Παρασκευή, 06 Μάρτιος 2020 19:14

Οὐσία καί γνωρίσματα τῆς Ὀρθοδοξίας

  Hagiasophia christ Πολλοί πολλά λένε καί γράφουν, ἰδίως τόν τελευταῖο καιρό, γιά τήν Ὀρθοδοξία. Θά εἶναι ἴσως χρήσιμο νά διατυπωθοῦν στό ἄρθρο αὐτό μερικές σκέψεις γιά τήν οὐσία καί γιά τά βασικά γνωρίσματα τῆς Ὀρθοδοξίας.
   Ἀπό τήν ἀρχή τονίζουμε μέ ἔμφαση, ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι κάποια πολιτιστικά στοιχεῖα ἤ λαογραφικά ἀπολιθώματα τοῦ παρελθόντος, ὅπως λαθεμένα φαντάζονται μερικοί.
   Ἐπίσης δέν εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία κάποια ἰδεολογία ἤ κάποιο σύστημα ἀρχῶν ἤ τέλος πάντων κάποια κοσμοθεωρία καί βιοθεωρία, ὅπως φαίνεται νά πιστεύουν μερικοί πού αὐτοαποκαλοῦνται νεοορθόδοξοι.
   Ἀκόμα ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μία ἀπό τίς ἐκδοχές πού ὑπάρχουν γιά τόν Χριστιανισμό, ὅπως νομίζουν καί ἰσχυρίζονται μερικοί θεολογοῦντες διανοούμενοι καί πολιτικοί.
   Ἡ Ὀρθοδοξία στήν οὐσία της εἶναι ἡ μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι δηλαδή ἡ Ὀρθοδοξία ἰδέες ἤ ἀρχές ἤ ἀφηρημένες θεωρίες ἤ ὀρθές ἔστω ἀπόψεις γιά τόν Χριστιανισμό. Εἶναι συγκεκριμένα πρόσωπα ἡ Ὀρθοδοξία. Ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ ἀναρίθμητοι ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν, οἱ ἀμέτρητες ἀνθρώπινες ὑπάρξεις πού δύο χιλιάδες τώρα χρόνια χριστώνονται καί θεώνονται στίς ἐκκλησιαστικές διαδικασίες, αὐτοί ὅλοι συναποτελοῦν τήν εὐλογημένη «Καινή Κτίση», τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας. Γι’ αὐτό, ἐπειδή δέν εἶναι ἀφηρημένες ἰδέες, ἀλλά εἶναι συγκεκριμένα πρόσωπα ἡ Ὀρθοδοξία, γι’ αὐτό ὁ ἑορτασμός της τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας συνδυάζεται μέ τόν ἑορτασμό τῆς ἀναστήλωσης τῶν ἁγίων εἰκόνων στήν Ἐκκλησία. Οἱ ἰδέες καί οἱ θεωρίες ἀσφαλῶς δέν εἰκονίζονται, γιά νά μή γίνουν εἴδωλα. Ὅμως τά ὑπαρκτά πρόσωπα, πού συναποτελοῦν τήν Ὀρθοδοξία, εἶναι ἀνάγκη νά εἰκονίζονται στήν Ἐκκλησία, γιά νά τά προσκυνοῦν μέ εὐλάβεια οἱ πιστοί, νά κοινωνοῦν μέ ἀγάπη μαζί τους, νά χαριτώνονται ἀπό τή χάρη τους, νά ἀσφαλίζονται στήν ἁγιότητά τους.
Αὐτή ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδή ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἔχει μερικά βασικά χαρακτηριστικά, πού θά ἀναφέρουμε παρακάτω.
   Εἶναι πρῶτα ἡ ὀρθή πίστη.
   Ἡ πίστη στήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μόνο διανοητική ἀναγνώριση κάποιας ἀρχῆς τοῦ κόσμου, ὅπως εἶναι γενικά ἡ θρησκευτική καί ἡ φιλοσοφική πίστη. Ἐπίσης στήν Ὀρθοδοξία ἡ πίστη δέν εἶναι μόνο πειθαρχία σέ κάποια ἐκκλησιαστική αὐθεντία καί ὀργάνωση, ὅπως ὑπερτονίζει ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός. Ἀκόμα ἡ πίστη στήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μόνο ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀξίας τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως μονομερῶς διδάσκει ὁ Προτεσταντισμός. Στήν Ὀρθοδοξία ἡ πίστη εἶναι κοινωνία μέ τά πρόσωπα, πού συναποτελοῦν τήν Ὀρθοδοξία. Εἶναι κοινωνία μέ τήν ἁγία Τριάδα, μέ τήν Παναγία, μέ τούς ἁγίους, μέ τούς ἀδελφούς ὅλων τῶν ἐποχῶν, ζῶντες καί κεκοιμημένους. Ἀκριβῶς ἡ ἐμπειρία ἀπό τήν κοινωνία αὐτή εἶναι ἡ ὀρθή πίστη στήν Ὀρθοδοξία. Καί ἡ κοινωνία αὐτή δέν γίνεται θεωρητικά καί μοναχικά, ἀλλά μέ συγκεκριμένες πράξεις τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό ἡ ὀρθή πίστη τῆς Ὀρθοδοξίας δέν εἶναι ἀτομική, ἀλλά ἐκκλησιαστική.
   Ὕστερα εἶναι ἡ ὀρθή λατρεία.
   Στήν Ὀρθοδοξία ἡ λατρεία δέν εἶναι μόνο ἔκφραση εὐσεβείας, οὔτε εἶναι μόνο ἐκζήτηση τῆς θείας βοήθειας. Στήν Ὀρθοδοξία ἡ λατρεία εἶναι θαύματα τῆς Ἐκκλησίας, τά ὁποῖα χαρίζουν τήν πίστη, δηλαδή τήν κοινωνία μέ τά πρόσωπα τῆς Ὀρθοδοξίας. Μέ τήν ὀρθή λατρεία στήν Ὀρθοδοξία διαθλᾶται ὁ Θεάνθρωπος Κύριος στούς πιστούς, πού ἑνώνονται μαζί Του, γίνονται σῶμα του καί θεώνονται ἀπό τή χάρη Του. Τέτοιες θαυματουργικές ἐνέργειες εἶναι στήν Ὀρθοδοξία τό Βάπτισμα, ἡ θεία Εὐχαριστία καί ὅλες οἱ ἄλλες ἁγιαστικές πράξεις τῆς Ἐκκλησίας, μέ τίς ὁποῖες ἀνακαινίζονται καί μεταποιοῦνται καί ἁγιάζονται οἱ πιστοί.
    Κύριο γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι καί ἡ ὀρθή ζωή.
   Στήν Ὀρθοδοξία οἱ πιστοί δέν φιλοσοφοῦν μόνο σωστά. Προπαντός προσπαθοῦν νά ζοῦν σωστά. Καί σωστή ζωή στήν Ὀρθοδοξία εἶναι αὐτή πού ἔχει πρότυπό της τόν Κύριο καί τούς ἁγίους.
Βασικό χαρακτηριστικό τῆς ὀρθόδοξης ζωῆς εἶναι ἡ ἐλεύθερη συγχώρηση. Ὁποιαδήποτε ἀρετή δέν ἀσκεῖται ἐλεύθερα καί δέν στηρίζεται στή συγχώρηση, δηλαδή στήν ἑνότητα καί στή συνύπαρξη μέ τούς ἀδελφούς, θεωρεῖται στήν Ὀρθοδοξία δαιμονική. Ὁποιαδήποτε ἄσκηση, νηστεία, ἀγρυπνία κτλ. δέν γίνεται ἐλεύθερα καί μέ τή συγχώρηση χαρακτηρίζεται στήν Ὀρθοδοξία ὡς μανία. Γι’ αὐτό στήν Ὀρθοδοξία προϋπόθεση ὅλων τῶν ἀρετῶν θεωρεῖται ἡ ταπεινοφροσύνη, ὡς συναίσθηση ἐξάρτησης ἀπό τόν Θεό καί κοινότητος μέ τούς ἀδελφούς.
    Ἀκόμα βασικό γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ ἀποστολικότητα.
   Τήν γνησιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ὅτι δηλαδή ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν ἐγγυᾶται ἡ ἀδιάκοπη ἀποστολική διαδοχή τῶν ἐπισκόπων τῆς Ὀρθοδοξίας. Τήν ἐπιβεβαιώνει τό γεγονός ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία διατηρεῖ ἀνόθευτη τή διδασκαλία τῶν ἀποστόλων καί τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκόμα ἡ ἀποστολικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπιφορτίζει τούς πιστούς της μέ τό χρέος τῆς ἱεραποστολῆς. Δέν νοεῖται ὀρθόδοξος χριστιανός, πού νά μή νιώθει ὡς ἀνάγκη τήν ἱεραποστολή.
   Μερικοί φοβοῦνται γιά τό μέλλον τῆς Ὀρθοδοξίας στήν Ἑλλάδα, ἐπειδή συνδέθηκε ἡ χώρα μας μέ τήν ΕΟΚ καί συγχρωτίζονται οἱ Ἕλληνες μέ τόν λοιπό χριστιανικό κόσμο. Ὁ φόβος τους δέν δικαιολογεῖται. Δείχνει ὀλιγοπιστία στήν ἀποστολικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει θεόσδοτη ἀνακαινιστική δύναμη. Δέν στηρίζεται σέ ἀνθρώπινες δυνάμεις ἡ Ὀρθοδοξία. Στηρίζεται στή δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού παραγγέλλει στούς πιστούς «μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη».
   Ἡ συνοδικότητα, ἡ ἀφοσίωση στήν ἀποστολική παράδοση καί ὁ ἐσχατολογικός χαρακτήρας ἀσφαλῶς εἶναι ἀκόμα μερικά βασικά γνωρίσματα τῆς Ὀρθοδοξίας.
   Ἡ Ὀρθοδοξία σίγουρα εἶναι ἡ θεανθρώπινη «Καινή Κτίση», πού θά κατανικήσει τόν θάνατο καί θά σώσει τόν κόσμο. Μποροῦμε καί πρέπει μέ αὐτοπεποίθηση νά διακηρύξουμε στά πέρατα τῆς οἰκουμένης ὅτι ἡ κουρασμένη μεταϊδεολογική ἐποχή μας περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο χρειάζεται τήν πίστη, τή λατρεία καί τή ζωή τῆς Ὀρθοδοξίας.

Δῆμος Ματσκίδης
Θεολόγος
Ἀπολύτρωσις 47 (1992) 33-35

Κατηγορία Τριώδιον
Τετάρτη, 01 Απρίλιος 2015 00:00

Ὁροθεσίες

  14 186 Ἡ μνήμη μέσα τους καίει, αὐτά τά χώματα κάποτε ἦταν δικά τους. Σέ κεῖνο τό ποτάμι τραγουδοῦσαν, σέ κείνη τήν πέτρα κουρνιασμένα ἄκουγαν παιδιά ἀπ’ τούς παλιούς γέροντες τούς θρύλους τῆς φυλῆς τους, σέ κεῖνο τό ξέφωτο ἔθαψαν τούς γονιούς τους. Ὕστερα ἦρθαν οἱ ἄλλοι καί τά πῆραν ὅλα. Τώρα μέ τό ὅπλο στό χέρι, μέ τή μνήμη πού καίει οἱ λαοί ὁρμοῦν καί σχίζουν τά κράτη σέ χίλια κομμάτια ψάχνοντας μέσα σ’ αὐτά τήν ἀγαπημένη χαμένη πατρίδα. Κάτω τά σύνορα! ἦταν τό σύνθημα στήν ἀρχή τοῦ 20οῦ αἰώνα· ὅλη ἡ γῆ μιά πατρίδα! Κι οἱ λαοί ἔμειναν δίχως πατρίδα, ἀνέστιοι. Τώρα, στόν 21ο αἰώνα, χιλιάδες νεκροί γιά μιά ἀμφισβητούμενη λωρίδα γῆς τῶν συνόρων τους...
   Ὅλα τά ἔθνη τά 'πλασε ὁ Θεός ἀπό ἕνα αἷμα. Ὅλη ἡ γῆ μιά πατρίδα. Κι ὕστερα ὕψωσε τό χέρι Του καί ὅρισε τίς ὁροθεσίες τῆς κατοικίας τους. Μές στή μεγάλη πατρίδα χάραζε τίς μικρότερες. Κάθε ἔθνος μιά πατρίδα. Ἡ πατρίδα εἶναι ἀγαθό καί τήν δικαιοῦνται ὅλοι. Στόν ἴδιο βαθμό καί μέ τόν ἴδιο τρόπο. Εἶναι ἡ γῆ τῶν πατέρων μας, τό λίκνο τῆς ζωῆς μας, φωνή πού ψιθυρίζει τήν ἱστορία μας, λήκυθος πού βαστᾶ τό αἷμα τῶν θυσιῶν μας, σημαία πού ἀνεμίζει τά ἰδανικά καί τά ὄνειρά μας. Κάθε πατρίδα εἶναι ἱερή. Καί ἡ δική μας καί οἱ ἄλλες. Κι ὅλες ἔχουν νά δώσουν στό κοινό τραπέζι τῆς γῆς κάτι καλό, μικρό ἤ μεγάλο. Ἡ κάθε μιά ἔχει νά δώσει τό δικό της λουλούδι, τό δικό της τραγούδι, τή δική της πνοή στή ζωή τοῦ κόσμου.
   Ἀλλά ὅπως ὅλα τ’ ἀγαθά, καί ἡ πατρίδα ἀλλοιώθηκε, κακοποιήθηκε. Ὅλη ἡ γῆ μιά πατρίδα! φώναζε ὁ διεθνισμός καί πολτοποίησε τίς πατρίδες μέσα στό χωνευτήρι τῶν συνομοσπονδιῶν. Ἡ δική μας πατρίδα νά σκεπάσει ὅλη τή γῆ! φώναζε ὁ σωβινισμός καί ἐξαφάνισε τίς ἄλλες πατρίδες. Στούς πρώτους ἡ πατρίδα καταργεῖται, στούς δεύτερους θεοποιεῖται, καί στούς δυό γίνεται ἀπό εὐλογία κατάρα. Κι ὅμως, τά σύνορα πρέπει νά ὑπάρχουν καί νά 'ναι ἀπαραβίαστα, ἀφοῦ τά ὅρισε χέρι Θεοῦ. Τό χρέος πού μένει σέ μᾶς εἶναι ὄχι νά μεγαλώνουμε τήν πατρίδα, ἀλλά νά τήν φυλᾶμε καί νά τήν ἐργαζόμαστε, νά δίνει τήν ὀμορφιά της σέ μᾶς καί στούς ἄλλους.
   Μέσα στίς πατρίδες τοῦ κόσμου, ἡ πατρίδα μας. Στόν παγκόσμιο χάρτη ἡ Ἑλλάδα, μία κουκίδα. Εἶναι ἀπ’ τίς φτωχές, τίς μικρές, τίς ἀγνοημένες πατρίδες. Ἀγνοημένη κι ἀπ’ τά παιδιά της κι ἀπ’ τούς φίλους της κι ἀπ’ τούς προστάτες. Πατρίδα μικρή μέ πολλές χαμένες πατρίδες, πού κόπηκαν ἀπ’ τό σῶμα της μέ βία ἤ προδοσία. Ἡ Ἑλλάδα μέσα στή γῆ εἶναι μόνη της. Κανείς ἄλλος δέν μιλᾶ τή γλῶσσα της, κανείς δέν ἔχει τή φυλή της. Ἡ Ἑλλάδα δέν ἔχει ἀδελφούς λαούς· ἔχει μόνο Πατέρα. Ὄχι ὅτι ὁ Θεός τήν ξεχώρισε στήν ἀγάπη, τήν ξεχώρισε ὅμως στήν ἀποστολή! Σήμερα στήν ἑνωμένη Εὐρώπη, στήν ἔξαρση τοῦ ἐθνικισμοῦ, στό κοινό τραπέζι τοῦ ταραγμένου κόσμου ἡ Ἑλλάδα ἔχει νά φέρει πάνω καί πρίν ἀπ’ ὅλα τήν πιό ἀκριβή πραμάτεια, τό πιό γλυκό τραγούδι, τήν Ὀρθοδοξία. Αὐτήν ἔχει νά δώσει στόν κόσμο, ἡ Ἑλλάδα, πού πέρα ἀπό τό λίκνο πολιτισμοῦ εἶναι ἐδῶ καί αἰῶνες καί λίκνο Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ δόξα, τό μεγαλεῖο, ἡ δύναμή της. Κι αὐτή ἡ μικρή πατρίδα, ὅσο κι ἄν πολεμεῖται, θά ὑπάρχει ὅσο δέχεται τόν ἀληθινό Θεό. Ἄν τόν ἀρνηθεῖ, θά 'χει τή μοῖρα τοῦ ἀσώτου καί τήν κατάντια του.
   Οἱ πατρίδες ὕψιστο ἀγαθό ἀλλά ἐπίγειο. Μιά μέρα θά πάψουν πιά νά ὑπάρχουν. Ζώντας μέσα σ’ αὐτές, μέσα στ’ ἀγαθά τους, μήν ξεχαστοῦμε. Σάν ἐκείνους τούς πατριάρχες πού μέσα στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, μέσα στήν πατρίδα τῶν ὀνείρων τους, ζοῦσαν σάν ξένοι καί προσωρινοί λαχταρώντας ἄλλη πατρίδα καλύτερη, τόν οὐρανό.

Ζωή Γούλα
Φιλόλογος

Κατηγορία Ποικίλα
Παρασκευή, 19 Μάρτιος 2021 20:00

Οὐσία καί γνωρίσματα τῆς Ὀρθοδοξίας

 iero  Πολλοί πολλά λένε καί γράφουν γιά τήν Ὀρθοδοξία. Θά εἶναι ἴσως χρήσιμο νά διατυπωθοῦν στό ἄρθρο αὐτό μερικές σκέψεις γιά τήν οὐσία καί γιά τά βασικά γνωρίσματα τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἀπό τήν ἀρχή τονίζουμε μέ ἔμφαση ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι κάποια πολιτιστικά στοιχεῖα ἤ λαογραφικά ἀπολιθώματα τοῦ παρελθόντος, ὅπως λαθεμένα φαντάζονται μερικοί.
   Ἐπίσης δέν εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία κάποια ἰδεολογία ἤ κάποιο σύστημα ἀρχῶν ἤ τέλος πάντων κάποια κοσμοθεωρία καί βιοθεωρία, ὅπως φαίνεται νά πιστεύουν μερικοί πού αὐτοαποκαλοῦνται νεοορθόδοξοι.
   Ἀκόμα ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μία ἀπό τίς ἐκδοχές πού ὑπάρχουν γιά τόν Χριστιανισμό, ὅπως νομίζουν καί ἰσχυρίζονται μερικοί θεολογοῦντες διανοούμενοι καί πολιτικοί.
   Ἡ Ὀρθοδοξία στήν οὐσία της εἶναι ἡ μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι δηλαδή ἡ Ὀρθοδοξία ἰδέες ἤ ἀρχές ἤ ἀφηρημένες θεωρίες ἤ ὀρθές ἔστω ἀπόψεις γιά τόν Χριστιανισμό. Εἶναι συγκεκριμένα πρόσωπα ἡ Ὀρθοδοξία. Ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ ἀναρίθμητοι ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν, οἱ ἀμέτρητες ἀνθρώπινες ὑπάρξεις πού δύο χιλιάδες τώρα χρόνια χριστώνονται καί θεώνονται στίς ἐκκλησιαστικές διαδικασίες, αὐτοί ὅλοι συναποτελοῦν τήν εὐλογημένη «Καινή Κτίση», τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας. Γι’ αὐτό, ἐπειδή δέν εἶναι ἀφηρημένες ἰδέες, ἀλλά εἶναι συγκεκριμένα πρόσωπα ἡ Ὀρθοδοξία, γι’ αὐτό ὁ ἑορτασμός της τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας συνδυάζεται μέ τόν ἑορτασμό τῆς ἀναστήλωσης τῶν ἁγίων εἰκόνων στήν Ἐκκλησία. Οἱ ἰδέες καί οἱ θεωρίες ἀσφαλῶς δέν εἰκονίζονται, γιά νά μή γίνουν εἴδωλα. Ὅμως τά ὑπαρκτά πρόσωπα, πού συναποτελοῦν τήν Ὀρθοδοξία, εἶναι ἀνάγκη νά εἰκονίζονται στήν Ἐκκλησία, γιά νά τά προσκυνοῦν μέ εὐλάβεια οἱ πιστοί, νά κοινωνοῦν μέ ἀγάπη μαζί τους, νά χαριτώνονται ἀπό τή χάρη τους, νά ἀσφαλίζονται στήν ἁγιότητά τους.
   Αὐτή ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδή ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἔχει μερικά βασικά χαρακτηριστικά, πού θά ἀναφέρουμε παρακάτω.
   Εἶναι πρῶτα ἡ ὀρθή πίστη.
   Ἡ πίστη στήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μόνο διανοητική ἀναγνώριση κάποιας ἀρχῆς τοῦ κόσμου, ὅπως εἶναι γενικά ἡ θρησκευτική καί ἡ φιλοσοφική πίστη. Ἐπίσης στήν Ὀρθοδοξία ἡ πίστη δέν εἶναι μόνο πειθαρχία σέ κάποια ἐκκλησιαστική αὐθεντία καί ὀργάνωση, ὅπως ὑπερτονίζει ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός. Ἀκόμα ἡ πίστη στήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μόνο ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀξίας τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως μονομερῶς διδάσκει ὁ Προτεσταντισμός. Στήν Ὀρθοδοξία ἡ πίστη εἶναι κοινωνία μέ τά πρόσωπα, πού συναποτελοῦν τήν Ὀρθοδοξία. Εἶναι κοινωνία μέ τήν ἁγία Τριάδα, μέ τήν Παναγία, μέ τούς ἁγίους, μέ τούς ἀδελφούς ὅλων τῶν ἐποχῶν, ζῶντες καί κεκοιμημένους. Ἀκριβῶς ἡ ἐμπειρία ἀπό τήν κοινωνία αὐτή εἶναι ἡ ὀρθή πίστη στήν Ὀρθοδοξία. Καί ἡ κοινωνία αὐτή δέν γίνεται θεωρητικά καί μοναχικά, ἀλλά μέ συγκεκριμένες πράξεις τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό ἡ ὀρθή πίστη τῆς Ὀρθοδοξίας δέν εἶναι ἀτομική, ἀλλά ἐκκλησιαστική.
   Ὕστερα εἶναι ἡ ὀρθή λατρεία.
   Στήν Ὀρθοδοξία ἡ λατρεία δέν εἶναι μόνο ἔκφραση εὐσεβείας, οὔτε εἶναι μόνο ἐκζήτηση τῆς θείας βοηθείας. Στήν Ὀρθοδοξία ἡ λατρεία εἶναι θαύματα τῆς Ἐκκλησίας, τά ὁποῖα χαρίζουν τήν πίστη, δηλαδή τήν κοινωνία μέ τά πρόσωπα τῆς Ὀρθοδοξίας. Μέ τήν ὀρθή λατρεία στήν Ὀρθοδοξία διαθλᾶται ὁ Θεάνθρωπος Κύριος στούς πιστούς, πού ἑνώνονται μαζί Του, γίνονται σῶμα του καί θεώνονται ἀπό τή χάρη Του. Τέτοιες θαυματουργικές ἐνέργειες εἶναι στήν Ὀρθοδοξία τό Βάπτισμα, ἡ θεία Εὐχαριστία καί ὅλες οἱ ἄλλες ἁγιαστικές πράξεις τῆς Ἐκκλησίας, μέ τίς ὁποῖες ἀνακαινίζονται καί μεταποιοῦνται καί ἁγιάζονται οἱ πιστοί.
   Κύριο γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι καί ἡ ὀρθή ζωή.
   Στήν Ὀρθοδοξία οἱ πιστοί δέν φιλοσοφοῦν μόνο σωστά. Προπαντός προσπαθοῦν νά ζοῦν σωστά. Καί σωστή ζωή στήν Ὀρθοδοξία εἶναι αὐτή πού ἔχει πρότυπό της τόν Κύριο καί τούς ἁγίους.
   Βασικό χαρακτηριστικό τῆς ὀρθόδοξης ζωῆς εἶναι ἡ ἐλεύθερη συγχώρηση. Ὁποιαδήποτε ἀρετή δέν ἀσκεῖται ἐλεύθερα καί δέν στηρίζεται στή συγχώρηση, δηλαδή στήν ἑνότητα καί στή συνύπαρξη μέ τούς ἀδελφούς, θεωρεῖται στήν Ὀρθοδοξία δαιμονική. Ὁποιαδήποτε ἄσκηση, νηστεία, ἀγρυπνία κτλ. δέν γίνεται ἐλεύθερα, καί μέ τή συγχώρηση, χαρακτηρίζεται στήν Ὀρθοδοξία ὡς μανία. Γι’ αὐτό στήν Ὀρθοδοξία προϋπόθεση ὅλων τῶν ἀρετῶν θεωρεῖται ἡ ταπεινοφροσύνη, ὡς συναίσθηση ἐξάρτησης ἀπό τόν Θεό καί κοινότητος μέ τούς ἀδελφούς.
   Ἀκόμα βασικό γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ ἀποστολικότητα.
   Τήν γνησιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ὅτι δηλαδή ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν ἐγγυᾶται ἡ ἀδιάκοπη ἀποστολική διαδοχή τῶν ἐπισκόπων τῆς Ὀρθοδοξίας. Τήν ἐπιβεβαιώνει τό γεγονός ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία διατηρεῖ ἀνόθευτη τή διδασκαλία τῶν ἀποστόλων καί τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκόμα ἡ ἀποστολικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπιφορτίζει τούς πιστούς της μέ τό χρέος τῆς ἱεραποστολῆς. Δέν νοεῖται ὀρθόδοξος χριστιανός, πού νά μή νιώθει ὡς ἀνάγκη τήν ἱεραποστολή.
   Μερικοί φοβοῦνται γιά τό μέλλον τῆς Ὀρθοδοξίας στήν Ἑλλάδα, ἐπειδή συγχρωτίζονται οἱ Ἕλληνες μέ τούς ἑτεροδόξους. Ὁ φόβος τους δέν δικαιολογεῖται. Δείχνει ὀλιγοπιστία στήν ἀποστολικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει θεόσδοτη ἀνακαινιστική δύναμη. Δέν στηρίζεται σέ ἀνθρώπινες δυνάμεις ἡ Ὀρθοδοξία. Στηρίζεται στή δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού παραγγέλλει στούς πιστούς «μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη».
   Ἡ συνοδικότητα, ἡ ἀφοσίωση στήν ἀποστολική παράδοση καί ὁ ἐσχατολογικός χαρακτήρας ἀσφαλῶς εἶναι ἀκόμα μερικά βασικά γνωρίσματα τῆς Ὀρθοδοξίας.
   Ἡ Ὀρθοδοξία σίγουρα εἶναι ἡ θεανθρώπινη «Καινή Κτίση», πού θά κατανικήσει τόν θάνατο καί θά σώσει τόν κόσμο. Μποροῦμε καί πρέπει μέ αὐτοπεποίθηση νά διακηρύξουμε στά πέρατα τῆς οἰκουμένης, ὅτι ἡ κουρασμένη μεταϊδεολογική ἐποχή μας περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο χρειάζεται τήν πίστη, τή λατρεία καί τή ζωή τῆς Ὀρθοδοξίας.

Δῆμος Ματσκίδης
Θεολόγος

Σάββατο, 04 Μάρτιος 2023 02:00

Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία

 stauros  Οἱ καμπάνες χτυποῦσαν χαρμόσυνα. Ἦταν ἡ πρώτη ἡ μέρα ἡ ἀναστάσιμη μέσα στήν κατανυκτική ἡσυχία τῆς Σαρακοστῆς. Σήμερα οἱ ἐκκλησιές γέμιζαν περισσότερο. Διψοῦσαν οἱ ὀρθόδοξες καρδιές νά δοῦν τά σηκωμένα ἑξαπτέρυγα, νά κοινωνήσουν στή συγκίνηση: «Αὕτη ἡ πίστις τήν οἰκουμένην ἐστήριξε». Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας! Πολύτιμη· ἀγαπημένη· μεγαλόπρεπη!
   Σκιρτοῦσε κι ἡ δική μου, ἀνώνυμη ὀρθόδοξη καρδιά. Μπροστά στά μάτια μου περνοῦσαν τά εἰκονίσματα· κι ἔβλεπα στή ζωγραφισμένη Βίβλο τους τό δόγμα καί τήν πράξη· τήν ἀλήθεια καί τό βίωμα... Πρῶτα ὁ Κύριος, μία μορφή ἀνθρώπινη πού ὅμως τό χέρι πού εὐλογοῦσε καί τό φωτοστέφανο μέ τή γραμμένη μετοχή τοῦ ἐνεστώτα μαρτυρούσανε: Θεός· Θεός καί ἄνθρωπος, οἱ δύο φύσεις πού ἑνώθηκαν. Κι ὕστερα ἡ μητέρα Του μέ τά τρία ἀστέρια στήν ἐσθήτα της: Παρθένος· πρίν τόν τόκο, κατά τόν τόκο, μετά τόν τόκο· ἀειπάρθενος. Ἡ πίστη μου: τό προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή δική μου ἀνάσταση. Κι ὕστερα ἐν πομπῇ ἐκεῖνοι πού ἔκαναν τήν πίστη μου ζωή: ἡ Αἰκατερίνη· ἡ Σοφία· ὁ Δημήτριος... Τούς γνώρισα ἀπό τά διακριτικά τους εὔσημα: ἡ Αἰκατερίνη στόν τροχό, πού ἑτοιμάστηκε γιά νά διαμελίσει τό νεανικό κορμί της· ἡ Σοφία μέ τά τρία της παιδιά, πού τά εἶδε ἕνα-ἕνα νά ματώνουν καί νά ξεψυχοῦν γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· ὁ Δημήτριος μέ τήν πορφύρα τοῦ ἀξιωματικοῦ, πού τήν κατέθεσε σάν σκύβαλο στά πόδια τοῦ Κυρίου του. Πίσω ἀπό τούς μάρτυρες, πάλι ὁμολογία καί θυσία. Ὁ Ἀθανάσιος, μία ζωή ἐξόριστη, κατατρεγμένη στά πηγάδια πού ὅμως φώναζε: «ὁμοούσιος»· καί ὁ Σπυρίδωνας, ὁ ἁπλοϊκός βοσκός πού μέ μιά χούφτα ἀπό πλινθιά ὑπέγραψε τό ἀσύλληπτο γιά τήν ἁπλοϊκή μας νόηση: τρία τά πρόσωπα μά ἕνας ὁ Θεός· καί πίσω του -λίγες φορές τόν εἶχα δεῖ καί χάρηκα- ὁ Μᾶρκος. Ὁ Μᾶρκος ὁ πραΰς, πού τόν ὀνόμασαν «Εὐγενικό», πού ὅμως ἀρνήθηκε ἀμετάκλητα, μόνος αὐτός, νά ὑπογράψει ἕνωση Ὀρθοδοξίας κι αἵρεσης, κάνοντας τόν προκαθήμενο τῆς Ρώμης νά ἀναφωνήσει ἀπογοητευμένος: «Μᾶρκος οὐκ ὑπέγραψε. Οὐδέν ἐποιήσαμεν». Ὁ Μᾶρκος ὁ μειλίχιος...
 Διέσχιζαν τήν ἐκκλησία τά εἰκονίσματα. Εἰκόνιζαν τά βήματα τῆς Ἐκκλησίας μές στούς αἰῶνες τῶν ἀνθρώπων· μία πορεία σταυρωμένη, γιά ν’ ἀνεβαίνει ὁ κόσμος στήν ἀνάσταση!
   Κι ἄκουγα ἀπό τά χείλη τῶν ἱερέων κι ἀπό τά χείλη τά δικά μου πού ἀκολουθούσανε συγκινημένα τόν ὕμνο τῶν ἀναστημένων: «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν...». Τήν κατάθεση τῶν πεπελεκισμένων διά τήν μαρτυρίαν Ἰησοῦ: «Οἱ ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν· οἱ διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν... οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν». Καί ἄκουγα μέσα σ’ αὐτά τά «οὕτω» τήν κραυγή· κραυγή αἱμάτων πού τή φώναζαν ὅλοι μαζί, κι ἡ Αἰκατερίνη καί ὁ Μᾶρκος κι ὁ Σπυρίδωνας, δείχνοντας ὥς ἐμᾶς τά εὔσημα τῆς μαρτυρίας καί τοῦ μαρτυρίου τους: «Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία».
   Χτυποῦσαν οἱ καρδιές, δακρύζανε τά μάτια τῶν πιστῶν: «Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία»· καί πάλι μιά κραυγή, πού ἀρθρώνουνε μαζί τό Πνεῦμα καί ἡ Νύμφη τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἐσταυρωμένη Ἐκκλησία Του· ἐκείνη ἡ συλλογική καρδιά πού ἀφουγκράζεται τούς κραδασμούς καί τό κλυδώνιο μέσα στή θάλασσα τοῦ κόσμου μας.
   Σήμερα ἡ θάλασσα ἀπειλεῖ νά ἀφανίσει ὅλες τίς στεριές· νά σβήσει κάθε σύνορο· ὅλοι μας ἕν· μία παγκόσμια δεσποτεία πού ὑποδουλώνει· μιά καταιγίδα πού ἀντιμάχεται καί τή μοναδική ἐλπίδα αὐτοῦ τοῦ κόσμου ν’ ἀναπνέει ἐλεύθερα, τή μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Τότε ἦταν ν’ ἀλλάξει ἕνα «ι»· «ὁμοιούσιος» ἤ «ὁμοούσιος»· τώρα ἀλλάζει μιά κατάληξη: οἰκουμενικότητα ἤ οἰκουμενισμός. Ὅλοι μας ἕν. Ὄχι μονάχα μέ τόν πάπα, ὅπως τότε, μά μέ τόν κάθε πλανεμένο πού βάφτισε «ἐκκλησία» τήν αὐθαιρεσία του...
   Πλανεύουνε οἱ λέξεις τίς καρδιές· ἀκόμα καί ἐκεῖνες πού ἀναπνέουν μές στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ὅπως γινόταν πάντοτε, ἀπό τήν ὥρα πού στή Μίλητο προφήτευσε μέ πόνο ἡ καρδιά τοῦ Παύλου: «Καί ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα». Ἐξ ὑμῶν αὐτῶν... Καί ἡ ἴδια ἀποστολική καρδιά φωνάζει στά παιδιά της ἐναγώνια: «μή ποτε παραρρυῶμεν», μή χάσουμε τό δρόμο μας· γιατί ἡ θάλασσα δέν ἔχει ὁδοδεῖκτες· γιατί οἱ λέξεις εὔκολα ἀλλάζουνε· γιατί ὁ ἄρχοντας τοῦ σκότους ξέρει νά μεταμφιέζεται σέ ἄγγελο φωτός.
  «Μή ποτε παραρρυῶμεν»: Μή λησμονήσουμε ὅτι ἀγάπη δίχως τήν ἀλήθεια εἶναι λέξη κίβδηλη· ὅτι ἀγάπη δέν σημαίνει νά πνιγῶ μαζί σου, ἀλλά νά σοῦ ἁπλώσω σωστικά τό χέρι μου· ἀγάπη εἶναι ν’ ἀρνηθῶ νά μοῦ λερώσει τό νερό, γιά νά τό φέρω γνήσιο στά διψασμένα χείλη σου.
   Κι ἄν ἐμεῖς ἐπιπόλαια τό ξεχνοῦμε αὐτό, ἔχουμε νά μᾶς τό θυμίζουνε ὅλους ἐκείνους πού περνοῦνε στά εἰκονίσματα· τόν ἠγαπημένο μαθητή, υἱό ἀγάπης καί υἱό βροντῆς, τόν Ἰωάννη, πού δίπλα στό «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστι» ἔγραψε τό «εἴ τις ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει... χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε»· τόν Μᾶρκο πού οἱ αἰῶνες τόν ὀνόμασαν «Εὐγενικό» κι ὅμως ἀρνήθηκε νά βάλει τήν ὑπογραφή· ὅλους ἐκείνους πού ἀγάπησαν πολύ περισσότερο ἀπό μᾶς- μέχρι ὁμολογίας καί θυσίας- τόν Θεό καί τήν εἰκόνα Του.
   Πῶς νά προδώσουμε τό τόσο αἷμα τῆς ἀγάπης πού ἄρδευσε τήν πίστη μας; Γιατί ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, ἡ μόνη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἔχουμε ἀκόμη ἀνεξόφλητη τήν τελευταία ἐντολή ἀγάπης τοῦ Κυρίου μας: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη». Βγεῖτε στοῦ κόσμου τίς γωνιές καί μαθητεύσατε τούς πλανημένους καί διεφθαρμένους, τούς ἀγνοούντας καί κακοφρονούντας, τούς ἔρημους καί ἀπνευμάτιστους. Δῶστε τους Πνεῦμα! Δῶστε τους ἀλήθεια! Δῶστε τους Θεό! Δῶστε τους τήν Ὀρθοδοξία σας, πού -ἀλίμονο- μήν τήν προδώσετε γιά τίποτα!
  «Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία»· καί οἱ ψυχές τῶν πιστῶν, ἐκείνη ἡ συλλογική καρδιά πού συντονίζεται ἐν Πνεύματι, στρέφει τό βλέμμα της στόν Παντοκράτορα καί δέεται: «Κύριε τῶν Δυνάμεων, προστάτευσε τό σκάφος Σου. Στεῖλε μας ἕναν καινούργιο Ἀθανάσιο, ἕναν Μᾶρκο, νά ἑνωθοῦνε οἱ καρδιές μας γύρω ἀπ’ τή δική του, νά φυλάξουμε... Κάνε κάτι, Κύριε!».
  Τό βλέμμα χαμηλώνει σιωπηλά. Ἔχει ὁ Παράκλητος παρηγορήσει τίς καρδιές. Ἄς φαίνεται ὅτι ὁ Κύριος καθεύδει «ἐπί τῇ πρύμνῃ». Τό θαῦμα περιμένει τήν προστακτική φωνή στή θάλασσα: «Σιώπα! Πεφίμωσο!»
  Τό σκάφος Του, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Του δέν εἶναι δυνατόν νά βυθιστεῖ. Τήν ἵδρυσε ὁ Ἴδιος πάνω στήν πέτρα τῆς ὁμολογίας τοῦ θερμοῦ του μαθητῆ καί ὑποσχέθηκε πώς «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Τό σκάφος θ’ ἀράξει στό λιμάνι τ’ οὐρανοῦ. Ἀρκεῖ μέσα σ’ αὐτό, πίσω ἀπό τούς μάρτυρες, πίσω ἀπό τούς Ἀθανάσιους καί τούς Μάρκους, τούς χθεσινούς καί τούς μελλούμενους, νά εἴμαστε ἐμεῖς, ἐπώνυμοι καί ἀνώνυμοι· κάθε καρδιά πού ἐν ἔτει 2013 μέσα στούς βρυχηθμούς τοῦ οἰκουμενισμοῦ φωνάζει ἀνυποχώρητα: «Δέν θά σέ ἀρνηθοῦμε, ἀγαπημένη Ὀρθοδοξία μας· κι ἄν χρειαστεῖ, μύριες φορές γιά σένα θά πεθάνουμε».

Μαρία Παστουρματζῆ
Φιλόλογος
Κατηγορία Τριώδιον
Τετάρτη, 20 Μάρτιος 2024 03:00

Ὀρθόδοξη λατρεία

 latria Πανθομολογούμενος καί πολυθαυμαζόμενος εἶναι ὁ λατρευτικός πλοῦτος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Κι εἶναι αὐτός ὁ πλοῦτος πού δελεάζει ἀρκετούς ἀπό τούς ἀνήκοντες στίς λεγόμενες χριστιανικές ὁμολογίες τῆς Δύσεως καί τούς ἑλκύει στήν Ὀρθοδοξία. Ἐκδηλώνεται ἔντονη νοσταλγία τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως ἐμπεριστατωμένα περιγράφει στά σχετικά βιβλία του ὁ π. Ἠλίας Μαστρογιαννόπουλος. Τόσο γιά τούς «νεοφερμένους» ὅσο καί γιά τούς «παραδοσιακούς» ὀρθοδόξους θά ἦταν χρήσιμο νά διευκρινισθοῦν δύο βασικές προϋποθέσεις τῆς ὀρθοδόξου λατρείας, ἡ ὀρθή πίστη καί ἡ σύμφωνη μ᾿ αὐτή ζωή.
  Στή λατρεία, καί μάλιστα στό μυστήριο τῶν μυστηρίων, καθώς ἐκπληρώνεται ἡ ἑνότητα τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ στήν παρουσία τῆς θριαμβεύουσας καί στρατευομένης Ἐκκλησίας, οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί ἀπολαμβάνουμε τή σωτηρία, ζοῦμε παρόντα τόν Κύριο. Αὐτός καταυγάζει τή διάνοιά μας καί μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας. Ζοῦμε τήν ἀκρίβεια τῶν δογμάτων, ὅσο ἀτελεῖς κι ἄν εἶναι οἱ γνώσεις μας καί ὁ δογματικός καταρτισμός μας. Βιώνουμε, ὅποιες κι ἄν εἶναι οἱ πτώσεις μας, τήν τελειότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, καθώς χριστοποιούμαστε καί μεταμορφωνόμαστε σέ «καινή» κτίση. Τήν ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας, μέ τρόπο μυστηριακό ζοῦμε τή ζωή πού ἔζησαν καί οἱ μεγάλοι ἅγιοι στή συντροφιά τοῦ Κυρίου. Κατ᾿ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ ὀρθόδοξη θεία λατρεία, καί κατ᾿ ἐπέκταση ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, εἶναι μιά πρόγευση, ἕνα στάδιο προετοιμασίας γιά τήν οὐράνια βασιλεία· γιά τή μετοχή στήν ἀτελεύτητη λειτουργία, ὅπου θά βλέπουμε τόν Κύριο πρόσωπο πρός πρόσωπο καί θά γευόμαστε τήν ἀπόλαυση «τῶν καθορώντων τοῦ προσώπου του τό κάλλος τό ἄρρητον».
 Αὐτά ἀπό πλευρᾶς τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τή δική μας, τῶν ἀνθρώπων τήν πλευρά, ἀναγκαία προϋπόθεση εἶναι ὁ ἀγώνας καί ἡ ἔγνοια νά διατηρήσουμε ἀνόθευτη τήν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν πίστιν» (Ἰδ 3) καί νά ρυθμίσουμε τή ζωή μας σύμφωνα μέ τήν «ἁγία ἐντολή» (Β΄ Πέ 2,21). Ἔτσι θά ἔχουμε τή δυνατότητα νά γευόμαστε τήν τελειότητα μετέχοντας συνειδητά στήν ὀρθόδοξη λατρεία μας, τήν «παροῦσα ἀλήθεια» (Β΄ Πέ 1,12).
  Εἶναι φτωχή ἡ μετοχή μας στή θεία λατρεία καί προβληματική ἡ σωτηρία μας χωρίς τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀπαίτηση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, πού διαβεβαιώνει· «Ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με» (Ἰω 14,21). Ὅποιος πιστεύει καί ἀγαπᾶ τόν Χριστό, τονίζουν κατ᾿ ἐπανάληψη οἱ ἀπόστολοι, ἐκτελεῖ ἀφοσιωμένα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ: Ταπεινώνει τό νοῦ του, τή σάρκα του, μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες, καί προσφέρει ὁλόκληρο τόν ἑαυτό του στόν Θεό, ἀγωνιζόμενος νά τηρεῖ τίς ἐντολές του. Γι’ αὐτό συνιστᾶ ὁ Μέγας Βασίλειος: «Κοινήν φροντίδα καί βουλήν προθώμεθα, ὅπως ἄν μηδέν ἡμᾶς διαφύγῃ τῶν ἐντεταλμένων», διότι, ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος, «τέλος ἐντολῆς Θεοῦ, ζωή αἰώνιος».
  Ἀλλά καί πάλι δέν ἔχει κανένα νόημα ἡ ἀνθρώπινη προσπάθεια ἀπό μόνη της, ἄν δέν στηρίζεται στό ὀρθό δόγμα. Ἡ ὀρθοπραξία εὐαρεστεῖ τόν Θεό, ὅταν ἐμπνέεται καί διέπεται ἀπό τήν ὀρθοδοξία, ἀπό τήν ὀρθή πίστη, ἡ ὁποία βεβαίως εἶναι μία, ὅπως ἕνας εἶναι ὁ Κύριος. Αὐτή ἡ πίστη παραδόθηκε ἅπαξ ἀπό τόν Κύριο στούς ἀποστόλους καί ἀπό ἐκείνους στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι δημιουργήθηκε ἡ ἁγία καί ἱερά παράδοση. Οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ τοπικές καί Οἰκουμενικές Σύνοδοι δέν πρόσθεσαν οὔτε ἀφαίρεσαν τίποτε ἀπό τήν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν πίστιν». Διασάφησαν καί διευκρίνισαν αὐτά πού παρέδωσε ὁ Κύριος μέ τήν ἁγία Γραφή. «Τῶν ἀποστόλων τό κήρυγμα καί τῶν πατέρων τά δόγματα ἡ Ἐκκλησία φυλάττουσα, μίαν τήν πίστιν ἐσφράγισε», διακηρύττει τό ἀρχαῖο κοντάκιο.
  Ἡ μία πίστη διαφυλάττει τήν ὡραιότητα καί τή γνησιότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἀπόστολος τοῦ σκλαβωμένου γένους, μέ τήν ἁπλότητα πού τόν διακρίνει ἐπιβεβαιώνει: «Οἱ ἄλλες πίστες εἶναι ψεύτικες, κάλπικες, μόνον ἡ ἐδική μας, ἡ χριστιανική, εἶναι ὀρθόδοξος, ἀληθινή καί ἁγία. Διά τοῦτο σᾶς λέγω, ἀδελφοί μου χριστιανοί, νά χαίρεσθε καί νά εὐφραίνεσθε, ὁπού εὑρέθητε χριστιανοί ὀρθόδοξοι καί νά κλαίετε καί νά θρηνῆτε τούς ἀπίστους καί αἱρετικούς, ὁπού εὑρίσκονται εἰς τό σκότος».
 Δέν εἶναι σκοτεινός φανατισμός ἡ ἐμμονή στή μία ὀρθόδοξη πίστη, οὔτε εἶναι στεῖρος εὐσεβισμός ἡ ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἡ μία καί ἀληθινή πίστη ἀνθίζει καί ἀποδίδει καρπούς μέσα στήν προσπάθεια νά πραγματώσουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς». Ὀρθοδοξία ἐφαρμοσμένη στήν ὀρθοπραξία εἶναι ἡ δική μας μετοχή στή χάρη πού παρέχει ἄφθονη ὁ Θεός διά τῆς θείας λατρείας.
  Αὐτή ἡ ἁπλή ἀλήθεια εἶναι ἡ πιό πολύτιμη προσφορά -πρόσκληση ἀλλά καί πρόκληση- τῆς Ὀρθοδοξίας στόν σύγχρονο κόσμο, πού κινδυνεύει νά πολτοποιηθεῖ στά πλαίσια τῆς παγκοσμιοποίησης, τῆς μαζοποίησης τῶν πολιτισμῶν, τοῦ φιλοσοφικοῦ καί θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 36-37

 
 
Κατηγορία Τριώδιον
Πέμπτη, 02 Μάρτιος 2023 02:00

Τί σημαίνει Ὀρθοδοξία

 kampanaria Γιά τήν Ὀρθοδοξία πολλοί καί πολύ μιλοῦν στίς μέρες μας. Τούς ἀκοῦμε ἀπό τά κανάλια τῶν τηλεοράσεων, τούς διαβάζουμε στίς στῆλες τῶν ἐφημερίδων, τούς βλέπουμε συγγραφεῖς ποικίλων δημοσιευμάτων καί βιβλίων. Σύμφωνα μέ τά λεγόμενά τους ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνα εἶδος κουλτούρας ἤ ἕνα εἶδος φολκλόρ, ἀνάλογα μέ τήν κατευθυντήρια προτίμηση τοῦ κάθε σχετικοῦ στοχαστῆ. Εἶναι μία μορφή πολιτισμοῦ -ἐξαιρετική καί μοναδική πάντοτε- ἤ ἕνα γνώρισμα τοῦ λαοῦ τῆς Ρωμιοσύνης -ἰδιαίτερο καί ἀξιόλογο ὁπωσδήποτε. Καταντᾶ ἔτσι νά φαίνεται ἡ Ὀρθοδοξία ὡς ἰδεολόγημα μᾶλλον, φιλοσοφία ἤ κοσμοθεωρία, ὡς λαϊκή θρησκεία περισσότερο, παρά ὡς ἀποκάλυψη Θεοῦ, ὅπως πράγματι εἶναι.
   Μιλᾶ γιά τήν Ὀρθοδοξία καί ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Καί δέν μιλᾶ μόνο τώρα, μέ τή μόδα τῆς ὀρθοδοξολογίας καί μέ τά φῶτα τῆς δημοσιότητος, ἀλλά μιλᾶ ἐδῶ καί εἴκοσι αἰῶνες, ἀπό τή στιγμή πού γεννήθηκε καί μιλᾶ μέ τούς χαμηλούς τόνους τοῦ ταπεινοῦ λόγου μέσα στήν κατανυκτική ἀτμόσφαιρα τοῦ πράου πνεύματος. Νομίζω, ἀξίζει νά τήν προσέξουμε, ὅσοι εἰλικρινά ἐνδιαφερόμαστε γιά τήν Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μόνη πού ἀξίζει νά προσέξουμε, διότι εἶναι ἀκριβῶς ἡ εἰδική τοῦ θέματος.
  Θά μπορούσαμε νά ποῦμε -μέ μία πολύ γενική ἁπλοποίηση, βέβαια, γιά πρακτικούς λόγους- ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ταυτίζεται μέ τήν Ἐκκλησία, τήν μία, ἁγία, ἀνατολική Ἐκκλησία. Τά χαρακτηριστικά της ἀποτελοῦν χαρακτηριστικά τῆς Ἐκκλησίας καί δέν εἶναι ἄλλα ἀπό τά χαρακτηριστικά τοῦ θεανδρικοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ μυστικός Χριστός, πού παρατείνεται στούς αἰῶνες, κατά τήν ἔκφραση τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου. Αὐτό ἀναφαίνεται μέσα ἀπό τή διδασκαλία τῶν πατέρων, πού ὑπῆρξαν στυλοβάτες τῆς Ἐκκλησίας, ἀποδεικνύεται ἀπό τή ζωή τῶν ἁγίων πού μαρτύρησαν γιά τήν Ὀρθοδοξία, αὐτό καταθέτει ἡ κοινή συνείδηση τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος. Ἔτσι, ἀμέσως καί ἀσφαλῶς ἔχουμε συγκεκριμένη καί σαφῆ ἄποψη γιά τήν Ὀρθοδοξία, αὐτήν πού ἀδιάψευστα καταθέτει ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας.
  Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα καί πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τρόπος ζωῆς, πού θεμελιώνεται στή θεία ἀλήθεια. Ὁπωσδήποτε δημιουργεῖ πολιτισμό, διαμορφώνει ἔθος, ἀλλά αὐτά εἶναι ἀποτελέσματα, δέν εἶναι ἡ οὐσία της. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ὁ δρόμος τοῦ Θεοῦ, πού ἀπαιτεῖ νά τόν βαδίσεις μέ ὑπακοή στήν ἀποκαλυμμένη ἀλήθεια καί μέ πειθαρχία στή θεία ἐντολή. Ὁ συνδυασμός τῆς ὀρθῆς πίστεως (ὀρθοδοξία) μέ τήν ἁγία ζωή (ὀρθοπραξία) εἶναι γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ». Τό διατυπώνει ἀποφθεγματικά γιά πολλοστή φορά ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καθώς φθάνοντας στό τέρμα τῆς ζωῆς του  ἐξομολογεῖται στό μαθητή του Τιμόθεο «τόν ἀγῶνα τόν καλόν ἠγώνισμαι, τόν δρόμον τετέλεκα, τήν πίστιν τετήρηκα» (Β' Τι 4,7).
  Τό δόγμα καί τήν ἐντολή τά παραδίδει ἡ Ἐκκλησία κρατώντας στό ἕνα χέρι τή θεόπνευστη Γραφή καί στό ἄλλο τήν ἱερή Παράδοση. Δόγματα εἶναι οἱ ἀποκαλυμμένες ἀλήθειες τοῦ θείου λόγου, ὅπως διατυπώθηκαν ἀπό φωτισμένους ἁγίους ὕστερα ἀπό ἀγῶνες καί μάχες τῆς Ἐκκλησίας μέ πνεύματα πονηρά καί πλάνα. Ἐντολές εἶναι οἱ ἠθικές προτροπές τοῦ θείου λόγου, ὅπως τίς ἔζησαν οἱ ἅγιοι κάθε ἐποχῆς, πού δέν συσχηματίζονταν μέ κανένα σχῆμα τοῦ καιροῦ τους, ἀλλά μεταμορφώνονταν σέ σκεύη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἐν τούτοις, ὅλα αὐτά δέν θά μποροῦσαν ἐπ᾿ οὐδενί νά τά ἀσπασθοῦν οἱ ἄνθρωποι, ἄν ἐπιχειροῦσαν νά τά ἀκολουθήσουν μόνοι τους -μεμονωμένα ἤ ὁμαδικά, πάντως αὐτόνομα-, μέ τή δική τους κρίση καί μέ τίς προσωπικές τους προσπάθειες. Ὅσοι τό ἐπιχείρησαν, ἤ παραιτήθηκαν ἤ πλανήθηκαν, ὀρθόδοξοι δέν ἔμειναν. Χρειάζεται ν᾿ ἀκούσεις τό δόγμα -γιά νά μπορέσεις νά τό ἑρμηνεύσεις- καί νά ὑπακούσεις στήν ἐντολή -γιά νά μπορέσεις νά τήν ἐκτελέσεις- συνδεδεμένος μέ ἕνα σῶμα καί συντονισμένος σέ μία συχνότητα στό σῶμα πού κεφαλή ἔχει τόν Χριστό καί μέλη τούς ἀπό αἰῶνες ἁγίους, καί στή συχνότητα πού ἐκπέμπει τό Πνεῦμα τό ἅγιο μέσα σ᾿ αὐτή τή θεανθρώπινη κοινωνία.
  Τή δυνατότητα τῆς συμμετοχῆς στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τήν ἐξασφαλίζουν τά ἱερά μυστήρια καί ἡ πνευματική λατρεία. Μέ τή χάρη τῶν μυστηρίων ὁ ὀρθόδοξος ἑνώνεται μέ τόν τριαδικό Θεό, λαμβάνει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καί ζῆ παρ᾿ ὅλη του τήν περατότητα καί ἀτέλεια τό ἄπειρο καί τέλειο τῆς αἰωνιότητος. Μέσα στή θεία λατρεία ἐξ ἄλλου, μέ τήν προσευχή καί τήν ὑμνωδία ἔχει τήν εὐλογία νά ἐκφράσει τόν ἑαυτό του κατενώπιον τοῦ Κυρίου, νά δοξολογήσει τά μεγαλεῖα του, νά εὐχαριστήσει γιά τήν ἀγάπη του, νά ἱκετεύσει μέ συντριβή γιά τήν ἀδυναμία του. Συντροφιά μέ τούς ἀγγέλους καί τούς ἁπλούς ἁγίους τῆς Ὀρθοδοξίας, οἱ ὁποῖοι ὑποδηλώνουν τήν παρουσία τους μέ τίς ἅγιες εἰκόνες ὁλόγυρα, ὅλοι οἱ πιστοί «ὁμοθυμαδόν καί ἐπί τό αὐτό» ἐπικαλοῦνται καί δέχονται τή θεία χάρη μέσα στό ναό. Τά πάντα ἐκεῖ μέσα εἶναι ἁγιασμένα σύμβολα, πού διατυπώνουν μέ τή δική τους γλῶσσα, τήν τόσο ὑποβλητική καί περίτρανη, τό δόγμα καί τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας διδάσκοντας βουβά. Γι᾿ αὐτό καί θεωροῦνται ὅλα τά τῆς λατρείας ἐκφράσεις γνήσιες τῆς Ὀρθοδοξίας, οἱ εἰκόνες, οἱ ὕμνοι, τό τυπικό.
  Ἀλλά ἡ ὀρθόδοξη ζωή δέν περιορίζεται μόνο στό ναό οὔτε σταματᾶ στή λατρεία. Ἁπλώνεται καί καλύπτει τήν κάθε στιγμή τοῦ χριστιανοῦ, συνεχίζεται καί διαποτίζει τήν κάθε του κίνηση. Ἀδιάκοπα ἐπιτελεῖται μία λογική λατρεία μέσα στό ναό τοῦ σώματος τοῦ πιστοῦ καί ἀκατάπαυστα βιώνεται μία μυστική κοινωνία του μέ τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Τοῦτο ἐπιτυγχάνεται μέ τό Πνεῦμα καί ἐκφράζεται μέ τό κατ᾿ ἐξοχήν σημεῖο τοῦ σταυροῦ, πού σημαδεύει κυριολεκτικά κάθε ὀρθόδοξο. Τό σχῆμα τοῦ τιμίου σταυροῦ δέν διαγράφεται μόνο νοητά κατά περίπτωση μέ τά τρία δάκτυλα τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ ἑνωμένα στό ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, ἀλλά διαγράφει ἐπίσης καί τή ζωή τοῦ χριστιανοῦ συνεχῶς, καθώς αὐτός διαρκῶς διασταυρώνει τό θέλημά του μέ τό θέλημα τοῦ κόσμου καί τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καθώς ἀγόγγυστα ὑπομένει τόν πόνο καί ἑκούσια πάσχει γιά τό καλό, ἐγκρατεύεται στόν ἑαυτό του καί προσφέρεται στούς ἄλλους, μέ ἕνα λόγο, ἀσκητεύει. Πράγματι, τό ἀσκητικό στοιχεῖο ἀποτελεῖ σῆμα κατατεθέν τῆς Ὀρθοδοξίας. Οἱ μορφές του εἶναι ποικίλες μέσα στήν ὀρθόδοξη ζωή νηστεία, ἀγρυπνία, πτωχεία, ἁγνεία, θυσία· εἶναι ὅμως πάντοτε ἕνας σταυρός πού μιμεῖται τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ, γι᾿ αὐτό φέρει καί τή δόξα του.
   Μ᾿ αὐτά τά γνωρίσματα πόσοι, ἀλήθεια, ἀπό τούς ὀρθοδοξολογοῦντες τῆς ἐποχῆς μας μποροῦν νά δικαιωθοῦν; Κάθε χρόνο ἡ Ἐκκλησία ἀφιερώνει μία Κυριακή στό ὄνομα τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτή τήν Κυριακή τονίζει πρό πάντων τήν ἀποστολή τοῦ εὐαγγελισμοῦ πού ἔχει πρός τήν οἰκουμένη, τό ἔργο νά κηρύξει τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή σ᾿ ὅλο τόν κόσμο. Ἴσως εἶναι καιρός ν᾿ ἀφήσουμε ν᾿ ἀκουστεῖ σήμερα ἡ φωνή της πιό δυνατή καί πιό καθαρή μέσα στίς φωνασκίες τῶν διαφόρων, γιά νά μάθουμε ἐπί τέλους τί σημαίνει Ὀρθοδοξία.
Στέργιος Ν. Σάκκος
 
 
Κατηγορία Τριώδιον
Κυριακή, 22 Σεπτέμβριος 2024 03:00

Μάρτυρες Ὀρθοδοξίας

 agioiἩ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ χάρισε μάρτυρες στόν οὐρανό τά πρῶτα χρόνια τῶν διωγμῶν. Τό αἷμα τῶν παιδιῶν της χύθηκε ἄφθονο ἀπό τόν Νέρωνα καί τόν Διοκλητιανό, πού σάν τό δεκακέρατο θηρίο τῆς Ἀποκαλύψεως πολέμησαν τή νύμφη τοῦ Χριστοῦ. Κι ἦταν ἐκεῖνες οἱ μέρες σκληρές γιά τήν Ἐκκλησία. Μά ἦταν ἀκόμη πιό χαλεπές κάποιες ἄλλες μέρες αἰῶνες μετά. Τότε ὁ ἐχθρός ἐμφανίσθηκε ὡς θηρίο μέ ἔνδυμα προβάτου. Ἡρωικές καί μεγαλειώδεις ἐκτυλίσσονται οἱ σελίδες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.
  Ἦταν τότε πού ἡ Δύση ἀποσπάσθηκε ἀπό τή μία οἰκουμενική Ἐκκλησία καί ὁ πάπας ζητοῦσε ἐπίμονα τήν ὑποδούλωση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ αἵρεση ἀπειλοῦσε τήν Ἐκκλησία, ἡ παραχάραξη ἐναντιωνόταν στήν ἀλήθεια. Σκοτεινιά καί ἀντάρα φάνηκε νά σκεπάζει τήν ἀτμόσφαιρα. Ὡραιοποιήθηκε τό κακό, ἡ συμφορά παρουσιάσθηκε ὡς ἐπιτυχία. Πολλοί παρασύρθηκαν. Τί φοβερό! Κι ὁ αὐτοκράτορας Μιχαήλ Παλαιολόγος. Κι αὐτός ἀκόμη ὁ πατριάρχης Ἰωάννης Βέκκος. Οἱ λατινόφρονες αὐξάνονταν καί ἐξαπέλυαν ἐπιθέσεις μέ διωγμούς, ἀπειλές, ἐκφοβισμούς ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων. Μά ὁ γενναῖος λαός τοῦ Θεοῦ ἀποφασιστικά ἔμενε πιστός στήν παράδοση. Δέν πρόδιδε τήν ἅπαξ παραδοθεῖσα πίστη.
 Οἱ λατινόφρονες ἔβαλαν στόχο νά ἐκπορθήσουν ἀκόμα καί τό πιό ἰσχυρό προπύργιο τῆς Ὀρθοδοξίας, τό Ἅγιο Ὄρος. Καταφθάνουν στήν πολιτεία τῆς ἡσυχίας καί τῆς προσευχῆς. Ἔχουν στά χείλη χαμόγελο καί στά χέρια κρατοῦν δῶρα. Προτείνουν φιλία, καλοῦν σέ διάλογο, προθυμοποιοῦνται νά βοηθήσουν. Τό Ἅγιο Ὄρος ἀντιστέκεται σθεναρά. Οἱ ἐχθροί βρίσκονται τώρα μπροστά στήν Ἱ. Μονή Ζωγράφου. Οἱ εἰκοσιέξι μοναχοί της εἶναι προετοιμασμένοι. Ἀρνοῦνται ἀκόμα καί νά ἀνοίξουν τή θύρα τοῦ μοναστηριοῦ. Τήν ἔνδακρυ σιωπή τῆς μετανοίας διαδέχεται ἡ σθεναρή ὁμολογία τῆς πίστεως. Ἡ ρητορική δεινότητα τῶν Λατίνων, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νά τούς πείσουν, πέφτει στό κενό. Ἡ πόρτα θά παραμείνει κλειστή. Μανιασμένοι οἱ Δυτικοί ἀπειλοῦν μέ ἐκδίκηση, μέ φωτιά, μέ θάνατο. Μά οἱ γενναῖοι ἀγωνιστές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀντιστέκονται μέ εὐψυχία. Θά κρατήσουν τήν ὑπόσχεση πού ἔδωσαν, νά μείνουν ἄχρι τέλους στήν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου. Πόσο ἀκριβό εἶναι τοῦτο τό τίμημα τό καταθέτει ἡ ματωμένη ἱστορία τῶν τιμημένων ἀγωνιστῶν κάθε ἐποχῆς.
 Οἱ σκηνές πού ἐκτυλίσσονται δέν θυμίζουν ἁπλῶς τά χρόνια τῶν πρώτων διωγμῶν. Εἶναι ἀκόμα πιό φοβερές, διότι οἱ δήμιοι τώρα θέλουν νά ὀνομάζονται χριστιανοί, φοροῦν τό προσωπεῖο τῶν ἀδελφῶν. Τά δικά τους χέρια κρατοῦν κλαδί ἀδελφοσύνης καί εἰρήνης. Κι ὅμως αὐτά τά χέρια πυρπολοῦν τήν Ἱερά Μονή. Ἐκεῖ πού ἀντηχοῦσαν χρόνια οἱ προσευχές καί οἱ ὕμνοι τῶν εἰκοσιέξι μοναχῶν, ὑψώνεται τώρα ἡ τελευταία τους εὐχή στόν Κύριο πύρινη, καθώς τά κορμιά τους λαμπαδιάζουν. Ὑπογράφουν μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵματος τή μαρτυρία τῆς συνειδήσεως.
 «Ὡς πυρίκαυστοι θυσίαι τῷ Κυρίῳ οἱ εἰκοσιέξ ὡράθησαν εἰκότως», σημειώνει ὁ ἅγιος Νικόδημος στό συναξάρι τῆς 22ας Σεπτεμβρίου. Εἶναι 13ος αἰώνας μ.Χ. Οἱ παπικοί μέ δελεάσματα καί ἀπειλές, μέ ὑποσχέσεις καί ἐκφοβισμούς δέν πετυχαίνουν τό σκοπό τους. Ἡ Ὀρθοδοξία πιό καθάρια καί λαμπρή συνεχίζει τήν πορεία της μέσα στούς αἰῶνες.
 

Ἰχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 230-231
    

Κατηγορία ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ
Τρίτη, 19 Ιανουάριος 2021 03:00

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ

markos eugenikos Μία χαρισματική μορφή, πού ἄφησε ἔντονη καί φωτεινή τή σφραγίδα της μέσα στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, προβάλλει μέ μία ἰδιαίτερη ἐπικαιρότητα ἀπό τό ἑορτολόγιο αὐτοῦ τοῦ μήνα. Εἶναι ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ἐπίσκοπος Ἐφέσου, ὁ ἀνθενωτικός. Στίς μέρες μας, ὅπου ἡ οἰκουμενική κίνηση ἔχει προβληματίσει καί τόν πιό ἁπλό ἄνθρωπο καί ἐμφανίζεται ὄχι πλέον μέ ἐκκλησιαστικό, ἀλλά μέ ἐντυπωσιακό κοινωνικό ἔνδυμα, τίποτε δέν εἶναι πιό ἐνδιαφέρον, ἀλλά καί πιό ἀξιόπιστο ἀπό τό νά ἀκούσουμε τό μήνυμα ἐκείνου πού ὑπῆρξε κάποτε πρωταγωνιστής σ' αυτά τά γεγονότα καί πού βρῆκε τή δικαίωσή του ἀπό τούς αἰῶνες.
 Ὁ Μᾶρκος ἦταν εὐγενικός στήν ψυχή καί στήν καταγωγή. Ἀπό τά πρῶτα μαθήματα πού πῆρε, ἦταν οἱ ἐμπνευσμένοι λόγοι τοῦ Ἰωσήφ Βρυεννίου· «Ἡ ὀρθόδοξος πίστις ἡμῶν, αὕτη πλοῦτος ἡμῶν, αὕτη δόξα, αὕτη γένος, αὕτη στέφανος, αὕτη καύχημα». «Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία· οὐ ψευσόμεθά σε, πατροπαράδοτον σέβας· οὐκ ἀφιστάμεθά σου, Μῆτερ εὐσέβεια. Ἐν σοί ἐγεννήθημεν καί σοί ζῶμεν καί ἐν σοί κοιμηθησόμεθα· εἰ δέ καλέσει καιρός, καί μυριάκις ὑπέρ σοῦ τεθνηξόμεθα». Τά λόγια αὐτά στάθηκαν ὁρόσημο στή ζωή τοῦ Μάρκου, ἔγιναν ἱερά παρακαταθήκη, πού φρόντισε νά τήν διαφυλάξει μέχρι τέλους ἀνόθευτη καί ἀπαραχάρακτη.
 Τά χρόνια πού ἔζησε, ἦταν δύσκολα γιά τήν πατρίδα. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν φθάσει ἔξω ἀπό τίς πύλες τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τά θεμέλια τῆς αὐτοκρατορίας ἔτριζαν ἀπό τό πάτημά τους. Ὁ αὐτοκράτορας μπροστά στόν ἄμεσο κίνδυνο ἀναζητᾶ βοήθεια. Χτυπᾶ τίς πόρτες τῶν ἰσχυρῶν τῆς Εὐρώπης καί ζητιανεύει τή συμμαχία τους. Γιά νά δώσουν ὅμως οἱ χριστιανικοί λαοί τή βοήθειά τους στή Βασιλεύουσα, πρέπει νά ἐγκρίνει ὁ πάπας. Καί ὁ πάπας ἀπαιτεῖ βαριά ἀνταλλάγματα· τήν ὑποταγή τῆς Ὀρθοδοξίας στόν παπισμό.
 Ἡ ἀπειλή εἶναι κακός σύμβουλος καί γίνεται χειρότερος, ὅταν χάνει κανείς τή βαθιά αἴσθηση τῆς πραγματικότητος. Καταναγκασμένοι ἀπό τόν κίνδυνο, ξεγελασμένοι ἀπό τό προσωπεῖο τῆς πλάνης ὅλοι, αὐτοκράτορας καί ἐπίσκοποι ὑποχωροῦν καί συγκατανεύουν γιά τήν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ὅπως ὀνομάζουν κατ’ εὐφημισμόν τήν ὑποταγή στόν πάπα. Διαλέγουν τήν ὑποδούλωση στόν παπισμό ἀπό τήν ὑποδούλωση στόν Τοῦρκο. Καί μόνο ὁ Μᾶρκος, ἀκολουθώντας πιστά τούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὑψώνει τό ἀνάστημά του καί ὑπερασπίζεται τήν ἀκεραιότητα τῆς πίστεως. Στή σύνοδο τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας τά λόγια του ἀποτυπώνονται μνημειώδη.
 Πάνω ἀπό τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδος, διακηρύττει, εἶναι ἡ ἐλευθερία τῆς πίστεως. Διότι μία ἐλεύθερη πίστη μπορεῖ κάποια μέρα νά ἐλευθερώσει τή σκλαβωμένη πατρίδα. Ἡ πίστη κρατᾶ ἀδούλωτο τό φρόνημα καί κάνει γενναία τήν καρδιά. Ἀντίθετα, μία ἁλυσοδεμένη ἀπό τήν ἀπάτη πίστη γονατίζει καί τήν πατρίδα στά πόδια αὐτοῦ πού τήν ἐξαπάτησε. Τήν ἕνωση τήν ποθοῦμε, τήν ὑποταγή μισοῦμε, διότι θά σημάνει τόν ἀφανισμό τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀνάμεσα στήν ἀλήθεια καί στό ψέμα δέν ὑπάρχει μεσότητα, δέν χωρᾶ συμβιβασμός. Ὁποτεδήποτε ἔγιναν τέτοια βήματα, ἐκεῖνος πού κέρδισε ἦταν ὁ ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου.
 Μέ τήν ἀνυποχώρητη αὐτή στάση του ὁ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός ἦταν ἑπόμενο νά γίνει ἀντιπαθής στούς παπικούς καί στούς φίλους τους καί νά κατηγορηθεῖ ὡς μισαλλόδοξος, ἐνῶ ἐκεῖνοι συνιστοῦσαν ὑποκριτικότατα «ἀγάπη καί εἰρήνη». Μερικοί θέλησαν νά τόν δολοφονήσουν. Ὁ συμμαθητής του Βησσαρίων ὀργισμένος φώναξε στό Μᾶρκο· «Περισσόν ποιῶ καί φιλονικῶ μετά ἀνθρώπου δαιμονιαρίου (δαιμονισμένου). Αὐτός γάρ ἔνι μαινόμενος (εἶναι τρελλός)». Ἀλλά ὁ Μᾶρκος, πού ὡς ἄνθρωπος ἦταν ἤπιος καί ταπεινός, γιά τήν πίστη του ἔγινε λιοντάρι. «Σύ ὑπάρχεις κοπέλιν καί ἐποίησας ὡς κοπέλιν», ἦταν ἡ ἀπάντησή του στό Βησσαρίωνα.
 Ἡ ἕνωση τελικά ὑπογράφτηκε, ἀλλά ποτέ δέν ἐφαρμόστηκε. Ὁ ἴδιος ὁ πάπας, ὅταν ἔμαθε ὅτι δέν ὑπέγραψε ὁ Μᾶρκος, δήλωσε· «Ἐποιήσαμεν οὐδέν». Καί ὁ πιστός λαός, ὁ φύλακας καί κριτής τῆς ἀλήθειας, ἀποδοκίμασε τούς ἑνωτικούς, ἐνῶ ἔκανε τό Μᾶρκο σύμβολό του αἰώνιο, πού ἐμπνέει ἀλλά καί ἐλέγχει τήν πορεία τῶν ὀρθοδόξων.
 Ἡ διαμάχη γιά τήν ἕνωση δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνας ἄγονος δογματικός διάλογος μεταξύ θεολογούντων. Διότι τό δόγμα, κάθε δόγμα, διαμορφώνει μία κοσμοθεωρία καί ἐπιβάλλει μία βιοθεωρία, πού δέν μπορεῖ νά κλεισθεῖ μέσα στό χῶρο τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων μέ τή στενή ἔννοια οὔτε μέσα στό χῶρο τῆς θεολογίας ὡς θεωρητικῆς ἐπιστήμης. Ἁπλώνεται καί ἀγκαλιάζει ἀσυναίσθητα ὅλη τή ζωή καί ὅλη τήν κοινωνία. Πίσω ἀπό τίς δογματικές διαφορές Ἀνατολῆς καί Δύσεως κρύβονταν οὐσιαστικά οἱ διαφορές δύο κόσμων, δύο πολιτισμῶν μέ ἀλλοιώτικη φιλοσοφία καί ἀλλοιώτικη νοοτροπία. Ἡ ἀνατολική ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ζῆ καί πολιτεύεται βασισμένη στήν αὐθεντία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτήν στηρίζει τήν παιδεία της, τόν τρόπο σκέψεως καί δράσεώς της, τήν πολιτισμική της μορφή. Ζῆ καί δημιουργεῖ, ὅμως, μέ ἐλευθερία μέσα σ' αὐτήν τήν ἀτμόσφαιρα τῆς αὐθεντίας. Διότι ἡ αὐθεντία της εἶναι ἀγάπη, πού δέν καταδυναστεύει τούς πολίτες της, ἀλλά τούς καθοδηγεῖ καί τούς ἀσφαλίζει. Οἱ πιστοί ἐλεύθερα ὑποταγμένοι στό Χριστό, ἀποτελοῦν τό μυστικό του σῶμα καί τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας του.
 Ὁ παπισμός, καί ἡ Δύση γενικότερα, ζοῦν καί κινοῦνται σέ ἄλλο κλίμα. Ἐδῶ δέν πρυτανεύει ἡ αὐθεντία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἡ αὐθεντία τοῦ πάπα, τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ λογικοῦ. Ἡ Ἐκκλησία ἀπό σῶμα Χριστοῦ μετασχηματίζεται σέ κράτος, χριστιανικό ἀλλά κοσμικό, ἕνα κράτος κι αὐτή ἀνάμεσα στά κράτη αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ περιορίζει τό ρόλο της καί ἡ θέωση γίνεται ἕνα σύστημα λογικῶν κατηγοριῶν τοῦ ὀρθολογισμοῦ. Καί καθώς τό δόγμα δέν πηγάζει ἀπό τή θεία ἀλήθεια, ἀλλά ἀπό ἕνα ἀνθρώπινο ἀλάθητο, νεκρώνει, διασπᾶ, φέρνει τήν ἀνισορροπία στήν κοινωνία καί στόν πολιτισμό. Ἔτσι γεννιέται ἡ ἀναγέννηση πού ζητᾶ τό θάνατο τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀνθρωπισμός πού φέρνει τήν ἀπανθρωπιά, ὁ διαφωτισμός πού σκοτεινιάζει τά πάντα μέ τήν ἀμφισβήτηση. Ξεπηδᾶ, τέλος, ὁ προτεσταντισμός, πού καταργεῖ κάθε δόγμα, ἐγκαθιδρύει τήν ἐλευθεριότητα καί καλλιεργεῖ τήν ἀθεΐα.
 Τό δόγμα τό ὀρθόδοξο, ὅμως, δέν εἶναι ἀνθρώπινη καί θνητή φράση· εἶναι συνταγή ζωῆς, μήνυμα ἀλήθειας πού σώζει. Σώζει τήν ψυχή μας, ἀλλά καί τήν πατρίδα μας καί τόν πολιτισμό μας. Ὁ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός ὑπερασπίζοντας τήν Ὀρθοδοξία, ὑποστήριζε μέ τόν ἀποτελεσματικότερο τρόπο τή χώρα του καί χωρίς νά τό ἐπιδιώκει, ἔβαζε τό Θεό προασπιστή τῆς ζωῆς καί τοῦ πολιτισμοῦ της. Ὁ ἅγιος αὐτός τῆς Ἐκκλησίας μας στέκεται καί σήμερα τό ἴδιο ἀσυμβίβαστος καί ἀληθινός ἀπέναντι σ' ἐκείνους πού εἶναι ἕτοιμοι σάν «κοπέλια» νά προσκυνήσουν τόν πάπα καί μιμοῦνται πιθηκίζοντας τό δυτικό τρόπο ζωῆς καί σκέψεως. Στέλνει καθαρό καί δυνατό τό μήνυμά του, ἕνα μήνυμα γνήσιου πνευματικοῦ πολιτισμοῦ. Εἶναι ὑπόθεση ζωῆς καί σωτηρίας, σ' αὐτόν τόν κόσμο καί στήν αἰωνιότητα, ἀδελφοί μου, ἡ διαφύλαξη τοῦ δόγματος τῆς Ὀρθοδοξίας!
 
 

Σ. Ν. Σάκκος

Κατηγορία ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
Παρασκευή, 22 Μάρτιος 2024 02:00

Κυρ. Ὀρθοδοξίας Ἰω 1,44-52

Κλήση Φιλίππου καί Ναθαναήλ


Λέξεις:
44. Τῇ ἐπαύριον = τήν ἄλλη μέρα
ἠθέλησεν = ἀποφάσισε
46. ὅν ἔγραψε Μωϋσῆς = αὐτόν γιά τόν ὁποῖο ἔγραψε ὁ Μωυσῆς
47. Δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;= μπορεῖ νά ὑπάρχει κάτι καλό;
ἔρχου καί ἴδε = ἔλα καί δές
48. ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης= νά, ἕνας πραγματικός Ἰσραηλίτης
49. Πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι = πρίν σέ φωνάξει ὁ Φίλιππος
ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε= σέ εἶδα ὅταν ἤσουν κάτω ἀπό τή συκιά
51. ὅτι εἶπόν σοι = ἐπειδή σοῦ εἶπα
Μείζω τούτων ὄψει = θά δεῖς μεγαλύτερα ἀπό αὐτά
52. ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν = Ναί, ἀλήθεια σᾶς λέω
ἀπ’ ἄρτι= ἀπό τώρα
ἀνεῳγότα =ἀνοιγμένο

Ἱστορικά - Πραγματολογικά - Ἑρμηνευτικά


 Στήν περικοπή μᾶς περιγράφει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης πῶς κάλεσε ὁ Κύριος δύο ἀπό τούς πρώτους μαθητές του, τόν Φίλιππο καί τόν Ναθαναήλ. Βρισκόμαστε στήν ἀρχή τῆς δημόσιας δράσεως τοῦ Ἰησοῦ. Πρίν ἀπό λίγο καιρό ἔχει διαλέξει τούς τρεῖς πρώτους μαθητές του, τόν Ἀνδρέα, Πέτρο καί Ἰωάννη, οἱ ὁποῖοι ἦταν παλιά μαθητές τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Τώρα ὁ Κύριος βρίσκεται στά Ἰεροσόλυμα καί ἑτοιμάζεται νά ἐπιστρέψει στή Γαλιλαία, μαζί μέ ἄλλους προσκυνητές πού εἶχαν ἔρθει ἀπό ἐκεῖ. Σέ ὅλη τή δράση του συνήθιζε νά πηγαίνει στά Ἰεροσόλυμα τόν καιρό πού συγκεντρώνονταν ἐκεῖ οἱ εὐσεβεῖς Ἰουδαῖοι ἀπ’ ὅλα τά μέρη γιά νά ἐκτελέσουν τά καθήκοντά τους πρός τόν Θεό. Ἐκεῖ τοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία νά διαλέξει καί νά ξεχωρίσει ἐκείνους πού θά χρησιμοποιοῦσε στό στενό του ἐπιτελεῖο. Σάν τό λιοντάρι πού παραμονεύει στήν πηγή τήν ὥρα πού πηγαίνουν νά πιοῦν τά κοπάδια καί διαλέγει ἀπό αὐτά τή λεία του, ἔτσι καί ὁ Κύριος στά Ἰεροσόλυμα διάλεγε τούς ἐκλεκτούς του.

Filippos Nathanail1,44. Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τήν Γαλιλαίαν· καί εὑρίσκει Φίλιππον καί λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι.
τῇ ἐπαύριον: Μετά τήν ἐκλογή τοῦ Σίμωνα Πέτρου.
ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τήν Γαλιλαίαν: Ἑτοιμαζόταν ἀπό τήν Ἰερουσαλήμ πού ἦταν στό νότο, στήν Ἰουδαία, νά ἐπιστρέψει στή Γαλιλαία, στό βορρᾶ. Στό ξεκίνημα αὐτῆς τῆς πορείας ἤ στόν δρόμο γιά τή Γαλιλαία συνάντησε καί κάλεσε τόν Φίλιππο καί τόν Ναθαναήλ.
ἀκολούθει μοι: Μ’ ἕνα λόγο ὁ Φίλιππος, ὅπως φαίνεται ἀπό τή συνέχεια, ὑπήκουσε στήν πρόσκληση τοῦ Κυρίου καί τόν ἀκολούθησε. Γιά τήν ὑπακοή αὐτή συνεργάζονται πολλές προϋποθέσεις : α) Ὁ Φίλιππος θά γνώριζε τόν Κύριο ἀπό παλιά, ἔστω καί ἀπό μακριά. β) Θά ἦταν μᾶλλον καί αὐτός μαθητής τοῦ Προδρόμου καί θά εἶχε ἀκούσει τή μαρτυρία ἐκείνου γιά τόν Ἰησοῦ. γ) Ἦταν ὁ ἴδιος εὐσεβής καί πιστός καί εἶχε βαθιά ριζωμένη μέσα του τήν προσδοκία τοῦ Μεσσία. δ) Ἔπειτα, τόν ἐπηρέασε ὁπωσδήποτε καί ἡ μυστική θεία δύναμη τοῦ Ἰησοῦ ἀλλά καί ἡ ἐπιβολή του.

1,45. Ἦν δέ ὁ Φίλιππος ἀπό Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως ᾿Ανδρέου καί Πέτρου.
Βηθσαϊδά: Μικρή πόλη στή δυτική παραλία τῆς λίμνης Γεννησαρέτ πρός τά βορειοδυτικά τῆς λίμνης, κοντά στήν Καπερναούμ. Ὅταν ἦταν τετράρχης τῆς περιοχῆς ὁ Φίλιππος, τήν καλλώπισε καί τή στόλισε καί τῆς ἔδωσε τό ὄνομα Ἰουλία πρός τιμήν τῆς κόρης του, πού εἶχε αὐτό τό ὄνομα.
ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καί Πέτρου: Σύμφωνα μέ τόν εὐαγγελιστή Μᾶρκο τό σπίτι τοῦ Σίμωνα καί τοῦ Ἀνδρέα ἦταν στήν Καπερναούμ (Μρ 1,29). Φαίνεται ὅτι οἱ δύο ἀπόστολοι κατάγονταν ἀπό τή Βηθσαϊδά, ἀλλά ἔμεναν μέ τήν οἰκογένειά τους στήν Καπερναούμ, πού καθώς ἦταν ἡ μεγαλύτερη πόλη τῆς περιοχῆς τούς ἐξυπηρετοῦσε καλύτερα καί στή δουλειά τους.

1,46. Εὑρίσκει Φίλιππος τόν Ναθαναήλ καί λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καί οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, ᾿Ιησοῦν τόν υἱόν τοῦ ᾿Ιωσήφ τόν ἀπό Ναζαρέτ.
εὑρίσκει Φίλιππος τόν Ναθαναήλ: Τό «εὑρίσκει» προϋποθέτει ὅτι προηγουμένως τόν ἔψαχνε.
Ναθαναήλ: Ἑβραϊκό ὄνομα πού σημαίνει Θεόδωρος. Ὅπως μᾶς λέει ὁ ἴδιος ὁ εὐαγγελιστής (Ἰω 21,2), ὁ Ναθαναήλ ἦταν ἀπό τήν Κανά τῆς Γαλιλαίας. Οἱ ἄλλοι εύαγγελιστές δέν ἀναφέρουν καθόλου αὐτό τό ὄνομα στούς καταλόγους τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου (Μθ 10,2· Μρ 3,16· Λκ 6,14· Πρξ 1,13). Συνήθως μαζί μέ τόν Φίλιππο ἀναφέρουν κάποιο Βαρθολομαῖο. Αὐτός εἶναι ὁ Ναθαναήλ, πού φαίνεται ὅτι ἦταν γιός κάποιου Θολομαίου (Βαρ-Θολομαῖος). Οἱ Ἰουδαῖοι συνήθιζαν νά ὀνομάζονται ἀπό τό ὄνομα τοῦ πατέρα τους. Ἔτσι καί ὁ Σίμων λεγόταν Βαριωνᾶς.
ὅν ἔγραψε... εὑρήκαμεν: Τά λόγια αὐτά τοῦ Φιλίππου δείχνουν ὅτι οἱ δύο φίλοι ἀπό παλιά μελετοῦσαν τήν Π. Διαθήκη καί περίμεναν τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία μέ ἐνδιαφέρον.
τόν υἱόν τοῦ Ἰωσήφ: Οἱ ἄνθρωποι δέν ἤξεραν τήν ἐκ Πνεύματος ἁγίου γέννηση τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτό καί τόν ὀνόμαζαν γιό τοῦ Ἰωσήφ, γιατί ἔτσι φαινόταν. Τό μεγάλο μυστικό τό ἤξεραν μόνο ἡ Παναγία μας, ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Ἐλισάβετ.

1,47. Καί εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καί ἴδε.
ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;:
Ἡ Ναζαρέτ ἦταν ἕνα μικρό χωριό τῆς Γαλιλαίας. Τό ὄνομά του παράγεται ἀπό τό ἑβραϊκό Νέζερ πού σημαίνει ἀδύνατη παραφυάδα καί δείχνει τή μικρότητα, τήν ἀσημαντότητα καί τή φτώχεια του. Ἡ Ναζαρέτ, ἦταν φαίνεται κακόφημο χωριό, γι’ αὐτό καί ὁ Ναθαναήλ πού ἦταν κοντοχωριανός (ἀπό τήν Κανά) παραξενεύεται ὅταν ἀκούει ὅτι ὁ Μεσσίας τόν ὁποῖο περίμεναν εἶναι ἀπό τή Ναζαρέτ. Δέν μποροῦσε νά περιμένει τίποτε καλό ἀπό τή Ναζαρέτ.

1,48. Εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς τόν Ναθαναήλ ἐρχόμενον πρός αὐτόν καί λέγει περί αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς ᾿Ισραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι.
ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης: Ὁ Κύριος ὀνομάζει τόν Ναθαναήλ ἀντάξιο τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰσραηλίτη. Τό ὄνομα αὐτό πῆραν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακώβ ἀπό τότε πού καί ὁ ἴδιος ὁ Ἰακώβ μετονομάσθηκε Ἰσραήλ (= δυνατός) μετά τήν πάλη του μέ τόν Θεό (βλ. Γέ 32,24-30). Ὁ Ναθαναήλ δέν ἔχει μόνο τό ὄνομα τοῦ Ἰσραηλίτη, ἀλλά εἶναι κι αὐτός σάν τόν Ἰακώβ δυνατός καί ἄξιος νά δεῖ τόν Θεό.
ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι: Δόλος (δελεάζω, δέλεαρ) εἶναι τό δόλωμα μέ τό ὁποῖο πιάνουν τά ψάρια καί κάθε παγίδα μέ τήν ὁποία ζητᾶ κανείς νά ἐξαπατήσει τόν ἄλλο. Ὅταν ἄλλο ἔχεις στήν καρδιά καί ἄλλο στά χείλη, αὐτό εἶναι δόλος.

1,49. Λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καί εἶπεν αὐτῷ· πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε.
πόθεν με γινώσκεις;: Ὁ Ναθανήλ δέν κολακεύθηκε ἀπό τόν ἐπαινετικό λόγο τοῦ Κυρίου, ἀλλά ζητᾶ νά μάθει ἀπό ποῦ τόν ξέρει.
πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε: Ἡ ἔκφραση «ὑπό τήν συκῆν» ἀναφέρεται πρώτη φορά στόν προφήτη Ζαχαρία (Ζα 3,10) καί ἀργότερα τή χρησιμοποιοῦσαν οἱ ραββῖνοι ὡς μία παροιμιώδη ἔκφραση πού σημαίνει μελετῶ τήν ἁγία Γραφή. Ἐπειδή στήν Παλαιστίνη, ὅπου καίει πολύ ὁ ἥλιος, οἱ ἄνθρωποι ὅταν ἤθελαν νά μελετήσουν τήν ἁγία Γραφή ζητοῦσαν μιά σκιά καί συνήθως κάθονταν κάτω ἀπό κάποια συκιά, ἡ ὁποία δίνει καλή σκιά, ἔμεινε ἡ ἔκφραση παροιμιώδης. Ἔχουμε καί στή σημερινή γλῶσσα τέτοιες ἐκφράσεις· π.χ. λέμε «αὐτός εἶναι καβάλα στ΄ ἄλογο», ὅταν θέλουμε νά ποῦμε γιά κάποιον ὅτι πᾶνε καλά οἱ δουλειές του.

1,50. Ἀπεκρίθη Ναθαναήλ καί λέγει αὐτῷ· ῥαββί, σύ εἶ ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ, σύ εἶ ὁ βασιλεύς τοῦ ᾿Ισραήλ.
Ραββί, σύ εἶ … Ἰσραήλ:
Ὁ Ναθαναήλ βλέπει ὅτι ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου δέν εἶναι ἀνθρώπινη. Καταλαβαίνει ὅτι ἔχει μπροστά του ἕναν καρδιογνώστη. Γι’ αὐτό ἀφήνει κατά μέρος τίς ἀντιρρήσεις καί ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦ Μεσσία.
ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ: Τήν ὁμολογία αὐτή τοῦ Ναθαναήλ δέν μποροῦμε νά τή θεωρήσουμε ὡς ὁμολογία τῆς θεότητος τοῦ Κυρίου, ὅπως ἦταν ἡ ὁμολογία τοῦ Πέτρου (Μθ 16,16-17). Ὁ Ναθαναήλ ἐκφράζει τήν πίστη τῶν συγχρόνων του Ἰσραηλιτῶν ὅτι ὁ Μεσσίας, ὁ βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ, θά εἶναι ἀγαπητός καί οἰκεῖος στόν Θεό. Μ’ αὐτή τήν ἔννοια τόν ὀνομάζει υἱό τοῦ Θεοῦ.

1,51. Ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καί εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει.
Τά λόγια αὐτά τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνα εὐγενικό ἀστεῖο πρός τόν Ναθαναήλ.

1,52. Καί λέγει αὐτῷ· ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τόν οὐρανόν ἀνεῳγότα, καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καί καταβαίνοντας ἐπί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου.
ἀμήν:
Εἶναι ἑβραϊκή λέξη. Στήν ἀρχή προτάσεως σημαίνει «ναί, ἀλήθεια». Στό τέλος, «γένοιτο, εἴθε». Οἱ ἄλλοι εὐαγγελιστές χρησιμοποιοῦν τό «ἀμήν» ἁπλό. Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης τό χρησιμοποιεῖ, ὅπως ἐδῶ, διπλό. Ὁ Κύριος λέει τό «ἀμήν ἀμήν» ὅταν πρόκειται νά κάνει μία βαρυσήμαντη δήλωση. Κι ἐδῶ, τά λόγια του, εἶναι προφητικά.
ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τόν οὐρανόν ἀνεῳγότα: Ἡ εἰκόνα θυμίζει τό ὅραμα τοῦ Ἰακώβ (Γέ 28, 12-13). Ὁ οὐρανός ἄνοιξε ἤδη, γιατί κατέβηκε ἀπ’ αὐτόν ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ.
καί τούς ἀγγέλους… ἀνθρώπου: Οἱ ἄγγελοι κατέβηκαν στή γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, στήν Ἀνάσταση, στήν Ἀνάληψή του.

Τά κυριώτερα νοήματα


 Πίστις καί ἔρευνα: Ἡ περικοπή μας εἶναι μία τρανταχτή καί ἀδιάψευστη ἀπάντηση σ' ἐκείνους πού βλέπουν τήν πίστη σάν ἕνα ταμπού καί ἰσχυρίζονται ὅτι τό εὐαγγέλιο λέει «πίστευε καί μή ἐρεύνα». Αὐτό εἶναι ἕνα μεγάλο ψέμα. Τό εὐαγγέλιο δέν φοβᾶται καθόλου τήν ἔρευνα. Ἀντίθετα, μάλιστα, τήν ἐπιζητεῖ. Ὄχι μόνο μποροῦμε ἀλλά καί πρέπει νά ἐρευνήσουμε γιά νά μάθουμε γιά τόν Χριστό, γιά τήν πίστη μας. Χρειάζεται ὅμως προσοχή, ποῦ θά ἐρευνήσουμε. Ὅπως γιά κάθε θέμα ἀπευθυνόμαστε στόν εἰδικό, ἔτσι καί γιά τό θέμα τῆς πίστεως θά ἀπευθυνθοῦμε στόν εἰδικό, δηλαδή στό εὐαγγέλιο καί τήν Ἐκκλησία. Ὅπως γιά ἕνα μαθηματικό πρόβλημα θά ρωτήσουμε τόν μαθηματικό, γιά ἕνα θέμα ὑγείας θά ἀπευθυνθοῦμε στόν εἰδικό γιατρό κτλ., ἔτσι γιά θέματα πού ἔχουν σχέση μέ τόν Θεό, τήν ψυχή μας, τήν αἰωνιότητα, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἐρευνήσουμε καί νά μελετήσουμε τήν ἁγία Γραφή καί νά ζητήσουμε τίς πληροφορίες πού θέλουμε ἀπό τήν Ἐκκλησία. Εἶναι ἄτιμο καί ἐγκληματικό γιά τόν ἑαυτό μας, γιά θέματα πίστεως νά καταφεύγουμε σέ ἀνθρώπους ἄπιστους, πού δέν ἔχουν καμία πνευματική γεύση.
 Ὁ Φίλιππος καί ὁ Ναθαναήλ μελετοῦσαν τήν Π. Διαθήκη, ἤξεραν τόν Μωυσῆ καί τούς προφῆτες, πού μιλοῦσαν γιά τόν Μεσσία, κι ἔτσι τόν ἀναγνώρισαν ὅταν τόν εἶδαν. Καί οἱ κάτοικοι τῆς Βεροίας, ὅπως μᾶς πληροφοροῦν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, εἶχαν ὅλο τό δικαίωμα νά ἐρευνοῦν καί νά κρίνουν τή διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου· «τό καθ’ ἡμέραν ἀνακρίνοντες τάς γραφάς εἰ ἔχοι ταῦτα οὕτως» (Πρξ 17,11).
 Σ’ ἐκείνους πού μέ εἰλικρινῆ καί ἄδολη διάθεση ἐρευνοῦν, ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὑποσχέθηκε· «ζητεῖτε, καί εὑρήσετε… πᾶς γάρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καί ὁ ζητῶν εὑρίσκει» (Μθ 7,7· 8). Κι ἄν ὁ μεγάλος μαθηματικός Ἀρχιμήδης, ὅταν ἀνακάλυψε ἕνα φυσικό νόμο βγῆκε ἔξω συνεπαρμένος ἀπό χαρά καί φώναζε «εὕρηκα, εὕρηκα», πόση χαρά καί ἀγαλλίαση γεμίζουν οἱ καρδιές ἐκείνων πού μετά ἀπό ἔρευνα καί μελέτη εὑρίσκουν ὄχι ἕνα νόμο τῆς φυσικῆς, ἀλλά αὐτόν τόν Δημιουργό καί Νομοθέτη τοῦ σύμπαντος, εὑρίσκουν τόν Χριστό.
 Εἶναι ὡραῖο πρᾶγμα συχνά νά ἀποσπώμαστε ἀπό τίς διάφορες φροντίδες καί ἔννοιες καί νά βυθιζόμαστε στή μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς, νά ἔχουμε ἐνδιαφέροντα πνευματικά. Τότε, κάθε φορά περισσότερο θά ξεκαθαρίζονται τά πράγματα μέσα μας, κάθε φορά λαμπρότερη θά γίνεται ἡ πίστη μας καί καθαρώτερα θά ἀτενίζουμε τή μορφή τοῦ Κυρίου μας, γιατί ἡ ἔρευνα, ἡ τίμια καί εἰλικρινής ἔρευνα, πού γίνεται σέ σωστές πηγές, ἔχει πάντοτε καλά ἀποτελέσματα, ἐνισχύει καί φρεσκάρει τήν πίστη μας.
 Ἡ σωτήρια δοκιμή: Αὐτό πού κρατᾶ τούς περισσότερους ἀνθρώπους μακριά ἀπό τόν Θεό καί τήν πίστη, εἶναι ἡ προκατάληψη. Ἔχουν μία ἐσφαλμένη ἰδέα γιά τά πνευματικά θέματα καί ἐπιμένουν σ’ αὐτή, χωρίς νά ζητήσουν νά μάθουν τήν πραγματικότητα. Γεμάτος ἀπορία -ἴσως καί μέ κάποια περιφρόνηση- ὁ Ναθαναήλ εἶπε στόν Φίλιππο· «ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;». Καί ὁ Φίλιππος δέν κάθισε νά τοῦ κάνει διδασκαλία, νά τοῦ ἀναπτύξει θεωρίες. Πολύ ἁπλά τόν προσκάλεσε· «ἔρχου καί ἴδε». Ὁ κόσμος μας καταρρέει πρός τό ψέμα καί τή συκοφαντία. Μέ καχυποψία καί προκατάληψη ἀντιμετωπίζει κάθε πρόσκληση. Ἀλλά ὁ Χριστός, τό εὐαγγέλιό του, δέν φοβᾶται τήν ἔρευνα. Προσκαλεῖ καί προκαλεῖ γιά μία δοκιμή. Ἀμφιβάλλεις; Θέλεις νά μάθεις τήν ἀλήθεια; Ἔλα, δοκίμασε καί θά δεῖς. Δέν ἔχει μυστικά καί ἀπόκρυφα πράγματα ἡ πίστη μας. Ὅ,τι λέει τό ἐπιβεβαιώνει καί τό ἀποδεικνύει μέ τή δοκιμή. Ὑπάρχουν βέβαια στήν πίστη μας καί πράγματα μελλούμενα, ὅπως ἡ μέλλουσα κρίση, ὁ παράδεισος, κτλ. Ἀλλά καί γι’ αὐτά ἔχουμε μία ἐμπειρία μέ ὅσα ζοῦμε τώρα. Εἶναι τέτοια ἡ προκαταβολή, τό καπάρο πού δίνει ὁ Χριστός γιά τά μέλλοντα, ὥστε μᾶς ὑποχρεώνει νά πιστέψουμε. Ἀντί νά ἀμφιβάλλουμε καί νά ταλαιπωρούμαστε πνευματικά μέσα στίς ὑποψίες, εἶναι συμφέρον μας νά δοκιμάσουμε προσωπικά αὐτά πού ὑπόσχεται ὁ Θεός καί νά δοῦμε ἀπό τήν πεῖρα μας ἄν καί πόσο εἶναι ἀληθινά. Πολλοί ὁμολογοῦν ὅτι εἶδαν ἐντελῶς καινούργια τήν πίστη καί ἀναγνώρισαν τόν Χριστό διαφορετικό, ὅταν θέλησαν νά παραμερίσουν τήν προκατάληψη καί νά κάνουν μία εἰλικρινῆ δοκιμή καί ἐφαρμογή αὐτῶν πού ὑπόσχεται ὁ Χριστός.
 Ἡ εἰλικρίνεια ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά πιστέψουμε: Εἶναι πολύ φυσική καί λογική ἡ ἀπορία: Ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν καταπιέζει καί δέν ἐξαναγκάζει κανένα, ἀλλά μᾶς καλεῖ ἐλεύθερα νά δοκιμάσουμε, γιατί οἱ ἄνθρωποι ἀρνοῦνται νά τόν πλησιάσουν καί νά σχηματίσουν μία προσωπική γνώμη, μέ τήν ἐμπειρία πού τούς χαρίζει; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνται τήν ἀλήθεια. Δέν εἶναι εἰλικρινεῖς οὔτε μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους. Ἡ πίστη στόν Χριστό ἔχει συνέπειες στή ζωή μας καί αὐτές τίς συνέπειες φοβοῦνται. Γι' αὐτό περιορίζονται μόνο στά λόγια, σέ μερικές ἐξωτερικές ἐνέργειες χωρίς ἐσωτερική συμμετοχή. Ὅσοι εἶναι εἰλικρινεῖς καί τίμιοι ὁμολογοῦν ὅτι πράγματι δέν ὑπάρχει καμία δυσκολία γιά νά πιστέψουν. Ἡ δυσκολία βρίσκεται στή μετάνοια. Δέν ὑπάρχουν ἐπιχειρήματα πού νά χτυποῦν τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ, τήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου. Ὅσοι ἀρνοῦνται νά πιστέψουν, δέν εἶναι γιατί δέν τούς πείθει τό εὐαγγέλιο, ἀλλά γιατί τούς δυσκολεύει στήν ἐφαρμογή του. Εἶναι πολύ εὔκολο νά πιστέψεις, ἄν εἶσαι ἕτοιμος νά ἀρνηθεῖς τόν παλιό ἑαυτό του, νά κόψεις τούς δεσμούς μέ τήν ἁμαρτία. Τήν πίστη μᾶς τή χαρίζει ὁ Θεός καί μᾶς δίνει γι’ αὐτήν ὅσες ἀποδείξεις χρειαζόμαστε. Γιά νά τή ζήσουμε ὅμως εἶναι ἀνάγκη νά μετανοήσουμε. Ὅσο μετανοοῦμε, τόσο καθαρώτερη γίνεται ἡ πίστη μας καί ὅσο προχωροῦμε στήν πίστη, τόσο πιό ἔντονη νιώθουμε τήν ἀνάγκη νά μετανοήσουμε.

Στέργιος Σάκκος
Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)