Super User

Super User

ΜελάςὉμιλίες, κείμενα, θέατρα, ποιἠματα, παρουσιάσεις, φωτογραφικό ὑλικό, τραγούδια σχετικά μέ τόν Μακεδονικό Ἀγώνα, δεῖτε ἐδῶ.

sotiropoulos 1 Μέ ἀφορμή τό τεσσαρακονθήμερο Μνημόσυνο τοῦ ἀγωνιστοῦ θεολόγου Νικολάου Σωτηροπούλου μεταφέρουμε τόν ἐπικήδειο λόγο πού ἐξεφώνησε στήν ἐξόδιο ἀκολουθία του ὁ ἀρχιμ. Δανιήλ Ἀεράκης:


1. Ἂν ἀφωρισμένος, κατὰ τὴν Καινὴ Διαθήκη, καὶ μάλιστα τὴν ἀποστολικὴ γλῶσσα, εἶναι ὁ διαλεγμένος, ὁ ξεχωριστὸς γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ἐκλεκτὸς διδάχος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ εἰδικὰἐπεσταλμένος γιὰ τὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἂν αὐτὸς εἶναι ἀφωρισμένος, τότε ὁ ἀδελφός μας Νικόλαος Σωτηρόπουλος ἦταν ὄντως ἀφωρισμένος· ἀπὸ τὸν οὐρανὸ βέβαια, ὄχι ἀπὸ τὴ γῆ, ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ βέβαια, ὄχι ἀπὸ ἀνθρώπους.
  Ἦταν ὁ κλητὸς ἀπόστολος καί ἐκλεκτὸς ἱεραπόστολος.
  Ἦταν ὁ «ἀφωρισμένος ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ» (Γάλ. α' 15), σὰν τὸν Παῦλο τὸν ἀπόστολο. Ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του Πολυτίμης, ἦταν ὁ πολύτιμος δοῦλος τοῦ Κυρίου μας ἸησοῦΧριστοῦ.
  Ἦταν ὁ διαλεγμένος ἀπὸ τὸν Χριστό, ὄχι μόνο διότι πρὸ καταβολῆς κόσμου ἦταν σχεδιασμένο νὰ γίνη θεολόγος καὶ κήρυκας θερμός, ἄλλα καὶ διότι ὁ ἴδιος ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἔκανε τὴ μεγάλη τοῦ ἐκλογή. Ἡ καρδιά του καὶ ἡ φωτισμένη του διάνοια ψήφισε“παιδιόθεν” Ἰησοῦν Χριστὸν «ἐσταυρωμένον καὶ ἀναστάντα».
  Ἦταν ὁ ἀφωρισμένος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, μαζὶ μὲ ἄλλους τότε συνηλικιῶτες του, καὶ ἀπεστάλη, ὅπως ὁ Παῦλος καὶ ὁ Βαρνάβας (Πράξ. ιγ' 2) στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου.
2. Ἂν ἀπόστολος καὶ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὁ καλὸς μαθητής, ποὺ στὴ συνέχεια γίνεται διδάσκαλος, τότε ὁ ἀδελφὸς Νικόλαος ἦταν ἀληθινὰ ἀπόστολος Κυρίου. Καὶ κατὰ κόσμον μαθητὴς ἄριστος σὲ ὅλα τὰ γνωστικά ἐπίπεδα, ἄλλα καὶ κατὰ Χριστὸν μαθητὴς γνήσιος καὶ ἐπιμελής του μεγάλου δασκάλου τῆς κηρυκτικῆς καὶ ἱερποστολικῆς τέχνης, τοῦ πατρὸς Αὐγουστίνου Καντιώτου.
Καθίσαμε μαζὶ παρὰ τοὺς πόδας ἐκείνου. Μὰ ὁ Νικόλαος ξεχώριζε. Μαθητὴς τοῦ π. Αὐγουστίνου, μιμητὴς τῆς καθαρῆς ζωῆς του, ἀκροατὴς τῶν μύχιων σκέψεών του, ὑπογραφέας τῶν συγγραμμάτων του, ἀκόλουθος στὰ μαχητικά του  ἴχνη.
3. Ἂν ἀπόστολος εἶναι ὅποιος κοπιάζει ὄχι ἁπλῶς γιὰ τὴν ἐξάπλωσι τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ γιά τὴ διαφύλαξι «τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας», κατὰ τὸν Παῦλο, τότε ὁ Νικόλαος ὑπῆρξε προσεκτικὸς ἀπόστολος Χριστοῦ.
 Κοπίασες, ἀγαπητὲ Νικόλαε, γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο (Φιλιπ. β' 22), τώρα ἀναπαύεσαι ἐκ τῶν κόπων σου.
 Ἀγάπησες τὸ τρέξιμο γιά τὸ εὐαγγέλιο τῆς Ἐκκλησίας· τώρα παίρνεις τὸν ξεχωριστὸ μισθὸ ἐκείνων, ποὺ εἶναι «κοπιῶντες ἐν λόγῳ» (Α' Τιμ. ε' 17).
 Ἐβάστασες τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου «ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων, υἱῶν τε Ἰσραὴλ» (Πράξ. θ' 15) πάνω ἀπὸ πενήντα χρόνια, μέχρι ποὺτὸ σῶμα σου κάμφθηκε καὶ δὲν μποροῦσαν τὰ πόδια σου νὰ τὸ βαστάσουν. Μὰ τώρα βαστάζεις τὸ «βάρος τῆς δόξης» τῆς ἐν οὐρανοῖς.
  Ἀγωνίστηκες, μὲ τὴν ἰδιαίτερη θεολογική σου εὐαισθησία, ἐναντίον τῶν διαστρεβλωτῶν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Ἤσουν ὁ μοναδικὸς νὰ βρίσκης τὰ χωρία, «ἅτινά ἐστι δυσνόητα, ἃ οἱ ἀμαθεῖς καὶ ἀστήρικτοι στρεβλοῦσιν, ὡς καὶ τὰς λοιπὰς Γραφὰς πρὸς τὴν ἰδίαν αὐτῶν ἀπώλειαν» (Β' Πέτρ. γ' 16). Ξεκαθάριζες τὸ νόημα τῶν δύσκολων χωρίων, ἰδίως στοὺς τέσσερις ὀγκώδεις τόμους σου «Ἑρμηνεία δυκόλων χωρίων». Ἀπεδείκνυες λάμπουσα τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως, κατακεραυνώνοντας ἀσεβεῖς, αἱρετικούς, ἄθεους καὶ ἀμοραλιστές.
4.  Ἂν ἀπόστολος εἶναι ὅποιος δίνει ζωντανὴ τὴ μαρτυρία του ὡς δυνατὴ ὁμολογία «ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων», τότε ὁ Νικόλαος ἦταν πραγματικὸς ἀπόστολος. Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἦλθεν «ἵνα μαρτυρήση». Καὶ κάθε πιστός, ἰδίᾳ θεολόγος, ὀφείλει νὰ δίνη τὴ μαρτυρία του.
 Μὰ ἂν γιά τὸν Ἰωάννη τὸ Βαπτιστὴ ὑπῆρξε καὶ ἡ εἰδικὴ καὶ ἔκτακτη καὶ ἔντονη μαρτυρία, ἔτσι καὶ γιά σένα, ἀγαπητὲ Νικόλαε.
 Ἡ λαχτάρα τῆς ἐποχῆς τοῦ Προδρόμου ἦταν ὁ Μεσσίας, ὁ ἀναμενόμενος. Καὶ ἀξιώθηκε νὰ τὸν δείξη, νὰ τὸν φανερώση:
 —Ίδε ὁ ἀμνὸς τὸν Θεοϋ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τὸν κόσμου.
 Ἡ ἀνάγκη τῆς ἐποχῆς μας, ἡ κατ’ ἐξοχήν, ἡ πρώτη ἀνάγκη, εἶναι νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Καὶ σὺ ἔδωσες τὴ μεγάλη Χριστολογικὴ μαρτυρία. Ἔδειξες καὶ ἀπέδειξες, ὅτὶ ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Γιαχβέ.
 —Ἴδε ὁ Ἰησοῦς, ὁ Γιαχβέ!
  Tὸ ὁμώνυμο σύγγραμμά σου θὰ παραμείνη ἀπαράμιλλο στολίδι στὴ θεολογικὴ βιβλιοθήκη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ 20οῦ αἰῶνος.
5. Ἂν ἀπόστολος εἶναι «ὁ προφητεύων», μὲ τὴν ἔννοια τοῦ Παύλου, ὁ βλέπων καὶ κηρύττων, αὐτὸς ποὺ ὅσα ἐσωτερικὰ βλέπει καὶ πιστεύει τὰ μεταλαμπαδεύει καὶ σὲ ἄλλους, τότε ὁ Νικόλαος ὑπῆρξε ὁ φωτισμένος μετασχηματιστὴς τῆς Ἀλήθειας, τῆς ἀτόφιας, τῆς ἀνυπόκριτης, τῆς ἀνεπιτήδευτης Ἀλήθειας.
 -Μικρὴ ἡ σωματική σου ὅρασις, ἀγαπητέ μας φίλε καὶ ἀδελφέ. 'Ἀπὸ μικρὸς μὲ ἕνα μάτι ἔβλεπες, κι αὐτὸ ἀσθενικό. Μικρὴ ἡ ὅρασίς σου ἡ σωματική. Μὰ αὐτὸ δὲν σὲ ἐμπόδισε νὰ ἐντρυφᾶς στὴ Γραφὴ καὶ νὰ τὴν γνωρίζης ὅλὴ ἀπὸ στήθους.
 -Μικρὴ ἡ ὅρασίς σου, ἀλλὰ αὐξημένη ἡ ὅρασις τῆς πίστεως. Μ' αὐτὴ τὴν ὅρασι, πάντοτε ἐνισχυμένη μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔβλεπες δυὸ ὑπερθεάματα: Τὰ μεγαλεῖα της φύσεως καὶ τὸ ἐκμαγεῖο τῆς Γραφῆς. Ἡ πρώτη ὅρασίς σου, αὐτὴ τῆς φύσεως, σὲ ἀνέδειξε σπουδαῖο ἀπολογητή, ἐφάμιλλο ἑνὸς Τρεμπέλα. Ἡ ἄλληὅρασίς σου, ἐκείνη τῆς Γραφῆς σὲ ἀνέδειξε προσεκτικὸ καὶ ἀναλυτικὸ ἑρμηνευτή.
 Γιὰ τὸν ἆθλο σου νὰ μεταφράσης ὅλη τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ νὰ ὑπομνηματίσης τὸ κατὰ Ματθαῖον, τὸ κατὰ Ἰωάννην καὶ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ἡ θεολογοῦσα Ἐκκλησία καὶ ἡ ποιμαίνουσα καὶ ποιμαινομένη Ἐκκλησία ὑποκλίνεται στὸ σκήνωμα τοῦ ἁγνοῦσωματός σου.
 -Μικρὴ ἡ ὅρασί σου ἡ σωματική. Μὰ ἡ συνεχὴς αὐξάνουσα ὁρατότητα τῆς ψυχῆς σου, ἔφθασε ἀπὸ χθὲς στὸ ζενίθ. Βλέπεις δσὰ «εἶδε καὶ ἄκουσε» ὁ ἀγαπημένος σου Παῦλος (Β' Κόρ. ιβ' 4). Βλέπειςὅσα πρὶν καὶ «ἄγγελοι ἐπιθυμοῦσαν παρακῦψαι» (Α' Πέτρ. α' 12). Βλέπεις τὸ ὑπερθέαμα τῆς θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας, «ἃ ὀφθλαμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτὸν»(Α' Κόρ. β' 9).
6. Ἀγαπητέ μας φίλε καὶ ἀδελφέ, ἀγαπητὲ Νικόλαε, ὁμογάλακτε μεγαλύτερε ἀδελφέ, ἡ ἐξουσία τῆς γῆς θέλησε νὰ μὴν παρίστανται σὲ τοῦτο τὸν ἱερὸ χῶρο, χορὸς ἐπισκόπων καὶ πρεσβυτέρων, λευκοντυμένων, γύρω ἀπὸ τὸ ἀκηλίδωτο σκήνωμά σου. Καὶ τί μὲ τοῦτο;
  Δορυφορεῖται τούτη τὴν ὥρα ἡ ὡραία σου θεολογικὴ ψυχὴ ἀπὸ σμῆνος ἀγγέλων.
  Σπεύδουν ἀπὸ τὸ οὐράνιο θυσιαστήριο πρεσβύτεροι, κατὰ τὴν Ἀποκάλυψι, ντυμένοι στὰ λευκά, νὰ ὑποδεχθοῦν τὸ δάσκαλο τοῦ Εὐαγγελίου. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς σὲ ἄκουσαν στὴ γῆ, ὠφελήθηκαν, σώθηκαν.
  Καὶ τώρα Ἐκκλησία τῆς γῆς καὶ Ἐκκλησία τῶν οὐρανῶν σοῦπροσφέρουν τὸ ἀντίδωρο γιὰ τὸ μεγάλο σου Δῶρο, γιὰ τὸ θερμό σου κήρυγμα, ποὺ προσέφερες γιὰ τὴν οἰκοδομὴ τοῦ λαοῦ καὶ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
 Προσέφερες λόγο οὐράνιο. Τώρα ἀπολαμβάνεις δόξα οὐράνια.

 Ἀδελφέ, καλὴ ἀντάμωσι στὴν αἰωνιότητα.

Παρασκευή, 29 Αύγουστος 2014 03:00

ΟΜΙΛΙΑ 1

   Η Μνήμη του ήρωα του Μακεδονικού Αγώνα Παύλου Μελά, που σκοτώθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1904 μας υποχρεώνει να θυμηθούμε την προσφορά και τον αγώνα όλων εκείνων που θυσιάστηκαν για να χαρίσουν σε μας ελεύθερη τη Μακεδονία.
   Όταν λέμε Μακεδονικό Αγώνα εννοούμε το διμέτωπο αγώνα που έκαναν οι Έλληνες (1904-1908) εναντίον των Βουλγάρων κομιτατζήδων και των Τούρκων κατά- κτητών. Σκοπός αυτού του αγώνα ήταν η απελευθέρωση της Μακεδονίας και η ένωσή της με την ελεύθερη τότε Ελλάδα. Ήταν η συνέχεια της εθνικής επανάστασης του 1821.
   Ο αγώνας για την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τους Τούρκους κατέληξε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα σε αγώνα κατά των Βουλγάρων, που θέλησαν να επικρατήσουν στον τόπο μας αρχικά με προπαγάνδα και προσηλυτισμό κι αργότερα με τη βία.
   Μετά τον ατυχή πόλεμο του 1897 οι ελληνική κυβέρνηση απασχολημένη με σοβαρά εσωτερικά ζητήματα είχε εγκαταλείψει την άμυνα του ελληνισμού της Μακεδονίας. Δίσταζε να κάνει οποιαδήποτε κίνηση που θα προκαλούσε την Τουρκία και θα κλόνιζε τη συνθήκη που είχε υπογραφεί. Έτσι από το 1901 ως το 1903 το πεδίο ήταν ελεύθερο για τη δράση των Βουλγάρων, οι οποίοι διατύπωσαν την περίεργη θεωρία ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ανήκαν σε καμία ελληνική φυλή, και ότι η Μακεδονία ήταν δική τους. Προβαίνουν λοιπόν σε δυναμικές ενέργειες που αποβλέπουν στην κατάληψη του Ελληνικότατου Μακεδονικού χώρου. Με μια οργανωμένη προπαγάνδα ανέλαβαν στην αρχή ειρηνική εκστρατεία προσηλυτισμού των κατοίκων της Μακεδονίας στη Βουλγαρική Εξαρχία, δηλαδή στην ανεξάρτητη Βουλγαρική Εκκλησία.
   Όταν όμως διαπίστωσαν με αγανάκτηση ότι οι Μακεδόνες ήταν αδύνατο να αρνηθούν την πατρίδα τους, να ξεκοπούν από τις ρίζες τους, από την πίστη των πατέρων τους, όταν κατάλαβαν καλά ότι δεν έχουν να κάνουν με έναν οποιοδήποτε λαό, τότε αλλάζουν τακτική.  Αναπτύσσουν εξοντωτική δράση που στρέφεται εναντίον όλων κυρίως όμως εναντίον ιερέων γιατρών και  δασκάλων. Σκοπός τους να τρομοκρατήσουν, να εξοντώσουν, να αφανίσουν κάθε δυναμικό ελληνικό στοιχείο. Αδυνατεί πράγματι η γλώσσα προκειμένου να αναφέρει τους φόνους, τις ληστείες, τα βασανιστήρια, τις κατακρεουργήσεις, τους εμπρησμούς των εκκλησιών και των σχολείων, που έκαναν τα στίφη των άγριων κομιτατζήδων Βουλγάρων.
   Όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, άρχισαν μερικοί ντόπιοι ν’ αντιδρούν και να ζητούν ενισχύσεις από την ελεύθερη Ελλάδα. Την εποχή αυτή συμβάλλει τα μέγιστα το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Στέλνει σε καίριες θέσεις, μορφωμένους, αποφασιστικούς και γενναίους ιεράρχες για να σταθμίσουν την κατάσταση και να συμπαρασταθούν αναλόγως στον αγωνιζόμενο και ταλαιπωρημένο Μακεδονικό λαό. Τέτοιοι ήταν ο γενναίος μητροπολίτης Καστοριάς   Γερμανός Καραβαγγέλης, του οποίου η συμβολή στον Μακεδονικό Αγώνα είναι ανυπολόγιστη και ο Χρυσόστομος Καλαφάτης μητροπολίτης Δράμας, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Σμύρνης και εθνομάρτυρας στη συμφορά του 1922.
   Γεγονός με ξεχωριστή σημασία είναι η τοποθέτηση του Ίωνα Δραγούμη στο Προξενείο Μοναστηρίου, στο τέλος του 1902. Εθναπόστολος ο Δραγούμης, από επιφανή οικογένεια Μακεδονικής καταγωγής με το σύνθημα «αν σώσουμε την Μακεδονία η Μακεδονία θα μας σώσει», συνεργάστηκε με τον Μητροπολίτη Καστοριάς και οργάνωσε την εθνική άμυνα με μικρές αντάρτικες ομάδες από ντόπιους, που έδρασαν στην περιοχή μεταξύ Μοναστηρίου και Καστοριάς. Παράλληλα επικοινωνεί με παράγοντες στην Αθήνα όπου ιδρύεται το Μακεδονικό κομιτάτο, μια νέα φιλική εταιρεία, που αναλαμβάνει να βοηθήσει τον αγώνα.
   Στέλεχος βασικό του κομιτάτου ο Παύλος Μελάς με τρεις άλλους αξιωματικούς, στέλνονται στις αρχές του Φεβρουαρίου του 1903 από την Κυβέρνηση για να δουν από κοντά πως έχει η κατάσταση στη Μακεδονία. Τους οδηγούν ο καπετάν Κώτας από τη Ρούλια, ο Παύλος Κύρου από το Ζέλοβο και ο Νίκος Πύρζας από τη Φλώρινα. Είναι οι τρεις αυτοί άνδρες που είχαν έρθει στην Αθήνα για να εκθέσουν στην Κυβέρνηση την κατάσταση του τόπου τους. Γυρίζοντας στην Αθήνα ο Παύλος κατέθεσε την άποψη ότι έπρεπε να οργανωθούν και να σταλούν   αμέσως σώματα και οπωσδήποτε να βγουν στον αγώνα και άλλοι νέοι αξιωματικοί.
   Η κυβέρνηση πείθεται κι έτσι στις 27 Αυγούστου 1904 ο Μελάς ορκίζεται από το Μακεδονικό Κομιτάτο ως γενικός αρχηγός των σωμάτων Μοναστηρίου-Καστοριάς. Σε λίγες μέρες μαζί με το Λάκη Πύρζα και 10 κρητικούς αφήνει την Αθήνα και περνάει τα σύνορα με το πλαστό όνομα Μίκης Ζέζας, ζωέμπορος, για να μη γίνει αντιληπτός από τις τουρκικές αρχές.
   Οι δυσκολίες που συναντά είναι απερίγραπτες, αλλά η αγάπη του για τη Μακεδονία, η πίστη και η αφοσίωσή του στον αγώνα που ανέλαβε, τον κάνουν να τις υπερνικά και συγχρόνως να ενισχύει τους συντρόφους του.
   Γράφει στη γυναίκα του: «αισθάνομαι μία δύναμη μέσα μου που με ωθεί διαρκώς προς τη Μακεδονία».
   Αλλού πάλι γράφει: «Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα με όλη την ψυχή και με την ιδέα ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω, Είχα και έχω την ακράδαντη πεποίθηση ότι μπορούμε να εργαστούμε στη Μακεδονία και να σώσουμε πολλά. Με την πεποίθηση αυτή θεωρώ καθήκον μου να θυσιάσω το παν για να πείσω την κοινή γνώμη. Είμαι βέβαιος ότι ενός ανδρός το αίμα αν ποτίσει το χώμα της Μακεδονίας θα ξυπνήσουν όσοι κοιμούνται, θα ενθαρρυνθούν οι τρομοκρατημένοι, θα φυτρώσουν στην ευγενική γη εκδικητές και σωτήρες».
   Το ημερολόγιο και οι επιστολές του Π. Μελά, ιστορικά κειμήλια πολύτιμα κι ανεπανάληπτα, περικλείουν λεπτομέρειες για τα συναισθήματά του αλλά και για τις δυσκολίες που συναντούσαν, που κόβουν την ανάσα από αγωνία, συγκίνηση,  γλαφυρό τητα και ενάργεια. Γράφει στις 8 Μαρτίου 1904: «Όταν εξεκινήσαμεν ήτο σκότος βαθύ. οι οδηγοί αμφέβαλλαν και πάλιν περί του δυνατού της πορείας Αλλ’ επειδή επεμένομεν, υπήκουσαν. Μόλις όμως διήλθομεν εις το σκότος την επικίνδυνον τουρκικήν ζώνη αμέσως, ως δια μαγείας, τα πυκνά νέφη διελύθησαν και η σελήνη και τα άστρα μας εφώτισαν τον φοβερώτατον δρόμον, τον οποίον επί 3 ώρας ηκολουθήσαμεν δια μέσου παρθένων δασών, κρημνών, ανωφερειών και λοιπών. Ναι, Νάτα μου, επιστεύσαμεν όλοι, με όλην την ψυχήν μας, ότι ο Θεός εκείνην την στιγμήν ευλόγει το έργον μας και δια των αστέρων του εφώτιζε τον δρόμον μας. Η πεποίθησις αύτη μας έδωκε δυνάμεις υπερανθρώπους και, χωρίς να το εννοήσωμεν σχεδόν, εβαδίσαμεν επί 9 ώρας, έκαστος φέρων βάρος 15-20 οκάδων. Τας δυσκολίας τας οποίας υπερνικήσαμεν, δεν ημπορώ να σου τας περιγράψω. Εις κάθε βήμα εκινδυνεύσαμεν να πέσωμεν ή να χάσωμεν τα μάτια μας από τους κλάδους των δέντρων [..…..]. Το ψύχος είναι δριμύτατον. Τα πόδια μας παγωμένα, διότι η πυκνοτάτη δρόσος επάγωσε και περιπατούμεν επί πάγου. Πίπτομεν ημιθανείς σχεδόν, τυλισσόμενοι εις την κάπαν μας. Εν τούτοις είναι περίεργον ότι τα βασανιστήριά μας τώρα μόνον τα ενθυμούμεθα. Όταν τα υφιστάμεθα, ο νους μας όλων ήτο εις την Μακεδονίαν!».

   Για τον πολύ κόσμο ο Παύλος Μελάς είναι μια φυσιογνωμία που την καλύπτει η αχλύ του παρελθόντος. Όμως δεν είναι μυθικό πρόσωπο. Οι απόγονοί του κυκλοφορούν ανάμεσά μας, σεμνοί, απλοί, φορτωμένοι με μια κληρονομιά πολύτιμη όσο και μοναδική. Κι ο ίδιος παραμένει φωτεινό παράδειγμα ενός ανθρώπου όπως ο καθένας από εμάς, που άκουσε τη φωνή της συνείδησής του και αγωνίσθηκε «για να μην καταστρέψουν οι Βούλγαροι τον τρόπο του σκέπτεσθαι και του αισθάνεσθαι που λέγεται Ελληνισμός».

   Αυτός ο ήρωας που αλώνισε τη Μακεδονία ενισχύοντας ηθικά και υλικά τους κατατρεγμένους και καταπιεσμένους Έλληνές, οργανώνοντάς τους και διδάσκοντάς τους, με πληγές στα πόδια και την αγωνία στην ψυχή για την έκβαση της αποστολής του, αναρωτιέται: «Δεν φαντάζεσαι την κατάστασίν μου την ψυχικήν. Θέλω και πρέπει να μείνω εδώ αλλ’ ο πολυτάραχος και σχεδόν άγριος βίος μου με κάμνει να νοσταλγώ τον ήσυχον και γλυκύν οικογενειακόν βίον. Και εδώ έχω τας ικανοποιήσεις μου και εκεί την ευτυχίαν μου. Αλλ’ εδώ με κρατεί επί πλέον το καθήκον και προ πάντων αι υποχρεώσεις ας ανέλαβα. Αισθάνομαι ότι θυσιάζομαι, αλλά τουλάχιστον θα κατορθώσω τίποτε;» Σε άλλη περίπτωση φρικιά στη σκέψη των ζοφερών προοπτικών: «Τρέμω και συγκινούμε σκεπτόμενος ότι εγώ, ο οποίος ουδέ μύγαν εσκεμμένως εσκότωσα ποτέ, από αύριον θα φονεύσω, θα δολοφονήσω ίσως και ανθρώπους ακόμη. Τρέμω, αλλ’ ανυπομονώ να το κάμω». Δεν αλλοτριώνεται, γνωρίζει το καθήκον του, το επιτελεί αλλά το μυαλό του είναι και σε ένα άλλο επίπεδο στην οικογένειά του, στη Ναταλία, στα παιδιά του, την οικογένεια Δραγούμη: «Χαίρε, αγάπη μου, μη με σκέπτεσαι πλέον εμένα, αλλ’ ευχήσου δια την επιτυχίαν της αγίας αποστολής μας. Φίλησε την μητέρα μου και τους αδελφούς μου, ως επίσης όλην την αγίαν ελληνικήν και χριστιανικήν οικογένειάν σου…..Τα παιδιά φιλώ και ευλογώ».
   Δεν είναι κραυγαλέο το έργο του Μελά αλλά σεμνό και τίμιο. Το διαποτίζει όμως απεριόριστο μεγαλείο, που συμπυκνώνεται σε μια τελευταία δραματική ενέργεια, παρακαταθήκη και κληρονομιά όχι μόνο στους δικούς του αλλά στο έθνος ολόκληρο. Λαβωμένος θανάσιμα σε σύγκρουση με Τούρκους στη Στάτιτσα, κάλεσε τον φίλο και συνεργάτη του Πύρζα και του είπε: «Το σταυρό να τον δώσεις στη γυναίκα μου και το τουφέκι, όπως σου είπα, του Μίκη(του γιου του). Και να τους πεις, ότι το καθήκον μου έκαμα».
   Τη συγκλονιστική εντύπωση από το θάνατο του Παύλου Μελά την έκλεισε ο Ποιητής μας Κωστής Παλαμάς στους παρακάτω στίχους:

Σε καίει λαός. Πάντα χλωρό να σειέται το χορτάρι
Στον τόπο που σε πλάγιασε το βόλι, ω παλικάρι.
Πανάλαφρος ο ύπνος σου. Του Απρίλη τα πουλιά
Σαν του σπιτιού σου να τα’ κους λογάκια και φιλιά
Και να σου  φτάνουν του σκληρού χειμώνα οι καταρράχτες
Σαν τουφεκιού αστραπόβροντα και σαν πολέμου κράχτες.
Πλατιά του ονείρου μας η γη και απόμακρη.
Και γέρνεις εκεί και σβεις γοργά.
Ιερή στιγμή. Σαν πιο πλατιά τη δείχνεις,και τη φέρνεις σαν πιο κοντά!
   Ο θάνατος του έγινε ύμνος και τραγούδι. Όλη η Μακεδονία έκανε το όνομά του θρύλο και σύνθημα γενικού ξεσηκωμού. Το τέλος του έγινε αρχή γενικού συναγερμού. Το παράδειγμά του ακολούθησαν απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδος κι άλλοι αξιωματικοί κι εθελοντές, όπως ο Κων/νος Μαζαράκης, ο λοχαγός Μωρΐτης, ο Τέλος Άγρας, ο Κω/νος Γαρέφης ο Ιωάννης Δεμέστιχας και πολλοί άλλοι, που αγωνίστηκαν με τη σειρά τους και πολλοί έδωσαν και τη ζωή τους για να πετύχουν το μεγάλο σκοπό: Να μας χαρίσουν τη Μακεδονία.
   Χρέος μας είναι ν’ αγρυπνούμε κι αν χρειαστεί με αγώνες να την υπερασπιστούμε και  να την διαφυλάξουμε ελεύθερη όπως μας την παρέδωσαν!
 

Πέμπτη, 03 Οκτώβριος 2019 03:00

Τό Κατηχητικό, θεσμός ἱερός

  xristos eulogei paidia Βρισκόμαστε, λοιπόν, καί πάλι μπροστά στά παιδιά. Κατηχητές καί κατηχήτριες ἀποδυόμαστε αὐτές τίς μέρες σ’ ἕναν σκληρό ἀγώνα, γιά νά δοκιμάσουμε μιά πικρή ἐμπειρία. Ἀγωνιζόμαστε νά ἑλκύσουμε καί νά συμμαζέψουμε μετά ἀπό ἕνα μακρύ καί ἐπικίνδυνο καλοκαίρι ὅσα παιδιά θυμοῦνται ἀκόμη μέ ἀγάπη τήν Ἐκκλησία. Καί πικραινόμαστε, καθώς βλέπουμε ἄλλα νά μᾶς ἀποφεύγουν, γιατί χέρι κακό κούρσεψε τούς θησαυρούς τους καί ντρέπονται, ἄλλα νά μᾶς περιφρονοῦν, γιατί λόγια πλάνα ξεγέλασαν τήν καρδιά τους καί τήν σκλάβωσαν, κι ἄλλα νά ἀδιαφοροῦν, γιατί κανείς ποτέ δέν τούς εἶπε πόσο ἀνάγκη ἔχουν ἀπό Χριστό.
   Ἐξομολογούμαστε ὅμως καί τήν καρδιόβγαλτη εὐχαριστία μας καί δοξολογία πρός τόν Κύριο γιά τό μικρό ἀλλά ἐκλεκτό ποίμνιο πού μᾶς χαρίζει. Εἶναι τά παιδιά πού δέν ἔκαναν διακοπές ἀπό τόν Θεό, ἀλλά μέ τήν κατασκήνωση, τήν ἀλληλογραφία, τίς συχνές συναντήσεις, τόν ἐκκλησιασμό καί τήν μυστηριακή ζωή, διατήρησαν τόν ἐνθουσιασμό τους, φύλαξαν τήν πίστη καί τήν ἁγνότητά τους, καί μᾶς χαροποιοῦν τώρα μέ τήν ἐν Χριστῷ χαρά τους. Ἡ ἀπογοήτευση δέν μπορεῖ νά μᾶς ἀγγίξει, ὅταν τό βλέμμα μας ἀγκαλιάζει τίς συντροφιές τους· ἡ ἐλπίδα εἶναι τό καθεστώς τῶν καρδιῶν μας. Ἀλλά δέν παύουμε νά ἀνησυχοῦμε.
   Ὅσοι ἀγαποῦμε τό παιδί καί ἀσχολούμαστε μαζί του, ἀγωνιοῦμε. Βλέπουμε τήν κοινωνία μας καί τόν πολιτισμό μας νά ἐξαπολύουν φίδια φαρμακερά, πού δαγκώνουν καί δηλητηριάζουν τήν ψυχή του· τά παιδιά μας σφαδάζουν ἀπό τούς πόνους καί παραμορφώνονται ἀπό τίς τοξίνες. Ἡ ἁμαρτία γύρω τους ὑψώνει κύματα, πού τά χτυποῦν μέ λύσσα κι ἀνοίγουν στόματα μαῦρα νά τά καταπιοῦν· τό καραβάκι τους δέν ἀντέχει στή θύελλα. Ποῦ εἶναι τό ἀντίδοτο, πού θά τά σώσει ἀπό τή δηλητηρίαση; Ποῦ εἶναι τό λιμάνι, πού θά τά ἀσφαλίσει ἀπό τήν τρικυμία; Ἡ πεῖρα δέν ἔχει ἄλλο νά δείξει ἀπό τό κατηχητικό σχολείο. Γιατί ἐκεῖ θά συναντήσουν τόν Χριστό, πού θά τά ἡμερώσει μέ τόν λόγο του. Ἐκεῖ θά βροῦν τήν Ἐκκλησία, πού θά τά προστατεύσει μέ τή θεία χάρη. Τό κατηχητικό εἶναι τό ἀντίδοτο καί τό λιμάνι, εἶναι ὁ ἀντίποδας κάθε καταλυτικῆς ἐνέργειας τοῦ κόσμου σέ βάρος τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ.
   Ἀλλά δέν ἀντιπροσωπεύει μόνο τήν ὑγιᾶ ἀντίσταση. Τό κατηχητικό ἔχει νά προσφέρει στά παιδιά κάτι περισσότερο ἀπό τήν ἰατρεία καί τήν ἀσφάλεια. Τά μαθαίνει τή γλῶσσα τοῦ Θεοῦ. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι μπορεῖ νά γνωρίζουν τίς γλῶσσες καί τοῦ πιό ἄγνωστου λαοῦ, ἀγνοοῦν ὅμως τή γλῶσσα τοῦ Θεοῦ. Δέν μποροῦν νά τοῦ μιλήσουν, δέν ξέρουν νά συνεννοηθοῦν μαζί του. Κι ἀλίμονο! Δέν τόν καταλαβαίνουν πιά. Ὁ Πατέρας ἔγινε ξένος, κι ἐμεῖς βάρβαροι γι’ αὐτόν. Ἔτσι χάσαμε τή χαρά μας· ἡ καρδιά μας πάγωσε, ἡ σκέψη μας σάπισε, δέν ἔχουμε ἐπαφή μέ τή Ζωή καί τήν Ἀλήθεια. Γιατί νά στερήσουμε ἀπό τά παιδιά αὐτήν τή μόνη εὐκαρία πού τά προσφέρεται, γιά νά χτίσουν τή ζωή τους σέ μιά συνεργασία μέ τόν Θεό; Τό κατηχητικό θά τά μάθει πῶς νά ἐπικοινωνοῦν μαζί του. Εἶναι τό σχολεῖο πού διδάσκει τήν ἱστορία καί τό θέλημά του, ἰνστιτοῦτο ἐκμάθησης τῆς γλώσσας τοῦ Θεοῦ.
   Ἀλλά εἶναι ἀκόμη καί τό φροντιστήριο πού ἐκπαιδεύει πῶς νά συνδέουμε τά καλώδιά μας μέ τόν οὐρανό, πῶς νά στήνουμε γέφυρες, γιά νά περνᾶμε στή χώρα τοῦ Θεοῦ, πῶς νά μπαίνουμε στή συχνότητά του, νά τόν ἀκοῦμε καί νά τοῦ μιλᾶμε. Πέρα ἀπό τή γνώση τοῦ Θεοῦ, τό καταπληκτικώτερο, αὐτό πού δέν μπορεῖ νά τό λογαριάσει ὁ κόσμος μέ τήν ἐπιστήμη του καί τή σοφία του, εἶναι ὅτι τό κατηχητικό δίνει τήν εὐκαιρία καί μαθαίνει τόν τρόπο νά γίνουμε ἐδῶ στή γῆ πολῖτες τοῦ οὐρανοῦ, νά ζήσουμε στήν πραγματικότητα αὐτοῦ τοῦ κόσμου τά ὑπερφυσικά καί ἀόρατα, νά προγευθοῦμε ἀπό τώρα, μέ μιά ἕκτη αἴσθηση τά μελλούμενα. Ἡ ἄρνηση ζητᾶ ἀποδείξεις γιά ὅλα αὐτά. Ἡ πίστη προβάλλει κάτι πολύ περισσότερο ἀπό θεωρητικούς συλλογισμούς· μιά ἐμπειρική μαρτυρία. Ἡ εἰρήνη καί ἡ γλυκύτητα, πού νιώθουν οἱ καρδιές κοντά στόν Χριστό καί πού δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τό στιγμιαῖο «γαργάλισμα» χαρᾶς τοῦ κόσμου, εἶναι τό σπουδαιότερο μάθημα τοῦ κατηχητικοῦ στά παιδιά. Ἐκεῖ δέν θά ἀκούσουν μόνο λόγια· θά μάθουν ἐπίσης νά ζοῦν ἀληθινά τό τώρα καί τό πάντοτε.
   Γι’ αὐτό ὅμως χρειάζεται πολλή δουλειά, πολύς κόπος, πολύς ζῆλος, πολλή προσευχή. Καί πρῶτα-πρῶτα νά ἀναγνωρίσουμε τούς ἐχθρούς. Σήμερα τό κατηχητικό βάλλεται κυρίως ἀπό μιά σατανική φιλοσοφία, πού ἐμφιλοχωρεῖ σ’ ὅλων τῶν τάξεων τούς ἀνθρώπους, καί σ’ αὐτούς ἀκόμη τούς θρησκευτικούς καί ἐκκλησιαστικούς, καί ὑπαγορεύει μιά στάση ἀρνητικῆς κριτικῆς ἀπέναντι σ’ αὐτόν τόν ἱερό θεσμό. Ἁμφισβητοῦν τή σημασία του, ἐνοχλοῦνται ἀπό τό ὄνομα καί τό σχῆμα του, ἀλλά στήν πραγματικότητα κομπλεξάρονται ἀπό τήν προσωπική τους ἀδυναμία νά ζήσουν τό μεγαλεῖο καί τόν ἡρωισμό τῆς πίστεως. Βάλλεται ἀκόμη τό κατηχητικό ἀπό τόν Τύπο μέ κακόβουλες ὅσο καί ψεύτικες «ἔρευνες», πού ἀποπροσανατολίζουν τήν κοινή γνώμη, ἀπό τό σχολεῖο μέ τούς ἀσυνείδητους καί διεστραμμένους δασκάλους, ἀπό τήν οἰκογένεια μέ τούς ἀπληροφόρητους καί προκατειλημμένους γονεῖς, ἀπό τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία ἐπίσης, πού εἴτε ἀδιαφορεῖ ἀπορροφημένη στό διοικητικό ἤ τελετουργικό της φόρτο, εἴτε χρησιμοποιεῖ ἀνεξέλεγκτα πρόσωπα ἀνίκανα ἤ ἀδόκιμα γιά τήν κατήχηση.
   Πῶς νά ἀντιμετωπίσουμε ὅλους αὐτούς τούς φοβερούς ἀντιπάλους; Ἀδελφοί μου, ὁ πιό μεγάλος μας σύμμαχος εἶναι τά «ὀψώνιά» τους, πού εἶναι θάνατος, τά «κεράτια» πού δίνουν καί πού δημιουργοῦν πεῖνα γιά τήν ἀληθινή ζωή. Ὁ σάλος καί ὁ σεισμός μέσα στόν ψυχικό κόσμο τῶν παιδιῶν εἶναι ὁ δείκτης τῆς συμβολῆς τους. Τά χαρούμενα καί φωτισμένα πρόσωπα τῶν μαθητῶν τοῦ κατηχητικοῦ εἶναι ὁ δείκτης τῆς δικῆς του προσφορᾶς. Ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης ὁδηγεῖ στά ναρκωτικά κι αὐτά στήν αὐτοκτονία· ἀλλά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀναβλύζει ζωή. Ἡ ἀπώλεια τῆς ἀλήθειας παράγει τίς ψευτοφιλοσοφίες κι αὐτές τό ἄγχος· ἀλλά ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ ἐνσταλάζει εἰρήνη. Ὁ νέος κόσμος πού ἀνοίγει τό κατηχητικό μπροστά στά μάτια τῶν παιδιῶν μας κρίνει καταδικαστικά τόν παλιό. Αὐτό δέν μποροῦν ὅμως νά τό ἀξιολογήσουν ὅλοι. Χρειάζεται νά σαλπίσουμε ἐκστρατεία ἐνημερώσεως, νά καλέσουμε σέ συνεργασία ὅσους εἰλικρινά ἀγαποῦν τό παιδί. Μιά κοινή προσπάθεια γονέων, διδασκάλων, κατηχητῶν καί ἱερέων δέν μπορεῖ νά μείνει ἄκαρπη. Ὅταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ βρεῖ τόν δρόμο μέχρι τήν καρδιά μας, ἔχει τή δύναμη, σάν τό σπόρο, νά ἀναστηθεῖ μέσα μας μόνος του· «αὐτομάτῃ γάρ ἡ γῆ καρποφορεῖ» (Μρ 4,28)· ἡ ἀγάπη θά ἐφεύρει τρόπους γι’ αὐτό, ὁ ἐνθουσιασμός θά ξεπεράσει κάθε ἐμπόδιο καί ἡ ἀγωνία θά ὑψώσει πύρινη τήν προσευχή μας στόν Κύριο. Καί ὁ Κύριος δέν θά μᾶς ἀρνηθεῖ τήν εὐλογία του. Κι ἄν χίλιοι μᾶς πολεμοῦν στό ἔργο τῆς κατηχήσεως, «Μείζων ἐστίν ὁ ἐν ἡμῖν ἤ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ» (Α’ Ἰω 4,4). Μαζί του θά βροῦμε καί θά φέρουμε στήν Ἐκκλησία τίς ψυχές πού σημάδεψε γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τήν σωτηρία.

Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 36 (1981) 129-127

Τρίτη, 16 Σεπτέμβριος 2014 03:00

Προβληματισμοί πάνω σέ μία ἔρευνα

  Father and Son-cΖοῦμε σέ ἕναν πολιτισμό πού ἐλαχιστοποιεῖ τόν ρόλο τῶν ἀνδ­ρῶν, ἀπορρίπτει τήν ἀξία τῶν πατέρων καί γενικά τείνει νά θεωρεῖ τό ἀνδρικό φύλο ὡς περιττό. Ὅλα αὐτά ἀπορρέουν ἀπό τό φε­μινιστι­κό κίνημα, πού ξεκίνησε στό τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 1960. Εἶναι διάχυτη ἡ σκέψη ὅτι οἱ γυναῖκες μποροῦν νά κάνουν τά πάντα -ὅσα ἕνας πατέρας σέ μία οἰκογένεια- καί ὅτι οἱ ἄνδρες εἶ­ναι λίγο-πολύ «ξεπερασμένοι». Δυστυ­χῶς, κάποιοι προχωροῦν ἀκόμη πα­ραπέ- ­ρα, ἐνισχυόμενοι ἀπό τήν ἐπι­­στήμη τῆς τεχνητῆς γονιμοποίη­σης: μία γυναί­κα δέν χρειάζεται τόν ἄνδρα, γιά νά ἱκανοποιήσει τό μητρικό της φίλτρο. Χρειά­ζεται μό­νον τό σπέρμα του!
  Ἔρχονται ὅμως κάποιες μελέτες-ἔ­ρευνες πού τά ἀποτελέσμα­τά τους τελείως ἀπροσδόκητα μᾶς ξα­φνιάζουν, μᾶς ξυπνοῦν ἀ­πό τόν λήθαργό μας καί μᾶς θέτουν πρό τῶν εὐθυνῶν μας. Μᾶς ἀναγκάζουν, ἑκόντες ἄκοντες, νά ἀνα­θε­ωρήσου­με παγιωμένες θέσεις καί ἀν­τι­λή­ψεις, ἄν ὄντως εἴμαστε τέκνα τοῦ Θε­οῦ καί ἐπιθυμοῦμε τήν εὐτυχία τῶν παιδιῶν μας καί ὄχι τήν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν μας.
  Μία τέτοια ἔρευνα-μελέτη πρα­γμα­τοποιήθηκε τήν τελευταία δεκαετία ἀ­πό τήν ἐλβετική κυβέρνηση μέ τή χρη­­μα­τοδότηση τῆς Εὐ­ρωπαϊκῆς Ἕνωσης. Ἡ μελέτη ἀπο­καλύπτει ὅτι «ἡ θρησκευτική πρα­κτι­κή τοῦ πατέρα στήν οἰκογένεια εἶναι αὐτή πού καθορίζει πάνω ἀπ᾽ ὅλα τή συμμετοχή τῶν παιδιῶν στήν Ἐκκλησία ἤ τήν ἀπομάκρυνσή τους ἀπ᾽ αὐ­τήν».
  Τά ἀποτελέσματα τῆς ἔρευνας:
•Ἐάν ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα εἶ­ναι συνειδητά μέλη τῆς Ἐκκλησίας,
τό 33% τῶν παιδιῶν τους θά γίνουν συνειδητά μέλη,
τό 25% τῶν παιδιῶν τους θά ἀδιαφορήσουν.
•Ἐάν ἡ μητέρα εἶναι συνειδητό μέ­λος καί ὁ πατέρας ἀδιάφορο,
τό 2% τῶν παιδιῶν τους θά γίνουν συνειδητά μέλη,
τό 60% τῶν παιδιῶν τους θά ἀδιαφορήσουν.
•Ἐάν ὁ πατέρας εἶναι συνειδητό μέ­λος καί ἡ μητέρα ἀδιάφορο,
τό 44% τῶν παιδιῶν τους θά γίνουν συνειδητά μέλη,
τό 34% τῶν παιδιῶν τους θά ἀ­δια­φορήσουν.
  Πολλοί πιστεύουμε ὅτι οἱ γυναῖ­κες εἶναι οἱ «κυρίαρχοι γονεῖς» καί οἱ ἄν­δρες λίγο πολύ «δευτερεύοντες». Οἱ παραπάνω ὅμως ἀ­ριθμοί δέν τό ἐπιβε­βαι­ώνουν. Συγ­κρίνεται τό 2% μέ τό 44%; Καί δέν εἶναι ἡ μοναδική μελέτη-ἔ­ρευ­να!
  Ὁ καθηγητής τῆς κοινωνικῆς ἐργασίας Vern Bengtson τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Νότιας Καλιφόρνι­ας στό πρόσφα­το βιβλίο του «Οἰ­κογένειες καί Πίστη: Πῶς ἡ θρησκεία περνᾶ ἀπό γενιά σέ γε­νιά» ἐρευνᾶ καί ἐξετάζει ἐδῶ καί τρι­αν­ταπέντε χρόνια τίς θρησκευτικές πεποι­θήσεις καί τίς πρακτικές περισσότερων ἀπό 3.500 παππούδων, γιαγιάδων, γονιῶν, ἐγγονῶν καί δισέγγονων. Τά ἀ­ποτελέσματα ἐπιβεβαιώνουν τήν ὡς ἄνω μελέτη. Σέ συν­έν­τευξή του, ὅταν ρωτήθηκε νά ἐξηγήσει τό γεγονός πῶς ὁρισμένοι γονεῖς ἐπιτυγχάνουν νά μεταδώσουν τήν πίστη τους στά παιδιά τους, ἐνῶ ἄλλοι δέν τά καταφέρνουν, ἀπάντησε:
  «Μία ἀρκετά προφανής παράμετρος, περισσότερο ἐμφανής ἀπ᾽ ὅ,τι περίμενα, ἐντοπίζεται στούς γονεῖς πού παρέχουν πρότυπα. Ἄν οἱ γονεῖς δέν εἶναι συνεπεῖς, τά παιδιά δέν θά ἔχουν θρησκευτικά πρότυπα νά μιμηθοῦν. Μέ ἄλλα λό­για, μή στέλνετε τά παιδιά σας στήν ἐκκλησία, φέρτε τα οἱ ἴδιοι.
Μία ἄλλη διαπίστωση εἶναι ἡ ποιότητα τῆς σχέσης μεταξύ γο­νέα καί παιδιοῦ, ἡ ὁποία ἐπηρεά­-ζει τήν πραγμάτωση τῆς ἐπιτυχίας ἤ μή στή μετάδοση τῆς πίστης. Αὐτό πού πράγματι ἐνδιαφέρει  γιά τή θρη­σκευ­τική μετάδοση εἶ­ναι ὁ στε­νός δεσμός τοῦ παιδιοῦ μέ τόν πατέρα• μετράει περισσότερο ἀπό τή στε­νή σχέση μέ τή μητέρα. Οἱ ζεστοί καί θετικοί γονεῖς, κυρίως οἱ πατέρες, τείνουν νά εἶναι οἱ πιό πετυχημένοι».
  Ἡ πλειονότητα τῶν κοινωνιολόγων θεωρεῖ φυσικό γιά τούς ἀν­θρώπους -πο­λύ περισσότερο μά­λιστα γιά τά μικρά παιδιά- νά ἀντιλαμβάνονται τόν Θεό ὡς μία πα­τρική μορφή στή ζωή τους. Ἐάν ὁ πατέρας τά φροντίζει, ἔχει ὑ­πο­μο­νή, ἀνησυχεῖ, πιστεύουν πώς καί ὁ Θεός ἔχει τά ἴδια χαρακτηριστικά. Καί τό ἀντίθε­το συμβαίνει, ὅταν ὁ πατέρας εἶναι αὐ­ταρχικός, σκληρός, βίαιος, ἐπικριτικός, ἄτεγκτος ἤ ἀπών. Ἀκόμη καί ἄν τά παιδιά διανοητικά ἀποδέχονται ὅτι ὁ Θεός εἶ­ναι δίκαιος, ὑπομονετικός, τρυ­­φερός καί εὐγενικός, εἶναι πο­λύ δύσκολο γι᾽ αὐτά νά συνδεθοῦν στενά καί βαθιά μα­ζί του, ἄν ὁ πατέρας τους δέν ἔχει τά ἴ­δια χαρακτηριστικά. Ἀνάλογα καθορί­ζουν τή στάση τους ἀπέναντί του. Ἀντιλαμβάνεται κανείς τό μέγεθος τῆς εὐ­θύνης τοῦ γονιοῦ-πατέρα ἀπέναντι στό παιδί του!
  Ἡ Eliza Zhai Autry, κοινωνιολόγος τῆς Θρησκείας, σέ σχετική ἔ­ρευ­να γιά τή θρησκευτικότητα τῶν παιδιῶν πού προέρχονται ἀπό διαζευγμένες οἰκογένειες διαπιστώνει ὅτι ἡ ἐπιρροή τοῦ πατέρα εἶναι κρίσιμη καί καθορίζει ἄν τά παιδιά ὡς ἐνήλικες θά δραστηριοποιη­θοῦν στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. «Ἡ ἐ­πιρροή τῶν πατέρων εἶναι μοναδική καί ζωτικῆς σημασίας. Ἡ ἐ­πιρροή τῆς μητέρας εἶναι σταθερή. Εἶναι πάντα ἐκεῖ. Ἀλλά κατά κάποιο τρόπο αὐτό δέν εἶναι ἀρκετό». Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τίς φυσιολογικές οἰκογένειες, παρατηρεῖ ἡ Autry, μέσα στίς ὁποῖες τά παιδιά προσ­βλέπουν καί στούς δύο γονεῖς, στόν πατέρα καί στή μητέρα, ὡς πρότυπα πρός μίμηση. Ὡστόσο τά ἴδια μποροῦν νά διαμορφώσουν τή δική τους προσωπικότητα καί ὡς πρός τό θέμα τῆς πίστεως.
  Καθώς ὅμως ὁ δυτικός πολιτισμός συνεχίζει νά ὑποτιμᾶ τούς ἄν­δρες ὅλο καί περισσότερο καί ὅσο οἱ ἄνδρες θά ἐπιλέγουν νά ἀναλαμβάνουν λιγότερο ἐνεργό ρόλο στή ζωή τῶν παιδιῶν τους, τά κοινωνικά δεινά θά συνεχίζουν νά αὐ­ξάνονται. Ἡ ἀπουσία τοῦ πατέρα δημιουργεῖ ἕνα δράμα στή ζωή τοῦ παιδιοῦ, ἕνα κενό στήν ψυχή του, μία πληγή ἀθεράπευτη, ἕνα τραῦ­μα• «πατρική πεί­να» (father hunger) ὀνομάζεται στήν ψυχολογία καί εἶναι μία ἀγωνιώδης ἀ­να­ζήτηση πατρικοῦ προτύπου. Τήν πεί­να αὐτή μπορεῖ νά τή στομώσει μόνο τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου, πού ἀφειδώλευτα προσφέρει στά παιδιά του ἡ ἀσύνορη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα μέ­σῳ τῆς θυσίας τοῦ Υἱοῦ του. Διαφορετι­κά «ἡ πατρική πεί­να» θά τρώει τά σω­θικά τῶν παιδιῶν κάθε ἡλικίας, θά τά ὁδηγεῖ σέ ἐπικίνδυνες, σκοτεινές καί ἄνυδρες ἀτραπούς καί τότε «ἐκλείψουσιν αἱ παρθένοι αἱ καλαὶ καὶ οἱ νεανίσκοι ἐν δίψει» (Ἀμώς 8,13).

Ἀθ. Γκάτζιος
Παιδαγωγός

Τρίτη, 16 Σεπτέμβριος 2014 03:00

Προσμένουνε τήν ὥρα

papous-c Στόν τόπο μου τό καλοκαίρι βαστᾶ μέ­χρι πού νά ᾽βγει καί ὁ Σεπτέμβης, μά ὅλοι τό ξέραμε πώς στήν οὐ­σία στά τέλη τ’ Αὐ­γούστου τέλειω­νε. Ὁ Σεπτέμβρης, ὅσο ζεστός κι ἄν ἦ­ταν, δέν ἦταν καλοκαίρι. Μα­ζί μέ τά χε­λιδόνια πού μᾶς τά ἔπαιρ­νε, μᾶς ἔ­παιρ­νε καί τούς φίλους, τούς θειούς καί τίς θειές πού ἔρχονταν γιά διακοπές, μᾶς ἔπαιρνε τήν ξε­γνοια­σιά. Κάθε καλοκαίρι στό μικρό μου χω­ριό τέλειωνε μέ τήν ἴδια ἀπαράλλακτη εἰ­κόνα. Ἐμεῖς πού μέναμε, βλέποντάς το νά ἀδειάζει νιώθαμε τό ἄδειασμα ὅ­μοιο μέ κεῖνο πού νιώθαμε στήν καρδιά μας καί ᾽κεῖ­νοι πού ἔφευγαν ἄφηναν μέ τό δάκρυ τους σέ μᾶς κάτι ἀπό τή δική τους τήν καρδιά.
Ἔτσι ἦταν τά πράγματα ὥς ἐκεῖνο τό πικρό καλοκαίρι τοῦ 1974. Τό μικρό χω­ριό μου γέμισε προσφυγιά. Καί ἐ­πει­δή τή δική μας τήν φυλή «δέν τήν βαραίνει ὁ πόλεμος κι ἐμπόδισμα δέν εἶναι, στίς κορασιές νά τραγουδοῦν καί στά παιδιά νά παίζουν» ἐκεῖνο τό καλοκαίρι ἦταν τό πιό μακρύ πού θυμᾶμαι.
Ἤμουν ἀκόμα παιδί, καί τά παιδιά εὔ­κολα ξεχνοῦν τό κακό. Καινούργιοι φίλοι, καινούργια παιχνίδια. Καί θά ἤμασταν ὅλοι εὐτυχισμένοι ἄν δέν ὑπῆρ­χαν οἱ μεγάλοι μέ τά μαῦρα πού μᾶς θύμιζαν πώς ἔ­γινε πόλεμος, οἱ γυναῖκες μέ τά μαντήλια καί τά τρομαγμένα ἀ­κόμα μάτια. Ἄν δέν ἀκούγαμε τίς νύχτες ἀπό τά ἀνοιχτά παράθυρα τούς θρήνους πού ἔσκιζαν τό σκοτάδι κι ἔ­φταναν ὥς τίς ἀλάνες πού ὥς ἀργά παίζαμε.
Σάν τέλειωσε ὁ Αὔγουστος τίποτα δέν ἄλλαξε στό χωριό μου. Κανένας φίλος δέν γύρισε ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου ἦρθε, κανένα σπίτι δέν ἄδειασε. Ὁ Σεπτέμβρης μᾶς βρῆκε ὅ­λους μαζί ντόπιους καί πρόσφυγες μέ ἄ­δεια τήν καρδιά καί γεμάτο τό χωριό.
Ἦταν, θυμᾶμαι, λίγο πρίν ἀνοίξουν τά σχολεῖα καί ὁ καινούργιος δάσκαλος εἶχε ἤδη ἔρθει στό χωριό καί καθόταν μαζί μέ τούς ἄνδρες στό καφενεῖο. Ἐγώ πού εἶχα τελειώσει τό Δημοτικό πλη­σί­α­σα μέ πιό πολύ θάρρος νά τόν δῶ ἀπό κοντά. Ἦταν νέος καί μοῦ φάνηκε συμ­πα­θητικός.
- Δάσκαλε, ἄκουσα νά λέει ὁ γερο-Θω­μᾶς, πού πλησίαζε τά ἐνενήντα καί ἦταν ἀπό τούς πρώτους πρόσφυγες πού ἦρθαν στό χωριό. Ἐσύ πού εἶσαι γραμματιζούμενος τί λές; Θά γυρίσου­με πίσω;
Στύλωσα τό ἀφτί μου ν’ ἀκούσω τί θά ἔλεγε ὁ δάσκαλος. Παράξενο, ἐκεῖ­νος δέν εἶπε τίποτα, μόνο ἔκλαψε.
- Δάσκαλε, γιατί δέν μ’ ἀπαντᾶς, ἐ­πέ­με­νε ὁ γερο-Θωμᾶς, θά γυρίσουμε στά σπίτια μας;
- Θά γυρίσουμε, παππού, θά γυρί­σου­με! ἀπάντησε ἀργά - ἀργά ὁ δάσκαλος καί χάιδεψε μέ στοργή τό γέρικο χέρι π’ ἀ­κουμποῦσε στό μπαστούνι.
Ἀπό κείνη τήν ὥρα ἔνιωσα πώς μεγάλωσα, ἀπό κείνη τήν ὥρα ἔχασα τήν ξεγνοιασιά μου. Δέν ἤμουν πρόσφυγας, ὅ­μως κατάλαβα τί σημαίνει μοιρασμένη πατρίδα, καί ἀγάπησα τούς πρόσφυγες μέ ὅλη τήν καρδιά μου.
Ὁ γερο-Θωμᾶς ἔγινε μιά ἀπό τίς ἔ­γνοιες μου. Ὅλο τάχα τυχαῖα περνοῦσα ἔξω ἀπό τό σπίτι του καί ὅλο ἔβρισκα ἀ­φορμές νά κουβεντιάζω μαζί του.
- Ἄχ, παιδί μου, μοῦ εἶπε μιά μέρα, ἄ­φησα τήν κυρά μου, τρεῖς μέρες πεθαμένη σέ νιόσκαφτο τάφο. Οὔτε σταυ­ρό δέν πρόλαβα νά στήσω, οὔτε τρισά­- γιο νά τῆς κά­νω.
- Παιδιά δέν ἔχεις, παππού, τόν ρώ­τη­σα.
Ἄνοιξε τή χούφτα του καί τέντωσε ὅλα τά δάκτυλά του.
- Πέντε, μοῦ ἀπάντησε. Ὅλα στήν Ἀγγλία, κι οὔτε πού ξέρουν γιά τή μάνα τους, δέν πρόλαβα νά τούς τό γράψω.
- Καί δέν σ’ ἔψαξαν, παππού; ρώτη­σα ὅλο ἀπορία.
- Ξέρω κι ἐγώ παιδί μου; ἀπάντησε ὁ γέρος καί τόν πῆρε τό παράπονο.
Ὁ γερο-Θωμᾶς εἶχε ἕνα μικρό τραν­ζιστοράκι καί τό ἀκουμποῦσε, τό κολλοῦσε πές καλύτερα, πάνω στ’ ἀφτί   του κάθε φορά πού ξεκινοῦσε ἡ ἐκ­πο­μπή «Ἀναζητήσεις μέσῳ τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυ­ροῦ». Δέν θά ξεχάσω ποτέ ἐκείνη τή μέ­ρα πού ὁ ἐκφωνητής εἶπε: «Τόν Θωμᾶ Γεωργίου, 89 ἐτῶν, ψάχνουν τά παιδιά του Ἀνδρέας, Μάριος, Γεωργία, Παρασκευή καί Ἑλένη. Ὅποιος γνωρίζει κά­τι γι’ αὐ­τόν νά ἐπικοινωνήσει μέ τά γραφεῖα τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ».
Ἄφησα τόν παππού νά κλαίει ἀπό τή χαρά του καί ἔτρεξα στόν δάσκαλο.
Στίς 10 τοῦ Σεπτέμβρη ὁ γιός του ὁ Ἀν­δρέας μαζί μέ τόν ἐγγονό του Θωμᾶ ἦρ­θαν καί τόν βρῆκαν στό χωριό. Τόν πίεζαν νά τόν πάρουν μαζί τους στήν Ἀγγλία, μά ἐ­κεῖ­νος δέν ἤθελε οὔτε νά τό ἀκούσει.
- Μέ καρτερᾶ ἡ μάνα σου, γιέ μου, τοῦ εἶπε ὅταν ἐκεῖνος ἐπέμενε. Πρέπει νά τῆς κάνω σταυρό! Ξέρεις τί σημαίνει μνῆ­μα δί­χως σταυρό; Τουρκάλα δέν ἦταν, γιέ μου, ἡ μάνα σου καί τήν ἀγαποῦσε πολύ τήν Ἐκκλησία.
- Ποῦ θά πάει; Σιγά - σιγά θά τόν πεί­σω, μοῦ εἶπε αἰσιόδοξα ὁ κυρ-Ανδρέας.
Τήν ἄλλη μέρα ὁ παππούς ἐπέμενε νά πᾶνε ὅλοι μαζί στήν πόλη. Ζήτησε ἀπό τή μάνα μου νά πάρουν καί μένα μαζί τους.
- Τώρα πού εἶσαι ἐδῶ νά παραγ­γεί­λου­με τό σταυρό γιά τόν τάφο τῆς μά­νας σου νά εἶναι ἕτοιμος ὅταν γυρί­- σουμε πί­σω. Καί θέλω νά εἶσαι καί σύ, παιδί μου, -γύρισε καί εἶπε σέ μένα- γιά νά ξέρεις ποιός σταυρός εἶναι, μή μέ γελάσουν ἐ­πει­δή εἶμαι γέ­ρος.
Παραγγείλαμε τόν σταυρό καί γυρί­σα­με πίσω. Ὁ γέρος ἦταν πιά ἥσυχος.
Ἀνήμερα τοῦ Σταυροῦ στίς 14 τοῦ μήνα ἡ καμπάνα κτύπησε πένθιμα. Ὁ γε­ρο-Θω­μᾶς ἔφυγε γιά τήν ἀληθινή αἰ­ώ­νια πατρίδα.
Ὅλο τό χωριό, ντόπιοι καί πρόσφυγες, ἦταν ἐκεῖ ὅταν ἡ γῆ τοῦ χωριοῦ μου δεχότανε στά σπλάχνα της τόν πρῶτο πρόσ­φυγα. Ὁ σταυρός πού ὁ ἴδιος παρήγγειλε στήθηκε πάνω στό λι­τό του μνῆμα.
Πέρασαν 40 χρόνια! Τά κόκκαλα τοῦ γερο-Θωμᾶ ἔγιναν ἕνα μέ τό χῶμα τοῦ χωριοῦ μου καί ὁ σταυρός πού μένει ἐκεῖ στημένος θυμίζει πώς ἀνήκει καί σ’ ἕναν ἄλλο τάφο καί ἀνανεώνει τήν ἐλ­πίδα πώς κάποτε δυό χέρια θά τόν σηκώσουν μαζί  μέ τά κόκκαλα τοῦ παπ­ποῦ Θωμᾶ γιά νά τόν μεταφέρουν ἐκεῖ, ἐκεῖ πού ἔμεινε ἡ καρδιά καί ἡ κυρά τοῦ γερο-Θωμᾶ. Ἐκεῖ πού σέ κανένα μνῆμα πιά δέν ἄφησαν σταυρό. Καί τότε θά εἶναι Ἀνάσταση!

Ε.Β.

 Τό ΙΒ΄ Ἐκπαιδευτικό Συνέδριο πού διοργάνωσε ἡ Ὀρθόδοξη Ἀδελφότητα "Χριστιανική Ἐλπίς" μέ θέμα ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΔΑΣΚΑΛΟΣ κατέληξε στά ἀκόλουθα:

  1. Στήν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας ὑπάρχει ἄμεση σχέση μεταξύ τῶν ὅρων παιδεία - ἀγωγή καί μόρφωση, πού εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς ἀγωγῆς. Τό ἀνθρω­πολο­γικό καί παιδευτικό ἰδεῶδες τῆς Ρωμιοσύνης εἶναι ὁ πεπληρωμένος θείας σοφίας ἄν­θρωπος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος διαμορφώνεται μέσα στό πνευματικό πλαίσιο τῆς Ἐκ­κλησίας. Ἡ παιδεία μας ὀφείλει νά εἶναι θεοκεντρική. Ἐντούτοις στήν ἱστορική μας σάρκα παρασιτεῖ καί ἡ ἀλλοτρίωση, στήν ὁποία ἰδιαίτερα συνέβαλε ὁ Διαφωτισμός. Ἡ σημερινή πλανητική κοινωνία ἀπαιτεῖ παγκό­σμια σχήματα, ὅπως ὁ διπλός οἰκουμε­νισμός, πολιτικός καί θρησκευτικός καί ἡ πανθρη­σκεία. Τό πρόβλημα τῆς ἐκπαίδευ­σής μας εἶναι ἡ ἀπουσία ὁραμάτων, ἐμπνεομένων ἀπό τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας. Ὡστόσο ὑπάρχει ἐλπίδα, ἀρκεῖ νά μή γκρεμίσουμε τό οἰκοδόμημα τῆς ἀρετῆς καί θάψουμε ζωντανή τήν ψυχή μας.

  2. Ἐπιστάτης τῆς ψυχῆς, παιδαγωγός τοῦ ἤθους, φροντιστής τοῦ λογικοῦ, ἐπιμε­λητής τῆς καρδιᾶς, εἶναι ὁ δάσκαλος. Πολλαπλός καί πολυδιάστατος εἶναι ὁ ρόλος του σήμερα. Τό Σύνταγμα τοῦ 1975, ὁ νόμος 1566/1985, τό προεδρικό διάταγμα 201/1998 τά Ἀναλυτικά Προγράμματα καί τό Διαθεματικό Ἑνιαῖο Πλαίσιο Προγραμ­μάτων Σπουδῶν ὁρίζουν σκοπούς καί θέτουν στόχους τούς ὁποίους ὀφείλει νά ἐπι­τύχει τό ἐκπαιδευτικό σύστημα καί οἱ ὁποίοι ἀποβλέπουν στήν ἠθική καί πνευματική ἀνάπτυξη τῶν μαθητῶν, στήν καλλιέργεια ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης, καί στήν ἀπόκτηση ὅλων ἐκείνων τῶν δεξιοτήτων, ψυχικῶν καί σωματικῶν, πού βοη­θοῦν τό παιδί στήν ἰσορροπημένη ἀνάπτυξη καί σέ ἁρμονική συνύπαρξη μέ τό περι­βάλλον, φυσικό καί κοινωνικό. Ὁ δάσκαλος ὡς φορέας ἀξιῶν μπορεῖ νά ὁδηγήσει τούς μαθητές του πιό πέρα ἀπό τή δι­δα­κτέα ὕλη. Ἐξάλλου ὑπάρχουν τρόποι νά ἐπέμβει καί στήν διδακτέα ὕλη (ἐθνι­κοθρη­σκευ­τι­κές γιορτές, εὐέλικτη ζώνη, προγράμματα φιλαναγνωσίας, περιβαλλον­τι­κῆς ἐκπαίδευσης). Ὁ ἐνθουσιασμός εἶναι τό πλέον ἀπαραίτητο ἐφόδιο γιά νά ἀγ­γί­ξουμε τίς ψυχές τῶν παιδιῶν καί νά τά παρακινήσουμε σέ πρωτοβουλίες.

  3. Γιά νά μπορεῖ ἡ πολιτεία νά ἀνταποκριθεῖ στούς γρήγορους ρυθμούς μέ τούς ὁ­ποίους ἐξελίσσεται ἡ κοινωνία, ὀφείλει νά καταρτίζει καί νά ἐνημερώνει συνεχῶς, μέ διαρκῆ καί ἔγκυρη ἐπιμόρφωση τούς ἐκπαιδευτικούς πού ἐπιτελοῦν ἔργο ὑψηλῆς κοινωνικῆς εὐθύνης. Ἡ πρόοδος, ἡ οἰκονομική ἀνάπτυξη, ὁ πολιτισμός καί ἡ συνοχή τῆς κοινωνίας ἐξαρτῶνται, σέ μεγάλο βαθμό, ἀπό τήν ποιότητα τῆς ἐκπαίδευσης καί κατ’ ἐπέκταση ἀπό τή συμβολή καί την προσπάθεια του δασκάλου. Τό νομικό πλαί­σιο πού διέπει τήν λειτουργία τοῦ σχολείου δίνει μεγάλα περιθώρια ἐλευθερίας καί δράσης στόν χριστιανό ἐκπαιδευτικό. Ὀφείλει νά τό γνωρίζει καί νά κινεῖται μέ σοφία καί σύνεση. Ὁ νόμος δέν ἀποτελεῖ τροχοπέδη, ἀλλά ἀσφαλίζει ἀπό λάθη καί ἀ­στοχίες. 

  4. Τό σύγχρονο ἑλληνικό σχολεῖο προτάσσει τή σημασία τῶν ἐρευνητικῶν ἐργα­σι­ῶν (project) καί τῶν προγραμμάτων καινοτόμων δράσεων (περιβαλλοντικῆς ἐκπαί­δευσης, ἀγωγῆς ὑγείας, πολιτιστικῶν θεμάτων) ὡς γνωστικοῦ φορέα προαγωγῆς καί ἀνέλιξης τῶν ἐκπαιδευτικῶν καί μαθητῶν. Ἡ ποικίλη θεματολογία τους καλύπτει τό ἐνδιαφέρον ὅλων τῶν εἰδικοτήτων Ἡ συμμετοχική διαδικασία τοῦ μαθητοκεντρικοῦ μοντέλου, πού προϋπο­θέτουν οἱ παραπάνω ἐργασίες καί δράσεις, βγάζει τόν μαθητή ἀπό τά «στεγανά» τῆς τάξης καί διευρύνει τόν ὁρίζοντα τῶν ἐνδιαφερόντων του μέσα ἀπό ἔρευνα καί βιωματικές προσεγγίσεις. Ὁ ρόλος τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ, ρόλος συνοδοιπόρου καί συνερευνητή τῆς παιδικῆς περιέργειας, εἶναι ἀπόλυτα ταυτισμένος μέ τόν σκοπό, τούς στόχους πού θέτουν οἱ ἴδιοι οἱ μαθητές, ἐνῶ ἡ κατάθεση τῆς προσωπικῆς του ἐμπειρίας εἶναι ἡ ἀ­σφαλής δικλείδα γιά τή σωστή κατεύθυνση.

  5. Ἡ κλιμακούμενη οἰκονομική κρίση ἔφερε στό φῶς τήν ὑποβόσκουσα βιούμενη ἠθική κρίση. Οἱ μαθητές μας, συχνά πιστά ἀντίγραφα τοῦ οἰκογενειακοῦ πειβάλ­λον­τος, μεταφέρουν στίς σχολικές τάξεις μία γενικευμένη σύγχυση τῆς σύγχρονης οἰκο­γένειας. Τά οἰκογενειακά προβλήματα, οἱ πάσχουσες σχέσεις τῶν συζύγων, ἡ ἀ­που­σία ἐπικοινωνίας γονέων καί παιδιῶν, ἡ ἀνυπαρξία ἰδίως τοῦ πατέρα εἶναι μ­ερικές μό­νο ἐκφάνσεις τοῦ «παγκοσμιοποιημένου» μας σύγχρονου νεοελληνικοῦ τρόπου βιοτῆς.

  Ὑπάρχουν ὅμως δάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι κάνουν κατάθεση ψυχῆς προσπαθώντας νά πιάσουν τούς ἐ­σώτερους χτύπους τῶν παιδικῶν καί προπάντων τῶν ἐφηβικῶν καρ­διῶν. Εἶναι αὐτοί πού κοιτάζοντας τούς μαθητές τους κατάματα τολμοῦν νά θυσιά­σουν καί νά θυ­σιαστοῦν, ζώντας τό «μαρτύριο τῆς μαρτυρίας». Αὐτοί βροντο­φω­νά­ζουν μυστικά καί μέ τόν τρόπο τους ὅτι ἀξίζει νά εἶσαι δάσκαλος. Αὐτόν τόν ζωντανό δάσκαλο ἔχει ἀ­νάγκη τό σύγχρονο σχολεῖο, ἄν θέλει νά ἐπιτελέσει τή ζωογόνο ἀπο­στολή του, σέ μία παραπαίουσα παιδεία πού ἀναζητᾶ ἐναγωνίως πνευματικό ὀξυ­γό­νο.

ΨΗΦΙΣΜΑ

  Κατά καιρούς ἡ ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας ἐξαίρει τό ἔργο τοῦ ἐκπαι­δευ­τικοῦ καί τόν συγχαίρει γι’ αὐτό. Δέν κάνει ὅμως τίποτε γιά νά ξαναβρεῖ ὁ δάσκαλος τήν χαμένη του ἀξιοπρέπεια. Τόσο ἡ ἀπαξίωση τῆς κοινωνίας ὅσο καί ἡ οἰκονομική του καταρ­ράκωση τοῦ κόβουν τά φτερά καί τόν ἐμποδίζουν νά λειτουργήσει ὅπως θά ἤθελε. Εἶναι ἐπιτακτική ἀνάγκη νά ξαναβρεῖ ὁ ἐκπαιδευτικός τήν ἀνα­γνώριση πού τοῦ ἀξίζει. Ζητοῦμε ἀπό τήν Πολιτεία καί τήν Κοινωνία νά ἀγκαλιάσουν καί νά στηρίξουν τόν δάσκαλο ὡς ἀναστηλωτή τοῦ Γένους καί οἰκο­δόμο τοῦ μέλλοντος. Τόν σωστό προσανατολισμό του θά βρεῖ τό σχολεῖο μόνο ὅταν στοιχηθεῖ στήν ἑλληνορθόδοξη παράδοση. Αὐτήν ἀπαιτοῦμε νά σεβασθεῖ τό Ὑπουργεῖο Παιδείας τόσο μέ τά διατάγματά του ὅσο καί μέ τά σχολικά ἐγχειρίδια.

Σάββατο, 15 Ιούνιος 2024 03:00

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΤΕ

Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

 Στ. Ν. Σάκκου

Γεγονός ἱστορικό, ἀληθινό, γεμάτο νόημα, χάρη καί ζωή ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου. Στίς ἱστορικές συντεταγμένες καί στό πνευματικό του νόημα ξεναγοῦν τά ἄρθρα τοῦ βιβλίου.

analipsi

Σελίδες 140, ἔκδοση Α΄

ΖΗΤΗΣΤΕ ΤΟ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ "ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ", Γ. Μπακατσέλου 5, Θεσ/νίκη, τηλ. 2310 274518

ἤ μπεῖτε στο ἠλεκτρονικό μας βιβλιοπωλεῖο http://books.apolytrosis.gr/el/

isaiah  Φαντάζονται πολλοί στίς μέρες μας, ὅταν αὐτάρεσκα καί μέ στόμφο μιλοῦν γιά κοινωνική ἐπανάσταση ἐνάντια στό κατεστημένο, γιά τήν πάταξη τοῦ κεφαλαίου τῆς ἀδικίας καί τήν ἀνύψωση τοῦ πτωχοῦ, ὅτι εἶναι οἱ πρῶτοι ἤ τουλάχιστον ἀπό τούς πρώτους ἐκείνους πού σκέφτηκαν καί τόλμησαν νά στιγματίσουν καυτά ἕνα τέτοιο καυτό θέμα. Εἶναι κι αὐτό ἕνα σημάδι τῶν καιρῶν μας πού ἀγνοοῦν ἤ ἐθελοτυφλοῦν μπρός στήν ἱστορία καί καταντοῦν γι’ αὐτό σέ γελοῖες διακηρύξεις.
  Χιλιάδες χρόνια πρίν ἀπό μᾶς καί ἑκατοντάδες χρόνια πρό Χριστοῦ, ἕνας θεόπνευστος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ὕψωνε τή φωνή του καί μαστίγωνε μέ τόν πύρινο λόγο του τούς πλουτοκράτες καί τούς ἀσεβεῖς ἰθύνοντες τῆς ἐποχῆς του. Τή σκέψη του φώτιζε ὁ ἅγιος νόμος τοῦ Θεοῦ, πού ἀπογυμνώνει καί τά πιό μύχια καί σκοτεινά κίνητρα· τήν καρδιά του φλόγιζε ὁ ἱερός ζῆλος γιά τήν ἀληθινή λατρεία τοῦ Θεοῦ καί τήν κάθαρση τοῦ λαοῦ· τόν λόγο του νεύρωνε ἡ παρρησία, πού τοῦ ἔδινε ἡ συνείδηση ὅτι ἦταν ἀπεσταλμένος Κυρίου Παντοκράτορος. Μ’ αὐτές τίς προϋποθέσεις καί μ’ αὐτές τίς διαθέσεις, ὁ Ἠσαΐας ἀπηύθυνε ἕξι φοβερά «οὐαί» σέ ὅσους γίνονται αἰτία νά ὑψώνουν κραυγή δικαιώσεως οἱ πτωχοί καί ἀδικημένοι τῆς γῆς.

1.    Ἀλίμονο στούς πλεονέκτες
  «Ἀλίμονο σ’ αὐτούς πού χτίζουν τό σπίτι τους κολλητά στό ἄλλο καί πλησιάζουν τά σύνορα του χωραφιοῦ στό ἄλλο, μέ σκοπό νά ἀφαιρέσουν κάτι ἀπό τόν πλησίον. Μήπως μόνοι σας θά κατοικήσετε πάνω στή γῆ; Ἔφτασαν αὐτά στ’ αὐτιά τοῦ Κυρίου τῶν δυνάμεων· ἀκόμη κι ἄν γίνουν σπίτια πολλά, μεγάλα καί ὡραῖα, θά μείνουν ἔρημα καί δέν θά κατοικοῦνται. Ἐκεῖ πού ἐργάζονται δἐκα ζευγάρια βόδια, θά δώσουν ἕνα πιθάρι, κι αὐτός πού σπείρει ἕξι δισάκια, θά κάνει τρεῖς τουρβάδες». Ἔτσι ξεσκεπάζεται καί στηλιτεύεται ἡ πλεονεξία, πού συνδέεται μέ τήν ἀδικία καί τήν ἀπατεωνία. Ἡ κατάρα τοῦ Θεοῦ κάνει αὐτούς πού σωρεύουν πλοῦτο εἰς βάρος τοῦ συνανθρώπου, νά μήν ἀπολαμβάνουν τά ἀγαθά πού ἄνομα ἀποκτοῦν.

2.    Ἀλίμονο στούς ἀσώτους
  «Ἀλίμονο σ’ αὐτούς πού μόλις ξυπνοῦν τό πρωί λαχταροῦν γιά πιοτό καί πίνουν μέχρι τό βράδυ· τό κρασί θά τούς κατακάψει. Πίνουν κρασί μέ κιθάρα καί ψαλτήρι καί τύμπανα καί αὐλούς καί δέν παρατηροῦν τά ὅσα ὁ Κύριος ἐργάζεται καί δέν προσέχουν τά ἔργα τῶν χειρῶν του. Ἔ, λοιπόν, ὁ λαός μου θά σκλαβωθεῖ, ἐπειδή δέν ἔδωσε σημασία στον Κύριο, καί πολλοί θά πεθάνουν ἀπό τήν πεῖνα καί τή δίψα γιά νερό. Ὁ ἅδης θά πλατύνει τήν ψυχή του καί θά ἀνοίξει διάπλατα τό στόμα του, γιά νά μήν τοῦ ξεφύγει τίποτε, κι ἐκεῖ θά κατεβοῦν οἱ ἔνδοξοι κι οἱ μεγάλοι κι οἱ πλούσιοι κι οἱ λοιμικοί. Θά καταπέσουν οἱ ἄνθρωποι καί θά ξευτελιστοῦν οἱ ἐπίσημοι ἄνδρες καί τά μάτια τά περήφανα θά ταπεινωθοῦν. Θά ὑψωθεῖ ὁ Κὐριος τῶν δυνάμεων μέ τήν κρίση του καί θά δοξασθεῖ ὁ Θεός ὁ ἅγιος μέ τήν δικαιοσύνη. Θά βοσκήσουν οἱ ἁρπαγμένοι σάν ταῦροι στίς ἐρημιές καί θά φᾶνε οἱ αἰχμαλωτισμένοι σάν ἀρνιά». Μ’ αὐτά τά λόγια περιγράφεται ἡ ἀσωτία, πού ἔρχεται ὡς συνέπεια τοῦ πλούτου. Οἱ ἄσωτοι δέν ζοῦν τή ζωή τους· μόνο τήν ξοδεύουν. Ἀλλά τό μεγάλο κακό εἶναι ὅτι τυφλωμένοι ἀπό τό μεθύσι τους δέν μποροῦν νά δοῦν τόν Θεό. Γι’ αὐτό, αὐτοί, οἱ βουλιαγμένοι στά ἀγαθά, θά πεθάνουν ἀπό πεῖνα καί δίψα. Θά δυστυχήσουν καί οἱ φτωχοί πού ὀνομάζονται ἀπό τόν προφήτη ἀρνιά, ἀλλά καί οἱ πλούσιοι καί ἐπίσημοι ἄνδρες πού ὀνομάζονται ταῦροι. Κι αὐτῶν ἡ δυστυχία θά εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τῶν φτωχῶν.

3.    Ἀλίμονο στούς ὑβριστές
  «Ἀλίμονο σ’ αὐτούς πού σάν μέ μακρύ σχοινί τραβοῦν τίς ἁμαρτίες καί τίς ἀνομίες σάν μέ λουρίδα ζυγοῦ ἀγελάδας, αὐτοί πού λένε· Ἄς κάνει γρήγορα ὅ,τι ἔχει νά κάνει, γιά νά δοῦμε, κι ἄς συντελεσθεῖ τό σχέδιο τοῦ ἁγίου Ἰσραήλ, γιά νά μάθουμε». Ἡ ἀναλγησία συνδυασμένη μέ τή θεοεμπαιξία, ἡ βρισιά μέ τήν ὕβριν ἀποκαλύπτεται σ’ αὐτή τήν ἐπίθεση τοῦ Ἠσαΐα. Οἱ ἄνθρωποι ὄχι ἁπλῶς ἁμαρτάνουν, ἀλλά χρησιμοποιοῦν καί μέσα γιά νά ἐπεκτείνουν τήν ἁμαρτωλή μανία. Σάν μέ μακρύ σχοινί τραβοῦν τίς ἁμαρτίες, ἀλλά στήν πραγματικότητα ἔτσι βάζουν θηλειά στό λαιμό τους. Σάν μέ λουρί ζυγοῦ ἕλκουν τήν ἀνομία, ἀλλά αὐτή ἀκριβῶς γίνεται ζυγός στόν τράχηλό τους, πνευματική αὐτοκτονία καί σκλαβιά.

4.    Ἀλίμονο στούς διεστραμμένους
  «Ἀλίμονο σ’ αὐτούς πού λένε τό πονηρό καλό καί τό καλό πονηρό, σ’ αὐτούς πού θεωροῦν τό σκοτάδι γιά φῶς καί τό φῶς γιά σκοτάδι, σ’ αὐτούς πού θεωροῦν τό πικρό γιά γλυκύ καί τό γλυκύ γιά πικρό». Ἐδῶ χτυπιέται ἡ πιό φοβερή κατάντια τοῦ ἀνθρώπου, ἡ μεγαλύτερή του ἁμαρτία· ἡ ἀνατροπή τῶν ἀξιῶν καί ἡ ἀντιστροφή τῶν πραγμάτων. Αὐτό εἶναι τό τελευταῖο σκαλοπάτι, πού μπορεῖ νά κατεβεῖ ἡ ἀνθρωπότης, πρίν κατακρημνισθεῖ.

5.    Ἀλίμονο στούς ἀλαζόνες
  «Ἀλίμονο σ’ αὐτούς πού μόνοι τους χαρακτηρίζουν τούς ἑαυτούς τους συνετούς καί φαίνονται στά δικά τους μάτια ἐπιστήμονες». Πρόκειται γιά τούς αὐτοδικαιούμενους, τούς κούφιους οἰηματίες ἤ τούς νταῆδες, πού βγάζουν πιστοποιητικό ἁγιότητος γιά τόν ἑαυτό τους καί εἰσιτήριο πρώτης θέσεως γιά τόν παράδεισο.

6.    Ἀλίμονο στούς ἀδίκους
  «Ἀλίμονο στούς ἰσχυρούς ἀπό σᾶς, πού πίνουν κρασί καί στούς δυνάστες, πού ἀνακατεύουν τό πιοτό, αὐτούς πού δίνουν τό δίκαιο στόν ἀσεβῆ, γιατί δωροδοκοῦνται, καί ἀφαιροῦν τό δίκαιο τοῦ δικαίου. Γι’ αὐτό, ὅπως καίγεται τό καλάμι ἀπό τή φωτιά τοῦ κάρβουνου καί κατακαίεται ἀπό ἄπληστη φλόγα, ἔτσι ἡ ρίζα τους θά γίνει σάν χνούδι καί τό λουλούδι τους θά ἐξανεμισθεῖ σάν σκόνη· γιατί δέν θέλησαν τόν νόμο τοῦ Κυρίου τῶν δυνάμεων, ἀλλά ἐξερέθισαν τίς ἐντολές τοῦ ἁγίου Ἰσραήλ». Ὁ Ἠσαΐας χτυπᾶ τούς ἄρχοντες καί τούς ἡγέτες, πού ἀδικοῦν τόν πτωχό καί δικαιώνουν τόν πλούσιο, πού κάνουν κατάχρηση τῆς ἐξουσίας τους κι ἐνδιαφέρονται μόνο γιά τήν καλοπέρασή τους. Ἀλλ’ ἀφοῦ ἀπορρίπτουν καί καταπατοῦν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, θά τούς ἀπορρίψει καί θά τούς παραδώσει στή φωτιά τῆς ὀργῆς του καί ὁ Θεός.

*  *  *

  Αὐτά τά ἔλεγε ὁ Ἠσαΐας γύρω στά 750 π.Χ. Σήμερα, εἴμαστε οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, μέ τά ἴδια ἁμαρτήματα, μέ τόν ἴδιο ξεπεσμό. Πλεονέκτες, ἄσωτοι, ὑβριστές, διεστραμμένοι, ἀλαζόνες, ἄδικοι. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ζωντανός καί «τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν» (Ἑβρ 4,12) ἀπευθύνεται καί σήμερα τό ἴδιο ἀληθινός καί φοβερός σ’ αὐτούς πού καταπατώντας τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καταπατοῦν τόν συνάνθρωπο. Καί μηνᾶ σέ ὅλους μας ὅτι δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη ὅπου δέν ὑπάρχει εὐσέβεια καί πίστη.


Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 37 (1982) 88-89

Τρίτη, 08 Σεπτέμβριος 2015 03:00

Ὕψωσις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Α΄ Κορ. 1,18-24

Ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ (Α´ Κο 1,18-24)

 P23 Στήν Κόρινθο κήρυτταν τό εὐαγγέλιο κάποιοι διδάσκαλοι οἱ ὁποῖοι πρόσφεραν τήν διδασκαλία μέ ἐντυπωσιακά φιλοσοφικά, ρητορικά καί διαλεκτικά τεχνάσματα. Αὐτά ἐντυπωσίαζαν ὁρισμένους ἀκροατές καί τούς προσείλκυαν στό κήρυγμα. Ἐπειδή ὅμως οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἔμεναν στά ἐξωτερικά σχήματα χωρίς νά προσεγγίζουν τό βαθύτερο νόημα τοῦ εὐαγγελίου, ἄρχισαν νά κρίνουν καί νά διακρίνουν τούς διδασκάλους ἀπό τόν τρόπο τῆς διδασκαλίας. Προτιμοῦσαν ἐκείνους πού ἐντυπωσίαζαν μέ τόν ρητορικό λόγο καί ὑποτιμοῦσαν τούς ἄλλους πού μιλοῦσαν ἁπλούστερα, χωρίς ρητορεῖες. Ἔφθασαν μάλιστα στό σημεῖο νά διαφωνοῦν καί νά διαπληκτίζονται μεταξύ τους καί νά δημιουργοῦνται ἔτσι ἀντιμαχόμενες μερίδες.
  Τήν περίτεχνη αὐτή μέθοδο τοῦ κηρύγματος τήν ὀνομάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «σοφία λόγου» καί τονίζει ὅτι ὁ ἴδιος ἐπιτελεῖ τό ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ψυχῶν «οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου» (1,17), χωρίς νά στηρίζεται στήν ἀνθρώπινη σοφία, στήν φιλοσοφία, τήν ρητορεία καί τήν διαλεκτική. Εἶναι ἀκράδαντη πεποίθησή του ὅτι ἡ δύναμη τοῦ ἀποστόλου δέν βρίσκεται στήν πολυμάθεια ἤ τήν εὐφράδειά του. Ὁ ἴδιος εἶχε σπουδάσει τήν σοφία τοῦ κόσμου καί κατεῖχε τήν φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς του, ἀλλά διαπίστωσε τήν χρεωκοπία καί τήν ἀποτυχία τους. Γι᾽ αὐτό θέλησε νά μείνει πιστός διδάσκαλος τοῦ σταυροῦ.
  Μέ τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἐπιτεύχθηκε τό πιό σημαντικό ἔργο: ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ὁ Θεός διάλεξε αὐτόν τόν παράδοξο ταπεινωτικό τρόπο γιά νά χαρίσει τήν σωτηρία, διαψεύδοντας τίς προσδoκίες τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Ἐνῶ, δηλαδή, οἱ Ἕλληνες περίμεναν σοφό διδάσκαλο καί οἱ Ἰουδαῖοι ἰσχυρό Μεσσία, ὁ Θεός χάρισε τήν σωτηρία μέ τόν Ἐσταυρωμένο. Αὐτό, βέβαια, στούς Ἕλληνες φάνηκε μωρία, γιά τούς Ἰουδαίους ἦταν σκάνδαλο. Γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο ὅμως καί γιά ὅλους τούς πιστούς πού ἀπολαμβάνουν τήν σωτηρία ὁ σταυρός εἶναι «δύναμις Θεοῦ» (1,18). Γι᾽ αὐτό δέν παύουν νά κηρύττουν «Χριστὸν ἐσταυρωμένον... Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν» (1,23-24).

1,18. Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι.
  «Ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ» εἶναι τό κήρυγμα γιά τό πάθος καί τόν σταυρικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ, πού σύμφωνα μέ τό προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἔγινε τό μέσο τῆς σωτηρίας μας. Ἡ μετοχή «τοῖς ἀπολλυμένοις» (πρβλ. Β´ Κο 2,15· 4,3· Β´ Θε 2,10), σέ χρόνο ἐνεστώτα, ἀναφέρεται σ᾽ ἐκείνους πού βρίσκονται μακριά ἀπό τόν Χριστό καί βαδίζουν τόν δρόμο τῆς ἀπωλείας. Πρόκειται γιά τούς ἀπίστους, πού περιφρονοῦν καί ἀπορρίπτουν τόν σταυρό, τό μοναδικό μέσο τῆς σωτηρίας. Γι᾽ αὐτούς ἡ σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ «μωρία ἐστι», φαίνεται τρέλα, ἀνοησία. Ἡ στάση αὐτή δηλώνει πνευματική ἀσθένεια καί ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια καί τόν θάνατο τῆς ψυχῆς.
  Ὅπως οἱ ἄρρωστοι καί ἐκεῖνοι πού ψυχορραγοῦν ἀποστρέφονται τίς ὑγιεινές τροφές καί ἐνοχλοῦνται ἀπό τούς φίλους καί ἀπό τούς συγγενεῖς, καί πολλές φορές οὔτε τούς ἀναγνωρίζουν, ἔτσι συνήθως συμβαίνει καί μ᾽ ἐκείνους πού χάνουν τήν ψυχή τους. Δέν ἀναγνωρίζουν ὅσα τούς ὁδηγοῦν στήν σωτηρία καί θεωροῦν ἐνοχλητικούς ἐκείνους πού φροντίζουν γι᾽ αὐτούς. Ἐξαιτίας τῆς ἀρρώστιας τους ἔχουν παραφρονήσει καί γι᾽ αὐτό ἀποστρέφονται τά φάρμακα τῆς σωτηρίας. Ἀλλά ὅπως οἱ ἄρρωστοι ἄνθρωποι προκαλοῦν τήν συμπόνια μας, ἔτσι πρέπει, κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο, καί γιά «τοὺς ἀπολλυμένους» νά θρηνοῦμε, νά τούς ἀγαποῦμε καί νά τούς προσελκύουμε στήν σωτηρία.
  Ἄν ἐπιχειρήσουμε, βέβαια, νά μή τούς ἀπορρίψουμε ἀλλά νά τούς πείσουμε μέ λογικά ἐπιχειρήματα, ὅπως ἀσφαλῶς αὐτοί θά ἤθελαν, γιά τό πῶς ὁ Θεός εἰσῆλθε σέ μήτρα παρθενική καί ἔγινε ἄνθρωπος, ἐκεῖνοι θά χλευάσουν περισσότερο. Διότι ὅσα ὑπερβαίνουν τήν λογική ἀπαιτοῦν μόνο πίστη. Ἄν πολλά ἀπό αὐτά πού συμβαίνουν γύρω μας στήν φύση δέν μποροῦμε νά τά ἐξηγήσουμε μέ τήν λογική μας καί περιοριζόμαστε ἁπλῶς στό νά τά περιγράφουμε, πόσο περισσότερο ἰσχύει αὐτό γιά ὅσα ἔχουν σχέση μέ τόν Θεό; «Τὰ γὰρ μεγάλα λόγος οὐδεὶς παραστῆσαι δύναται» (ἅγιος Χρυσόστομος). Καί αὐτό ὀφείλεται στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Πῶς νά χωρέσει τό ἀνθρώπινο μυαλό ὅτι ὁ Θεός καταδέχθηκε νά καταδικασθεῖ καί νά θανατωθεῖ; Πῶς νά κατανοήσει ὅτι ἕνας κατάδικος μέ τόν θάνατό του σώζει τόν κόσμο; Πῶς νά πιστέψει ὁ ἄνθρωπος σ᾽ ἕναν Θεό Ἐσταυρωμένο, ἄν στηριχθεῖ μόνον στήν λογική του; Σύμφωνα μέ τήν ἀνθρώπινη λογική, ἄν ἦταν Θεός, θά ὑπερασπιζόταν τόν ἑαυτό του. Δέν θά ἐπέτρεπε νά τόν συλλάβουν, νά τόν δικάσουν καί νά τόν καταδικάσουν σέ σταυρικό θάνατο.
  Πραγματικά, ὁ σταυρός ξεπερνᾶ τήν ἀνθρώπινη λογική, φανερώνοντας ὅμως τήν ἀπερίγραπτη δύναμη τοῦ Θεοῦ. Διότι εἶναι γνώρισμα ἄπειρης δυνάμεως ὄχι ἡ ἀποφυγή τῶν δεινῶν ἀλλά ἡ ὑπερνίκησή τους. Συγκεκριμένα στήν περίπτωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δέν θά ἦταν τόσο θαυμαστό τό νά μήν πεθάνει ὅσο τό ὅτι νεκρός διέλυσε τόν θάνατο. «Μήν λέγεις, λοιπόν, "γιατί δέν βοήθησε τόν ἑαυτό του ἐπάνω στόν σταυρό;"», συνιστᾶ μέ δύναμη ὁ χρυσορρήμων πατέρας, καί ἐξηγεῖ: «Ἐπειγόταν νά συμπλακεῖ μέ τόν θάνατο. Δέν κατέβηκε ἀπό τόν σταυρό ὄχι ἐπειδή δέν μποροῦσε, ἀλλά ἐπειδή δέν ἤθελε. Διότι αὐτόν πού δέν κράτησε ἡ ἐξουσία τοῦ θανάτου, πῶς θά μποροῦσαν νά κρατήσουν τά καρφιά τοῦ σταυροῦ;».
  Κάτω ἀπό τήν φαινομενική ἀδυναμία, λοιπόν, κρύβεται ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός μέ τόν θάνατό του νίκησε τόν θάνατο μέ τήν ἐσχάτη ἀδυναμία του ἐξασφάλισε γιά τούς ἀνθρώπους τήν ὑψίστη δωρεά, τήν σωτηρία. Αὐτό ὅμως τό ἀντιλαμβάνονται καί τό βιώνουν μόνον ὅσοι δέχονται αὐτήν τήν δωρεά, ὅσοι λαμβάνουν τήν σωτηρία. Γι᾽ αὐτούς,«τοῖς σῳζομένοις», ὁ σταυρός εἶναι «δύναμις Θεοῦ». Ὁ σταυρός ἀποκαλύπτει: α) Τήν ἀπροσμέτρητη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού φθάνει ὥς τήν θυσία, β) τήν πανσοφία του, πού ἐπινόησε ἕνα ἀσύλληπτο γιά τήν ἀνθρώπινη λογική σχέδιο προκειμένου νά μᾶς σώσει, ἀλλά καί γ) τήν παντοδυναμία του, ἀφοῦ κέρδισε τήν λαμπρότερη νίκη κατά τοῦ θανάτου τήν ὥρα τῆς ἐσχάτης ἀδυναμίας του!
 
1,19. Γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω.
  Ὁ Παῦλος στηρίζει τήν ἀλήθεια πού κηρύττει σέ ἕναν λόγο τῆς Γραφῆς. Ἀναφέρει ἕνα χωρίο ἀπό τόν προφήτη Ἠσαḯα σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση. Τό χωρίο αὐτό ἔχει σχέση μέ τό ἑξῆς ἱστορικό γεγονός: Σέ μιά ἐποχή πού ὁ ἰουδαϊκός λαός εἶχε ἐγκαταλείψει τήν πίστη στόν Θεό, εἶχε ἐκτραπεῖ στήν ἁμαρτία καί τήν διαφθορά, καί οἱ ἄρχοντες γεμάτοι ὑπερηφάνεια εἶχαν θεοποιήσει τήν γνώμη τους, ὁ βασιλιάς τῶν Ἀσσυρίων Σενναχηρίμ στράφηκε ἀπειλητικά ἐνάντια στό βασίλειο τοῦ Ἰούδα. Σ᾽ αὐτήν τήν κρίσιμη ὥρα ὁ Θεός ἐπεμβαίνει. Ὑπόσχεται νά σώσει τόν λαό του μέ θαυμαστό τρόπο, παραμερίζοντας τούς ἐπιδέξιους πολιτικούς πού διαχειρίζονταν τίς ἐξωτερικές ὑποθέσεις. Ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ σοφία τους εἶναι ἀνωφελής καί μάταιη. Λέγει μέ τό στόμα τοῦ προφήτη· «Καὶ ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν κρύψω» (29,14).
  «Σοφία» εἶναι ἡ εὐφυḯα, ἡ ἐπιδεξιότητα, καί συνήθως χαρακτηρίζει τόν δάσκαλο. «Σύνεσις» εἶναι ἡ ὀξύνοια, ἡ ἱκανότητα τοῦ μαθητῆ νά ἀντιλαμβάνεται γρήγορα αὐτά πού διδάσκει ὁ δάσκαλος. Πολλές φορές οἱ δύο λέξεις χρησιμοποιοῦνται ὡς συνώνυμες. Ἔτσι συμβαίνει καί στόν στίχο μας. Ἐδῶ γίνεται λόγος γιά ἐκείνους πού θεωροῦνται σοφοί καί συνετοί ἀπό τούς ἀνθρώπους ἤ οἱ ἴδιοι ἔχουν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό τους καί κομπάζουν γιά τήν φρόνησή τους. Μέ τά ρήματα «ἀπολῶ» καί «ἀθετήσω» ὁ Θεός βεβαιώνει ὅτι θά καταργήσει, θά παραμερίσει ὡς ἀνωφελῆ καί ἄχρηστη «τὴν σοφίαν» καί «τὴν σύνεσιν» τέτοιων ἀνθρώπων. Ἀντίθετα, εἶναι ἐπιθυμητή ἡ κατά Θεόν σύνεση ὅπως δείχνει ἡ εὐχή τοῦ ἀποστόλου Παύλου στόν μαθητή του Τιμόθεο· «δῴη γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσι» (Β´ Τι 2,7).

1,20. Ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;
  Καί ἡ φράση αὐτή εἶναι ἀπό τόν Ἠσαΐα σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση (βλ. 19,12∙ 33,18). Ὁ προφήτης ἀναφέρεται στήν καταστροφή τῶν Ἀσσυρίων, ἡ ὁποία ἦταν ἐπέμβαση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἐπίτευγμα τῶν σοφῶν καί γραμματέων τοῦ Ἰσραήλ.
  «Σοφός» χαρακτηρίζεται στό χωρίο αὐτό κάθε ἕλληνας (ἐθνικός) γνώστης τῆς ἀρχαίας φιλοσοφίας «γραμματεὺς» ὀνομάζεται ὁ Ἰουδαῖος πού μελετᾶ τίς ἅγιες γραφές καί νομίζει ὅτι κατέχει τό νόημά τους καί γενικά τά τῆς ἰουδαϊκῆς θρησκείας «συζητητὴς» εἶναι ὁ ἀσκημένος στήν διαλεκτική τέχνη, ὁ ρήτορας, εἴτε εἶναι Ἕλληνας εἴτε Ἰουδαῖος. Ἡ ἔκφραση «τοῦ αἰῶνος τούτου» ἀναφέρεται στόν χρόνο μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί δηλώνει γενικώτερα τόν κόσμο πού δουλεύει στό κακό καί τήν ἁμαρτία.
  Μέ τίς ἀπανωτές θριαμβευτικές ἐρωτήσεις ὁ ἀπόστολος ἐπικυρώνει τόν προφητικό λόγο πού ἀνέφερε στόν προηγούμενο στίχο, προβάλλοντας ὡς ἀπόδειξη τήν ἴδια τήν πραγματικότητα. Ποιός φιλόσοφος ἤ ποιός ἀπό ἐκείνους πού κατέχουν τά τῶν ἰουδαίων μπόρεσε, πράγματι, νά ὁδηγήσει στήν σωτηρία καί στήν γνώση τῆς ἀληθείας; Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος δίνει κατηγορηματική τήν ἀπάντηση: «τῶν ἁλιέων τὸ πᾶν γέγονε», τό ἔργο αὐτό κατόρθωσαν μόνον οἱ ἀπόστολοι οἱ ἁλιεῖς ἀνθρώπων. Ἑπομένως ἡ ἀνθρώπινη σοφία καταργεῖται, ἀποδεικνύεται ἄχρηστη προκειμένου νά γνωρίσει κανείς τόν Θεό (πρβλ. Μθ 11,25 Λκ 10,21).
  Αὐτό τό νόημα ἔχει καί ἡ φράση «οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;». Πρόκειται γιά μιά ρητορική ἐρώτηση πού ἰσοδυναμεῖ μέ ἰσχυρή κατάφαση. Ναί, πραγματικά, ὁ Θεός ἀπέδειξε ἀνόητη τήν σοφία αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Τήν ἀπέδειξε ἀνόητη ὡς πρός τήν πίστη, διότι δέν ἐπαρκεῖ γιά νά ὁδηγήσει στήν γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ (πρβλ. Ρω 1,22-23). Δέν χρειάζεται νά κατέχει τήν ἀνθρώπινη σοφία, νά ἔχει πτυχία καί τίτλους σπουδῶν κάποιος γιά νά ἀποδεχθεῖ τό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου. Καί ἕνας ἀγράμματος μπορεῖ νά πιστέψει στό εὐαγγέλιο. Κάποιες φορές μάλιστα, εὐκολώτερα μπορεῖ νά ἀποδεχθεῖ τό εὐαγγέλιο ὁ λιγώτερο σοφός κατά κόσμον, διότι γρηγορώτερα ὑποτάσσει τήν λογική του καί παραδίδεται στόν Κύριο (ἅγιος Χρυσόστομος).
  Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν τοποθετεῖται ἐναντίον τῆς ἐπιστήμης, στρέφεται ὅμως ἐναντίον τῆς φιλοσοφίας, διότι αὐτή διεκδικεῖ τήν θέση τῆς θρησκείας, γίνεται ἕνα εἶδος ψεύτικης θρησκείας. Ἡ ἐπιστήμη ἐξετάζει ὅ,τι ἐμπίπτει στόν κόσμο τῶν αἰσθήσεων, ἐνῶ ἡ φιλοσοφία καταγίνεται μέ τίς θεωρίες πού διατυπώνουν κατά καιρούς οἱ ἄνθρωποι. Οἱ χριστιανοί χρησιμοποιοῦν τά ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης, ἀρνοῦνται ὅμως νά ἀσπασθοῦν τίς ποικίλες κοσμοθεωρίες καί βιοθεωρίες πού προτείνουν οἱ διάφορες φιλοσοφίες. Τά διαπιστευτήρια, ἐξάλλου, τῆς ἀληθινῆς σοφίας καί ἐπιστήμης σύμφωνα μέ τόν θεόπνευστο λόγο τῆς ἁγίας Γραφῆς ὁρίζονται ὡς ἑξῆς· «Τίς σοφὸς καὶ ἐπιστήμων ἐν ὑμῖν; δειξάτω ἐκ τῆς καλῆς ἀναστροφῆς τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν πραΰτητι σοφίας» (Ἰα 3,13).

1,21. Ὲπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας.
  Ἡ πρόταση πού εἰσάγεται μέ τό «ἐπειδὴ γὰρ» αἰτιολογεῖ τόν προηγούμενο στίχο, καί συγκεκριμένα τό «οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;». Ἡ αἰτία τῆς μωράνσεως εἶναι ὅτι «ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν». Ὁ Θεός ἀποκαλύπτει τόν ἑαυτό του καί τόν καθιστᾶ γνωστό σέ μᾶς μέσα ἀπό δύο βιβλία: α) τήν φυσική δημιουργία, ὅπου φανερώνεται ἡ πανσοφία (βλ. Ψα 103,24 Ρω 1,18-23) καί οἱ ἄλλες ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ καί β) τήν ἁγία Γραφή, ὅπου ξεδιπλώνεται τό σοφό σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας.
  Ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, λοιπόν, εἶναι φανερή ἀλλά «ὁ κόσμος», οἱ μακράν τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι, δέν μπόρεσαν «διὰ τῆς σοφίας», μέ τήν δική τους εὐφυΐα καί ἱκανότητα νά δοῦν καί νά γνωρίσουν τόν Θεό μέσα στήν φυσική δημιουργία.
Ἄν, λοιπόν, ἡ σοφία τοῦ κόσμου δέν μπόρεσε νά ἐξασφαλίσει τά ἀνώτερα ἀγαθά, τί νόημα ἔχει; Μάταια καυχιέται ὁ ἄνθρωπος γιά τήν δύναμή της. Κι ἄν τότε πού θά μποροῦσε νά τόν βοηθήσει μέσα ἀπό τήν δημιουργία νά βρεῖ τόν Θεό δέν τό πέτυχε, πῶς τολμᾶ στήν συνέχεια, ὅταν ἀποκαλύφθηκαν μεγαλύτερα πράγματα πού μόνον μέ τήν πίστη προσεγγίζονται, πῶς ἀποτολμᾶ νά ζητᾶ μόνη της νά τά κατανοήσει; Πραγματικά, εἶναι ἀδύνατον γιά τήν ἀνθρώπινη σοφία νά συλλάβει μόνη της τίς θεῖες ἀλήθειες (ἅγιος Χρυσόστομος).
  Φουσκωμένοι ἀπό τήν ὑπερηφάνειά τους οἱ χωρίς Θεό σοφοί τοῦ κόσμου περιφρόνησαν τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί τήν θεώρησαν «μωρία», ἀνοησία, ἐνῶ τίς ἀνοησίες, πού οἱ ἴδιοι ἐπινοοῦν γιά ψεύτικους θεούς καί θεές καί τούς λατρεύουν, τίς παρουσιάζουν ὡς σοφία. Ὡστόσο, «ὁ Θεός» ἀπό τήν πολλή ἀγάπη του γιά τόν ἄνθρωπο «εὐδόκησεν», εὐαρεστήθηκε νά σώσει ἐκείνους πού θά πιστεύσουν στήν μωρία τοῦ κηρύγματος. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος διευκρινίζει: «μωρίας οὐχὶ τῆς οὔσης ἀλλὰ τῆς εἶναι δοκούσης». Δέν εἶναι βέβαια μωρία τό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, ἀλλά ἐκεῖνοι τό θεωροῦν μωρία. Μέ τό κήρυγμα γιά τήν σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ ὁ Θεός σέ κάθε ἐποχή προσελκύει τούς δικούς του ὄχι μέ τήν δύναμη τῆς ἀνθρώπινης σοφίας οὔτε τῆς ρητορικῆς εὐγλωττίας, ἀλλά μέ τήν μωρία τοῦ σταυροῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας λίγο πρίν ἀπό τό πάθος του διακήρυξε «κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν» (Ἰω 12,32).

1,22-23. Ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ῞Ελληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν.
  Ἡ ἀπαίτηση τῶν ἰουδαίων ἀπό τά χρόνια ἀκόμη τῆς δημόσιας δράσης τοῦ Ἰησοῦ ἦταν νά δοῦν «σημεῖον», πού νά ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ πανίσχυρος Μεσσίας τόν ὁποῖο αὐτοί προσδοκοῦσαν. Ἔλαβαν ὅμως αὐστηρή τήν ἀπάντηση· «γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ, εἰ μὴ τὸ σημεῖον Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου» (Μθ 12,39· 16,4· Λκ 11,29). Ὁ Ἰησοῦς ἀρνήθηκε νά τούς δείξει κάποιο ἰδιαίτερο σημεῖο καί τούς παρέπεμψε μόνο στό σημεῖο τοῦ Ἰωνᾶ πού ἀποτελεῖ δυνατή προφητεία γιά τόν θάνατο καί τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καί τήν ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελίου σέ ὅλο τόν κόσμο. Ὁ παντοδύναμος Κύριος δέν θέλησε νά φανεῖ θεαματικά ἡ παντοδυναμία του οὔτε στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του. Ἤθελε καί στήν γενιά ἐκείνη πού τόν ἔβλεπε νά προκαλέσει πίστη, ὥστε νά δημιουργήσει τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας νά μποροῦν, δηλαδή, νά τόν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι ὅλων τῶν αἰώνων χωρίς νά εἶναι ἀνάγκη νά βλέπουν σημεῖα.
  Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, οἱ «Ἕλληνες», δηλαδή οἱ εἰδωλολάτρες ἐθνικοί, ζητοῦσαν «σοφίαν». Στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἀναζητοῦσαν τόν μεγαλύτερο φιλόσοφο, πού μέ λογικά ἐπιχειρήματα καί ἀποδείξεις θά καθιέρωνε μία φιλοσοφία παραδεκτή ἀπό ὅλους καί θά τούς ὀδηγοῦσε στήν ἀλήθεια θεωρητικά καί πρακτικά.
  Μέ τό «ἡμεῖς δὲ» τονίζεται μέ ἔμφαση ἡ ἔντονη ἀντίθεση πού ὑπάρχει ἀνάμεσα στίς ἀξιώσεις τῶν ἰουδαίων καί τῶν ἑλλήνων καί στό κήρυγμα τῶν ἀπόστολων. Οἱ ἀπόστολοι, παρά τίς ἐντελῶς ἀντίθετες προσδοκίες ἰουδαίων καί ἐθνικῶν, δέν παύουν νά κηρύττουν «Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν».
  «Σκάνδαλον» εἶναι τό πρόσκομμα. Γιά παράδειγμα, μιά πέτρα στήν μέση τοῦ δρόμου μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ «σκάνδαλον», διότι κάνει τούς περαστικούς νά σκοντάφτουν καί νά πέφτουν. Γιά τούς ἰουδαίους, πού περίμεναν τόν Μεσσία ὡς πανίσχυρο καί ἀήττητο βασιλιά, ὁ ὁποῖος θά ἐλευθέρωνε τό ἔθνος τους ἀπό τήν μακροχρόνια δουλεία, ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ στάθηκε ἕνα πρόσκομμα. Σκόνταφταν ἐπάνω στόν σταυρό καί δέν μποροῦσαν νά πιστέψουν στόν Χριστό. Τούς ἦταν ἀδύνατον νά δεχθοῦν ὅτι ὁ Μεσσίας μποροῦσε νά πεθάνει. Δέν μποροῦσαν νά κατανοήσουν ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι ὁ ἀδύναμος ἐκεῖνος ἄνθρωπος, πού εἶχε μιά συνοδία φτωχῶν καί ἀμόρφωτων ἀνθρώπων, πού παρουσιάσθηκε μπροστά στόν Πιλᾶτο καταφρονημένος, πού δέχθηκε τόσες ταπεινώσεις καί σταυρώθηκε ἀνάμεσα σέ δυό κακούργους! Ἕνας Μεσσίας ἐσταυρωμένος πού δέν κατεβαίνει ἀπό τόν σταυρό νά συντρίψει τούς ἐχθρούς του ἦταν γι᾽ αὐτούς τό φοβερότερο σκάνδαλο!
  Οἱ ἕλληνες πάλι χλεύαζαν τόν σταυρό, περιγελοῦσαν τήν πίστη στόν Ἐσταυρωμένο, διότι γιά τήν δική τους σοφία ἡ σταυρική θυσία ἦταν μωρία, ἀνοησία. Δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν πῶς εἶναι δυνατόν ὁ θάνατος ἑνός Ἐσταυρωμένου νά χαρίζει στούς ἀνθρώπους ζωή καί σωτηρία!
  Παρουσιάζοντας ὁ ἀπόστολος τίς προσδοκίες καί τῶν ἰουδαίων καί τῶν ἐθνικῶν καί ἀντιπαραθέτοντας τήν ἐπιμονή τῶν ἀποστόλων νά κηρύττουν «Χριστὸν ἐσταυρωμένον», προβάλλει ἀκόμη ἐντονότερα στούς Κορινθίους τήν δύναμη τοῦ σταυροῦ. Ὁ σταυρός, ἦταν ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπ᾽ αὐτό πού ζητοῦσαν καί οἱ ἰουδαῖοι καί οἱ ἕλληνες. Ὄχι μόνον δέν μποροῦσε νά θεωρηθεῖ «σημεῖον» πού φανερώνει δύναμη, ἀλλά ἀντίθετα δείχνει τήν ἔσχατη ἀδυναμία. Ὄχι μόνον δέν ἐμφανίζεται μέ ἀξιώσεις ὑψηλῆς σοφίας, ἀλλά ἀντίθετα φαίνεται στήν ἀνθρώπινη λογική «μωρία». Ἔτσι ὅμως ἀποδεικνύεται ἀκόμη περισσότερο ἡ δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου. Διότι ἐνῶ οἱ ἀπόστολοι κηρύττουν στούς ἰουδαίους καί τούς ἐθνικούς ἀντίθετα ἀπό ὅσα αὐτοί ἐπιθυμοῦσαν, ἐντούτοις τούς πείθουν γιά τήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου. Καί αὐτό ἦταν ἤδη μιά πραγματικότητα, τήν ὁποία γνώριζαν οἱ Κορίνθιοι πού διάβαζαν τήν Ἐπιστολή. Εἶναι μιά πραγματικότητα τήν ὁποία μαρτυρεῖ αἰῶνες τώρα ἡ ἱστορία, γιά νά βεβαιώνεται ὅτι «οὐκ ἔστιν ἀνθρώπινον τὸ κήρυγμα» (ἅγιος Χρυσόστομος).
  Πόσο παράδοξη καί θαυμαστή εἶναι ἡ ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελίου, δίχως τήν χρήση ἀνθρώπινης δυνάμεως ἤ σοφίας, ἀλλά μέ μόνο ὅπλο τό κήρυγμα τοῦ σταυροῦ, παρουσιάζεται πολύ παραστατικά ἀπό τόν ἅγιο Χρυσόστομο μέ τά ἑξῆς παραδείγματα: Ὅπως ἄν κάποιος θαλασσοδέρνεται καί ἐπιθυμεῖ ἕνα λιμάνι, ἀλλά ἐσύ τοῦ δείξεις ἄλλο μέρος τοῦ πελάγους ἀγριώτερο, καί ὅμως τόν κάνεις νά σέ ἀκολουθήσει μέ εὐγνωμοσύνη! Ὅπως ἄν κάποιος πληγωμένος ἐπιθυμεῖ φάρμακα, καί ἕνας γιατρός ὑπόσχεται νά τόν κάνει ὑγιῆ ὄχι μέ φάρμακα ἀλλά μέ καυτηριασμό, καί ὅμως πετυχαίνει νά τόν κερδίσει μέ τό μέρος του! Τόσο παράδοξο καί θαυμαστό ἦταν τό ἔργο τῶν ἀποστόλων καί τά ἀποτελέσματά του!
  Καί ἀπό τήν φύση ὁ ἅγιος πατέρας ἀναφέρει καταπληκτικά παραδείγματα, γιά νά δείξει πώς ἔχουν μεγάλη δύναμη καί πράγματα πού φαίνονται στά μάτια μας ἀδύναμα: Ὁ Θεός τείχισε τήν θάλασσα μέ τήν ἄμμο, συγκρατώντας τό ἰσχυρό μέ τό ἀσθενές! Τοποθέτησε τήν γῆ ἐπάνω στό νερό, δίνοντας σέ κάτι βαρύ καί πυκνό ἕνα ὄχημα ἐλαφρύ καί ρευστό! «Ὥσπερ γὰρ τὸ ὕδωρ βαστάζει τὴν γῆν, οὕτω καὶ ὁ σταυρὸς βαστάζει τὴν οἰκουμένην».

1,24. αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν.
  Τό κήρυγμα τοῦ σταυροῦ, ἐνῶ ἀπορρίπτεται ἀπό τούς ἰουδαίους πού ζητοῦν σημεῖο καί ἀπό τούς ἕλληνες πού ἀναζητοῦν σοφία, γίνεται ὡστόσο δεκτό καί ἀπό ἰουδαίους καί ἀπό ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ἀποδέχονται τήν κλήση τοῦ Θεοῦ καί ὀνομάζονται ἀπό τόν ἀπόστολο «κλητοί».
  Ὁ Θεοδώρητος ἀναφέρει τό παράδειγμα τοῦ ἥλιου. Ὁ ἥλιος εἶναι φῶς γιά ὅσους βλέπουν, ἀλλά σκοτάδι γιά τούς τυφλούς. Δέν προκαλεῖ, βέβαια, ὁ ἥλιος τό σκοτάδι, ἀλλά ἡ ἀσθένεια τῆς ὅρασης παρεμποδίζει τήν λάμψη τῆς ἀκτίνας. Κατά παρόμοιο τρόπο, ἡ κακία τῆς ἀπιστίας ἐμποδίζει τό φῶς τῆς θεογνωσίας νά καταυγάσει τίς ψυχές τῶν ἀπίστων, διότι «πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς» (Ἰω 3,20). Ὅσοι ὅμως κρατοῦν ἀνοιχτή τήν καρδιά τους στήν κλήση τοῦ Θεοῦ, αὐτοί παίρνουν τό φῶς του καί ὁδηγοῦνται στήν ἀλήθεια τῆς σωτηρίας.
  Γι᾽ αὐτούς τούς κλητοὺς ὁ ἐσταυρωμένος Χριστός εἶναι «Θεοῦ δύναμις καὶ Θεοῦ σοφία». Ἡ σοφία καί ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ φαίνεται στόν σταυρό, διότι ἐπάνω στόν σταυρό πλανήθηκε καί νικήθηκε ὁ σατανᾶς, ὁ πρῶτος καί μεγάλος πλάνος, ὁ ὁποῖος μπῆκε στόν παράδεισο καί πλάνεψε τά παιδιά τοῦ Θεοῦ. «Πεπλάνηται ὁ πλάνος (σατανᾶς), ὁ πλανηθεὶς (ἄνθρωπος) λυτροῦται σοφίᾳ σῇ, Θεέ μου», ψάλλει εὐγνώμονα ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας στά ἐγκώμια τοῦ ἐπιταφίου. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦλθε στό βασίλειό του σάν ἄσημος, ἀδύναμος καί ταπεινός ἄνθρωπος καί τήν ὥρα πού ὁ σατανᾶς νόμιζε ὅτι τόν εἶχε κατατροπώσει μέ τόν σταυρικό θάνατο, ὁ Ἰησοῦς τοῦ συνέθλιψε τήν κεφαλή καί τόν κατανίκησε. Ὁ Ἰησοῦς παρουσιάσθηκε στόν ἅδη μέ τό δόλωμα τῆς σαρκός καί τήν ὥρα πού ὁ σατανᾶς ἔπιασε τό δόλωμα, τό ἀγκίστρι τῆς θεότητος, πού ἦταν κρυμμένο μέσα στό δόλωμα αὐτό, διέλυσε τό κρανίο του! Πάνω στόν σταυρό δόθηκε ἡ πιό ἰσχυρή μάχη καί πραγματοποιήθηκε ἡ πιό μεγάλη νίκη! Πάνω στόν σταυρό πραγματοποιήθηκε τό πάνσοφο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, πού προαιώνια κατέστρωσε ὁ Θεός, γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία τῆς Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς (βοήθημα κυκλαρχῶν)