικνύεται σέ ὅλη τήν ἐπίγεια ζωή του. Εἶναι ὁ μόνος πού ἦταν γνωστός καί ἀναμενόμενος πρίν ἀκόμη ἀπό τήν ἐμφάνισή του στή σκηνή τῆς Ἱστορίας. Ὑποσχέθηκε τήν ἔλευσή του ἀμέσως μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων μέ τό γνωστό «πρωτευαγγέλιον» (βλ. Γέ 3,15). Ὑπῆρξε ὄντως ἡ «προσδοκία ἐθνῶν» (Γέ 49,1), ὅλου τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτό ἡ νοσταλγία καί ἡ λαχτάρα ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας προσανατολίσθηκε πρός τό μέλλον, στήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ἀνασύνδεση μαζί του καί τή λύτρωσή της. Ἡ προσμονή αὐτή ἄφησε ἔντονα ἴχνη σέ ὅλο τόν κόσμο, σέ Ἀνατολή καί Δύση, ἰδιαίτερα ὅμως στούς Ἰσραηλῖτες. Οἱ θεόπνευστοι προφῆτες ἐκεῖ κηρύττουν τόσο ἔντονα καί μέ βεβαιότητα τήν ἔλευση τοῦ Μεσσία Χριστοῦ, σάν νά πρόκειται γιά ἤδη βιωμένη πραγματικότητα.
Σαφής, ὅμως, καί ξεκάθαρη εἶναι ἡ προσδοκία καί στούς ἄλλους λαούς, Ἕλληνες, Ρωμαίους, Κινέζους, Ἰνδούς, Ἰρανούς, Αἰγύπτιους. Ἀπό ὅλες αὐτές τίς μαρτυρίες θά ἀναφέρω ἐπιγραμματικά τίς ἔξοχες φωνές, Ἑλλήνων καί Ρωμαίων, πού σάν ἀστραπές προσπάθησαν νά σχίσουν τό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας, στό ὁποῖο κυλιόταν ὁ ἀρχαῖος εἰδωλολατρικός κόσμος, καί νά ἀναθερμάνουν τή γλυκειά ἀπαντοχή τοῦ Σωτήρα.
Ὁ μεγάλος τραγικός ποιητής Αἰσχύλος συνέγραψε τή θαυμάσια τριλογία «Προμηθεύς Πυρφόρος», «Προμηθεύς Δεσμώτης» καί «Προμηθεύς Λυόμενος», ἀπό τήν ὁποία διασώθηκε μόνον ἡ δεύτερη τραγωδία. Ὁ Προμηθέας, λέγει, ἁμάρτησε βαρύτατα, γιατί θέλησε νά γίνει ἴσος μέ τόν Θεό. Γι’ αὐτό καταδικάζεται στήν τρομερή τιμωρία τῆς προσπασσάλωσής του σέ φαράγγι δυσχείμερο τοῦ ὄρους Καυκάσου. Ἕνας γύπας, γεννημένος ἀπό ἔχιδνα, πού κατά τό ἥμισυ ἦταν γυναίκα, καθημερινά πλησίαζε τόν δεσμώτη, βύθιζε τό ράμφος του μέσα στό στῆθος του καί κατέτρωγε τό ἧπαρ τοῦ Προμηθέα, τό ὁποῖο ἀναπληρωνόταν τή νύχτα. Ἀπό αὐτή τήν τραγική θέση ἐκφράζει πρός στιγμή τήν ἐλπίδα ὅτι θά συγχωρηθεῖ ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι δίκαιος, ἀλλά καί «μακρόθυμος». Λέγει ἀκόμη ὅτι ὁ λυτρωτής του θά εἶναι τό παιδί τό ὁποῖο θά γεννηθεῖ ἀπό τήν παρθένο Ἰώ καί τόν Θεό, θά εἶναι υἱός Θεοῦ καί υἱός Παρθένου, δηλαδή θεάνθρωπος, καί θά γεννηθεῖ ὑπερφυσικά. Ὁ παρθενογέννητος αὐτός θεάνθρωπος θά ἐξαφανίσει τό κράτος τῶν παλαιῶν θεῶν. Ὁ Ἑρμῆς μάλιστα προλέγει στόν Προμηθέα:
«Καί μήν προσμένεις στό μαρτύριο αὐτό σου τέλος,
πρίν νά βρεθεῖ κανείς θεός πού νά θελήσει
νά πάρει ἐπάνω του τά πάθια σου καί πάει
στοῦ ἄφεγγου τ’ Ἅδη τ’ ἄραχλα βαθιά σκοτάδια».
Μιά ἁπλή ἀντιπαραβολή τῆς μεγαλειώδους αὐτῆς εἰκόνας μέ τό 53ο κεφάλαιο τοῦ Ἠσαΐα ἀρκεῖ γιά νά μείνει κανείς ἔκπληκτος ἀπό τό θάμβος τῆς θείας Πρόνοιας, πού κυβερνᾶ τά πάντα καί ἡ ὁποία μέ τόσο θαυμαστό τρόπο προεξαγγέλλει τά θαυμάσια τῆς λύτρωσης τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν θεάνθρωπο Λυτρωτή, προετοιμάζοντας ὅλο τόν κόσμο γιά τόν ἐρχομό του.
Κατά τήν ἐποχή τοῦ Σωκράτη ἀσίγητη μένει ἡ προσμονή τοῦ Λυτρωτῆ καί ἀσίγαστη σιγοκαίει ἡ λαχτάρα γιά τήν ἔλευσή Του. Ἔτσι, ὁ μεγάλος φιλόσοφος μέ σαφήνεια ἐξαγγέλλει ἀπολογούμενος στούς δικαστές του: «Σέ πνευματικό λήθαργο θά εἶσθε, ἐάν ὁ Θεός φροντίζοντας γιά σᾶς δέν στείλει κάποιον ἄλλον πρός ἐσᾶς».
Ὁ Πλάτων στήν «Πολιτεία» του, μέ ἐνάργεια πού θυμίζει τό 40ό κεφάλαιο τοῦ μεγαλοφωνότατου προφήτη Ἠσαΐα, λέγει: «Χωρίς νά ἔχει κάμει ποτέ τήν παραμικρότερη ἀδικία, ἄς τόν θεωροῦν ὡς τόν χειρότερο κακοῦργο, γιά νά περάσει ἡ ἀρετή του ἀπό τίς μεγαλύτερες δοκιμασίες... Καί ἔτσι συμπεριφερόμενος ὁ δίκαιος θά μαστιγωθεῖ, θά ριχτεῖ στά σίδερα καί, ἀφοῦ περάσει ἀπ’ ὅλα τά βασανιστήρια, θά ἀνασκολοπιστεῖ». Τό χωρίο αὐτό ἤδη ἀπό τήν πρώτη χριστιανική γραμματεία θεωρήθηκε ὡς σαφῶς μεσσιανικό.
Καταπληκτική ἐπίσης γιά τό θέμα μας εἶναι καί ἡ μεταξύ Σωκράτη καί Ἀλκιβιάδη στιχομυθία στό ἔργο τοῦ Πλάτωνα «Ἀλκιβιάδης Δεύτερος», πού ἀφορᾶ στό θέμα τῆς προσευχῆς. Ἀπό τή συζήτηση συνάγεται τό συμπέρασμα ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά περιμένει πότε θά φθάσει ὁ καιρός -καί δέν θά ἀργήσει- πού κάποιος θά τόν διδάξει πῶς πρέπει νά διάκειται ἀπέναντι στούς θεούς καί στούς ἀνθρώπους. Ὁ προφητικός αὐτός διάλογος βρίσκει τήν ἐκπλήρωσή του στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο (11ο κεφάλαιο). Τέσσερις αἰῶνες ἀργότερα, ὁ Χριστός ἀνταποκρινόμενος στό αἴτημα τῶν μαθητῶν «Κύριε, δίδαξον ἡμᾶς προσεύχεσθαι», δίδαξε στήν ἀνθρωπότητα τί πρέπει νά ζητεῖ, ὅταν γονατίζει μπροστά στόν οὐράνιο Πατέρα.
Στόν χῶρο τῶν Ρωμαίων ὁ Κικέρων, 50 χρόνια πρίν ἀπό τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ, νοσταλγεῖ τήν ἐποχή πού θά κυβερνᾶ παντοῦ ἕνας Διδάσκαλος καί Κυρίαρχος, ὁ Θεός!
Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζει μία πρόρρηση τοῦ Βιργιλίου, πού διατυπώθηκε 41 χρόνια πρίν γεννηθεῖ ὁ Χριστός. Στήν «4η Ἐκλογή» του μιλᾶ γιά τό θεῖο Παιδί, τό ὁποῖο θά ἐπαναφέρει στήν ἀνθρωπότητα τόν χρυσό αἰώνα, καί δέεται: «Ἐλθέ, πολυτίμητε Υἱέ τοῦ Θεοῦ, μεγάλε Υἱέ τοῦ Ὑψίστου. Σέ λίγο φτάνει ἡ ἐποχή. Ρίξε τό βλέμμα σου στήν ἀνθρωπότητα, πού κλονίζεται ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας. Ρίξε τό βλέμμα σου καί δές πῶς τά πάντα σκιρτοῦν γιά τήν ἐποχή ἡ ὁποία σύντομα φτάνει!».
Καί σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα προσδεμένη στόν βράχο τῆς ἀποστασίας της ἀναζητεῖ ἐναγωνίως Λυτρωτή. Μοιάζει σπαρταρώντας νά κραυγάζει: «Τίς με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρω 7,24). Καί φέτος, 2016 χρόνια μετά Χριστόν, θά ἀνοίξουν καί πάλι οἱ οὐρανοί, γιά νά ἀκουσθεῖ στά πέρατα τῆς οἰκουμένης τό ἀγγελικό μήνυμα «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» (Λκ 2,11). Δέν ἔχουμε παρά «ὅσοι πιστοί», ὅπως τότε οἱ ἀγραυλοῦντες ποιμένες καί οἱ ὁδοιποροῦντες μάγοι, νά σπεύσουμε στή φάτνη, νά βροῦμε καί ταπεινά νά προσκυνήσουμε τό θεῖο Βρέφος, τόν Σωτήρα τοῦ κόσμου καί προσωπικό μας Σωτήρα. Ἀμήν.
Εὐδοξία Αὐγουστίνου
Ἀπολύτρωσις, Δεκ. 2016
«Οὐδὲν γὰρ ἐν ἡμῖν ἄτιμον. Θεοῦ ἔργόν ἐστι», τίποτε δέν εἶναι ἄτιμο μέσα μας, γιατί εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, διδάσκει ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος (PG 61, 258). Δέν εἶναι ὅμως τόσο εὔκολο εἰδικά οἱ γονεῖς, πού ἔχουν τήν πρώτη εὐθύνη, νά διαπαιδαγωγήσουν τά παιδιά τους «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφ 6,4) στό σημαντικό θέμα τῆς σεξουαλικότητας. Καί γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές ἄς παρακολουθήσουμε τά συμπεράσματα μίας πρόσφατης μελέτης-ἔρευνας πού πραγματοποιήθηκε στήν Ἀγγλία, τῆς ὁποίας ἡ κοινωνία δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς «συντηρητική».
✔Πάνω ἀπό τό 61% τῶν γονιῶν δυσκολεύονται νά μιλήσουν στά παιδιά τους γιά εὐαίσθητα θέματα.
✔Σχεδόν τό 1/4 τῶν γονιῶν προσποιεῖται ὅτι δέν ἀκούει, ὅταν τό παιδί τους ρωτάει γιά θέματα σχετικά μέ τό σέξ· ἐπινοοῦν κάποιο τηλεφώνημα ἤ παραμένουν στήν ἐργασία τους μέχρι ἀργά γιά νά ἀποφύγουν νά ἔρθουν ἀντιμέτωποι μέ «περίεργες» ἐρωτήσεις τοῦ παιδιοῦ τους ἤ ἐφευρίσκουν ἄλλες δικαιολογίες γιά νά μή δώσουν κάποια ἀπάντηση.
✔Πάνω ἀπό τό 50% τῶν γονιῶν ἀποκάλυψε ὅτι διακατέχονταν ἀπό φόβο ἤ ἀμηχανία, ὅταν γιά πρώτη φορά ἔπρεπε νά μιλήσουν στό παιδί τους γιά σχετικό θέμα.
✔Περισσότεροι τοῦ 1/5 τῶν γονιῶν ἰσχυρίστηκαν ὅτι βρίσκονται σέ ἀμηχανία μέ τέτοιου εἴδους συζητήσεις, ὅταν τά παιδιά τους εἶναι μικρά, γύρω στήν ἡλικία τῶν τεσσάρων ἐτῶν.
✔Τό 41% τῶν γονιῶν διαπληκτίζονται μεταξύ τους γιά τό ποιός πρέπει νά εἶναι ἐκεῖνος πού θά ἀναλάβει νά τό κάνει. Ὁ καθένας πετάει τό «μπαλάκι» στόν ἄλλο.
Ἀπό τά ἀποτελέσματα τῆς ἔρευνας γίνεται σαφές ὅτι ἡ πλειονότητα τῶν γονιῶν δυσκολεύεται νά ἀντιμετωπίσει σωστά ἕνα τόσο σοβαρό θέμα. Λανθασμέ- νοι ὅμως χειρισμοί ἔχουν ὀλέθριες συνέπειες γιά τά παιδιά, οἱ ὁποῖες θά τά συνοδεύουν ἐφ᾽ ὅρου ζωῆς, διότι ἡ σεξουα- λικότητα ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο μέρος τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς καί ἡ σεξουαλική ὑγεία εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τή σωματική καί ψυχική ὑγεία.
Ἡ ὑγιής σεξουαλική κοινωνικοποίηση τοῦ παιδιοῦ ἀρχίζει ἀπό τό σπίτι, ἀφοῦ ἡ ἀνάπτυξη τῆς ταυτότητας τοῦ φύλου ἀρχίζει νά ἐμφανίζεται στό παιδί ἀπό τό δεύτερο ἔτος περίπου. Ἀπό τότε ἀρχίζει νά ἀποκτᾶ συνείδηση τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῆς διαφορᾶς τῶν δύο φύλων. Οἱ γονεῖς ἔχουν τή μοναδική εὐκαιρία νά τονίσουν τίς βαθιά ριζωμένες ἀξίες τῆς ζωῆς. Ἀπό τήν πολύ μικρή ἡλικία τά παιδιά ἐκτίθενται σέ μηνύματα σχετικά μέ τή σεμνότητα, τό γυμνό καί τήν ἰδιωτική ζωή καί μέ βάση τό φύλο μαθαίνουν τή σχετική συμπεριφορά.
Οἱ συζητήσεις γιά τίς διαφορές μεταξύ ἀγοριῶν καί κοριτσιῶν καθώς καί οἱ τρόποι πού τά παιδιά χρησιμοποιοῦν τή σεξουαλική γλῶσσα συμβάλλουν στή διαμόρφωση ὑγιοῦς σεξουαλικότητας. Οἱ γονεῖς διδάσκουν τά παιδιά σχετικά μέ τίς ἀξίες καί τίς προσδοκίες τους μέσῳ τῆς συμπεριφορᾶς τους καί τῶν μηνυμάτων πού αὐτή ἐκπέμπει ἀλλά καί μέσῳ τῶν δράσεών τους.
Ἡ σεξουαλική κοινωνικοποίηση ἐπίσης πραγματοποιεῖται ἔξω καί πέρα ἀπό τήν οἰκογένεια καί τό σπίτι. Τά παιδιά καί οἱ ἔφηβοι παρατηροῦν τούς κοινωνικούς κανόνες, παρακολουθοῦν τά μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης καί συμμετέχουν σέ πολιτιστικές καί θρησκευτικές δραστηριότητες, καθώς καί στήν ἀγωγή πού προσφέρεται στήν ἐκπαίδευση, ἄν καί ἐπισήμως δέν ἔχει εἰσαχθεῖ στά σχολεῖα τό σχετικό μάθημα. Ἀκόμη ἐκτίθενται τά παιδιά μας σέ διάφορες καί ποικίλες ἀπόψεις ἠθικῆς φύσεως σχετικά μέ τό θέμα τῶν ἀμβλώσεων καί τόν περιβόητο ἔλεγχο τῶν γεννήσεων, ὅπως τόν ρόλο καί τήν εὐθύνη τῶν δύο φύλων. Αὐτά τά ζητήματα καί οἱ διαφορετικές καί ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες ἀπόψεις πού διατυπώνονται δέν θά πρέπει νά ἀγνοοῦνται ἀπό τούς γονεῖς, διότι δέν ἀφήνουν ἀδιάφορους ἤ ἀνεπηρέαστους τούς ἐφήβους μας.
Οἱ γονεῖς συχνά προβάλλουν τό ἐρώτημα: Πότε πρέπει νά ξεκινήσει ἡ σεξουαλική ἀγωγή στό σπίτι, σέ ποιά ἡλικία τοῦ παιδιοῦ; Ἡ ἀπάντηση εἶναι πολύ ἁπλή: Τότε πού τό παιδί μας θά μᾶς θέσει τήν πρώτη σχετική ἐρώτηση. Μπορεῖ νά εἶναι καθώς διαβάζουμε μαζί τή δημιουργία τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ἀπό τήν εἰκονογραφημένη παιδική Βίβλο ἤ ὕστερα ἀπό τήν παρακολούθηση τοῦ Μυστηρίου τῆς Βάπτισης φιλικοῦ ἤ συγγενικοῦ προσώπου καί μάλιστα διαφορετικοῦ φύλου ἤ μετά τό Μυστήριο κάποιου Γάμου. Τότε εἶναι μία πολύ καλή εὐκαιρία σχολιάζοντας κάποιες εὐχές ἤ τά ἀναγνώσματα νά μιλήσουμε γιά τήν ἱερότητα καί τόν σκοπό τῆς σεξουαλικότητας.
Οἱ ἀπαντήσεις στίς ἐρωτήσεις πού θέτουν τά παιδιά χρειάζονται ἀπό τήν πλευρά μας ἑτοιμότητα, τέχνη, εὐστροφία καί προπαντός ἀλήθεια. Τίς προσαρμόζουμε στήν ἡλικία, τήν ἀντιληπτική ἱκα- νότητα καί τίς ἀνάγκες τοῦ συγκεκριμένου παιδιοῦ. Ἰδιαίτερα μέ τούς ἐφήβους ἄς κρατήσουμε διαύλους ἐπικοινωνίας ὅσο τό δυνατό περισσότερους καί πάντα ἀνοιχτούς. Δέν χρειάζεται νά τό «παίξουμε» μαζί τους «cool» σέ σκληρές ἐρωτήσεις τους. Βεβαίως τό λιγότερο ἄγχος μπορεῖ νά φέρει καλύτερα ἀποτελέσματα. Ὅμως θά ἐκτιμηθεῖ πολύ ἄν ἀκουστεῖ ἀπό τά χείλη μας: «Αἰσθάνομαι λίγο ἀμήχανα μέ τήν ἐρώτησή σου». Μιλώντας στούς ἐφήβους μας γιά τό σέξ, ἄς τούς μιλήσουμε γιά τίς διαπροσωπικές σχέσεις, γιά τό φύλο, τά στερεότυπα, τήν ἐφηβεία, τήν ἐνσυναίσθηση, τή δυναμική ἐνέργεια πού διαθέτουν, τά συστήματα ἐπικοινωνίας, τίς ἀξίες, τήν ἕλξη, τήν εἰκόνα τοῦ σώματος, τίς διαστροφές πού εἶναι «πειρασμός καί τραῦμα», ὅπως ἀπο- δίδεται στά ἑλληνικά τό σπουδαῖο ἔργο τοῦ π. Marc-Antoine Costa de Beauregard, καί θεωροῦνται πλέον ἀπό πολλούς ὡς φυσιολογικές παρά τή θέση τῆς Γραφῆς καί τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἄς συνειδητοποιήσουν οἱ ἔφηβοί μας, τά παιδιά μας, ὅτι εἶναι τά ἀφεντικά τοῦ σώματός τους ἀλλά καί ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τέλος, ἄς γνωρίζουμε πολύ καλά κι ἐμεῖς καί τά παιδιά μας ὅτι δέν ὑπάρχει λόγος ἤ πράξη μας χωρίς συνέπεια.
Ἀθανάσιος Γκάτζιος
- Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό πού λέω, ἀποδίδω μεγάλη σημασία σ’ αὐτό. Μέ τόν κακό λογισμό κάνεις κακό σ’ αὐτόν γιά τόν ὁποῖο σκέφτεσαι τό κακό. Τόν ἐπηρεάζεις. Τό ἴδιο καί μέ τό καλό. Εἶναι ἡ ἴδια δύναμις τῆς ψυχῆς πού μπορεῖ νά στραφεῖ καί ἔτσι καί ἔτσι. Καί στήν Ἀμερική νά εἶναι, θά αἰσθανθεῖ τήν ἐπίδραση τοῦ καλοῦ ἤ τοῦ κακοῦ λογισμοῦ πού τοῦ στέλνεις καί θά ἐπηρεασθεῖ ἀνάλογα.
Ὅσιος Πορφύριος
(«Ἀπό τό ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ
ἑνός Ὑποτακτικοῦ».
Ἐκδ. Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι 2016)
Ὅταν βρίσκει ὁ Θεός χοῦφτες ἀνοιχτές νά μοιράζουν, ἁπλόχερα κι Ἐκεῖνος τίς γεμίζει. Ἐνῶ οἱ χοῦφτες οἱ κλειστές μπρός στήν ἀνάγκη τοῦ ἀδελφοῦ, πῶς νά προσλάβουν τοῦ οὐρανοῦ τά δῶρα;
Καθώς μπαίνουμε στόν Δεκέμβριο, τόν μήνα πού γιορτάζουμε τή σαρκωμένη Ἀγάπη, μᾶς ὑποδέχεται ἕνας ἅγιος πού ταύτισε τή ζωή του μέ τό χρέος τῆς ἀγάπης, γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας τόν ὀνόμασε «Ἐλεήμονα».
Γεννημένος τόν 8ο αἰώνα στήν πόλη Ἄμνεια τῆς Παφλαγονίας, ὁ Φιλάρετος ἦταν ἐξαιρετικά πλούσιος. Εἶχε στήν ἰδιοκτησία του ἑφτακόσια βόδια, ὀχτακόσια ὀγδόντα ἄλογα, δώδεκα χιλιάδες πρόβατα, πολλά μελίσσια καί ἀκόμη σαράντα ὀκτώ μεγάλα κι εὔφορα κτήματα, πολλούς ὑπηρέτες καί μεγάλη περιουσία. Μέ τή σύζυγό του Θεοσεβώ ἀπέκτησε τρία παιδιά: τόν Ἰωάννη, τήν Ὑπατία καί τήν Εὐανθία. Ὡς καλός οἰκονόμος τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ πρόσφερε ἁπλόχερα στούς ἐνδεεῖς ἀδελφούς ὅ,τι εἶχαν ἀνάγκη. Ἡ φήμη του εἶχε ἐξαπλωθεῖ σέ ὅλη τήν περιοχή, ὥστε ὅποιος ἔχανε κάποιο ζῶο του, κατέφευγε στόν Φιλάρετο. Ἐκεῖνος, ἀφοῦ τόν φιλοξενοῦσε πλουσιοπάροχα, τόν ἄφηνε νά διαλέξει ἀπό τά κοπάδια του ὅποιο ζῶο χρειαζόταν.
Κάποτε ὅμως, ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά ὁδηγηθεῖ σέ μεγάλη φτώχεια σάν ἄλλος Ἰώβ καί τοῦ ἀπέμειναν μόνο ἕνα ζευγάρι βόδια, μία ἀγελάδα μέ τό μοσχαράκι της, ἕνα ἄλογο, ἕνα γαϊδουράκι καί μερικά μελίσσια. Ὅμως οὔτε καί τότε ἔπαψε νά ἐλεεῖ.
Μιά μέρα πού τό βόδι κάποιου φτωχοῦ γεωργοῦ ψόφησε, ὁ Φιλάρετος δέν δίστασε νά τοῦ δώσει τό δικό του καί γύρισε στό σπίτι του μέ ἕνα μόνο βόδι, κουβαλώντας ὁ ἴδιος τόν ζυγό καί τό ἄροτρο. Κι ὅταν σέ λίγες μέρες ψόφησε καί τό δεύτερο βόδι τοῦ γεωργοῦ, τοῦ ἔδωσε ὁ Φιλάρετος καί τό τελευταῖο δικό του βόδι, γιά νά ’χει δύο ἐκεῖνος καί νά μπορεῖ νά τά ζεύει στό ὄργωμα. Ἐλεοῦσε χωρίς ὑπολογισμούς κι ἔτσι σιγά σιγά χάρισε καί τά ἄλλα ζῶα πού τοῦ εἶχαν ἀπομείνει.
Γιά ὅλα αὐτά ἀντιμετώπιζε τά παράπονα τῆς συζύγου καί τῶν παιδιῶν του μέ πραότητα, διάκριση καί ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Γιά νά καθησυχάσει μάλιστα τήν ταραχή τους, τούς εἶπε μιά μέρα: «Μή λυπάστε, γιατί ἔχω σέ ἕναν τόπο πολύ χρῆμα κρυμμένο. Ἔκρινα καλύτερο νά πουλήσω τά ζῶα ἕνα ἕνα καί τήν ἀξία τους τήν ἔκρυβα σέ ἄφθαρτο δοχεῖο». Κι ἦταν ὄντως «ἄφθαρτο δοχεῖο» οἱ χοῦφτες τῶν φτωχῶν, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος βεβαιώνει «ἐφ᾽ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Μθ 25,40). Κι ὅταν ἀνταποδίδει ὁ Θεός, μόνο πολλά ξέρει νά δίνει… Ἔτσι, μετά ἀπό καιρό ἀποκατέστησε καί τόν Φιλάρετο στήν πρώτη του δόξα. Ἡ ἐγγονή του Μαρία ἐπιλέχθηκε νά γίνει σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου Στ΄ καί ὅλη ἡ οἰκογένειά της τιμήθηκε μέ δῶρα καί ἀξιώματα. Ὁ αὐτοκράτορας ἔδωσε στόν γέροντα Φιλάρετο πολλά χρήματα κι ἐκεῖνος καί πάλι ἀδιάκοπα τά μοίραζε στούς φτωχούς. Μάλιστα, μιά μέρα ἀνακοίνωσε στούς δικούς του ὅτι πρόκειται νά κάνουν τραπέζι στόν βασιλιά καί σέ ὅλους τούς ἄρχοντες. Τό τραπέζι ἑτοιμάστηκε πλουσιοπάροχο καί σέ λίγο κατέφτασαν ἑκατό περίπου «ἐπίσημοι», τούς ὁποίους εἶχε προσ- καλέσει ὁ Ἅγιος: φτωχοί, ἀνάπηροι, κουτσοί, γέροντες… Τούς παρέθεσαν βασιλικό δεῖπνο καί φεύγοντας ἔδωσαν στόν καθένα ἀπό δέκα νομίσματα.
Ὅταν πλησίαζε τό τέλος του, τό πληροφορήθηκε ὁ ἅγιος Φιλάρετος καί ἀφοῦ κάλεσε ὅλους τούς συγγενεῖς του, τούς συμβούλευε νά μιμηθοῦν τό παράδειγμά του καί νά αὐξάνουν τίς οὐράνιες καταθέσεις τους, δίνοντας ἁπλόχερα στούς φτωχούς. Ὕστερα, τούς εὐλόγησε ἕναν ἕναν καί ξαφνικά ἔλαμψε τό πρόσωπό του καί εὐωδίασε ὅλο τό σπίτι! Ὁ ἅγιος γέροντας ἄρχισε νά λέει τό «Πιστεύω…» καί τό «Πάτερ ἡμῶν…»· μέ τό «γενηθήτω τὸ θέλημά σου» στά χείλη του παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Θεό. Ἦταν 1η Δεκεμβρίου τοῦ 792 μ.Χ.
Στίς μέρες μας πολύς ὁ λόγος περί πτωχεύσεως… Εἶναι τά μειωμένα ἔσοδα πού μείωσαν τή χαρά καί τήν εἰρήνη μας; Εἶναι τά αὐξημένα ἔξοδα πού αὔξησαν τό ἄγχος καί τήν ἀπελπισία μας; Ἤ μήπως ἔχουν πτωχεύσει οἱ καρδιές μας καί βλέπουμε τίς ἀνάγκες μας μεγαλύτερες ἀπ’ τίς ἀνάγκες τοῦ ἀδελφοῦ;
Γρηγόριος
13 Δεκεμβρίου 1943. Βάφονται στό αἷμα τά ἱστορικά Καλάβρυτα. Τά χιτλερικά πολυβόλα ἀφανίζουν τό πιό εὔρωστο κομμάτι τοῦ πληθυσμοῦ, 1.300 ἄνδρες. Βυθίζεται στό πένθος καί ὀρφανεύει ἡ μαρτυρική πόλη. Στόν τόπο τῆς θυσίας, στό χωράφι τοῦ Καπῆ, τά 1.300 καντήλια πού σιγοκαῖνε σήμερα ζωντανεύουν στόν κάθε ἐπισκέπτη τό στυγερό ὁλοκαύτωμα.
Καθώς βλέπουν οἱ μοναχοί τῆς Ἁγίας Λαύρας νά λαμπαδιάζουν τά Καλάβρυτα, ἀντιλαμβάνονται πώς καί τό μοναστήρι τους δέν θά γλυτώσει ἀπό τή γερμανική θηριωδία. Μέ βιάση, λοιπόν, πολλοί ἀπ' αὐτούς μεταφέρουν στό δάσος ἱερά κειμήλια κι ἀποφασίζουν νά μείνουν ἐκεῖ. Τήν ἄλλη μέρα τό πρωί, 14 Δεκεμβρίου, πενήντα Γερμανοί κυκλώνουν τό ἔνδοξο μοναστήρι καί τό τυλίγουν στίς φλόγες. Ὅσους πατέρες βρίσκουν τούς σκοτώνουν κάτω ἀπό τό πλατάνι τῆς μονῆς. Τραγική ἡ θέση τῶν μοναχῶν πού εἶχαν κρυφτεῖ στό δάσος. Ἐπιστρέφουν δακρύβρεχτοι. Ἕνας ἀπ' αὐτούς κάπως ἔτσι διεκτραγωδεῖ τήν κατάσταση:
«Οἱ Γερμανοί εἶχαν ἐγκαταλείψει τόν τόπον περί τήν μεσημβρίαν. Ἐπλησιάσαμεν. Θεέ μου, τί κακό! Τό πᾶν εἶχε ἀποτεφρωθῆ. Ἡ μεγαλοπρεπής καί ἐπιβλητική ἱστορική μονή μας δέν ὑπῆρχε πλέον. Μόνον ὁ ἱερός ναός παρέμεινεν ἄθικτος. Τό πῦρ πού ἔθεσαν εἰς αὐτόν δέν ἤναψεν. Ἡ Παναγία ἔκαμε καί πάλιν τό θαῦμα της. Δέν εἴχομεν συνέλθει ἀπό τό θλιβερόν αὐτό θέαμα καί εὑρέθημεν πρό ἑτέρου ἔτι ὀδυνηροτέρου: Κατά γῆς, γύρω ἀπό τόν ἱστορικόν πλάτανον, ἔκειντο οἱ ἐκτελεσθέντες πατέρες, Βασίλειος, Νεόφυτος, Εὐθύμιος, Ἀγαθάγγελος καί ὁ ὑπηρέτης τῆς μονῆς Π. Μπράτσικας. Ἐγονατίσαμεν μέ πόνον ἄφατον πρό τῶν πτωμάτων καί μέ λυγμούς ἠσπαζόμεθα αὐτά εὐλαβῶς».
Ὁ ἱερομόναχος ἐξομολόγος καί κατηχητής π. Βασίλειος Νασιόπουλος ἔμεινε στό μοναστήρι, γιά νά συμπαρασταθεῖ στόν παράλυτο π. Εὐθύμιο Χρυσανθακόπουλο. Μιά ἐχθρική σφαῖρα βρίσκει τόν π. Βασίλειο στόν κρόταφο, «ἔχοντα τήν χεῖρα εἰς σχῆμα σταυροῦ μέ τούς τρεῖς δακτύλους ἡνωμένους, εἰς δέ τόν κόλπον του εὑρέθη τό μικρόν Ἀρτοφόριον μέ τόν Ἅγιον Ἄρτον καί εἰς τήν τσέπην του τό ἅγιον Μύρον». Ὁ καθηλωμένος ἱερομόναχος π. Εὐθύμιος δέχεται πολλαπλές γερμανικές σφαῖρες πού τοῦ τρυποῦν τήν καρδιά.
Τήν ἴδια μέρα γεύεται τή γερμανική λαίλαπα κι ἕνα ἄλλο ἔνδοξο μοναστήρι, κοντά στά Καλάβρυτα, τό Μέγα Σπήλαιο. Οἱ ἀνίεροι κατακτητές τό καῖνε. Σχηματίζεται μιά ὁλόκληρη σειρά ἀπό μελλοθάνατους μοναχούς, δόκιμους, λαϊκούς πού τούς στήνουν ἀπέναντι ἀπό τά πολυβόλα, στόν τόπο «Κισσωτή». Ὁ γερμανός ἀξιωματικός ἀποθρασύνεται. Τούς διατάσσει νά ἐπευφημήσουν τόν Χίτλερ. Καί τότε, σέ κείνη τή γραφική τοποθεσία, μιά συγκινητική σκηνή ξετυλίγεται. Ὁ 96χρονος χαρισματοῦχος ἡγούμενος π. Γαβριήλ Κόσσυφας φωνάζει:
«Ὄχι, παιδιά μου. Ἐμεῖς εἴμεθα Χριστιανοί καί Ἕλληνες. Ἄς σηκώσουμε τά μάτια στόν οὐρανό καί ἄς φωνάξουμε: Ζήτω ἡ Ἑλλάδα μας!».
Ὅλοι τους μέ πρόσωπα αὐλακωμένα ἀπό τά δάκρυα ἀλληλοσυγχωροῦνται. Κι ὕστερα, στραμμένοι πρός τόν οὐρανό, σείονται οἱ πλαγιές ἀπό τίς ἐναρμονισμένες βροντώδεις φωνές τους: «Ζήτω ἡ Ἑλλάδα μας!». Ὁ αἱμοδιψής τύραννος ἐνεργοποιεῖ τά πολυβόλα. «Ἔπεσαν ὅλοι στό χῶμα. Ἕναν-ἕναν παίρνοντάς τους οἱ βάρβαροι, τούς πέταξαν μέσα στή χαράδρα, 150 μέτρα βάθος. Ὁ μικρός Ἠλίας προσπαθοῦσε νά τραβήξει τόν γέροντα ἡγούμενο. Προφταίνει ὁ βάρβαρος, ἁρπάζει τόν μικρό, τόν ταλαντεύει καί τόν πετᾶ ζωντανό στό χάος τοῦ φαραγγιοῦ», σημειώνει ὁ μητροπολίτης Λήμνου Διονύσιος στό βιβλίο του «Πιστοί ἄχρι θανάτου».
Ξένε, σάν βρεθεῖς προσκυνητής στό μοναστήρι τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου, μή λησμονήσεις νά ἐπισκεφθεῖς κι αὐτόν τόν αἱματοβαμμένο μαρτυρικό τόπο καί νά σιγοψάλεις «μνήσθητι, Κύριε, τῶν δούλων σου...», ὅλων αὐτῶν τῶν πολύπαθων πατέρων, πού κοσμοῦν τή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία μέ τό ἀμάραντο στεφάνι τῆς δόξας.
Ἑλληνίς
Ἀπολύτρωσις, Δεκ. 2016
Τό χτυποκάρδι τῆς πρό Χριστοῦ ἐποχῆς ἀποτυπωμένο στά ἱερά κείμενα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης συνοψίζεται στήν προφητική διαβεβαίωση «ἔρχεται ὁ Λυτρωτής»! Καί ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, καθώς μᾶς χειραγωγεῖ πρός τή φάτνη τῆς Βηθλεέμ, φέρνει στ᾿ αὐτιά μας αὐτή τή διαβεβαίωση, πού ἀνοίγει δρόμο γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Λυτρωτῆ στήν καρδιά μας. Ἡ τριάδα τῶν προφητῶν, πού μᾶς εἰσάγει στό Δεκέμβριο μήνα, γίνεται μία πρόκληση γιά τόν πιστό ἀλλά καί γιά τόν κάθε σκεπτόμενο ἄνθρωπο νά προβληματισθεῖ σχετικά μέ τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μνήμη Ναούμ τοῦ προφήτου, ἀναγγέλλει τό Συναξάριο τῆς 1ης Δεκεμβρίου, γιά νά ἀκολουθήσει τήν ἑπομένη ἡ μνήμη τοῦ Ἀββακούμ καί τήν 3η τοῦ Σοφονία.
Ἀνήκουν καί οἱ τρεῖς στήν ὁμάδα τῶν δώδεκα προφητῶν, πού ὀνομάζονται «μικροί» ὄχι διότι εἶναι μικροί σέ ἀξία, ἀλλά διότι ἔχουν μικρή ἔκταση τά βιβλία πού αὐτοί συνέγραψαν. Φωτισμένοι ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἱ ἅγιοι αὐτοί ἄνθρωποι, βυθίζουν τό βλέμμα τους πέρα ἀπό τή σύγχρονή τους πραγματικότητα, τήν ὁποία ἄριστα κατέχουν καί ζωντανά περιγράφουν, στήν αἰώνια πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Καί -τί θαῦμα!- μέσα στή μικρή ἔκταση τῶν προφητειῶν τους ξεδιπλώνουν τό μεγάλο σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου κι ἀποκαλύπτουν στήν ἀνθρωπότητα πολύτιμα μυστικά γιά τήν ἀναγνώριση καί προσέγγιση τοῦ Σωτήρα. Ἕνα δεῖγμα ἀπό τήν πείρα τους αὐτή θά δοῦμε στήν συνέχεια.
Προλέγοντας τήν ἐπικείμενη καταστροφή τῆς Νινευΐ, ὁ Ναούμ (=Παρηγορημένος) διακηρύττει ὅτι «χρηστός (=συγκαταβατικός) Κύριος τοῖς ὑπομένουσιν αὐτόν» (1,7). Δέν διαψεύδει ὁ Κύριος ἐκείνους πού στηρίζουν σ᾿ Αὐτόν τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας τους.
Μιλώντας πιό ξεκάθαρα ὁ Ἀββακούμ (=Ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ) στήν ἀρχή τοῦ τρίτου κεφαλαίου τῆς προφητείας του βλέπει ἐνσαρκωμένη τήν ἐλπίδα, συνομιλεῖ μέ τόν ἴδιο τόν Θεό: «Ἄκουσα τή φωνή σου, Κύριε, καί φοβήθηκα· μελέτησα τά ἔργα σου καί ἔμεινα κατάπληκτος... Νά, ὁ Θεός θά ᾿ρθεῖ ἀπό τή Θαιμάν, ὁ ἅγιος ἀπό ὄρος πυκνοφυτευμένο καί κατάσκιο», τήν Παρθένο Μαρία, ἐξηγοῦν οἱ ἑρμηνευτές.
Κι ὁ Σοφονίας (= Θεοφύλακτος), σαγηνευμένος ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, διαβεβαιώνει τόν πιστό λαό· «περιεῖλε (=παραμέρισε) Κύριος τά ἀδικήματά σου. Λελύτρωταί σε ἐκ χειρός ἐχθρῶν σου... οὐκ ὄψῃ κακά οὐκέτι» (3,15). Λυτρώνεται ἀπό τό φόβο τοῦ κακοῦ ἡ ἀνθρωπότητα ἀπό τήν ὥρα πού ὁ ἴδιος ὁ Θεός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί μ᾿ αὐτήν συνέτριψε τόν πιό μεγάλο ἐχθρό τοῦ ἀνθρώπου, τό θάνατο.
Τί πλοῦτος, ἀλήθεια, τί θησαυρός πολύτιμος οἱ θεῖες Γραφές! Μακάριοι ὅσοι τίς μελετοῦν. Εἰδικά αὐτή τήν περίοδο, εἶναι ἡ πιό καλή προετοιμασία γιά τά Χριστούγεννα. Οἱ προφητεῖες, ἐκπληρωμένες ἤδη μέσα στήν ἱστορία τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ, ὄντως «βιάζουν» τόν σκεπτόμενο ἄνθρωπο νά πιστέψει. Καί γιά τόν πιστό γίνονται τό ἀλάθητο μονοπάτι, ὥστε νά πορευθεῖ μέ ἀσφάλεια καί νά γονατίσει μέ ἐπίγνωση στό λίκνο τοῦ αἰωνίου Θεοῦ, πού γιά χάρη μας γεννᾶται ὡς «παιδίον νέον».
Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 57 (2002) 243
«Δέν τρώω πτώματα ἤ ὁτιδήποτε παράγεται ἀπό αὐτά!», μοῦ ἀπάντησε μία συμφοιτήτριά μου, ἀρνούμενη νά πάρει τό ἀρτύσιμο κέρασμα πού τῆς προσέφερα. Καί προτοῦ προλάβω νά πῶ κάτι, συμπλήρωσε: «Εἶμαι vegan!», χωρίς νά ἀφήσει περιθώριο γιά ὁποιαδήποτε ἄλλη συζήτηση…
Ψάχνοντας πληροφορίες διαπίστωσα πώς vegan λέγονται ὅσοι υἱοθετοῦν ἕναν συγκεκριμένο τρόπο ζωῆς πού ἀπαγορεύει τή χρήση ζώων ἤ ζωικῶν προϊόντων γιά τροφή, ἔνδυση ἤ ἄλλους σκοπούς. Ἀποκλείουν, ὡς ἐκ τούτου, ἀπό τή διατροφή τους ὅλα τά ζωικά προϊόντα ὅπως τό κρέας, τό ψάρι, τά πουλερικά, τό μέλι, τά αὐγά, καί ὅλα τά γαλακτοκομικά προϊόντα.
Μάλιστα, ἔχουν καθιερώσει καί Παγκόσμια Ἡμέρα Αὐστηρᾶς Χορτοφαγίας, τήν 1η Νοεμβρίου. Πίσω ἀπό τόν συγκεκριμένο τρόπο ζωῆς κρύβεται μία ὁλόκληρη φιλοσοφία καί ἠθική σχετικά μέ τή μακροζωία, τήν ἀγάπη στή μητέρα-φύση καί στό περιβάλλον.
Προβληματίστηκα καί ἀναρωτήθηκα: «Ἐγώ γιατί νηστεύω; Γιά λόγους μακροζωίας, ὑγιεινῆς διατροφῆς ἤ λόγῳ κάποιας φιλοσοφίας;». Τότε θυμήθηκα τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ πού εἶχα πολλές φορές διαβάσει στήν Καινή Διαθήκη ἀπό μικρή: «Τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Μθ 17,21). Μέ τή νηστεία ἀπό τίς τροφές καί τά πάθη μας, μέ τήν προσευχή καί τόν καθημερινό μας ἀγώνα πολεμᾶμε τόν διάβολο, ζητοῦμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί νικοῦμε τούς πειρασμούς. Ἀπέχουμε ἀπό ὁρισμένες τροφές σέ συγκεκριμένες μέρες καί περιόδους, γιατί προετοιμαζόμαστε πνευματικά γιά κάποιο μεγάλο γεγονός…
Καί ὅταν κάποιοι στίς ἀρχές Νοεμβρίου γιορτάζουν καί νηστεύουν ἀπό τά «πτώματα» στό ὄνομα μίας ὑγιεινῆς διατροφῆς, ἐμεῖς, στά μέσα Νοεμβρίου (15/11) ἀρχίζουμε τή νηστεία-προετοιμασία γιά τό παγκόσμιο κοσμοσωτήριο γεγονός τῆς Γέννησης Ἐκείνου πού ἦρθε στή γῆ γιά τόν καθένα ξεχωριστά καί ὅλους μαζί. Ἦρθε κι ἔρχεται ὡς πραγματικός Πατέρας νά μᾶς σώσει ἀπό τήν ἁμαρτία, νά μᾶς μετατρέψει ἀπό νεκρά πτώματα, δούλους τῆς ἁμαρ- τίας, σέ ἀνθρώπους ἀναγεννημένους ψυχῇ τε καὶ σώματι.
Ἡ σωματική νηστεία γιά τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μᾶς βοηθᾶ καί πνευματικά. Δίνοντας λιγότερα δικαιώματα στήν ὕλη μποροῦμε νά ἀσχοληθοῦμε μέ τήν προσευχή, τήν πνευματική μελέτη, τήν προσφορά τῆς ἀγάπης, μέ τόν πνευματικό ἀγώνα, ὥστε νά ζήσουμε ἀληθινά μέσα μας τά Χριστούγεννα. Ἄς εὐχηθοῦμε, τώρα πού ἡ Σαρακοστή τῶν Χριστουγέννων ξεκινᾶ, νηστεύοντας μέ χαρά, προσευχόμενοι μέ καθαρή καρδιά, ἀσκώντας γύρω μας τήν ἀγάπη, νά ὑποδεχτοῦμε μέσα μας τόν νεογέννητο Κύριο.
Ἀγριππίνα
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 286
Ποιός μπορεῖ νά καυχηθεῖ πώς κατέχει κάθε σελίδα τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ Ἀγώνα τοῦ 1821; Σέ κάθε τόπο τῆς πατρίδας μας διαδραματίστηκαν μάχες ἡρωικές. Μιά τέτοια λαμπρή σελίδα γράφτηκε ἐκεῖ στό Δίστομο καί στήν Ἀράχωβα μέ πρωταγωνιστή τόν «ἀετό τῆς Ρούμελης».
Νοέμβριος τοῦ 1826. Οἱ Τοῦρκοι, ὑπό τήν ἀρχηγία τοῦ περιβόητου ἀλβανοῦ Μουσταφάμπεη Κιαφεζέζη, ἑνώνονται μέ τίς δυνάμεις τοῦ Κεχαγιάμπεη στή Δομβραίνα. Ὁ Καραϊσκάκης μέ σώματα Ρουμελιωτῶν καί Σουλιωτῶν περνᾶ ἀπό τή μονή τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ στή Δομπό καί τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ στό Στείρι. Φτάνει τέλος στήν Ἀράχωβα καί στήνει τό στρατηγεῖο του στό Δίστομο.
Βράδυ 17ης Νοεμβρίου. Στό στρατηγεῖο καταφτάνει ὁ μοναχός Παφνούτιος Χαρίτος καί τοῦ φανερώνει τά σχέδια τοῦ ἐχθροῦ. Οἱ Τοῦρκοι διανυκτερεύουν στή μονή Ἰερουσαλήμ στή Δαύλεια. Ὁ ὑποτακτικός πού τούς ἐξυπηρετοῦσε στήν τραπεζαρία γνώριζε τουρκικά. Ἄκουσε πώς σκοπεύουν, μέσῳ Ἀράχωβας, νά πᾶνε στήν Ἄμφισσα, γιά νά λύσουν τήν πολιορκία τῶν δικῶν τους. Ὁ ἡγούμενος βεβαίωσε τόν Κεχαγιάμπεη πώς ὁ Καραϊσκάκης βρίσκεται ἀκόμη στή Δομβραίνα.
Ὁ ἀτρόμητος ἀρχιστράτηγος ἀποχαιρετᾶ τόν μοναχό, τονίζοντάς του: «Νά ἐπιστρέψεις στό μοναστήρι καί νά μεταφέρεις τίς εὐχαριστίες μου στόν ἡγούμενο. Νά τοῦ πεῖς νά ὁρίσει εὐχές καί παρακλήσεις γιά ἐμᾶς καί γιά τόν ἀγώνα πού κάνουμε γιά τήν πίστη καί τήν πατρίδα». Ἀκόμη κι ὁ πλέον ἀθυρόστομος ἥρωας ἤξερε νά ζητάει τήν προσευχή τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἐνίσχυση καί προστασία στίς μάχες.
Κι ἐνῶ οἱ Ὀθωμανοί σχεδιάζουν τήν ἐξουδετέρωση τοῦ ἀγώνα στή Ρούμελη, ὁ Καραϊσκάκης δίνει διαταγή στούς ὁπλαρχηγούς του νά ἑτοιμαστοῦν.
19 Νοεμβρίου. Οἱ Τοῦρκοι κατεβαίνουν ἀπό τόν Παρνασσό μέ στόχο τήν Ἀράχωβα. Δυστυχῶς, διαπιστώνουν πώς εἶναι ἤδη «πιασμένη» ἀπό τούς Ἕλληνες κι ἀρχίζουν πεισματικό πόλεμο. Τότε ὁρμᾶ ὁ Χατζηπέτρου ἀπό τήν ἀντικρινή πλαγιά, ἄλλο σῶμα ἀπό τά δυτικά κι ὁ Καραϊσκάκης μέ 800 παλληκάρια χτυπᾶ ἀπό τά ἀνατολικά. Οἱ ἐχθροί χτυπιοῦνται ἀπό παντοῦ. Τά χάνουν. Προσπαθοῦν νά σωθοῦν μέ τή φυγή κατά τούς Δελφούς. Μά στό στενό τούς περιμένουν ὁ Δυοβουνιώτης μέ τόν Πανουργιᾶ καί τόν Πανομαρᾶ, ὑπακούοντας στό κάλεσμα τοῦ Καραϊσκάκη. Τό κρύο ἀνερμηνεύτως γίνεται ὁλοένα καί πιό τσουχτερό. Δριμύ ψύχος, σύννεφα, ὀμίχλη. Οἱ κάτοικοι τό ἀποδίδουν στή θεία πρόνοια. Ὅλα τά γράμματα ἀπό τό στρατόπεδο πρός τή Διοίκηση δηλώνουν πώς ἡ κακοκαιρία εἶναι ὁλοφάνερο σημάδι τοῦ Θεοῦ.
Ταπεινωμένοι οἱ μπέηδες ἐκλιπαροῦν γιά ἀνακωχή. Σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τοῦ Χρ. Περραιβοῦ, ὁμολογοῦν: «Ἡμεῖς ἐκινήσαμεν μέ σκοπόν νά σᾶς χαλάσωμεν, ὁ Θεός ὅμως δέν ἤθελε. Διά τόν κακόν μας σκοπόν ἀρκετά μᾶς ἐπαίδευσε καί μᾶς ἐντρόπιασε». Τάζουν 5.000 γρόσια στόν ἕλληνα στρατηγό, ἄν τούς ἀφήσει νά περάσουν. Ὁ Καραϊσκάκης ζητᾶ, πέρα ἀπό τά χρήματα, τ ᾽ ἄρματά τους, τά Σάλωνα, τή Λιβαδειά καί ὁμήρους τούς δύο μπέηδες. Οἱ Τοῦρκοι χρονοτριβοῦν, προσδοκώντας τήν ἄφιξη ἐνισχύσεων.
24 Νοεμβρίου. Ἀρχίζει φοβερή χιονοθύελλα. Οἱ Τοῦρκοι μέ πολλαπλά κρυοπαγήματα ἐπιχειροῦν γιουρούσι. Τά θαυμαστά γεγονότα ἐκείνων τῶν ἡμερῶν χαράσσονται ἀνεξίτηλα στίς καρδιές τῶν Ἀραχωβιτῶν, γιά νά θυμίζουν πώς τή νίκη οἱ Ἕλληνες τήν κέρδισαν μέ τή συνδρομή τοῦ μεγάλου στρατηλάτη, τοῦ ἁγίου Γεωργίου, τόν ναό τοῦ ὁποίου εἶχαν καταστήσει στρατηγεῖο τους. Πολλοί πολεμιστές βεβαιώνουν πώς «μέσα σ᾽ αὐτή τή χιονούρα καί τῆς μάχης τή χλαπαταγή βλέπανε κάποιο χρυσοφορεμένο καβαλάρη νά κυνηγάει κι αὐτός τόν ἐχθρό καί νά παρακινάει τούς Ἕλληνες νά τόν ἀκολουθήσουν». Ἡ νίκη λοιπόν ἀνήκει στόν Ἅγιο τοῦ ὁποίου τό ὄνομα ἔφερε ὁ Καραϊσκάκης. Ὁ ἁι-Γιώργης προστατεύει τόν ὁπλαρχηγό στή μάχη, μέ τό χέρι ἑνός στρατιώτη. Ἕνας Τοῦρκος, καθώς ἐπιχειροῦσαν ἔξοδο, βρίσκεται πολύ κοντά στόν Καραϊσκάκη καί ρίχνεται νά τόν ἀποκεφαλίσει. Ὅμως ὁ πιστός ἀκόλουθός του Μάραθος προφταίνει καί χτυπᾶ τόν Τοῦρκο, πρίν κατεβάσει τό σπαθί στό κεφάλι τοῦ στρατηγοῦ.
Μετά τή μάχη, οἱ Ἀραχωβίτισσες ἔστελναν τά παιδιά τους νά φιλήσουν τό χέρι τοῦ Καραϊσκάκη, διδάσκοντας ἔτσι τήν εὐγνωμοσύνη στούς ἀγωνιστές τῆς πατρίδας.
28 Νοεμβρίου. Στήν τότε πρωτεύουσα Αἴγινα τελεῖται ἐπινίκια δοξολογία. Ὁ Σπ. Τρικούπης καλεῖ τόν λαό νά ψάλει τρεῖς φορές «Τίς Θεὸς μέγας». Ὁ Καραϊσκάκης ὁμολογεῖ: «Διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ πέμπομεν τὰς χαρωπὰς ἀγγελίας περὶ τῆς λαμπρᾶς νίκης εἰς Ράχωβαν».
Τήν ἔκθεση τῆς μάχης τήν ὑπογράφουν 94 μικροί καί μεγάλοι καπεταναῖοι, καθώς ὁ μεγαλόψυχος ὁπλαρχηγός ἤθελε ὅλοι νά συμμερισθοῦν τή δόξα. Ὡστόσο ὁ ἱστορικός Κ. Παπαρρηγόπουλος σημειώνει: «Τό κατόρθωμα ὠφείλετο κυρίως εἰς τήν στρατηγικήν περίνοιαν, εἰς τήν σύνεσιν καί τήν δραστηριότητα ἑνός καί μόνου ἀνδρός».
Μακάρι αὐτές οἱ «μικρολεπτομέρειες» εὐσέβειας καί συνεργασίας, ἀπό τίς λαμπρές σελίδες τῆς ἑλληνικῆς μας ἱστορίας, νά μᾶς ἐμπνέουν σήμερα στίς νέες μάχες πού δίνει ἡ πατρίδα κι ὁ καθένας μας γιά τήν ὄντως ἐλευθερία. Ὁ πόλεμος σέ κάθε ἐποχή θέλει καρδιά. Θεμελιώνεται στήν πίστη καί στήν ἑνότητα.
Ἀγγελική Τσιραμπίδου
φιλόλογος
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 282-283
Στήν ἐποχή μας τή γεμάτη βιάση, δράση καί ἀνταγωνισμό μοιάζει ἴσως ἀταίριαστο τόλμημα ὁ λόγος γιά τόν «πατέρα τοῦ ἡσυχασμοῦ», τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ (1296 -1359). Θά ἐπιχειρήσουμε ὡστόσο τό τόλμημα ὄχι μόνο διότι τόν μήνα αὐτόν (14/11) συμπίπτει μία ἀπό τίς δύο γιορτές μέ τίς ὁποῖες τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης -ἡ ἄλλη γιορτή του εἶναι τή δεύτερη Κυριακή τῶν Νηστειῶν- ἀλλά καί διότι θεωροῦμε ὅτι τό μήνυμά του εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαῖο γιά μᾶς τούς σημερινούς χριστιανούς: ἡ ἀνανέωση τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, ὥστε νά μή βουλιάζουμε στό τέλμα τῆς τυπικότητας. Σ᾽ αὐτό οὐσιαστικά ἀπέβλεπε ἡ ἡσυχαστική κίνηση.
Βέβαια ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς δέν ὑπῆρξε μόνον ἕνας αὐστηρός ἀσκητής, ἕνας ἀπομονωμένος μοναχός. Διατήρησε ἐπίσης ἄμεση σχέση μέ τήν κοινωνία τῆς ἐποχῆς του καί ὥς ἕνα βαθμό τήν ἐπηρέασε θετικά. Μέ τήν ἄρτια θεολογική του κατάρτιση καί τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἀπέκρουσε τίς αἱρετικές πλάνες καί ἰδιαίτερα τίς κακοδοξίες τῶν λατινοφρόνων. Ἡ θεμελιώδης διδασκαλία του γιά τή διάκριση τῆς οὐσίας καί τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καθώς καί τό ἄκτιστο φῶς ἀποτελοῦν σημεῖο ἀναφορᾶς γιά τήν ὀρθόδοξη θεολογία. Μέ τό πλούσιο θεολογικό καί συγγραφικό του ἔργο ἀλλά καί τά ἀναρίθμητα θαύματά του ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς ἀναδείχθηκε ἅγιος καί ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Στή διάρκεια τῆς πολυκύμαντης ζωῆς του χρειάσθηκε πολλές φορές νά ἀφήσει τό ἡσυχαστήριό του, ὅπου ἀφοσιωνόταν στήν προσευχή, τή μελέτη καί τή συγγραφή. Ποτέ ὅμως δέν ἔχασε τήν ἐσωτερική ἐπικοινωνία του μέ τόν Θεό. Ἡ προσευχή «Κύριε, φώτισόν μου τὸ σκότος» ἀναπεμπόταν ἀδιάλειπτα ἀπό τή θεοφιλῆ ψυχή του. Στίς ἀλλεπάλληλες ἀναμετρήσεις του μέ τούς αἱρετικούς, στήν ποιμαντορία τῆς συμβασιλεύουσας, στίς φυλακίσεις, στίς ποικίλες περιπέτειες καί ταλαιπωρίες πού ἀντιμετώπισε -ἀκόμη καί αἰχμάλωτος τῶν κουρσάρων καί τῶν Τούρκων διατέλεσε-, κατόρθωσε νά ἔχει ἀκατάπαυστη ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό.
Μέ αὐτό τό μεγάλο δῶρο ἡ θεία χάρη βράβευσε τήν ἄσκηση, τόν ἀγώνα καί τήν προσπάθεια τοῦ Ἁγίου ὑποδεικνύοντας καί σέ μᾶς τή ζωντανή προσευχή: Χωρίς νά καταργοῦμε τίς τακτές Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, νά καλλιεργοῦμε τή συνεχῆ ἐπικοινωνία μέ τόν Κύριο, πού εἶναι πανταχοῦ παρών, σέ ὅλους δίνει τή χάρη του καί μποροῦμε νά τόν ἐπικαλούμαστε κάθε στιγμή. Ἔτσι ἀποφεύγεται ἡ ἐξοικείωση μέ τά θεϊκά πράγματα ἀλλά καί ἡ σύγχυση στήν καθημερινότητά μας, καθώς τό καθετί ἁγιάζεται μέσα στή ζωντανή παρουσία τοῦ Θεοῦ.
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 267
Ἀνασταίνει τήν ἐλπίδα μας, παρηγορεῖ βαθιά τήν καρδιά μας ὁ νεομάρτυρας Ἀναστάσιος ἀπό τήν Παραμυθία τῆς Ἠπείρου. Νέος καί ἀνδρεῖος τόλμησε νά συμπαραταχθεῖ μέ τούς γενναίους ὀπαδούς τοῦ Χριστοῦ σέ δύσκολες σκοτεινές μέρες, ὅπου οἱ ἀλλόθρησκοι ἀγαρηνοί δέν σέβονταν τίποτε. Φύλαξε τήν ὀρθόδοξη πίστη, μέ τή μαρτυρία καί τό μαρτύριό του. Ἄφοβα τήν κράτησε ὁλόφωτη λαμπάδα γιά νά φωτίζει τίς ψυχές ὅσων ἀναζητοῦν τήν αἰώνια Ἀλήθεια στό τότε καί στό τώρα.
Ἁπλή, ἀλλά καί κοπιαστική ἦταν ἡ ἀγροτική ζωή του. Μαζί μέ τήν ἀδελφή του καλλιεργοῦσαν τή λιγοστή τους γῆ. Εἶχαν μάθει στά ἄγουρα ἐφηβικά τους χρόνια τή σπορά, τό ὄργωμα, τόν θερισμό. Σέ ὥρα θερισμοῦ βρῆκαν οἱ ἀγαρηνοί τά δύο παιδιά καί θέλησαν νά ἀτιμάσουν τό ἁγνό κορίτσι. Ὁ Ἀναστάσιος ἔξυπνα καί γρήγορα τούς ἀπασχόλησε. Δέν δίστασε νά συμπλακεῖ μαζί τους, γιά νά δώσει τόν χρόνο στήν ἀδελφή του νά ἀπομακρυνθεῖ.
Γιά τήν τόλμη νά τούς ἐπιτεθεῖ τόν ἔσυραν στόν πασά. Ποιά δύναμη νά καταφέρει νά λυγίσει τόν εὐλογημένο Ἀναστάσιο; Οἱ κολακεῖες καί οἱ ὑποσχέσεις; Οἱ ἀπειλές καί οἱ τιμωρίες; Μέ παρρησία ὁμολογεῖ: «Χριστιανός ἐγεννήθην καί χριστιανός θά ἀποθάνω μέ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ μου. Ὅσο γιά τά ἀγαθά πού μοῦ ὑπόσχεσθε δέν μ᾽ ἐνδιαφέρουν. Ἔχω πολλά ἀγαθά αἰώνια στούς οὐρανούς. Δέν συγκρίνονται!» Τόν συκοφαντοῦν ὅτι ἔταξε νά γίνει ἀγαρηνός. Ἀντιστέκεται μέ θάρρος: «Οὔτε εἶπα τέτοιο λόγο οὔτε κἄν σκέφθηκα κάτι τέτοιο οὔτε ἀρνοῦμαι τήν πίστη μου». Τόν δέρνουν ἀλύπητα. Τόν ρίχνουν στή φυλακή. Στούς βοριάδες ὁλάναφτη μένει ἡ λαμπάδα τῆς ἀναστημένης του ψυχῆς.
Ἀθέατος θαυμαστής σέ ὅλη τήν ὁμολογία του ὁ γιός τοῦ πασᾶ, ὁ Μουσάς. Στούς ἀγρούς εἶδε τόν νέο ἡρωικό. Τώρα τόν βλέπει τολμηρό, σταθερό. Τόν παρακολουθεῖ. Τόν ἐλευθερώνουν ἀπό τή φυλακή, μήπως καί τόν μεταπείσουν. Στά δελεάσματα τοῦ πασᾶ γιά μία πλούσια κληρονομιά ἀντιστέκεται μέ ἀποστροφή. Τήν ὑπόσχεση νά τοῦ δώσει σύζυγο τή θυγατέρα ἑνός φίλου του μωαμεθανοῦ, μέ ἵππους καί κοσμήματα, τή θεωρεῖ ματαιολογία. «Τά αἰώνια μέ τά φθαρτά συγκρίνονται; Τιμιώτερα εἶναι καί ἀτελεύτητα», ἀπολογεῖται μέ εὐτολμία. Καί πάλι ὁ Ἀναστάσιος στή φυλακή.
Ἡ ἕλξη τῆς ἀληθινῆς ὀρθόδοξης πίστης στήν ψυχή τοῦ Μουσᾶ εἶναι τόσο ἰσχυρή, πού δέν ἐμποδίζεται νά διαβεῖ κρυφά τό κατώφλι τοῦ ταπεινοῦ, ὑγροῦ κελλιοῦ τῆς φυλακῆς. Πλούσιος αὐτός ἀποζητᾶ ἀπό τόν φτωχό Ἀναστάσιο τόν κρυμμένο Θησαυρό. «Τί εἶναι αὐτό πού δέν ἀνταλλάσσει αὐτός ὁ νέος μέ ὅλα τά ἀγαθά πού τοῦ προτείνουν;», σκέφτεται καλοπροαίρετα ὁ γιός τοῦ πασᾶ. «Καί βάσανα καί τιμωρίες καί θάνατο δέν φοβᾶται;».
Στή φυλακή ἐνισχύει τόν μάρτυρα ὁ ἀναστημένος του Κύριος μέ δύο ἀστραπόμορφους ἀγγέλους. Μέσα στή χαρά αὐτῆς τῆς οὐράνιας ἐπίσκεψης τόν συναντᾶ ὁ Μουσάς. Φόβος καί ἔκπληξη -στήν ἀρχή- ρίχνουν κάτω τόν νεαρό μουσουλμάνο κι ἔπειτα ἡ διάθεση γιά μαθητεία τόν κρατᾶ πλάι στόν Ἀναστάσιο καί στό τέλος φουντώνει ἡ λαχτάρα νά γίνει χριστιανός. Τό χῶμα τῆς φυλακῆς δέχεται τά δάκρυα τῆς μετάνοιάς του. Τό χῶμα τῆς καρδιᾶς του δέχεται τόν σπόρο τῆς αἰώνιας Ἀλήθειας. Τά πληγωμένα χέρια τοῦ Ἀναστασίου πιάνουν μέ εὐλάβεια τά ἄμαθα δάχτυλα τοῦ μωαμεθανοῦ. Τοῦ διδάσκει τό σημεῖο τοῦ τιμίου Σταυροῦ. Τό γνωρίζει ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ πώς ὁ Σταυρός φέρνει τήν Ἀνάσταση. Καί ὁ Μουσάς ἀξιώθηκε -μετά ἀπό πολλές περιπλανήσεις- μ᾽ ἀναστημένη τήν ψυχή νά φτάσει στό τέλος τῆς ζωῆς του.
Τήν ἑπομένη ἀποκεφαλίζουν τόν Ἅγιο μέ ἐντολή τοῦ πασᾶ. Μέ φῶς τυλίγει ὁ οὐρανός τό ἱερό του λείψανο πού μένει ἄθαφτο. Μά ὁ Ἅγιος -σέ ὄνειρο- συμβουλεύει τόν πασά νά παραδώσει τό λείψανό του στό γειτονικό μοναστήρι. Μέ λαμπάδες καί θυμιάματα κατευοδώνουν τό ἱερό λείψανο οἱ μοναχοί στήν τελευταία του κατοικία. Ὁ δεσπότης Χριστός ὑποδέχεται πανηγυρικά τόν ἀθλητή του στή Βασιλεία του στίς 18 Νοεμβρίου τοῦ 1750. Μαζί του εὐφραίνεται σίγουρα καί ὁ μοναχός Δανιήλ -ὁ Μουσάς- πού πῆρε φῶς ἀπό τήν ὁλόφωτη λαμπάδα τοῦ Ἀναστασίου. Εἶναι τό Φῶς πού ἀντέχει σέ ὅλους τούς καιρούς καί διαλύει ὅλα τά σκοτάδια.
Οὐρανοδρόμος
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 272-273