Super User

Super User

Παρασκευή, 01 Δεκέμβριος 2023 02:00

Ἁγία Μυρόπη

agia myropi  Ἡ εὐωδία τοῦ ἱεροῦ χρίσματος καί ἡ μοσχοβολιά τῆς μυροβόλου πατρίδας της ἐκπέμπεται θαρρεῖς καί μόνο ἀπό τό ὄνομα τῆς ἁγίας Μυρόπης. Ἀπό τοῦτο τό ὄνομα πού τῆς τό ἔδωσαν οἱ χριστιανοί, διότι ἡ εὐγενής κόρη μάζευε καθημερινά τό μύρο πού ἔρρεε ἀπό τόν τάφο τῆς ἁγίας Ἑρμιόνης καί τό μοίραζε στούς πιστούς.
  Ὁ βίος τῆς ἁγίας Μυρόπης εἶναι ἡ ἱστορία μιᾶς ψυχῆς ἡ ὁποία ἀγάπησε Ἐκεῖνον πού τό ὄνομά Του εἶναι «μῦρον ἐκκενωθέν, ὀσμή μύρων ... ὑπέρ πάντα τά ἀρώματα (Ἆσ 1,3). Ἡ Μυρόπη κατά τόν σκληρό διωγμό τοῦ Δεκίου (249-251 μ.Χ.) ἐγκαταλείπει τήν κοσμοπολίτικη Ἔφεσο καί ἐγκαθίσταται μαζί μέ τή μητέρα της στά πατρογονικά τους κτήματα στή Χίο. Ἐκεῖ, ὅταν ὁ ἄρχοντας Νουμέριος θανατώνει τόν γενναῖο χριστιανό στρατιώτη Ἰσίδωρο καί δίνει διαταγή νά ἀφήσουν ἄταφο τό σῶμα του, ἡ Μυρόπη δέν διστάζει νά ἀποδώσει τήν πρέπουσα τιμή στόν ἥρωα τῆς πίστεως. Τολμᾶ νά κλέψει τό σῶμα καί νά τό θάψει.
  Κατόπιν, στόν ἄγριο θυμό τοῦ ἄρχοντα, ὁ ὁποῖος ἀποφασίζει τό θάνατο τῶν φρουρῶν, θά παρουσιαστεῖ γαλήνια καί θά ὁμολογήσει μέ θαυμαστή ἀνδρεία τήν πράξη της, ἕτοιμη νά ὑποστεῖ τίς συνέπειες. Ὁ ἡρωισμός τῆς ἐν τῷ κρυπτῷ ταφῆς συναγωνίζεται τή γενναιότητα τῆς ἐν τῷ φανερῷ ὁμολογίας τῆς πράξεως. Καί τότε στό μυροδοχεῖο τῆς ζωῆς της ἡ Μυρόπη βάζει τήν ἀνεξίτηλη σφραγίδα τῆς γνησιότητας, τό μαρτύριο. «Ὄντως μύρον πέφηνε Χριστῷ Μυρόπη», ἀναφωνεῖ ὁ ὑμνογράφος καί μαζί του ὅλοι ἐμεῖς, πού εὐλαβικά τιμοῦμε τή μνήμη της στίς 2 Δεκεμβρίου.
  Συνεπής στό καθῆκον τῆς κάθε στιγμῆς ἡ ἁγία Μυρόπη μυρώνει μέ τήν εὐγένεια καί τή γενναιότητά της τή χορεία τῶν μαρτύρων καί διδάσκει πώς ὁ χριστιανός συνδυάζει ἁρμονικά τήν τρυφερότητα μέ τήν ἀνδρεία, τήν εὐαισθησία μέ τήν τόλμη.
 

Ἰχνηλάτης

Δευτέρα, 28 Νοέμβριος 2022 02:00

Πορεία ἁγιασμοῦ

 apostol andreasΤήν τελευταία μέρα τοῦ Νοεμβρίου ἡ μορφή τοῦ Πρωτοκλήτου ἀποστόλου ᾿Ανδρέα μᾶς δίνει ἕνα σπουδαῖο μήνυμα, ὅπως δίνει καί τό ὄνομα στό μήνα· εἶναι γνωστό ὅτι σέ πολλά μέρη τῆς πατρίδας μας ὁ Νοέμβριος ὀνομάζεται ᾿Αντριάς (= ᾿Ανδρέας).
  Σεμνή καί ταπεινή ἡ μορφή τοῦ ἁγίου ᾿Ανδρέα καλύπτεται συνήθως στίς εὐαγγελικές διηγήσεις πίσω ἀπό τή δυναμική προσωπικότητα τοῦ μεγάλου ἀδελφοῦ του, τοῦ κορυφαίου τῶν μαθητῶν Πέτρου. ᾿Ελάχιστα περιστατικά τῆς ζωῆς του, ὅπως ἄλλωστε καί τῶν ἄλλων ἀποστόλων, ἀναφέρονται στήν Καινή Διαθήκη. Μερικά ἀπό αὐτά εἶναι· ἡ πρώτη γνωριμία του μέ τόν Κύριο, στόν ὁποῖο ἀμέσως μετά ὁδήγησε τόν ἀδελφό του Πέτρο· ἡ ἐνεργός παρουσία του στό χορτασμό τῶν πέντε χιλιάδων λαοῦ καί στή συνάντηση τοῦ ᾿Ιησοῦ μέ κάποιους ῞Ελληνες, πού ζητοῦσαν νά τόν δοῦν. Εἶναι ὅμως ἀρκετά τά περιστατικά αὐτά, γιά νά μᾶς δώσουν τά δικά τους μοναδικά μαθήματα σήμερα.
  ῎Ηδη ἡ πρώτη συνάντηση τοῦ ᾿Ανδρέα μέ τόν Κύριο δίνει τό χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς σεμνῆς ἀλλά ὄχι ἀσήμαντης προσωπικότητάς του. Εἶναι ὁ εἰλικρινής καί βαθύς πόθος του νά συναντήσει τόν Μεσσία. Αὐτός ὁ πόθος εἶχε ὁδηγήσει τόν ἄσημο ψαρά τῆς Γαλιλαίας στήν ἔρημο τοῦ ᾿Ιορδάνη, ὅπου κήρυττε ὁ Πρόδρομος καί Βαπτιστής τοῦ Κυρίου ᾿Ιωάννης. Κι ὅταν ἀπό τά ἀσκητικά χείλη τοῦ Προδρόμου ἄκουσε τή σύσταση γιά τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό «ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ», τόν πλησίασε μαζί μέ τόν συμμαθητή του, τόν εὐαγγελιστή ᾿Ιωάννη. Ζήτησαν νά μάθουν ποῦ μένει. ῾Ο ᾿Ιησοῦς τούς κάλεσε· «ἔρχεσθε καί ἴδετε». Κι ὁ ᾿Ανδρέας ἀνταποκρίθηκε στήν κλήση. ῎Ετσι εἶναι ὁ Πρωτόκλητος.
  «Εὑρήκαμεν τόν Μεσσίαν!», ἔσπευσε νά ἐκμυστηρευθεῖ στόν ἀδελφό του Πέτρο, ὁδηγώντας κι ἐκεῖνον στόν ᾿Ιησοῦ. Πόση χαρά, πόση ἀνακούφιση κι εὐγνωμοσύνη, πόσο ἐνθουσιασμό καί αἰσιοδοξία κλείνει ἐκεῖνο τό «εὑρήκαμεν»! Στό πρόσωπο τοῦ Μεσσία ὁ ᾿Ανδρέας εἶχε ἐπενδύσει τά πιό μεγαλόπνοα ὄνειρα, τίς πιό ζωηρές του ἐλπίδες. Γι᾿ αὐτό μόλις τόν συνάντησε, τοῦ παρέδωσε ἀνεπιφύλακτα τόν ἑαυτό του χωρίς ἄλλες ἀξιώσεις, χωρίς ἄλλα ζητούμενα. Στόχος του ἀπό κεῖ κι ὕστερα μέχρι τή στερνή του ὥρα, ὅταν -σάν τόν Κύριό του- σταυρώθηκε στήν Πάτρα, ἦταν πῶς νά ὁδηγήσει κι ἄλλες ψυχές στή σωτηρία, πού κοντά στόν Χριστό γεύθηκε.
  Κι ἔγινε ὁ ἀπόστολος ᾿Ανδρέας τό ὑπόδειγμα καί τό ὁρόσημο στήν πορεία κάθε ψυχῆς πρός τή λύτρωση. Στήν ἀποστολική ἐποχή ἀλλά καί σέ κάθε ἄλλη -καί στή δική μας- δέν μπορεῖ κανείς νά συναντήσει τόν Χριστό, νά βρεῖ τή λύτρωση, ἄν δέν νιώθει μέσα του βαθειά τήν ἐπιθυμία καί τήν ἀνάγκη γι᾿ αὐτό. Πάνω ἀπό κάθε πόθο καί κάθε ἐπιδίωξη, πέρα ἀπό κάθε ἐπιτυχία καί καταξίωση, στέκει ὁ πόθος γιά τή σωτηρία. Χαρά σ᾿ ὅποιον δέν φίμωσε μέσα του αὐτόν τόν πόθο. Δέν θά ἀργήσει νά τοῦ τόν ἐκπληρώσει ὁ Κύριος.
  Καί κάτι ἀκόμη· ὅποιος ζήσει τή λύτρωση κοντά στόν Χριστό δέν ἀπολαμβάνει φίλαυτα καί ἐγωιστικά τή χαρά του. Σπεύδει νά γίνει ὁ καλός ἄγγελος γιά τή σωτηρία καί ἄλλων ψυχῶν. Θέλει συνοδοιπόρους στήν πορεία τοῦ ἁγιασμοῦ του. Αὐτό μᾶς μηνύει ὁ ἅγιος ἀπόστολος ᾿Ανδρέας.


 
                                                                                                                                         Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 54 (1999) 219

Παρασκευή, 25 Νοέμβριος 2016 02:00

Ἅγιος Εἰρήναρχος


Ἀπό δήμιος μάρτυρας

 agios eirinarxos Στήν ἐξεύρεση τρόπων ἱεραποστολῆς καί προσέγγισης τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου μᾶς βοηθᾶ ἡ Ἐκκλησία μέ τή μακρόχρονή της ἱστορία. Περπατώντας στά μονοπάτια της ἀνακαλύπτουμε φωτεινούς σηματοδότες, πολύτιμα μυστικά σάν κι αὐτά πού προβάλλουν μπροστά μας, μελετώντας στό ἱερό Συναξάρι τή σελίδα τῆς 28ης Νοεμβρίου. Ἐκεῖ συναντοῦμε τή μορφή τοῦ μάρτυρα Εἰρήναρχου. Τοῦτο τό ὄνομα κρύβει μιά θαυμαστή, διδακτική ἱστορία.
 Στή Σεβάστεια ζοῦσε ὁ νεαρός Εἰρήναρχος. Τό ἐπάγγελμά του ἦταν δήμιος. Ἀπό τά δικαστήρια καί τίς φυλακές ὅπου ζοῦσε, περνοῦσαν κακοῦργοι καί ἐγκληματίες. Τόν τελευταῖο καιρό ὅμως στεκόταν μέ ἔκπληξη ὁ νεαρός δήμιος μπροστά σέ μιά καινούργια κατηγορία δικαζομένων. Ἦταν ἀλλιώτικοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι. Εἶχαν ἱλαρότητα καί σοβαρότητα. Εἶχαν καλωσύνη καί γενναιότητα.
 Στάθηκε μέ περιέργεια στήν ἀρχή, μέ κρυφό θαυμασμό ἀργότερα μπροστά σ᾿ αὐτό τό φαινόμενο. Ἡ ἀναζήτηση τῆς ψυχῆς γιά τήν ἀλήθεια, ἡ δίψα γιά τό αἰώνιο, τόν ὤθησε νά ᾿ρθεῖ σέ ἐπαφή μ᾿ αὐτούς τούς κατάδικους. Μές στό σκοτάδι τῆς νύχτας ἀναζήτησε τό φῶς. Πόθησε νά πάρει ἀπαντήσεις στά μεγάλα ἐρωτήματα, στούς βαθεῖς προβληματισμούς τῆς ψυχῆς του. Συγκλονιστική στ᾿ ἀλήθεια ἡ σκηνή! Στό κελί τῆς φυλακῆς ἕνας κατάδικος κατηχεῖ τόν δήμιό του. Ὁ ἁλυσοδεμένος σπάει τά δεσμά τῆς ἄγνοιας τοῦ ἐλεύθερου. Ὁ ἀδύναμος μέ τά ὅπλα τοῦ Πνεύματος νικᾶ τό ξίφος τοῦ δυνατοῦ. Τήν καρδιά τοῦ Εἰρήναρχου κατακτᾶ ὁ αἰώνιος Νικητής.
 Κι ὅταν κάποια μέρα ὁδηγοῦνται μπροστά στόν ἄρχοντα Μάξιμο ἑπτά χριστιανές καί ἡ ἁγία τους σταθερότητα ἐξοργίζει τόν ἄρχοντα, ἡ μεγάλη στιγμή γιά τόν Εἰρήναρχο ἔχει φθάσει. Ἀρνεῖται νά τίς βασανίσει καί δηλώνει ὅτι εἶναι χριστιανός. Ἁγία ὁμολογία πού βγαίνει ἀπό τά χείλη καί φλογίζει τήν καρδιά. Ὁ δήμιος προστίθεται στούς μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας.
 Ἀπό τότε πού ὁ Ἐσταυρωμένος ὁδήγησε στή σωτηρία ἕνα ληστή κι ἕναν ἑκατόνταρχο, οἱ δικοί του, βαδίζοντας στά ματωμένα του ἴχνη, γνωρίζουν πώς τό ἅγιο παράδειγμα εἶναι τό δυνατότερο κήρυγμα. Ἡ μαρτυρική ζωή τῶν χριστιανῶν καί σήμερα μπορεῖ νά νικήσει τούς ἐχθρούς, νά κερδίσει τούς ἄπιστους. Ἔχει τή δύναμη νά μεταβάλει τούς δήμιους σέ μάρτυρες.

Ἰχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 54 (1999) 224

Δευτέρα, 23 Οκτώβριος 2023 02:00

Ὁ ἅγιος Στυλιανός-Στεργιανός

agios stylianos Στίς 26 τοῦ μηνός Νοεμβρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τόν ἅγιο Στυλιανό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἰδιαίτερα ἀγαπητός στόν λαό καί θεωρεῖται προστάτης τῶν βρεφῶν καί νηπίων. Πολύ χαρακτηριστική ἀλλά καί συγκινητική εἶναι ἡ εἰκόνα του· ὁ ἅγιος κρατώντας ἕνα σπαργανωμένο παιδί στήν ἀγκαλιά του παρουσιάζεται ὡς φιλόστοργη μητέρα καί συγχρόνως ὡς χειροδύναμος πατέρας, πού προσφέρει στό παιδί τήν στοργή καί τήν δύναμη πού αὐτό χρειάζεται. Οἱ γυναῖκες πού δέν γεννοῦν παιδιά ἐπικαλοῦνται τήν πρεσβεία του καί οἱ μητέρες, ὅταν ἀρρωσταίνουν τά μικρά τους, προστρέχουν στήν βοήθειά του.
 Ἐνῶ ὅμως εἶναι πολύ διαδεδομένη ἡ γιορτή του καί πολύ λαοφιλής ἡ μνήμη του, δέν εἶναι καλά γνωστή ἡ ἱστορία του. Ὑπάρχει, μάλιστα, μία σύγχυση γύρω ἀπό τό πρόσωπό του, καθώς καί γύρω ἀπό τό ὄνομά του, ἡ ὁποία ἐπιτείνεται, καθόσον σήμερα οἱ χριστιανοί δέν ἐνδιαφέρονται νά διασώζουν ἀκριβῶς τό ὄνομα τοῦ ἁγίου μέ τό ὁποῖο βαπτίσθηκαν. Ἔτσι πολλοί δέν ἀναγνωρίζουν ἄν τά βαπτιστικά Στέλιος, Στέλλα καί Στέργιος, Στεργιανή ἀναφέρονται στόν ἴδιο ἅγιο Στυλιανό ἤ τό δεύτερο ἀναφέρεται σέ ἄλλον ἅγιο. Ἔχουν τήν ἰδέα ὅτι τό Στέργιος μπορεῖ νά προέρχεται ἀπό τό Ἀστέριος ἤ ἀκόμη ἀπό τό Σέργιος, καί δέν ἔχει σχέση μέ τό Στυλιανός. Παρόλο ὅμως πού εἶναι βέβαιο ὅτι ἅγιοι Ἀστέριος καί Σέργιος ὑπάρχουν στήν Ἐκκλησία μας, δέν εἶναι καθόλου βέβαιο ὅτι τό Στέργιος συνδέεται μέ αὐτά τά πρόσωπα καί τά ὀνόματά τους. Νομίζω ὅτι εἶναι μία εὐλαβική προσφορά στήν μνήμη τοῦ ἁγίου καί μία σεμνή συμμετοχή στήν γιορτή του νά προσπαθήσουμε νά γνωρίσουμε καλύτερα τό πρόσωπό του μελετώντας τό ὄνομά του, τό ὁποῖο σέ τέτοιες περιπτώσεις ἀποτελεῖ μία ἱστορική μαρτυρία ταυτότητος.
 Τό συναξάριο μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ ἅγιος Στυλιανός καταγόταν ἀπό τήν Παφλαγονία, ὅπου καί ἀπέθανε καί ἐτάφη. Ἔζησε στά χρόνια μεταξύ τοῦ δ΄ καί στ΄ αἰῶνος καί ἔδειξε ἀπό μικρός ὅτι ἀνῆκε ἐξ ὁλοκλήρου στόν Θεό. Νωρίς μοίρασε τήν περιουσία του στούς πτωχούς καί ἔγινε μοναχός, ὡς μοναχός δέ ξεπέρασε τούς πάντες σέ κοπιαστική ἄσκηση καί σκλη­ρα­γωγία. Ἀργότερα ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο καί κατοίκησε μέσα σέ μία σπηλιά. Ἡ ἁγιότητά του εἵλκυσε τήν θεία χάρη, καί ἀπέ­κτησε τό χάρισμα νά θεραπεύει ἀνίατες ἀρρώστιες. Ἰδιαίτερα ὅταν μητέρες πού ἔχαναν τά νεογνά τους ἐπικαλοῦνταν τό ὄνομά του, γρήγορα ἀποκτοῦσαν ἄλλα παιδιά.
 Μ' αὐτήν τήν φήμη, τῆς προστασίας τῶν βρεφῶν, ὁ ἅγιος Στυλιανός ἐπεκράτησε στόν λαό, καί ἡ γιορτή του διακρίθηκε. Μέ τό ὄνομά του βαπτίζονταν συχνά τά παιδιά, γιά νά ἔχουν τήν βοήθειά του, ἰδιαίτερα ἄν ἦταν φιλάσθενα ἤ ἄν εἶχε κινδυνεύσει ἡ ὑγεία τους. Στά νεώτερα χρόνια ἡ ἰδιότητα τοῦ ἁγίου νά «στερεώνει» τά μικρά παιδιά στήν ζωή ὑπερίσχυσε τοῦ ὀνόματός του καί ἐπιπλέον ἡ ὁμοηχία τοῦ ὀνόματος Στυλιανός μέ τήν ἰδιότητα τοῦ στερεός συνέβαλε, ὥστε ὁ ἅγιος Στυλιανός νά γίνει στά νεοελληνικά Στεργιανός καί τά παιδιά πού ἔπαιρναν τό ὄνομά του νά λέγονται ἐπίσης Στέργιος, Στεργιανή. Τά ὀνόματα αὐτά ἀπαντοῦν ἰδιαίτερα στούς ὀρεινούς πληθυσμούς τῆς Β. Ἑλλάδος, ἐνῶ στά νότια παραμένουν τά ἀρχικά Στέλιος, Στέλλα. Στούς ὀρεινούς συνηθίζονταν, ἐξάλλου, καί ἄλλα παρεμφερῆ ὀνόματα, πού ὑπαγορεύονταν ἀκριβῶς ἀπό τόν φόβο τῆς θνησιμότητας τῶν βρεφῶν. Ἔτσι μαζί μέ τό Στέργιος, πού δινόταν σάν εὐχή στό παιδί νά στεργιώσει καί σάν προσευχή στόν ἅγιο νά βοηθήσει, ἀκούγονταν συχνά καί τό Ζήσης (= νά ζήσει), τό Ρίζος (=νά ριζώσει) καί ἄλλα ὅμοια.
 Ἑπομένως, τό ὄνομα Στέργιος ἀναφέρεται στόν ἅγιο Στυλιανό καί δέν ἔχει σχέση ὡς ὄνομα οὔτε μέ τό Ἀστέριος οὔτε μέ τό Σέργιος. Τό Ἀστέριος ἦταν γνωστό καί στήν πρό Χριστοῦ ἐποχή καί σημαίνει αὐτόν πού μοιάζει μέ ἀστέρι· τό δέ Σέργιος μᾶς ἦλθε ἀπό τά λατινικά καί ἐξελληνίσθηκε. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἐν προκειμένῳ μέ τόν ἅγιο Στυλιανό συνέβη ὅ,τι καί μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο· κληροδότησαν στήν Ἐκκλησία ὄχι μόνο τό ἁγιασμένο ὄνομά τους, ἀλλά καί τό εὐλογημένο τους χάρισμα. Πράγματι, ὡς βαπτιστικά σήμερα χρησιμοποιοῦνται τόσο τά Στυλιανός, Ἰωάννης ὅσο καί τά ἀντίστοιχα Στέργιος, Χρυσόστομος.
Τήν ἴδια μέρα μέ τόν ἅγιο Στυλιανό γιορτάζει καί ὁ ἅγιος Ἀλύπιος ὁ Κιονίτης ἤ Στυλίτης, ἕνας ἅγιος πού παρουσιάζει πολλά κοινά στοιχεῖα μέ τόν ἅγιο Στυλιανό. Ἦταν καί αὐτός Παφλαγόνας, ἀπό τήν Ἀδριανούπολη, καί ἔδειξε καί αὐτός ἀπό μικρός ὅτι ἦταν προικισμένος μέ ἐξαιρετικές χάρες. Γεννήθηκε στά χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἡρακλείου, κατά τόν στ΄ αἰ., καί ἔγινε καί αὐτός μοναχός πού διακρίθηκε μέ ποικίλες ἀσκήσεις καί ξεπέρασε τούς πάντες στήν καρτερία, ἀπέκτησε δέ καί τό χάρισμα νά θαυματουργεῖ. Τό ἰδιαίτερο στόν ἅγιο Ἀλύπιο ἦταν ὅτι ἔζησε πάνω σέ ἕναν στύλο -ἐξ οὗ καί ἡ ὀνομασία του Κιονίτης ἤ Στυλίτης (κίων = στύλος)- 66 χρόνια, «σάν ἕνας χάλκινος ἀνδριάντας, παλεύοντας μέ τίς βροχές καί τόν καύσωνα, μέ τούς παγετούς καί τά χιόνια καί μέ τούς ἀνέμους καί τίς λαίλαπες», ὅπως λέει ὁ βιογράφος του.
 Ὁρισμένοι ἐρευνητές ἔχουν τήν γνώμη ὅτι ὁ ἅγιος αὐτός ταυτίζεται μέ τόν ἅγιο Στυλιανό, καθόσον ἡ λέξη στυλιανός δέν εἶναι παρά μετάφραση τοῦ κιονίτης, ἡ δέ ζωή τους ἐκτυλίσσεται παρόμοια. Πιθανόν, πράγματι, κάποιες συνθῆκες νά συνέβαλαν ὥστε ὁ ἅγιος Ἀλύπιος ὁ Κιονίτης νά ἔγινε γνωστός μέ τόν μεταφρασμένο τύπο τοῦ ἐπιθέτου του ὡς ἅγιος Στυλιανός, κάποτε δέ νά θεωρήθηκε ὅτι τά δύο ὀνόματα ἀντιπροσώπευαν δύο διαφορετικά πρόσωπα καί νά διακρίθηκαν. Πάντως στήν Ἐκκλησία μας ὁ ἅγιος Στυλιανός, παρ’ ὅλο πού γιορτάζει μαζί μέ τόν ἅγιο Ἀλύπιο τόν Κιονίτη, τιμᾶται ὡς ἰδιαίτερος ἅγιος. Ἀλλά δέν εἶναι καθόλου παράξενο οὔτε ἀπίθανο καί ὁ ἅγιος Στυλιανός νά ὑπῆρξε ἐπίσης ἕνας στυλίτης, καθόσον τό ὄνομά του προέρχεται ἀπό τήν λέξη στύλος. Ἔτσι, λοιπόν, τόν ἅγιό μας, ὁ ὁποῖος ἔγινε ζωντανός στύλος στήν προσπάθειά του νά ἀγγίσει τόν Θεό ἀφήνοντας τά γήινα καί ὑψώνοντας τό πνεῦμα καί τό σῶμα του στόν οὐρανό, τόν ἄγγιξε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν κατέστησε «στεργιωτή» τῶν βρεφῶν καί τῶν νηπίων.

Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 45 (1990) 155-156
    
          

Τετάρτη, 18 Νοέμβριος 2020 03:00

Ὁ λευκαντής

 agios menignos Τῇ 22ᾳ τοῦ μηνός Νοεμβρίου, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Μενίγνου τοῦ κναφέως· «Κάραν, κναφεῦ Μένιγνε, τμηθείς ἐκ ξίφους κνάπτεις σεαυτόν, κἄν ρύπους εἶχες, πλύνῃ». Δηλαδή· "Μένιγνε λευκαντή, λευκαίνεις τόν ἑαυτό σου καί πλένεις τούς τυχόν ρύπους, καθώς τό ξίφος σοῦ κόβει τό κεφάλι".
   Μέ μαρτυρικό θάνατο διά ξίφους τέλειωσε τή ζωή του καί μέ τό αἷμα του λεύκανε τῆς ψυχῆς τή στολή ὁ Μένιγνος ὁ λευκαντής.
   Μία ἀπό τίς ἄγνωστες ἡρωϊκές μορφές τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, ὁ Μένιγνος, μαρτύρησε στό διωγμό τοῦ Δεκίου σέ μιά κωμόπολη τῆς Μ. Ἀσίας. Τόν Δεκέμβριο τοῦ 1994 τό Πανελλήνιο Συνέδριο Χημικῶν ἀνακήρυξε τόν ἅγιο Μένιγνο προστάτη τοῦ κλάδου.
  Καί βέβαια, σήμερα, μέ τήν ἁλματώδη πρόοδο τῆς ἐπιστήμης, θεωροῦνται ἀπαρχαιωμένα τά μέσα πού χρησιμοποιοῦσε ὁ Μένιγνος τό 250 μ.Χ., γιά νά λευκαίνει τά ὑφάσματα. Κι ὅμως, ἡ ἐπιστήμη καί ἡ τεχνολογία δέν στάθηκαν ἱκανές νά ἀνακαλύψουν τό πιό χρήσιμο καί πολύτιμο λευκαντικό, τό λευκαντικό τῆς ψυχῆς· αὐτό πού ὁ ἁπλός ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τό εἶχε κάνει δικό του, τότε στά μέσα τοῦ 3ου αἰώνα. Διαχρονικό, μοναδικό μές στούς αἰῶνες λευκαίνει τήν ψυχή. Ἐξαλείφει τίς κηλῖδες καί τούς ρύπους της. Καθαρίζει καί ἐξαγνίζει τούς λεκέδες ἐκείνους πού στιγματίζουν τόν ἔσω ἄνθρωπο, ἀμαυρώνουν τό πρῶτο του κάλλος καί ὑπονομεύουν ὁλόκληρη τήν ὕπαρξη. Κι εἶναι τοῦτο τό λευκαντικό, τό τίμιο αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἑνωμένο μέ τό αἷμα τῆς θυσίας, τῆς ἐλεύθερης βούλησης τοῦ ἀνθρώπου, χαρίζει τή λύτρωση καί τήν καθαρότητα.
  Ἅγιε λευκαντή, πού λευκάνθηκες ἀπό τό χέρι τοῦ Θεοῦ, χειραγώγησε καί μᾶς σ' ἐκείνη τήν ὁδό ὅπου καθάρια ἡ ψυχή μας θά γευθεῖ τήν εἰρήνη καί θά ὁδηγηθεῖ στήν αἰωνιότητα.

Ἰχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 52 (1997) 232

Παρασκευή, 18 Νοέμβριος 2022 02:00

Ἐγκώμιο στόν ἅγιο μάρτυρα Βαρλαάμ

barlaam Μᾶς προσκαλεῖ ὁ μακάριος Βαρλαάμ στήν ἱερή μέρα τῆς μνήμης του (19/11), ὄχι γιά νά τόν ἐπαινέσουμε ἀλλά γιά νά τόν μιμηθοῦμε· ὄχι γιά νά ἀκούσουμε ἐγκώμια ἀλλά γιά νά μιμηθοῦμε κατορθώματα. Βέβαια δέν εἶναι καιρός διωγμοῦ, ἀλλά εἶναι καιρός μαρτυρίου. Δέν ὑπάρχουν παλαίσματα τέτοιου εἴδους, ὅμως ὑπάρχουν στεφάνια. Δέν μᾶς διώκουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά μᾶς καταδιώκουν οἱ δαίμονες. Δέν μᾶς ἐπιτίθεται τύραννος, ἀλλά μᾶς ἐπιτίθεται ὁ διάβολος, ὁ σκληρότερος ἀπ᾿ ὅλους τούς τυράννους...
     ...Σ᾿ αὐτό τόν ἀγώνα, ἄν δέν παλέψουμε μέ τή γενναιότητα καί τήν ὑπομονή τοῦ μακάριου καί γενναίου ἀθλητῆ τοῦ Χριστοῦ Βαρλαάμ καί μᾶς κυριεύσουν τά πάθη μας, θά μᾶς προκαλέσουν πολύ χειρότερο κακό ἀπ᾿ ὅ,τι ἡ φωτιά. ᾿Εκεῖνος κράτησε στό δεξί του χέρι κάρβουνα ἀναμμένα καί δέν ὑποχώρησε στήν ὀδύνη. ῎Εμεινε πιό ἀπαθής κι ἀπό τά ἀγάλματα ἤ μᾶλλον, ἄν καί πονοῦσε καί ὑπέφερε (εἶχε σῶμα, ὄχι σίδερο), ἐπέδειξε σέ θνητό σῶμα τό μεγαλεῖο πού ἔχουν οἱ ἀσώματες δυνάμεις...
     ...Καί πρόσεξε τήν κακότητα τοῦ διαβόλου... συνεχῶς ἐπινοεῖ καινούργιους τρόπους βασανισμοῦ τῶν ἁγίων... Βγάζει δεμένο, λοιπόν, τόν μάρτυρα ἀπό τό δεσμωτήριο. ᾿Εκεῖνος ὅμως βγαίνει σάν ἀθλητής γενναῖος πού προπονήθηκε πολύ καιρό στό στάδιο. ῏Ηταν παλαίστρα καί στάδιο γιά αὐτόν ἡ φυλακή. ᾿Εκεῖ συνομιλοῦσε μέ τόν Θεό καί μάθαινε ἀπό ᾿Εκεῖνον τόν τρόπο νά ἀγωνίζεται· διότι ὅπου ὑπάρχουν τέτοια δεσμά ἐκεῖ παρευρίσκεται καί ὁ Χριστός. Βγῆκε, λοιπόν, γενναιότερος ὁ μάρτυρας ἀπό τή μακροχρόνια φυλάκισή του. Καί τώρα τόν ὁδηγεῖ ὁ διάβολος μέ τά ὄργανά του στό μέσο τῆς παλαίστρας. Δέν τόν δένει στό ξύλο, δέν τόν παραδίδει στούς δημίους, ἀλλά καινούργιο μαρτύριο ἐπινοεῖ γιά νά προκαλέσει πιό εὔκολα τήν πτώση τοῦ ἀντιπάλου του...
     Τί μηχανεύτηκε; Διέταξαν τόν μάρτυρα νά ἁπλώσει τό χέρι του πάνω ἀπό ἕναν εἰδωλολατρικό βωμό. Πάνω στό χέρι ἔβαλαν ἀναμμένα κάρβουνα καί θυμίαμα, ὥστε ἐάν πονέσει καί ἀναποδογυρίσει τό χέρι του νά τό θεωρήσουν αὐτό θυσία στούς θεούς τους καί νά θριαμβολογήσουν.
     Δές ὅμως καί πῶς ὁ Θεός ἔκανε τό πανοῦργο σχέδιο τοῦ ἐχθροῦ αἰτία νά δοξαστεῖ περισσότερο ὁ μάρτυρας. ῾Ο Βαρλαάμ κράτησε τό χέρι του ἀκίνητο καί σταθερό σάν νά ἦταν ἀπό σίδερο· ἄν καί τό νά ἀναστραφεῖ δέν θά ἦταν ἥττα γιά τόν μάρτυρα. Τά ἀναμμένα κάρβουνα πάνω στό χέρι παραλύουν τά νεῦρα καί ἡ κίνηση πλέον δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν προαίρεση τῆς ψυχῆς ἀλλά ἀπό τή βλάβη τῆς σάρκας. ...Κι ὅμως τίποτε ἀπό αὐτά δέν ἔγινε ἐδῶ. ᾿Εκεῖνο τό χέρι σάν νά ἦταν φτιαγμένο ἀπό διαμάντι ἔμενε ἀσάλευτο. ῾Η θεία χάρη συμπαραστεκόταν στόν μάρτυρα καί ἐξουδετέρωνε τήν ἀδυναμία τῆς φύσεως... Καθώς καιγόταν ἡ μαρτυρική παλάμη μαζί μέ τό θυμίαμα, ἔμοιαζε μέ τή βάτο πού καιγόταν ἀλλά δέν καταστρεφόταν. Κι ἐδῶ καιγόταν ἡ δεξιά τοῦ μάρτυρος, ἀλλά δέν καταφλεγόταν ἡ ψυχή· φθειρόταν τό σῶμα, ἀλλά δέν διαφθειρόταν ἡ πίστη· ἐξασθένιζε ἡ σάρκα, ἀλλά δέν ἐξασθένιζε ἡ προθυμία. Τά κάρβουνα βέβαια τρύπησαν τό χέρι -δέν ἦταν ἀπό διαμάντι- καί ἔπεσαν κάτω, ἀλλά ἡ γενναιότητα τῆς ψυχῆς δέν κατέπεσε... ᾿Αντίθετα, ἐνῶ μαραίνονταν οἱ σάρκες, ἡ προαίρεση τοῦ μάρτυρα γινόταν ἰσχυρότερη, ξεπερνοῦσε καί τά ἀναμμένα κάρβουνα σέ λαμπρότητα καί ἀκτινοβολοῦσε περισσότερο ἀπό αὐτά. Καί δέν αἰσθανόταν ὁ μάρτυρας τήν ὑλική φωτιά, διότι κατέκαιγε τήν καρδιά του πολύ περισσότερο ἡ ἄσβηστη καί ἀκαταμάχητη φλόγα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.
     ...Τόν στεφανηφόρο αὐτό μάρτυρα ἀξίζει νά μήν τόν θαυμάσουμε μόνο, ἀλλά νά τόν ἐγκαταστήσουμε στό σπίτι μας ἤ μᾶλλον στήν καρδιά μας μέ τήν ἀνάμνηση τῶν κατορθωμάτων του... ῎Αν θυμᾶσαι τή ζωή καί τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου, δέν θά θαυμάσεις τόν πλοῦτο, δέν θά δακρύσεις γιά τή φτώχεια, δέν θά ἐπαινέσεις τή δόξα καί τήν ἐξουσία καί τίποτα ἀπό τά ἀνθρώπινα δέν θά σέ ἐντυπωσιάζει · οὔτε τά εὐχάριστα θά σοῦ φαίνονται σπουδαῖα οὔτε τά λυπηρά ἀβάσταχτα. Ξεπερνώντας τα ὅλα αὐτά θά διδάσκεσαι συνεχῶς τήν ἀρετή ἀπό τή θύμηση τοῦ μάρτυρα. ῞Οπως ὁ στρατιώτης βλέποντας τά πολεμικά κατορθώματα δέν ἐπιθυμεῖ τήν τρυφηλή ζωή, τίς ἀπολαύσεις καί τήν ἀνία πού φέρνουν ὅλα αὐτά, ἀλλά λαχταράει μιά σκληρή, ρωμαλέα ζωή γεμάτη μάχες καί ἀγῶνες.
     ...Καί σύ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ εἶσαι· ὁπλίσου, λοιπόν, καί μήν καλλωπίζεσαι! ᾿Αθλητής γενναῖος εἶσαι· ἀγωνίσου καί μή στολίζεσαι!
     ῎Ετσι μιμούμαστε τούς ἁγίους, ἔτσι τιμοῦμε τούς ἥρωες τῆς πίστεως, τούς στεφανωμένους, τούς φίλους τοῦ Θεοῦ! Κι ἄν ἔτσι ζήσουμε, τά ἴδια στεφάνια θά λάβουμε, τά ὁποῖα εὔχομαι ὅλοι νά τά κερδίσουμε μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, στόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.

 

᾿Ιω. Χρυσόστομος
    
     

Πέμπτη, 12 Νοέμβριος 2020 02:00

Τό ἅλμα

  matthaios apostle Ἕνα ἅλμα, τό σωτήριο ἅλμα, ἀπαιτεῖται γιά νά βγεῖς ἀπό τό ἀδιέξοδο, νά καλωσορίσεις στήν καρδιά σου τή ζωή, νά περάσεις ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς, νά συναντήσεις τόν Θεό. Χωρίς αὐτό, ἡ ὅποια ἄλλη ἐπίδοση καί ἐπιτυχία μένει δίχως νόημα, κι ἀβοήθητος στενάζεις κάτω ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀθλιότητάς σου. Εἶναι τό ἅλμα, πού εἰσάγει τόν ἁμαρτωλό στή σφαίρα τῆς χάριτος. ᾿Εκεῖ ὅλα εἶναι τέλεια καί ἅγια, διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία «ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν» (Ρω 5,5), λαμπρύνει καί ἀξιοποιεῖ θετικά καί τά πιό μελανά καί ἀρνητικά στοιχεῖα τοῦ ἀνθρώπου.
   Πρέπει ὅμως νά προηγηθεῖ τό ἅλμα. Παράξενο ἀλλά ἀληθινό· ὁ παντοδύναμος Θεός, πού ἔπλασε καί κυβερνᾶ τά σύμπαντα, ἀδυνατεῖ νά σώσει τόν ἄνθρωπο, ἄν ἐκεῖνος δέν τό θελήσει. Καί ἔκφραση τῆς καλῆς θελήσεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τό ἅλμα τῆς μετάνοιας. Αὐτό τό καταπληκτικό ὅσο καί ἀναγκαῖο γιά ὅλους μας μήνυμα ἐκπέμπει στά μέσα τοῦ μήνα (16 Νοεμβρίου) ἡ ἁγιασμένη μορφή τοῦ εὐαγγελιστῆ Ματθαίου, τοῦ τελώνη πού ἔγινε ἅγιος καί ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ.
   ῞Ενας τελώνης στήν ἰσραηλιτική κοινωνία τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν ὅ,τι χειρότερο· ἄνθρωπος χωρίς ὅσιο καί ἱερό, ἐξωμότης, δοσίλογος, συνεργάτης τῶν Ρωμαίων κατακτητῶν. Γιά λογαριασμό τους συγκέντρωνε ἀπό τούς συμπατριῶτες του τούς φόρους. Κι ἦταν τόσο σκληροί καί ἄτεγκτοι στό ἔργο τους οἱ τελῶνες, ὥστε εὔστοχα κάποιος ἀρχαῖος σοφός τούς εἶχε χαρακτηρίσει ὡς τά χειρότερα θηρία πού ζοῦν μέσα στίς πόλεις. ᾿Αλλά καί τό εὐαγγέλιο μᾶς ἀφήνει πολλά νά καταλάβουμε γιά τό ἐπονείδιστο αὐτό ἐπάγγελμα, καθώς ἀναφέρει τούς τελῶνες σέ συνδυασμό μέ τίς τρεῖς ἐπαίσχυντες καί ἐλεεινές τάξεις ἀνθρώπων· πόρνες, ἐθνικούς (= εἰδωλολάτρες) καί ἁμαρτωλούς.
   Δέν εἶναι ὅμως παντοδύναμο τό κακό, ὅσο ἀσφυκτικά κι ἄν μᾶς περισφίγγει. Μποροῦμε, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, νά τό νικήσουμε. ᾿Αρκεῖ νά ἀποφασίσουμε νά συνεργασθοῦμε μαζί του, νά κάνουμε τό σωτήριο ἅλμα τῆς μετάνοιας. Νά, ὁ τελώνης Ματθαῖος διέρρηξε τούς δεσμούς του μέ τήν ἁμαρτία καί μπῆκε στή σφαίρα τῆς χάριτος. Πέρασε ἀπό τό θάνατο στή ζωή τήν ἀληθινή καί αἰώνια. Τό διακηρύττει ταπεινά καί εὐγνώμονα μέσα στό Εὐαγγέλιό του, γράφοντας δίπλα στό ὄνομά του καί τήν τελωνική του ἰδιότητα. Θυμᾶται ἔτσι καί ὁμολογεῖ τό θαῦμα πού ἐπιτέλεσε στή ζωή του ὁ Χριστός καί ἐκφράζει τήν ἐν Κυρίῳ καύχησή του ὅτι κατόρθωσε νά τελωνήσει (=νά φορολογήσει) τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
   Εὐλογημένο ἅλμα τῆς μετάνοιας τοῦ Ματθαίου! Δέν ἔγινε μόνο ἡ θύρα τῆς προσωπικῆς του σωτηρίας ἀλλά καί ἡ προϋπόθεση γιά τή συνεργασία του μέ τόν Θεό, ὥστε κι ἄλλες ψυχές νά σωθοῦν. Πολλοί ἀπό τούς παλιούς του συναδέλφους μιμήθηκαν τό γενναῖο ἅλμα του· μετανόησαν καί πίστεψαν στόν ᾿Ιησοῦ Χριστό. Τό κήρυγμά του, κατόπιν, σ᾿ ὅλη τήν Παλαιστίνη θά γίνει ἀφορμή ὥστε πολλῶν τά ὀνόματα νά ἐγγραφοῦν στό βιβλίο τῆς ζωῆς. Κι ἀκόμη, ὁ ἴδιος ὁ Ματθαῖος θά γίνει τό χέρι τοῦ Θεοῦ συγγράφοντας τό πρῶτο ἀπό τά τέσσερα Εὐαγγέλια, τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο. Τί θαύματα ἐπιτελεῖ ὁ Θεός μέ τό πιό ἀπίθανο ὑλικό, τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, ἄν αὐτός θελήσει νά μετανοήσει!
 

Στέργιος Ν. Σάκκος

Παρασκευή, 11 Νοέμβριος 2022 03:00

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος διδάσκει καί σήμερα


Ὁ Χριστός τό πᾶν γιά μένα

joannis chrys Δίκαια, λοιπόν, δέν μᾶς ἀποστρέφεται (ὁ Θεός) καί δέν μᾶς τιμωρεῖ, ὅταν μᾶς προσφέρει τόν ἑαυτό σέ ὅλα κι ἐμεῖς ἀντιστεκόμαστε; Εἶναι βέβαια φανερό στόν καθένα. Γιατί λέει· εἴτε θέλεις νά στολισθεῖς, τόν δικό μου στολισμό· εἴτε νά ὁπλισθεῖς, τά δικά μου ὅπλα· εἴτε νά ντυθεῖς, τό δικό μου ροῦχο· εἴτε νά τραφεῖς, στό δικό μου τραπέζι· εἴτε νά περπατήσεις, τόν δικό μου δρόμο· εἴτε νά κληρονομήσεις, τή δική μου κληρονομιά· εἴτε νά μπεῖς σέ πατρίδα, στήν πόλη τῆς ὁποίας τεχνίτης καί δημιουργός εἶμαι ἐγώ· εἴτε νά κτίσεις σπίτι, στίς δικές μου σκηνές, γιατί ἐγώ γιά ὅσα σοῦ δίνω δέν ἀπαιτῶ μισθό, ἀλλά ἐπιπλέον σοῦ χρωστῶ μισθό καί γι’ αὐτό, ἄν θελήσεις, νά χρησιμοποιήσεις ὅλα τά δικά μου. Τί θά μποροῦσε νά εἶναι ἴσο μέ μία τέτοια φιλοτιμία; Ἐγώ πατέρας, ἐγώ ἀδελφός, ἐγώ νυμφίος, ἐγώ σπίτι, ἐγώ διατροφεύς, ἐγώ ροῦχο, ἐγώ ρίζα, ἐγώ θεμέλιο. Κάθε τι πού θέλεις, ἐγώ· νά μή σοῦ λείψει τίποτε. Ἐγώ καί θά σέ ὑπηρετήσω, γιατί ἦρθα νά διακονήσω καί ὄχι νά διακονηθῶ. Ἐγώ καί φίλος, καί μέλος, καί κεφαλή καί ἀδελφός καί ἀδελφή καί μητέρα, τά πάντα ἐγώ. Μόνο νά αἰσθάνεσαι οἰκειότητα μέ ἐμένα.
 Ἐγώ ἔγινα φτωχός γιά σένα καί περιπλανώμενος ὁδοιπόρος γιά σένα, στό σταυρό γιά σένα, στόν τάφο γιά σένα. Πάνω γιά σένα παρακαλῶ τόν Πατέρα, κάτω γιά χάρη σου ἦρθα πρεσβευτής ἀπό τόν Πατέρα. Τά πάντα μοῦ εἶσαι ἐσύ, καί ἀδελφός καί συγκληρονόμος καί φίλος καί μέλος. Τί περισσότερο θέλεις; Τί ἀποστρέφεσαι αὐτόν πού τόσο σ’ ἀγαπᾶ; Γιατί κουράζεσαι γιά τόν κόσμο; Γιατί ἀντλεῖς σέ τρύπιο πιθάρι; Γιατί αὐτό σημαίνει τό νά ταλαιπωρεῖσαι γιά τόν παρόντα βίο. Τί ματαιοπονεῖς; Τί γρονθοκοπᾶς τόν ἀέρα; Τί τρέχεις στά χαμένα;

Ὅλα τά γήινα εἶναι μάταια

Κάθε τέχνη δέν ἔχει τό σκοπό της; Εἶναι φανερό στόν καθένα. Δεῖξε μου καί σύ τό σκοπό τῆς βιοτικῆς σπουδῆς. Δέν ἔχεις· γιατί εἶναι ματαιότης ματαιοτήτων τά πάντα ματαιότης. Ἄς πᾶμε στούς τάφους. Δεῖξε μου τόν πατέρα, δεῖξε μου τή γυναίκα. Ποῦ εἶναι ἐκεῖνος, πού ἦταν ντυμένος μέ χρυσά ροῦχα; Ἐκεῖνος πού καθόταν σέ ὄχημα; Ἐκεῖνος πού εἶχε στρατόπεδα, πού φοροῦσε ζώνη, πού εἶχε τήν ἐμπροσθοφυλακή γιά νά τοῦ ἀναγγέλλει; Ἐκεῖνος πού ἄλλους σκότωνε κι ἄλλους τούς ἔκλεινε στή φυλακή; Ἐκεῖνος πού σκότωνε ὅποιους ἤθελε κι ἀπελευθέρωνε ὅποιους ἤθελε; Δέν βλέπω τίποτε ἐκτός ἀπό κόκκαλα καί σκόρο καί ἀράχνη. Ὅλα ἐκεῖνα ἦταν γῆ, ὅλα μῦθος, ὅλα ὄνειρα καί σκιά κι ἕνα φθηνό παραμύθι.

 

Ἡ μέλλουσα κρίση ἀναγκαία


 Σίγουρα θά σταθοῦμε μπροστά στό βῆμα τοῦ Χριστοῦ καί θά γίνει ἀκριβής ἐξέταση τῶν πάντων. Κι ἄν κάποιος ἀπιστεῖ στή μέλλουσα κρίση, ἄς δεῖ τά ἐδῶ· αὐτούς πού εἶναι σέ φυλακές, στά μεταλλεῖα, αὐτούς πού εἶναι σέ κοπριές, τούς δαιμονισμένους, τούς παραπαίοντας, αὐτούς πού παλεύουν μέ ἀνίατες ἀσθένειες, πού γρονθοκοποῦνται μέ τή συνεχῆ φτώχεια, πού ζοῦν μέ συντροφιά τήν πεῖνα, πού εἶναι φορτωμένοι μέ ἀσήκωτα πένθη, πού ζοῦν σέ αἰχμαλωσίες. Δέν θά τά πάθαιναν αὐτοί τώρα αὐτά, ἄν δέν ἐπρόκειτο νά περιμένει τιμωρία καί κόλαση ὅλους τούς ἄλλους, πού ἔκαναν παρόμοιες ἁμαρτίες. Κι ἄν δέν ὑπέμειναν τίποτε ἐδῶ οἱ ἄλλοι, αὐτό πρέπει νά τό θεωρήσεις σημάδι ὅτι ὁπωσδήποτε ὑπάρχει κάτι μετά τήν ἀποδημία ἀπό ἐδῶ. Γιατί, ἀφοῦ εἶναι Θεός ὅλων, δέν θά τιμωροῦσε ἄλλους καί θά ἄφηνε ἄλλους ἀτιμώρητους, ἐνῶ ἔκαναν τά ἴδια ἤ καί χειρότερα ἁμαρτήματα, ἄν δέν ἐπρόκειτο νά τούς ἐπιβάλει ἐκεῖ κάποια τιμωρία.

P.G. 58, 700-702

Μακριά ἀπό τήν ὑπερηφάνεια!

Τέτοια εἶναι ἡ φύση τῆς ὑπερηφάνειας. Σπάει τό σύνδεσμο τῆς ἀγάπης κι ἀποχωρίζει τόν πλησίον καί κάνει τόν καθένα πού τήν ἔχει νά εἶναι ἀπομονωμένος. Κι ὅπως ἕνας τοῖχος πού φούσκωσε διαλύει τήν οἰκοδομή, ἔτσι καί ἡ ψυχή πού φούσκωσε δέν ἀνέχεται τή σχέση μέ τόν ἄλλο.

P.G. 51, 151

 Ὅπως τό νά θυμόμαστε τά ἁμαρτήματά μας εἶναι καλό, ἔτσι εἶναι καλό καί τό νά λησμονοῦμε τά κατορθώματα. Γιατί; Γιατί ἡ μέν μνήμη τῶν κατορθωμάτων μᾶς ὑψώνει πρός τήν ἀλαζονεία, ἐνῶ ἡ μνήμη τῶν ἁμαρτημάτων συμμαζεύει τό μυαλό καί τό ταπεινώνει. Κι ἐκείνη μέν (ἡ ὑπερηφάνεια) μᾶς κάνει πιό ράθυμους, αὐτή δέ (ἡ ταπείνωση) πιό ξύπνιους.

P.G. 51, 366

Ἄν θέλεις νά κάνεις μεγάλα τά κατορθώματά σου, μή τά θεωρεῖς ὅτι εἶναι μεγάλα καί τότε θά εἶναι μεγάλα.

P.G. 57, 38

 Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔγινε δοῦλος, γι’ αὐτό εἶναι δεσπότης τῶν πάντων καί τῶν ἀγγέλων καί ὅλων τῶν ἄλλων. Ὥστε κι ἐμεῖς νά μή νομίζουμε ὅτι κατεβαίνουμε ἀπό τό ἀξίωμα ὅταν ταπεινώσουμε τόν ἑαυτό μας. Γιατί τότε θά εἶναι φυσικό νά ὑψωθοῦμε· τότε θά κερδίσουμε πάρα πολύ τόν θαυμασμό.

P.G. 62, 234

Δῶρο καί προνόμιο ἡ προσευχή

 Μεγάλο ὅπλο ἡ προσευχή, μεγάλο στολίδι ἡ προσευχή καί ἀσφάλεια καί λιμάνι καί θησαυροφυλάκιο ἀγαθῶν καί ἀσφαλισμένος πλοῦτος.

P.G. 55, 526


 Αὐτός πού προσεύχεται, πρίν ἀκόμη πάρει αὐτά πού ζητᾶ, δρέπει μεγάλα ἀγαθά ἀπό τήν προσευχή. Κατασιγάζει ὅλα τά πάθη, μαλακώνει τό θυμό, βγάζει ἔξω τό φθόνο, λειώνει τήν ἐπιθυμία, μαραίνει τόν πόθο τῶν βιοτικῶν, γαληνεύει βαθειά τήν ψυχή του κι ἀνεβαίνει πλέον σ’ αὐτόν τόν οὐρανό. Ὅπως, ὅταν πέφτει ἡ βροχή στή σκληρή γῆ, ἤ μπαίνει τό σίδερο στή φωτιά, μαλακώνει, ἔτσι τή σκληρότητα τῆς σκέψεως, πού τήν προκαλοῦν τά πάθη, τήν μαλακώνει καί τήν διαποτίζει μιά τέτοια προσευχή, περισσότερο ἀπό τή φωτιά καί τή βροχή.
 Ὅποιος δέν προσεύχεται στόν Θεό οὔτε ἐπιθυμεῖ συνεχῶς νά ἀπολαμβάνει τή θεία συνομιλία, εἶναι νεκρός καί ἄψυχος καί δέν ἔχει φρόνηση. Γιατί αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο σημάδι τῆς ἀφροσύνης, τό νά μή γνωρίζεις τό μέγεθος τῆς τιμῆς καί νά μήν ἀγαπᾶς τήν προσευχή καί νά μή θεωρεῖς θάνατο τῆς ψυχῆς τό νά μή προσκυνᾶ τόν Θεό.

P.G. 50, 776

Ὁ Θεός δέν ἀναβάλλει νά μᾶς δώσει αὐτά πού τοῦ ζητοῦμε, ἐπειδή μᾶς μισεῖ, οὔτε ἐπειδή μᾶς ἀποστρέφεται, ἀλλά ἐπειδή θέλει νά μᾶς κρατᾶ πάντα κοντά του μέ τήν ἔγνοια τῆς δόσεως, ὅπως κάνουν καί οἱ φιλόστοργοι πατέρες. Κι ἐκεῖνοι σοφίζονται νά 'ναι συνεχῶς κοντά τους τά πιό ράθυμα παιδιά τους, ἀναβάλλοντας νά τούς δώσουν. Σέ ἄκουσε; Εὐχαρίστησε γι’ αὐτό, ἐπειδή σέ ἄκουσε. Δέν σέ ἄκουσε; Ἐπίμενε γιά νά σέ ἀκούσει. Δέν ἔχεις ἀνάγκη ἀπό μεσίτες οὔτε ἀπό πολλά περιτρεχάματα κι ἀπ’ τό νά κολακεύεις τούς ἄλλους, ἀλλά κι ἄν εἶσαι ἔρημος κι ἄν ἀπροστάτευτος, ὁ ἴδιος διά τοῦ ἑαυτοῦ σου θά παρακαλέσεις τόν Θεό καί θά ἐπιτύχεις ὁπωσδήποτε.

P.G. 63, 580

Σάββατο, 24 Μάιος 2014 03:00

Τό τίμημα τῆς ἀγάπης

Ἔσερνε τά κουρασμένα βήματά του στούς καρρόδρομους τῆς Κουκουσοῦ. Ἡ ἐξορία στόν Πόντο μοιάζει ἀτέλειωτο βασανιστήριο· λιγοστό τό νερό, ἴσαμε νά βρέξει τά χείλη του. Καί τό φαγητό ἐλάχιστο. Ξερός ὁ τόπος. Μά πιό πολύ τόν μαστιγώνει ἡ ξέρα τῶν ἀνθρώπων, πού τήν κουβαλάει μέσα του χρόνια τώρα.
 Πάει καιρός πού κατάλαβε τί σήμαινε ἐκεῖνο τό «ἐν Χριστῷ» πού πολλοί «ἀδελφοί» του ἐπίσκοποι πρόσθεταν στούς λόγους τους ἄλλοτε γι᾿ αὐτόν. Γεύθηκε ὅλη τήν πίκρα πού αὐτό τό «ἐν Χριστῷ» τοῦ πρόσφερε. Καταδιωγμένος τώρα συλλογίζεται ἐκεῖνα τά πρόσωπα, τά γεγονότα. Μέσα στή σιωπή ἀντηχοῦν πιό καθαρά, σχεδόν αὐθεντικά, οἱ φωνές τῶν ἐχθρῶν του: «Κλέφτης», «καταχραστής», «καταλύει τήν παράδοση τῆς νηστείας»! Αἰσχρές συκοφαντίες. Λόγια μικρόνοων, παθιασμένων κληρικῶν, ἀνθρώπων πού τόσες φορές εὐεργέτησε!
 Αὐτός ὅμως τούς ἀγαποῦσε ὅλους, ἕναν πρός ἕναν. Τούς μνημόνευε στίς προσευχές του μέ δάκρυα. Κι ἄς μήν ἤθελαν ἐκεῖνοι οὔτε τά ἴχνη ἀπό τά ὑποδήματά του νά βλέπουν. Μόνο τήν ἁμαρτία τους μισοῦσε. Αὐτήν τή μισοῦσε πάντα καί ποτέ δέν συμβιβάστηκε μαζί της. Τή σιχαινόταν, σάν τήν ἔβλεπε νά περπατάει ἀγέρωχα στά ἀνάκτορα, στίς πλατεῖες, στά θέατρα, στόν ἱππόδρομο. Σάν τοῦ ἔγνεφε εἰρωνικά ἀπό τά χρυσοκλωσμένα ἐνδύματα ξιππασμένων ἱερέων καί ἀρχιερέων. Ἀπό τίς τορνευτές τους ἅμαξες, πού τίς μετέφεραν ταλαίπωροι δοῦλοι. Ἔνιωθε τότε τό χρέος του νά σφίγγει τήν καρδιά του. Ὅρμησε καί ράπισε τήν ἁμαρτία μέ δύναμη ὅπου τή βρῆκε. Καί κείνη τοῦ ἀπάντησε μέ τόν μόνο τρόπο πού ἤξερε: ἕνα πλοῖο, μερικοί στρατιῶτες, μιά καταδικαστική ἀπόφαση.
 Ἔγειρε τό τίμιο κεφάλι του λίγο νά ξαποστάσει ἀπό τό δρόμο. Πόσο γρήγορα τόν πῆρε ὁ ὕπνος! Μπροστά του, ἀνάμεσα στό σκοτάδι, τοῦ ἀποκάλυψε τή ζωή του. Ἦταν ταλαίπωρη, μέ τά στίγματα τοῦ διωγμοῦ νά τῆς χαρακώνουν τό σεμνό ἔνδυμα. Μιά ὀδύνη ἀλλά καί μιά καύχηση ἱερή ζωγραφιζόταν στό βλέμμα της. Ξαφνικά εἶδε νά τήν περικυκλώνουν πρόσωπα ὕποπτα μέ τό σταυρό στά χέρια. Βούιζαν στ᾿ αὐτιά του οἱ κατάρες τῆς βασίλισσας, οἱ ἀφορισμοί τῶν ἐπισκόπων τῆς ἄνομης Συνόδου, τά ποδοβολητά τῶν μισθοφόρων. Κι ἀνάμεσά τους οἱ θρῆνοι τῶν γυναικῶν. Τό κλάμα τῆς θυγατέρας του Ὀλυμπιάδας καί τῆς ἀφοσιωμένης συνοδίας της. Τόση ἀδικία, Θεέ μου, καί τόσος πόνος γιά τήν τιμή τῆς ἀλήθειας!
 Πῆρε νά ξημερώνει. Τό νεφύδριο παρῆλθε. Τό φῶς νίκησε τή μαυρίλα τῆς νύχτας. Στόν ὁρίζοντα τῆς καρδιᾶς του μόνο μιά μορφή δέσποζε πιά. Τή γνώρισε ἀμέσως. Ἦταν «ὁ ἀστήρ ὁ λαμπρός ὁ πρωινός». Ἦταν ὁ «Δεσπότης» του. Γι᾿ αὐτόν πάθαινε ὅλα τοῦτα. Ἀπό τότε πού τά ἁγνά χέρια τῆς μητέρας του Ἀνθούσας χάραξαν τήν εἰκόνα του στήν παιδική του ψυχή, μέ μιά ἀνάσα ζοῦσε. Νά εἶναι δικός του. Κι αὐτό του τό ὄνειρο οὔτε κι ἕνας Λιβάνιος μπόρεσε νά σβήσει. Ἔπειτα πέρασαν οἱ φίλοι, ἦρθαν οἱ ἐνάντιοι, μά δέν τόν ἔνοιαζε. Ὅλα γίνονταν γιά Ἐκεῖνον.
 Τώρα, τό καταλάβαινε, ἔφτασε ἡ «δωδεκάτη» ὥρα του. Πόσο ποθοῦσε νά τόν πάρει ὁ «Δεσπότης» του στά χέρια του, ὅπως τό ζοῦσε κάποτε μικρό ὀρφανό στήν Ἀντιόχεια! Νά τόν γλυτώσει ἀπό τόν ψευτοχριστιανισμό τῶν μαζῶν, ἀπό τούς γλυκανάλατους συμβιβασμένους. Ἀπό τούς κενούς του ἐκπροσώπους καί ὅλους ὅσους εἶχαν βάλει τόν Ἰησοῦ του θεμέλιο στό οἰκοδόμημα τῆς προσωπικῆς τους μωροφιλοδοξίας.
 Ἄς τόν ἔπαιρνε μαζί του κι ἄς πήγαιναν ὅπου Ἐκεῖνος ἤθελε! Σ᾿ ὅποια γωνιά τῆς γῆς καί τ᾿ οὐρανοῦ. Δικά του ἦταν. Μόνο μαζί του!

Εὐάγγελος Δάκας
Δρ. Θεολογίας

 treis ierarxes Ἐκείνη τήν ἡμέρα ὁ καιρός ἦταν ἄσχημος ἀπό τό πρωί: ἀέρας καί καταρρακτώδης βροχή. Κατευθυνόμασταν μέ τή συνάδελφό μου γιά τό σχολεῖο ὅπου ὑπηρετούσαμε· μιά ὥρα ἀπόσταση ἀπό τήν πόλη. Ὁ δρόμος εἶχε γίνει ἐπικίνδυνος καί τό ταξίδι ἀναπόφευκτα εἶχε καθυστέρηση. Ἦταν καί τά ἀπρόσμενα ἐμπόδια. Βρήκαμε τόν ἐπαρχιακό δρόμο κοντά στό χωριό κλειστό· εἶχε ξεχειλίσει τό ποτάμι. Ἀναγκαστήκαμε νά κάνουμε ἕναν μεγάλο κύκλο. Ἡ ὥρα περνοῦσε. Μέ ἀγωνία σκεφτόμασταν τί θά γινόταν μέσα στίς τάξεις μας: τά παιδιά ἀνήσυχα θά ἔτρεχαν γύρω-γύρω ἀπό τά θρανία καί θά χαλοῦσαν τόν κόσμο μέ τίς φωνές τους.
  Ὅταν -ἐπιτέλους- φτάσαμε στήν πόρτα τοῦ σχολείου, ἔνιωθα ἐξαντλημένη ἀπ᾿ τήν ὁδήγηση καί τήν ἀγωνία. Ἀνέβηκα τρέχοντας τά σκαλιά γιά τόν πρῶτο ὄροφο. Καθώς πλησίαζα στήν ἄκρη τοῦ διαδρόμου, ὅπου βρισκόταν ἡ Γ΄τάξη, εἶδα τήν πόρτα κλειστή. Πῆρα μιά ἀνάσα καί προετοιμάστηκα ψυχολογικά γιά τό τί θά ἀντίκρυζα μέσα. Μέ ἔκπληξη ὅμως ἄκουσα τά παιδιά νά τραγουδοῦν... «Κάποιος θά ᾿ναι μαζί τους», σκέφτηκα. Ποιός ὅμως; Ὁ διευθυντής ἦταν κάτω στό γραφεῖο ἀπασχολημένος· οἱ ἄλλοι συνάδελφοι βρίσκονταν ἀπό ὥρα στίς τάξεις τους. Ἔστησα γιά λίγο αὐτί...
  - Παιδιά, ἄκουσα τή φωνή ἑνός ἀπό τούς μαθητές μου, νά ποῦμε ξανά τόν ὕμνο.
  Τό τραγούδι τό διαδέχτηκε ἡ ...ψαλμωδία. Ἔψαλλαν ὅλα μαζί σάν χορωδία τό ἀπολυτίκιο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Στάθηκα καί ἄκουγα τά παιδιά. Ἡ ψυχή μου εἰρήνευσε. Μόνο ὅταν τελείωσε ἡ ψαλμωδία τους, ἄνοιξα τήν πόρτα. Δέν ἤθελα νά τά διακόψω. Τά βρῆκα καθισμένα στά θρανία τους μέ τό φυλλάδιο τῶν τραγουδιῶν στό χέρι.
 - Κυρία! φώναξαν μ᾿ ἕνα στόμα, μόλις μέ εἶδαν.
 - Καλημέρα, παιδιά! Τί κάνετε τόση ὥρα μόνοι σας;
 - Κυρία, μοῦ ἀπάντησε ἡ Ἑλένη, ἐμεῖς, ὅση ὥρα σᾶς περιμέναμε, βγάλαμε τά φυλλάδια καί τραγουδούσαμε τά τραγούδια τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν.
 - Ναί, κυρία, συνέχισε ὁ Βασίλης. Βλέπαμε τόν ἄσχημο καιρό καί ἀνησυχούσαμε γιά σᾶς. Κι επαμε νά τραγουδήσουμε καί νά ψάλουμε, γιά νά σᾶς προστατεύει ὁ Θεός καί οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες.
 - Εὐχαριστῶ, παιδιά, εἶπα συγκινημένη. Πράγματι, ἦταν πολύ ἐπικίνδυνος ὁ δρόμος σήμερα. Εἶχα ἀγωνία καί γιά σᾶς. Μά τώρα πού σᾶς βρίσκω ἥσυχους νά τραγουδᾶτε ὄμορφα, νιώθω πολύ χαρούμενη. Μέ ξεκουράσατε μέ τόν καλύτερο τρόπο. Εὔχομαι πάντα ν᾿ ἀγαπᾶτε τούς τρεῖς ἁγίους πού εἶναι οἱ προστάτες μας.
 Τά μάτια τῶν παιδιῶν ἔλαμψαν ἀπό χαρά καί ἱκανοποίηση.
 - Κυρία, πετάχτηκε ἡ Φωτεινή. Νά τά ξαναποῦμε καί μαζί σας τά τραγούδια;
  Δέν μποροῦσα νά μή συμφωνήσω... Εἴπαμε ὅλα τά τραγούδια μέ τή σειρά! Τά παιδιά δέν ἤθελαν νά παραλείψουμε τίποτε ἀπό τό φυλλάδιο. Πρίν λίγες μέρες, παραμονή τῆς γιορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, εἴχαμε παρουσιάσει μέ τήν Γ΄ τάξη σ᾿ ὅλο τό σχολεῖο μιά σχετική γιορτή. Δέν φανταζόμουν ποτέ, ὅταν μάθαινα στά παιδιά τό ἀπολυτίκιο καί τά ἀνάλογα τραγούδια, ὅτι θά γίνονταν τά πιό ἀγαπημένα τους ὅλη τή χρονιά.
  Κάθε φορά ἀπό τότε, σάν πηγαίναμε ἐκδρομή στίς ὄμορφες πλαγιές τοῦ χωριοῦ, τό πρῶτο «τραγούδι», πού μοῦ ζητοῦσαν νά ποῦμε στή διαδρομή, ἦταν τό ἀπολυτίκιο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Τό ἔψελναν δυνατά σάν νά ἦταν ὁ θούριός τους. Κι ὅταν τό ἄκουγα ἀπό τά παιδικά τους χείλη, ἔνιωθα τούς τρεῖς ἁγίους νά σκύβουν ἐπάνω μας, νά μᾶς εὐλογοῦν καί νά μᾶς προστατεύουν.
  Κάθε χρόνο σάν πλησιάζει ἡ γιορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν -ἰδιαίτερα τότε- μέ συγκίνηση θυμᾶμαι τά παιδιά ἐκείνης τῆς Γ΄τάξης. Καί εὔχομαι πάντοτε νά τά προστατεύει ὁ Θεός καί οἱ ἅγιοί του!

Ἐκπαιδευτικός

Ἀπολύτρωσις 56 (2001) 17-18