Δαμιανός, ὁ κήρυκας τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς

 damianos-cΠολύτιμο δῶρο τοῦ Θεοῦ, μάρτυρας τῆς ἀνάστασης ἡ Κυριακή ἡμέρα διαφυλάχθηκε ἀπό τούς πιστούς κάθε ἐποχῆς μέ εὐλάβεια. Τό νά τηρεῖς τήν Κυριακή σήμαινε ὅτι εἶσαι χριστιανός, ὄχι μονάχα στά πρῶτα χρόνια τῶν διωγμῶν, ἀλλά καί σέ κάθε ἀντίθεο πο­λίτευ­μα.
 Στά σκληρά καί δίσεκτα χρόνια τῆς ὀθωμανικῆς κυριαρχίας οἱ ὀρθόδοξοι λαοί τῶν Βαλκανίων πάλεψαν μέ ζῆλο νά διαφυλάξουν ἀλώβητη τήν ἅγια ἡμέρα, τήν ἀφιερωμένη στόν Κύριο, πού τή σφράγισε μέ τό ὄνομά του. Θεριά ὅμως ἀνήμερα οἱ γιοί τῆς Ἄ­γαρ συνεργάζονταν μέ τούς Ἑβραίους γιά νά καταργήσουν καθετί πού θύμιζε τόν Ἰη­σοῦ Χριστό καί τήν ἀνάστασή του. Στά ματωμένα χώματα τῆς ἑλληνικῆς γῆς οἱ φτωχοί ραγιάδες ἀναγκάζονται βίαια νά πραγματοποιοῦν τά παζάρια τους τή μέρα τῆς Κυρια­κῆς. Καί τούτη ἡ παράβαση δέν εἶναι ἐπου­- σιώδης καί ἀσήμαντη. Αὐτό τό ἐπισημαίνουν μέ δύναμη οἱ ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνδρες πού στέλνει ὁ Παντοκράτορας νά παραμυθήσουν τόν λαό του καί νά τοῦ ὑπομνήσουν τίς ἀδιαπραγμάτευτες ἐντολές Του.
 Ἕνας τέτοιος ἀπεσταλμένος τοῦ οὐ­ρα­νοῦ ἦταν καί ὁ πατήρ Δαμιανός. Μοναχός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου τοῦ Ἁ­γίου Ὄ­ρους, ἔχοντας βιώσει τούς σκληρούς ἀγῶνες στήν παλαίστρα τῆς ἐρήμου, δέχεται τήν κλήση τοῦ Θεοῦ νά ἐργαστεῖ γιά τό συμφέρον τῶν ψυχῶν τῶν ἀδελφῶν του. Ὑπάκου­ος στή θεία ἐντολή, ἀφήνει τήν περιπόθητη κατάπαυση τῆς καρδιᾶς του καί περιοδεύει στά ὀρεινά χωριά τοῦ Ὀλύμπου καί τοῦ Κισσάβου. Κηρύσσει μέ πύρινη φωνή καί ζέου­σα καρδιά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ προσφέροντας τή νερομάνα τῆς Ὀρθοδοξίας στήν πνευματική δίψα τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων.
 Βρισκόμαστε στόν 16ο αἰώνα, τόν φοβε­ρό αἰώνα τῶν καταστροφικῶν ἐξισλαμι­σμῶν. Ἡ ἀντίδραση ὅσων θίγονται ἀπό τόν ἀφυπνιστικό λόγο τοῦ Δαμιανοῦ ἐκδηλώνεται μέ σκληρές ἐπιθέσεις καί συκοφαντίες ἐναντίον του. Ὁπλισμένος μέ θαυμαστή ὑπομονή σηκώνει τόν κλῆρο τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ μέ καρτερία... Περιοδεύει τά χωριά τῶν Ἀγράφων καί φθάνει στή γενέτειρά του, τό Μυρίχοβο τῶν Ἀγράφων, ὅπου γύ­ρω στό 1500 μ.Χ εἶχε δεῖ τό φῶς τοῦ ἥ­λιου. Ἱδρύει τό περίφημο Μοναστήρι τῆς Πελεκητῆς καί τό καθιστᾶ διδασκαλεῖο ἀ­ρετῆς. Ὁ λόγος τοῦ ἁγίου πατρός καί οἱ πνευματικές νουθεσίες του ἀγγίζουν ἀναγεννητικά τίς καρδιές τῶν ἀν­θρώπων. Τό ἱλαρό του πρόσ­ωπο ἀκτινοβολεῖ ἁγιότητα, γι᾽ αὐτό καί ἡ θέα του καί μόνο θωπεύει μέ εἰρήνη οὐρανόσταλτη τούς βα­- σανισμένους καί καταφρονημένους ραγιάδες.
 Τή διακονία του σέ τοῦτο τόν τόπο θά ἀκολουθήσει ἡ ἀναχώρησή του γιά τήν περιοχή τῆς Λάρισας. Στό χωριό Σελίτσανη (σημερινή Ἀνατολή) ἀνεγείρει τήν Ἱερά Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὅπου σήμερα τιμᾶται ὁ Ἅγιος ὡς κτήτορας καί προστάτης. Κι αὐτό τό μοναστήρι τό ἀναδεικνύει μετερίζι στόν ἀγώνα ἐ­νάντια στήν ἀπαιδευσία τῶν ἀγαπημένων του ἀ­δελφῶν. Σέ μία ἐποχή πού κυριαρχεῖ ὁ ἐκ­φοβισμός καί ἡ παραβίαση τῶν συν­ει­­δή- σεων, στέκεται ἀληθινός πνευματικός καθοδηγητής, ἀσυμβίβαστος πρόμαχος τῆς πίστεως. Ἰδιαίτερα τονίζει τήν ἀξία τῆς κυριακάτικης ἀργίας ὡς ὁμολογίας πίστε­ως καί σύνδεσης μέ τίς πνευματικές καί κοινωνικές παραδόσεις τοῦ τόπου. Ἡ ἀν­θηρή κοινότητα τῶν Ἑβραίων στή Λάρι­σα εἶχε κατορθώσει νά καταπατεῖται ἀ­- σύστολα ἡ ἀργία τῶν χριστιανῶν. Ἡ φω­νή τοῦ φτωχοῦ καλόγερου Δαμιανοῦ, πού ἀνέτρεπε τά δεδομένα, ἔπρεπε νά σιγήσει.
 Στίς ἀρχές τοῦ 1568, ὁ ρακένδυτος διδάσκαλος τοῦ γένους συλλαμβάνεται ἀπό τούς Ὀθωμανούς καί σύρεται δέσμιος στόν δικαστή τῆς Λάρισας. Ἡ κατηγορία εἶναι βαρειά: «Τὰς κώμας διέρχεται, τοὺς χριστιανοὺς μὴ πρίασθαι τι ἢ πωλεῖν τὴν Κυριακὴν διδάσκων». Ἡ κατηγορία εἰς βά­ρος του περικλείει ὅλο τό ἐθνοσωτήριο καί ἀφυπνιστικό κήρυγμα τοῦ φλογεροῦ ἱεραποστόλου.
 Τά πολυποίκιλα βασανιστήρια καί τά σκληρά μαρτύρια διαρκοῦν δεκαπέντε ἡ­μέρες, μά σπᾶνε ἐπάνω στόν ἑδραῖο βρά­χο μιᾶς γενναίας ψυχῆς. Καί τέτοιες ψυχές δέν τίς ἀντέχουν οἱ ἐχθροί τῆς ἀλήθειας. Τόν καταδικάζουν σέ πολύωρη κρεμάλα γιά νά τόν ρίξουν στή συνέχεια ἡμιθανῆ μέ λυσσαλέο μίσος μέσα σέ ἀναμμένη φωτιά. Εἶναι 14 Φεβρουαρίου τοῦ 1568. Γνωρίζοντας οἱ διῶκτες τήν εὐσέβεια τῶν χριστιανῶν στά ἅγια λείψανα, ρίχνουν τή στάχτη τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ὁσιομάρτυρα στόν ποταμό Πηνειό.
 Ὁ ἅγιος Δαμιανός ὑπῆρξε ὁ πρόδρομος ὅλων τῶν μεγάλων διδασκάλων τοῦ Γένους. Τό ἔργο καί ἡ διδασκαλία του ἔχει πολλά κοινά στοιχεῖα μέ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, πού θά διακονήσει τό σκλαβωμένο Γένος διακόσια χρόνια ἀργότερα.
 Μόχθησε ὁ πολύαθλος Ἅγιος νά ὀρ­γώσει ἕνα ἀκαλλιέργητο χωράφι. Τό καλλιέργησε μέ τούς ἱδρῶτες του, τό ἔσπειρε μέ τή διδασκαλία του, τό πότισε μέ τό αἷ­μα του. Μένει μέσα στούς αἰῶνες φλογερός ἱεραπόστολος καί σπουδαῖος ὁμολο- γητής τῆς πίστεώς μας, μάρτυρας γιά τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς.
 Μέσα ἀπό τήν καιόμενη κυριολεκτι­κά καρδιά του θυσιαστικά διδάσκει ἐμᾶς τούς Νεοέλληνες νά φυλάγουμε ἀσυμβίβαστα τίς ἱερές Θερμοπύλες τῆς πνευματικῆς καί κοινωνικῆς μας ζωῆς, μέ ἄγρυ­- πνη συνείδηση καί καρδιά νήφουσα.

Ἰχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 70 (2015) 42