Ἐν ἀρχῇ ἦν ἡ κ. Ρεπούση πού προσπαθοῦσε νά πείσει τά Ἑλληνόπουλα ὅτι ἡ Τουρκοκρατία ἦταν μία ἱδανική περίοδος γιά τούς προγόνους μας. Στή συνέχεια ἦλθε ἡ τετράτομη Ἱστορία τῶν Βαλκανίων πού χρηματοδοτήθηκε ἀπό τόν γνωστό χρηματιστή Τζόρτζ Σόρος καί κινεῖται στήν ἴδια γραμμή ὑπέρ τῶν Ὀθωμανῶν. Μετά ἦλθε στήν ἐπικαιρότητα ἡ ἄποψη ὅτι πρίν ἀπό τό 1821 δέν ὑπῆρχε συγκροτημένη ἑλληνική ἐθνική συνείδηση, ἀλλά οἰ εὐρωπαῖοι Διαφωτιστές μᾶς ἔμαθαν νά λέμε ὅτι εἴμαστε Ἕλληνες. Ὅλα αὐτά τά ἱδεολογήματα συγκεντρώνονται σήμερα στή νέα τηλεοπτική σειρά τοῦ ΣΚΑΪ γιά τό 1821.
Δέν προσχωρῶ σέ συνωμοσιολογίες, ἀλλά πολλοί συμπατριῶτες μας εὐλόγως διερωτῶνται ἄν ὑπάρχει πολιτική σκοπιμότητα πίσω ἀπό τήν ἐργώδη αὐτή προσπάθεια νά ξαναγραφεῖ ἤ μᾶλλον νά σβηστεῖ ὁριστικά ἡ Ἑλληνική Ἱστορία. Ἀφήνω τήν ἀπάντηση στόν κάθε νουνεχῆ ἀναγνώστη καί θά ἀσχοληθῶ μέ τήν ἀμιγῶς ἰστορική πλευρά τῆς ὑποθέσεως.
Ἐρώτημα πρῶτον. Ἔχει δίκιο ἡ ἄποψη πού προβάλλεται στή σειρά τοῦ ΣΚΑΪ ὅτι ἡ ἐθνική συνείδηση τῶν Νεοελλήνων διαμορφώθηκε μόλις λίγα χρόνια πρίν ἀπό τό 1821;
Φυσικά ὄχι. Ἑκατοντάδες μαρτυρίες Ἑλλήνων καί ξένων, κληρικῶν καί λαϊκῶν, περισσότερο ἤ λιγότερο μορφωμένων διαψεύδουν τούς συντελεστές τῆς σειρᾶς.
Ἑλληνικό ἔθνος μέ συνείδηση ἑνότητος ὑπάρχει ἀπό τήν Ἀρχαιότητα. Ἤδη τόν 5ο αἱώνα π.Χ. ὁ Ἡρόδοτος καταγράφει τά συνδετικά στοιχεῖα πού ἕνωναν τίς ἑλληνικές πόλεις-κράτη: ἡ κοινή καταγωγή, ἡ γλώσσα, ἡ θρησκεία, τά ὁμότροπα ἤθη. Συνεχίζεται αὐτή ἡ συνείδηση στήν ἑλληνιστική καί βυζαντινή περίοδο, μέ ἀποκορύφωμα τήν ἀπάντηση τοῦ αὐτοκράτορα τῆς Νικαίας Ἰωάννη Βατάτζη πρός τόν πάπα Νικόλαο Θ΄ τό 1250: Εἴμαστε τό ἀρχαῖο γένος τῶν Ἑλλήνων, ἀπό τό ὁποῖο ἄνθισε ἡ σοφία γιά ὅλον τόν κόσμο. Συνεχίζεται μέ τήν τελευταία ὁμιλία τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ὅταν ὀνομάζει τήν Κωνσταντινούπολη «ἐλπίδα καί χαρά πάντων τῶν Ἑλλήνων».
Γύρω στό 1700 ὁ φλογερός ἰεροκήρυκας Ἠλίας Μηνιάτης παρακαλεῖ τήν Παναγία ὡς ἑξῆς: «Ἕως πότε τό τρισάθλιον γένος τῶν Ἑλλήνων ἔχει νά εὑρίσκεται εἱς τά δεσμά μίας ἀνυποφέρτου δουλείας;». Οἰ ὅροι Ρωμιός, Γραικός καί Ἕλλην χρησιμοποιοῦνται ταυτόχρονα καί μέ παρεμφερῆ σημασία. Χαρακτηριστικό εἶναι τό ποίημα τοῦ Ματθαίου ἐπισκόπου Μυρέων, ὁ ὁποῖος τό 1619 θρηνεῖ γιά τήν Ἅλωση χρησιμοποιώντας γιά τό ἔθνος μας καί τά τρία αὐτά ὀνόματα.
Ἀπό τό 1529 ἕως τό 1821 τό δημοφιλέστερο ἀνάγνωσμα τοῦ λαοῦ μας ἦταν ἡ «Φυλλάδα τοῦ Μεγαλέξανδρου», πού θύμιζε τή δόξα τῶν ἀρχαίων προγόνων. Τό 1708 ὁ Νικόλαος Μαυροκορδάτος στό ἔργο του «Φιλοθέου Πάρεργα» γράφει ὅτι εἴμαστε τό γένος τῶν «ἄγαν Ἑλλήνων», δηλαδή καθαρόαιμοι Ἕλληνες. Καί οἰ καραβοκύρηδες ἐπί Τουρκοκρατίας τοποθετοῦσαν στά πλοῖα τους ὡς ἀκρόπρωρα τίς μορφές τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων. Λαός, λοιπόν, καί διανοούμενοι γνωρίζουν πολύ καλά ὅτι ὑπάρχει συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Ἐρώτημα δεύτερο: Περνοῦσαν καλά οἰ Ἕλληνες ἐπί Τουρκοκρατίας, μέ δικαιώματα καί ἐλευθερίες, ὅπως ἀκούσαμε ἀπό τόν ΣΚΑΪ στίς 25.1.2011;
Ἄς ἀφήσουμε τίς μαρτυρίες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης νά ἀπαντήσουν: Στά μέσα τοῦ 17ου αἱῶνος ὁ γάλλος Ἰησουΐτης Ρισάρ καταγράφει τίς ἐντυπώσεις του ἀπό τήν ὑπόδουλη Ἑλλάδα: «Νά σκεφθεῖ κανείς ὅτι οὐδέποτε ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Νέρωνος, τοῦ Δομητιανοῦ καί τοῦ Διοκλητιανοῦ ἔχει ὑποστεῖ ὁ Χριστιανισμός διωγμούς σκληρότερους ἀπό αὐτούς πού ἀντιμετωπίζει σήμερα ἡ ἀνατολική Ἐκκλησία…».
Τόν 17ο αἱώνα ὁ μουσουλμάνος περιηγητής Ἐβλιγιά Τσελεμπῆ περιγράφει βιαίους ἐξισλαμισμούς καί παιδομάζωμα στή Βέροια, στήν Ἔδεσσα καί σέ ἄλλες πόλεις. Τό δημοτικό μας τραγούδι ἔχει καταγράψει τό θρῆνο τῶν μανάδων γιά τά παιδιά τους ὡς ἑξῆς: «Ἀνάθεμά σε, Βασιλιά (σ.σ. Σουλτάνε) καί τρισανάθεμά σε…. νά μάσεις παιδομάζωμα, νά κάνεις Γενιτσάρους… πέρσυ πῆραν τόν γιόκα μου, φέτος τόν ἀδελφό μου»!
Περί τό 1760 ὁ Ἰωάννης Πρίγκος ἀπό τό Πήλιο γράφει: «Τέτοιος βάρβαρος ἄδικος εἶναι ὁ Τοῦρκος».
Στά τέλη τοῦ 18ου αἱῶνος ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καταγράφει 87 ἀπό τά ἀναρίθμητα μαρτύρια Νεομαρτύρων, δηλαδή χριστιανῶν πού βασανίσθηκαν καί θανατώθηκαν λόγῳ τῆς χριστιανικῆς τους πίστης.
Ὁ Φωτάκος Χρυσανθόπουλος, ὑπασπιστής τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, στά Ἀπομνημονεύματά του μᾶς δίνει μαρτυρία κρυφοῦ σχολειοῦ πού ὀργάνωναν οἰ ἰερεῖς φοβούμενοι τούς Τούρκους.
Ἐρώτημα τρίτο: Οἰ κλέφτες ἦσαν ἐθνικοί ἀγωνιστές ἤ φυγόδικοι ἐγκληματίες, ὅπως ἀκούσαμε ἀπό τόν ΣΚΑΪ;
Ἄν κάποιος Ἕλληνας βλέποντας τόν Τοῦρκο νά βιάζει τήν ἀδελφή του ἐπετέθη στόν βιαστή, τότε ναί, ἴσως κάποιοι ἀπό τούς κλέφτες τῶν βουνῶν νά ἦσαν φυγόδικοι· ἀλλά ἀπό τό ἄδικο δικαστήριο τοῦ κατακτητῆ. Σημαντική λεπτομέρεια, ἡ ὁποία ἀποσιωπήθηκε. Ὅσο δέ γιά τήν συνείδηση τῶν ἴδιων τῶν κλεφτῶν, τήν ἐξηγεῖ ὁ Θ. Κολοκοτρώνης, ὁ ὁποῖος ἀνδρώθηκε μέσα στήν κλεφτουριά. Λέγει, λοιπόν, στόν Ἄγγλο Ναύαρχο Χάμιλτον ὅτι οἰ κλέφτες καί οἰ ἀρματολοί στά βουνά εἶναι ἡ φρουρά τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ἡ ὁποία συνεχίζει ἀκόμη νά πολεμᾶ.
Ἐρώτημα τέταρτο: Ἦσαν μόνο οἱκονομικά τά αἴτια τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως;
Αὐτή τή μονομερῆ ἑρμηνεία τήν καθιέρωσαν κάποτε οἰ ἕλληνες μαρξιστές, ἀλλά οἰ ἴδιοι τήν ἀπέσυραν στό συνέδριο τοῦ Κέντρου Μαρξιστικῶν Ἐρευνῶν τό 1981. Ὅμως ἀξία ἔχει ἡ ἄποψη τῶν ἴδιων τῶν ἀγωνιστῶν: «Μάχου ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος», διεκήρυξε ὁ Ἀλ. Ὑψηλάντης τόν Φεβρουάριο τοῦ 1821. «Ἀγωνιζόμαστε γιά τόν Χριστό καί τόν Λεωνίδα», ἔγραφε ἡ προκήρυξη τοῦ Ἀθανασίου Διάκου πού δημοσιεύθηκε σέ ἱταλική ἐφημερίδα τῆς Τεργέστης.
Κωνσταντίνος Χολέβας