Ἀπό τίς ἐκφραστικότερες καί θεολογικότερες αὐτοαποκαλύψεις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ὅτι αὐτός συστήνεται ὡς «ἡ ἀλήθεια καί ἡ ὁδός», καλύπτοντας ἔτσι τή βιοθεωρία ἀλλά καί τή βιοτή τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ὁ Χριστός ἡ ἀλήθεια πού ἱκανοποιεῖ τό πνεῦμα μας, ἀλλά καί ἡ ὁδός πού μᾶς κατευθύνει ἀλάνθαστα στήν καθημερινή μας πράξη· ὁ δάσκαλος πού μᾶς διαφωτίζει ἀλλά καί ὁ καθηγητής, δηλαδή ὁ καθοδηγητής, πού προπορεύεται γιά νά τόν ἀκολουθοῦμε στό δρόμο τῆς ζωῆς. Κι ἐπειδή ἡ ἀρχή καί ἡ ὅλη πορεία τῆς ζωῆς μας ἐξαρτᾶται ἄμεσα ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀποκτοῦν θεμελιακή σημασία οἱ ἐντολές καί τά παραγγέλματα μέ τά ὁποῖα αὐτό ἐκφράζεται μέσα στήν ἁγία Γραφή.
Τό γενικό παράγγελμα, πού ἀπηχεῖται σ᾿ ὅλη τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, διατυπώνεται ἐπιγραμματικά στή φράση· «ἔκκλινον ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν» (Ψα 36,27· Α' Πε 3, 11). Ἐπισημαίνονται δέ καί ἀναλύονται διεξοδικά οἱ ἔννοιες τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, μέ ἕνα πλῆθος ἀρετῶν καί κακιῶν ἀντίστοιχα, πού συχνά ἀπαριθμοῦνται στήν ἁγία Γραφή. Δέν ἀναφέρονται, βέβαια, σάν μία στεγνή, ἠθικιστική λίστα, διότι ἡ ἁγία Γραφή δέν εἶναι νεκρή καθηκοντολογία καί ἀφηρημένη ἠθική. Προβάλλονται ὡς συγκεκριμένη μορφή τοῦ ἀγαθοῦ, ὡς θέλημα καί ἐντολή τοῦ Θεοῦ, πού ἀντιτίθεται στό κακό, στό θέλημα τοῦ διαβόλου. Καί γίνονται καθοδηγητικές γραμμές τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, διά τοῦ ὁποίου προάγεται, ὥστε νά καταστεῖ ἄρτιος ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος.
Ἤδη στό Δεκάλογο γίνεται μία ἁδρομερής ἀπαρίθμηση τῶν πρακτέων καί τῶν ἀποφευκτέων. Στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία του, ἐξάλλου, ὁ Κύριος καθορίζει μέ ἀκρίβεια τούς κανόνες συμπεριφορᾶς τοῦ πιστοῦ στή σχέση του μέ τόν Θεό καί μέ τούς συνανθρώπους του. Ἀλλά καί σέ ἄλλη ὁμιλία του, πού διασώζει ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος (7, 21-22· πρβλ. Μθ 15,19), ἀναφέρει ἐκτενῆ κατάλογο 13 ἁμαρτημάτων. Στίς ἐπιστολές τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἐπίσης κατ᾿ ἐπανάληψιν συναντοῦμε καταλόγους ἀρετῶν καί κακιῶν. Στήν Α' πρός Τιμόθεον ἐπιστολή (1,9-10) π.χ. ὁ ἀπόστολος προσαρμόζει λακωνικά, σχεδόν μονολεκτικά, τήν κάθε μία ἀπό τίς δέκα ἐντολές στή σύγχρονη ζωή. Παρόμοιες λίστες ἀρετῶν καί κακιῶν παραθέτει στά Α' Κο 6,9-10· Γα 5,18ἑ.· Β' Τι 3,1ἑ. κ.ἄ. Ἰδιαίτερα ἐπισημαίνω τήν περικοπή τῆς πρός Ρωμαίους ἐπιστολῆς 1,26-32, ὅπου μέσα σέ ἑπτά μόνο στίχους μνημονεύονται 26 ἁμαρτήματα.
Ἡ πρακτική ἀνάλυση καλοῦ καί κακοῦ καί ἡ προσαρμογή τους στή ζωή τοῦ κάθε χριστιανοῦ ἐξηγεῖ καί δικαιολογεῖ γιατί ὁ ἀπόστολος Παῦλος χαρακτηρίζει τήν ἁγία Γραφή κατάλληλη «πρός ἔλεγχον» (Β' Τι 3,16). Ὅπως δηλαδή ἐλέγχουμε τό βάρος μας μέ τή ζυγαριά, τή μορφή μας μέ τόν καθρέφτη, τήν κατάσταση τῶν διαφόρων ὀργάνων τοῦ σώματός μας μέ τίς ποικίλες ἐργαστηριακές ἐξετάσεις, στήν ἁγία Γραφή μπορεῖ ὁ πιστός σάν σέ καθρέφτη νά ἐλέγξει τήν πνευματική του κατάσταση. Αὐτήν τήν ἀλήθεια βιώνοντας ὁ ἅγιος Αὐγουστίνος συνέγραψε τό περίφημο πρακτικό καί ἐποικοδομητικό βιβλίο του Speculum (= Καθρέφτης). Ἐκεῖ ταξινομώντας τά διάφορα χωρία τῆς ἁγίας Γραφῆς βοηθᾶ τόν ἀναγνώστη νά δεῖ μέσα ἀπό αὐτά σάν σέ καθρέφτη τόν Θεό, τόν κόσμο καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του.
Στή γραμμή τῆς ἁγίας Γραφῆς στοιχούμενοι οἱ ἅγιοι πατέρες, ἀπό τήν ἀποστολική ἐποχή μέχρι τά χρόνια τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ ἁγιορείτου καί τοῦ πατρο-Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, παραδίδουν στά ἔργα τους λίστες κακιῶν καί παθῶν. Στόχος τους εἶναι νά βοηθήσουν τούς πιστούς νά συνειδητοποιήσουν τά ἁμαρτήματά τους, ὥστε νά τά ἐξομολογηθοῦν. Μάλιστα ὁ ἅγιος Νικόδημος στό «Ἐξομολογητάριόν» του, ἕνα ἐγχειρίδιο γιά χρήση τῶν πνευματικῶν, καλύπτει δεκατρεῖς σελίδες μέ ἐρωτήματα, τά ὁποῖα ἀντλεῖ ἀπό τίς δέκα ἐντολές. «Ἐπειδή τήν σήμερον», ἐξηγεῖ, «οἱ περισσότεροι χριστιανοί, ἄλλοι μέν ἀπό ἀπαιδευσίαν καί ἀμάθειαν, ἄλλοι δέ ἀπό ἐντροπήν καί ἄλλοι ἀπό τήν κακήν συνήθειαν πού ἔλαβον νά ἐρωτῶνται ἀπό τούς πνευματικούς εἰς τήν ἐξομολόγησιν... δέν φροντίζουν νά κάμνουν καί αὐτοί ἔρευναν τῶν ἁμαρτιῶν τους πρό τοῦ νά ἐξομολογηθοῦν, οὔτε λέγουν μόνοι τάς ἁμαρτίας των, καθώς εἶναι πρέπον, ἀλλά προσμένουν νά τούς ἐρωτᾶ ὁ πνευματικός..., διά τοῦτο ἀναγκαῖον ἐκρίναμεν ἐδῶ νά σοῦ δώσωμεν μίαν καθολικήν εἴδησιν, πνευματικέ, πῶς πρέπει νά ἐρωτᾶς τούς τοιούτους ἐξομολογουμένους, ἐπάνω εἰς τάς δέκα ἐντολάς, τά κυριώτερα καί μεγαλύτερα ἁμαρτήματα».
Στίς μέρες μας, δόκιμοι καί καταξιωμένοι διδάσκαλοι καί πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας σέ ἔργα τους εἰδικά γιά τή μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση περιλαμβάνουν ἐπίσης καταλόγους ἁμαρτημάτων, πού διευκολύνουν τόν ἀναγνώστη στόν αὐτοέλεγχό του. Ἀλλά καί πολλοί ἀπό τούς πνευματικούς μας συνηθίζουν νά κυκλοφοροῦν αὐτές τίς λίστες, βοηθώντας ἔτσι τούς ἐξομολογουμένους στή συνειδητοποίηση καί ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτημάτων τους.
Ἡ συνοπτική αὐτή ἀναδρομή δείχνει ὅτι εἶναι ἀπόλυτα σύμφωνη πρός τό πνεῦμα τῆς ἁγίας Γραφῆς καί πρός τήν πρακτική τῆς Ἐκκλησίας μας ἡ χρήση τοῦ λεγομένου «ὁδηγοῦ ἐξομολογήσεως» ἤ «καθρέφτη». Δέν εἶναι μεσαιωνικό κατάλοιπο οὔτε σκοταδιστική πρακτική. Συνεπῶς, ἦταν ἄτοπη καί ἄδικη ἡ ταραχή καί ὁ θόρυβος, τόν ὁποῖο κακόβουλα ξεσήκωσαν κάποιοι κατά τίς παραμονές τῶν Χριστουγέννων. Ἦταν ὁρισμένοι δημοσιογράφοι, πού ἔκαναν τή «μεγάλη ἀνακάλυψη» ὅτι ἐξομολόγοι διέπραξαν τό φοβερό παράπτωμα νά κυκλοφοροῦν κάποιο ἔντυπο μέ τόν τίτλο «Ἕνας καθρέφτης», τό ὁποῖο περιεῖχε λίστα ἁμαρτημάτων. Ἔσπευσαν, λοιπόν, οἱ αὐτεπάγγελτοι αὐτοί φρουροί τῶν θεσμῶν τῆς Ἐκκλησίας, νά καταγγείλουν δημόσια καί καυστικά τό γεγονός. Ἀξίωσαν ν᾿ ἀπολογηθεῖ γι᾿ αὐτό ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχιεπίσκοπός μας καί ὡς ἐξουσίαν ἔχοντες τό καταδίκασαν αὐστηρά μέ τήν ἐτυμηγορία· «ἄν αὐτά εἶναι ἁμαρτήματα, τότε ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί!». Προσέλαβαν μάλιστα ὡς συνηγόρους τους καί μερικούς «θεολόγους» -ἀφήνω ἀχαρακτήριστη τήν εἰδικότητα-, γιά νά ἐπιβεβαιώσουν αὐτοί ὡς ἐπαΐοντες τή μεγάλη παρανομία!
Εἴμαστε σοβαροί; Καί δέν γνωρίζουμε πράγματι πώς κανείς ἀπολύτως ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι εἶναι ἀναμάρτητος; Οὔτε ὅτι ἀκριβῶς γι᾿ αὐτό ἦρθε στόν κόσμο ὁ Ἰησοῦς Χριστός, γιά νά λυτρώσει τούς ἁμαρτωλούς ἀνθρώπους; Σ᾿ ὅλους ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς ἀνοίγει σάν καθρέφτη τίς σελίδες της ἡ ἁγία Γραφή, γιά νά μᾶς φανερώσει τίς κηλίδες καί τίς ἀσχημίες μας, ὥστε νά καθαρισθοῦμε μέ τόν τρόπο πού ἡ Ἐκκλησία θέτει στή διάθεσή μας.
Ὅλα αὐτά εἶναι πασίγνωστα καί πολύ οἰκεῖα στούς χριστιανούς. Συνεπῶς, ὅποιος τά ἀγνοεῖ ἤ θέλει νά τά ἀμφισβητεῖ, ἔχει ὁ ἴδιος πρόβλημα. Καί εἶναι, βέβαια, ἐλεύθερος ἄν θέλει νά περιφρονεῖ ἤ νά ἀπορρίπτει τόν πνευματικό καθρέφτη. Νά γνωρίζει ὅμως ὅτι ἔτσι μόνος ὑπογράφει τήν καταδίκη του καί αὐτοκτονεῖ πνευματικά. Καί ἀσφαλῶς δέν μπορεῖ νά παρουσιάζεται ὡς μέγας νομοθέτης, πού κρίνει καί ἐπικρίνει, ἀποφαίνεται καί θεσμοθετεῖ. Διότι στήν πραγματικότητα εἶναι ἕνας δυστυχισμένος, πού ἐπαναλαμβάνει -σέ μία ἔκδοση πολύ πιό σοβαρή καί γι᾿ αὐτό καί πολύ πιό ἐπικίνδυνη- τή θλιβερή ἱστορία τῆς Λαΐδας· ἐκείνης τῆς φημισμένης Κορινθίας ἑταίρας, ἡ ὁποία ἔσπασε τόν καθρέφτη της, ὅταν δέν ἄντεχε νά βλέπει μέσα σ᾿ αὐτόν τίς ρυτίδες ν᾿ αὐλακώνουν τό ὡραῖο της πρόσωπο. Στῶμεν καλῶς καί μήν παίζουμε «ἐν οὐ παικτοῖς»!