Ἕνα νεανικό κεφάλι σκυμμένο πάνω ἀπό ἕνα μνῆμα. Ὄχι δέν κλαίει, δέν θρηνεῖ, ἀλλά προσεύχεται. Ζητάει βοήθεια ἀπό μία ὄντως ἡρωική ψυχή, ἀπό μία ἐλεύθερη καί τίμια μάρτυρα τοῦ πνεύματος. Ζητάει τήν πρεσβεία μίας ἁγίας. Στέκεται μέ δέος μπροστά στό τίμιο λείψανο τῆς μάρτυρος Θωμαΐδος· αὐτό πού μετέφερε μέ εὐλάβεια στή Σκήτη τῆς Ἀλεξάνδρειας ὁ ἡγούμενος Δανιήλ καί τό ἐνταφίασε μέ τιμές στό κοιμητήριο τῶν πατέρων. Κι ἔγινε τό μαρτύριo τῆς νεαρῆς χριστιανῆς ἔμπνευση γιά τούς ἀγωνιζόμενους πιστούς καί τό μνῆμα της καταφύγιο καί τόπος προσευχῆς. Θαυμαστά ἀπαντοῦσε ἡ μάρτυς σέ ὅσους πάλευαν στό ἀγώνισμα πού ἐκείνη ἀναδείχθηκε πρωταθλήτρια, σέ ὅσους μέ πόνο ζητοῦσαν τήν πρεσβεία της γιά τήν νίκη ἔναντι τῶν σαρκικῶν πειρασμῶν.
Στήν Ἀλεξάνδρεια τοῦ 5ου αἰώνα, στό εὐλογημένο σπιτικό της εὐωδίαζε ἡ ἁγνότητα, ἔλαμπε ἡ ἀμοιβαία κατανόηση. Ὑφαινόταν ἡ καθημερινή ἁρμονία μέ τήν ὀμορφιά τῆς ἀγάπης καί τή χάρη τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ.
Ἡ θύελλα ξέσπασε ἀπρόσμενη, μά τραγική καί καταιγιστική. Ὁ μισόκαλος φθόνησε τούτη τήν ὀμορφιά. Ὄργανό του ἕνα πρόσωπο οἰκεῖο καί ἀγαπητό, ὁ πατέρας τοῦ συζύγου της. Ὀρθώθηκε ξαφνικά μέ σατανικό πάθος μπροστά στήν εὐσεβῆ νύφη του προκαλώντας την στήν ἁμαρτία. Κι ἀναμετρήθηκε τότε ἡ σωφροσύνη μέ τήν ἀκολασία, ἡ πρόσκαιρη ἡδονή μέ τήν αἰώνια τρυφή. Ἡ πιστή Θωμαΐς, πού ἀπό μικρή εἶχε μάθει νά ζῆ καί νά ἀγωνίζεται κάτω ἀπό τήν ἁγία παρουσία τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, ἀντιστάθηκε γενναῖα. Ἡ ἀδύναμη γυναικεία φύση δέν κάμφθηκε κι ὅταν δέχθηκε τήν ἀπειλή τοῦ θανάτου. Ἀποδείχθηκε ἰσάξια τῶν γενναίων ἀγωνιστῶν τοῦ πνεύματος κάθε ἐποχῆς. Τυφλωμένος τότε ἀπό τήν πονηρή ἐπιθυμία ὁ σατανικός ἄνδρας μαχαίρωσε θανάσιμα τή σεμνή δούλη τοῦ Κυρίου.
Τοῦ φοβεροῦ δράκοντος τήν ὁρμή καταπόντισε μέ τά ρεῖθρα τοῦ αἵματός της ἡ Θωμαΐδα καί, ὅπως σημειώνει στοχαστικά ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «ἔλαβε στέφανον μάρτυρος διὰ τὴν σωφροσύνην».
Μπρός στή γενναία ἀθλήτρια τῆς παρατάξεως τοῦ Κυρίου στεκόμαστε εὐλαβικά κι ἐμεῖς τήν 14η Ἀπριλίου πού τελοῦμε τή μνήμη της καί δεόμαστε μαζί μέ ὅσους ἐπικαλοῦνται τήν πρεσβεία της μέσα στούς αἰῶνες. Ἱκετεύουμε μυστικά γιά τίς σύγχρονες συζυγίες, πού ὁ σαρκικός λίβας τίς χτυπᾶ ἀδυσώπητα, καί μαζί γιά τή νεότητα, πού σαλεύεται καί παγιδεύεται στά ἄνομα δίχτυα τῶν πονηρῶν καιρῶν μας. Δεόμαστε καί ζητοῦμε νά πνεύσει ἐντός μας ἡ χάρη τοῦ παναγίου Πνεύματος μέ τίς δικές της πρεσβεῖες:
«῾Ρῦσαι μολυσμῶν σαρκὸς καὶ πνεύματος καὶ παντοίων προσβολῶν τοῦ πολεμήτορος τοὺς βοῶντάς σοι, Θωμαΐς· χαῖρε, πάνσεμνε».
Ἰχνηλάτης
Ἀπολύτρωσις 70 (2015) 116
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό συγκλονιστικώτερο γεγονός τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Ὁ Ἰησοῦς συνέτριψε τόν Ἅδη, τόν πιό φοβερό, τόν «ἔσχατον ἐχθρόν» μας (Α΄Κο 15,26), καί τρεῖς ἡμέρες μετά ἀπό τόν θάνατό του ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς. Καί εἶναι βέβαιο ὅτι ἀναστήθηκε. Πολλοί ἀρνοῦνται τήν πίστη στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Τήν ἀρνοῦνται κυρίως διότι θά τούς συνέφερε νά μήν ἀνασταινόταν ὁ Κύριος, νά μήν ἦταν ἀλήθεια ὅλα ὅσα εἶπε. Διότι ἡ ἀνάσταση ἀποδεικνύει αὐτό ἀκριβῶς, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀδιάψευστος Θεός. Ὅμως ὁ Κύριος ἀναστήθηκε. Καί εἶναι βέβαιο αὐτό, διότι ὑπάρχουν πάμπολλες καί ἔγκυρες μαρτυρίες.
Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς στήν ἀρχή τῶν Πράξεων λέει ὅτι ὁ Κύριος, ἀφοῦ ἀναστήθηκε, ἐμφανιζόταν στούς μαθητές του ἐπί σαράντα ἡμέρες «συναλιζόμενος αὐτοῖς» (Πρξ 1,4). Ὄχι ἁπλῶς τούς ἐμφανιζόταν, ἀλλά ἔφαγε καί ἤπιε μαζί τους. Αὐτό σημαίνει ἡ μετοχή «συναλιζόμενος». Τούς ἐμφανίσθηκε πρωί, μεσημέρι, ἀπόγευμα. Ποτέ δέν ἐμφανίσθηκε βράδυ, γιά νά μή θεωρηθεῖ ὅτι ἐπρόκειτο γιά «πνεῦμα», γιά φάντασμα. Ἐμφανίσθηκε σέ ἕναν, σέ δύο, σέ ἑπτά, σέ δέκα, σέ ἕνδεκα, σέ πεντακόσιους. Γράφει μάλιστα ὁ ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορινθίους ὅτι πολλοί ἀπ’ αὐτούς τούς πεντακόσιους πού τόν εἶδαν ἀναστημένο ζοῦν ἀκόμη (βλ. Α΄ Κο 15,6)· εἶναι σάν νά τούς λέει: «Πηγαίνετε νά τούς ρωτήσετε».
Ἀλλά ἡ μεγαλύτερη ἱστορική ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου δέν εἶναι τό ὅτι ἐμφανίσθηκε. Ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀναστήθηκε εἶναι ὅτι αὐτοί πού τόν εἶδαν ἀναστημένο, οἱ μαθητές του, κήρυξαν τήν ἀνάστασή του σ’ ὅλο τόν κόσμο. Καί μάλιστα γι’ αὐτό τό κήρυγμά τους, ὅτι ὁ διδάσκαλός τους ἀναστήθηκε καί εἶναι συνεπῶς ὁ Θεός, ἔδωσαν καί τή ζωή τους καί θυσιάσθηκαν. Ὑπέγραψαν δηλαδή αὐτή τήν μαρτυρία τους μέ τό αἷμα τους.
Θά ἰσχυρισθοῦν βέβαια κάποιοι ὅτι ὑπάρχουν πολλοί πού θυσιάζονται γιά τήν ἰδεολογία τους. Καί πράγματι οἱ αἰῶνες ἔχουν νά ἐπιδείξουν πολλούς τέτοιους «μάρτυρες» ἰδεῶν. Ἄλλο ὅμως οἱ ἰδέες καί ἄλλο τά γεγονότα. Ἡ ἰδεολογία ἔχει σχέση μέ τόν νοῦ καί ὁ νοῦς μπορεῖ νά πλανηθεῖ, ἀλλά τά γεγονότα ἔχουν σχέση μέ τίς αἰσθήσεις καί οἱ αἰσθήσεις οὐδέποτε πλανῶνται. Ἄς μήν αὐταπατώμαστε· δέν πεθαίνει ποτέ κανένας γιά ἕνα τέτοιο παραμύθι. Κανείς δέν βάζει τό κεφάλι του κάτω ἀπό τό ξίφος γιά ἕνα τέτοιο παράδοξο μύθευμα. Κι ὅμως, τό ἔκαναν αὐτό πολλοί ἀπό τούς μαθητές τοῦ Κυρίου. Καί ἡ Ἐκκλησία στά τριακόσια πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς της εἶδε τά τέκνα της νά ὁδηγοῦνται στό μαρτύριο, στό αἷμα, στόν θάνατο. Ποιός τούς τό δίδαξε; Ἀσφαλῶς οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου. Αὐτοί ἦταν οἱ πρῶτοι πού ἔδωσαν τό παράδειγμα. Καί ἄν κάποιος δέν πιστεύει σέ καμιά ἄλλη σχετική μαρτυρία, ὅμως ἡ ἱστορία φωνάζει: Οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ θυσίασαν τήν ζωή τους κηρύττοντας τήν ἀνάσταση, ἄρα ἡ μαρτυρία τους εἶναι ἀληθινή.
Καί τί σημαίνει ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου γιά μᾶς; Σημαίνει ὅτι ἡ τραγωδία μας πῆρε τέλος. Καί ἡ πιό μεγάλη τραγωδία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ πιό φοβερή, εἶναι ὁ θάνατος. Καί ὁ θάνατος μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ συνετρίβη, δέν ἔχει πλέον καμία ἐξουσία καί ἰσχύ. Μπορεῖ γιά ἕνα διάστημα νά βασιλεύει ἀκόμη, μπορεῖ νά πεθάνουμε -καί θά πεθάνουμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, «καθόσον ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν» (Ἑβ 9,27) λέει ὁ Παῦλος- ἀλλά δέν θά πεθάνουμε γιά πάντα. Τελείωσε αὐτή ἡ ἱστορία. Δέν μπορεῖ νά μᾶς κρατήσει πλέον ὁ θάνατος στά δεσμά του, ὅπως δέν κράτησε καί τόν Κύριό μας. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ κεφαλή μας. Ἀφοῦ λοιπόν ἀνέστη ἡ κεφαλή, θά ἀναστηθεῖ καί τό σῶμα, θά ἀναστηθοῦμε κι ἐμεῖς.
Λοιπόν, ὅπως θά ἔλεγε ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος, ὅσοι πενθεῖτε, ὅσοι κλαύσατε πρόσφατα δικούς σας -καί ποιός δέν ἔχει κλαύσει στήν ζωή του δικό του ἄνθρωπο;- σκουπίστε τά δάκρυά σας. Ὁ τάφος δέν εἶναι τό τέρμα. Ὁ τάφος εἶναι ἡ ἀρχή μιᾶς καινούργιας ἀτελεύτητης ζωῆς, πού θά ὁλοκληρωθεῖ καί θά φανεῖ καί θά ἀποδειχθεῖ ἔνδοξη κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου.
Ὅσοι ἀντιμετωπίζετε ἀδιέξοδα, ὅσοι βρίσκεσθε μπροστά σέ δυσκολίες ἀξεπέραστες, θάρρος! Δέν ὑπάρχει τίποτε πιό ἀδιέξοδο ἀπό τό ἀδιέξοδο τοῦ τάφου· ὁ τάφος ὅμως τοῦ Χριστοῦ σήμερα, ὁ φωτεινός, ὁ ὁλόφωτος τάφος, ὅπως φωτίζει καί ὅλους τούς ὑπόλοιπους τάφους, φωτίζει καί τά ἀδιέξοδά μας, ρίχνει φῶς ἄπλετο ἐκεῖ πού μόνο σκοτάδι ὑπάρχει.
Ὅσοι ἀγωνίζεσθε, εὐφρανθεῖτε! Ἀναστήθηκε Ἐκεῖνος πού ἑτοιμάζει γιά σᾶς στεφάνι. Μόνο νά ἀγωνίζεσθε μέχρι τέλους, ἔτσι λέει· «Γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἀπ 2,10), τό στεφάνι πού εἶναι καμωμένο ἀπό ζωή καί μᾶς περιμένει. Ἔχει νόημα ὁ ἀγώνας, ἔχει νόημα ἡ προσπάθεια, ἔχει νόημα νά κοπιάζουμε, νά ἀντιστεκόμαστε στήν ἁμαρτία, στόν σατανᾶ· ἔχει νόημα, ἔστω καί ἄν ματώνουμε πάνω στήν προσπάθεια. Ὁ Ἀναστημένος στέκει μπροστά μας καί μᾶς ἀναμένει μέ τό στεφάνι τῆς νίκης.
Ἀλλά καί ὅσοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί, θάρρος! Ἀναστήθηκε Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἔγινε «ἱλασμὸς περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν» (Α΄ Ἰω 2,2) μέ τό αἷμα του. Καί μέ τή ζωή του, μέ τήν ἀνάστασή του μᾶς δικαιώνει, μᾶς ἀνεβάζει στόν οὐρανό καί μᾶς κάνει σύνθρονους τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ νά προσπαθήσου-με νά φανοῦμε ἀντάξιοι αὐτοῦ τοῦ δώρου, αὐτοῦ τοῦ χαρίσματος.
Εὐφρανθεῖτε ὅλοι οἱ χριστιανοί! Ὅλοι νά εὐφρανθοῦμε! Τό Πάσχα εἶναι καιρός χαρᾶς, πανηγύρεως, γιορτάζει ὁ οὐρανός, θριαμβεύει ἡ γῆ, τά σύμπαντα!
Ὁ Χριστός ἀνέστη, ἀδελφοί!
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
Δρ Θεολογίας - Φιλόλογος
Ἀθάντα ὀχυρά μας!
« Ἀπ’ τό Βοριά σάν τί κακό,
σάν τί μαυρίλα νά ᾿ναι;
Ξεκίνησαν τ᾿ ἀπάτητα
τά κάστρα νά πατήσουν...»
6η Ἀπριλίου 1941. Ἕνα ἄλλο μοιραῖο πρωινό ξημερώνει γιά τήν πολύπαθη Ἑλλάδα. Ἡ σιδερόφρακτη καί μηχανοκίνητη Γερμανία ἀπό τίς 5.15΄ τά χαράματα κτυπᾶ ἀπρόκλητα τά ἑλληνικά στρατεύματα τῆς ἑλληνοβουλγαρικῆς μεθορίου. Ἡ εἰρωνεία εἶναι πώς μισή ὥρα μετά τήν ἐπίθεση ὁ πρεσβευτής τῆς Γερμανίας στήν Ἀθήνα, πρίγκιπας Ἔρμπαχ, ἐπισκέπτεται τόν ἕλληνα πρωθυπουργό Ἀλέξανδρο Κορυζῆ στό σπίτι του. Ἰταμά τοῦ ἀνακοινώνει τήν εἴσοδο τῶν χιτλερικῶν στρατευμάτων στό ἑλληνικό ἔδαφος. Ἀστράφτει τότε καί βροντᾶ ξανά τό ἡρωικό «Ὄχι».
«Τό βούιξαν οἱ ρεματιές,
τό πῆραν τ’ ἀκροβούνια
καί οἱ τάφοι σάν νά τ’ ἄκουσαν...
ξυπνῆσαν Διγενῆδες.
Στά καλντερίμια ἀκούστηκαν
τ’ ἄτια νά χλιμιντροῦνε
κι ὅλα μαζί σάν νά ᾿σμιξαν
κι εἶπαν κι ἐκεῖνα: Ὄχι !...»
Νέες ἔνδοξες σελίδες γράφονται στά ὀχυρά τῆς Μακεδονίας. Ροῦπελ, Περιθώρι, Παρταλούσκα, Λίσσε, Παλιουριῶνες, Καρατάς, Κάλη, Μαλιάγκα... ἀνασταίνουν Θερμοπύλες καί Μαραθῶνες. Ἀπό τό Μπέλες μέχρι τό Νέστο μιά ὁλόκληρη ἁλυσίδα ἀπό ὀχυρωματικά ἔργα, κατασκευασμένα τό 1936-1940, προασπίζουν τά σύνορά μας μέ τή Βουλγαρία. Εἶναι ἡ περίφημη «Γραμμή Μεταξᾶ».
Τί εἶχαν οἱ στρατιῶτες μας ν’ ἀντιτάξουν μπρός στήν πανίσχυρη γερμανική πολεμική μηχανή; Μέσα πενιχρά μά καρδιές γρανιτένιες. Πῆραν τή διαταγή: «Ἡ πατρίδα θέλει τή ζωή σας. Ὅποιος ἀπό σᾶς ἔχει ὑποχρεώσεις οἰκογενειακές μεγάλες ἤ ἄλλους λόγους μπορεῖ νά φύγει». Δέν σαλεύει κανείς ἀπό τή θέση του. Ἔχουν πάρει τήν ἀπόφασή τους: ἀντίσταση μέχρις ἐσχά¬ων! Καί νά, στό ὀχυρό Ροῦπελ εἶναι γραμμένο: «Κανείς δέν θά περάσει». Ἕνας στρατιώτης λέει μέ σθένος στόν διοικητή του: «Στρατηγέ μου, θά πολεμήσουμε μέ τούς στρατούς ὅλου τοῦ κόσμου!». Κι ὅταν γερμανός ἀξιωματικός καλεῖ νά παραδώσουν οἱ ἕλληνες ὑπερασπιστές τό ὀχυρό Μαλιάγκα, ἕνας πολεμιστής τούς φωνάζει στά γερμανικά: «Ὅταν πεθάνουμε, ἐλᾶτε νά τό πάρετε!».
Τέσσερα μερόνυχτα κυλοῦν. Κυριακή, Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη. Ἡ στρατιά τοῦ φόν Λίστ θερίζεται, δέν προχωρεῖ. Τά ὀχυρά βαστοῦν γερά, παραμένουν ἄπαρτα. Ἔχουν φράξει ὅλες τίς διαβάσεις. Καί θά ἔμεναν οἱ γερμανικές στρατιές ἀμήχανες, στάσιμες πρό τῶν πυλῶν, ἄν δέν τούς ἄναβε πράσινο φῶς ἡ Γιουγκοσλαβία. Μπρός στίς μηχανοκίνητες μεραρχίες τοῦ Χίτλερ τό γιουγκοσλαβικό μέτωπο καταρρέει. Ἀκάθεκτοι οἱ εἰσβολεῖς χυμοῦν στά ἑλληνικά ἐδάφη. Κι ἐνῶ τά ὀχυρά μας ἀντιστέκονται μέ πρωτοφανῆ ἐπιτυχία, ἀγνοώντας παντελῶς τίς ἀστάθμητες ἐξελίξεις, ὑπογράφεται στή Θεσσαλονίκη -τό μεσημέρι τῆς 9ης Ἀπριλίου- τό πρωτόκολλο συνθηκολόγησης. Τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας μέρας Γερμανοί πληροφοροῦν τόν διοικητή τοῦ ὀχυροῦ Ροῦπελ γιά τή συνθηκολόγηση. Κι ἐκεῖνος τούς ἀπαντᾶ: «Τά ὀχυρά δέν πααδίδονται ἀλλά καταλαμβάνονται!».
Ἀργά τό βράδυ στούς στρατιῶτες τοῦ χρέους δίδεται ἡ διαταγή «παύσατε πῦρ». Ὥς τότε τά ὀχυρά παρέμεναν ἀπόρθητα. Κι ἡ λογική δέν τό χωρᾶ. Μεριάζουν καί ὑποχωροῦν οἱ ἀνίκητοι! Ὁ γερμανός στρατηγός καλεῖ τούς ὑπερασπιστές τοῦ Ροῦπελ νά τούς συγχαρεῖ γιά τήν ἡρωική τους ἀντίσταση. Παρουσιάζονται ἕνας ἔφεδρος ἀξιωματικός, ἕνας ἐπιλοχίας, δύο λοχίες καί 28 στρατιῶτες. Γεμάτος ἔκπληξη γιά τήν ἰσχνή ἄμυνα ρωτᾶ: «Ποῦ εἶναι οἱ ἄλλοι;». Ὁ ἔφεδρος ἀξιωματικός μπαρουτοκαπνισμένος τοῦ ἀπαντᾶ: «Δέν ὑπάρχουν ἄλλοι». Τότε ὁ γερμανός στρατηγός ντροπιασμένος κρύβει τό πρόσωπό του μές στίς παλάμες του.Ἕνα παλληκάρι ἀπό τά Ἄνω Πορόια Σερρῶν, ὁ λοχίας Δημ. Ἴτσιος, διοικεῖ ἕνα πολυβολεῖο στό Ροῦπελ. Μέ τά φυσέκια του προξενεῖ μεγάλες ἀπώλειες στόν ἀντίπαλο. Ἀλλά οἱ ἐχθροί ἀνατινάζουν τή σκεπή καί μπαίνουν μέσα. Ρωτᾶ ὁ γερμανός ταγματάρχης, μέ διερμηνέα, ποιός διοικεῖ τό πολυβολεῖο. Ἐμφανίζεται μπροστά του ὁ λοχίας Ἴτσιος. Ὁ Γερμανός τόν προστάζει νά τόν ἀκολουθήσει. Βγαίνουν πιό ἔξω, ὅπου κείτονται νεκροί διακόσιοι Γερμανοί. «Τοῦτο τό μακελλειό εἶναι δικό σου ἔργο. Μοῦ σκότωσες τούς καλτερους στρατιῶτες μου. Σέ συγχαίρω!», λέει στόν λοχία καί τοῦ δίνει τό χέρι. Ὁ Ἴτσιος σέ στάση προσοχῆς τόν χαιρετᾶ στρατιωτικά. Μεμιᾶς ὁ ταγματάρχης ἀλλάζει ὕφος, κοιτάζει τόν ἐπιλοχία του καί τόν διατάζει: «Τουφέκισέ τον!».
Οἱ ἐχθροί μιλοῦν ἔκπληκτοι γιά τήν ἑλληνική ἄμυνα σ’ ὁλόκληρη τή «Γραμμή Μεταξᾶ». Τή χαρακτηρίζουν «μεγαλειώδη». «Εἶστε ἀξιέπαινοι, διότι προξενήσατε ἐντύπωση μεγάλης ἰσχύος καί μεγίστης ἀφθονίας μέσων...», τονίζει ὁ γερμανός ἐπιτελάρχης στόν ἀντιστράτηγο Δέδε. Κι ἕνας ἄλλος ἐπικεφαλῆς γερμανικῶν τμημάτων ἐξομολογεῖται σ’ ἕλληνα λοχαγό: «Πολέμησα στήν Πολωνία, στό Βέλγιο, στή Γαλλία. Γιά τήν Ἑλλάδα εχαμε ὅλοι τήν ἰδέα -ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν τή δυσαναλογία τῶν δυνάμεων- ὅτι θά ἐπρόκειτο γιά ἁπλό στρατιωτικό περίπατο. Ὁποιοδήποτε ἄλλος στρατός, πού θά ἀντιμετώπιζε τό πεζικό μας, τό πυροβολικό μας, τά τάνκς, τά στούκας, τά φλογοβόλα, θά πετοῦσε ἀπό τήν πρώτη στιγμή τά ὅπλα, ἐνῶ ἐσεῖς μέ τά πενιχρά σας μέσα ἀντισταθήκατε παντοῦ καί δέν μᾶς ἐπιτρέψατε νά περάσουμε. Τό εἶδα μόνος μου στόν τομέα πού πολέμησα».
Μά «ὁ ἀετός τῆς ἑλληνικῆς δόξας ἔπρεπε τώρα νά μαζέψει τά φτερά του». Ἡ θύελλα ἀρχίζει. Ἡ γερμανική μπότα ἀντηχεῖ στούς δρόμους τῆς δύστυχης πατρίδας μας καί σφίγγει πιότερο τή σκιαγμένη καρδιά τοῦ Ἕλληνα. Κυριακή τοῦ Πάσχα, 20 Ἀπριλίου 1941. Νά, πῶς περιγράφει τή λαμπρή αὐτή μέρα ὁ Ἐλ. Εἱμαρμένος: «Καθίσαμε νά φᾶμε ἀνόρεχτα καί ἀμίλητοι. Εἴχαμε βράσει καί αὐγά, ἀλλά δέν τά βάψαμε κόκκινα• τ’ ἀφήσαμε ἄσπρα. Δέν θέλαμε τό χρῶμα τῆς χαρᾶς τοῦ Πάσχα, τό σύμβολο τῆς Ἀναστάσεως, νά πάει χαμένο, νά ἐξουδετερωθεῖ ἀπό τήν κατάσταση. Ἀναβάλλοντας τό βάψιμο εἴχαμε τό παρήγορο συναίσθημα ὅτι ἀναβάλλουμε ἁπλῶς καί τήν Ἀνάσταση, τήν ἀληθινή Ἀνάσταση τῆς χαρᾶς, τῆς εἰρήνης καί τῆς ἀγάπης...».
Ἑλληνίς
Ἀπολύτρωσις 61 (2006) 109-110
Μέ τίς εὐλογίες τοῦ καινούργιου πάπα ἔχει ἀρχίσει μιά ἐκστρατεία ἀποκατάστασης τοῦ Ἰούδα τοῦ Ἰσκαριώτη. Ποιό εἶναι τό ἐπιχείρημα αὐτῆς τῆς προσπάθειας; Ὁ Ἰούδας δέν ἦταν ἐσκεμμένα κακός• ἁπλῶς ἐκπλήρωνε τήν ἀποστολή του στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ.
Αὐτή ἡ ἀποκατάσταση εἶναι μιά διπλωματική κίνηση τοῦ πάπα Βενέδικτου πού ἀποσκοπεῖ στή βελτίωση τῶν χριστιανοεβραϊκῶν σχέσεων.
Πόσο διαφορετικοί εἴμαστε μέ τή Δύση καί τή νοοτροπία της! Ἕνας ἀλάθητος πάπας δέν διστάζει, γιά χάρη τῆς διπλωματίας καί ἴσως γιά τά οἰκονομικά συμφέροντα τοῦ Βατικανοῦ, νά ἀνατρέψει τήν αὐθεντική ἱστορία καί τήν παράδοση. Περιφρονώντας τά θεόπνευστα Εὐαγγέλια ἐνστερνίζεται τήν ἔκδοση νέου Εὐαγγελίου, τοῦ φερομένου ὡς Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰούδα, πού κατοχυρώνει τή νεοφανῆ ἄποψη γιά τόν «παρεξηγημένο» μαθητή.
Ἡ δυσφήμηση τοῦ Ἰούδα, ὑποστηρίζουν οἱ θεολογικοί κύκλοι τοῦ παπισμοῦ, συνέβαλε στή δημιουργία τοῦ ἀντισημιτισμοῦ. Τί κρίμα ὅμως πού, ἀπαλλάσσοντας τόν Ἰούδα ἀπό τήν εὐθύνη τῶν πράξεών του δέν γλυτώνουν ἀπ᾿ τά «ἀντισημιτικά μηνύματα» τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας! Κάτι πρέπει νά κάνουν καί γιά τούς φαρισαίους, τούς ἱερεῖς, τούς ἀρχιερεῖς, τούς σαδδουκαίους ἀλλά καί τόν ἰουδαϊκό ὄχλο πού ὁδήγησε στήν καταδίκη τόν Ἰησοῦ.
Ἀλλά καί μία ἀκόμη ἔνσταση: Πῶς κατάφερε ἕνας ἁπλός μαθητής μέ τή στάση του νά δημιουργήσει ρεῦμα μίσους γιά ἕναν ὁλόκληρο λαό; Ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος κατά τήν ἀνθρώπινη φύση του ἦταν Ἑβραῖος, ἡ Παναγία μητέρα του ἐπίσης, οἱ ἀπόστολοι, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά μήν ἀναφερθοῦμε στούς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού τιμῶνται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἄν ἀρρωστημένα μυαλά ὁρμώμενα ἀπό προσωπικές ἐμπάθειες καί ἀπωθημένα (πρβλ. Χίτλερ) ἐξαπέλυσαν διώξεις ἐναντίον τοῦ συγκεκριμένου λαοῦ, δέν σημαίνει πώς φταίει γι᾿ αὐτό ἡ εὐαγγελική ἱστορία καί πρέπει νά τήν ἀνατρέψουμε.
Στήν ὀρθόδοξη Ἑλλάδα μας ἡ χριστιανική πίστη ὄχι μόνο δέν δημιούργησε κλίμα μίσους ἀπέναντι στό πολυάριθμο ἑβραϊκό στοιχεῖο πού βρισκόταν στήν πατρίδα μας ἀλλά τό ἀντίθετο. Ἐνέπνευσε τήν ἀγάπη, τό σεβασμό ἀλλά καί τήν ὑποστήριξη τῶν δεινοπαθούντων Ἑβραίων τήν περιόδο τοῦ ᾿40. Ἁπλά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί οἱ ἐπίσημοι ταγοί της μέ πρωτεργάτη τόν ἀρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό προσέφεραν προστασία καί, λαμβάνοντας κατάλληλα μέτρα, διέσωσαν πλῆθος Ἑβραίων ἀπό τά κρεματόρια.
Μήπως οἱ παπικοί, γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ ἀντισημιτικοῦ ρεύματος, ἀντί νά προχωρήσουν σέ καινοτομίες ἐπικίνδυνες, χρειάζεται νά ἐμβαθύνουν στή διδασκαλία τῶν Εὐαγγελίων τά ὁποῖα θέλουν νά ἀνατρέψουν; Ἡ καλλιέργεια τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης πού προσφέρεται θυσιαστικά ἀκόμα καί στούς ἐχθρούς, αὐτή μόνο ἐκμηδενίζει τίς διαφορές καί γεφυρώνει τίς ἀντιθέσεις.
Κρής
Ἡ μνήμη μέσα τους καίει, αὐτά τά χώματα κάποτε ἦταν δικά τους. Σέ κεῖνο τό ποτάμι τραγουδοῦσαν, σέ κείνη τήν πέτρα κουρνιασμένα ἄκουγαν παιδιά ἀπ’ τούς παλιούς γέροντες τούς θρύλους τῆς φυλῆς τους, σέ κεῖνο τό ξέφωτο ἔθαψαν τούς γονιούς τους. Ὕστερα ἦρθαν οἱ ἄλλοι καί τά πῆραν ὅλα. Τώρα μέ τό ὅπλο στό χέρι, μέ τή μνήμη πού καίει οἱ λαοί ὁρμοῦν καί σχίζουν τά κράτη σέ χίλια κομμάτια ψάχνοντας μέσα σ’ αὐτά τήν ἀγαπημένη χαμένη πατρίδα. Κάτω τά σύνορα! ἦταν τό σύνθημα στήν ἀρχή τοῦ 20οῦ αἰώνα· ὅλη ἡ γῆ μιά πατρίδα! Κι οἱ λαοί ἔμειναν δίχως πατρίδα, ἀνέστιοι. Τώρα, στόν 21ο αἰώνα, χιλιάδες νεκροί γιά μιά ἀμφισβητούμενη λωρίδα γῆς τῶν συνόρων τους...
Ὅλα τά ἔθνη τά 'πλασε ὁ Θεός ἀπό ἕνα αἷμα. Ὅλη ἡ γῆ μιά πατρίδα. Κι ὕστερα ὕψωσε τό χέρι Του καί ὅρισε τίς ὁροθεσίες τῆς κατοικίας τους. Μές στή μεγάλη πατρίδα χάραζε τίς μικρότερες. Κάθε ἔθνος μιά πατρίδα. Ἡ πατρίδα εἶναι ἀγαθό καί τήν δικαιοῦνται ὅλοι. Στόν ἴδιο βαθμό καί μέ τόν ἴδιο τρόπο. Εἶναι ἡ γῆ τῶν πατέρων μας, τό λίκνο τῆς ζωῆς μας, φωνή πού ψιθυρίζει τήν ἱστορία μας, λήκυθος πού βαστᾶ τό αἷμα τῶν θυσιῶν μας, σημαία πού ἀνεμίζει τά ἰδανικά καί τά ὄνειρά μας. Κάθε πατρίδα εἶναι ἱερή. Καί ἡ δική μας καί οἱ ἄλλες. Κι ὅλες ἔχουν νά δώσουν στό κοινό τραπέζι τῆς γῆς κάτι καλό, μικρό ἤ μεγάλο. Ἡ κάθε μιά ἔχει νά δώσει τό δικό της λουλούδι, τό δικό της τραγούδι, τή δική της πνοή στή ζωή τοῦ κόσμου.
Ἀλλά ὅπως ὅλα τ’ ἀγαθά, καί ἡ πατρίδα ἀλλοιώθηκε, κακοποιήθηκε. Ὅλη ἡ γῆ μιά πατρίδα! φώναζε ὁ διεθνισμός καί πολτοποίησε τίς πατρίδες μέσα στό χωνευτήρι τῶν συνομοσπονδιῶν. Ἡ δική μας πατρίδα νά σκεπάσει ὅλη τή γῆ! φώναζε ὁ σωβινισμός καί ἐξαφάνισε τίς ἄλλες πατρίδες. Στούς πρώτους ἡ πατρίδα καταργεῖται, στούς δεύτερους θεοποιεῖται, καί στούς δυό γίνεται ἀπό εὐλογία κατάρα. Κι ὅμως, τά σύνορα πρέπει νά ὑπάρχουν καί νά 'ναι ἀπαραβίαστα, ἀφοῦ τά ὅρισε χέρι Θεοῦ. Τό χρέος πού μένει σέ μᾶς εἶναι ὄχι νά μεγαλώνουμε τήν πατρίδα, ἀλλά νά τήν φυλᾶμε καί νά τήν ἐργαζόμαστε, νά δίνει τήν ὀμορφιά της σέ μᾶς καί στούς ἄλλους.
Μέσα στίς πατρίδες τοῦ κόσμου, ἡ πατρίδα μας. Στόν παγκόσμιο χάρτη ἡ Ἑλλάδα, μία κουκίδα. Εἶναι ἀπ’ τίς φτωχές, τίς μικρές, τίς ἀγνοημένες πατρίδες. Ἀγνοημένη κι ἀπ’ τά παιδιά της κι ἀπ’ τούς φίλους της κι ἀπ’ τούς προστάτες. Πατρίδα μικρή μέ πολλές χαμένες πατρίδες, πού κόπηκαν ἀπ’ τό σῶμα της μέ βία ἤ προδοσία. Ἡ Ἑλλάδα μέσα στή γῆ εἶναι μόνη της. Κανείς ἄλλος δέν μιλᾶ τή γλῶσσα της, κανείς δέν ἔχει τή φυλή της. Ἡ Ἑλλάδα δέν ἔχει ἀδελφούς λαούς· ἔχει μόνο Πατέρα. Ὄχι ὅτι ὁ Θεός τήν ξεχώρισε στήν ἀγάπη, τήν ξεχώρισε ὅμως στήν ἀποστολή! Σήμερα στήν ἑνωμένη Εὐρώπη, στήν ἔξαρση τοῦ ἐθνικισμοῦ, στό κοινό τραπέζι τοῦ ταραγμένου κόσμου ἡ Ἑλλάδα ἔχει νά φέρει πάνω καί πρίν ἀπ’ ὅλα τήν πιό ἀκριβή πραμάτεια, τό πιό γλυκό τραγούδι, τήν Ὀρθοδοξία. Αὐτήν ἔχει νά δώσει στόν κόσμο, ἡ Ἑλλάδα, πού πέρα ἀπό τό λίκνο πολιτισμοῦ εἶναι ἐδῶ καί αἰῶνες καί λίκνο Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ δόξα, τό μεγαλεῖο, ἡ δύναμή της. Κι αὐτή ἡ μικρή πατρίδα, ὅσο κι ἄν πολεμεῖται, θά ὑπάρχει ὅσο δέχεται τόν ἀληθινό Θεό. Ἄν τόν ἀρνηθεῖ, θά 'χει τή μοῖρα τοῦ ἀσώτου καί τήν κατάντια του.
Οἱ πατρίδες ὕψιστο ἀγαθό ἀλλά ἐπίγειο. Μιά μέρα θά πάψουν πιά νά ὑπάρχουν. Ζώντας μέσα σ’ αὐτές, μέσα στ’ ἀγαθά τους, μήν ξεχαστοῦμε. Σάν ἐκείνους τούς πατριάρχες πού μέσα στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, μέσα στήν πατρίδα τῶν ὀνείρων τους, ζοῦσαν σάν ξένοι καί προσωρινοί λαχταρώντας ἄλλη πατρίδα καλύτερη, τόν οὐρανό.
Ζωή Γούλα
Φιλόλογος
Θαλερές κι ἀμάραντες οἱ δάφνες πού στεφανώνουν τό μνημειῶδες κυπριακό ἔπος 1955-59. Ὁ Ἕλληνας ἔγραψε καί στό παρελθόν λαμπρές ἐποποιίες. Τοῦτο ὅμως τό μεγαλούργημα ἔχει κάτι τό ἰδιαίτερο. Εἶναι ἀποκλειστικό ἐπίτευγμα τῆς κυπριακῆς νεολαίας.
«Μιά χώρα ἀξίζει ὅ,τι ἀξίζει ἡ νεολαία της», διασαλπίζει ὁ ἀρχηγός τῆς ΕΟΚΑ «Διγενής». Καί τό βασανισμένο τοῦτο νησί μπορεῖ νά καυχηθεῖ γιά τά «ἄγουρα» νιάτα του. Μικρά παιδιά τοῦ Δημοτικοῦ, ἔφηβοι τῶν γυμνασιακῶν τάξεων, ἐργατόπαιδα κι ἀγροτόπαιδα, σάν ἄλλοι ἱερολοχίτες, μεθοῦν ἀπό ἐνθουσιασμό καί ρίχνονται στόν ἀγώνα γιά τήν ἀποτίναξη τοῦ ἀγγλικοῦ ζυγοῦ. Μαθητές καί μαθήτριες ἀφήνουν τίς ἀθῶες χαρές τους, τά ὄμορφα παιχνίδια τους, τίς πορεῖες κι ἐκδρομές τους, τήν καλοπέραση κι ἀνεμελιά τους καί κατατάσσονται στήν Ἄλκιμη Νεολαία τῆς ΕΟΚΑ (Α.Ν.Ε.).
Οἱ ἀποικιοκράτες δέν πιστεύουν στά μάτια τους. Τόσα χρόνια δέν ἐφάρμοζαν τό σχέδιο τοῦ Διευθυντῆ τῆς Παιδείας Πάλμερ, γιά νά ἀποχρωματίσουν τούς σκλάβους; Τόν ἀγγλικό ὕμνο δέν τούς δίδασκαν; Ἀπό τήν ἱστορία τους, τό ἔνδοξο παρελθόν τους δέν προσπαθοῦσαν συστηματικά νά τούς ἀποκόψουν; Τίς ἑλληνικές σημαῖες δέν τούς εἶχαν ἀπαγορεύσει; Κι ὅμως στόν ἐθνικό τοῦτο συναγερμό τῆς 1ης Ἀπριλίου 1955 τί θωροῦν; Μαθητικά νιάτα, πού δέν ναρκώθηκαν ἀπό τό βόλευμα, ἀσυμβίβαστα μέ τήν ἀνθελληνική πολιτική τοῦ δυνάστη, νά ὀργανώνουν διαδηλώσεις σέ πόλεις καί σέ χωριά, νά ξεχύνονται στίς πλατεῖες, στούς δρόμους, μέ καθάριο σπινθηροβόλο βλέμμα νά ἀνεμίζουν τίς γαλανόλευκες σημαῖες καί μέ καμάρι νά ψέλνουν γλυκόλαλα τόν ἑλληνικό ἐθνικό ὕμνο, φωνάζοντας μ’ ὅλη τή φλόγα τῆς καρδιᾶς τους τά δίκαια χρόνια αἰτήματά τους, Λευτεριά καί Ἕνωση:
«Δῶστε μας πκιόν στήν Μάνναν μας
τζ’ ἄν ἔνι τζιαί γραμμένον
νά τρῶμεν τό ψουμίν ξερόν
ἄς ἔν τζιαί κλιθθαρένον».
Κι αὐτά τά τρυφερά βλαστάρια, πού μέ τ’ ἁπαλό χάδι καί τό γλυκό φιλί τῆς μάνας μεγάλωναν, δοκιμάζουν πρόωρα τή βαρβαρότητα τοῦ κατακτητῆ. Μέ ἀσπίδες, κράνη, γκλόμπς, δακρυγόνες βόμβες ὁρμᾶ ὁ Ἄγγλος νά χτυπήσει τά παιδιά τοῦ Παγκυπρίου Γυμνασίου τῆς Λευκωσίας. Ἐρεθίζεται ἀπό τή μαχητικότητά τους. Καί στό λιοντάρι πού βρυχᾶται τολμοῦν ν’ ἀντισταθοῦν τά μαθητούδια μέ πέτρες, χαλίκια, κεραμίδια καί μ’ ὅ,τι ἄλλο ἔβρισκαν μπροστά τους. Ποῦ ἔμαθαν αὐτά τ’ ἀγύμναστα, ἀμούστακα παλληκαράκια νά ἔχουν τέτοια ἑτοιμότητα καί μαστοριά, ὥστε τίς δακρυγόνες βόμβες πού τούς πετοῦσαν νά τίς στέλνουν, πρίν ἐκραγοῦν, ἀμέσως πίσω, προξενώντας καταστροφές στίς ἐχθρικές δυνάμεις;
Ἀνελέητες σκηνές ξετυλίγονται. Σέ μιά μαθητική διαδήλωση στή Λευκωσία ἕνας Βρετανός τραβᾶ μιά μαθήτρια ἀπό τά μαλλιά. Ἐνῶ τήν κακοποιεῖ ἀλύπητα μέ τόν ὑποκόπανο τοῦ ὅπλου του, αὐτή γενναῖα ὑψώνει τή φωνή της: «Εἶσαι δειλός. Ἄν εἶσαι ἄντρας, πέταξε τό ὅπλο, βγάλε τό κράνος, ἄφησε τήν ἀσπίδα κι ἔλα νά παλαίψουμε μέ τά χέρια!».
Σέ μιά διαδήλωση διαμαρτυρίας τῶν μαθητῶν τῆς Λάρnακας οἱ «πολιτισμένοι» Ἄγγλοι τούς ἀπαντοῦν μέ δακρυγόνες βόμβες. Μερικά παιδιά χτυποῦν τίς καμπάνες τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, ἄλλα πετοῦν πέτρες κι ἄλλα τρέχουν νά σωθοῦν. Ἕνας στρατιώτης πυροβολεῖ πρός τό μέρος τους. Ἐκεῖνοι σκορπίζουν. Μονάχα ὁ ἑπτάχρονος Δημητράκης Δημητριάδης, ὁ ἀνθοπώλης-μαθητής, μένει νά τούς πολεμήσει. Φτωχό παιδάκι ὁ Δημητράκης μπῆκε ἀπό νωρίς στή βιοπάλη. Σάν τέλειωνε τό σχολεῖο, πουλοῦσε καθημερινά λουλούδια. Μά σήμερα τά παράτησε ὅλα. Ποθεῖ νά κάνει κι αὐτός κάτι γιά τήν πολύπαθη πατρίδα του. Μέ τό τρυφερό χεράκι του σηκώνει πέτρες καί τίς ἐκσφενδονίζει στούς ὁπλισμένους Ἄγγλους, κραυγάζοντας: «Ἕνωση! Ἕνωση!». Ἕνας κρότος ἠχεῖ κι ἡ σφαίρα τόν ρίχνει κάτω θανάσιμα. Τό ἄψυχο κορμάκι του κολυμπᾶ μές στό αἷμα. Πένθιμα χτυπᾶ ἡ καμπάνα τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, διασαλπίζοντας τή θυσία τοῦ μικρότερου ἥρωα τῆς κυπριακῆς ἐποποιίας. Ἀπαρηγόρητη ἡ γιαγιά του στολίζει τό φέρετρο τοῦ ἐγγονοῦ της μέ τά λουλούδια, πού ἔμειναν ἀπούλητα ἐκείνη τή μέρα.
Ἀθάνατα, ἔνδοξα μαθητικά νιάτα τῆς μαρτυρικῆς Κύπρου μας! Ἐσεῖς ἀψηφήσατε κινδύνους, γιά νά μεταφέρετε τήν ἀλληλογραφία τῆς Ὀργάνωσης. Ἐσεῖς ἤ¬σασταν ὁ συνδετικός κρίκος μέ τούς πολεμιστές τῆς πόλεως καί τοῦ βουνοῦ. Ἐσεῖς τίς νύχτες κουβαλούσατε τροφές γιά τούς ἀντάρτες, ἐνῶ τήν ἄλλη μέρα ξεκινούσατε γιά τό σχολειό σας, δίχως νά κινεῖτε τήν ὑποψία τοῦ δυνάστη ἀλλ’ οὔτε καί τῶν γο¬νιῶν σας. Ἐσεῖς παρακολουθούσατε τίς κινήσεις τοῦ ἀντιπάλου καί μέ ταχύτητα εἰδοποιούσατε τούς συμπατριῶτες σας. Οἱ τσάντες σας ἦταν γεμάτες ἀπό προκηρύξεις τῆς ΕΟΚΑ καί πυρομαχικά γιά τόν ἐφοδιασμό τῶν παλληκαριῶν.
Πῶς νά ἐγκωμιάσει κανείς τ’ ἀνδραγαθήματά σας; Ἕνας καθηγητής σας ἔπλεξε τοῦτο τόν ὕμνο πρός τιμήν σας:
«Τί νά σᾶς πῶ γιά Θερμοπύλες,
Μαραθῶνες,
ὅταν τή μάχη δίνετε μέ πέτρες
στήν αὐλή μας;...
Τί νά σᾶς μάθω ἡρωικούς
ἑξάμετρους τοῦ Ὁμήρου,
ὅταν μετρᾶτε λίγα δευτερόλεπτα
κι ὕστερα ρίχνετε τή χειροβομβίδα;...
Τί νά ζητῶ καλλιγραφίες
ἀπό τά χέρια πού ἔσκαβαν
ὅλο τό βράδυ χτές κρησφύγετα;...
Ποιό τραγούδι ὀμορφότερο νά πῶ
ἀπ’ τή σιωπή σας
μπρός στά βασανιστήρια; ....»
Ἑλληνίς
"Ἀπολύτρωσις", Ἰούλ.-Αὔγ. 2005
Δεῖτε ἐδῶ καί κατεβάστε σχετικές παρουσιάσεις, κείμενα καί τραγούδια.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓ. ΚΩΝ/ΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ
ΤΕΤΑΡΤΗ 18 ΜΑΡΤΙΟΥ, 6.00 μ.μ.
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
π. Αὐγουστίνου Γ. Μύρου, Ἡ ἀντίστασι τῆς ἀγάπης
Εὐλογίᾳ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σερβίων καὶ Κοζάνης κ. ΠΑΥΛΟΥ.
Θά μιλήσουν:
Ὁ ἀρχιμ. Νικηφόρος Μανάδης, Ἀρχιερατικὸς Ἐπίτροπος Ἐορδαίας, συγγραφέας.
Ὁ πρωτ. Γεώργιος Μεταλληνός, Ὁμότιμος Καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, συγγραφέας.
Ὁ ἀρχιμ. Γερβάσιος Ραπτόπουλος, Προϊστάμενος τῆς Ὁρθοδόξου Ἀδελφότητος γιὰ τὴν διακονία τῶν φυλακισμένων «Ὁσία Ξένη», συγγραφέας.
Συντονίζει ὁ ἀρχιμ. Χριστοφόρος Ἀγγελόπουλος, πρωτοσύγκελλος Ἱ. Μητροπόλεως Σερβίων καὶ Κοζάνης.
«Ἕνα βιβλίο ποὺ ἀναδεικνύει τὴν ἀντίσταση καὶ τὴν προσφορὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ της, στὰ ἐξαιρετικὰ δύσκολα χρόνια τῆς Γερμανικῆς Κατοχῆς μὲ ἔμφαση στὴ διακονία τοῦ τότε ἱεροκήρυκος, ἀρχιμανδρίτου Αὐγουστίνου Καντιώτη».