Super User

Super User

Τετάρτη, 16 Ιούλιος 2014 03:00

Ἀδιάκοπη ζωή

karavaki᾿Ανάπαυλα ἀναψυχῆς στήν κοπιαστική ρουτίνα, σταθμός ἀνεφοδιασμοῦ γιά τή συνέχεια τῆς ἐργασίας οἱ διακοπές διεγείρουν τόν πόθο ὄχι μόνο τῶν μικρῶν μαθητῶν ἀλλά καί τῶν ἐνηλίκων καί τῶν ὡρίμων καί κάθε ἐργαζομένου. ῞Ολοι τίς νοσταλγοῦμε καί ἀπό πολύ νωρίς κάνουμε σχέδια καί προγράμματα γι᾿ αὐτές. ῎Ετσι τόν ᾿Ιούλιο καί τόν Αὔγουστο, τούς κατ᾿ ἐξοχήν μῆνες τῶν θερινῶν διακοπῶν, πολλές φορές τούς ἀναπολήσαμε κατά τή διάρκεια τοῦ χρόνου. Καί νά, ἦρθε τώρα ἡ ὥρα, ἀδέσμευτοι ἀπό τήν πίεση τοῦ ὡραρίου, ἀπελευθερωμένοι ἀπό τό τροχάδην τοῦ ὡρολογιοῦ, νά ἀπολαύσουμε τή δροσιά καί τήν ἠρεμία, νά ἀνανεώσουμε καί νά ἀνασυντάξουμε τίς δυνάμεις μας, νά πλουτίσουμε τίς ἐμπειρίες μας, νά χαροῦμε τή δροσιά τοῦ βουνοῦ, τήν ἁλμύρα τῆς θάλασσας, τίς τόσες φυσικές ὀμορφιές πού μᾶς περιβάλλουν.
Θά ἦταν ὅμως σφάλμα μεγάλο καί ἀδικία ἔναντι τοῦ ἑαυτοῦ μας νά καλύψουμε τίς διακοπές μόνο μέ τήν ἀργία ἀπό τήν ἐργασία μας, μέ τήν παραθέριση, τίς ἐκδρομές καί τίς ἄλλες διασκεδάσεις. Εἶναι πλουτισμός καί ἀξιοποίηση τῶν διακοπῶν, μαζί μ᾿ ὅλα αὐτά νά χαροῦμε καί τούς δικούς μας, πού μέσα στόν πυρετό τῆς ταχύτητας καί στήν ἀτονία τῆς συνήθειας συχνά τούς λησμονοῦμε, τούς παραμελοῦμε. Μία ἀνανέωση τῶν παλιῶν, πολυχρόνιων δεσμῶν μας θά ἀνανεώσει κι ἐμᾶς τούς ἴδιους. ῎Επειτα, στούς νέους τόπους, ὅπου πιθανόν θά βρεθοῦμε τό καλοκαίρι, δέν εἶναι μόνο ἡ ἄψυχη φύση, εἶναι καί οἱ ἄνθρωποι, πού ζοῦν κι ἐργάζονται κοντά της. Πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς ἀξίζουν τό θαυμασμό καί ὅλοι ἀσφαλῶς τό σεβασμό μας ὡς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ.
᾿Ακόμη, ὁ ἑαυτός μας περιμένει νά τόν συναντήσουμε στίς διακοπές. Νά βρεθοῦμε μαζί του, ν᾿ ἀφουγκρασθοῦμε τούς πόθους καί τίς βαθειές ἀναζητήσεις του, νά σκύψουμε μέ ἀληθινό ἐνδιαφέρον στά ζωτικά προβλήματά του, πού τά ἔχουμε ἀπωθήσει ἤ κακῶς ἀντιμετωπίσει στή φούρια τῆς καθημερινότητας. Παράλληλα μέ τίς ἐκδρομές στή φύση εἶναι καιρός τώρα τό καλοκαίρι νά αὐτοσυγκεντρωθοῦμε. Νά ἐκδράμουμε στό μέσα μας καί -ὅσο μποροῦμε- νά τό ἐξερευνήσουμε. Θά βροῦμε ἐκεῖ πολλά ἀξιοθέατα ξεχασμένα καί ἀναξιοποίητα. Κι ἀκόμη, ἀκολουθώντας τή σοφή συμβουλή «ἔνδον σκάπτειν», μποροῦμε νά ἀνακαλύψουμε τά σκληρά καί ἄγονα μέρη τῆς ψυχῆς μας. Νά ξεπετρώσουμε, νά ξερριζώσουμε ζιζάνια, νά κάψουμε ἄχρηστα. Ν᾿ ἀνοίξουμε χῶρο καί πεδίο δράσεως γιά τόν καινό ἄνθρωπο, νά ἀνανεώσουμε τόν ἐν Πνεύματι ζῶντα ἑαυτό μας.
Κινητήρια δύναμη γιά ὅλα αὐτά εἶναι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, πού -εὐτυχῶς γιά μᾶς- δέν κάνει διακοπές στίς ἐπιχορηγήσεις της. Μέ μύριους τρόπους ἔρχεται νά μᾶς δροσίσει στήν κάψα τοῦ καλοκαιριοῦ, νά μᾶς τονώσει καί νά μᾶς ἐνισχύσει στή γενική χαύνωση, νά μᾶς ξεκουράσει ἀληθινά, νά μᾶς ζωογονήσει. Γι᾿ αὐτό, τό σπουδαιότερο μέσα στίς διακοπές εἶναι νά μή στρίψουμε διακόπτη στή σχέση μας μέ τόν Θεό καί τά θεῖα. Νά διατηρήσουμε ἀδιάκοπη τήν πνευματική μας ζωή. Μήν ἀφήσουμε νά «ἀργεῖ τό Εὐαγγέλιον», ὅπως ψάλλεται στόν Μέγα Κανόνα. Μή καταληφθοῦμε ἀπό τήν «ἀργία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ», πού, ὅπως διαβάζουμε στό βίο τοῦ ἁγίου Παχωμίου, «βαρύνει τά χέρια καί τήν καρδιά».
᾿Ανοιχτοί στήν ἐπικοινωνία μας μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, μποροῦμε νά περάσουμε τίς καλύτερες διακοπές μας. Νά προετοιμασθοῦμε ὄχι μόνο γιά τή νέα περίοδο πού μέ τό Σεπτέμβριο θ᾿ἀρχίσει ἀλλά καί γιά τήν ἀδιάκοπη ζωή μας, πού συνεχίζεται μέ τήν αἰώνια παραθέρισή μας στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, στόν Παράδεισο. ᾿Αμήν!
   
Στέργιος Ν. Σάκκος

Τετάρτη, 16 Ιούλιος 2014 03:00

Ὄχι ψώνια τήν Κυριακή


  kleiston Γιά τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς καί τίς βέβηλες ἐνέργειες γιά τήν καταπάτησή της ἔχουμε ξαναγράψει. Προσθέτουμε τώρα μερικές ἀκόμη σκέψεις.
 Ἡ Κυριακή -ὅπως πολλές φορές τονίσθηκε- εἶναι ἡμέρα ἀφιερωμένη στόν Κύριο· ἡμέρα, κατά τήν ὁποία πανηγυρίζουμε τόν θρίαμβο τῆς Ἀναστάσεως καί δοξάζουμε τόν φιλάνθρωπο Θεό πού μᾶς χάρισε τή δυνατότητα τῆς σωτηρίας μας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀπαριθμεῖ τά «ἀπόρρητα ἀγαθά» πού μᾶς προσπορίζει ἡ ἡμέρα αὐτή ὡς ἑξῆς: «Ἐν ταύτῃ (Κυριακῇ) κατελύθη ὁ θάνατος, ἐσβέσθη ἡ κατάρα, ἁμαρτία ἠφανίσθη, ᾅδου πύλαι συνεκλάσθησαν καὶ δέσμιος ὁ διάβολος γέγονε καὶ ὁ χρόνιος κατελύθη πόλεμος, καὶ καταλλαγαὶ Θεοῦ πρὸς ἀνθρώπους ἐγένοντο... Διὰ τοῦτο καὶ προσήκει αὐτὴν τιμᾶν τιμὴν πνευματικήν» (ΕΠΕ 31,416-418· PG 51,265).
  Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ Μέγας καί ἰσαπόστολος Κωνσταντῖνος μέ διάταγμά του στίς 3 Μαρτίου τοῦ 321, ἐπέβαλε τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς: «Ὅλοι οἱ δικασταί, ὁ λαὸς τῆς πόλεως καὶ αἱ λοιπαὶ ἐργασίαι ὀφείλουν νὰ καταπαύουν κατὰ τὴν ἀξιοσέβαστον ἡμέραν τοῦ Ἡλίου» (C 111,12 2, in Corpus Juris Civilis ν. II, Codex Justinianus, Berlin 1927).
  Δυστυχῶς ὅμως σήμερα ἐν ὀνόματι τάχα τῆς ἀνάκαμψης τῆς οἰκονομίας ἐπιχειρεῖται ἡ ἀποϊεροποίηση τῆς Κυριακῆς, ἐνῶ ταυτόχρονα συντελεῖται ἡ ἀπαξίωση τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου ὡς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ καί ἡ μετατροπή του σέ μηχανή.
  Ἀναμφισβήτητα, ἡ χρεωκοπημένη μας οἰκονομία δέν πρόκειται νά τονωθεῖ μέ τό ἄνοιγμα τῶν καταστημάτων μας τήν Κυριακή. Γιά τήν ὕφεση στήν ἐγχώρια ἀγορά εὐθύνεται ἡ ἔλλειψη ρευστότητας, ὄχι ἡ ἔλλειψη χρόνου γιά ἀγορές. Ἄς μή μᾶς ἐξαπατοῦν μέ τά ἕωλα ἐπιχειρήματά τους. Ἀνύπαρκτη ἔκθεση τοῦ ΟΟΣΑ ἐπικαλέστηκε ὁ ὑπουργός Ἀνάπτυξης, γιά νά ὑποστηρίξει τίς θετικές συνέπειες ἀπό τήν ἀπελευθέρωση τοῦ ὡραρίου λειτουργίας τῶν ἐμπορικῶν καταστημάτων (βλ. «matrix 24»).
  Ἄν πραγματικά ἤθελαν μία ἐπέκταση τοῦ ὡραρίου -ὅπως κάποιοι ἰσχυρίζονται- γιατί δέν τήν ἐπιχείρησαν τά ἀπογεύματα πού τά καταστήματα παραμένουν κλειστά; Τό ἄνοιγμα τῶν καταστημάτων τήν Κυριακή καταδεικνύει τά ἄνομα καί ἀντίθεα σχέδια ἐκείνων πού τό ἐπινόησαν, καθώς καί τίς βρόμικες μεθοδεύσεις τῶν πολυεθνικῶν, τῶν ὑπεραγορῶν καί τῶν ἐμπορικῶν μονοπωλίων. Θά μποροῦσε κάτι ἀνάλογο νά ἐπιχειρηθεῖ στίς μουσουλμανικές χῶρες μέ τήν κατάργηση τῆς Παρασκευῆς ἤ τοῦ Σαββάτου στούς Ἑβραίους;
  Οὔτε βέβαια πρέπει νά ἐφησυχάζουμε μέ τό γεγονός ὅτι τά ἐμπορικά καταστήματα θά ἀνοίγουν μετά τή θεία Λειτουργία. Δέν κάνουμε «παζάρια» μέ τόν Θεό, γιά νά βρεθοῦμε στό παζάρι! Ἡ Κυριακή, «ἡ ἀπαρχή τῶν ἡμερῶν», ἡ «ὁμῆλιξ τοῦ φωτός» καί «τῇ ἀναστάσει τοῦ Κυρίου τετιμημένη» (Μ. Βασιλείου, ΕΠΕ 4,98· PG 29,52) εἶναι ὁλόκληρη ἁγία, ὄχι μόνον οἱ πρῶτες της ὧρες. Εἶναι ἡμέρα τοῦ Κυρίου. Τήν ξεχώρισε ὁ Θεός γιά τόν ἑαυτό του καί τή σφράγισε. Κι ὅ,τι λέει ὁ Θεός δέν ἀμφισβητεῖται, δέν τροποποιεῖται, δέν ἀθετεῖται, δέν τίθεται ὑπό διαπραγμάτευση. Ἐπιπλέον, ἄς μή μᾶς διαφεύγει ὅτι ὅποιος ψωνίζει τήν Κυριακή, αὐτός συναινεῖ στή διάλυση τῆς οἰκογένειας καί στήν περαιτέρω ἐξαθλίωση τῶν ἐργαζομένων.
  Πρόσφατα, ἔκθεση τοῦ ΟΟΣΑ προτείνει λειτουργία τῶν καταστημάτων ὅλες τίς Κυριακές τοῦ χρόνου, παρά τό γεγονός ὅτι πάνω ἀπό τό 90% τοῦ ἐμπορικοῦ κόσμου ἀντιδρᾶ. Ἡ ἐπιχειρούμενη ὁλική κατάργηση τῆς ἀργίας πρέπει νά μᾶς βρεῖ ἕτοιμους νά ἀνατρέψουμε αὐτόν τόν νόμο. Ὄχι μόνον νά μήν ψωνίζουμε τήν Κυριακή, ἀλλά καί νά στηρίξουμε τά καταστήματα πού τή σέβονται. Ἡ κατάργηση τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς δέν ἀποτελεῖ μόνον πρόβλημα τῶν ἐμπόρων. Ξεκινοῦν ἀπό αὐτούς, γιά νά ἐπεκταθοῦν σέ ὅλους μας.
  Πολύ εὔστοχα ἡ ἱερά μονή Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους παρατηρεῖ: «Ἐκεῖνοι πού σήμερα ἐπίεσαν γιά τήν κατάργηση τῆς Κυριακῆς ἀργίας δέν θέλουν τούς χριστιανικούς θεσμούς, ἐπειδή δέν θέλουν τόν Χριστό, ἀλλά τόν ἀντίχριστο, κατά τόν ἀψευδῆ λόγο τοῦ Κυρίου: “ἐγὼ ἐλήλυθα ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ πατρός μου, καὶ οὐ λαμβάνετέ με· ἐὰν ἄλλος ἔλθῃ ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἰδίῳ, ἐκεῖνον λήψεσθε” (Ἰω 5,43)».
  Ὀφείλουμε νά διαφυλάξουμε τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ, ὡς ἀκριβό καί πολυτίμητο θησαυρό. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι κατηγορηματικός γιά τήν τήρηση τῆς ἀργίας τῆς δικῆς του ἡμέρας (βλ. Ἔξ 31,14). Καί ὁ Ἀλεξανδρείας Εὐσέβιος συμβουλεύει: «Μὴ παρέλθῃς τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου, μὴ κλέψῃς τὴν ἡμέραν αὐτοῦ, μὴ ἀποστερήσῃς τοῖς μισθίοις σου τὴν ἀνάπαυσιν, μὴ χωρισθῇς τῆς εὐχῆς, μὴ ἀποστῇς τῆς Ἐκκλησίας» (PG 86A,421Α).
  Στά κελεύσματα τῆς Νέας Τάξης πραγμάτων, ἡ ὁποία καθαιρεῖ ὅ,τι ἱερό καί ὅσιο, καλούμαστε νά προβάλουμε ἀντίσταση, νά γίνουμε ἀντιστασιακοί! Δέν εἶναι, ἐξάλλου, ἡ πρώτη φορά πού ὡς ἔθνος περνᾶμε δυσκολίες. Καί οἱ προηγούμενες γενιές ἔζησαν πολέμους, καταστροφές, στερήσεις· καί ὅμως μπόρεσαν νά ἀναστήσουν ἀπό τά συντρίμμια τήν πατρίδα μας, γιατί εἶχαν θεμελιώσει τή ζωή τους στό θεμέλιο τῆς πίστης, τῆς ὀλιγάρκειας, τῆς ἄσκησης.
  Ἐπιπροσθέτως, δέν εἶναι δυνατό νά λέμε ὅτι τιμοῦμε τόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό -τό 2014 εἶναι ἀφιερωμένο στή μνήμη του, ἐπειδή συμπληρώνονται 300 χρόνια ἀπό τή γέννησή του- κι ἐμεῖς νά ἐξακοντιζόμαστε τήν Κυριακή στά καταστήματα. Δέν χρειάζεται οὔτε προβληματισμός οὔτε δίλημμα. Στό χέρι μας εἶναι νά καταργήσουμε ἐν τοῖς πράγμασι τόν ἐπαίσχυντο αὐτό νόμο. Ἀποτελεῖ πιά ὁμολογία πίστεως ἡ τήρηση τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς.

Εὐδοξία Αὐγουστίνου

Φιλόλογος- Θεολόγος

Σάββατο, 04 Μάιος 2024 03:00

Ἡ ἀμφισβήτηση τῆς Ἀναστάσεως


anastasi  Ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶναι, ὅπως τονίζει σαφέστατα ἡ ἁγία Γραφή, τό θεμέλιο τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἄν ὁ Ἰησοῦς ἀπό τήν Ναζαρέτ ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς, τότε εἶναι ὄντως ὁ ἀληθινός Θεός καί ἡ ἀπαρχή τῆς δικῆς μας ἀνάστασης. Ἄν ὅμως ἡ ἀνάστασή του εἶναι μῦθος καί θρῦλος, τότε ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος εὐθέως, χωρίς περιστροφές, ἡ πίστη μας εἶναι μάταιη, δέν ἔχει ἀντίκρυσμα, εἶναι ἕνα ἐλεεινό ψεῦδος (βλ. Α΄ Κο 15,17-19). Διότι αὐτό εἶναι τό κήρυγμα καί ἡ ἐπαγγελία της: Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἐγγυᾶται καί τήν ἀνάσταση ὅσων ἐλπίζουν καί πιστεύουν σ’ Αὐτόν (βλ. Α΄ Κο 15,20). Δέν πιστεύουμε στόν Χριστό ἐπειδή θέλουμε νά γίνουμε καλύτεροι, νά βελτιώσουμε τήν ἠθική ποιότητα τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτή εἶναι πρωταρχική ἐπιδίωξη καί στόχος ὅλων τῶν ἄλλων φιλοσοφικῶν καί θρησκευτικῶν συστημάτων. Οἱ χριστιανοί πιστεύουμε στόν Χριστό πρό πάντων ἐπειδή ἡ ἀνάστασή του μᾶς βεβαιώνει γιά τήν θεότητά του καί μᾶς λυτρώνει ἀπό τόν πιό φοβερό καί ἀξεπέραστο ἐχθρό μας: τόν θάνατο (βλ. Α΄ Κο 15,25). Γι’ αὐτό ἀκριβῶς βαπτιζόμαστε στό ὄνομά του: «ὑπὲρ τῶν νεκρῶν» (Α΄ Κο 15,29), ἐπειδή δηλαδή θά ἀναστήσει τούς νεκρούς. Κάτι τέτοιο δέν ἔχει ἄλλο ἀντίστοιχό του. Εἶναι ὅ,τι μεγαλύτερο μπορεῖ νά ἐλπίσει καί νά ποθήσει ὁ ἄνθρωπος. Ἡ πιό ζωτική ἀπαίτηση τῆς ὕπαρξής μας.
  Εἶναι ὅμως ἀλήθεια; Εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἱστορικό γεγονός, ὅπως κήρυξαν οἱ μαθητές του καί ὅπως κηρύττει ἡ Ἐκκλησία του συνεχῶς ἐδῶ καί 2.000 χρόνια; Εἶναι. Ἀναμφίβολα. Εἶναι τόσο ἱστορικό γεγονός, ὅσο εἶναι ἐπί παραδείγματι ὁ Πελοποννησιακός πόλεμος ἤ ἡ νικηφόρα ἐκστρατεία τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου στήν Ἀσία. Ὅσο μπορεῖ κανείς νά ἀμφισβητήσει τήν ἱστορικότητα αὐτῶν τῶν δύο γεγονότων, τόσο μπορεῖ νά ἀμφισβητήσει καί τήν ἱστορικότητα τῆς ἀναστάσεως. Ἤ ἀκριβέστερα: Ἀκόμη καί ἄν ὑπῆρχε περίπτωση νά ἀμφισβητηθεῖ ἡ ἀλήθεια τῶν δύο αὐτῶν, δέν θά μποροῦσε νά ἰσχύσει τό ἴδιο καί γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια, οἱ διά μέσου τῶν αἰώνων ἀρνητές τῆς ἀναστάσεως θεωροῦν αὐτή τήν θέση αὐτόχρημα πλάνη καί σκοταδισμό, ὡστόσο ἡ νηφάλια καί ἀπροκατάληπτη κρίση καί ἐξέταση τῶν δεδομένων δείχνει πρός τήν ἀντίθετη ἀκριβῶς κατεύθυνση.
  Στήν πραγματικότητα, οἱ πολλές καί ποικίλες ἐνστάσεις ὅσων ἀπορρίπτουν τήν ἀνάσταση ὡς ἱστορικό γεγονός συνοψίζονται στίς ἑξῆς δύο:
  Ἡ πρώτη ἀφορᾶ στήν σχέση τῆς ἀνάστασης μέ τήν λογική. Οἱ ἀρνητές ὑποστηρίζουν συνήθως ὅτι ἡ ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ συγκρούεται ἐξ ὁρισμοῦ μαζί της, ὅτι εἶναι ἕνας κοινός ἀκραῖος παραλογισμός. Οἱ νεκροί δέν ἐπανέρχονται στήν ζωή, ὑποστηρίζουν, εἶναι χίμαιρα μία τέτοια προσδοκία. Εἶναι μάλιστα ἐνδιαφέρον ὅτι τήν ἔνσταση αὐτή ἀντιμετωπίζει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό 15ο κεφ. τῆς Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς του, ὅπου πραγματεύεται αὐτό ἀκριβῶς τό θέμα: Εἶναι δυνατόν νά ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί; Ἡ ξεκάθαρη καταφατική ἀπάντηση πού δίνει ὁ ἀπόστολος στό συγκεκριμένο ἐρώτημα ἔχει ὄχι μόνο θεολογικά ἀλλά καί φυσικά ἐρείσματα: Ὅταν ὁ σπόρος πέφτει στήν γῆ, δέν βλαστάνει πρίν νά σαπίσει (βλ. Α΄ Κο 15,36)· δέν ἀποτελεῖ αὐτό τό γεγονός σαφῆ ἐμπειρία ἀναστάσεως; Θά μπορούσαμε ἐπίσης, ἰδίως ἐμεῖς σήμερα, νά ἐπισημάνουμε ὅτι ἀφορισμοί τοῦ τύπου «εἶναι παράλογο καί συνεπῶς ἀδύνατο» ἔχουν ξεπεραστεῖ πρό πολλοῦ. Πόσο λογική ἐπί παραδείγματι θά φαινόταν σ’ ἕναν ἐπιστήμονα τοῦ 1910 ἡ θεωρία τῆς «μεγάλης ἔκρηξης» πού ὑποστηρίζει οὐσιαστικά ὅτι τά πάντα προῆλθαν ἀπό τό τί- ποτε; Κι ὅμως αὐτή ἀποτελεῖ τήν τελευταία λέξη τῆς σύγχρονης κοσμολογίας.
  Ἡ δεύτερη ἔνσταση ἀφορᾶ στά τεκμήρια. Ἄν ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τονίζουν οἱ ἀρνητές της, εἶναι ἱστορικό γεγονός, τότε πρέπει νά μπορεῖ νά τεκμηριωθεῖ. Ἀλλά ἀκριβῶς τό σημεῖο αὐτό εἶναι καί τό πιό ἀδύναμο ὅλων τῶν ἐπιχειρημάτων τους. Ὑπάρχουν πολλές καί πολύ ἰσχυρές ἀποδείξεις ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀνέστη. Ἀποδείξεις βεβαίως ἱστορικές, ὄχι ἐμπειρικές ἤ μαθηματικές· ὅπως συμβαίνει καί μέ ὅλα τά ἀρχαῖα ἱστορικά γεγονότα. Ἐπί παραδείγματι ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν συνάφεια πού ἀναφέραμε παραπάνω (βλ. Α΄ Κο 15,5-8), ἀλλά καί οἱ τέσσερις εὐαγγελιστές μνημονεύουν ποικίλες ἐμφανίσεις τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ στούς μαθητές του. Τό γεγονός αὐτό τῶν ἐμφανίσεων τοῦ ἀναστάντος ἦταν τόσο συγκλονιστικά ἀληθινό, ὥστε οἱ μαθητές του νά γίνουν ἀπόστολοί του καί μάλιστα νά ἀγωνισθοῦν γιά τήν διάδοση τοῦ εὐαγγελίου μέχρι αἵματος καί μαρτυρίου. Τό ἐρώτημα πού προκύπτει ἐδῶ εἶναι ἁπλό: Θυσιάζει ποτέ κανείς τήν ζωή του γιά ἕνα ψέμα πού κατασκεύασε ὁ ἴδιος; Διότι ἄν ὁ Χριστός δέν ἀναστήθηκε, τότε τήν ἀπάτη γύρω ἀπό τήν ἀνάστασή του τήν ἔστησαν οἱ μαθητές του. Ἀλλά γιά ποιόν λόγο; Γιά νά κερδίσουν τί; Τόν θάνατο; Εἶναι μάλιστα σημαντικό νά ἀναφερθεῖ ἐδῶ ὅτι τό παράδειγμά τους μιμήθηκαν ἑκατομμύρια ἄνθρωποι στά πρῶτα τριακόσια χρόνια ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, οἱ χριστιανοί μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι φυσικά ἀποτελοῦν καί ἀδιάψευστα τεκμήρια τῆς βιοτῆς καί τῆς θυσίας τῶν διδασκάλων τους.
  Θά μπορούσαμε αὐτό τό θέμα νά τό διαπραγματευθοῦμε σέ ἑκατοντάδες σελίδες μέ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα. Ἀλλά δέν χρειάζεται. Κάτι τέτοιο ἄλλωστε ἔχει γίνει ἤδη πολλές φορές. Ἄν ὅμως ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονός ἀναμφισβήτητο, θά ρωτήσει ἴσως κανείς, εὔλογα, πῶς τόσοι συνάνθρωποί μας τήν ἀπορρίπτουν ὡς μῦθο; Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό; Ἡ ἀπάντηση σ’ αὐτόν τόν προβληματισμό εἶναι πολύπτυχη καί ἐκτεταμένη, ἀλλά ἐδῶ θά ἑστιάσουμε μόνο στό κέντρο της: Ὅσοι ἀρνοῦνται τήν ἱστορικότητα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ συνειδητά εἶναι ἐκεῖνοι πού δέν θέλουν νά ἀποδεχθοῦν τό ὑπέροχο μέν, ἀλλά καί πικρό γιά τήν κακία μας μήνυμά της. Ὅτι δηλαδή ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ἡ ὁποία καταργεῖ τόν θάνατο καί ἐγκαινιάζει μία καινούργια ζωή, πανευφρόσυνη καί ἀτελεύτητη, προσφέρεται ὡς δῶρο σ’ ὅσους ἀποκλειστικά τήν θέλουν· δέν ἐπιβάλλεται, δέν ἐκβιάζει ὁ Θεός τήν σωτηρία μας. Ὅποιος ὅμως ἐπιθυμεῖ ἀληθινά νά συναναστηθεῖ μέ τόν Χριστό ἀπορρίπτει τήν ζωή τῆς ἁμαρτίας καί ἀγωνίζεται πλέον νά ζήσει τήν ζωή τοῦ ἀναστημένου Ἰησοῦ, τήν ζωή τῆς ἁγνότητας (βλ. Α΄ Ἰω 3,3). Εἰδάλλως παραμένει στό σκοτάδι του. Ἀλλά φυσικά -καί ἐδῶ ἔγκειται τό πρόβλημα- ὁ σάπιος καί διεφθαρ- μένος κόσμος δέν εἶναι διατεθειμένος νά ἀποδεχθεῖ μία τέτοια προϋπόθεση. Προτιμᾶ λοιπόν νά στρουθοκαμηλίζει καί νά ἀρνεῖται τό προφανές.

Εὐ. Ἀ. Δάκας

Δρ Θεολογίας - Φιλόλογος

Τετάρτη, 16 Απρίλιος 2014 03:00

Ριζική ἀναθεώρηση

  velosἩ περίοδος τῆς οἰκονομικῆς κρίσης συνεχίζεται μέ ἔνταση. Ἡ καινούργια χρονιά σημαίνει γιά πάρα πολλούς ἐξ ἡμῶν ἕνα ἀκόμη ἔτος δυσβάστακτων προβλημάτων πού δέν περιορίζονται πιά στήν οἰκονομική στενότητα. Αὐτό πού βάλλεται πλέον καίρια μέ τά συνεχῆ ἐξοντωτικά μέτρα καί ἰδίως μέ τήν ὁλοφάνερη ἀδυναμία νά δοθεῖ ἀξιόπιστη διέξοδος στά τρομερά ἀδιέξοδα τοῦ τόπου εἶναι ἡ ἴδια ἡ ψυχή τοῦ λαοῦ μας· τό ἠθικό του. Φαίνεται πλέον ξεκάθαρα ὅτι ἡ διάλυση σάν ἕνα τρομερό τσουνάμι ἀπειλεῖ τά πάντα χωρίς ἐλπίδα ἀνασύνταξης· αὐτή εἶναι δυστυχῶς ἡ πραγματικότητα.
   Ἡ αἰτία αὐτῆς τῆς κατάστασης ἐντοπίζεται ἀπό πολλούς στίς στρεβλώσεις καί στήν ἀνεπάρκεια τοῦ πολιτικοῦ μας συστήματος. Ὡστόσο, αὐτή εἶναι μόνον ἡ ἐπιφάνεια. Οἱ ρίζες τοῦ προβλήματος, πού τό τροφοδοτοῦν καί τό αὐξάνουν καί οἱ ὁποῖες δυστυχῶς μένουν ἀθέατες μέσα στήν ἀχλύ τῆς ψευδώνυμης προόδου πού ἐνέσκηψε, εἶναι ἄλλες: Εἶναι ἡ ἀντίθεη παιδεία, ἡ καλλιέργεια ἑνός ἀντίχριστου φρονήματος ἤδη ἀπό τό νηπιαγωγεῖο ἤ ἀκόμη καί ἀπό τό παιδικό δωμάτιο. Τήν τελευταία τεσσαρακονταετία περίπου τά Ἑλληνόπουλα μαθαίνουν ἀπό τήν κούνια τους, ἀπό τήν ἀξεπέραστη δασκάλα πού λέγεται τηλεόραση, ὅτι ἡ χριστιανική πίστη εἶναι ὀπισθοδρόμηση ἤ στήν καλύτερη περίπτωση ἕνα μέρος τῆς λαϊκῆς μας παράδοσης. Μαθαίνουν ἐπίσης ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρξε ἐχθρός καί τύραννος τοῦ ἔθνους. Διδάσκονται στά σχολεῖα τους ὅτι ἡ ἱστορικότητα τῆς ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἀμφισβητήσιμη· ὅτι μόνον οἱ ἀφελεῖς πιστεύουν στά σημεῖα καί στήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ· ὅτι μπορεῖ κανείς νά σαρκάζει ἐλεύθερα τά ἱερά καί τά ὅσια καί νά ἐπιβραβεύεται γι’ αὐτό· ὅτι ἡ ἠθική τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι παρωχημένη· ὅτι ἡ αἰσχρότητα εἶναι ἐκσυγχρονισμός. Καί μαζί μ’ αὐτά διδάσκονται, ὡς φυσική συνέπεια, ὅτι ἡ τιμιότητα καί ἡ ἐντιμότητα δέν εἶναι ἀξίες· ὅτι ἀξίες εἶναι οἱ «ἀνάγκες» μας -δηλαδή τά πάθη μας-, τά λεφτά καί οἱ νόμοι τῆς ἀγορᾶς. Ὅτι ἡ συνείδηση τοῦ χρέους, τό φιλότιμο καί ἡ θυσία εἶναι μειονεξία· ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά διεκδικεῖ ἀνυποχώρητα τά δικαιώματά του. Ὅτι ἡ προσπάθεια καί ἡ ἐργατικότητα δέν εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιά νά προχωρήσει κανείς στήν ζωή, ἀλλά ὅτι ἰδανική κατάσταση εἶναι νά κερδίζεις ὅσο περισσότερα μπορεῖς μέ τόν λιγότερο δυνατό κόπο ἤ καί χωρίς καθόλου κόπο. Ὅτι ἡ ἀγάπη γιά τήν πατρίδα εἶναι ἐθνικισμός καί ὅτι ἰδανικό εἶναι ὁ διεθνισμός. Καί εἶπα ὅτι ἡ σύνδεση τῆς ὑποτίμησης τῆς χριστιανικῆς πίστης μέ τήν διεφθαρμένη αὐτή νοοτροπία εἶναι φυσική, διότι τό ἀξίωμα τοῦ Ντοστογιέφσκυ, ὅσο καί ἄν πολεμήθηκε καί πολεμεῖται ἀπό τήν νιτσεϊκή ἀφρόκρεμα τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς διανόησης, ἰσχύει πάντοτε: «Χωρίς Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται».
   Ναί, ἔτσι εἶναι. Χωρίς Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται. Διότι ὅταν ἀρνεῖσαι τόν Θεό, ἀπορρίπτεις τό ἀγαθό καί οἰκειώνεσαι ἀναπότρεπτα τό κακό, καθώς τό κενό δέν εἶναι ἀνεκτό οὔτε στήν φυσική οὔτε στήν πνευματική ζωή. Ποῦ, ἐξάλλου, νά στηρίξεις μία ἔντιμη καί ἀγωνιστική ζωή, χωρίς μειωτικούς συμβιβασμούς καί ἐκπτώσεις; Γιατί νά προσπαθεῖς νά εἶσαι εὐεργετικός, εἰλικρινής καί ἀλληλέγγυος μέ τόν ἄλλο; Γιατί νά μήν ἐνδιαφέρεσαι μόνο γιά τό συμφέρον σου; Γιατί νά μήν ἀδικεῖς, νά μήν κλέβεις, νά μήν πατᾶς ἐπί πτωμάτων ὅταν αὐτό σέ ἐξυπηρετεῖ; Ποιός θά σ’ ἐμποδίσει; Ποιά δύναμη μπορεῖ νά ἀναστείλει τήν ἀνθρώπινη ἐμπάθεια;
   Ὁ Διαφωτισμός ὑποσχέθηκε ὅτι μόνη της ἡ ἀνθρώπινη λογική χωρίς τόν Θεό (ὁ λεγόμενος «ὀρθός λόγος») θά ἔλυνε ὅλα τά προβλήματά μας, ἀλλ’ ἰδού ὅτι αὐτή ἡ νοοτροπία νομιμοποιεῖ στήν ἐποχή μας, μέ τρομακτικές συνέπειες, τίς πιό ἀποκρουστικές διαστροφές. Κάποτε ἐπί παραδείγματι φρικιούσαμε καί μόνο στήν σκέψη ὅτι θά ἀποποινικοποιοῦνταν οἱ ἐκτρώσεις. Κι ὅμως, αὐτός ὁ ἐφιάλτης εἶναι πραγματικότητα καί στήν χώρα μας πλέον. Καί ὁ τόπος μας, ὁ αἱματοβαμμένος ἀπό τίς θυσίες τῶν μαρτύρων καί τῶν ἡρώων του, ποτίζεται σήμερα ἀπό τά αἵματα χιλιάδων ἀθώων νηπίων, πού σφαγιάζονται νομίμως(!) στό ὄνομα τῶν δικαιωμάτων τῆς γυναίκας(!). Καί ὁσονούπω -γιατί ὄχι;- θά ἀρχίσει νά συζητεῖ- ται ἐνδεχομένως καί ἡ ἀναγνώριση «τοῦ δικαιώματος στήν παιδοφιλία»(!), ὅπως γίνεται πλέον σέ ἄλλα εὐρωπαϊκά κράτη.
   Εἶναι κατεπείγουσα ἀνάγκη νά κατανοήσουμε ὅλοι ὅτι μέσα σ’ αὐτόν τόν ὀρυμαγδό τῶν ἐρειπίων ἡ μόνη δύναμη ἀνάσχεσης καί ἐξουδετέρωσης τοῦ κακοῦ εἶναι ἡ ἐπιστροφή στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Δέν ὑπάρχει ἄλλη. Μόνον ἡ πίστη μπορεῖ νά ἐμπνεύσει ἐλπίδα ζωντανή καί νά προκαλέσει ἔκρηξη δημιουργικότητας. Καί μόνον ὁ Χριστός, ἡ Ἀλήθεια, μπορεῖ νά ἐμφυσήσει στίς καρδιές μας τό πάθος καί τόν πόθο γιά τήν ἀλήθεια, πού τόσο κακοποιεῖται στίς ἡμέρες μας. Καί δέν ἀποτελεῖ αὐτό ἰδεολόγημα ἤ εὔκολο κήρυγμα. Εἶναι ἡ ἐμπειρία καί ἡ μαρτυρία τῶν ἁγίων, χιλιάδων, ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων. Ὅπως εἶναι καί ἡ κατάθεση αὐτῆς τῆς ἴδιας τῆς ἱστορίας. Διότι ὅ,τι ἀξιόλογο κατόρθωσε ὁ ἄνθρωπος μέσα στόν χρόνο, ὅ,τι τόν ὁδήγησε ἀπό τήν περιοχή τῆς βαρβαρότητας στό φῶς τῆς ἀξιοπρέπειας θά ἦταν ἀδύνατο νά ὑπάρξει ἤ νά ὁλοκληρωθεῖ χωρίς τό θεμέλιο τοῦ Εὐαγγελίου.
   Εἶπα στήν ἀρχή ὅτι, ὅπως φαίνεται, κάθε ἐλπίδα γιά ἀνασύνταξη τῆς πατρίδας μας ἔχει χαθεῖ. Ὡστόσο, δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δείχνει τόν δρόμο γιά τήν μεγάλη ὑπέρβαση πού ὁδηγεῖ ἐγγυημένα στήν λύτρωση, τήν μετάνοια.
   Εἶναι καιρός τόσο ὡς λαός ὅσο καί ὡς πρόσωπα νά ἐπιστρέψουμε. Νά συνδεθοῦμε καί πάλι μέ τόν Κύριο Ἰησοῦ ἤ καλύτερα νά συνδεθοῦμε τούτη τήν φορά ἀληθινά μαζί του. Νά ἀναθεωρήσουμε τό παρελθόν ριζικά. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή εἶναι σωστό αὐτό πού λέχθηκε: Ἡ κρίση δέν ἀποτελεῖ γιά τόν τόπο μας τήν μεγάλη ἀπειλή ἀλλά τήν μεγάλη, τήν μοναδική εὐκαιρία του. Ἀρκεῖ, ἀσφαλῶς, νά τήν ἀξιοποιήσουμε.

Εὐάγγελος Ἀ. Δάκας
Παρασκευή, 16 Μάιος 2014 03:00

Νυμφίος καί Νύμφη

nymfiosἩ Μεγάλη Τεσσαρακοστή ἀνοίγει τόν μήνα αὐτό τίς πύλες της καί μᾶς καλεῖ νά εἰσέλθουμε στό ἱερό της στάδιο· «τὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται· οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε». Τό ἀγώνισμα καί τό ἔπαθλό της μοναδικά, ἀσύγκριτα: Ἡ ἔμπονη αὐτή πορεία τῶν σαράντα ἡμερῶν ἀποβλέπει στήν κατάλληλη ἐσωτερική προετοιμασία τῶν πιστῶν ὥστε νά μετάσχουν στό πάθος τοῦ Κυρίου, γιά νά γίνουν καί κοινωνοί τῆς ἀναστάσεώς του καί τῆς δόξας του.
 Ἡ σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ κατά τήν ἁγία Γραφή τήν ἐπισφράγιση καί ὑπογραφή τῆς καινούργιας συμφωνίας πού κλείνει ὁ Θεός μέ τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος παραδίδοντας στούς μαθητές του τό μυστήριο τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματός του κατά τήν νύχτα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου εἶπε ὅτι τό αἷμα του εἶναι «τὸ τῆς καινῆς διαθήκης» (Μθ 26,28). Ἐννοοῦσε ὅτι, ὅπως ἡ παλαιά διαθήκη, ἡ παλιά συμφωνία μεταξύ Γιαχβέ καί Ἰσραήλ, σφραγίσθηκε ἀπό τόν Μωυσῆ μέ τό αἷμα τῶν ζώων πού θυσίασε γι’ αὐτό τόν σκοπό (βλ. Ἔξ 24,4-8), ἔτσι καί ἡ καινή, ἡ καινούργια, σφραγίζεται μέ τό αἷμα «τοῦ ἀμνοῦ τοῦ Θεοῦ» (Ἰω 1,29). Καί βέβαια, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή του, ὅσο ἀνώτερο εἶναι τό αἷμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό τό αἷμα τῶν μόσχων καί τῶν τράγων, τόσο ἀνώτερη εἶναι καί ἡ καινή διαθήκη ἀπό τήν παλαιά (βλ. Ἑβ κεφ. 9-10).
 Ὡστόσο, ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου δέν ἀποτελεῖ μόνο σφραγίδα ἐπικύρωσης, ἀλλά καί τήν ἀδιάσειστη ἀπόδειξη τῆς ἄπειρης ἀγάπης του. Ὁ ἅγιος Θεός πεθαίνει γιά νά ζήσουμε ἐμεῖς, οἱ ἀσεβεῖς καί ἀρνητές. Ὑπάρχει ἄλλη ἀγάπη ὅμοια ἤ ἔστω συγκρίσιμη μ’ αὐτήν; Καί δέν συγκλονίζει τό γεγονός μόνον ὅτι ὁ Δίκαιος θυ- σιάζεται γιά τούς ἀδίκους, ἀλλά καί τό ὅτι ὁ τέλειος καί παντοδύναμος καί μόνος ἀθάνατος Κύριος προσφέρει τό αἷμα του σπονδή γιά τό κτιστό, ἀδύναμο καί ἐφήμερο πλάσμα του. Καί ἀκόμη περισσότερο: Μέ τόν τρόπο αὐτό, ὅπως καί πάλι τονίζει ἡ Γραφή, ὁ Θεός δέν προσκαλεῖ τόν ἄνθρωπο στήν συνομολόγηση ἁπλῶς μιᾶς συμφωνίας, ἀλλά ἑνός γαμήλιου συμβολαίου· θέλει δηλαδή νά ἑνωθεῖ μαζί του ὄχι ἐξωτερικά, ἀλλά τόσο στενά καί οὐσιωδῶς, ὅσο ὁ γαμπρός μέ τήν νύφη.
 Αὐτή ἡ ἐπιθυμία του ἐκφράζεται ἤδη στήν Παλαιά Διαθήκη. Ὁ Ἰσραήλ, πού εἰκονίζει προφητικά τήν Ἐκκλησία, τόν ἀληθινό λαό τοῦ Θεοῦ, θεωρεῖται ὡς ἡ νύμ- φη τοῦ Γιαχβέ καί κάθε ἐκτροπή του στήν εἰδωλολατρία τιμωρεῖται ἀπό τόν Κύριο ὡς μοιχεία· «ὅτι ἰδοὺ οἱ μακρύνοντες ἑαυτοὺς ἀπὸ σοῦ ἀπολοῦνται, ἐξωλόθρευσας πάντα τὸν πορνεύοντα ἀπὸ σοῦ» (Ψα 72, 27).
 Στήν συνέχεια, στήν Καινή Διαθήκη πραγματοποιεῖται ὅ,τι προαναγγέλθηκε. Ἡ σκιά τῆς Παλαιᾶς παραχωρεῖ τήν θέση της στήν ἀλήθεια. Μιά ἀλήθεια, ὡστόσο, ἐντελῶς ἀπροσδόκητη καί ἀνατρεπτική. Διότι ἄν στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ ἕνωση νυμφίου-Γιαχβέ καί νύμφης-Ἰσραήλ εἶχε συμβολικό χαρακτήρα καί περιοριζόταν σέ εἰκόνες καί τύπους, στήν Καινή Διαθήκη ἔχει διάσταση ἱστορική, εἶναι ἐμπειρία. Ὁ Χριστός Ἰησοῦς, ὁ Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος, νυμφεύεται τήν Ἐκκλησία. Δέν ἀξίζαμε αὐτή τήν τιμή. Ὑποταχθήκαμε στό κέλευσμα τοῦ σατανᾶ καί στήν ἁμαρτία καί, ἀφοῦ ἀρνηθήκαμε τόν ζωοδότη Κύριο, ἔπρεπε νά ἀφανισθοῦμε ὡς γενιά ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς. Ὅμως δέν ἔγινε ἔτσι. Ὁ Θεός πού εἶναι ἀγάπη ἔρριξε τό στοργικό του βλέμμα πάνω στήν ἀλλοτριωμένη ἀνθρωπότητα, τήν ἀνέσυρε ἀπό τόν βυθό τῆς πτώσης της καί τῆς πρότεινε νά γίνει ἡ ἔνδοξη σύζυγός του. Ἀλλά πόσο διαφορετικός εἶναι αὐτός ὁ γάμος σέ σχέση μέ τό παλαιό ἐκεῖνο σύμβολο τοῦ Ἰσραήλ! Αὐτή τήν φορά ὁ Κύριος δέν ἑνώ- νεται μέ τήν ἀνθρωπότητα συμβολικά, ὅπως τότε, ἀλλά ἀληθινά, φύση μέ φύση, ὕπαρξη μέ ὕπαρξη! Χαρίζει στόν ἄνθρωπο τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του, δέν θεσμοθετεῖ ἁπλῶς νέους νόμους καί κανόνες, ὅπως στό Σινά. Διότι κάθε φορά πού ἐπαναλαμβάνεται μυστικά ἡ θυσία του καί κοινωνοῦμε τό σῶμα του καί τό αἷμα του, γινόμαστε μαζί του πραγματικά «σύσσωμοι» καὶ «σύναιμοι», «ἕν πνεῦμα» (Α΄ Κο 6,17), ἐγκεντριζόμαστε στήν ὕπαρξή του. Καί ἔτσι -καί μόνον ἔτσι-, οἱ κατάκριτοι καί ἀπολω- λότες ἀναδεικνυόμαστε κληρονόμοι τῆς βασιλείας του.
 Αὐτή εἶναι ἡ σωτηρία πού προσφέρει ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ: ἡ θεία συζυγία. Τίποτε περισσότερο καί τίποτε λιγότερο. Ὡστόσο, πόσο ἕτοιμοι εἴμαστε νά τήν δεχθοῦμε; Ἡ νύμφη Ἐκκλησία ἐκτείνεται στόν κόσμο ἀλλά καί στήν ὕπαρξη τοῦ κάθε πιστοῦ. Ἄραγε ἡ ψυχή μας «ἡτοίμασεν ἑαυτήν» (Ἀπ 19,7) γιά τόν οὐράνιο γάμο της; Εἴμαστε νηφάλιοι καί ξεμέθυστοι ἀπό τίς κοσμικές ἐπιθυμίες καί ἡδονές ἤ ἔχουμε αὐτοπαγιδευθεῖ στά δεσμά τους; Προσοχή! Νά μήν περιφρονήσουμε ἕνα τέτοιο ἀνεκτίμητο δῶρο! Δέν θά ἔχουμε ἄλλη εὐκαιρία, «οὐκέτι περὶ ἁμαρτιῶν ἀπολείπεται θυσία» (Ἑβ 10,26).
 Ἄς προσπαθήσουμε μέ τήν χάρη τοῦ Κυρίου, ἰδιαίτερα ἡ φετινή Μεγάλη Τεσσαρακοστή νά καλλιεργήσει μέσα μας αὐτή τήν ἱερή καί εὐλογημένη συνείδηση.

Εὐ. Ἀ. Δάκας

Παρασκευή, 16 Μάιος 2014 03:00

Ἀγάπη ἤ πίστη;

xristosΣυμπληρώθηκαν φέτος 50 χρόνια ἀπό τήν ἱστορική συνάντηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχη Ἀθηναγόρα μέ τόν πάπα Παῦλο Στ΄ στά Ἰεροσόλυμα (5/1/1964), ἡ ὁποία ὁδήγησε λίγο ἀργότερα στήν ἀμοιβαία ἄρση τῶν ἀναθεμάτων καί στήν ἔναρξη τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τοῦ Βατικανοῦ. Ἡ ἐπέτειος αὐτή θά τιμηθεῖ αὐτόν τόν μήνα μέ τήν συνάντηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχη Βαρθολομαίου μέ τόν πάπα Φραγκίσκο στά Ἰεροσόλυμα.
 Τό ἐρώτημα πού προκύπτει εἶναι ἁπλό μέν ἀλλά καί ἐξαιρετικά καίριο καί οὐσιῶδες: Οἱ ἀδελφικές σχέσεις μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν, οἱ ὁποῖες μετά τό 1964 ἐντάθηκαν δραματικά καί χαρακτηρίζονται ἐκτός τῶν ἄλλων ἀπό κοινές λατρευτικές ἐκδηλώσεις, ὠφέλησαν ἤ τελικά ἔβλαψαν τήν ὑπόθεση τῆς Ἐκκλησίας;
 Λέχθηκε πιό πάνω ὅτι ἡ συνάντηση Ἀθηναγόρα Παύλου Στ΄ ὑπῆρξε ἱστορική, καί ὄντως ἦταν τέτοια· ὄχι μόνο διότι ἀποτέλεσε τήν πρώτη διά ζώσης ἐπικοινωνία μεταξύ ἑνός Οἰκουμενικοῦ πατριάρχη καί ἑνός πάπα μετά τήν ἀπόσχιση τῆς Δύσεως ἀπό τήν Ἐκκλησία τό 1054, ἀλλά καί διότι εἰσήγαγε στήν ὀρθόδοξη θεολογία μία νέα ἀντίληψη, πού ἀφορᾶ οὐσιαστικά στήν ἴδια τήν φύση τῆς Ἐκκλησίας: Ὅτι ἡ ἀγάπη προέχει τῆς πίστεως.
 Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «σῶμα Χριστοῦ» (Α΄ Κο 12,27). Εἶναι ὁ ἀναστημένος Χριστός, ὁ ὁποῖος μετά τήν ἀνάληψή του συνεχίζει νά εἶναι παρών στόν κόσμο μας «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» (Μρ 16,12). Ὅπως δηλαδή μετά τήν ἀνάστασή του ἐμφανιζόταν στούς μαθητές του ἐπί σαράντα ἡμέρες, πολλές φορές μέ μορφή διαφορετική ἀπό αὐτή πού εἶχαν συνηθίσει, ἔτσι καί σήμερα καί μέχρι τήν συντέλεια τῶν αἰώνων συστήνεται καί θά συστήνεται στήν ἀνθρωπότητα μέ τήν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας του. Καί ἀκριβῶς γι’ αὐτό ἐμφανιζόταν μετά τήν ἀνάστασή του μέ διαφορετική ὄψη: Διότι ἔπρεπε οἱ μαθητές του νά ἐξοικειωθοῦν μέ αὐτή τήν νέα κατάσταση πού σέ λίγο θά ἀντιμετώπιζαν.
 Ταυτότητα καί συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ πίστη. Αὐτό σημαίνει ὅτι στήν περίοδο τῆς Καινῆς Διαθήκης «γνωρίζω τόν Χριστό» σημαίνει «πιστεύω στόν Χριστό». Γι’ αὐτό καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει ὅτι στόν κόσμο αὐτό ὁ Χριστιανός ἀντικρύζει τόν Κύριο Ἰησοῦ ὄχι «διὰ εἴδους (=μορφῆς)», ὅπως θά ἀποκαλυφθεῖ κατά τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας του Παρουσίας, ἀλλά «διὰ πίστεως» (Β΄ Κο 5,7). Ἐπισημαίνει ἀκόμη ὁ ἀπόστολος ὅτι ὁ Χριστός κατοικεῖ στίς καρδιές μας «διὰ πίστεως» (Ἐφ 3, 17), ἐνῶ εἶναι πολύ χαρακτηριστικό ὅτι τόσο ὁ Παῦλος ὅσο καί ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος ὀνομάζουν τήν Ἐκκλησία καί «πίστιν» (Γα 1,23· Φι 1,25· Ἰα 5,15). Καί ὅπως ὁ Κύριος εἶναι ἕνας, καί ἡ Ἐκκλησία του καί ἡ πίστη στό ὄνομά του εἶναι μία· «Εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα» (Ἐφ 4,5). Καί ὅποιος «μεταστρέφει», ἀλλοιώνει αὐτή τήν μία πίστη, «τὴν ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις» (Ἰδ, 3), ὅποιος κηρύττει «ἕτερον εὐαγγέλιον», ἀκόμη καί ἄν εἶναι ἕνας Παῦλος ἤ ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό «ἀνάθεμα ἔστω» (βλ. Γα 1,69).
 Ὁ Παπισμός εἶναι διαστροφή τῆς πίστεως. Ἀπό τήν στιγμή πού ἄρχισε νά λατρεύει ἕναν τριαδικό Θεό στόν ὁποῖο τό ἅγιο Πνεῦμα δέν ἐκπορεύεται μόνον ἀπό τόν Πατέρα, ὅπως δίδαξε ὁ Κύριος (Ἰω 15,26), ἀλλά καί ἀπό τόν Υἱό, ἐξέπεσε στήν πλάνη καί στήν εἰδωλολατρία. Ἀρνήθηκε τήν ἀποκάλυψη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί θεοποίησε ἕνα διανοητικό κατασκεύασμα, κομμένο καί ραμμένο μάλιστα στά μέτρα πολιτικῶν ἐπιδιώξεων. Καί ὄχι μόνον αὐτό. Ὁ Χριστός τοῦ Παπισμοῦ, ὅπως πολύ σοφά ἐπεσήμανε ὁ Ντοστογιέφσκυ, εἶναι ὑποταγμένος στόν Διάβολο. Ἔχει ὑποκύψει στόν τρίτο σατανικό πειρασμό τῆς ἐγκόσμιας ἐξουσίας καί δύναμης (βλ. Μθ 4,810). Διαθέτει κράτος καί διπλωματία καί τράπεζες στό ὄνομα Ἐκείνου πού τά ἀρνήθηκε ὅλα αὐτά καί δήλωσε ξεκάθαρα ὅτι «ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰω 18,36). Μέ ἄλλα λόγια τό Βατικανό δέν κηρύττει τίποτε περισσότερο καί τίποτε λιγότερο ἀπό τόν Ἀντίχριστο· καί αὐτή τήν καταγγελία δέν τήν στοιχειοθετεῖ μόνον ὁ κορυφαῖος ρῶσος λογοτέχνης ἤ κάποια «φανατική» ἀντιπαπική γραφίδα, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ ἱστορία ἐδῶ καί αἰῶνες.
 Οἱ ὑποστηρικτές τῶν ἀδελφικῶν σχέσεων μέ τόν Παπισμό, ὅπως τίς περιγράψαμε παραπάνω, θεωροῦν δευτερεύοντα τά ζητήματα αὐτά, τῆς πίστεως· εἰδάλλως δέν εἶναι κατανοητές οἱ συμπροσευχές καί γενικά οἱ κοινές λατρευτικές ἐκδηλώσεις Ὀρθοδόξων μέ ἀνθρώπους πού πιστεύουν σ’ ἕναν ἄλλο Θεό. Πέρα ἀπό τίς ρητές σχετικές ἀπαγορεύσεις τῶν ἱερῶν κανόνων πού θά μποροῦσε νά ἐπικαλεσθεῖ κάποιος, ἡ λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ πρέπει νά τελεῖται «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» (Ἰω 4,24)· ἡ προϋπόθεση αὐτή εἶναι δεδομένη καί ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ. Στήν ἀντίθετη περίπτωση, ἄν δηλαδή νοθευθεῖ ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεως, τό ἀποτέλεσμα εἶναι μία ἀλλόκοτη καί βέβηλη συνύπαρξη «ναοῦ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων» (Β΄ Κο 6,16).
 Ἀσφαλῶς κανείς δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀντίθετος μ’ ἕναν ἔντιμο καί σοβαρό διάλογο μέ τούς Παπικούς ἢ καί μέ ὁποιουσδήποτε ἄλλους αἱρετικούς. Ὁ Κύριος διαλέχθηκε γιά ζητήματα πίστεως ἀκόμη καί μέ Σαδδουκαίους καί Σαμαρεῖτες. Τό πρόβλημα δέν εἶναι αὐτό. Τό πρόβλημα, ὅταν προσερχόμαστε στόν διάλογο, εἶναι ἡ συνείδηση πού ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι. Στοχεύουμε νά δώσουμε μαρτυρία «περὶ τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Α΄ Πέ 3,15), γιά τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως; Ἤ μήπως θυσιάζουμε αὐτή τήν ἀλήθεια στόν βωμό τῆς δῆθεν ἀδελφικῆς ἀγάπης; Διότι ἡ ἀγάπη πού δέν «συγχαίρει τῇ ἀληθείᾳ» (Α΄ Κο 13,6), εἶναι δῆθεν ἀγάπη· εἶναι κυριολεκτικά ἀπάτη.
 Ἄν ὡστόσο ἡ ἀπάτη εἶναι γενικά καταστροφική, οἱ ὀλέθριες συνέπειές της στά ζητήματα τῆς πίστεως ἔχουν αἰώνια διάσταση: Προσβάλλουν τήν σωτηρία τόσο τήν δική μας, ὅσο καί τῶν αἱρετικῶν, τούς ὁποίους ἐγκαταλείπουμε στήν πλάνη τους ἀπό... ἀγάπη. «Ἱκανόν ἐστιν» ὅμως. Εἶναι ἐπιτέλους καιρός νά ἐξετάσουμε αὐτή τήν ἐξαιρετικά σοβαρή ὑπόθεση μέ ἀποκλειστικό γνώμονα τήν εὐαγγελική ἀλήθεια καί ὄχι ἐκκοσμικευμένες καί ἐπικίνδυνες νοοτροπίες.
Εὐ. Ἀ. Δάκας

Τετάρτη, 16 Ιούλιος 2014 03:00

Ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς

 dio kambanes Ἡ Κυριακή εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας πού ἀφιερώθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἤδη ἀπό τήν ἀρχή, στήν λατρεία τοῦ Κυρίου. Γι’ αὐτό καί φέρει αὐτό τό ὄνομα: Κυριακή· ἡμέρα Κυρίου. Βέβαια, ὅλος ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας πρέπει νά εἶναι ἀφιερωμένος στόν Κύριο. Ὄχι μόνον ἐπειδή εἶναι ἀποκλειστικά δῶρο δικό του, ἀλλά καί ἐπειδή, ἐφόσον τόν ἀναγνωρίζουμε ὡς κύριό μας καί ὑποτασσόμαστε σ’ Αὐτόν ὡς δοῦλοι, δέν μᾶς ἀνήκει τίποτε. Ὅλα, καί ὁ ἴδιος μας ὁ ἑαυτός ἀκόμη, εἶναι περιουσία Ἐκείνου πού μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τήν δουλεία τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου μέ τίμημα τό αἷμα του∙ τό αἷμα τοῦ Θεοῦ. «Ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς» (Α΄ Κο 6, 20), τονίζει μέ δέος ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
 Ἄφατη ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ! Ἔκφραση τῆς ἀσύλληπτης ἀγάπης του. Ὡστόσο, ἐπειδή στόν κόσμο αὐτό δεσμευόμαστε ἀναπόδραστα ἀπό τήν ροή τῶν καιρῶν καί τῆς ἱστορίας, προσεγγίζουμε τά χαρίσματά Του «δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι» (Α΄ Κο 13,12), δηλαδή ὄχι ὅπως εἶναι, ἀλλ’ ὅπως μᾶς ἐπιτρέπουν οἱ περιορισμένες δυνατότητές μας. Γι’ αὐτό καί ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό σύμβολα. Ὁ ὅρος «σύμβολο» στήν γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας, καί ἰδίως τῆς λατρείας της, δέν σημαίνει τήν σχηματοποίηση, τήν εἰκόνα μιᾶς ἰδέας, ἀλλά τήν αἰσθητή ἀποκάλυψη μιᾶς μεταφυσικῆς πραγματικότητας. Ἡ εἰκόνα φερ’ εἰπεῖν τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνας τύπος πού μᾶς θυμίζει τόν Χριστό, πού σχηματοποιεῖ ἁπλῶς τήν ἀνάμνησή του, ἀλλά ἕνα παράθυρο γιά νά διακρίνουμε τήν παρουσία του∙ ὅτι εἶναι ἐδῶ, παρών. Γι’ αὐτό καί ὅταν τήν προσκυνοῦμε, «ἡ τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει». Ἐπίσης ἡ ἑορτή, ἐπί παραδείγματι, τῶν Χριστουγέννων εἶναι ἕνα σύμβολο πού μᾶς ἀποκαλύπτει τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ καί μᾶς καλεῖ μέσῳ τῆς λατρείας νά μετάσχουμε σ’ αὐτό «ἐδῶ καί τώρα». Γι’ αὐτό καί ψάλλουμε: «Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου...». Τόν βλέπουμε, δηλαδή, νά γεννιέται ὡς ἄνθρωπος σήμερα, ὄχι κάποτε∙ τό θαῦμα πού λέγεται «ὀρθόδοξη λατρεία», σπάει τά δεσμά τοῦ χωροχρόνου καί ταυτίζει τό «τότε» μέ τό «τώρα».
  Ἀπό τά πρῶτα, λοιπόν, καί κορυφαῖα σύμβολα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι καί ἡ Κυριακή. Ἐπειδή ὁ Ἰησοῦς ἀναστήθηκε τότε, τό πρωί «τῆς μιᾶς σαββάτων» (βλ. Μθ 28,1), ἡ ἡμέρα αὐτή κατέστη ἀπό τήν ἀποστολική ἤδη ἐποχή τό πάσχα τῶν χριστιανῶν. Ἕνα πάσχα πού δέν γιορτάζεται μόνον ἐτησίως ἀλλά καί ἑβδομαδιαίως, ἐπειδή ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ κορύφωση καί ἡ συνισταμένη ὅλων τῶν δωρεῶν καί τῶν εὐλογιῶν τοῦ Θεοῦ, καί ὁ ἄξονας τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἡ Κυριακή δέν μᾶς θυμίζει ἁπλῶς τήν Ἀνάσταση∙ μᾶς τήν ἀποκαλύπτει νά τήν δοῦμε καί νά τήν ἀπολαύσουμε ὄχι σάν μία ὑπόθεση τοῦ παρελθόντος, ἀλλά ὡς ζωντανό καί ἀπόλυτα ἀληθινό παρόν. Διότι ὅποιος μετέχει στήν Κυριακή, ὅποιος ἀναπνέει στήν ἀτμόσφαιρα τῆς λατρείας της «μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης» ζῆ τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ὁ Κύριος θριαμβεύει ἀναστημένος στήν ὕπαρξή του.
 Γι’ αὐτό καί ἡ Κυριακή λογίζεται ἀνέκαθεν ἀπό τούς χριστιανούς ὡς ἡμέρα ἀργίας. Στόν μωσαϊκό νόμο ὁ Θεός εἶχε ὁρίσει ὡς ἡμέρα ἀργίας καί λατρείας τό Σάββατο: «Ἕξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἔξ 20,9-10). Ἀλλά, βέβαια, ἐκείνη ἡ ἀργία ἦταν μόνο σκιά καί τύπος (βλ. Ἑβ 10,1). Ἔδειχνε μυστικά στό μέλλον, στόν «δεκτὸν ἐνιαυτόν» τοῦ Χριστοῦ (βλ. Λκ 4,19), στήν Κυριακή. Ἄλλωστε καί ὅλη ἡ Παλαιά Διαθήκη στήν Κυριακή δείχνει, στήν Ἀνάσταση, στήν νίκη «τοῦ σπέρματος τῆς γυναικός» ἐπί τοῦ ἀρχαίου ὄφεως (βλ. Γέ 3,15). «Δέν σαββατίζουμε πλέον», γράφει ἐμπνευσμένα ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, «ἀλλά εἴμαστε ἄνθρωποι τῆς Κυριακῆς, τῆς ἡμέρας κατά τήν ὁποία ὁ Κύριος ἀνέτειλε γιά μᾶς τήν ζωή... καί τόν ὁποῖο Κύριο προσδοκοῦσαν ὡς διδάσκαλο καί οἱ προφῆτες» (Μαγνησ. 9).
 Τήν μοναδική θέση πού κατέχει ἡ Κυριακή στήν ὀρθόδοξη συνείδηση ἐκφράζει εὐστοχότερα ὁ μέγας ἀπόστολος τοῦ γένους μας στά χρόνια τῆς ὀθωμανικῆς σκλαβιᾶς ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ὁ αὐθεντικός λόγος του εἶναι ὁδηγητικός καί γιά τήν γενιά μας: «Πρέπει καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, νά χαιρώμεθα πάντοτε, μά περισσότερον τήν Κυριακήν, ὁπού εἶναι ἡ ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ μας... Πρέπει καί ἡμεῖς νά ἐργαζώμεθα τάς ἕξ ἡμέρας διά ταῦτα τά μάταια, γήινα καί ψεύτικα πράγματα, καί τήν Κυριακήν νά πηγαίνωμεν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί νά στοχαζώμεθα τάς ἁμαρτίας μας, τόν θάνατον, τήν κόλασιν, τόν παράδεισον, τήν ψυχήν μας ὁπού εἶναι τιμιωτέρα ἀπό ὅλον τόν κόσμον, καί ὄχι νά πολυτρώγωμεν, νά πολυπίνωμεν καί νά κάμνωμεν ἁμαρτίας∙ οὔτε νά ἐργαζώμεθα καί νά πραγματευώμεθα τήν Κυριακήν... Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε, χριστιανοί μου; Τήν φυλάγετε τήν Κυριακήν; Ἄν εἶσθε χριστιανοί, νά τήν φυλάγετε... Καί ἄν τύχῃ ἀνάγκη καί θέλῃς νά πωλήσῃς πράγματα φαγώσιμα τήν Κυριακήν, ἐκεῖνο τό κέρδος μή τό σμίγεις εἰς τήν σακκούλα σου, διότι τήν μαγαρίζει· ἀλλά δῶσε τα ἐλεημοσύνην, διά νά σᾶς φυλάγῃ ὁ Θεός» (Διδαχή Δ΄).
 Δέν θά ἐπιμείνω στά ἄλλα παρά μόνο στό ἐρώτημα: «Τήν φυλάγετε τήν Κυριακήν;». Καί θά παραλείψω κάθε ἄλλο σχόλιο γιά νά ὑπογραμμίσω τά ἑξῆς: Πρόσφατα τό Ἑλληνικό Κοινοβούλιο, τό ὁποῖο ὁρκίζεται «εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος», ἀποφάσισε οὐσιαστικά τήν κατάργηση τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς. Ἡ ἀργία τῆς Κυριακῆς ὡς κρατικός θεσμός ἕλκει τήν καταγωγή της ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Θεσπίσθηκε ἀπό σεβασμό πρός τήν χριστιανική πίστη, πάνω στήν ὁποία σάν σέ θεμέλιο οἰκοδομήθηκε ἡ νέα αὐτοκρατορία τῶν Ρωμαίων. Ἔκτοτε παρῆλθαν δεκαεπτά περίπου αἰῶνες, ὡστόσο ἡ ἀργία αὐτή παραμένει μέχρι τώρα ὡς ἕνα ἀπό τά βασικά χαρακτηριστικά τῆς ἑλληνορθόδοξης ταυτότητας. Κι ὅμως· ἡ Βουλή τῶν Ἑλλήνων ἐν ἔτει 2013 δέν δίστασε νά ἀνατρέψει τόν σχετικό νόμο. Τό κύριο ἐπιχείρημα πού προβλήθηκε γι’ αὐτή τήν αἰφνιδιαστική κίνηση εἶναι ἡ ἀντιμετώπιση τῆς οἰκονομικῆς κρίσης. Ἀλλ’ ὦ ἀγαθοί! Τόση ὑποκρισία; Τό πρόβλημα δέν ἔγκειται ἀσφαλῶς στό ὅτι ἡ ἀγορά εἶναι κλειστή τήν Κυριακή, ἀλλά στό ὅτι δέν ὑπάρχει ρευστότητα. Ἄν κάποιος δέν μπορεῖ νά καταναλώσει τήν Δευτέρα ἐπειδή δέν διαθέτει χρήματα, ἐπί τῇ βάσει ποιᾶς λογικῆς θά μπορεῖ νά καταναλώσει τήν Κυριακή;
 Τά πράγματα εἶναι ξεκάθαρα: Ἡ κατάργηση τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς εἶναι ἀποκύημα σαφοῦς ἀντιχριστιανικῆς βούλησης. Ὅσοι ἐκ τῶν πολιτικῶν μας τήν ὑποστήριξαν εἴτε μέ τήν ψῆφο τους εἴτε μέ τήν ἐκκωφαντική σιωπή τους καί ὅσοι καλοῦνται νά τήν ὑλοποιήσουν, πρέπει νά ἔχουν ὑπ’ ὄψιν ὅτι τό ποτήρι τῶν ἀντιχριστιανικῶν θεσπισμάτων τῶν τελευταίων χρόνων (ἐκδίωξη τῶν ἐξομολόγων ἀπό τά σχολεῖα, σύμφωνο ἐλεύθερης συμβίωσης κτλ.) ξεχείλισε. Εἶναι καιρός, λοιπόν, νά ἀναλάβει ὁ καθένας τίς εὐθύνες του.

Εὐάγγελος Ἀ. Δάκας
Θεολόγος - Φιλόλογος

Πέμπτη, 01 Δεκέμβριος 2022 03:00

Μακροθυμία καί ὑπομονή

Kyrios ihsous  Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας δέν μπορεῖ να ὑπομείνει, νά ἀνεχθεῖ, νά μακροθυμήσει. Συνήθως ἀπαιτεῖ. Ἀπαιτεῖ δικαιώματα καί παραχωρήσεις ὄχι μόνο σέ συλλογικό ἐπίπεδο, ἀπό τό κράτος ἤ ἄλλες κοινωνικές δομές καί ὀργανώσεις, ἀλλά καί σέ προσωπικό, ἀπό τούς συνανθρώπους του· ἀκόμη καί ἀπό τήν οἰκογένειά του. Θέλει νά ἐπιβάλλεται, δέν ἀντέχει ὄχι μόνον τήν ἄρνηση σέ ὅ,τι ζητᾶ, ἀλλά οὔτε τήν καθυστέρηση. Πολύ περισσότερο δέν ἀντέχει νά ὑποχωρεῖ, νά παραιτεῖται, καί ἀκόμη πιό πολύ νά ὑποτιμᾶται καί νά ὑποβιβάζεται. Τότε ἐπαναστατεῖ, ἐκρήγνυται. Ἰδίως μάλιστα ὅταν καί ἀδικεῖται.
  Δέν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση τό νά εἶναι κανείς μακρόθυμος καί ὑπομονετικός ἀπέναντι στούς ἄλλους. Ὁ σαρκικὸς καί ψυχικὸς ἄνθρωπος (Ρω 7,14. Α΄ Κο 2,14), ἐκεῖνος πού ἀγνοεῖ τόν Θεό καί δέν ἐλπίζει πουθενά ἀλλοῦ παρά μόνο στόν ἑαυτό του, ἀντιμετωπίζει τόν συνάνθρωπό του κυρίως σάν ἀπειλή. Τόν ἀνταγωνίζεται σέ ὅλους τούς τομεῖς. Ἡ σχέση μαζί του καί ὅταν ἀκόμη λέγεται φιλία καί ἀγάπη ὑπονομεύεται ἀπό τόν φόβο -ἀσυνείδητο ἀλλά ὑπαρκτό- ὅτι ἀπειλεῖται τό κυριαρχικό ἔδαφος τοῦ «ἐγώ» του. Καί ἄν συμβεῖ κάποια στιγμή ἡ σχέση αὐτή νά κλονισθεῖ, δίνει τήν θέση της στήν ἀντιπαράθεση καί στήν σύγκρουση χωρίς νά ὑποχωρεῖ κανείς. Ὅπως πολύ ρεαλιστικά ἔγραψε ὁ Σάρτρ γιά τήν γενιά μας, «ὁ ἄλλος εἶναι ἡ κόλασή μου».
  Ὅμως ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ πνευματικὸς (Α΄ Κο 2,15), αὐτός δηλαδή πού φέρει τό Πνεῦμα τό ἅγιο καί φέρεται καί ὁδηγεῖται ἀπό τό Πνεῦμα τό ἅγιο, δέν λειτουργεῖ ἔτσι. Γι᾽ αὐτόν ὁ ἄλλος, ὁ συνάνθρωπος, εἶναι ὁ παράδεισός του, ὁ ἀδελφός του. Στηριγμένος στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι μακρόθυμος καὶ μὴ ὀργὴν ἐπάγων καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν (Ψα 7,12), συγκαταβαίνει καί συγχωρεῖ. Προκειμένου νά συναντήσει τόν ἄλλο πού ἐπιμένει στήν ἄρνησή του, δέν ἐπιλέγει τόν ἴδιο τρόπο, τήν ἄρνηση. Ὑποχωρεῖ· προτιμᾶ γιά τόν ἑαυτό του τήν σκιά, ὥστε νά χαρεῖ ὁ πλησίον του τό φῶς. Προλαβαίνει τῇ τιμῇ τόν ἄλλο (βλ. Ρω 12,10), τοῦ παραχωρεῖ δηλαδή μεγαλόψυχα τήν τιμητική προτεραιότητα, ἔστω καί ἄν ἔτσι τά δικά του ζημιώνονται. Ὅπως ἔκανε ὁ Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος παραχώρησε τό δικαίωμα νά ἐπιλέξει γῆ πρῶτος στόν ἀνεψιό του Λώτ. Καί ἀφοῦ ὁ Λώτ διάλεξε τήν πιό εὔφορη, ὁ γέροντας χωρίς νά πεῖ τίποτε κατευθύνθηκε ταπεινά ἀλλοῦ. Ἤ ὅπως ὁ βασιλιάς Δαυίδ, ὁ ὁποῖος ἐγκατέλειψε τήν Ἰερουσαλήμ σάν κυνηγημένος ὑποχωρώντας μπροστά στόν ἐπαναστάτη γιό του.
  Ἡ στάση αὐτή τῆς μακροθυμίας, τῆς συγκατάβασης καί τῆς συγγνώμης δέν εἶναι ἀδυναμία. Εἶναι ἔκφραση τῆς πιό ἰσχυρῆς δύναμης∙ τῆς ἀ- γάπης. Γιά νά εἴμαστε ἀκριβέστεροι, ἡ μακροθυμία τῶν Χριστιανῶν δέν μπορεῖ παρά νά ἐκδηλώνεται ὡς ἀγάπη καί ἐν ἀγάπῃ (Ἐφ 4,2). Εἶπα πιό πάνω ὅτι ὁ μακρόθυμος πνευματι-κός ἄνθρωπος στηρίζεται στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλήθεια, σκεφτόμαστε ποτέ πόσο μακροθυμεῖ ὁ Θεός ἔναντι τοῦ ἀνθρώπου, καί ὅτι αὐτό τό κάνει ἐπειδή ἀκριβῶς μᾶς ἀγαπᾶ; Εἶναι πραγματικά ἀσύλληπτο! Μᾶς δημιούργησε καί μᾶς ἔφερε στήν ὕπαρξη γιά νά γίνουμε υἱοί καί κληρονόμοι τῆς βασιλείας Του. Κι ὅμως ἐμεῖς ἐπιλέξαμε τήν ἀνταρσία. Καί ἐνῶ ἡ ἐλάχιστη δικαιοσύνη ἀπαιτοῦσε τόν θά- νατό μας ὡς ἀχρείων, Ἐκεῖνος ἔκανε τά πάντα γιά νά μᾶς σώσει. Σύναψε διαθήκη μ᾽ ἕνα λαό ἀνάξιο τῆς ἐμπιστοσύνης του, καί κάθε τόσο ἀνεχόταν τίς ἐρωτοτροπίες του μέ τούς ψευτοθεούς τῶν ἐπιθυμιῶν του. Ἔστειλε δικαίους καί προφῆτες γιά νά ὑπομνήσει στούς πεπτωκότες τήν δέσμευσή τους καί νά ζητήσει διάλογο (βλ. Ἠσ 1,18), καί εἰσέπραξε περιφρόνηση καί τόν διωγμό καί τήν δολοφονία τῶν ἀπεσταλμένων Του. Μέχρι πού στό τέλος ἀπέστειλε στήν γῆ μας μεσίτη καί πρεσβευτή Του τόν Υἱό Του. Ὅμως κι αὐτόν ἀκόμη οἱ ἀχάριστοι εὐεργετηθέντες τόν ἀτίμασαν καί τόν σκότωσαν. Καί ὁ Κύριος τά ὑπέμεινε ὅλα αὐτά μόνον ἀπό εὐσπλαγχνία.
  Συνεπῶς αὐτός εἶναι καί ὁ κλῆρος τῶν πιστῶν. Νά μακροθυμοῦν μέ γενναιότητα καί νά ἀγαποῦν. Ὅπως ὁ Χριστός. Νά πολεμοῦν τό ἄδικο μέ τήν ἀγάπη καί τήν ἐγκαρτέρηση. Ἔτσι θά ἀναδειχθοῦν τέλειοι. Ἔτσι θά γίνουν υἱοί Ἐκείνου, ὁ ὁποῖος τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους (Μθ 5,45). Καί ποιός ξέρει; Ἴσως ἔτσι κερδίσουν καί τόν ἀδελφό τους· τοῦτο γὰρ ποιῶν ἄνθρακας πυρὸς σωρεύσεις ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ (Ρω 12,20). Καί ἄν ἡ μακροθυμία μᾶς στοιχίσει ἀκριβά, καί φθάσουμε μέχρι καί τόν τάφο, καί τότε ἀκόμη δέν πρέπει νά διστάσουμε. Ὁ Κύριος ὑπέμεινε μέχρι θανάτου, ἀλλά ἀναστήθηκε καί δοξάσθηκε. Ἄν, λοιπόν, συσταυρωθοῦμε μαζί Του, καί θά συναναστηθοῦμε καί θά συνδοξασθοῦμε μαζί Του.

Εὐάγγελος Ἀ. Δάκας

Ἀπολύτρωσις 67 (2012) 312-313

Κυριακή, 15 Ιούνιος 2014 03:00

Ὅμως έγώ ξέρω...

sxolio  Σ᾿ ἕνα ἐπαρχιακό Γυμνάσιο ἡ φιλόλογος προσπαθεῖ νά παρουσιάσει στούς μαθητές τά στοιχεῖα τοῦ τέλειου ἀνθρώπου ὅπως αὐτά διαφαίνονται μέσα ἀπό τά κλασικά κείμενα.
 Τελειώνοντας ὁμολογεῖ: «Ὅμως, παιδιά, οὐσιαστικά τέλειος ἄνθρωπος εἶναι μόνο ὁ Χριστός, διότι εἶναι ὁ μόνος ἀναμάρτητος».
  Ὁ Βασίλης ἀπό τό τρίτο θρανίο, πού συνήθως πρόσεχαν οἱ ἄλλοι αὐτόν καί αὐτός κανέναν, σήκωσε τό χέρι καί, χωρίς νά περιμένει, εἶπε: «Τί λέτε, κυρία! Ἐγώ ξέρω κι ἕναν ἄλλο ἀναμάρτητο, τόν περσινό μας καθηγητή στά θρησκευτικά»!
  Δέν ξέρω ἄν ἡ φιλόλογος ἦταν σέ θέση νά ἐκτιμήσει τό βάρος πού εἶχαν τά λόγια τοῦ Βασίλη, οὔτε κι ἄν ὁ ἴδιος καταλάβαινε πόση χάρη καί ἀλήθεια ἔκρυβε μέσα της αὐτή ἡ «βλάσφημη» διαπίστωσή του.
 Ἐκεῖνο πού ξέρω εἶναι ὅτι ὁ περσινός του καθηγητής, ἔχοντας ἀσφαλῶς ἐγκατεστημένο στό δίσκο τῆς καρδιᾶς του τό ἱερό πρόγραμμα τοῦ προσωπικοῦ του ἁγιασμοῦ, κατάφερε μέσα σέ ἐννιά μῆνες νά προβάλει στό φωτεινό προτζέκτορα τῆς μορφῆς του ὁλόκληρο τό θεολογικό γνωστικό ἀντικείμενο, μέρος τοῦ ὁποίου κλήθηκε νά μεταφέρει στούς μαθητές.
  Ἕνας ἀγωνιζόμενος ἄνθρωπος, καθώς κατατείνει νά ὁμοιάσει τοῦ Θεοῦ, λιτανεύει τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν» μπροστά στίς εἰκόνες Του, τίς ὁποῖες ἄλλοι πασχίζουν μέ πολυμέσα καί ψευτομεθόδους νά τίς πείσουν γιά τήν τυχαία προέλευσή τους, τήν ἄσκοπη ὕπαρξή τους καί τόν μοιραῖο ἀφανισμό τους.
  Ὅμοιο τοῦ Θεοῦ εἶδε τόν καθηγητή του ὁ ἀπρόσεκτος Βασίλης. Ἐμεῖς μελετώντας τόν πιστό ἀναγεννημένο ἄνθρωπο, τόν βλέπουμε νά σπάζει τά κτιστά του ὅρια καί νά ἀγγίζει, κατά χάρη, τή θέωση καί τήν ἀναμαρτησία.
  Ὅσο κι ἄν δέν ξέρει ὁ Βασίλης, οἱ ἑπόμενοι δάσκαλοί του, ἄν δέν ἀκολουθοῦν τήν ἴδια διδακτική μέθοδο τοῦ περσινοῦ θεολόγου, ἄς μήν προσπαθήσουν νά τόν ἐπαναφέρουν στήν πρόσκαιρη, ἄρα ψεύτικη, πραγματικότητα. Ἄς τόν ἀφήσουν νά πλανιέται σ᾿ αὐτήν τήν τείνουσα πρός τήν ἀλήθεια διαπίστωσή του.

 Δια-κριτικός

Πολλές φορές ὥς τώρα δίδαξε τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Α΄ Γυμνασίου. Μετρᾶ τά δάχτυλα τῶν δυό χεριῶν της δυό φορές, καί πάλι λίγα τά βρίσκει... Τόσα πολλά χρόνια ἔχει στήν ἐκπαίδευση... Καί πάντα τά παιδιά ἀνταποκρίνονται τόσο πρόθυμα καί φιλότιμα μέ τίς ὡραῖες διδακτικές ἱστορίες πού μαθαίνουν: ἡ ζωή τῶν πρωτοπλάστων μέσα στόν Παράδεισο, ἡ ἱστορία τοῦ Ἰωσήφ, οἱ Ἰσραηλίτες στήν Αἴγυπτο, ἡ Ἔξοδος, ὁ Δεκάλογος, οἱ Κριτές...
 Μά νά! Μ’ αὐτό τόν Δεκάλογο, πού αἰῶνες τώρα ρυθμίζει τή ζωή καί τίς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Δημιουργό του καί μέ τούς συνανθρώπους του, νιώθει φέτος ἰδιαίτερη δυσκολία. Τόνισε βέβαια ὅλες τίς ἐντολές στά παιδιά κι ἄρχισαν ἐκεῖνα φιλότιμα νά τίς μαθαίνουν ἀπ’ ἔξω μέ δικά τους λόγια. Σέ μιά ἐντολή σταμάτησε σκεφτική. Ἐκείνη πού πρώτη καθορίστηκε ἀπ’ ὅλες ὅσες μιλοῦν γιά τή στάση μας πρός τόν συνάνθρωπο. Ποιός ἄλλος εἶναι κοντινότερος γιά τόν καθένα μας ἀπό τούς ἴδιους τούς γεννήτορές μας; «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου». Νιώθει κάποια αὐθόρμητη ἀντίδραση: γιά ποιόν πατέρα καί ποιά μητέρα νά μιλήσει; Πολλοί ἀπό τούς μαθητές της -εἶναι τόσο συνηθισμένο ἄλλωστε στήν ἐποχή μας- δέν ζοῦν μέ τούς γονεῖς τους. Γιά πολλούς καί διαφόρους λόγους, μέ κύριο ἐκεῖνο τοῦ διαζυγίου καί τῆς μονογονεϊκῆς οἰκογένειας, λείπει ὄχι μόνον ὁ πατέρας, ἀλλά καί ἡ μάνα. Καί δέν εἶναι πιά σπάνιες οἱ περιπτώσεις παιδιῶν πού οἱ γονεῖς τους τά ἐγκατέλειψαν στούς παπποῦδες.
 Πῶς νά παρατρέξει τήν περίπτωση τῆς πολυαγαπημένης μαθήτριάς της, τῆς Ἀλεξάνδρας; Ἀπό βρέφος τήν ἀνέλαβε ἡ γιαγιά...
mitera-paidi - Ζῆ μαζί μου, ἀφ’ ὅτου γεννήθηκε, εἶπε ὅταν ἦρθε νά τή γράψει στό Γυμνάσιο.
 Ἄγνωστος ὁ πατέρας, ἄφαντη ἡ μάνα τῆς μικρῆς Ἀλεξάνδρας, κι ἡ καθηγήτριά της σήμερα νά μιλᾶ γιά τήν τιμή στούς γονεῖς. Ἄ! ὄχι, ὁπωσδήποτε θά πρέπει καί κάτι ἄλλο νά προσθέσει, γιά νά ἁπαλύνει τό βάρος στήν ψυχή τοῦ παιδιοῦ. Κάτι σχετικό θαρρεῖ πώς εἶχε διαβάσει στό χριστιανικό περιοδικό πού παίρνει. Ψάχνοντας σέ παλιότερα τεύχη, δέν ἀργεῖ νά βρεῖ ἕνα χαριτωμένο ἄρθρο πού μιλᾶ γιά κεῖνες τίς περιπτώσεις τῶν παιδιῶν πού δέν τά θώπευσαν τά μητρικά χέρια -ἀδιάφορο γιά ποιό λόγο- μά τά χέρια μιᾶς θετῆς μάνας, μιᾶς φιλόστοργης γειτόνισσας, μιᾶς γιαγιᾶς ἤ θείας ἤ τοῦ ἴδιου τοῦ πατέρα. Κι ἔνιωσαν μάνα τους τή μάνα ὅλων μας τή στοργική, παρηγορήτρα μάνα τοῦ Θεοῦ, τήν Παναγία μας.
 Πόση ἔκπληξη καί συγκίνηση δοκίμασε τήν ἄλλη μέρα! Ἀφοῦ διαβάστηκε τό παρήγορο ἄρθρο, τήν πλησίασε στό τέλος ἡ Ἀλεξάνδρα καί τῆς εἶπε μ’ ἕνα γλυκό χαμόγελο, πού δέν ἄφηνε περιθώρια γιά κάποια κακή σκέψη ἤ μεμψιμοιρία:
 - Κυρία, θά μπορούσατε νά μοῦ τό δώσετε νά τό ξαναδιαβάσω;
 - Βέβαια, εὐχαρίστως! Λέω μάλιστα νά τό δείξεις καί στή γιαγιά.
 - Αὐτό ἔχω σκοπό νά κάνω. Πάντα μοῦ ζητᾶ νά διαβάσει ὅ,τι μοῦ δίνουν καί στό Κατηχητικό Σχολεῖο.
 - Μπράβο σου, Ἀλεξάνδρα μου!
 - Κυρία, νά σᾶς πῶ καί κάτι ἄλλο; Στίς 2 Φεβρουαρίου δέν εἶναι ἡ γιορτή τῆς μητέρας γιά τήν Ἐκκλησία; Ἔ! λοιπόν, ἐγώ ἐκείνη τή μέρα ἔχω τά γενέθλιά μου...
 Χαμογέλασε ἡ μικρή μαθήτρια, χαιρέτησε κι ἔφυγε, ἀφήνοντας τήν καθηγήτριά της στούς δικούς της προβληματισμούς.

Ἐλ. Μουρατίδου-Ἀϊναλίδου
Θεολόγος