Ἡ γενιά τῶν μεσηλίκων βαρύνεται μέ δύο πολύ βαρειές κακίες. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ὑποκρισία καί ἡ δεύτερη ἡ ἀπεμπόληση τῆς παράδοσης. Αὐτοί πού τήν ἀπαρτίζουν ἐνδιαφέρθηκαν ἰδιαίτερα γιά τή διαμόρφωση εἰκόνας (ἴματζ ἐπί τό ἑλληνικότερο!), στό κοινωνικό πλαίσιο, ἐνῶ εἶχαν ἀποβάλει κάθε ἱερό καί κάθε ὅσιο.
Εἶναι σύνηθες νά λέγεται ὅτι ἐμεῖς οἱ μεγάλοι ὅ,τι κάνουμε, τό κάνουμε γιά τό καλό τῶν παιδιῶν μας. Γι’ αὐτά ζοῦμε, γι’ αὐτά νοιαζόμαστε, σ’ αὐτά θέλουμε νά παραδώσουμε ἕναν καλύτερο κόσμο! Ἴσως κάποιοι νά ἔχουν ἐθιστεῖ στή συνθηματολογία καί νά ἔχουν πιστέψει ὅτι πράγματι γι’ αὐτά μόχθησαν καί συνεχίζουν νά μοχθοῦν. Ὅμως ἡ νέα γενιά ἔχει ἀπό καιρό διαπιστώσει τήν ὑποκρισία τῶν μεσηλίκων καί δέν εἶναι λίγες οἱ ἐκδηλώσεις ἀηδίας γι’ αὐτήν. Ὅσο γιά τόν κόσμο πού παραλαμβάνουν, τά πολλαπλά ἀδιέξοδα εἶναι οἱ ἀδιάψευστοι μάρτυρες τῆς παταγώδους ἀποτυχίας τῆς «γενιᾶς τοῦ Πολυτεχνείου»!
Οἱ νέοι σήμερα ἐπιδεικνύουν ἔντονο ἀντικομφορμισμό, παρασύροντας ἀκόμη καί μεσήλικες σέ ἁπλούστερη συμπεριφορά. Τό ἔνδυμα, τουλάχιστον στούς ἄνδρες, ἔχει καταστεῖ ἁπλούστερο καί πιό λιτό. Μακάρι ὅμως νά ἔμεναν οἱ νέοι σ’ αὐτό καί μόνο ἤ νά ἦταν πράγματι τό ἔνδυμα καί λιγότερο δαπανηρό. Προχώρησαν, δυστυχῶς, σέ ἄλλες ἐκδηλώσεις, οἱ συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ὀδυνηρές. Ἀπώλεσαν τήν εὐγένεια, τήν ὁποία θεώρησαν στοιχεῖο τῆς ὑποκρισίας τῶν μεγάλων. Ἔτσι ἐκμηδένισαν τήν ἀπόσταση μεταξύ γονέων-τέκνων, ἐκπαιδευτῶν-ἐκπαιδευομένων, γερόντων-νέων. Χάθηκε ὁ σεβασμός, χάθηκε ἡ πειθαρχία, χά- θηκε ἡ εὐγνωμοσύνη. Δέν εἶναι λίγες οἱ περιπτώσεις πού οἱ μεγάλοι στρέφονται κατά τῶν νέων, τούς ὁποίους κατακεραυνώνουν γιά ἀντικοινωνική συμπεριφορά. Καί, δυστυχῶς, δέν ἀντιλαμ- βάνονται ὅτι οἱ ἐπικρίσεις ἐπιστρέφουν στούς ἴδιους, καθώς ὡς γονεῖς, ἐκπαιδευτικοί, πολιτικοί ἤ πνευματικοί ἡγέτες καλλιέργησαν τό ἔδαφος, τό ὁποῖο ἔδωσε ὡς καρπό τή νέα γενιά! Ἡ ἄκρως ἀρρωστημένη ἀντίληψη «νά μήν τούς λεί- ψει τίποτε» ἤ «νά μήν περάσουν τίς δυσκολίες πού περάσαμε ἐμεῖς» (ἀρχή τῆς ἥσσονος προσπάθειας καί τῶν μειζόνων ἀπολαβῶν) ἀπό τή μία, καί ἡ ἐπικράτηση τῆς ἀντιαυταρχικῆς ἐκπαίδευσης μέ πανηγυρισμούς καί ὑπερφίαλη καυχησιολογία εἶναι τά σαθρά θεμέλια τοῦ οἰκοδομήματος τῆς νέας γενιᾶς.
Οἱ νέοι δέν εἶναι ὑποκριτές, δόξα τῷ Θεῷ. Εἶναι ὅμως ὑπερβαλλόντως ἀναιδεῖς καί σπάταλοι, καθώς ἐμεῖς τούς ἐθίσαμε σ’ αὐτά. Ἔγραψα προηγουμένως γιά τήν ἁπλοποίηση τῆς ἐνδυμασίας. Αὐτή ἤδη κατέστη ἐξεζητημένη. Ἀγόρια καί κορίτσια στά πλαίσια, ὁπωσδήποτε, τῆς μόδας, αὐτοῦ τοῦ καταναγκασμοῦ τοῦ στερητικοῦ τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου, φοροῦν τύπο ρούχων τά ὁποῖα ὑφίστανται κατεργασία πρίν πουληθοῦν, ὥστε νά φαίνονται παλιωμένα. Ἡ κατεργασία αὐτή μέ χημικά ὑγρά καί ἀκτινοβόληση ἀφ’ ἑνός ἐπιβαρύνει τό περι- βάλλον χωρίς λόγο, ἀφ’ ἑτέρου αὐξάνει τό κόστος κατά 40%, ὅπως πληροφορήθηκα πρόσφατα καί ἔφριξα. Συνεπῶς οἱ νέοι ἐκδικοῦνται τούς ὑποκριτές μεγάλους ὄχι μόνο κυκλοφορώντας σάν «λέτσοι», ἀλλά καί προκαλώντας, μᾶλλον ἐν ἀγνοίᾳ τους, ἐντονότερη τήν οἰκονομική ἀφαίμαξη!
Τά μνημόνια καλά κρατοῦν. Τά φορολογικά μέτρα διαδέχονται τά μέν τά δέ μέ ρυθμό πού προκαλεῖ ἔντονη τήν ἀνησυχία τοῦ πολίτη σέ κάθε ἐπαφή του μέ τό Κράτος. Ἡ ἀνεργία ἐκτινάσσεται στά ὕψη. Τά πτυχία καθίστανται χωρίς ἀντίκρισμα στήν ἐσωτερική ἀγορά ἐργασίας. Καί ὅμως ἡ σπατάλη σπατάλη. Οἱ ἀκόμη ἀποκαλούμενες ἐκπαιδευτικές ἐκδρομές τῶν Λυκείων εἶναι ἕνα ἀπό τά δείγματα τῆς σπατάλης αὐτῆς. Ἐνῶ γίνεται ἐναγώνια προσπάθεια νά ἑλκύσουμε περιηγητές ἀπό ἄλλες χῶρες, καθώς κανένας ἄλλος τομέας δέν παρέχει ὑποσχέσεις γιά βραχυπρόθεσμη θετική προο- πτική, δέν εἶναι λίγα τά σχολεῖα τῆς χώρας πού ἐπιλέγουν ξένη χώρα γιά τήν ἐκδρομή τους. Κόστος συμμετοχῆς ὁπωσ- δήποτε αὐξημένο καί ἐξαγωγή συναλλάγματος, ἀπό τό ἐλάχιστο πού μᾶς ἀπόμεινε μετά τήν ἀθρόα ἐξαγωγή τρομακτικῶν ποσῶν ἀπό τούς καθώς πρέπει μεσήλικες, πού ρήμαξαν τόν τόπο στήν προσπάθειά τους νά κτίσουν ἕναν κόσμο καλύτερο γιά τή νέα γενιά! Βέβαια ὑπάρχει ἀντίλογος, τόν ὁποῖο ἄκουσα κάπου: Τουλάχιστον στήν ξένη χώρα οἱ μαθητές δέν ξενυχτοῦν μεθοκοπώντας, ὥστε νά μήν εἶναι σέ θέση τήν ἑπομένη νά σταθοῦν στά πόδια τους. Νοσηρή κατάσταση κατά τίς ἄκρως ἀντιεκπαιδευτικές ἀπό τριακονταετίας τουλάχιστον ἐκδρομές ἐν γνώσει γονέων, ἐκπαιδευτικῶν (αὐτοπτῶν μαρτύρων) καί τοῦ ἁρμοδίου γιά τόν ἐκμαυλισμό τῆς νιότης Ὑπουργείου! Τελικά πῶς ἔχουμε τό θράσος οἱ μεγάλοι νά κατηγοροῦμε τούς νέους, τά θύματά μας;
Στά πλαίσια τῆς προσπάθειάς της νά ἀνταποκριθεῖ στίς ἀπαιτήσεις τῶν δανειστῶν μας, ἡ Κυβέρνηση προβαίνει διαρκῶς σέ περικοπές τῶν χρηματοδοτήσεων πρός τίς κρατικές ὑπηρεσίες. Ἔτσι ἔχουν μειωθεῖ σημαντικά καί οἱ παροχές γιά τή λειτουργία τῶν πάσης φύσεως ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων. Στή Βόρεια Ἑλλάδα πολλά σχολεῖα ἀδυνατοῦν νά καλύψουν τίς δαπάνες θέρμανσης καί ἔχει προκληθεῖ σοβαρό πρόβλημα, καθώς οἱ συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν στίς σχολικές αἴθουσες ἐπιτείνουν τούς ἤδη ὑπάρχοντες λόγους, γιά νά μήν προσηλώνονται οἱ μαθητές στή διδασκαλία τοῦ μαθήματος. Οἱ ἄλλοι, γνωστοί ἀσφαλῶς, εἶναι: Τό ὑπερβολικά βεβαρυμένο, σχολικό καί ἐξωσχολικό, πρόγραμμα καί ἡ ἐκ τούτου ἐλλιπής ἐνασχόληση μέ τό παιχνίδι καί τήν ψυχαγωγία. Ἡ ὑποκατάσταση τοῦ ὑγιοῦς παιχνιδιοῦ, πού ψυχαγωγεῖ ἀληθινά τό παιδί, μέ τήν περιπλάνηση στό ἠλεκτρονικό παιχνίδι καί στό διαδίκτυο. Ἡ σέ βάθος αἴσθηση ὅτι οἱ μεγάλοι ἔχουν σκαρώσει ἄθλιο παιχνίδι σέ βάρος τῶν νέων καί ἐνῶ ὑποκριτικά ὁμιλοῦν γιά ἅμιλλα, ἐννοοῦν τήν ἄγρια διαπάλη γιά ἐπικράτηση μέ κάθε μέσο. Ἔχουν ἀντιληφθεῖ οἱ νέοι ὅτι πιέζονται, γιά νά δρέψουν οἱ μεγάλοι κοινωνική καταξίωση, ἄν ἀκόμη τό πτυχίο ἀποτελεῖ τίτλο οἰκογενειακῆς τιμῆς. Ἔχουν διαπιστώσει κατά τρόπο σαφῆ ὅτι τό μόνο πού φρόντισαν οἱ μεγάλοι νά τούς κληροδοτήσουν εἶναι χρέη!
Ὀργανισμός μεγαλοτραπεζίτη, γνωστοῦ γιά τίς σκοτεινές παρεμβάσεις στίς χῶρες τῆς Βαλκανικῆς, προσέφερε πρόσφατα ποσότητα πετρελαίου γιά τή θέρμανση σχολικῶν αἰθουσῶν. Πληροφορήθηκα ὅτι στήν πόλη τῆς Νάουσας ἀρνήθηκαν νά δεχθοῦν τήν προσφορά! Μᾶλλον δέν ὑπάρχει μιμητής. Ἡ γνωστή ρήση τοῦ Βιργιλίου στήν Αἰνιάδα «φοβοῦ τοὺς Δαναοὺς καὶ δῶρα φέροντας» εἶναι ἄγνωστη στούς ἐπαῖτες Νεοέλληνες, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἐθιστεῖ στήν ἄλλη: «Ὅ,τι ἔχετε εὐχαρίστηση»!
Οἱ κυβερνῶντες ἐπιχειροῦν νά ὑποβάλουν τούς πολίτες τῆς χώρας στήν ψευδαίσθηση ὅτι πορευόμαστε πρός τήν ἀνάκαμψη. Ἀλλά αὐτή θά ἔλθει, ὅταν οἱ νέοι μας ἀρχίσουν νά φοροῦν ροῦχα παλαιωμένα ἀπό τήν παρατεταμένη χρήση καί ὄχι παλαιούμενα μέ τεχνικά μέσα.
Ἀπ. Παπαδημητρίου
Πραγματική ἤ πλασματική ἡ λεγόμενη οἰκονομική κρίση ἔγινε τόν τελευταῖο καιρό τό πρῶτο θέμα τῆς ἐπικαιρότητος. Συζητεῖται ἀπό ἄρχοντες καί λαό, συνταξιούχους καί μισθωτούς, ὑψηλόμισθους καί χαμηλόμισθους, μόνιμους καί ἐποχιακούς καί ὡρομίσθιους, μεγαλοεπιχειρηματίες καί μεροκαματιάρηδες, εἰδικούς καί ἄσχετους. Εἶναι ὁ ἐφιάλτης πού φοβίζει καί ἀναστατώνει ἐπιχειρήσεις καί ἑταιρεῖες, τρομοκρατεῖ μικρά καί μεγάλα νοικοκυριά καί ἄτομα, σωρεύοντας ἕνα πλῆθος ἀπό θλιβερά ἐπακόλουθα. Δέν διαθέτω, βέβαια, τήν εἰδικότητα οὔτε καί τήν ἁρμοδιότητα γιά νά σχολιάσω τό θέμα ἀπό ἄποψη οἰκονομική. Δέν προτίθεμαι νά συνταχθῶ ἀβασάνιστα μέ τούς ἀμέριμνους καί ὑπεραισιόδοξους οὔτε μέ τούς θιασῶτες τῆς πεσιμιστικῆς κινδυνολογίας. Θά ἤθελα ὡστόσο νά ἐπιχειρήσω μία προσέγγιση στό πρόβλημα ἀπό τήν πνευματική προοπτική καί νά ψηλαφήσω τήν προσωπική εὐθύνη τοῦ καθενός μας γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς κρίσης.
Ἔχει ἤδη ἐπισημανθεῖ ὅτι πίσω ἀπό τήν οἰκονομική κρύβεται μία ἄλλη πολύ πιό σοβαρή κρίση, ἡ πνευματική. Μελετώντας τό θέμα κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ θείου λόγου, διαπιστώνουμε ὅτι θά ἦταν πολύ διαφορετικά τά πράγματα καί σαφῶς πιό ἀνάλαφρη ἡ οἰκονομική δυσπραγία, ἄν ἐμεῖς, οἱ λεγόμενοι χριστιανοί, διαθέταμε τήν ἀνάλογη προετοιμασία. Ἄν ἄρχοντες καί λαός εἴχαμε θωρακισθεῖ μέ τήν ἠθική κατάρτιση καί μέ μιά κάποια πνευματικότητα, ἄν διαθέταμε προπαίδεια στήν ἄσκηση, ἄν δέν εἴχαμε ἀλλοιωθεῖ, ἀλλοτριωθεῖ καί ἁλωθεῖ ἀπό τόν ἀσυγκράτητο καταναλωτισμό καί δέν εἴχαμε ἀποχαυνωθεῖ ἀπό τόν ἀχόρταγο εὐδαιμονισμό, δέν θά φθάναμε ἀσφαλῶς ποτέ σέ τέτοια πτώχευση. Οἱ σπατάλες, τά ἀλόγιστα ἔξοδα, ἡ φοροδιαφυγή, ἡ ὑπεξαίρεση μέ ὁποιονδήποτε τρόπο δημοσίου χρήματος εἶναι ἀσυμβίβαστα πρός τήν χριστιανική ἰδιότητα. «Καλομάθαμε» στήν καλοπέραση καί στήν εὐμάρεια τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, δηλαδή κακομάθαμε καί κακοποιήσαμε τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας, τόν ἀποδυναμώσαμε ἀπό τίς ψυχικές του δυνάμεις. Ἔτσι τό χειρότερο δέν εἶναι ἡ οἰκονομική κρίση, ἀλλά ἡ χαμηλή πνευματική στάθμη στήν ὁποία αὐτή μᾶς βρίσκει. Πάσχει, θά ἔλεγα, τό πνευματικό ἀνοσοποιητικό μας σύστημα. Θά ἀναφέρω μόνο δυό-τρία παραδείγματα.
Ὅσο κι ἄν ἀρνούμαστε νά τό δεχθοῦμε, ὅσο κι ἄν ἀδυνατοῦμε σήμερα νά τό καταλάβουμε, ὁ σταυρός εἶναι τό γνώρισμα τῶν ὀπαδῶν τοῦ ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται τό κομβικό σημεῖο. Ἡ εὐδαιμονιστική ἐποχή μας, ἐκμαυλισμένη ἀπό τήν καλοπέραση καί τήν εὐζωία, ἀπορρίπτει ἐξ ὁρισμοῦ τήν ἔννοια τοῦ σταυροῦ, τῆς ἄσκησης, τῆς προσφορᾶς. «Νά περνᾶς καλά», εἶναι ἡ συνηθισμένη εὐχή πού ἀνταλλάσσουμε. Νά περνᾶμε καλά, αὐτό εἶναι τό πρῶτο πού μᾶς ἐνδιαφέρει. Ἡ μέγιστη ἀπολαβή μέ τήν ἐλάχιστη προσπάθεια εἶναι τό ὅραμα μικρῶν καί μεγάλων. Ἡ κακοπάθεια, ἡ στέρηση, ἡ ἀληθινή νηστεία, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπομονή ἠχοῦν παράδοξα, ἄν ὄχι ἀνόητα σήμερα καί κανείς δέν θά ἤθελε νά ἀσκήσει αὐτές τίς ἀρετές. Μᾶς ἀναστατώνει καί μόνο ἡ ἰδέα ὅτι μπορεῖ π.χ. νά στερηθοῦμε μιά μέρα τό κινητό τηλέφωνό μας, νά περάσουμε ἕνα βράδυ χωρίς τηλεόραση, δέν λέω χωρίς ψωμί.
Κι ὅμως δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά πού ὁ λαός μας ἀπειλεῖται ἀπό τήν φτώχεια. Καί ἄλλοτε ἡ χώρα μας ἀντιμετώπισε κρίση οἰκονομική. Θά μνημονεύσω μόνο τήν φοβερή κατοχή τοῦ 1941-42. Τότε οἱ ἄνθρωποι εἶχαν τήν δυνατότητα νά σκάψουν καί νά καλλιεργήσουν τήν γῆ, νά μεταποιήσουν παλιά ροῦχα, νά ἀξιοποιήσουν ἀντικείμενα πού ἦταν γιά πέταμα. Ἡ ἐργατικότητα τούς ἄνοιγε δρόμους καί διέξοδο στά ἀδιέξοδα. Ἔπειτα ἡ ὀλιγάρκεια, αὐτή ἡ ξεχασμένη ἀρετή, ἡ «τό ἀπροσδεές τῶν ἀγγέλων μιμουμένη», ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής, περιόριζε πολύ τίς ἀπαιτήσεις καί ἀπάλλασσε ἀπό τίς πλασματικές ἀνάγκες. Ἦταν εὐχαριστημένοι μέ ἕνα κομμάτι ξερό ψωμί κι εὐτυχισμένοι ὅταν αὐτό μποροῦσε νά συνοδεύεται ἀπό δυό ἐλιές ἤ ἕνα κρεμμύδι. Ἔνιωθαν ἱκανοποιημένοι μέ τά λίγα, διότι πλούσιος δέν εἶναι ὅποιος ἔχει πολλά, ἀλλά ὅποιος δέν χρειάζεται πολλά. Εἶναι πλουτισμός ἡ αὐτάρκεια, ὅπως ἀποκαλύπτει ἡ διαβεβαίωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου· «ἐγώ γάρ ἔμαθον ἐν οἷς εἰμι αὐτάρκης εἶναι. Οἶδα καί ταπεινοῦσθαι, οἶδα καί περισσεύειν· ἐν παντί καί ἐν πᾶσι μεμύημαι καί χορτάζεσθαι καί πεινᾶν, καί περισσεύειν καί ὑστερεῖσθαι» (Φι 4, 11-12).
Στόν χριστιανικό κόσμο σήμερα ἔχουμε πολλά, θέλουμε περισσότερα. Τά θέλουμε ὅλα ἄφθονα, ἀμέσως καί ἀκόπως. Μέ τήν νοοτροπία αὐτή μπορεῖ, βέβαια, κάποιος νά μήν ἀρνεῖται θεωρητικά τήν χριστιανική του ἰδιότητα, ἴσως μάλιστα καί νά καυχᾶται γι’ αὐτήν. Στήν πραγματικότητα ὅμως δέν ἔχει καμία σχέση μέ τήν πνευματικότητα τῆς χριστιανικῆς πίστης, ἡ ὁποία θεμελιώνεται στήν ἀνάσταση τοῦ ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί διακηρύττει ὅτι «ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ».
Νά τό ποῦμε ἁπλά, δέν λογίζεται χριστιανός ὅποιος δέν ἐνστερνίζεται τήν θυσιαστική ἀγάπη, ὅποιος στό πρόσωπο τοῦ ἄλλου δέν βλέπει τόν ἀδελφό, τόν ἴδιο τόν Θεό. «Τίποτε ἄλλο δέν ἀποτελεῖ τόσο σπουδαῖο γνώρισμα καί χαρακτηριστικό γιά τόν πιστό καί ἐκεῖνον πού ἀγαπᾶ τόν Χριστό, ὅσο τό νά φροντίζει γιά τούς ἀδελφούς του καί νά καταβάλλει κάθε προσπάθεια γιά τήν σωτηρία τους», ἀποφαίνεται ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. Καί ἐννοεῖ, βέβαια, τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς ἀλλά καί τοῦ σώματος. Δέν μπορεῖ νά καταναλώνει ἀνενόχλητος καί νά σπαταλᾶ ὁ χριστιανός πού γνωρίζει ὅτι γύρω του ὑποφέρουν οἱ πεινασμένοι, οἱ ἄστεγοι, οἱ ἄνεργοι, οἱ δυστυχισμένοι. Ἡ ἀγάπη τόν κάνει ἐπινοητικό. Κι ἄν δέν ἔχει τήν δυνατότητα νά λύσει τά προβλήματα τῶν φτωχῶν, τουλάχιστον φροντίζει κάτι νά οἰκονομήσει, νά περιορίσει κάπως τήν δική του εὐδαιμονία καί ἄνεση, ὥστε νά «κοινωνεῖ» στήν χρεία τῶν ἀδελφῶν.
Δέν ζῆ χριστιανικά ὅποιος δέν βιώνει τήν ἐλπίδα πού, χαρίζοντας τήν πρόγευση τῆς μέλλουσας πραγματικότητας, ἐμπνέει τό ἀσκητικό φρόνημα. Μέ αὐτή τήν ἐμπειρία ὁ Μέγας Βασίλειος διδάσκει ὅτι «δέν πρέπει νά ὑπηρετοῦμε δουλικά τό σῶμα, ἐκτός ἀπό τίς ἀπαραίτητες ἀνάγκες». Κάποτε μάλιστα «πρέπει νά στερούμαστε καί αὐτά τά ἐπιτρεπόμενα καί ἀπαραίτητα γιά τήν ζωή, ὅταν ἡ στέρηση αὐτή ἀποβλέπει στήν ὠφέλεια τῶν ἀδελφῶν μας». Εὔκολα ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας ὅτι ἄν θέλαμε νά ἐφαρμόσουμε τήν συμβουλή τοῦ Οὐρανοφάντορος -λίγο νά ἐγκρατευθοῦμε γιά τήν ὠφέλεια τῶν ἀδελφῶν- θά μπορούσαμε καί οἱ πιό φτωχοί νά ἐξοικονομήσουμε τουλάχιστον ἕνα πιάτο ἀπό τό φαγητό τῆς ἡμέρας. Ἕνα πιάτο γιά νά χορτάσουμε τήν πεῖνα τοῦ ἀδελφοῦ.
Σήμερα, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά, εἶναι ἀνάγκη νά σταθοῦμε ὄρθιοι στόν χαλασμό. Νά ἐπιδοθοῦμε, δηλαδή, μέ ζῆλο στήν πνευματική μας καλλιέργεια, μέ τήν μαθητεία μας στόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν ἐνσυνείδητη συμμετοχή στήν θεία λατρεία. Εἶναι τά δοκιμασμένα μέσα πού θά μᾶς βγάλουν ἀπό τήν πνευματική κρίση. Καί ἡ ἔξοδος αὐτή ἀποτελεῖ τήν ἐγγύηση γιά τήν ἀποσόβηση κάθε ἄλλης κρίσης.