Οἱ σημαῖες τοῦ 1821

 Φλάμπουρο ἤ μπαϊράκι ἤ παντιέρα,
λεύτερα σύννεφα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀγέρα!
 Ὀρθοδοξία κι Ἑλληνισμός ὑφασμένα σ᾿ ἕνα σεμνό πανί, ἐμψύχωναν στό ξεδίπλωμά τους τήν ἑλληνική ψυχή τοῦ Εἰκοσιένα.
 simaia 1821 Ἔτσι πολεμήσαμε. Μέ τοῦ «ἐν τούτῳ Νίκα» τήν ἰαχή, μέ τό «μάχου ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος», μέ τό «ἐλευθερία ἤ θάνατος». Κάθε ἐπαναστατική ἐξέγερση τοῦ ᾿21 εἶχε τή δική της σημαία, πού συνήθως ἦταν αὐτοσχέδια ἐπινόηση τοῦ ἀρχηγοῦ της. Ἐκτός ἀπό τό σταυρό, πού ἦταν τό κοινό χαρακτηριστικό τόσο στίς σημαῖες τῆς στεριᾶς ὅσο καί στῆς θάλασσας, εἶχαν παραστάσεις μέ τόν Χριστό, τήν Παναγία ἤ ἕναν ἅγιο, συνήθως τόν ἅγιο Γεώργιο. Ἄλλες σημαῖες εἶχαν ἕνα μαῦρο ἀετό μέ κορώνα ἤ τό δικέφαλο. Ὁ τύπος τῆς σημαίας μέ τόν ἀετό καί τό σταυρό φαίνεται νά κυριάρχησε στή Ρούμελη, ἐνῶ στό Μωριά οἱ σημαῖες ἔφεραν συνήθως τόν ἅγιο Γεώργιο ἤ ἄλλο ἅγιο μέ διάφορες ἐπιγραφές.
 Οἱ σημαῖες τοῦ ᾿21 διέφεραν μεταξύ τους στή στεριά καί στή θάλασσα, στή μάχη (μπαϊράκι) ἤ στό πανηγύρι (φλάμπουρο). Ὡστόσο ὅλες εἶχαν τό σημάδι τῆς νίκης, τό σταυρό. Ὁ Θοδωρής Κολοκοτρώνης, τό 1806, εἶχε σημαία μέ τό σταυρό τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα καί οἱ Μανιάτες πρόσθεσαν σ᾿ αὐτόν ἐπιγραφές, ὅπως «Ἰησοῦς Χριστός Νικᾶ» κ.ἄ. Ὁ Ρήγας πρότεινε τρίχρωμη σημαία μέ τό ρόπαλο τοῦ Ἡρακλέους καί τρεῖς σταυρούς.
  Ἡ σημαία, πού πρωτοΰψωσε ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης (22 Φεβρουαρίου 1821 στό Ἰάσιο), ἦταν τρίχρωμη. Ἀπό τή μιά ὄψη ἔφερε τό μυθικό φοίνικα μέ τήν ἐπιγραφή «ἐκ τῆς στάκτης μου ἀναγεννῶμαι». Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά εἶχε ἐρυθρό σταυρό μέσα σέ δάφνινο στεφάνι καί τήν ἐπιγραφή «ἐν τούτῳ Νίκα». Μ᾿ αὐτήν τή σημαία πολέμησε στό Δραγατσάνι ὁ Ἱερός Λόχος. Παρόμοιες σημαῖες ὑψώθηκαν στή μακεδονική γῆ, στίς ἐπαναστάσεις τῆς Χαλκιδικῆς καί τῆς Νάουσας.
 Ὁ Διάκος σχημάτισε τή σημαία του «χρῶμα μέν φέρουσα λευκόν, σύμβολα δέ τόν ἅγιο Γεώργιο καί τήν ἐπιγραφήν μέ μεγάλα γράμματα ῾Ἐλευθερία ἤ θάνατος᾿». Ὁ Μᾶρκος Μπότσαρης εἶχε σημαία ὁλόλευκη μέ σταυρό πλαισιωμένο ἀπό δάφνη. «Ἐλευθερία! Θρησκεία! Πατρίς!», «ἰδού τό ἔμβλημα», γράφουν στούς Παργίους ὁ Μᾶρκος Μπότσαρης καί ὁ Κίτσος Τζαβέλλας. Ἡ σημαία τῶν «Ἐλεύθερων Πολιορκημένων», πού προηγήθηκε κατά τήν ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου, ἦταν ἡ πολεμική σημαία τῶν Σουλιωτῶν. Στή μιά ὄψη εἶχε τόν ἅγιο Γεώργιο καί στήν ἄλλη τόν ἅγιο Δημήτριο.
 Ἡ σημαία τῆς Ἁγίας Λαύρας δέν ἦταν ἄλλη ἀπό τό πορφυρό καί χρυσοκέντητο παραπέτασμα τῆς Ὡραίας Πύλης μέ τήν παράσταση τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἡ σημαία τοῦ Ἀγώνα τῆς Ἀνεξαρτησίας, πού σχεδίασε ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός καί ὕψωσε ὁ Γεώργιος Σισίνης τό 1821 στήν Ἤλιδα, ἔφερε τόν ἱερό δεσμό τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας μέ τίς 16 στῆλες, σταυρό μέσα σέ στεφάνι ἐλιᾶς καί λογχοφόρες σημαῖες μέ τά γράμματα ΗΕΑ (ἤ ἐλευθερία) ΗΘΣ (ἤ θάνατος).
eleutheria thanatos Οἱ θαλασσινοί καταδρομεῖς εἶχαν τήν παντιέρα. Ὁ Λάμπρος Κατσώνης κοντά στή ρωσική σημαία εἶχε καί τή δική του, ἄσπρη μέ γαλάζιο σταυρό καί τήν παράσταση τοῦ ἁγίου Κων/νου καί τῆς ἁγίας Ἑλένης μέ τό «ἐν τούτῳ Νίκα». Ἡ σημαία τοῦ πυρπολητῆ Κων/νου Κανάρη εἶχε πέντε ὁριζόντιες γραμμές καί λευκό σταυρό, ἐνῶ τοῦ ναυάρχου Ἀνδρέα Μιαούλη ὀκτώ ὁριζόντιες γραμμές καί κυανό σταυρό. Ἡ σημαία τῶν Ψαρῶν ἦταν λευκή. Γύρω ἔφερε ἐρυθρή ταινία, πού συμβόλιζε τό ποτάμι τοῦ αἵματος πού χύθηκε. Εἶχε σχεδιασμένο ἕνα σταυρό πού πατοῦσε στήν ἡμισέληνο καί μιά ἄγκυρα περιτυλιγμένη ἀπό φίδι. Πάνω ἀπό τό κεφάλι του ἕνα πτηνό δάγκωνε μέ τό ράμφος του τή γλῶσσα τοῦ φιδιοῦ. Ἀκόμα εἶχε μιά λόγχη καί τήν ἐπιγραφή «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η ΘΑΝΑΤΟΣ». Ἡ ἄγκυρα μαζί μέ τό σταυρό ἦταν τό κοινό χαρακτηριστικό τῆς σημαίας τῆς θάλασσας στόν ἀγώνα τοῦ ᾿21.
 Διάφορες ἀπό τίς σημαῖες τοῦ Ἀγώνα τῆς Ἀνεξαρτησίας μας ἀπό τόν Ὀθωμανικό ζυγό, μετά ἀπό πολλές περιπέτειες, διαφυλάσσονται σήμερα στό Μουσεῖο τῆς ἱστορικῆς Ἐθνολογικῆς Ἑταιρείας τῆς Ἑλλάδος. Ἐκεῖ μαζί μέ ἄλλα κειμήλια τοῦ Ἔθνους σκιαγραφοῦν τή βαθιά ὀρθόδοξη, ἑλληνική ψυχή, πού γιγαντώνεται σέ ὅλους τούς καιρούς ἀντλώντας δύναμη ἀπό τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη στέκουν ἐκεῖ τά χνάρια τά σίγουρα, πού ὁδηγοῦν στή νίκη καί στή δόξα κι ἀναρριπίζουν μέσα μας τά ἰδανικά μας, καθώς ξετυλίγουν μπροστά μας τό σύνθημα τῶν ἡρώων τοῦ ᾿21· «Μάχου ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος».
Νικόδημος
Ἀπολύτρωσις 53 (1998) 68-69