ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἀπ’ ὅσα μᾶς εἴπατε, κ. καθηγητά, στίς προηγούμενες συνεντεύξεις φαίνεται καθαρά, ὅτι οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἀποφεύγουν τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Τί διδάσκουν, λοιπόν, γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἀρνοῦνται τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀνάστασή του. Ὅταν ἕνας ἀρνεῖται αὐτά τά δύο ἤ καί ἕνα ἀπ’ αὐτά δέν εἶναι χριστιανός, ἀρνεῖται ὁλόκληρο τό Εὐαγγέλιο. Τό περιεχόμενο τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ βάση τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἄξονας τῆς σωτηρίας, ἡ μαρτυρία τῶν ἀποστόλων δέν εἶναι μιά θεωρία, οὔτε ἕνα σύστημα ἰδεολογικό ἤ κοινωνικό, ἀλλά ἕνα πρόσωπο καί ἕνα γεγονός. Τό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ καί τό γεγονός τῆς ἀναστάσεως. Πολύ ἁπλᾶ ἀλλά καί πολύ δυνατά τό κηρύττει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τό Εὐαγγέλιο πού παρέλαβα καί παρέδωσα, γράφει στήν ἀρχή τοῦ 15ου κεφ. τῆς Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς, εἶναι τοῦτο, ὅτι «Χριστός ἀπέθανεν ὑπέρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατά τάς Γραφάς καί ὅτι ἐτάφη καί ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτη ἡμέρᾳ κατά τάς Γραφάς καί ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἴτα τοῖς δώδεκα...». Μέ ἁπλᾶ λόγια. Ὁ Χριστός πέθανε καί ἐτάφη, γεγονός πού φανερώνει ὅτι ἦταν πραγματικός ἄνθρωπος. Ἡ ταφή βεβαιώνει τό θάνατό του. Πέθανε γιά τίς ἁμαρτίες μας· ἄρα ὁ ἴδιος ἦταν ἀναμάρτητος. Ἀναστήθηκε τήν τρίτη μέρα καί φανερώθηκε πολλές φορές σέ διαφόρους. Οἱ ἐμφανίσεις του μαρτυροῦν, βεβαιώνουν τήν ἀνάστασή του καί ἡ ἀνάσταση τήν θεότητά του. Ἔτσι κηρύττει καί γράφει συνεχῶς ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τόσο δυνατά κήρυξε τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ καί τήν ἀνάστασή του στήν Ἀθήνα, στόν Ἄρειο Πάγο, ὥστε πολλοί ἀπό τούς ἀκροατές του, πού δέν κατάλαβαν καλά, ἔλεγαν ὅτι τούς κήρυξε γιά τόν Θεό Ἰησοῦ καί τή θεά Ἀνάσταση. Ἐμεῖς ὅμως καταλαβαίνουμε πολύ καλά τί κήρυξε ὁ ἀπόστολος στούς Ἀθηναίους. Ἀλλά καί οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι κηρύττουν τό ἴδιο κήρυγμα. Τό κήρυγμα αὐτό τό ἔχουμε στήν Κ. Διαθήκη. Ὁλόκληρη ἡ Κ.Δ. εἶναι ἕνα ρητό, ἕνα χωρίο, μιά μαρτυρία πού βεβαιώνει τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀνάστασή του.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Θά εἴχατε τήν καλωσύνη, κ. καθηγητά, νά μᾶς δώσετε ὁρισμένα συγκεκριμένα στοιχεῖα;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Εὐχαρίστως. Ἀνοίγω τήν ἁγία Γραφή καί ἀπό τήν πληθώρα τῶν χωρίων θά διαβάσω ἐκεῖνα στά ὁποῖα ὁ Χριστός ρητῶς ἀναφέρεται ὡς Θεός.
Α. Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.
1. Ἠσαΐας 9,6· «Θεός ἰσχυρός».
2. Ψαλμ. 46,7· «ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τόν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος».
Β. Ἀπό τήν Καινή Διαθήκη
1. Μθ 1,23 «Ἰδού ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν, καί καλέσουσι τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἔστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός».
2. Ἰω. 1,1· «Καί Θεός ἦν ὁ Λόγος».
3. Ἰω. 20,28· «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου».
4. Πρξ. 20,28· «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καί παντί τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τήν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ, ἥν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος».
5. Ρω 9,5· «Ἐξ ὧν ὁ Χριστός τό κατά σάρκα, ὁ ὤν ἐπί πάντων Θεός εὐλογητός εἰς τούς αἰῶνας».
6. Β΄ Κο 5,19· «Θεός ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων ἑαυτῷ».
7. Φι. 2,6· «ὅς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμόν ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ».
8. Κλ 2,9· «ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς».
9. Α΄ Τι 3,16· «Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί».
10. Ττ 2,13· «τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
11. Β΄ Πέ 1,1· «ἐν δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καί σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ».
12. Α΄ Ἰω. 5,20· «καί ἐσμεν ἐν τῷ ἀληθινῷ, ἐν τῷ υἱῷ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστῷ. Οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινός Θεός καί ζωή αἰώνιος».
Ἐπαναλαμβάνω ὅτι οἱ μαρτυρίες αὐτές εἶναι ἐλάχιστες. Γιατί ὅποιο κεφάλαιο τῆς Κ. Διαθήκης διαβάσετε καί σέ ὅποια σελίδα ἀνοίξετε, θά βρεῖτε μία καί περισσότερες μαρτυρίες γιά τή θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιά νά ἀρνηθεῖ κανείς τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ, πρέπει πρῶτα νά ἀπορρίψει τήν ἁγία Γραφή. Οἱ ἄπιστοι πού δέν δέχονται τή Γραφή δέν παραδέχονται καί τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πολύ σωστά, κ. καθηγητά, γιά τούς ἀπίστους. Εἶναι ὅμως ἐντελῶς ἀκατανόητο, πῶς ἄνθρωποι πού διαβάζουν τή Γραφή, καί μάλιστα πού θέλουν νά ὀνομάζονται σπουδασταί τῆς Γραφῆς, ἀρνοῦνται τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ μας ἔπειτα ἀπό τόσα γραφικά χωρία.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Καί ὅμως οἱ λεγόμενοι «σπουδασταί τῆς Γραφῆς» ἀποδεικνύεται ὅτι εἶναι χειρότεροι ἀπό τούς ἀπίστους. Διότι οἱ ἄπιστοι ἀρνοῦνται τή Γραφή, ἐνῶ αὐτοί διαστρέφουν τή Γραφή.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ὅλα αὐτά τά χωρία πού ἀναφέρατε πῶς τά διαβάζουν, πῶς τά διαστρεβλώνουν;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Πρῶτα–πρῶτα ἰσχυρίζονται ὅτι τό «Θεός» εἶναι ἐπίθετο καί σημαίνει ἰσχυρός. Ἔπειτα λέγουν ὅτι ἡ Γραφή ὀνομάζει καί ἄλλους θεούς, τόν σατανᾶ «θεόν τοῦ αἰῶνος τούτου», τήν κοιλία, πού γιά πολλούς εἶναι θεός. Ἐπίσης ἀναφέρουν ἕνα χωρίο ἀπό τούς Ψαλμούς· «Ἐγώ εἶπα, θεοί ἐστε» (Ψα ). Πόσο σαθρά εἶναι τά ἐπιχειρήματά τους εἶναι ὁλοφάνερο. Γιά τό χωρίο τῶν Ψαλμῶν παίρνουν τήν ἀπάντηση ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἰησοῦ ἄν διαβάσουν τό λόγο του, πού εἶναι στό κατά Ἰωάννην, κεφ. 10, ἐκεῖ πού ὁ Κύριος λέγει· «Ἐγώ καί ὁ Πατήρ ἕν ἐσμεν» καί πού ἀναφέρει τό χωρίο αὐτό τῶν Ψαλμῶν. Γιά τό δεύτερο ἐπιχείρημα, συμφωνῶ ὅτι ἡ Γραφή ὀνομάζει καί ἄλλους θεούς, ὅπως τόν σατανᾶ, τήν κοιλία. Ἀλλά τέτοιος θεός εἶναι, ὦ ψευδομάρτυρες, ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Ἔπειτα ὀνομάζει ἡ Γραφή καί ἄλλους θεούς. Τούς ἀναγνωρίζει ὅμως; Τούς δέχεται γιά θεούς; Ὁ Χριστός χαρακτηρίζεται ὁ μεγάλος Θεός, ὁ ἀληθινός Θεός, ὁ μόνος Θεός, ὁ εὐλογητός εἰς τούς αἰῶνας Θεός. Ὅσο γιά τό ὅτι ἡ λέξη Θεός εἶναι ἐπίθετο, δέν μειώνει καθόλου τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Μήπως τά περισσότερα ὀνόματα δέν προέρχονται ἀπό ἐπίθετα; Μήπως τό ὄνομα Γιαχβέ ἤ Ἰεχωβᾶ, πού ἐξηγεῖται ὤν, δέν εἶναι μετοχή καί στή χρήση ἐπίθετο, πού κατέληξε νά γίνει ὄνομα; Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι ἐπίθετο καί ἄρα κατώτερο ἀπό τό Γιαχβέ, γιατί τότε, ὦ μάρτυρες, προσπαθεῖτε νά διαστρεβλώσετε τό χωρίο «οὐχ ἁρπαγμόν ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ» καθώς καί τό φοβερό χωρίο τῶν Πράξεων 20,28 πού μιλᾶ γιά τό αἶμα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί σεῖς τό κάνετε «διά τό αἶμα τοῦ ἰδίου Υἱοῦ»;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἀπ’ ὅσα ἀκούω, κ. καθηγητά, διαπιστώνω ὅτι οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ κάνουν τό πᾶν, ἀρκεῖ νά μειώσουν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἄφοβα κηρύττουν καί γράφουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι κτίσμα, τό πρῶτο κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει Υἱός τοῦ Θεοῦ! Καί γιά ἐπιχείρημα ἀναφέρουν τόν ὅρο «πρωτότοκος». Ἐδῶ πιάνονται ὄχι μόνο νά μή γνωρίζουν τήν ἁγία Γραφή, ἀλλά οὔτε καί στοιχειώδη γράμματα. Γιατί ἄν ἤξεραν γράμματα καί γραμματική, δέν θά τολμοῦσαν νά χρησιμοποιήσουν τό «πρωτότοκος» γιά ἐπιχείρημα, γιατί αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού πέφτει σάν βόμβα ἐπάνω τους καί τούς διαλύει. Τό «πρωτότοκος» δέν σημαίνει τό πρῶτο κτίσμα ἤ τό πρῶτο δημιούργημα, ἀλλά τό πρῶτο γέννημα. Καί ἐπειδή δέν ὑπάρχει καί δεύτερο γέννημα στόν Θεό Πατέρα, ὀνομάζεται ὀ Ἰησοῦς πρωτότοκος καί μονογενής. Καί ὑπάρχει διαφορά μεταξύ γεννήματος καί δημιουργήματος; Ὑπάρχει καί μάλιστα τεράστια. Διαφέρουν ὅσο διαφέρει τό ἔπιπλο πού φτιάχνει ὁ ἐπιπλοποιός ἀπό τό παιδί πού γεννάει. Ὅσο διαφέρει ἡ φωτογραφία τοῦ παιδιοῦ του πού φωτογραφεῖ ὀ φωτογράφος πατέρας ἀπό τό ἴδιο τό παιδί πού δέν τό ζωγράφισε, δέν τό ἔφτιαξε, ἀλλά τό γέννησε. Καί τά μέν δημιουργήματα ἔχουν στοιχεῖα πού δείχνουν τίς ἰδιότητες τῶν δημιουργῶν τους, τά δέ γεννήματα ἔχουν τήν οὐσία, ὅλη τήν οὐσία καί τήν ἴδια οὐσία τῶν γεννητόρων, τά παιδιά τῶν γονέων τους. Ὅπως ἀπό τό φυτό γεννιέται φυτό, ἀπό τό ζῶο ζῶο, ἀπό τόν ἄνθρωπο ἄνθρωπος ἔτσι ἀπό τόν Θεό γεννιέται Θεός. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ εἶναι Θεός ὅπως καί ὁ Πατέρας. Ὁ Υἱός εἶναι ὁμοούσιος, ἔχει τήν ἴδια οὐσία, μέ τόν Πατέρα. Ἀπό αὐτό φαίνεται πόσο τυφλοί εἶναι οἱ σπουδασταί τῆς Γραφῆς, ὅταν δέν βρίσκουν μέσα σέ ὅλη τή Γραφή οὔτε μία φορά τήν λέξη ὁμοούσιος. Καί ὅμως ὑπάρχει τόσες φορές ὁ τίτλος Υἱός Θεοῦ, πού σημαίνει ὁμοούσιος. Ἀλλά αὐτό παθαίνουν ἐκεῖνοι πού ψάχνουν νά βροῦν λέξεις καί ὄχι ἀλήθειες. Αὐτό πού ἔπαθαν μέ τή λέξη Ἰεχωβᾶ τό ἔπαθαν καί μέ τό ὁμοούσιος. Ἐκεῖ παίρνουν τή λέξη χωρίς περιεχόμενο, ἐδῶ δέν βρίσκουν τή λέξη καί δέν ἀγγίζουν κἄν τό περιεχόμενο. Ἔτσι τυφλώνει καί ἔτσι μωραίνει ὁ σατανᾶς τούς συνεργάτες του, γιά νά τούς χρησιμοποιεῖ στό ἔργο του.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μέ πολύ ἐνδιαφέρον σᾶς ἀκοῦμε, κ. καθηγητά, καί χαιρόμαστε μά¬λιστα γιά τήν καθάρια πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας. Λυπούμαστε ὅμως εἰλικρινά γιά τό παραστράτημα αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά εἶναι ἀδικαιολόγητοι νά ἑρμηνεύουν τό «πρωτότοκος», πρῶτο κτίσμα, καί νά μή θέλουν νά παραδεχθοῦν, ὅτι ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ, εἶναι καί Θεός, εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα. Θά σᾶς παρακαλούσαμε στά λίγα λεπτά πού μᾶς μένουν νά συνεχίσετε.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἕνα δεύτερο χωρίο πού χρησιμοποιοῦν εἶναι τό τῆς Ἀποκαλύψεως 3,14, ὅπου ὁ Χριστός λέγεται «ἡ ἀρχή τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ». Ἄρα, λένε, εἶναι τό ἀρχικό, τό πρῶτο κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Ἄν διαβάσει κανείς ὅμως ὁλόκληρο τό χωρίο, θά διαπιστώσει ὅτι καί τό χωρίο αὐτό εἶναι μιά ὁλοκάθαρη ὁμολογία τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὀνομάζεται ὁ Χριστός «ὁ Ἀμήν», πού σημαίνει ὅ,τι καί ὁ Γιαχβέ. Ἔπειτα ἡ λέξη «ἀρχή» ἐδῶ δέν σημαίνει τήν ἔναρξη, ἀλλά τόν ἀρχηγό, τήν κεφαλή· ὅπως λέμε «ἀρχαί καί ἐξουσίαι». Ὁ Χριστός, πού εἶναι τό πᾶν, εἶναι καί ὁ ἐξουσιαστής, ὁ ἀρχηγός τοῦ σύμπαντος, ὑλικῆς καί πνευματικῆς δημιουργίας. Συνιστῶ στούς σπουδαστές τῆς Γραφῆς, ὅταν ξαναδιαβάσουν τό χωρίο αὐτό, νά κάνουν τόν κόπο νά διαβάσουν καί τό πρῶτο κεφάλαιο τῆς πρός Κολασσαεῖς Ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου.
Καί ἐπειδή συστηματικά ἀποφεύγουν τή συζήτηση, τούς ρωτῶ: Ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού παρουσιάζεται στή Γραφή ὅτι εἶναι ὁ δημιουργός τοῦ σύμπαντος, ὁ κυβερνήτης καί συντηρητής τοῦ κόσμου, ὁ ἀναδημιουργός τῆς κτίσεως, ὁ κριτής τοῦ παντός, ὁ κληρονόμος πάντων; Ἡ ἀπάντηση ὑποχρεωτικά εἶναι: Ὁ ἕνας καί ἀληθινός Θεός. Ἄς διαβάσουν τώρα τό α΄ κεφ. τῆς πρός Ἑβραίους Ἐπιστολῆς νά διαπιστώσουν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Υἱός. Γι΄ αὐτόν τά γράφει ὅλα αὐτά ὁ Παῦλος.
Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 106-108