Τή στιγμή πού ὁ Θεός ἔσκυψε νά ἀφουγκραστεῖ κι οἱ ἄγγελοι πάψαν τήν ἀέναη δοξολογία τους κι ἡ πλάση ὁλόκληρη κράτησε τήν ἀνάσα της γιά νά ἀκούσει, ἡ ἄσημη παρθένος τῆς Ναζαρέτ ἁπλά καί ταπεινά ἀλλά καί μέ συναίσθηση ἀποκρίθηκε·
᾿Ιδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου!
Κι ἔπειτα ἀπ᾿ τήν ἱερή σιγή ξέσπασε τό θεϊκό γιορτάσι. Αὐτό πού ἄρχισε αἰῶνες πρίν, ἀλλά εἶναι πάντοτε τωρινό. «Σήμερα», λέει ὁ Νικόλαος Καβάσιλας, «ὁλόκληρη ἡ κτίση χαίρει. Καί δέν μένει ἔξω ἀπό τή γιορτή οὔτε αὐτός πού κρατεῖ στά χέρια του τόν οὐρανό. Διότι αὐτά πού συμβαίνουν σήμερα εἶναι ἕνα πραγματικό πανηγύρι». ῞Οσα συνέβησαν τότε καί συμβαίνουν καί σήμερα, καί θά συμβαίνουν στό κάθε σήμερα τῆς ὀρθόδοξης λατρευτικῆς παράδοσης, ἔχουν τήν ἀρχή καί τό ξεκίνημά τους στή σεμνή ἀλλά συγκλονιστική κατάθεση τῆς Μαρίας·
᾿Ιδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου!
«Μόλις πρόφερε τήν ἀπάντησή της, ἀμέσως ὅλα πραγματοποιήθηκαν. Κι ὅπως, μόλις ὁ Θεός πρόσταξε “γεννηθήτω φῶς”, ἀμέσως διαλύθηκε τό σκοτάδι, ἔτσι ἀκαριαῖα μέ τή φωνή τῆς Παρθένου ἀνέτειλε τό ἀληθινό φῶς. ῾Ενώθηκε ὁ Θεός μέ τήν ἁγνή της σάρκα, πού μέ τήν καθαρότητά της ἀνέδειξε ὡραία τήν κοινή ἀνθρώπινη φύση, καί κυοφορήθηκε στή μήτρα της Αὐτός πού “φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον”».
Γεμάτος ἀπορία καταλήγει στό λόγο του «Εἰς τόν Εὐαγγελισμόν» ὁ ἅγιος τῆς ᾿Εκκλησίας μας· «Γι᾿ αὐτά τά λόγια ποιά εὐχαριστία θά βρίσκαμε ἐμεῖς ἄξια γιά νά σοῦ προσφέρουμε; Πῶς νά σέ προσφωνήσουμε ἐσένα, πού ἀντάξιό σου τίποτα δέν ὑπάρχει ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους; Τά δικά μας λόγια εἶναι γήινα, ἐνῶ ἐσύ ξεπέρασες τίς κορυφές τούτου τοῦ κόσμου. Μόνο οἱ ἄγγελοι καί νοῦς χερουβικός καί γλώσσα πύρινη μποροῦν νά σοῦ προσφέρουν λόγους τιμητικούς. Γι᾿ αὐτό κι ἐμεῖς ζητοῦμε νά ᾿βροῦμε ἀγγελική φωνή. Κι ἄλλη κατάλληλη προσφώνηση δέν βρίσκουμε ἀπ᾿ τό χαιρετισμό τοῦ οὐρανοῦ πού σοῦ ᾿φερε ὁ Γαβριήλ·
Χαῖρε Κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετά σοῦ!».
᾿
Απόδοση Β. Σ.