Σημαντική θέση στό κήρυγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ κατέχει ὁ ἁγιασμός τῆς Κυριακῆς ἡμέρας, ὅπως τόν θεσπίζει ἡ τέταρτη ἐντολή· «Φύλαξαι τὴν ἡμέραν τῶν σαββάτων ἁγιάζειν αὐτήν, ὃν τρόπον ἐνετείλατὸ σοι Κύριος ὁ Θεὸς σου. Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου, οὐ ποιήσεις ἐν αὐτῇ πᾶν ἔργον» (Δε 5,12-14). Ἐξηγεῖ ὁ ἱερός πατέρας ἁπλά στόν λαό τόν λόγο γιά τόν ὁποῖο ἡ Κυριακή ξεχωρίζει ἀπό τίς ἄλλες ἡμέρες καί ἀξίζει νά τήν τιμοῦμε. «Πρέπει καὶ ἡμεῖς, ἀδελφοί μου», λέει, «νὰ χαιρώμεθα πάντοτε, μὰ περισσότερον τὴν Κυριακήν, ὁποὺ εἶνε ἡ ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ μας» (Διδαχή Δ´, 189). Τό κατεξοχήν γεγονός τῆς πίστεώς μας, ἡ Ἀνάσταση, εἶναι τό γεγονός τῆς Κυριακῆς, αὐτό πού ἔδωσε καί τό ὄνομα στήν ἡμέρα, στήν «μία τῶν σαββάτων» ὅπως ὀνομαζόταν προηγουμένως ἡ πρώτη τῆς ἑβδομάδος, καί τήν καθιέρωσε ὡς τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου.
Μέ αὐτό τό ἱστορικό ὁ Ἅγιος δέν διστάζει νά πεῖ ὅτι καί ἄλλα γεγονότα σπουδαῖα τῆς πίστεως συνέβησαν καί τίμησαν τήν Κυριακή. «Ζητήσατε νὰ μάθετε ὅτι Κυριακὴν ἡμέραν ἔγινεν ὁ Εὐαγγελι- σμὸς τῆς Θεοτόκου· Κυριακὴν ἡμέραν ἐγεννήθη ὁ Χριστὸς καὶ μᾶς ἔδειξε τὴν ἁγίαν Πίστιν, τὸ ἅγιον Βάπτισμα, τὰ Ἄχραντα Μυστήρια» (Διδαχή Α´, 128). «Κυριακὴν ἡμέραν μέλλει ὁ Κύριος νὰ ἀναστήσῃ ὅλον τὸν κόσμον» (Διδαχή Δ´, 189). Εἶναι ἡ ἡμέρα πού ὁ Θεός δημιούργησε γιά τόν ἑαυτό του, διδάσκει μέ τόν παραστατικό του τρόπο ὁ πατρο-Κοσμᾶς. Χρησιμοποιώντας τήν εἰκόνα τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου λέγει: «Ἐπρόσταξεν ὁ Θεὸς καὶ ἔγιναν ἑπτὰ ἡμέραι· καὶ πρώτην ἔκαμε τὴν Κυριακὴν καὶ τὴν ἐκράτησε διὰ λόγου του· καὶ τὰς ἄλλας ἓξ τὰς ἐχάρισεν εἰς ἡμᾶς νὰ ἐργαζώμεθα διὰ τὰ ψεύτικα ταῦτα γήινα» (Διδαχή Α´, 118). Εἶναι γνωστό ὅτι ἐξαίροντας τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς οἱ πρίν ἀπό τόν ἅγιο Κοσμᾶ πατέρες (Πέτρος Δαμασκηνός κ.ἄ.) συνέδεαν τήν Κυριακή μέ τά μεγάλα γεγονότα τῆς θείας Οἰκονομίας. Ἀπό αὐτούς ἀντλεῖ ὁ Ἅγιος.
Τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου συστήνει ὁ ἱερός πατέρας νά τήν γιορτάζουμε καί νά τήν τιμοῦμε μέ ἐκκλησιασμό, μέ θεία λατρεία καί μέ ἔργα εὐσεβείας. «Νὰ πηγαίνωμεν εἰς τὰς ἐκκλησίας μας νὰ δοξάζωμεν τὸν Θεόν μας, νὰ ἱστάμεθα μὲ εὐλάβεια, ν’ ἀκούωμεν τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον καὶ τὰ λοιπὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας» (Διδαχή Α´, 118-119). Καί ἀκόμη: «Νὰ στοχαζώμεθα τὰς ἁμαρτίας μας, τὸν θάνατον, τὴν κόλασιν, τὸν παράδεισον, τὴν ψυχήν μας, ὁποὺ εἶνε τιμιωτέρα ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον καὶ ὄχι νὰ πολυτρώγωμεν, νὰ πολυπίνωμεν καὶ νὰ κάμνωμεν ἁμαρτίας» (Διδαχή Δ´, 189· Α΄,119). Ὅλος ὁ ψυχοσωματικός ἄνθρωπος προσκαλεῖται νά συμμετέχει στήν θεία Λειτουργία: «Μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεὸς τὰ ποδάρια μας. Ἔχομεν χρέος νὰ πηγαίνωμεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, νὰ στεκώμεθα μὲ εὐλάβειαν καὶ νὰ περιπατῶμεν εἰς τὸν καλὸν δρόμον» (Διδαχή Ζ, 248).
Ὁ κύριος ὅμως τρόπος ἁγιασμοῦ τῆς ἡμέρας εἶναι βέβαια ἐκεῖνος πού καθορίζει ρητά ὁ ἴδιος ὁ νομοθέτης Θεός: ἡ ἀργία τῆς ἡμέρας, ἡ κατάπαυση ὅλων τῶν ἐργασιῶν. Αὐτή ἐξασφαλίζει καί τόν χρόνο γιά τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ, δημιουργεῖ τίς προϋποθέσεις νά σεβαστοῦμε καί νά καταστήσουμε ἱερό καί ἅγιο τόν καιρό τῆς Κυριακῆς. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἰδιαίτερα ἐπέμενε σ’ αὐτή τήν ἐντολή. Καί συμβούλευε τούς χριστιανούς τίς Κυριακές νά μή δουλεύουν «ὁλότελα. Μήτε νὰ πωλήσητε μήτε νὰ ἀγοράσητε οὔτε χωράφι οὔτε ἀμπέλι νὰ κοιτάζετε μήτε νὰ φωκαλίζετε (=σκουπίζετε) τὰ ἀχούρια σας· μονάχα νὰ διαβάζετε βιβλία, νὰ μαθαίνετε τὸ καλὸν καὶ τὸ τέλος τῆς ζωῆς μας, ὅτι ὅλοι θέλομεν ἀποθάνει καθὼς τὸ βλέπομεν καθ’ ἑκάστην» (Διδαχή Η´, 294), ἔλεγε.
Αὐστηρότατα ἐπέκρινε τήν παράβαση τῆς Κυριακῆς ἀργίας, ἡ ὁποία ἦταν πολύ συνηθισμένη στά χρόνια του καί γινόταν «ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ» μέ σκοπό τά οἰκονομικά ὀφέλη. «Οὔτε νὰ ἐργαζώμεθα καὶ νὰ πραγματευώμεθα τὴν Κυριακήν», κήρυττε. «Ἐκεῖνο τὸ κέρδος ὁποὺ γίνεται τὴν Κυριακὴν εἶνε ἀφωρισμένο καὶ κατηραμένο, καὶ βάνετε φωτιὰ καὶ κατάρα εἰς τὸ σπίτι σας καὶ ὄχι εὐλογίαν» (Διδαχή Δ´, 189-190). Μάλιστα δίδασκε τό γάλα τῆς Κυριακῆς οἱ κτηνοτρόφοι νά τό δίδουν ἐλεημοσύνη. «Καὶ ἂν τύχῃ ἀνάγκη καὶ θέλῃς νὰ πωλήσῃς πράγματα φαγώσιμα τὴν Κυριακήν, ἐκεῖνο τὸ κέρδος μὴ τὸ σμίγεις εἰς τὴν σακκούλα σου, διότι τὴν μαγαρίζει· ἀλλὰ δῶσέ τα ἐλεημοσύνην, διὰ νὰ σᾶς φυλάγῃ ὁ Θεός» (Διδαχή Δ΄, 190). Ὁ δέ βιογράφος του Χριστοδουλίδης μᾶς πληροφορεῖ ὅτι σημειώθηκαν καί θαύματα πού ἐπισφράγιζαν αὐτό τό κήρυγμα τοῦ πατρο-Κοσμᾶ καί τό ἐπέβαλλαν στόν λαό. Συγκεκριμένα ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ὅσοι τὸν παρήκουον, ὁ Θεὸς τοὺς ἐπαίδευε μὲ διάφορα παιδευτή- ρια. Ὅθεν εἰς τὸν τόπον λεγόμενον Χαλκιάδες, ἕως μίαν ὥραν μακρὰν ἀπὸ τὴν Ἄρταν, ἕνας πραγματευτής, ἐπειδὴ παρήκουσε καὶ ἐτόλμησε νὰ πραγματευθῇ τὴν Κυριακὴ εὐθὺς ἐξηράνθη ἡ χείρ του, δραμὼν δὲ πρὸς τὸν Ἅγιον καὶ ζητήσας συγχώρησιν διὰ τὴν ἁμαρτίαν του μετ’ ὀλίγας ἡμέρας ἰατρεύθη».
Μεγάλη τομή ὑπῆρξε σ’ αὐτό τό θέμα ὁ ἀγώνας τοῦ φωτισμένου διδασκάλου καί ἡ ἐπιτυχία του νά μεταφέρει τά παζάρια πού γίνονταν τήν Κυριακή στό Σάββατο. Ὑπῆρξε ἔτσι ὄντως αὐτός ὁ πρῶτος θεσπιστής τῆς ἐμπορικῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς.
Στεργίου Σάκκου, Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἀπόστολος τοῦ σκλαβωμένου Γένους, ἔκδ. γ΄, Θεσ/νίκη 2014, σελ.349-353
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς βγῆκε στόν ἀγώνα τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ τοῦ Γένους μας ὁπλισμένος μέ πέντε εὐλογημένα καί ἀκαταμάχητα ὅπλα, πού τοῦ χάρισαν καί τή νίκη· τήν ἁγία ζωή του, τή θεοφώτιστη διδασκαλία του, τίς θαυμαστές προφητεῖες του, τά θαύματα καί τό μαρτύριό του. Θά μελετήσουμε στή συνέχεια τό ἔκτακτο χάρισμα τῆς προφητείας μέ τό ὁποῖο ὁ Θεός εἶχε προικίσει τόν δοῦλο του.
Πράγματι, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός δέν ἦταν μόνο ἕνας συναρπαστικός διδάσκαλος, πού ἐκλαΐκευε τίς μεγάλες θεολογικές ἔννοιες καί μέ ἁπλά λόγια καί ζωντανά παραδείγματα τίς ἔκανε προσιτές στό ἁπλοϊκό ἀκροατήριό του. Ἦταν συγχρόνως καί προφήτης. Ἀρκετές προφητεῖες ἐπιβεβαίωσαν τή διδασκαλία του, τόν ἀπέδειξαν ἅγιο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ καί τόν καθιέρωσαν στή συνείδηση τοῦ λαοῦ καί στήν ἱστορία ὡς προφήτη. Ὁ ἴδιος εἶχε συναίσθηση τῆς δυνάμεως μέ τήν ὁποία τόν μεγάλυνε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά πολύ ταπεινά, μόλις πού ἀναφέρει τό γεγονός στήν ἐπιστολή του πρός τόν ἀδελφό του Χρύσανθο, στόν ὁποῖο γράφει· «Τά κατ' ἐμέ δέ καί περί ἐμέ φαίνονται πολλά καί ἀπίστευτα εἰς τούς πολλούς καί μήτε ἐγώ δύναμαι νά τά καταλάβω. Τόσον δέ μόνον λέγω σοι, διά νά δοξάσης τόν Κύριον καί νά χαρῆς, ὅτι γίνεται ἀρκετή μετάνοια εἰς τούς ἀδελφούς. Ἕως τριάκοντα ἐπαρχίας περιῆλθον... τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καί τόν λόγον του βεβαιοῦντος διά τινων ἐπακολουθησάντων σημείων» (Αὐγ. Καντιώτου, Κοσμ, σελ. 317-318).
Γιά τή δόξα τοῦ Κυρίου καί τή μετάνοια ψυχῶν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς καί σημεῖα ἔκανε καί προφητεῖες εἶπε. Ὑποστηρίζεται ὅτι στίς προφητεῖες του ἐπηρεάσθηκε ἀπό τήν «Ὀπτασία τοῦ Ἀγαθαγγέλου», πού κυκλοφοροῦσε εὐρύτατα στίς μέρες του ἀνάμεσα στούς σκλαβωμένους Ἕλληνες καί καλλιεργοῦσε ψεύτικες ἐλπίδες κούφιας παρηγοριᾶς γιά τό «ξανθό γένος», πού θά βοηθοῦσε στήν ἀπελευθέρωση ἀπό τούς Τούρκους. Ἀλλά πουθενά μέσα στίς «Διδαχές» του, ὅπου διαφυλάσσεται ἡ αὐθεντική διδασκαλία τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, δέν ὑπάρχει δεῖγμα αὐτῆς τῆς νοοοτροπίας. Ἔχω τή γνώμη ὅτι ἡ ἐντύπωση αὐτή δημιουργήθηκε ἐξαιτίας ὁρισμένων πλαστῶν προφητειῶν καί διαφόρων λαϊκοθρησκευτικῶν χρησμῶν, πού ἀποδόθηκαν στόν Πατροκοσμᾶ καί διεκδικοῦν σήμερα τήν πατρότητά του. Αὐτά προκαλοῦν βέβαια κάποια ἐντύπωση στούς ἀδαεῖς, στήν πραγματικότητα ὅμως ὄχι μόνο δέν ὠφελοῦν, ἀλλά καί πολύ ἐπιζήμια εἶναι, διότι ὅταν ἀποδεικνύεται τό νόθο τους, τίθεται σέ ἀμφισβήτηση καί ἡ γνησιότητα τῶν ἀληθινῶν προφητειῶν.
Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νά γίνει ἕνας διαχωρισμός, ἕνα ξεκαθάρισμα ἀνάμεσα στίς πραγματικές προφητεῖες τοῦ ἁγίου καί στούς ἀνεύθυνους χρησμούς καί ἀφορισμούς, πού τόσο ἄφθονοι κυκλοφοροῦν. Τό ὑγιές καί δοκιμασμένο κριτήριο γιά τόν διαχωρισμό αὐτό θά μᾶς τό δώσει ἡ ἁγία μας Γραφή, πού εἶναι ἡ πηγή καί τό ταμεῖο τῆς ἀληθινῆς προφητείας. Καμία ἀπό τίς χιλιάδες προφητεῖες πού περιέχονται στήν ἁγία Γραφή δέν ἔχει σχέση μέ χρησμούς κάι ἐλλιπογράμματες προτάσεις, ὅπου, ἄν προσθέσεις τά ἀνάλογα φωνήεντα ἤ σύμφωνα, σχηματίζεται ἡ προφητική ρήση. Ὅλα αὐτά ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τά ἀπορρίπτει καί ἡ Ἐκκλησία δέν τά υἱοθέτησε ποτέ.
Ἡ προφητεία στήν ἁγία Γραφή ἔχει τό χαρακτηριστικό γνώρισμα ὅτι συμπλέκεται μέ ἱστορικά γεγονότα, συνδέεται μέ πρόσωπα καί πράγματα τῆς ἱστορίας καί ἐκπληρώνεται σταδιακά μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου. Κατά τήν παρατήρηση τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, «ὁ Θεός προφητείαν προφητείαις συνάπτει, μακροτέραις ἐγγυτέραν, τήν ἐπί τῆς γενεᾶς αὐτῶν γειναμένην τῶν μακρόν ὕστερον ἐσομένων μεγίστην ἀπόδειξιν παρεχόμενος» (Εἰς τόν Ἠσαΐαν 7· PG 56,77). Ἔχουμε, δηλαδή, μία ἁλυσίδα προφητειῶν, πού ἡ μία ἔχει σχέση μέ τήν ἄλλη καί ἡ τελευταία ἀναφέρεται στό μεγάλο σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας, ἐνῶ οἱ προηγούμενες ἀφοροῦν σέ διάφορα περιστατικά τῆς ἱστορίας. Ἔτσι, καθώς ἐκπληρώνονται μία-μία μέ τή σειρά οἱ προφητεῖες σ' αὐτήν τήν ἁλυσίδα, χαλκεύεται ἡ ἐγγύηση καί ἡ βεβαιότητα ὅτι καί ἡ τελευταία, ἡ ἐσχάτη μεγάλη προφητεία, εἶναι γνήσια καί θά ἐκπληρωθεῖ ὁπωσδήποτε. Ἐξάλλου, καθώς κάθε προφητεία τῆς σειρᾶς ἐκπληρώνεται σέ συνεχόμενες γενιές καί ἐποχές, ἡ δύναμη τῆς προφητείας διατηρεῖται ἀκέραιη ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ἐκστομίσθηκε, μέχρι τήν τελευταία ὥρα πού θά ὁλοκληρωθεῖ.
Μέ ἄλλα λόγια, ἡ βιβλική προφητεία προσφέρεται μέ τήν ἴδια τήν ἰστορία καί μάλιστα, ἡ προφητεία παρακολουθεῖ τήν πορεία τῆς ἱστορίας καί ἡ ἱστορία προωθεῖ τήν προφητεία. Πρόσωπα, γεγονότα, περιστατικά τῆς ἱστορίας μεταφέρουν τήν προφητεία καί διαφυλάσσουν τό μήνυμά της ἀπό γενιά σέ γενιά. Τό προφητικό βλέμμα ἔχει βέβαια κύριο στόχο του καί σκοπό του τόν Μεσσία καί τή μεσσιακή ἐποχή. Γιά νά φθάσει ὅμως ἐκεῖ, περνᾶ μέσα ἀπό τούς ἐνδιάμεσους αἰῶνες καί διασχίζοντάς τους σταματᾶ σέ καίρια ἱστορικά συμβάντα, τά ἐπισημαίνει, τά προβάλλει καί τά καθιστᾶ μάρτυρες ἀξιόπιστους γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς μεσσιακῆς προφητείας. Οἱ προφῆτες ἐπίσης τῆς ἁγίας Γραφῆς συχνά χρησιμοποιοῦν διάφορα σύμβολα, τά ὁποῖα γίνονται ἄφωνοι ἀλλά παραστατικοί μάρτυρες τῆς προφητείας.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο διατυπώνονται καί οἱ προφητεῖες τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὁ Κύριος π.χ. προφητεύοντας τήν συντέλεια τοῦ κόσμου περιπλέκει τήν περιγραφή μέ τήν προφητεία γιά τήν καταστροφή τῆς Ἰερουσαλήμ. Ἡ καταστροφή τῆς Ἰερουσαλήμ συνέβη ὅταν ζοῦσαν ἀκόμη πολλοί ἀπό ἐκείνους πού εἶχαν ἀκούσει τήν προφητεία ἀπό τό στόμα τοῦ Κυρίου. Ἡ ἐκπλήρωση αὐτῆς τῆς προφητείας ἐγγυᾶται ὅτι καί ἡ ἄλλη, τήν ὁποία ὁ Κύριος εἶπε συγχρόνως, σχετικά μέ τή συντέλεια τοῦ κόσμου, θά ἐκπληρωθεῖ στόν κατάλληλο καιρό.
Σέ ἄλλες περιπτώσεις οἱ προφητεῖες τοῦ Κυρίου συνδέονται μέ διάφορα σημεῖα. Ὅταν π.χ. θεράπευσε τόν δοῦλο τοῦ ἑκατοντάρχου, προφήτευσε καί τή συμμετοχή τῶν ἐθνικῶν στήν Ἐκκλησία· «Λέγω δέ ὑμῖν ὅτι πολλοί ἀπό ἀνατολῶν καί δυσμῶν ἥξουσι καί ἀνακλιθήσονται μετά Ἀβραάμ καί Ἰσαάκ καί Ἰακώβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Μθ 8,11). Ἔτσι, οἱ μέν σύγχρονοι πού εἶδαν τό σημεῖο, τό ἔχουν ὡς ἐγγύηση γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας. Ἐπίσης, ἐμεῖς πού ζοῦμε τήν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας, βεβαιωνόμαστε ἀπό αὐτήν γιά τήν ἀλήθεια τοῦ σημείου καί ὅτι αὐτός πού τό ἔκανε εἶναι ὁ Θεός.
Τά γνωρίσματα αὐτά τῆς βιβλικῆς προφητείας παρουσιάζουν ὑπό κλίμακα καί οἱ προφητεῖες τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ. Συμπλέκονται, δηλαδή, μέ ἱστορικά γεγονότα καί λαμβάνουν ὡς μάρτυρες διάφορα σημάδια, κυρίως σταυρούς, πού ἔστηνε ὁ ἴδιος.
Στέργιος Ν. Σάκκος
(Ἀπό τό βιβλίο του «Ὁ ἀπόστολος τοῦ σκλαβωμένου Γένους»)
Γονεῖς!
Δίδετε χριστιανικά ὀνόματα εἰς τά παιδιά σας.
Καθώς ὁ ᾿Ιωακείμ καί ἡ ῎Αννα δέν ἐπροτίμησαν τό ἀρσενικόν ἀπό τό θηλυκόν, ἔτσι καί ἡ εὐγενία σας νά μήν προτιμᾶτε τά ἀρσενικά παιδιά σας ἀπό τά θηλυκά, διατί ὅλα τά πλάσματα τοῦ Θεοῦ εἶνε. Καθώς ὁ ᾿Ιωακείμ καί ἡ ῎Αννα ἔβγαλαν τήν Θεοτόκον τό ὄνομα μέ νόημα Μαρία, ὁμοίως καί ἡ εὐγενία σας, ὅταν βαπτίζετε τά παιδιά σας, νά τά ἐβγάνετε εἰς τό ὄνομα τῶν ῾Αγίων, ὁπού ἔχουμε νόημα. Μαρία θέλει νά εἰπῇ, κυρία, ὡσάν ὁπού ἔμελλεν ἡ Θεοτόκος νά γίνῃ βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς καί πάσης νοητῆς καί αἰσθητῆς κτίσεως, νά παρακαλῇ διά τάς ἁμαρτίας μας. Νικόλαος τό ὄνομα λέγεται ἐκεῖνος ὁπού ἐνίκησε τούς λαούς, τούς δαίμονας, τά πάθη. Γεώργιος λέγεται γεωργημένον φυτόν, στολισμένον μέ καρπούς, μέ ἀρετάς χριστιανικάς. Παρασκευή λέγεται ἐκείνη πού ἑτοιμάσθη διά τόν Χριστόν.
Χριστιανική ἀνατροφή τῶν παιδιῶν
Νά κάμῃς μίαν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, τοῦ Προδρόμου, νά ἔχῃς καί τόν ἅγιον τοῦ παιδιοῦ σου. Καί ὅταν τό παιδίον σηκώνεται ἀπό τόν ὕπνον καί σοῦ γυρεύῃ ψωμί, μήν τοῦ δίδῃς, μόνον νά πάρῃς τό ψωμί, νά τό βάλῃς ἐμπρός εἰς τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί νά τοῦ εἰπῆς· ᾿Εγώ, παιδί μου, δέν ἔχω ψωμί· ὁ Χριστός ἔχει. Σήκω νά κάμῃς τόν σταυρόν σου, νά παρακαλέσωμε τόν ἅγιόν σου νά παρακαλέσῃ τόν Χριστόν νά σοῦ τό δώσῃ. Καί ἔτσι τό παιδίον παρακινεῖται διά τήν ἀγάπην τοῦ ψωμιοῦ καί, εὐθύς ὁπού ξυπνᾷ, τόν ἅγιόν του βλέπει. Βλέποντας τότε ὁ διάβολος τό παιδίον πώς ἔχει τήν ἐλπίδα του εἰς τόν Χριστόν καί εἰς τόν ἅγιόν του κατακαίεται καί φεύγει. Καί ἔτσι νά συνηθίζετε τά παιδιά σας, νά τά παιδεύετε ἀπό μικρά, διά νά συνηθίζουν εἰς τόν καλόν δρόμον.
Καί ἄν θέλῃς νά ζήσῃ τό παιδίον, ἐγώ νά σέ εἴπω πῶς νά κάμῃς· νά κάμῃς τοῦ παιδιοῦ σου ἕνα φόρεμα καί ἄλλο ἕνα ἐκείνου τοῦ πτωχοῦ παιδιοῦ· καί διά τό χατίρι ἐκείνου τοῦ πτωχοῦ παιδιοῦ χαρίζει ὁ Θεός τήν ζωήν τοῦ παιδιοῦ σου. Καί νά ἀγαπᾷς τά πτωχά τά παιδιά καλύτερα ἀπό τά ἐδικά σου· εἰ δέ καί νά ζητᾷς πῶς νά δίνῃς τοῦ παιδιοῦ σου νά τρώγῃ καί νά πίνῃ καλά, νά ἔχῃ εὔμορφα φορέματα, καί δι’ ἐκεῖνο τό πτωχό νά μή σέ μέλῃ, αὔριο βλέπεις τό παιδί σου ἀποθαμένο καί καίγεται ἡ καρδιά σου. Καί ἐνῷ τό πτωχό, τό ξυπόλητο, τό γυμνό, τό πεινασμένο, τό καταφρονεμένο τό βλέπεις θρεμμένο καί εἶνε ὡσάν τό γουρουνόπουλο, καί τό ἐδικό σου γίνεται ὡσάν χτικιασμένο.
᾿Επ. Αὐγουστίνου Καντιώτη,
Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.