Super User

Super User

Σάββατο, 24 Μάιος 2014 03:00

Παυσανίας Κουτλεμάνης

Τήν Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012 ξεπροβοδίσαμε τόν ἀγαπητό μας ἀδελφό Παυσανία Κουτλεμάνη, ἐπί δεκαετίες ἀφιοσιωμένο μέλος καί συνεργάτη τῆς Ἀδελφότητός μας.
Ἡ σορός τοῦ προσφιλοῦς νεκροῦ ἔγινε πόλος ἕλξης γιά μικρούς καί μεγάλους, κοντινούς καί μακρινούς φίλους καί συνεργάτες. Ἐπί ἕνα 24ωρο ἔδωσαν τό παρών στόν ἱερό ναό τῆς θείας Ἀναλήψεως, τῆς ἀδελφότητος «Χριστιανική Ἐλπίς», ἑκατοντάδες νέοι, ὥριμοι, ἡλικιωμένοι καί παιδιά καί ἀποχαιρέτησαν τόν σεβαστό καθηγητή, τόν πολύτιμο συνεργάτη, τόν ἀξιομίμητο συνάδελφο, τόν ἀγαπημένο κατηχητή καί πνευματικό ὁδηγό, τόν ἀκριβό ἐν Χριστῷ ἀδελφό. pausanias1 Μέσα στήν κατανυκτική ἀτμόσφαιρα τῆς προηγιασμένης θείας Λειτουργίας ψηλαφώντας τό φῶς τῆς Ἀνάστασης βιώσαμε τήν ἁγιοπνευματική χαρμολύπη τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας. Μέ δακρυσμένα μάτια ἀλλά βεβαία τήν πίστη ὅτι ἡ ὄμορφη ψυχή του ἀναπαύεται ἤδη στήν ἀγκαλιά τοῦ Ἰησοῦ πού ἀγάπησε καί θυσιαστικά ὑπηρέτησε ψάλαμε τήν ἐξόδιο ἀκολουθία. Ἀργότερα ἡ σορός του μεταφέρθηκε στό Ἄργος Ὁρεστικό γιά νά ταφεῖ στά πάτρια ἐδάφη. Τόν ὕστατο χαιρετισμό τοῦ ἀπηύθυναν ἀντιπροσωπευτικά ὁ πρωτοσύγκελλος τῆς ἱ. μ. Νεαπόλεως πανοσιολογιώτατος π. Διονύσιος, ἐκπρόσωπος τοῦ σεβασμιωτάτου μητροπολίτη Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβα, τόν ὁποῖο οἱ συνοδικές του ὑποχρεώσεις κράτησαν στήν Ἀθήνα, συνάδελφοί του στό Πανεπιστήμιο, ὁ διδάσκαλος καί ὁ πρόεδρος τῆς Ἀδελφότητος, καθώς καί πρόσωπα πού εὐεργετήθηκαν πνευματικά ἀπό τήν παραδειγματικά ἀκάματη κατηχητική του δράση.
Κάθε ὁμιλητής κατέθεσε τήν προσωπική του ἐμπειρία καί ἐκτίμηση ἀνάλογα μέ τή σχέση καί συνεργασία του μέ τόν μακαριστό δοῦλο τοῦ Θεοῦ Παυσανία. Ξεδιπλώθηκε ἔτσι μπροστά μας ἡ πολυσχιδής προσωπικότητα αὐτοῦ τοῦ κυριολεκτικά ὀστράκινου σκεύους, τό ὁποῖο ὅμως ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ χαλύβδωσε καί κατέστησε ἕνα «σημεῖο» δικό Του ἀνάμεσά μας.
Ἥμερος καί γαλήνιος διῆλθε τό στάδιο τοῦ παρόντος βίου χωρίς ἐχθρότητες, χωρίς ἐντάσεις, ἰδιαίτερα ἀγαπητός καί συμπαθής στούς συναδέλφους του. Καί τοῦτο γιατί ὁ ἀείμνηστος βίωνε τή χαρά τῆς Ἀναστάσεως. Ὄχι ὡς στεῖρο συναισθηματισμό ἤ λυρική εὐφροσύνη ἀλλά ὡς μέτρο ζωῆς πραγματικά μοναδικό, κατέθεσε ὁ κοσμήτωρ της Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. κ. Μ. Τρίτος σκιαγραφώντας τό πέρασμά του ἀπό τό χῶρο τοῦ πανεπιστημίου. Τή συνέπειά του στά διδασκαλικά του καθήκοντα ἀλλά καί τήν προσωπική σχέση μέ τούς φοιτητές του ὑπογράμμισε ὁ πρόεδρος τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας κ. Ἀθ. Καραθανάσης: Ὑπηρέτησε τή Θεολογική Σχολή καί τό τμῆμα μας μέ συνέπεια καί σοβαρότητα σπάνια. Καί θεωροῦμε -καί ὁμιλῶ ὡς ἐκπρόσωπος τῶν συναδέλφων του στό τμῆμα Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίαςὅτι ὁ κ. Παυσανίας ὑπῆρξε ἐκ τῶν τελευταίων χαρακτηριστικῶν, σοβαρῶν καί ἀκέραιων ἐκπροσώπων τῶν καθηγητῶν τοῦ πανεπιστημίου μας. Καί λέγω τοῦτο, ὅτι ὑπῆρξε δάσκαλος μέ ἀρχές, αὐστηρός ἀλλά δίκαιος. Ἐνδιαφερόμενος πάντοτε γιά τήν πορεία τῶν φοιτητῶν του κατά τίς σπουδές τους καί μετά ἀπό αὐτές.
pausanias2Ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ σεβασμιωτάτου ἀναφέρθηκε στή σχέση του μέ τήν Ἐκκλησία πού ἦταν ζωντανή, γεμάτη βιώματα. Ἀδιάκοπη ἦταν ἡ λατρευτική του ζωή. Τέλειος κατηχητής καί ἄφησε πλούσιο κατηχητικό ἔργο. Ἐργάστηκε γιά τή νεότητα καί μέ ὅλη τήν ψυχή του στίς κατασκηνώσεις. Ἦταν ὁ ρυθμιστής, ὁ νοικοκύρης, ὁ ἄνθρωπος τῆς θυσίας, ὁ ἀκάματος ἐργάτης τοῦ ἔργου τῶν κατασκηνώσεων. Ἔζησε τό ὅραμα τῆς αἰωνιότητος. Ἔζησε ἀναζητώντας τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί σ’ ὅλη του τή ζωή ἀγωνίστηκε γι’ αὐτή.
Τό ἔργο μας ἔχει ὑποστεῖ μεγάλη πληγή, ξεκίνησε ἐξομολογητικά τόν ἀποχαιρετισμό του ὁ πρόεδρος τῆς Ἀδελφότητός μας κ. Σ. Ξανθόπουλος. Ὡς πρόεδρος ἐπί σειρά ἐτῶν, γνωρίζοντας ἀπό νέο ἀκόμα φοιτητή τόν ἀγαπητό μου Παυσανία, συνεργάστηκα μαζί του καί ὅταν ἦταν ἁπλός κατηχητής μέ τά κατηχητόπουλά του καί ἀργότερα ὅταν ὀργάνωσε τόν τομέα τῶν νέων μέ τό ὄνομα «Λύχνος» καί πολύ περισσότερο ὅταν ἀνέλαβε τήν ὑπευθυνότητα διαφόρων ἔργων τῆς Ἀδελφότητος. Ὁμολογουμένως τά ἔργα αὐτά ἦταν «ἔργα Παυσανίου» κι ἔχουν ὅλα τή σφραγίδα τοῦ Παυσανία... Τά εἰσηγοῦνταν καί τά ἄρχιζε μέ τόσο ζῆλο μάλιστα, ὥστε μᾶς ἀνάγκαζε μέ τήν προδρομική του προεργασία νά μποῦμε κι ἐμεῖς στό αὐλάκι τό δικό του καί νά τόν ἀκολουθήσουμε. Τό ἔργο τῆς Ἀδελφότητος, λοιπόν, θά μποροῦσε νά ὀνομαστεῖ «ἔργο ἐμφανές τοῦ ἀφανοῦς Παυσανίου».
Συνεπής πανεπιστημιακός δάσκαλος, ζηλωτής κατηχητής, ἀκάματος ἐργάτης τοῦ εὐαγγελίου, ἐμπνευστής καί δημιουργός μεγαλόπνοων ἔργων γιά τήν ἐξάπλωση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί τή σωτηρία ψυχῶν. Δέν ἀφίσταται τῆς πραγματικότητας ἡ θέση τοῦ κ. Καραθανάση: Πίστευα καί πιστεύω, ὅτι στό ἀδύνατο σῶμα του ἔκρυβε μία τεράστια μεγαλοψυχία καί μία δύναμη πού τήν ἔπαιρνε ἀπό τόν Θεό πού ἀκράδαντα πίστευε, ἀλλά καί μία τεράστια ἀγάπη γιά τούς συνανθρώπους του.

 

Ὅπως τόνισε στόν ἐπικήδειο λόγο του ὁ διδάσκαλός μας, στενός συνεργάτης καί πνευματικός καθοδηγητής τοῦ κ. Παυσανία, τό ἔργο στό ὁποῖο ἀναλωνόταν μέ τέλεια αὐταπάρνηση, ἀδιαφορώντας πολλές φορές γιά τήν εὔθραυστη -λόγῳ τῆς βαρειᾶς καρδιοπάθειας πού ἀπό μικρό παιδί τόν συνόδευεὑγεία του, ἦταν τό ἔργο τῆς κατήχησης. Συγκλονιστική ὑπῆρξε ἐπ’ αὐτοῦ ἡ κατάθεση τοῦ κ. Γρ. Ταρασίδη, ἑνός ἀπό τά πολλά του κατηχητόπουλα πού τώρα ὑπηρετεῖ ὡς στέλεχος τό ἔργο τῆς Ἀδελφότητος:
Δέν ἔχω χάρισμα καί ἱκανότητα ὁμιλητῆ, γιά νά τολμήσω τούτη τήν ὥρα νά μιλήσω. Ἐμφανίζομαι μπροστά σέ τόσο ἐκκλησίασμα τήν ἱερή αὐτή στιγμή γιά νά καταθέσω ὄχι σκέψεις καί λόγους ἀλλά τή ζωή μου.
Μικρό παιδί ἤμουν ἕνα ἀγρίμι, ἀπείθαρχος πού οὔτε γονεῖς οὔτε δάσκαλοι μποροῦσαν νά μέ τιθασεύσουν. Αὐτός πού κατόρθωσε μέ τήν ὑπομονή του, μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς του καί μέ τήν ἀγάπη του νά μέ μπολιάσει καί νά μ’ ἀλλάξει ριζικά καί κυριολεκτικά νά μέ ἐξημερώσει ἦταν ὁ κατηχητής μου, ὁ κ. Παυσανίας. Παρακολούθησε τή ζωή μου ἄγρυπνα βῆμα πρός βῆμα. Μοῦ πρόσφερε ἀνόθευτο τό λόγο τοῦ Θεοῦ πού ἦταν πάντοτε τό μοναδικό θέμα τῶν μαθημάτων του. Γιατί ποτέ δέν δίδαξε δικά του πράγματα. Ἦταν ἀληθινά ἕνα πιστό σκυλί τοῦ Κυρίου χωρίς στραβοτιμονιές. Ἔτσι τόν ἔβλεπα. Κι ἔτσι ἔγινα κι ἐγώ μέλος τοῦ Συνδέσμου χριστιανῶν νέων «Λύχνος» τῆς Ἀδελφότητος «Ἀπολύτρωσις», πού εἶναι ἔργο τοῦ κόπου του καί τοῦ μόχθου του, τῶν προσευχῶν καί τῶν δακρύων του, ὥστε κι ἐγώ ὅπως καί ἄλλοι μέ τήν καθοδήγησή του νά γίνουμε κατηχητές καί ὁμαδάρχες στρατευμένοι στό ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς γιά τό ὁποῖο ἐκεῖνος θυσίασε τά πάντα. Καί μέ τίς εὐχές του ἀξιώθηκα μαζί μέ τή σύζυγό μου Ἑλένη νά ἀποκτήσουμε ἐννέα παιδιά σέ ἕνα ἀπό τά ὁποῖα δώσαμε εὐγνωμόνως τό ὄνομά του, Παυσανίας.
Κατάθεση ψυχῆς καί ἡ ἑπόμενη μαρτυρία τοῦ θεολόγου κ. Εὐ. Χατζηαθανασίου:
Τόν κατά πάντα μειλίχιο, πρᾶο καί χαμογελαστό κ. Παυσανία γνώρισα καλά στήν ἐκδρομή λήξης τοῦ κατηχητικοῦ Ἁγίου Δημητρίου Βάρνας τή χρονιά 1976-77, στό Αἰγίνιο Κατερίνης, μόλις τελείωνα τήν ΣΤ΄ Δημοτικοῦ. Ἀπό τά χέρια του πῆρα τήν ἑπόμενη χρονιά τήν πρώτη μου Καινή Διαθήκη ὡς βραβεῖο γιά τίς παρουσίες μου στό κατηχητικό.
Ἀπό τή φύση μου δυναμικός καί χειμαρρώδης, ἔβλεπα τή γεμάτη πραότητα καί ἠρεμία φύση τοῦ κ. Παυσανία καί μετρίαζα τήν ὁρμή μου. Μέ γαλήνευε ἀπρόσμενα. Πολύ μέ βοήθησε ἡ παρουσία του.
Ὅταν ἀπό τό ἐπίπεδο τοῦ μαθητῆ ὁδηγήθηκα στό ἐπίπεδο τοῦ συνεργάτη στό κατηχητικό καί κατασκηνωτικό ἔργο, τό παράδειγμά του ἐπέδρασε τόσο θετικά μέσα μου! Ἡ ὀργανωτική του μέθοδος, ἡ ἐναρμονισμένη εὐταξία, ὁ ἀξιοθαύμαστος ἔλεγχος τοῦ χρόνου, καθώς καί ἡ ἀκλόνητη σταθερότητά του ἐνάντια στά πάσης φύσεως περιττά, ἦταν μερικά ἀπό τά χαρακτηριστικά του.
Ἡ σπουδαιότερη συμβολή του στή ζωή μου ἦταν τή στιγμή πού μοῦ πρότεινε, μέ ἐπιτακτικό μάλιστα τόνο στή φωνή, νά σπουδάσω Θεολογία. Δέν τό περίμενα. Ἄλλο σκεφτόμουν! Μοῦ ἄλλαξε τή ζωή σέ μία στιγμή. Γι’ αὐτό, λοιπόν, δοξάζω τόν Θεό πού ἔστειλε στή ζωή μου τόν κ. Παυσανία, ἐπίγειο ἄγγελο δικό Του, γιά τή συνέχιση τοῦ ἐπί γῆς ἔργου τῆς θείας Οἰκονομίας.

pausanias3

 

 

Σάββατο, 15 Ιούλιος 2023 03:00

Στέργιος Σάκκος

Στέργιος Σάκκος (1930-2012)

Σχεδίασμα ζωῆς

 didaskalosΣτό ὀρεινό Πολυνέρι τῶν Γρεβενῶν τό βράδυ τῆς 12ης πρός 13η Νοεμβρίου 1930 γεννήθηκε ὁ Στέργιος, τό τέταρτο καί τελευταῖο παιδί τοῦ Νικολάου καί τῆς Γιαννούλας Σάκκου. Ἀπό τούς ἁγνούς καί λεβεντόκορμους, τούς προικισμένους μέ τή βουνήσια καθαρότητα γονεῖς του, κληρονόμησε τή γερή κράση καί τήν ἀγαθή φύση, πού τήν ἐνίσχυσε ὁ ἴδιος μέ τή διά βίου σκληρή ἄσκηση. Καί τά δύο, φύση καί ἄσκηση, τά πλούτισε, τά ἀξιοποίησε καί τά ἐξαγίασε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί μέσα στή χάρη ξεχώριζε, θαρρεῖς, ἡ εὔνοια τῶν δύο ἁγίων, πού στή μνήμη τους εἶδε τό φῶς τῆς ζωῆς: Ὁ Στέργιος εἶχε φιλάνθρωπη καρδιά σάν τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Ἐλεήμονα· εἶχε ἐπίσης ἔρωτα γιά τήν ἁγία Γραφή καί τήν ἑρμήνευε μέ φλεγόμενη καρδιά καί χρυσό στόμα σάν τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.

 17 Ἰουλίου 1945: Ἀκούει τό πρῶτο κήρυγμα ἀπό τόν τότε ἱεροκήρυκα Γρεβενῶν καί κατόπιν μητροπολίτη Φλωρίνης, τόν μακαριστό π. Αὐγουστῖνο Καντιώτη. Ὁ ζωηρός ἔφηβος μέ τό σπινθηροβόλο πνεῦμα καί τήν ἰδιαίτερη κλίση στά Μαθηματικά αἰχμαλωτίζεται ἀπό τόν μεγάλο ἱερα­πό­στολο· καί παρά τίς προτροπές τῶν καθηγητῶν, καί αὐτοῦ τοῦ π. Αὐγουστίνου, νά ὑπηρετήσει τήν ἐπιστήμη τῶν Μαθηματικῶν, ἀποφασίζει νά ἀφοσιωθεῖ στή Θεολογία.

 1949: Εἰσάγεται μεταξύ τῶν πρώτων στή Θεολογική Σχολή τοῦ Α.Π.Θ.

 1953: Λαμβάνει τό πτυχίο μέ πλῆ­ρες «ἄριστα 10».

 1954-56: Ὑπηρετεῖ τή στρατιωτική του θητεία. Ὡς ἔφεδρος ἀνθυπολοχαγός τῆς Θρησκευτικῆς Ὑπηρεσίας τοῦ Γ.Ε.Σ. ἐπισκέπτεται ὅλα τά Κέντρα Στρατοῦ, καθώς καί τά φυλάκια τῆς παραμεθορίου, ὅπου ἐκφωνεῖ χριστιανι­κές ὁμιλίες. Κατά τήν ἀποστράτευσή του λαμβάνει «εὔφημον μνεία» τοῦ Γ.Ε.Σ.

 1957: Μετά ἀπό διαγωνισμό, στόν ὁ­ποῖο ἀριστεύει, προσλαμβάνεται βοηθός στήν ἕδρα τῆς Ἑρμηνείας τῆς Καινῆς Διαθήκης στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Α.Π.Θ.

 1958ἑ.: Συνεργάζεται μέ τόν πατρολόγο Π. Χρήστου γιά τήν ἔκδοση τῶν ἔργων τοῦ Νικήτα Στηθάτου καί τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ.

 1958-1967: Ἱδρύει καί διευθύνει ἰδιωτικό ἑξατάξιο Γυμνάσιο στόν Ἅγιο Ἀθανάσιο Θεσσαλονίκης· παράλληλα λειτουργεῖ ἐκεῖ ὑπό τήν ἐπίβλεψή του καί μαθητικό οἰκοτροφεῖο. Χάρη σέ ἐκείνη τήν προσπάθεια ἑκατοντάδες ἀγροτόπαιδα ἀναδείχθηκαν σπουδαῖοι ἐπιστήμονες καί σημαντικές προσωπικότητες στήν κοινωνία.

 1965: Ἀναγορεύεται διδάκτωρ τῆς Θεολογίας. Ἡ διδακτορική διατριβή του μέ θέμα «Περί Ἀναστασίων Σιναϊτῶν» ἀπέσπασε ἰδιαίτερα εὐμενεῖς κρίσεις ὄχι μόνον ἀπό ἕλληνες ἀλλά καί ἀπό ξένους κορυφαίους ἐρευνητές.

 1966-1968: Μεταβαίνει στή Γερμανία γιά μεταδιδακτορικές σπουδές.

 1970-1975: Ἐκλέγεται καί ὑπηρετεῖ ὡς ἔκτακτος καθηγητής τῆς Εἰσαγωγῆς καί Ἑρμηνείας τῆς Καινῆς Διαθήκης στή Θεολογική Σχολή τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

 1971 ἑ.: Ἱδρύει καί διευθύνει στή Θεσσαλονίκη Ἀντιαιρετική Σχολή, ὅπου καταρτίζονται στελέχη γιά τήν ἀντιμετώπιση διαφόρων αἱρέσεων.

 1972 ἑ.: Σέ συνεργασία μέ τόν μα­καριστό καθηγητή Π. Χρήστου φιλοπονεῖ ἐκδόσεις πατερικῶν κειμένων καί μεταφράσεις αὐτῶν, στή σειρά Ε.Π.Ε.

 1983-1998: Ὑπηρετεῖ ὡς τακτικός καθηγητής στό Τμῆμα Ποιμαντικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

 1987-1989: Διατελεῖ πρόεδρος τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς.

 1987-2007: Συνεργάζεται μέ τόν π. Ἰωάννη Διώτη γιά τήν ἐπανέκδοση τῆς μεγάλης Πατρολογίας τοῦ Migne καί καταρτίζει τούς πίνακες χωρίων τῆς ἁ­γίας Γραφῆς.

 1991-1994: Διδάσκει στήν Ἀνωτέ­ρα Ἐκκλησιαστική Σχολή τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης.

 Κατά τή διάρκεια τῆς πανεπιστημι­ακῆς του θητείας καί μετά τήν ἀφυ­πηρέτησή του ἔδινε διαλέξεις στό Ἀνοιχτό Πανεπιστήμιο. Συμμετεῖχε δέ ὡς εἰσηγητής σέ πολλά Θεολογικά Συνέδρια στήν πατρίδα μας καί στό Ἐξωτερικό (Κύπρο, Βουλγαρία, Ρουμανία).

 Τό πλούσιο συγγραφικό ἔργο του ὑπερβαίνει τά 80 συγγράμματα μέ χιλιάδες σελίδες, ἐνῶ ἄφησε καί δεκάδες ἀνέκδοτα ἔργα. Τά συγγράμματά του καλύπτουν ὅλους τούς τομεῖς τῆς Θεολογίας: ἑρμηνευτική, δογματική, ἁγιολογία, ἀπολογητική, κατηχητική. Δια­κρίνονται γιά τήν πρωτοτυπία, τή σαφήνεια, τίς ὀρθόδοξες καί πατερικές θέσεις. Ἕλληνες καί ξένοι θεολόγοι ἀναφέρονται σέ αὐτά μέ θαυμασμό.

 Παράλληλα μέ τήν ἐπιστημονική του δραστηριότητα ὁ σοφός καί χαρισματικός καθηγητής ἀνέπτυξε πλούσια ἐκκλησιαστική, κηρυκτική καί κατηχητική δράση. Τά Χριστούγεννα τοῦ 1949 ὡς πρωτοετής φοιτητής πραγματοποίησε τό πρῶτο του κήρυγμα στόν μητροπολιτικό ναό τῶν Γρεβενῶν καί 18 Μαρτίου 2012 τό τελευταῖο στόν ἱ. ναό Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου τῆς «Χριστιανικῆς Ἐλπίδος». Ἀνάμεσα στά δύο ὁριακά κηρύγματα ἐκτείνεται ἡ κηρυκτική διακονία του, πού ἀναμφι­σβήτητα ὑπῆρξε ἡ πρώτη του προτεραιότητα καί ὁ ἀσίγαστος πόθος τῆς καρδιᾶς του. Πραγματοποίησε χιλιάδες ὁμιλίες καί διαλέξεις σέ πολλές πόλεις τῆς Ἑλλάδος, καθώς καί στούς ὁμογενεῖς τοῦ ἐξωτερικοῦ, στή Γερμανία (1966-1968, 1987, 1988-1989), Ἀγγλία (1982-1983) καί Αὐστραλία (1985). Ὡς συνεργάτης ραδιοφωνικῶν καί τηλεοπτικῶν σταθμῶν ἐπί σειρά ἐτῶν παρουσίασε θέματα ἐκλαϊκευμένης θεολογίας.

 Ὑπῆρξε ὁ πνευματικός ἡγέτης καί δι­δάσκαλος τῶν χριστιανικῶν Ἀδελφοτήτων τῆς Θεσσαλονίκης «ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ», «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΛΠΙΣ», «ΘΕΟΤΟΚΟΣ» καί τοῦ συνδέσμου χριστιανῶν νέων «ΛΥΧΝΟΣ», καθώς καί τῆς Ἀδελφότητος «Η ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑ­ΡΑ» στά Γρεβενά.

 Ἀπό τίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1970 καί ἑξῆς εἶχε τήν εὐθύνη καί τήν καθοδήγηση τῶν κύκλων μελέτης τῆς ἁγίας Γραφῆς πού λειτουργεῖ ἡ Ἀδελφότητα «ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ» στή Θεσσαλο­ νί­κη καί σέ ἄλλες περιοχές μέ τήν εὐλογία τῶν οἰκείων Μητροπολιτῶν. Ἔχει δέ καταρτίσει βοηθήματα γιά τούς κυκλάρχες, ὅπου ἑρμηνεύει ὁλόκληρα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης καί ἐκλεκτές περικοπές τῆς Παλαιᾶς. Ἑκατοντάδες εἶναι ἐπίσης οἱ εἰσηγήσεις του σέ Ἱερατικά Συνέδρια διαφόρων Μητροπόλεων.

 Ὡς φοιτητής ἀκόμη διηύθυνε χριστιανική κατασκήνωση μαθητῶν στό Πήλιο. Στή συνέχεια, ἐπί σαράντα καί πλέον ἔτη διατέλεσε ἀρχηγός χριστιανικῶν κατασκηνώσεων, ὅπου ἔδωσε ὁλόψυχα τόν ἑαυτό του κατηχώντας καί νουθετώντας νυχθημερόν παιδιά, νέους ἀλλά καί οἰκογενειάρχες.

 Στήν κοινωνική καί φιλανθρωπική δράση ὑπῆρξε ἐπίσης ἀξιοθαύμαστος. Συμμετέχοντας στά προβλήματα τῶν χειμαζομένων ὀρθοδόξων ἀδελφῶν πραγματοποίησε ἐπισκέψεις στήν περιοχή τῆς Ἀλβανίας καί τῆς Βοσνίας.

 Καί ποιός δέν ἔχει νά καταθέσει γιά τόν κόπο του, τή θυσία του, τό στοργικό του ἐνδιαφέρον, τήν πατρική του καρδιά! Χωρίς ποτέ νά ὑπολογίσει τόν ἑαυτό του, ὁ ἴδιος πολλές φορές ἄγρυπνος, κατάκοπος, ἐμπερίστατος, ἔσπευδε, διανύοντας ἀκόμη καί πολλά χιλιόμετρα, νά βρε θεῖ κοντά σέ ὅσους εἶχαν ἀνάγκη, νά γίνει πράγματι Κυρηναῖος τους. Ἔτρεχε νά ἐπισκεφθεῖ ἀρρώστους, νά συνδράμει ἐνδεεῖς, νά ἀποφυλακίσει φυλακισμένους μεταγγίζοντάς τους τήν ἐλπίδα πού πηγάζει ἀπό τή μετάνοια· μεριμνοῦσε νά παρηγορήσει πενθοῦντες καί θλιμμένους, νά στηρίξει κλονιζομένους, νά μονοιάσει οἰκογένειες, νά χειραγωγήσει στήν πίστη νέους, νά ἐπαναφέρει πλανεμένους στήν Ἐκκλησία. Ἀλλά καί πλῆθος μαθητῶν του θά ἔχουν νά θυμοῦνται μέ εὐγνωμοσύνη τήν ἀνθοδέσμη τῶν θείων μηνυμάτων πού τούς προσέφερε στό μυστή­ριο τῶν γάμων τους, καθώς καί στίς βαπτίσεις τῶν παιδιῶν τους.

 Καλοκαίρι 2011: Ὑφίσταται σοβαρό κλονισμό ἡ ὑγεία του. Ὑπέμεινε καρτερικά τή δοκιμασία, δίνοντας μάθημα γιά τό πῶς ἀντιμετωπίζει τόν σταυρό τῆς ἀρρώστιας ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Μέχρι καί τήν τελευταία στιγμή δέν ἔπαυσε νά κηρύττει, νά γράφει, νά ὑπαγορεύει, νά διορθώνει, νά κατευθύνει, νά ἐπικοινωνεῖ καί νά ἐνδιαφέρεται γιά τίς ἀνάγκες ἐν­δεῶν ἀδελφῶν.

 Στό διάστημα αὐτό συμπληρώνει τό συγγραφικό του ἔργο μέ τρία νέα βιβλία: «Ὁ ἀντίχριστος καί τό 666» (ἀρχές καλοκαιριοῦ 2011), «Ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Ἰωάννου τόμος Α΄ , εἰσαγωγικά καί ἑρμηνεία κεφ. 13» (Νοέμβριος 2011), «Αὐγή μυστικῆς ἡμέρας» (Μάρτιος 2012). Παράλληλα συγκέντρωνε τήν ὕλη τοῦ τρίτου βιβλίου τῆς σειρᾶς γιά τό πρόσωπο τῆς Παναγίας καί παρέδιδε γιά ἐκτύπωση τόν τρίτο τόμο τῆς «Ἑρμηνείας στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο».

 25 Μαρτίου: Παρακολουθεῖ τό θεατρικό «Κατσαντώνης» πού ἀνέβασαν οἱ νέοι τοῦ συνδέσμου «ΛΥΧΝΟΣ» στήν αἴθουσα τῆς Ἀδελφότητος «Ἀπολύτρωσις».

 31 Μαρτίου: Παρότι οἱ σωματικές του δυνάμεις εἶχαν ἀρχίσει νά τόν ἐγκαταλείπουν, καλεῖ τά στελέχη καί τακτοποιεῖ ἐκκρεμότητες σχετικά μέ δραστη­ ριότητες τοῦ πνευματικοῦ του ἔργου.

 Ξημέρωμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα (15-4-2012): Μέσα στήν ἀναστάσιμη χαρά ὁ ἀναστημένος Κύριος καλεῖ τόν διαπρύσιο κήρυκα τῆς Ἀναστάσεως κοντά του, γιά νά γιορτάσει «ἐκτυπώτερον» τό Πάσχα μαζί του.

 Μνησθείη Κύριος τοῦ κόπου τῆς ἀγάπης του καί τῶν ποικίλων θυσιῶν γιά τήν οἰκοδομή καί τόν καταρτισμό τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ!

 

livanoto
 ΙΚΕΣΙΑ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ
 exodios  afieroma
 'Εξόδιος Ἀκολουθία ὁμοτίμου Καθηγητοῦ Στεργίου Σάκκου  Σύντομο βιογραφικό Στεργίου Σάκκου
 krato toevaggelio  ziakas 20xrona
Ἀξία τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ 20 Χρόνια Κατασκήνωση Ζιάκα σέ 20 λεπτά
 epistoles  metoxh adelfotitas
 Ἐπιστολές Μετοχή τῆς Ἀδελφότητός μας στήν Θριαμβεύουσα Ἐκκλησία 
   
Ἀναμνήσεις φίλων Ἕνας σύγχρονος μάρτυρας τῆς Ἀναστάσεως
   

dietes

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ 2014

 

naos

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ 2015

   

naos

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ 2016

Παιδαγωγός τῶν νέων...

ap 4 c
 
Πενταετές Μνημόσυνο Στεργίου Σάκκου (2017)
   

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ 2018

Ἐραστής καί ἑρμηνευτής τῆς Ἁγίας Γραφῆς

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ, 12-5-2019
   

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ 2022

Ἄνθρωπος ἀγάπης

Τραγούδι: "Στόν δάσκαλο" (Χορωδία ΛΥΧΝΟΣ)
 
   
   
Παρασκευή, 25 Απρίλιος 2014 03:00

Ἡ θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν (17,11-19)

1Ἡ θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν ἀποτελεῖ ἕνα ἀκόμη διαπιστευτήριο τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ, μία πρόσθετη εὐκαιρία γιά τούς Ἰουδαίους νά ἀναγνωρίσουν τήν θεϊκή του ἐξουσία. Ἐντούτοις, στά πρόσωπα τῶν ἐννέα λεπρῶν προβάλλει ἡ ἀχαριστία τοῦ εὐεργετημένου λαοῦ. Πράγματι, ὁ Ἰσραήλ ἀποδείχθηκε ἀνάξιος τῆς σωτηρίας πού τοῦ πρόσφερε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἐνῶ ἕνας Σαμαρείτης κέρδισε τήν σωτηρία. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι μόνο ὁ Λουκᾶς, ὁ εὐαγγελιστής πού ἀπευθύνεται στούς ἐξ ἐθνῶν χριστιανούς διασώζει τό συγκεκριμένο περιστατικό, ἀκριβῶς διότι μαρτυρεῖ ὅτι ὁ ἰουδαϊκός λαός δέν εἶναι πλέον ὁ προνομιοῦχος κληρονόμος τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ· ὅτι ἡ σωτηρία προσφέρεται σέ ὅλους ἐκείνους πού πλησιάζουν τόν Ἰησοῦ μέ βαθειά καί γνήσια πίστη. Τό γεγονός, δηλαδή, τῆς θεραπείας τῶν δέκα λεπρῶν, ὅπως ἀκριβῶς περιγράφεται ἀπό τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ, ἀποτελεῖ ἕνα προανάκρουσμα τῆς πίστεως τῶν ἐθνικῶν καί τῆς ἐντάξεώς τους στήν Ἐκκλησία. 
 17,11. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὸν εἰς Ἰερουσαλήμ καὶ αὐτὸς διήρχετο διὰ μέσου Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας. 
 Γιά τρίτη φορά ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς σημειώνει ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὸν εἰς Ἰερουσαλήμ (πρβλ. 9,51· 13,22). Πρόκειται γιά τίς περιοδεῖες πού καλύπτουν τούς τελευταίους 6-8 μῆνες τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Kυρίου καί πού θά καταλήξουν στήν τελευταία ἐπίσκεψή του στήν Ἰερουσαλήμ, ὅπου θά συντελεσθεῖ ἡ σύλληψη καί τά σεπτά πάθη του. Κατά τήν περιοδεία αὐτή διήρχετο διὰ μέσου Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας· καθώς κατευθυνόταν ἀπό τήν βόρεια Παλαιστίνη πρός τήν Ἰουδαία, περνοῦσε ἀπό τά σύνορα μεταξύ Γαλιλαίας καί Σαμάρειας. Δέν εἶναι δυνατόν νά προσδιορισθεῖ ἀκριβῶς ἡ πορεία πού ἀκολουθεῖ ὁ Ἰησοῦς. Eἶναι ὅμως φανερό ὅτι δέν μπαίνει στήν Σαμάρεια ἀλλά καί δέν διασχίζει κατευθεῖαν τήν Περαία ἀπ’ ὅπου προτιμοῦσαν νά περνοῦν οἱ Γαλιλαῖοι καί οἱ Ἰουδαῖοι ἀποφεύγοντας τήν ἐπικοινωνία μέ τούς Σαμαρεῖτες. Ἀκολουθεῖ τήν γραμμή τῶν συνόρων ἀπό τήν Δύση πρός τήν Ἀνατολή, ὥστε νά μποροῦν νά τόν ἀκούσουν καί οἱ κάτοικοι τῆς Σαμαρείας, πού βρίσκεται στά δεξιά του καί οἱ Γαλιλαῖοι, τῶν ὁποίων ἡ περιοχή εἶναι στά ἀριστερά του. Kατευθύνεται πρός τόν Ἰορδάνη ἀπό ὅπου θά περάσει στήν Περαία. 
 17,12. Καὶ εἰσερχομένου αὐτοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν. 
 Καθώς ὁ Ἰησοῦς ἔμπαινε σέ ἕνα χωριό τῆς παραμεθόριας περιοχῆς, εἰσερχομένου αὐτοῦ εἴς τινα κώμην, εἶχε ἕνα θλιβερό συναπάντημα· ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες. Oἱ λεπροί ἔστησαν πόρρωθεν, στάθηκαν μακριά ἀπό τόν Kύριο καί τήν συνοδεία του, διότι σύμφωνα μέ τόν μωσαϊκό νόμο θεωροῦνταν ἀκάθαρτοι καί ἀπαγορευόταν νά πλησιάζουν τούς ὑγιεῖς ἀνθρώπους. 
 17,13. καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς.
  Ἡ τοπική ἀπόσταση δέν ἐμπόδισε τούς λεπρούς νά βρεθοῦν κοντά στόν Ἰησοῦ μέ τήν ἱκεσία τους· «τῷ μὲν τόπῳ πόρρω ἵσταντο, τῇ δὲ ἱκεσίᾳ ἐγγὺς ἐγένοντο», σχολιάζει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος. Μόλις τόν εἶδαν ἀπό μακριά ἦραν φωνήν, ἔβγαλαν φωνή δυνατή. Φώναξαν καί οἱ δέκα μαζί μέ ὅλη τους τήν δύναμη, ἐπε­δή τούς χώριζε κάποια ἀπόσταση καί ἐπιπλέον ἡ φωνή τους ἦταν ἀλλοιωμένη καί βραχνή ἐξαιτίας τῆς ἀρρώστιας. Ἐξάλλου, καί ὁ μεγάλος πόνος τούς ἐξωθοῦσε νά κραυγάσουν. Δέν ἦταν μόνο καταδικασμένοι σέ μία σκληρή καί ἀπεχθῆ ἀσθένεια· ἡ ἐγκατάλειψη καί ἡ ἀποκοπή ἀπό τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων μεγάλωνε τήν θλίψη τους, τήν ἔκανε ἀβάσταχτη. 
 Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο οἱ δέκα λεπροί ἀπευθύνονται στόν Kύριο δηλώνει τόν ἐξαιρετικό σεβασμό τους πρός Αὐτόν. Στό γνωστό ὄνομά του Ἰησοῦς προσθέτουν τήν προσφώνηση ἐπιστά­τα, δηλαδή Κύριε, διδάσκαλε (πρβλ. 5,5). Δείχνουν ἔτσι ὅτι τοῦ ἀναγνωρίζουν κάποια ὑπερφυσική δύναμη καί ἐξουσία. Παρ’ ὅτι ζοῦσαν στήν ἐρημιά οἱ λεπροί φαίνεται ὅτι εἶχαν ἀκούσει γιά τά θαυμαστά σημεῖα τοῦ Ἰησοῦ, μεταξύ τῶν ὁποίων καί θεραπεῖες λεπρῶν. Γι’ αὐτό τόν ἱκετεύουν νά τούς σπλαγχνισθεῖ· ἐλέησον ἡμᾶς. Kαί βέβαια, τό ἔλεος πού ἐκλιπαροῦν εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ἀσθένειάς τους. Ἐμπιστεύονται τόν ἑαυτό τους στήν εὐσπλαγχνία του μέ τήν ἐλπίδα ὅτι θά τούς χαρίσει τήν ὑγεία. Eἶναι δέ ἀξιοσημείωτο ὅτι δέν παρακαλοῦν ὁ καθένας γιά τόν ἑαυτό του ἀλλά ὅλοι γιά ὅλους. Aὐτό καθιστᾶ πολύ πιό δυνατή τήν ἱκεσία τους. 
 17,14. Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. 
 Ὁ φιλάνθρωπος Ἰησοῦς ἀκούγοντας τήν θερμή ἱκεσία τῶν λεπρῶν, στράφηκε πρός τό μέρος τους. Ἰδὼν, μόλις εἶδε τό οἰκτρό κατάντημά τους, τά παραμορφωμένα πρόσωπα, τά καταφαγωμένα ἀπό τήν λέπρα σώματα, τούς συμπόνεσε καί τούς ἀπηύθυνε τόν λόγο, εἶπεν αὐτοῖς. Δέν τούς λέγει κάποιο λόγο θεραπείας ἤ ἔστω παρηγοριᾶς, ὅπως θά περιμέναμε. Τούς στέλνει στούς ἱερεῖς μέ τήν ἐντολή· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Αὐτοί θά τούς ἔδιναν τό πι-στοποιητικό ὑγείας καί τήν ἄδεια νά ἐπιστρέψουν στίς οἰκογένειές τους. Ὅταν ὁ Κύριος θεράπευσε τόν ἕνα λεπρό (βλ. Λκ 5,14· Μθ 8,4) τοῦ εἶπε «δεῖξον σεαυτὸν τῷ ἱερεῖ», ἐδῶ χρησιμοποιεῖ πληθυντικό, διότι ἀνάμεσα στούς δέκα λεπρούς ὑπῆρχε ὁ Σαμαρείτης, ἴσως καί ἄλλοι ὁμοεθνεῖς του. Aὐτοί θά πήγαιναν στούς δικούς τους ἱερεῖς, στόν ναό τους στό ὄρος Γαριζίν, ἐνῶ οἱ Ἰουδαῖοι θά ἔπαιρναν τήν πιστοποίηση τῆς ὑγείας τους ἀπό τόν ἁρμόδιο ἱερέα καί κατόπιν θά πήγαιναν νά προσφέρουν τήν ὁρισμένη θυσία στόν Ναό τοῦ Σολομῶντος. 
 Ἡ προτροπή τοῦ Ἰησοῦ θέτει σέ δοκιμασία τήν πίστη τῶν λεπρῶν. Δίχως νά ἀσχοληθεῖ καθόλου μέ τήν τραγική κατάστασή τους, δίνει ἐντολή νά παρουσιασθοῦν στούς ἱερεῖς. Kαί ἐκεῖνοι, ἐνῶ εἶναι ἀκόμη λεπροί, δέν ἀμφισβητοῦν τόν λόγο τοῦ Ἰησοῦ. Πιστεύουν στήν δύναμή του, ὑπακοῦν μέ ἐμπιστοσύνη στήν παραγγελία του καί σπεύδουν «ἀδιστάκτως» νά τήν ἐκπληρώσουν. Γι’ αὐτό, καθώς προχωροῦν θεραπεύονται· καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Δέν προσδιορίζεται πόσο εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ, ὅταν πραγματοποιήθηκε ἡ θεραπεία τους. Ὁπωσδήποτε ὅμως δέν θά ἦταν πολύ μακρινή ἡ ἀπόσταση, ὥστε νά μποροῦν νά ἐπι-στρέψουν καί νά τόν βροῦν στήν κώμη ἔξω ἀπό τήν ὁποία τούς εἶχε θεραπεύσει. 
 17,15-16. Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης.
  Ἕνας ἀπό τούς δέκα λεπρούς, εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, μόλις εἶδε ὅτι θεραπεύθηκε, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, δέν πῆγε στόν ἱερέα, ἀλλά γύρισε πίσω νά βρεῖ τόν εὐεργέτη του Ἰησοῦ. Οἱ δέκα λεπροί εἶχαν ὑψώσει ὅλοι μαζί τήν φωνή τους κάτω ἀπό τήν πίεση τῆς ἀνάγκης· ἕνας μόνον ἐπέστρεψε τώρα μετὰ φωνῆς μεγάλης ὑψώνοντας καί πάλι τήν φωνή του δοξάζων τὸν Θεὸν μέ εὐγνωμοσύνη. Οἱ ἄλλοι θά ἔτρεξαν νά πανηγυρίσουν τό γεγονός μέ τούς δικούς τους. Ἄν μάλιστα ἦταν ὅλοι Ἰουδαῖοι, θά χάρηκαν καί θά ἔνιωσαν κάποια ἀνακούφιση πού ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τήν μιαρή γι’ αὐτούς παρουσία τοῦ Σαμαρείτη. Θά πίστευαν ὅτι καί ἐκεῖνος προφανῶς κατευθύνεται πρός τήν οἰκογένειά του. Ὁ Σαμαρείτης ὅμως ἔκα­νε κάτι ἐντελῶς διαφορετικό. Ἀναζήτησε τόν Ἰησοῦ, ἀποδεικνύοντας ὅτι παρά τήν σκληρή δοκιμασία ἡ ψυχή του διατηροῦσε τήν εὐγένεια, πού ἔλειπε ἀπό τούς Ἰουδαίους. 
 Δέν ἦταν, ὡστόσο, μόνον ἡ εὐγένεια καί ἡ εὐγνωμοσύνη, βασικά στοιχεῖα τῆς ἀνθρωπιᾶς, πού ὁδήγησαν τόν πρώην λεπρό στά πόδια τοῦ εὐεργέτη του. Μέσα του ὡρίμασε καί ἡ πίστη, πού εἶχε γεννηθεῖ μαζί μέ τήν προσδοκία τῆς θεραπείας καί ηὔξανε συνεχῶς, ὥστε νά ἐπιζητεῖ τήν ἐπικοινωνία μέ Ἐκεῖνον πού κα­τα­λάβαινε ὅτι δέν ἦταν ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος· ἦταν ὁ μέγας Ἀρχιερέας. Ἡ δική του παρουσία ἔδινε κῦρος στούς ἱερεῖς τοῦ νόμου. Δέν χρειαζόταν, λοιπόν, νά προσέλθει στούς ἱερεῖς ὁ θεραπευμένος λεπρός, ἦρθε στόν ἴδιο τόν Ἀρχιερέα! Κυριευμένος ἀπό δέος, μόλις συνάντησε τόν Ἰησοῦ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ, ἔπεσε στά γόνατα καί ἀ­κούμ­πησε τό πρόσωπό του μπροστά στά πόδια του ἐκ-φράζοντας τόν βαθύτατο σεβασμό του. Ἡ προσκύνηση, ὅπως καί ἡ δόξα, ἁρ­μόζει μόνο στόν Θεό (πρβλ. Ἀπ 19,10). Ὁ εὐγνώμων λεπρός δόξαζε τόν Θεό πού δέν ἔβλεπε, καί εὐχαριστοῦσε τόν ἄνθρωπο Ἰησοῦ πού ἔβλεπε. Aὐθόρμητα ὅμως, χωρίς νά τό ἀντιλαμβάνεται, προσκύνησε τόν Θεάνθρωπο, τόν κρυπτόμενο Θεό καί φαινόμενο ἄνθρωπο. Παρ’ ὅλο πού δέν εἶχε ἀκόμη σαφῆ πίστη στήν θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ, διαισθανόταν ὅτι στό πρόσωπό του συναντοῦσε τόν ἴδιο τόν Θεό. 
 Στήν συνοριακή περιοχή Γαλιλαίας καί Σαμάρειας φαίνεται ὅτι ὑπῆρχε καταυλισμός στόν ὁποῖο ζοῦσαν ἀπομονωμένοι Γαλι­λαῖοι καί Σαμαρεῖτες προσβεβλημένοι ἀπό τήν φοβερή ἀσθένεια τῆς λέπρας. Παρά τήν ἀμοιβαία ἐχθρότητα πού ὑπῆρχε ἀνάμεσά τους (πρβλ. Ἰω 4,9), ὁ πόνος τούς εἶχε ἑνώσει στόν ἴδιο τόπο. Mέ ἔμφαση ὁ εὐαγγελιστής σημειώνει ὅτι ὁ εὐγνώμων λεπρός ἦταν Σαμαρείτης· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. Ἡ πληροφορία, ὅπως ἑρ­μηνεύουν οἱ πατέρες, σημειώνεται «ἵνα μηδεὶς ἐθνικὸς ἀπογινώσκῃ καὶ ἵνα μηδεὶς ἐκ προγόνων ἁγίων ὢν καυχῷτο». 
 17,17-18. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; 
 Eἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι δέν ἀναφέρεται τό πρόσωπο στό ὁποῖο ἀπευθύνεται ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς. Προφανῶς ὁ λόγος τόν ὁποῖο εἶπεν δέν εἶναι ἀπάντηση στόν εὐγνώμονα Σαμαρείτη, ἀλλά ἕνα σχόλιο σέ ὅλο τό περιστατικό καί τήν συμπεριφορά τῶν θεραπευθέντων. Tά τρία ἀλλεπάλληλα ἐρωτήματα πού διατυπώνει στιγματίζουν τήν ἀχαριστία τῶν ἐννέα ἰουδαίων λεπρῶν· 
 α) Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Ἀναμφίβολα τό ἐρώτημα, ὅπως καί τά δύο ἑπόμενα, εἶναι ρητορικό· δέν δηλώνει ἄγνοια τοῦ Ἰησοῦ. Ἐκφράζει τήν ἔντονη ἀποδοκιμασία του, διότι δέν αἰσθάνθηκαν ὅλοι οἱ θεραπευμένοι τήν ἀνάγκη νά ἐπιστρέψουν καί νά εὐχαριστήσουν γιά τήν θεραπεία τους. Διέθεταν πίστη καί οἱ δέκα λεπροί, ἀλλά μόνον ἕνας ἀπό αὐτούς ἐκδήλωσε εὐγνωμοσύνη. Τῶν ἄλλων λεπρῶν ἡ πίστη ἦταν νεκρή, χωρίς ἔργα (βλ. Ἰα 2,17). 
 β) Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; Τό δεύτερο ἐρώτημα ἀντηχεῖ ὅπως ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ στόν παράδεισο, ὅταν ἀναζητοῦσε τόν Ἀδάμ μετά τήν πτώση του· «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;» (Γέ 3,9). Ἐκφράζει ὅλη τήν θλίψη τοῦ πανάγαθου Κυρίου γιά τήν ἀγνωμοσύνη τοῦ πλάσματος πού τόσο εὐεργέτησε, γιά τήν ἑκούσια ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν προσφορά τῆς θεϊκῆς ἀγάπης. Αὐτή ἡ ἀχαριστία, τήν ὁποία ἐκ τῶν προτέρων γνώριζε ὁ Ἰησοῦς, δέν τόν ἐμπόδισε, ὡστόσο, νά χαρίσει τήν θεραπεία καί στούς ἐννέα ἀχάριστους. 
 γ) Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Εἶναι ἰδιαίτερα βαρυσήμαντο τό γεγονός ὅτι εὐγνώμων φάνηκε κάποιος πολύ καταφρονεμένος ἀπό τούς Ἰουδαίους, ἕνας ἀλλογενής Σαμαρείτης. Οἱ Σαμαρεῖτες θεωροῦνταν ἀπό τούς Ἰουδαίους ἀλλοεθνεῖς καί ὄχι γνήσιοι ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ, διότι στό βόρειο βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ εἶχαν σημειωθεῖ πολλές ἑκούσιες καί ἀναγκαστικές μεταναστεύσεις, ἐποικισμοί καί ποικίλες ἐπιμειξίες, μετά ἀπό τίς διαδοχικές εἰσβολές Ἀσσυρίων, Χαλδαίων, Περσῶν, Ἑλλήνων καί Ρωμαίων. Αὐτή ἡ καταφρόνια πρός τό γένος τοῦ θεραπευμένου Σαμαρείτη ἔκανε τήν εὐγνωμοσύνη του ἀκόμη μεγαλύτερη στό πρόσωπο τοῦ ἰουδαίου Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος τοῦ χάρισε τήν ὑγεία ἀδιαφορώντας γιά τήν προαιώνια ἔχθρα πού χώριζε τούς Ἰουδαίους ἀπό τούς Σαμαρεῖτες.
  Ἡ ἀντίθεση ἀνάμεσα στούς ἐννέα ἀγνώμονες λεπρούς καί τόν ἕνα εὐγνώμονα ἐξαίρει περισσότερο τήν εὐγνωμοσύνη τοῦ Σαμαρείτη καί καθιστᾶ βαρύτερη τήν ἀχαριστία τῶν ἄλλων. Θλιβερή ἡ διαπίστωση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου· «Ἰουδαῖοι ὄντες, εἰς ἀχάριστον λήθην ἐμπεσόντες, οὐχ ὑπέστρεψαν δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ· ὅθεν σκληροκάρδιον καὶ ἀμνήμονα παντελῶς δεικνύει τὸν Ἰσραήλ». 
 17,19. Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. 
 Στόν εὐγνώμονα Σαμαρείτη ὁ Κύριος χάρισε κάτι ἀνώτερο ἀπό τήν ὑγεία τοῦ σώματος· τήν σωτηρία, πού εἶναι ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς. Οἱ ἐννέα λεπροί ἔδειξαν πίστη στήν δύναμή του καί ἔλαβαν τήν ἱκανοποίηση τοῦ αἰτήματός τους. Ἡ σχέση τους ὅμως μέ τόν Ἰησοῦ περιορίστηκε σ’ αὐτή τήν «ἰδιοτελῆ δοσοληψία». Δέν θέλησαν νά προχωρήσουν σέ στενώτερη ἐπαφή καί ἐπικοινωνία μαζί του. Ἀνάλογα μέ τήν πίστη τους καί τήν διάθεση τῆς ψυχῆς τους ἔλαβαν καί αὐτοί τήν ἀμοιβή τους. Ὁ Σαμαρείτης ἐπιδίωξε μία ἀμεσώτερη σχέση μέ τόν Ἰησοῦ. Μία τέτοια κίνηση δηλώνει πίστη ἄλλης ποιότητος. Αὐτήν ἐξαίρει ὁ Κύριος διαβεβαιώνοντας τόν Σαμαρείτη ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. 
 Παράλληλα ἡ διαβεβαίωσή του αὐτή εἶναι καί γιά τούς μαθητές μία ἐπιπλέον ἐπιβεβαίωση τῶν θαυμαστῶν ἀποτελεσμάτων πού μπορεῖ νά ἐπιφέρει ἡ δυνατή πίστη, γιά τήν ὁποία τούς εἶχε μιλήσει προηγουμένως (στ. 6). Aὐτή ἡ σωτήρια πίστη ἀμείβεται μέ τόν καθαρισμό τῆς λέπρας ὄχι μόνο τοῦ σώματος ἀλλά καί τῆς ψυχῆς. Ἐλευθερώνει ἀπό τήν ἁμαρτία, πού κρατᾶ τόν ἄνθρωπο ἀποκομμένο ἀπό τήν κοινωνία του μέ τόν Θεό.

Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία στό κατά Λουκᾶν, τόμ. Γ΄, σελ. 21-28
Παρασκευή, 25 Απρίλιος 2014 03:00

Ἡ βασιλική ὁδός

 Τό μήνυμά μας εἶναι τό μήνυμα τῶν ἀγγέλων πρός τούς ταπεινούς βοσκούς τῆς Βηθλεέμ· «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» (Λκ 2,11). Ἀπευθύνεται σέ ὅλους τούς ἀγαπητούς μας ἀναγνῶστες ἀλλά καί σέ κάθε ἄνθρωπο τῆς γῆς, ἀφοῦ γι᾿ αὐτό κατέβηκε στή γῆ, ἔλαβε ἀρχή ὁ ἄναρχος καί σάρκα ὁ ἄσαρκος Θεός· γιά νά χαρίσει στόν ἄνθρωπο τή λύτρωση, τή σωτηρία. 
 Ὡστόσο, εἶναι ἀλήθεια διαπιστωμένη, πού καθημερινά καί πολλαπλά ἐπιβεβαιώνεται, ὅτι εἶναι ἀνησυχητικά πολλοί οἱ ἀλύτρωτοι, οἱ ἄνθρωποι πού παραμένουν μακριά ἀπό τή σωτηρία. Αὐθόρμητο καί εὔλογο ἀνεβαίνει στά χείλη μας τό ἐρώτημα: τάχα γιατί; Ἡ ἀπάντηση ἀποκαλύπτει πολλές καί βαθειές αἰτίες, ὅσο βαθειά καί πολυποίκιλη εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ψυχή, ὅσο πλατειά καί ἀνερμήνευτη εἶναι ἡ ἐλευθερία, τήν ὁποία ὁ Θεός ἀναγνωρίζει στό πλάσμα του. Ἐμεῖς θά ἐπισημάνουμε μόνο μία -θεμελιακή, κατά τή γνώμη μας- αἰτία, πού καθιστᾶ ἐπίπονο καί γι᾿ αὐτό ἀνεπιθύμητο τό δρόμο πρός τήν πολυπόθητη σωτηρία. Καί θά μιλήσουμε παραβολικά: 
 Ὅταν ὁ βασιλιάς Πτολεμαῖος κράτησε στά χέρια του τήν περίφημη «Γεωμετρία», ἔργο τοῦ διάσημου μαθηματικοῦ Εὐκλείδη, θαύμασε τό ἐπίτευγμα. Διαπίστωσε ὅμως πώς τοῦ ἦταν τελείως ἀδύνατο νά κατανοήσει τά γραφόμενα φυλλομετρώντας ἁπλῶς τό βιβλίο. Κάλεσε, λοιπόν, τόν Εὐκλείδη καί τοῦ εἶπε: 
 - Δέν ὑπάρχει κάποιος εὐκολότερος τρόπος γιά νά γνωρίσει κανείς αὐτά τά σπουδαῖα πράγματα πού γράφεις ἐδῶ; Καί ὁ σοφός μαθηματικός τοῦ ἀπάντησε: 
 - Μεγαλειότατε, δέν ὑπάρχει βασιλική λεωφόρος πού νά ὁδηγεῖ στή γεωμετρία! 

 Ἀναμφίβολα εἶναι ποθητή καί περιζήτητη ἀπό ὅλους ἡ σωτηρία. Ἀπαιτεῖ ὅμως τήν τόλμη τῆς μετάνοιας, πού συνεπάγεται τήν πορεία στή «στενή ὁδό» τῆς πίστεως. Αὐτός εἶναι ὁ μοναδικός δρόμος· δέν ὑπάρχει «βασιλική λεωφόρος», πού θά μᾶς φέρει ἄκοπα καί ἄνετα στή σωτηρία. Ἡ μετάνοια προϋποθέτει ταπείνωση, συντριβή, ἀπόθεση τῶν σφαλμάτων, τῶν παθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν ἀλλά καί τῶν ἀρετῶν, τῶν καυχημάτων καί τῶν ἐπιτευγμάτων μας στά πόδια τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Ἐπιβάλλει ὁλόψυχη ὑποταγή στό θέλημά του. Μόνο στίς ψυχές πού τόν πλησιάζουν μέ τήν ταπείνωση τῶν σοφῶν μάγων, πού τόν ὑποδέχονται μέ τήν ἁπλότητα τῶν ταπεινῶν ποιμένων τῆς Βηθλεέμ χαρίζει ὁ Κύριος τή δυνατότητα νά τόν δοξολογήσουν μαζί μέ τούς ἀγγέλους. Μόνο ὅσοι μετανοοῦν καλοδέχονται στήν καρδιά τους τόν Σωτήρα. Καί σ᾿ αὐτούς ἀποκαλύπτεται τό μεγάλο μυστικό ὅτι εἶναι εὐφρόσυνη κι εὐλογημένη ἡ ὁδός τοῦ Κυρίου. 
 Ἀδελφέ μου, τό θέμα εἶναι ἁπλό καί ξεκάθαρο: Ὁ Χριστός τά δίνει ὅλα μόνο σ᾿ ἐκείνους πού τοῦ παραδίδουν τόν ἑαυτό τους μέ τή μετάνοια. Ἄς εἶναι αὐτή τό γνώρισμα τῶν Χριστουγέννων πού πλησιάζουν, γιά νά τά ζήσουμε λυτρωτικά, εὐλογημένα. Ἀμήν!

Στέργιος Ν. Σάκκος

 

Παρασκευή, 25 Απρίλιος 2014 03:00

Χαῖρε, σκηνή τοῦ Θεοῦ καί Λόγου

Xαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου· 
χαῖρε, ἁγία ἁγίων μείζων! Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι· 
χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε! (Δ´Στάση) 

 Οἱ δύο αὐτοί διπλοί χαιρετισμοί, πού περιέχονται στήν Δ´ στάση τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου, παραπέμπουν τήν σκέψη μας στόν πρῶτο ναό τῶν Ἰσραηλιτῶν, στήν λεγόμενη Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου. Μετά τήν ἔξοδο τοῦ λαοῦ ἀπό τήν Αἴγυπτο καί κατά τήν πορεία του στήν ἔρημο, ὁ Θεός κάλεσε τόν Μωϋσῆ στήν κορυφή τοῦ ὄρους Σινᾶ καί τοῦ ἔδωσε τίς πλάκες τοῦ νόμου. Τότε, μαζί μέ τόν νόμο, τοῦ ἔδωσε καί λεπτομερεῖς ὁδηγίες γιά τόν χῶρο ὅπου θά φυλάσσονταν ὁ νόμος, καθώς καί γιά τά λειτουργικά σκεύη καί τά ἄμφια πού θά χρησιμοποιοῦσαν οἱ ἱερεῖς κατά τήν λατρεία (βλ. Ἔξ κεφ. 25-28). Κατά τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, οἱ πλάκες τοῦ νόμου τοποθετήθηκαν σέ ἕνα εἰδικό ἐπιχρυσωμένο κιβώτιο, τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, τό ὁποῖο ἀσφαλίσθηκε στήν Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου.
  Ἡ Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, λοιπόν, ἦταν ὁ πρῶτος ναός τοῦ Θεοῦ στήν γῆ. Εἶχε αὐτό τό ὄνομα, διότι ἦταν ἡ σκηνή πού μαρτυροῦσε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ· βεβαίωνε ὅτι ὁ Θεός ἔρχεται καί κατοικεῖ ἀνάμεσα στόν λαό του, τόν συνοδεύει καί τόν κατευθύνει στήν πορεία του, συνομιλεῖ μαζί του (βλ. Ἀρ 12,8)! Ἦταν ἕνας κινητός ναός, τόν ὁποῖο μετέφεραν οἱ Ἰσραηλῖτες στήν ἔρημο, ὅπου κι ἄν πήγαιναν. Συνδύαζε τήν ἁπλότητα μέ τήν μεγαλοπρέπεια καί τήν ἱερότητα. Δέν ἀρκέσθηκε μάλιστα ὁ Θεός μόνο στίς ὁδηγίες γιά τήν κατασκευή ἐκείνου τοῦ ναοῦ, ἀλλά, κατά κάποιο τρόπο ἔδωσε στόν Μωϋσῆ καί τήν μακέτα του. Πρόσεξε, τοῦ εἶπε, θά τά κάνεις ὅλα «κατὰ τὸν τύπον τὸν δεδειγμένον σοι ἐν τῷ ὄρει» (Ἔξ 25,8.40), ὅπως ἀκριβῶς σοῦ τά ἔδειξα πάνω στό ὄρος Σινᾶ. Τό πρότυπο, δηλαδή, τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου ἦταν ὁ οὐράνιος ναός, ὅπου κατοικεῖ ὁ Κύριος καί ἀενάως λατρεύεται ἀπό τίς οὐράνιες δυνάμεις. 
 Ὁ χαιρετισμός τῆς Παναγίας μας ὡς «σκηνῆς τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου» δηλώνει ὅτι αὐτή εἶναι ἡ σκηνή μιᾶς νέας μαρτυρίας τοῦ Θεοῦ. Στήν Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, βέβαια, ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ γινόταν αἰσθητή μέ τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, μέ τήν φωτεινή νεφέλη κτλ., δέν ἔπαυε ὅμως νά εἶναι ἀόρατος ὁ Θεός. Ἡ Παναγία γίνεται ἡ σκηνή ὄχι τοῦ ἀοράτου Θεοῦ, ἀλλά τοῦ ὁρατοῦ. Καί ὁ ὁρατός Θεός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός· «ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα» (Ἰω 14,9), εἶχε πεῖ ὁ ἴδιος στόν Φίλιππο, ὅταν τοῦ ζητοῦσε νά δεῖ τόν Θεό Πατέρα. «Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν», ἱστορεῖ ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης (Ἰω 1,14). Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος. Σκήνωσε στήν μήτρα τῆς Παρθένου, ἐνανθρώπησε καί ἐμφανίσθηκε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους ὡς Θεός καί ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ ἐπί γῆς Γιαχβέ, τόν ὁποῖο ἡ παρθένος Μαρία κυοφόρησε μέσα στά σπλάγχνα της καί τόν ἔθρεψε μέ τά ἅγια αἵματά της!
  Ἡ Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου ἦταν χωρισμένη σέ δύο μέρη· τό πρῶτο ὀνομαζόταν Ἅγια, τό δεύτερο Ἅγια τῶν ἁγίων. Στά Ἅγια ἔμπαιναν οἱ ἱερεῖς καθημερινά, γιά νά προσφέρουν τήν θυσία τοῦ θυμιάματος, νά ἐπιμεληθοῦν τούς ἄρτους τῆς προθέσεως καί τήν λυχνία. Στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου ἦταν τοποθετημένη ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, ἔμπαινε μόνον ὁ ἀρχιερέας μία φορά τόν χρόνο, κατά τήν μεγάλη ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἐξιλασμοῦ. Ἐκεῖ πρόσφερε τήν ἐξιλαστήριο θυσία προτυπώνοντας τήν θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού μέ τό αἷμα του «καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α´ Ἰω 1,7). 
 Στόν χαιρετισμό πού μελετοῦμε ἡ Παναγία χαιρετίζεται ἐπίσης ὡς «ἁγία ἁγίων μείζων». Στήν διατύπωση αὐτή ὑπάρχει μία βραχυλογία· χάριν τῆς ποιήσεως, δηλαδή, παραλείπεται ἡ λέξη «ἁγίων». Ὁλόκληρη ἡ φράση θά ἦταν· «χαῖρε, ἁγία ἁγίων (τῶν) ἁγίων μείζων». Ἄν αὐτό δέν τό προσέξουμε, θά ἑρμηνεύσουμε τήν φράση ὡς ἑξῆς· «χαῖρε ἐσύ πού εἶσαι ἁγία μεγαλύτερη ἀπό τούς ἁγίους». Καί εἶναι, βέβαια, ἡ Ἀειπάρθενος πάνω ἀπό ὅλους τούς ἁγίους, γι᾿ αὐτό καί λέγεται «Παναγία». «Τόσο ξεπερνᾶ ὅλους τούς μάρτυρες, ὅσο ὁ ἥλιος ξεπερνᾶ τά ἄστρα», γράφει χαρακτηριστικά ὁ ἐπίσκοπος Σελευκείας Βασίλειος. Ἡ Παρθένος εἶναι, ἀναμφίβολα, τό ἀριστούργημα τῆς ἀνθρώπινης πλάσης, τό σεπτό κειμήλιο ὅλης τῆς οἰκουμένης, ἡ «ὑψηλοτέρα τῶν οὐρανῶν καὶ καθαρωτέρα λαμπηδόνων ἡλιακῶν». Καί μόνον ἡ ἐκλογή τοῦ Θεοῦ, καί μόνον ὁ χαιρετισμός πού τῆς ἀπευθύνει, «χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν» (Λκ 1,28), τήν συνιστᾶ ὡς τήν ὡραιότερη καί ἱερώτερη ψυχή, τήν εὐγενέστερη καί παγκάλλιστη ὕπαρξη πού ἐμφανίσθηκε στήν ἀνθρωπότητα. Ἐντούτοις, ὁ χαιρετισμός δέν ἔχει αὐτό τό νόημα. Σημαίνει· «Χαῖρε, παρθένε Μαρία, πού εἶσαι ἁγία μεγαλύτερη, ἁγιώτερη, ἀπό τά Ἅγια τῶν ἁγίων». 
 Ὅπως, δηλαδή, χαρακτηρίζεται ἡ Παναγία «σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου», ἔτσι ἀποκαλεῖται καί Ἅγια τῶν ἁγίων, καί μάλιστα ἀνώτερη ἀπό τά Ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί εἶναι ἀνώτερη; Διότι ἐκεῖνα τά Ἅγια τῶν ἁγίων ἀποτελοῦσαν μία ἁπλή προτύπωση, προφητεία τῆς Παναγίας. Στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπως εἶπα, φυλασσόταν ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, ἡ ὁποία περιεῖχε τίς πλάκες τοῦ νόμου, τήν στάμνα μέ τό μάννα καί τήν ράβδο τοῦ Ἀαρών πού βλάστησε (βλ. Ἑβ 9,3-5). Σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης ἦταν ἐπιχρυσωμένη μέ καθαρό χρυσάφι ἀπό μέσα κι ἀπό ἔξω (βλ. Ἔξ 25,9-21). Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ ἴδια μία κιβωτός, «κιβωτὸς χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι». Τήν χρύσωσε ὁλόκληρη τό Πνεῦμα τό ἅγιο κατά τήν μεγάλη ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅταν ὁ ἄγγελος Γαβριήλ τῆς εἶπε «Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ» (Λκ 1,35), καί ἡ ἴδια ἔζησε τήν Πεντηκοστή πρίν ἀπό τούς ἀποστόλους, πρώτη ἀπ’ ὅλους. Ἔγινε τότε ἡ παρθένος Μαρία ἡ μεγάλη, ἡ ἁγία κιβωτός πού κρατᾶ μέσα της ὄχι τίς πλάκες τοῦ νόμου, ἀλλά ὅλη τήν τρισυπόστατη Θεότητα· τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ γραμμένο στά σπλάγχνα της ἀπό τόν δάκτυλο τοῦ Πατρός, διά τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὅπως τήν χαιρετίζει ὁ Ὑμνογράφος Ἰωσήφ· «χαῖρε ὁ τόμος ἐν ᾧ δακτύλῳ ἐγγέγραπται Πατρὸς ὁ λόγος, ἁγνή»! Ἀντί τοῦ μάννα πού φυλασσόταν, ἐπίσης, στήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, ἡ Θεοτόκος φιλοξενεῖ μέσα της τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού εἶναι ὁ «ἄρτος τῆς ζωῆς» καί «τό ξύλον τῆς ζωῆς», ἀσύγκριτα ἀνώτερο ἀπό τήν ράβδο τοῦ Ἀαρών! Πῶς, λοιπόν, νά μήν τήν χαιρετίζουμε καί ὡς τό ἀδαπάνητο, τό ἀθάνατο θησαυροφυλάκιο, πού ποτέ δέν χάνει τήν ἀξία του καί δέν κινδυνεύει ἀπό καμία πτώχευση ἤ χρεωκοπία; Φυλάγει μέσα της τήν ἴδια τήν ζωή, τήν αἰώνια ζωή͘ «χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε!». 
 Θαυμάζοντας τό μεγαλεῖο τῆς Παναγίας ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφωνεῖ· «Ποῦ ἠμπορῶ ἐγώ νά ἀπαριθμῶ ὅλα τά μεγαλεῖα ὅσα ἐποίησε ὁ Θεός εἰς τήν Ἀειπάρθενον; Αὐτά εἶναι ἄπειρα κατά τό μέγεθος καί ἀναρίθμητα κατά τό πλῆθος. Καί ἄν ἦταν δυνατόν νά ἑνωθοῦν ὅλοι ὅσοι ἐσώθησαν μέ τόν ἄσπορον Τόκον της, καί νά γίνουν ἕνα στόμα καί μία γλῶσσα πάλιν δέν ἤθελαν δυνηθῇ νά ἀριθμήσουν τά μεγαλεῖα τῆς Θεοτόκου καί νά τά ἐγκωμιάσουν κατά τήν ἀξίαν τους. Τί λέγω; Οὔτε αὐτοί οἱ ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ οὔτε αὐταί αἱ πρῶται καί ἀνώταται τάξεις τῶν Χερουβίμ καί Σεραφίμ δύνανται νά ἀριθμήσουν καί νά ἐπαινέσουν τά ὑπερφυῆ καί ὑπέρ ἔννοιαν μεγαλεῖα τῆς Μητρός τοῦ Θεοῦ». 
 Τά ἐξαιρετικά αὐτά προνόμια καί καταπληκτικά μεγαλεῖα πού μ᾿ ἕναν ἐντελῶς ἰδιαίτερο τρόπο ὁ Θεός χάρισε στήν Παναγία μας, τά χαρίζει καί σέ ὅλους τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι τήν τιμοῦν, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Νικόδημος, «μέ καθαράν καί σώφρονα ζωήν καί ἐνάρετον», τήν δοξάζουν καί τήν μεγαλύνουν «μέ ὕμνους θεομητορικούς καί ἐγκώμια καί προπάντων φυλάττοντας τίς προσταγές καί ἐντολές τοῦ Υἱοῦ της». Ὅταν κάποτε μία γυναίκα ἀνώνυμη ἐνθουσιασμένη ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἀναφώνησε «μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας» (Λκ 11,27), Ἐκεῖνος ἀπάντησε· «μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λκ 11,28). Καί βέβαια, ἡ μητέρα μου εἶναι μακαρία, ἀλλά εἶναι ἐπίσης μακάριοι καί ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀκοῦνε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐφαρμόζουν. 
 Ἄν ἔχουμε, δηλαδή, τό φρόνημα τῆς Παρθένου, πού ἔδειξε ἀπόλυτη ὑποταγή στήν βουλή τοῦ Θεοῦ λέγοντας «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου͘ γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» (Λκ 1,38)· ἄν ἐκτελοῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ πηγαίνοντας κόντρα στό θέλημά μας· ἄν δέν μᾶς παρασύρει ὁ κόσμος μέ τήν νοοτροπία του, τήν μόδα καί τόν εὐδαιμονισμό του· ἄν τηροῦμε στήν ζωή μας τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τότε θά εἴμαστε κι ἐμεῖς κατοικητήριό του, ναός του. «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» (Α´ Κο 3,16), τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Εἴμαστε κι ἐμεῖς ναός τοῦ Θεοῦ καί κατοικεῖ μέσα μας τό Πνεῦμα τό ἅγιο! Αὐτό πού ζητᾶ ἀπό μᾶς ὁ Θεός εἶναι μόνο νά κρατοῦμε καθαρό τόν ναό μας μέ τήν μυστηριακή ζωή καί νά φροντίζουμε ὥστε νά «λειτουργεῖται» μέ ἔργα ἀγάπης καί μετανοίας. 

Ἀπό τό βιβλίο τοῦ κ. Σ. Σάκκου "Αὐγή μυστικῆς ἡμέρας", σελ. 195-203
Παρασκευή, 25 Απρίλιος 2014 03:00

ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΝΕΟ

Θά ξαναρχίσω πάλι...

Κι ἄν σύννεφα πλακῶσαν τήν ψυχή,
κι ἄν βούιξε τοῦ κόσμου τούτου ἡ Κίρκη,
νά μέ πλανέψει ἀπ᾿ τῆς καθάριας βιοτῆς τή στράτα
κι ἄν ἄμετρες οἱ ἀποκλίσεις
κι ἀπρόβλεπτα, στοῦ δρόμου μου τό κέντρο, στηθῆκαν οἱ παγίδες,
τοῦ ὀνείρου δέν σταμάτησαν τά θέλγητρα κι οἱ ἐλπίδες.
Τῆς πρώτης τῆς ἀγάπης τά σκιρτήματα
τά πάγωσα στῆς ἔπαρσής μου τούς χειμῶνες
καί μακριά Σου ἀβάστακτες οἱ ἀλγηδόνες.
Δέν θά σταθῶ συντρίμμια νά μετρῶ
τόσα πολλά ἐντός μου καί τριγύρω.
Τά ἀπύθμενα νά λογαριάζω
δέν θά σταθῶ παγιδευμένη στό βυθό.

Θά ξαναρχίσω πάλι...
Τούς κτύπους τῆς καρδιᾶς μου ἐνώπιόν Σου θά μετρῶ·
θά ψάλω πάλι τό τραγούδι τοῦ Δαυΐδ, τῆς Σουλαμίτιδας τό ἄσμα·
θά βυθιστῶ μές στό καθάριο τοῦ οὐρανοῦ Σου,
χωρίς πισογυρίσματα καί ἀποσπάσεις περιττές τοῦ νοῦ μου.


Θά ξαναρχίσω πάλι...
ὅπως Σέ πρωτογνώρισα σάν ἤμουνα παιδί
μ᾿ ἁπλότητα, μ᾿ εὐθύτητα καί μέ ταπεινοσύνη·
θά προσκυνῶ καί θά εὐλογῶ
μέ τῆς καρδιᾶς μου τήν πνοή
τό ἄμετρό Σου ἔλεος καί τήν Ἀγάπη,
πού ἀποκλίσεις ἄμετρες καλύπτει, Λυτρωτή.

                           Γ. Δ.

Παρασκευή, 25 Απρίλιος 2014 03:00

Τό μικρό... καί μεγάλο ἔλεος

 Ὁ πανάγαθος Θεός, πού δημιούργησε τά πάντα, ἀόρατα καί ὁρατά, «καλά λίαν» (Γε 1,31), τόν ἄνθρωπο τόν τοποθέτησε μέσα στήν τρυφή τοῦ παραδείσου· «Καί ἐφύτευσεν ὁ Θεός παράδεισον ἐν Ἐδέμ κατά ἀνατολάς καί ἔθετο ἐκεῖ τόν ἄνθρωπον, ὅν ἔπλασε» (Γε 2,8). Τό κατοικητήριο τοῦ ἀνθρώπου, ἡ γῆ μέ ὅλα τά εὐεργετήματά της, τά ἄπειρα ἐπίγεια ἀγαθά, περιλαμβάνεται στό «μικρό ἔλεος» τοῦ Θεοῦ. Σ᾿ αὐτό τό ἔλεος ἀνήκει ὅλος ὁ ὑλικός κόσμος. Ἐκδηλώνεται ἰδιαίτερα τό «μικρό ἔλεος» τοῦ Δημιουργοῦ μας μέ τή ζωή πού μᾶς χάρισε, μέ τά πλούσια προϊόντα τῆς γῆς, τούς καρπούς, τά ζωογόνα δάση, τόν ἀέρα, τό ὀξυγόνο, τά δροσερά νερά, τά ποτάμια, τίς λίμνες, πού ἀποτελοῦν τό αἷμα τῆς στεριᾶς. 
 Ὁποιοδήποτε δημιούργημα καί ἄν ἐρευνήσουμε, στεκόμαστε μέ θαυμασμό μπροστά του, ὅσο μικρό καί ἄν εἶναι αὐτό. Εἶναι ὅμως μεγάλο, ἀφοῦ ἀποτελεῖ ἔργο ἄπειρου καί παντεχνίτη Νοῦ. Ἕνα μικρό ἔντομο κρύβει τή μεγαλωσύνη τοῦ Θεοῦ. Ἕνα πολύχρωμο λουλουδάκι ὁμιλεῖ γιά τήν ἀσύλληπτη θαυματουργία του. Τί ὑπάρχει στή φύση πού δέν φανερώνει τήν παντοδυναμία τοῦ Δημιουργοῦ; Πανσοφία καί πανσθενουργία διακρίνει κανείς, ὅπου καί ἄν στρέψει τό βλέμμα καί τή σκέψη του! Προπάντων τή δύναμη καί τή σοφία τοῦ Θεοῦ θαυμάζουμε στό ἀνθρώπινο σῶμα, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ ἕνα σύνολο ἔμψυχων ἐργοστασίων. Οἱ ἀνθρωπολόγοι πού τό ἐξετάζουν μένουν ἔκπληκτοι μπροστά του. Ἀποκαλύπτονται θαυμαστικά παρατηρώντας τά ἀνεξήγητα μυστικά τοῦ ἀνθρώπινου σώματος. Ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας ὁ ἄνθρωπος ἐρευνᾶ αὐτό τό «σκεῦος» καί ὁλοένα ἀνακαλύπτει ἀνεξιχνίαστα φαινόμενα. Κάθε φορά πού ἡ ἰατρική ἐπιστήμη βρίσκει κάποια ἄγνωστη ὥς τότε λειτουργικότητα, στέκεται ἔκθαμβη καί τό ἀνακοινώνει ὡς σπουδαία ἀνακάλυψη. Καί ὅμως ὅλα αὐτά τά ἀνυπέρβλητα δημιουργήματα διαλαλοῦν τό «μικρό ἔλεος» τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἐν πολλοῖς, ὡς ἀνεξερεύνητο, ἀκόμα ἐρευνᾶται καί συνεχῶς μᾶς καταπλήσσει. 
 Πέρα ὅμως ἀπό τό «μικρό ἔλεος» τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει τό «μέγα ἔλεος», τό ὁποῖο εἶναι ἀσύγκριτα ὑπεροχότερο καί πάνω ἀπό ὅλα θαυμαστότερο! Τά περισσότερα τροπάρια καί οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν ὡς καταληκτικό ἐφύμνιο τό «δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος» ἤ κάποια παρόμοια φράση πού ἐμπεριέχει τό «μέγα ἔλεος».
  Τί νά εἶναι, ἄραγε, αὐτό τό «μέγα ἔλεος»; Εἶναι τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν», εἶναι τά χαρίσματα τῆς ψυχῆς, ἡ σωτηρία καί ἡ ἀθανασία της, ἡ εἴσοδός μας στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἐδῶ συγκεφαλαιώνονται ὅλα τά ἀνέκφραστα ἀγαθά τοῦ παραδείσου, τά ὁποῖα χαρίζει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός στούς ἐκλεκτούς του καί σέ ὅσους ἀξιωθοῦν νά πάρουν μιά θέση στόν αἰώνιο αὐτό πνευματικό χῶρο. Τά μεγαλεῖα αὐτά οὔτε τά φαντάστηκε ποτέ ἀνθρώπινη σκέψη οὔτε ἄκουσε ἀνθρώπινο αὐτί οὔτε ἐπιθύμησε ποτέ καμιά ἀνθρώπινη καρδιά. Αὐτές τίς ἄφθαρτες καί ἄληκτες ἐκπλήξεις «ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Α΄ Κο 2,9· πρβλ. Ἠσ 52,15). Μιά ἀνθρώπινη ψυχή ἀξίζει περισσότερο ἀπό τόν σύμπαντα κόσμο, κατά πώς λέγει τό ἀδιάψευστο στόμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ· «Τί γάρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐάν τόν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ζημιωθῇ;» (Μθ 16, 26). 
 Γι᾿ αὐτό τό «μέγα ἔλεος» χύθηκε ποτάμι τό αἷμα τῶν χριστιανῶν. Οἱ γνωστοί μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι 13 ἑκατομμύρια. Φανταστεῖτε πόσοι εἶναι οἱ ἄγνωστοι! Ὅλοι τοῦτοι μαζί μέ τίς ἐκλεκτές ψυχές, τούς ἀναχωρητές, τούς ὁσίους, τούς πατέρες καί διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας μας καί ὅλους τούς «σεσωσμένους» ἀποτελοῦν τή θεάρεστη χορεία τοῦ μικροῦ ποιμνίου τοῦ Ἰησοῦ, πού κέρδισε τό «μέγα ἔλεος», τήν πρώτη Ἐδέμ, τήν εὐδαίμονα ἀθανασία. Οἱ «κεκαθαρμένες» αὐτές ψυχές τώρα εἶναι «συμπολῖται τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ 2,19), κάτοικοι μιᾶς θεούπολης ἀσάλευτης, ὅπου «οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος». 
 Μεγάλος, λοιπόν, ὁ Θεός καί στό «μικρό ἔλεος» ἀλλά ἀσύγκριτα ἀπερινόητος στό «μέγα ἔλεός» του. Αὐτό τό «μέγα ἔλεος» τό διαθέτει ὁ Μεγαλοδύναμος ἀδιάκριτα γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀρκεῖ νά μετανοήσουμε, νά ζητήσουμε τή χάρη του, νά βαπτισθοῦμε, νά κοινωνοῦμε τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, νά ζοῦμε μυστηριακή ζωή, νά ποθοῦμε τήν αἰωνιότητα καί νά πορευόμαστε γενικά σύμφωνα μέ τά θεῖα προστάγματά Του, προσδεχόμενοι «τήν μακαρίαν ἐλπίδα» τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν (Ττ 2, 13). Ἀγοραστήκαμε μέ ἀκριβή θεϊκή «τιμή», τή σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ (Α΄ Κο 6,20), καί δέν πρέπει νά πάει χαμένη ἡ ἐξαγορά αὐτή. Ζοῦμε στή ζωή ἐδῶ, ἔχοντας τά μάτια μας στραμμένα πρός τόν οὐρανό, ὅπου ὁ αἰώνιος προορισμός μας. 
 Τό «μικρό ἔλεος», δηλαδή τά ἐπίγεια ἀγαθά, τά ἀπολαμβάνει ὅλος ὁ κόσμος, πιστοί καί ἄπιστοι. Ἀλλά εἶναι τρισμακάριοι ὅσοι βάλουν ὡς στόχο τῆς ζωῆς τους νά κατακτήσουν «τό μέγα ἔλεος», νά σώσουν τήν ψυχή τους καί νά πολιτογραφηθοῦν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν μαζί μέ τούς ἀγγέλους, τούς ἁγίους, ἀνάμεσα στή χορεία τῶν «σεσωσμένων», δοξολογοῦντες καί αἰνοῦντες τήν ἁγία Τριάδα «εἰς αἰῶνας αἰώνων». Ἀμήν. 

Δημ. Σ. Καλτσούλας 
Θεολόγος-Φιλόλογος
Παρασκευή, 14 Μάρτιος 2014 02:00

Τό μικρό... καί μεγάλο ἔλεος

 Ὁ πανάγαθος Θεός, πού δημιούργησε τά πάντα, ἀόρατα καί ὁρατά, «καλά λίαν» (Γε 1,31), τόν ἄνθρωπο τόν τοποθέτησε μέσα στήν τρυφή τοῦ παραδείσου· «Καί ἐφύτευσεν ὁ Θεός παράδεισον ἐν Ἐδέμ κατά ἀνατολάς καί ἔθετο ἐκεῖ τόν ἄνθρωπον, ὅν ἔπλασε» (Γε 2,8). Τό κατοικητήριο τοῦ ἀνθρώπου, ἡ γῆ μέ ὅλα τά εὐεργετήματά της, τά ἄπειρα ἐπίγεια ἀγαθά, περιλαμβάνεται στό «μικρό ἔλεος» τοῦ Θεοῦ. Σ᾿ αὐτό τό ἔλεος ἀνήκει ὅλος ὁ ὑλικός κόσμος. Ἐκδηλώνεται ἰδιαίτερα τό «μικρό ἔλεος» τοῦ Δημιουργοῦ μας μέ τή ζωή πού μᾶς χάρισε, μέ τά πλούσια προϊόντα τῆς γῆς, τούς καρπούς, τά ζωογόνα δάση, τόν ἀέρα, τό ὀξυγόνο, τά δροσερά νερά, τά ποτάμια, τίς λίμνες, πού ἀποτελοῦν τό αἷμα τῆς στεριᾶς. 
 Ὁποιοδήποτε δημιούργημα καί ἄν ἐρευνήσουμε, στεκόμαστε μέ θαυμασμό μπροστά του, ὅσο μικρό καί ἄν εἶναι αὐτό. Εἶναι ὅμως μεγάλο, ἀφοῦ ἀποτελεῖ ἔργο ἄπειρου καί παντεχνίτη Νοῦ. Ἕνα μικρό ἔντομο κρύβει τή μεγαλωσύνη τοῦ Θεοῦ. Ἕνα πολύχρωμο λουλουδάκι ὁμιλεῖ γιά τήν ἀσύλληπτη θαυματουργία του. Τί ὑπάρχει στή φύση πού δέν φανερώνει τήν παντοδυναμία τοῦ Δημιουργοῦ; Πανσοφία καί πανσθενουργία διακρίνει κανείς, ὅπου καί ἄν στρέψει τό βλέμμα καί τή σκέψη του! Προπάντων τή δύναμη καί τή σοφία τοῦ Θεοῦ θαυμάζουμε στό ἀνθρώπινο σῶμα, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ ἕνα σύνολο ἔμψυχων ἐργοστασίων. Οἱ ἀνθρωπολόγοι πού τό ἐξετάζουν μένουν ἔκπληκτοι μπροστά του. Ἀποκαλύπτονται θαυμαστικά παρατηρώντας τά ἀνεξήγητα μυστικά τοῦ ἀνθρώπινου σώματος. Ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας ὁ ἄνθρωπος ἐρευνᾶ αὐτό τό «σκεῦος» καί ὁλοένα ἀνακαλύπτει ἀνεξιχνίαστα φαινόμενα. Κάθε φορά πού ἡ ἰατρική ἐπιστήμη βρίσκει κάποια ἄγνωστη ὥς τότε λειτουργικότητα, στέκεται ἔκθαμβη καί τό ἀνακοινώνει ὡς σπουδαία ἀνακάλυψη. Καί ὅμως ὅλα αὐτά τά ἀνυπέρβλητα δημιουργήματα διαλαλοῦν τό «μικρό ἔλεος» τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἐν πολλοῖς, ὡς ἀνεξερεύνητο, ἀκόμα ἐρευνᾶται καί συνεχῶς μᾶς καταπλήσσει. 
 Πέρα ὅμως ἀπό τό «μικρό ἔλεος» τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει τό «μέγα ἔλεος», τό ὁποῖο εἶναι ἀσύγκριτα ὑπεροχότερο καί πάνω ἀπό ὅλα θαυμαστότερο! Τά περισσότερα τροπάρια καί οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν ὡς καταληκτικό ἐφύμνιο τό «δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος» ἤ κάποια παρόμοια φράση πού ἐμπεριέχει τό «μέγα ἔλεος».
  Τί νά εἶναι, ἄραγε, αὐτό τό «μέγα ἔλεος»; Εἶναι τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν», εἶναι τά χαρίσματα τῆς ψυχῆς, ἡ σωτηρία καί ἡ ἀθανασία της, ἡ εἴσοδός μας στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἐδῶ συγκεφαλαιώνονται ὅλα τά ἀνέκφραστα ἀγαθά τοῦ παραδείσου, τά ὁποῖα χαρίζει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός στούς ἐκλεκτούς του καί σέ ὅσους ἀξιωθοῦν νά πάρουν μιά θέση στόν αἰώνιο αὐτό πνευματικό χῶρο. Τά μεγαλεῖα αὐτά οὔτε τά φαντάστηκε ποτέ ἀνθρώπινη σκέψη οὔτε ἄκουσε ἀνθρώπινο αὐτί οὔτε ἐπιθύμησε ποτέ καμιά ἀνθρώπινη καρδιά. Αὐτές τίς ἄφθαρτες καί ἄληκτες ἐκπλήξεις «ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Α΄ Κο 2,9· πρβλ. Ἠσ 52,15). Μιά ἀνθρώπινη ψυχή ἀξίζει περισσότερο ἀπό τόν σύμπαντα κόσμο, κατά πώς λέγει τό ἀδιάψευστο στόμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ· «Τί γάρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐάν τόν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ζημιωθῇ;» (Μθ 16, 26). 
 Γι᾿ αὐτό τό «μέγα ἔλεος» χύθηκε ποτάμι τό αἷμα τῶν χριστιανῶν. Οἱ γνωστοί μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι 13 ἑκατομμύρια. Φανταστεῖτε πόσοι εἶναι οἱ ἄγνωστοι! Ὅλοι τοῦτοι μαζί μέ τίς ἐκλεκτές ψυχές, τούς ἀναχωρητές, τούς ὁσίους, τούς πατέρες καί διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας μας καί ὅλους τούς «σεσωσμένους» ἀποτελοῦν τή θεάρεστη χορεία τοῦ μικροῦ ποιμνίου τοῦ Ἰησοῦ, πού κέρδισε τό «μέγα ἔλεος», τήν πρώτη Ἐδέμ, τήν εὐδαίμονα ἀθανασία. Οἱ «κεκαθαρμένες» αὐτές ψυχές τώρα εἶναι «συμπολῖται τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ 2,19), κάτοικοι μιᾶς θεούπολης ἀσάλευτης, ὅπου «οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος». 
 Μεγάλος, λοιπόν, ὁ Θεός καί στό «μικρό ἔλεος» ἀλλά ἀσύγκριτα ἀπερινόητος στό «μέγα ἔλεός» του. Αὐτό τό «μέγα ἔλεος» τό διαθέτει ὁ Μεγαλοδύναμος ἀδιάκριτα γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀρκεῖ νά μετανοήσουμε, νά ζητήσουμε τή χάρη του, νά βαπτισθοῦμε, νά κοινωνοῦμε τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, νά ζοῦμε μυστηριακή ζωή, νά ποθοῦμε τήν αἰωνιότητα καί νά πορευόμαστε γενικά σύμφωνα μέ τά θεῖα προστάγματά Του, προσδεχόμενοι «τήν μακαρίαν ἐλπίδα» τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν (Ττ 2, 13). Ἀγοραστήκαμε μέ ἀκριβή θεϊκή «τιμή», τή σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ (Α΄ Κο 6,20), καί δέν πρέπει νά πάει χαμένη ἡ ἐξαγορά αὐτή. Ζοῦμε στή ζωή ἐδῶ, ἔχοντας τά μάτια μας στραμμένα πρός τόν οὐρανό, ὅπου ὁ αἰώνιος προορισμός μας. 
 Τό «μικρό ἔλεος», δηλαδή τά ἐπίγεια ἀγαθά, τά ἀπολαμβάνει ὅλος ὁ κόσμος, πιστοί καί ἄπιστοι. Ἀλλά εἶναι τρισμακάριοι ὅσοι βάλουν ὡς στόχο τῆς ζωῆς τους νά κατακτήσουν «τό μέγα ἔλεος», νά σώσουν τήν ψυχή τους καί νά πολιτογραφηθοῦν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν μαζί μέ τούς ἀγγέλους, τούς ἁγίους, ἀνάμεσα στή χορεία τῶν «σεσωσμένων», δοξολογοῦντες καί αἰνοῦντες τήν ἁγία Τριάδα «εἰς αἰῶνας αἰώνων». Ἀμήν. 

Δημ. Σ. Καλτσούλας 
Θεολόγος-Φιλόλογος
Παρασκευή, 14 Μάρτιος 2014 02:00

ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΝΕΟ

Θά ξαναρχίσω πάλι...

Κι ἄν σύννεφα πλακῶσαν τήν ψυχή,
κι ἄν βούιξε τοῦ κόσμου τούτου ἡ Κίρκη,
νά μέ πλανέψει ἀπ᾿ τῆς καθάριας βιοτῆς τή στράτα
κι ἄν ἄμετρες οἱ ἀποκλίσεις
κι ἀπρόβλεπτα, στοῦ δρόμου μου τό κέντρο, στηθῆκαν οἱ παγίδες,
τοῦ ὀνείρου δέν σταμάτησαν τά θέλγητρα κι οἱ ἐλπίδες.
Τῆς πρώτης τῆς ἀγάπης τά σκιρτήματα
τά πάγωσα στῆς ἔπαρσής μου τούς χειμῶνες
καί μακριά Σου ἀβάστακτες οἱ ἀλγηδόνες.
Δέν θά σταθῶ συντρίμμια νά μετρῶ
τόσα πολλά ἐντός μου καί τριγύρω.
Τά ἀπύθμενα νά λογαριάζω
δέν θά σταθῶ παγιδευμένη στό βυθό.

Θά ξαναρχίσω πάλι...
Τούς κτύπους τῆς καρδιᾶς μου ἐνώπιόν Σου θά μετρῶ·
θά ψάλω πάλι τό τραγούδι τοῦ Δαυΐδ, τῆς Σουλαμίτιδας τό ἄσμα·
θά βυθιστῶ μές στό καθάριο τοῦ οὐρανοῦ Σου,
χωρίς πισογυρίσματα καί ἀποσπάσεις περιττές τοῦ νοῦ μου.


Θά ξαναρχίσω πάλι...
ὅπως Σέ πρωτογνώρισα σάν ἤμουνα παιδί
μ᾿ ἁπλότητα, μ᾿ εὐθύτητα καί μέ ταπεινοσύνη·
θά προσκυνῶ καί θά εὐλογῶ
μέ τῆς καρδιᾶς μου τήν πνοή
τό ἄμετρό Σου ἔλεος καί τήν Ἀγάπη,
πού ἀποκλίσεις ἄμετρες καλύπτει, Λυτρωτή.

                           Γ. Δ.

Παρασκευή, 14 Μάρτιος 2014 02:00

Χαῖρε, σκηνή τοῦ Θεοῦ καί Λόγου

Xαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου· 
χαῖρε, ἁγία ἁγίων μείζων! Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι· 
χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε! (Δ´Στάση) 

 Οἱ δύο αὐτοί διπλοί χαιρετισμοί, πού περιέχονται στήν Δ´ στάση τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου, παραπέμπουν τήν σκέψη μας στόν πρῶτο ναό τῶν Ἰσραηλιτῶν, στήν λεγόμενη Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου. Μετά τήν ἔξοδο τοῦ λαοῦ ἀπό τήν Αἴγυπτο καί κατά τήν πορεία του στήν ἔρημο, ὁ Θεός κάλεσε τόν Μωϋσῆ στήν κορυφή τοῦ ὄρους Σινᾶ καί τοῦ ἔδωσε τίς πλάκες τοῦ νόμου. Τότε, μαζί μέ τόν νόμο, τοῦ ἔδωσε καί λεπτομερεῖς ὁδηγίες γιά τόν χῶρο ὅπου θά φυλάσσονταν ὁ νόμος, καθώς καί γιά τά λειτουργικά σκεύη καί τά ἄμφια πού θά χρησιμοποιοῦσαν οἱ ἱερεῖς κατά τήν λατρεία (βλ. Ἔξ κεφ. 25-28). Κατά τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, οἱ πλάκες τοῦ νόμου τοποθετήθηκαν σέ ἕνα εἰδικό ἐπιχρυσωμένο κιβώτιο, τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, τό ὁποῖο ἀσφαλίσθηκε στήν Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου.
  Ἡ Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, λοιπόν, ἦταν ὁ πρῶτος ναός τοῦ Θεοῦ στήν γῆ. Εἶχε αὐτό τό ὄνομα, διότι ἦταν ἡ σκηνή πού μαρτυροῦσε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ· βεβαίωνε ὅτι ὁ Θεός ἔρχεται καί κατοικεῖ ἀνάμεσα στόν λαό του, τόν συνοδεύει καί τόν κατευθύνει στήν πορεία του, συνομιλεῖ μαζί του (βλ. Ἀρ 12,8)! Ἦταν ἕνας κινητός ναός, τόν ὁποῖο μετέφεραν οἱ Ἰσραηλῖτες στήν ἔρημο, ὅπου κι ἄν πήγαιναν. Συνδύαζε τήν ἁπλότητα μέ τήν μεγαλοπρέπεια καί τήν ἱερότητα. Δέν ἀρκέσθηκε μάλιστα ὁ Θεός μόνο στίς ὁδηγίες γιά τήν κατασκευή ἐκείνου τοῦ ναοῦ, ἀλλά, κατά κάποιο τρόπο ἔδωσε στόν Μωϋσῆ καί τήν μακέτα του. Πρόσεξε, τοῦ εἶπε, θά τά κάνεις ὅλα «κατὰ τὸν τύπον τὸν δεδειγμένον σοι ἐν τῷ ὄρει» (Ἔξ 25,8.40), ὅπως ἀκριβῶς σοῦ τά ἔδειξα πάνω στό ὄρος Σινᾶ. Τό πρότυπο, δηλαδή, τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου ἦταν ὁ οὐράνιος ναός, ὅπου κατοικεῖ ὁ Κύριος καί ἀενάως λατρεύεται ἀπό τίς οὐράνιες δυνάμεις. 
 Ὁ χαιρετισμός τῆς Παναγίας μας ὡς «σκηνῆς τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου» δηλώνει ὅτι αὐτή εἶναι ἡ σκηνή μιᾶς νέας μαρτυρίας τοῦ Θεοῦ. Στήν Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, βέβαια, ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ γινόταν αἰσθητή μέ τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, μέ τήν φωτεινή νεφέλη κτλ., δέν ἔπαυε ὅμως νά εἶναι ἀόρατος ὁ Θεός. Ἡ Παναγία γίνεται ἡ σκηνή ὄχι τοῦ ἀοράτου Θεοῦ, ἀλλά τοῦ ὁρατοῦ. Καί ὁ ὁρατός Θεός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός· «ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα» (Ἰω 14,9), εἶχε πεῖ ὁ ἴδιος στόν Φίλιππο, ὅταν τοῦ ζητοῦσε νά δεῖ τόν Θεό Πατέρα. «Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν», ἱστορεῖ ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης (Ἰω 1,14). Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος. Σκήνωσε στήν μήτρα τῆς Παρθένου, ἐνανθρώπησε καί ἐμφανίσθηκε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους ὡς Θεός καί ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ ἐπί γῆς Γιαχβέ, τόν ὁποῖο ἡ παρθένος Μαρία κυοφόρησε μέσα στά σπλάγχνα της καί τόν ἔθρεψε μέ τά ἅγια αἵματά της!
  Ἡ Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου ἦταν χωρισμένη σέ δύο μέρη· τό πρῶτο ὀνομαζόταν Ἅγια, τό δεύτερο Ἅγια τῶν ἁγίων. Στά Ἅγια ἔμπαιναν οἱ ἱερεῖς καθημερινά, γιά νά προσφέρουν τήν θυσία τοῦ θυμιάματος, νά ἐπιμεληθοῦν τούς ἄρτους τῆς προθέσεως καί τήν λυχνία. Στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου ἦταν τοποθετημένη ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, ἔμπαινε μόνον ὁ ἀρχιερέας μία φορά τόν χρόνο, κατά τήν μεγάλη ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἐξιλασμοῦ. Ἐκεῖ πρόσφερε τήν ἐξιλαστήριο θυσία προτυπώνοντας τήν θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού μέ τό αἷμα του «καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α´ Ἰω 1,7). 
 Στόν χαιρετισμό πού μελετοῦμε ἡ Παναγία χαιρετίζεται ἐπίσης ὡς «ἁγία ἁγίων μείζων». Στήν διατύπωση αὐτή ὑπάρχει μία βραχυλογία· χάριν τῆς ποιήσεως, δηλαδή, παραλείπεται ἡ λέξη «ἁγίων». Ὁλόκληρη ἡ φράση θά ἦταν· «χαῖρε, ἁγία ἁγίων (τῶν) ἁγίων μείζων». Ἄν αὐτό δέν τό προσέξουμε, θά ἑρμηνεύσουμε τήν φράση ὡς ἑξῆς· «χαῖρε ἐσύ πού εἶσαι ἁγία μεγαλύτερη ἀπό τούς ἁγίους». Καί εἶναι, βέβαια, ἡ Ἀειπάρθενος πάνω ἀπό ὅλους τούς ἁγίους, γι᾿ αὐτό καί λέγεται «Παναγία». «Τόσο ξεπερνᾶ ὅλους τούς μάρτυρες, ὅσο ὁ ἥλιος ξεπερνᾶ τά ἄστρα», γράφει χαρακτηριστικά ὁ ἐπίσκοπος Σελευκείας Βασίλειος. Ἡ Παρθένος εἶναι, ἀναμφίβολα, τό ἀριστούργημα τῆς ἀνθρώπινης πλάσης, τό σεπτό κειμήλιο ὅλης τῆς οἰκουμένης, ἡ «ὑψηλοτέρα τῶν οὐρανῶν καὶ καθαρωτέρα λαμπηδόνων ἡλιακῶν». Καί μόνον ἡ ἐκλογή τοῦ Θεοῦ, καί μόνον ὁ χαιρετισμός πού τῆς ἀπευθύνει, «χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν» (Λκ 1,28), τήν συνιστᾶ ὡς τήν ὡραιότερη καί ἱερώτερη ψυχή, τήν εὐγενέστερη καί παγκάλλιστη ὕπαρξη πού ἐμφανίσθηκε στήν ἀνθρωπότητα. Ἐντούτοις, ὁ χαιρετισμός δέν ἔχει αὐτό τό νόημα. Σημαίνει· «Χαῖρε, παρθένε Μαρία, πού εἶσαι ἁγία μεγαλύτερη, ἁγιώτερη, ἀπό τά Ἅγια τῶν ἁγίων». 
 Ὅπως, δηλαδή, χαρακτηρίζεται ἡ Παναγία «σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου», ἔτσι ἀποκαλεῖται καί Ἅγια τῶν ἁγίων, καί μάλιστα ἀνώτερη ἀπό τά Ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί εἶναι ἀνώτερη; Διότι ἐκεῖνα τά Ἅγια τῶν ἁγίων ἀποτελοῦσαν μία ἁπλή προτύπωση, προφητεία τῆς Παναγίας. Στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπως εἶπα, φυλασσόταν ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, ἡ ὁποία περιεῖχε τίς πλάκες τοῦ νόμου, τήν στάμνα μέ τό μάννα καί τήν ράβδο τοῦ Ἀαρών πού βλάστησε (βλ. Ἑβ 9,3-5). Σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης ἦταν ἐπιχρυσωμένη μέ καθαρό χρυσάφι ἀπό μέσα κι ἀπό ἔξω (βλ. Ἔξ 25,9-21). Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ ἴδια μία κιβωτός, «κιβωτὸς χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι». Τήν χρύσωσε ὁλόκληρη τό Πνεῦμα τό ἅγιο κατά τήν μεγάλη ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅταν ὁ ἄγγελος Γαβριήλ τῆς εἶπε «Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ» (Λκ 1,35), καί ἡ ἴδια ἔζησε τήν Πεντηκοστή πρίν ἀπό τούς ἀποστόλους, πρώτη ἀπ’ ὅλους. Ἔγινε τότε ἡ παρθένος Μαρία ἡ μεγάλη, ἡ ἁγία κιβωτός πού κρατᾶ μέσα της ὄχι τίς πλάκες τοῦ νόμου, ἀλλά ὅλη τήν τρισυπόστατη Θεότητα· τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ γραμμένο στά σπλάγχνα της ἀπό τόν δάκτυλο τοῦ Πατρός, διά τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὅπως τήν χαιρετίζει ὁ Ὑμνογράφος Ἰωσήφ· «χαῖρε ὁ τόμος ἐν ᾧ δακτύλῳ ἐγγέγραπται Πατρὸς ὁ λόγος, ἁγνή»! Ἀντί τοῦ μάννα πού φυλασσόταν, ἐπίσης, στήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, ἡ Θεοτόκος φιλοξενεῖ μέσα της τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού εἶναι ὁ «ἄρτος τῆς ζωῆς» καί «τό ξύλον τῆς ζωῆς», ἀσύγκριτα ἀνώτερο ἀπό τήν ράβδο τοῦ Ἀαρών! Πῶς, λοιπόν, νά μήν τήν χαιρετίζουμε καί ὡς τό ἀδαπάνητο, τό ἀθάνατο θησαυροφυλάκιο, πού ποτέ δέν χάνει τήν ἀξία του καί δέν κινδυνεύει ἀπό καμία πτώχευση ἤ χρεωκοπία; Φυλάγει μέσα της τήν ἴδια τήν ζωή, τήν αἰώνια ζωή͘ «χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε!». 
 Θαυμάζοντας τό μεγαλεῖο τῆς Παναγίας ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφωνεῖ· «Ποῦ ἠμπορῶ ἐγώ νά ἀπαριθμῶ ὅλα τά μεγαλεῖα ὅσα ἐποίησε ὁ Θεός εἰς τήν Ἀειπάρθενον; Αὐτά εἶναι ἄπειρα κατά τό μέγεθος καί ἀναρίθμητα κατά τό πλῆθος. Καί ἄν ἦταν δυνατόν νά ἑνωθοῦν ὅλοι ὅσοι ἐσώθησαν μέ τόν ἄσπορον Τόκον της, καί νά γίνουν ἕνα στόμα καί μία γλῶσσα πάλιν δέν ἤθελαν δυνηθῇ νά ἀριθμήσουν τά μεγαλεῖα τῆς Θεοτόκου καί νά τά ἐγκωμιάσουν κατά τήν ἀξίαν τους. Τί λέγω; Οὔτε αὐτοί οἱ ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ οὔτε αὐταί αἱ πρῶται καί ἀνώταται τάξεις τῶν Χερουβίμ καί Σεραφίμ δύνανται νά ἀριθμήσουν καί νά ἐπαινέσουν τά ὑπερφυῆ καί ὑπέρ ἔννοιαν μεγαλεῖα τῆς Μητρός τοῦ Θεοῦ». 
 Τά ἐξαιρετικά αὐτά προνόμια καί καταπληκτικά μεγαλεῖα πού μ᾿ ἕναν ἐντελῶς ἰδιαίτερο τρόπο ὁ Θεός χάρισε στήν Παναγία μας, τά χαρίζει καί σέ ὅλους τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι τήν τιμοῦν, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Νικόδημος, «μέ καθαράν καί σώφρονα ζωήν καί ἐνάρετον», τήν δοξάζουν καί τήν μεγαλύνουν «μέ ὕμνους θεομητορικούς καί ἐγκώμια καί προπάντων φυλάττοντας τίς προσταγές καί ἐντολές τοῦ Υἱοῦ της». Ὅταν κάποτε μία γυναίκα ἀνώνυμη ἐνθουσιασμένη ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἀναφώνησε «μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας» (Λκ 11,27), Ἐκεῖνος ἀπάντησε· «μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λκ 11,28). Καί βέβαια, ἡ μητέρα μου εἶναι μακαρία, ἀλλά εἶναι ἐπίσης μακάριοι καί ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀκοῦνε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐφαρμόζουν. 
 Ἄν ἔχουμε, δηλαδή, τό φρόνημα τῆς Παρθένου, πού ἔδειξε ἀπόλυτη ὑποταγή στήν βουλή τοῦ Θεοῦ λέγοντας «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου͘ γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» (Λκ 1,38)· ἄν ἐκτελοῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ πηγαίνοντας κόντρα στό θέλημά μας· ἄν δέν μᾶς παρασύρει ὁ κόσμος μέ τήν νοοτροπία του, τήν μόδα καί τόν εὐδαιμονισμό του· ἄν τηροῦμε στήν ζωή μας τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τότε θά εἴμαστε κι ἐμεῖς κατοικητήριό του, ναός του. «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» (Α´ Κο 3,16), τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Εἴμαστε κι ἐμεῖς ναός τοῦ Θεοῦ καί κατοικεῖ μέσα μας τό Πνεῦμα τό ἅγιο! Αὐτό πού ζητᾶ ἀπό μᾶς ὁ Θεός εἶναι μόνο νά κρατοῦμε καθαρό τόν ναό μας μέ τήν μυστηριακή ζωή καί νά φροντίζουμε ὥστε νά «λειτουργεῖται» μέ ἔργα ἀγάπης καί μετανοίας. 

Ἀπό τό βιβλίο τοῦ κ. Σ. Σάκκου "Αὐγή μυστικῆς ἡμέρας", σελ. 195-203