Τό ρολόι χτυπᾶ. Τί ὥρα εἶναι; Γιά τούς ἄλλους δέν ξέρω, ξέρω μόνον γιά σένα. Γιά σένα εἶναι ἡ ὥρα νά καταλάβεις. Τί ἔκανες, τί κάνεις, πῶς προχωρᾶς. Πῶς καταλαβαίνει κανείς; Μόνος του. Οἱ ἄλλοι εἶναι ἀπόντες. Μόνος του αὐτός κι ὁ ἑαυτός του. Νά ᾿ρθεῖ εἰς ἑαυτόν, νά συναντήσει τόν ἑαυτό του. Συνάντηση ἀνεπιθύμητη, δύσκολη καί πολλές φορές ἀκατόρθωτη. Γιατί ἡ εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μας πού δημιουργοῦμε μέ αὐταρέσκεια καί συντηροῦμε μέ μανία δέν ὑπάρχει. Καί τό ξέρουμε. Δέν θέλουμε ὅμως νά τό ξέρουμε οὔτε ἐμεῖς οὔτε οἱ ἄλλοι.
Ὁ ἄνθρωπος γλιστρᾶ εὔκολα στήν πονηρία, τοῦ εἶναι γνώριμος χῶρος. Μπορεῖ νά ξεγελάσει τούς πάντες γύρω του. Ἀκόμη καί στήν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως. Τό φοβερό εἶναι ὅτι ξεγελάει καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Καί τό ἀκόμη φοβερότερο, ὅτι πασχίζει νά ξεγελάσει τόν Θεό. Πιασμένοι, λοιπόν, σ᾿ ἕνα τέτοιο δίχτυ πῶς μποροῦμε νά καταλάβουμε; Ξεκινώντας ἀπ᾿ τό σημεῖο μηδέν: βάζοντας τόν ἑαυτό μας κάτω ἀπό μία μόνο ὀπτική γωνία. Τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Αὐτές εἶναι τό μόνο ἀσφαλές κριτήριο κι ἡ ζυγαριά ἀκριβείας. Ὅλα τ᾿ ἄλλα μᾶς ξαναμπάζουν σέ θολά κι ὀμιχλώδη τοπία.
Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ᾿μεῖς ἀπέναντι ἀπογυμνωμένοι χωρίς προκατασκευασμένα εἴδωλα γιά τόν ἑαυτό μας, χωρίς στερεότυπα, χωρίς προφάσεις, χωρίς προθέσεις, χωρίς πείσματα, χωρίς ἐμμονές, χωρίς προσωπεῖα, χωρίς βολικές ἐξηγήσεις, χωρίς ἐγωκεντρικές ἀπαντήσεις, χωρίς ἀποποίηση τῶν εὐθυνῶν, χωρίς μετακύλιση τῶν ἐνοχῶν. Ἀπέναντι στίς ἐντολές πού πολλές φορές μᾶς φαίνονται ξερές, ὀχληρές, ἁπλοϊκές ἤ ἀκατανόητες. Τίς ἐντολές τίς εὔκολες πού ᾿ναι παιχνιδάκια γιά μᾶς - ἐγώ ψέματα δέν λέω ποτέ ἀπό φυσικοῦ μου, ἀλλά πόσες ἀναρίθμητες παραποιήσεις τῆς ἀλήθειας κάνω καθημερινά μέσα μου κι ἔξω. Ἤ τίς ἐντολές τίς δύσκολες πού μᾶς φαίνονται εὔκολες, γιατί δέν τίς ἀγγίξαμε κἄν - ὅπως, ἄς ποῦμε, τό νά συμπάσχουμε καί νά συγχαίρουμε ἀληθινά. Γιατί τό συμπάσχειν μπορεῖ νά μήν εἶναι γιά μᾶς παρά κρυμμένη χαιρεκακία καί τό συγχαίρειν φτιασιδωμένη ζηλοτυπία.
Ὁ πάταγος πού ἀκούγεται εἶναι τρομερός. Τό οἰκοδόμημα τοῦ ἑαυτοῦ μας καταρρέει. Κι ἡ ἐξήγηση εἶναι ἁπλή. Στή ζωή μας δέν βαδίζαμε μέ βάση τίς ἐντολές, βαδίζαμε μέ βάση τίς ἀπόψεις μας.
Τό ρολόι χτυπᾶ. Πιᾶσε αὐτόν τό χτύπο, εἶναι γιά σένα. Εἶναι ὁ καιρός ὁ εὐπρόσδεκτος, ἡ ὥρα τῆς συναίσθησης, ἡ ἡμέρα τῆς σωτηρίας. Αὔριο ἴσως γιά σένα χρόνος «οὐκέτι ἔσται». Τό ρολόι σταμάτησε.