Ὅπως κάθε χρόνο ἔτσι καί φέτος ὁ ἑορτασμός τῆς 25ης Μαρτίου 1821 θά συνοδευθεῖ ἀπό τή μονότονη προσπάθεια κάποιων «προοδευτικῶν» νά ξαναγράψουν τήν Ἱστορία. Μόνιμος στόχος τῶν συγκεκριμένων διανοουμένων καί ἀρθρογράφων εἶναι τό Κρυφό Σχολειό. Τό χαρακτηρίζουν μύθο καί τό χλευάζουν. Προφανῶς εἶναι ἀνιστόρητοι ἤ ἐμπαθεῖς ἤ καί τά δυό μαζί. Ἀντιλαμβάνομαι ὅτι οἱ στόχοι τους εἶναι δύο: Πρῶτον, νά ὑποβαθμίσουν τόν πατριωτικό ρόλο τῆς Ἐκκλησίας καί δεύτερον, νά ἐξωραΐσουν τήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία καί νά τήν παρουσιάσουν φιλελεύθερη καί ἀνεκτική.
Ἄς ἔλθουμε στόν πρῶτο στόχο τους. Τούς ἐνοχλεῖ ἡ ὑπενθύμιση ὅτι στά δύσκολα χρόνια τῆς δουλείας ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί οἱ κληρικοί ἀνέλαβαν τήν ἐκπαίδευση καί τήν ἐθνική ἀφύπνιση τῶν ὑποδούλων. Δέν θά καταφύγουμε σέ μαρτυρίες Ἑλλήνων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Θά θυμίσουμε τί ἔγραφε σέ ἐπιστολή του ὁ ρωμαιοκαθολικός Γκέρλαχ, πάστορας τῆς γερμανικῆς Πρεσβείας τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1575. Ἀντιγράφουμε ἀπό τό σπουδαῖο σύγγραμμα τοῦ συγχρόνου μας γερμανοῦ ρωμαιοκαθολικοῦ κληρικοῦ καί νεοελληνιστῆ Γκέρχαρντ Ποντσκάλσκι «Ἡ Ἑλληνική Θεολογία ἐπί Τουρκοκρατίας» (ἑλληνική ἔκδοση Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος Ἐθνικῆς Τραπέζης, 2005): «Πουθενά σέ ὁλόκληρη τήν Ἑλλάδα δέν εὐδοκιμεῖ ἡ μελέτη. Δέν ὑπάρχουν δημόσιες ἀκαδημίες ἤ καθηγητές, μέ ἐξαίρεση τά κοινά σχολεῖα, ὅπου διδάσκονται τά ἀγόρια ἀνάγνωση μέ τό Ὡρολόγιο, τήν Ὀκτώηχο, τό Ψαλτήριο καί ἄλλα βιβλία πού χρησιμοποιοῦνται στίς ἀκολουθίες. Ἐλάχιστοι ὅμως ἀπό τούς ἱερεῖς καί τούς μοναχούς κατανοοῦν πραγματικά αὐτά τά βιβλία» (σελ. 86). Νά, λοιπόν, πού ἕνας γερμανός κληρικός τοῦ 16ου αἰῶνος, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε κανένα λόγο νά κατασκευάζει μύθους ὑπέρ τοῦ ὀρθοδόξου κλήρου, παραδέχεται σέ ἐπιστολή του πρός τόν γερμανό λόγιο Μαρτίνο Κρούσιο, ὅτι οἱ μοναχοί καί οἱ κληρικοί ἦταν οἱ μόνοι πού ἀγωνιζόντουσαν κατά τήν περίοδο ἐκείνη νά μορφώσουν τά Ἑλληνόπουλα, παρά τά δικά τους μορφωτικά κενά.
Ἐρχόμαστε τώρα στήν προσπάθεια τῶν κατασκευαστῶν τῆς «προοδευτικῆς Ἱστορίας» νά ἐξωραΐσουν τήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Ὑποστηρίζουν ὅτι δέν ὑπῆρχε καταπίεση εἰς βάρος τῆς παιδείας τῶν Ρωμιῶν. Ἄς δοῦμε ὅμως πῶς περιγράφει τό κλίμα τοῦ 17ου αἰῶνος ἕνας ἐπιφανής Ἕλληνας πού τελικά ἔχασε τή ζωή του λόγῳ τῆς ὑπερβολικῆς τόλμης του. Καταθέτουμε τή μαρτυρία τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Λουκάρεως, ὁ ὁποῖος στραγγαλίστηκε τό 1638 ἀπό τούς Τούρκους. Ἔγραφε τό 1616 σέ μία πραγματεία τουπροκήρυξη πρός τούς Ἕλληνες: «Ἠμποροῦσι νά εἴπουν οἱ Λατίνοι… μάθημα καί σοφίαν δέν ἔχετε, ἀμή εἶσθε δοῦλοι καί ἔχετε τούς Τούρκους πάνω ἀπό τά κεφάλια σας... Ὅσον πώς δέν ἔχομεν σοφίαν καί μαθήματα ἀλήθεια εἶναι... Ἡ πτωχεία καί ἡ ἀφαίρεσις τῆς βασιλείας μας τό ἔκαμαν καί ἄς ἔχωμεν ὑπομονήν». Ὁμολογεῖ ὁ Πατριάρχης μέ ἀρκετό θάρρος ὅτι οἱ Ἕλληνες δέν εἶχαν «μαθήματα», δηλαδή σχολεῖα, διότι ἦσαν ὑπόδουλοι. Ἔχασαν τό κράτος τους καί λόγῳ ἐχθρικῆς καταπίεσης δέν μποροῦν νά μορφωθοῦν, μέ ἀποτέλεσμα νά τούς εἰρωνεύονται οἱ δυτικοί χριστιανοί.
Ἐπισημαίνουν οἱ ἀμφισβητίες: Μά καλά τόν 18ο αἰώνα ἔχουμε πλέον ἀξιόλογα ἑλληνικά σχολεῖα στά Γιάννενα, στήν Κοζάνη, στή Σμύρνη, στό Ἅγιον Ὄρος κ.λπ. Καί ὁ Πατροκοσμᾶς σχολεῖα ἵδρυε. Ἀπαντοῦμε ὅτι τήν ἐποχή ἐκείνη εἶχε χαλαρώσει κάπως ἡ ὀθωμανική αὐθαιρεσία λόγῳ πιέσεων ἔξωθεν. Ὅμως καί τότε ἀκόμη ὑπῆρχε ἀνάγκη γιά κρυφά μαθήματα. Γιατί; Τήν ἀπάντηση δίνει ὁ γάλλος δημοσιογράφος Ρενέ Πυώ στό βιβλίο του «Δυστυχισμένη Βόρειος Ἤπειρος» (ἑλληνική ἔκδοση ΤΡΟΧΑΛΙΑ, Ἀθήνα χ.χρ.). Ὁ Πυώ ἀκολούθησε τό 1913 τόν ἑλληνικό στρατό πού ἀπελευθέρωσε τήν ἑνιαία Ἤπειρο καί διηγεῖται τί ἄκουσε σχετικά μέ τήν Τουρκοκρατία στό Ἀργυρόκαστρο: «Κανένα βιβλίο τυπωμένο στήν Ἀθήνα δέν γινόταν δεκτό στά σχολεῖα τῆς Ἠπείρου. Ἦταν ἐπιβεβλημένο νά τά προμηθεύονται ὅλα ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. Ἡ Ἑλληνική Ἱστορία ἦταν ἀπαγορευμένη. Στήν περίπτωση αὐτή λειτουργοῦσαν πρόσθετα κρυφά μαθήματα, ὅπου ὁ νεαρός Ἠπειρώτης μάθαινε γιά τή μητέρα πατρίδα, διδασκόταν τόν ἐθνικό της ὕμνο, τά ποιήματά της καί τούς ἥρωές της» (σελ. 126). Ἕνας γάλλος πολεμικός ἀνταποκριτής καταγράφει χωρίς φόβο καί πάθος τήν τουρκική πολιτική στόν τομέα τῆς παιδείας στίς ἀρχές τοῦ προηγουμένου αἰῶνος. Κρυφά μαθήματα γιά τά Ἑλληνόπουλα. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια, τήν ὁποία οἱ δῆθεν προοδευτικοί θέλουν νά ἀγνοοῦν. Προτιμοῦν νά ἐμφανίζονται καί ἀνιστόρητοι καί ἐμπαθεῖς. Ἀδιάψευστοι μάρτυρες εἶναι τά τοπωνύμια. Στήν Πελοπόννησο, στήν Κρήτη, στή Βοιωτία, στίς Κυκλάδες, στήν Ἤπειρο, στή Μακεδονία, στή Μικρά Ἀσία, παντοῦ ὅπου ἔζησε ὁ Ἑλληνισμός διασώζεται ἀκόμη τό τοπωνύμιο Κρυφό Σχολειό. Δέν μπορεῖ σέ τόσα διαφορετικά μέρη νά ... ἔπαθαν οἱ κάτοικοι ὁμαδική παράκρουση! Ἡ προφορική παράδοση ἀπό γενιά σέ γενιά διέσωσε στήν ἱστορική μνήμη τήν ἀλήθεια γιά τό Κρυφό Σχολειό. Αὐτήν ἀκριβῶς πού περιγράφει ὁ ὑπασπιστής τοῦ Κολοκοτρώνη Φώτιος Χρυσανθόπουλος ἤ Φωτάκος, ὅταν γράφει στόν Α΄ τόμο τῶν Ἀπομνημονευμάτων του (σελ. 46) ὅτι τήν παιδεία ἐπί Τουρκοκρατίας τήν εἶχαν στά χέρια τους οἱ ἱερεῖς καί ὅλα αὐτά «ἐγίνοντο ἐν τῷ σκότει καί προφυλακτά ἀπό τούς Τούρκους»!
Πολιτικός ἐπιστήμων