Οἱ δύο ἁλώσεις

theodosiano tixos
Κωνσταντινούπολη. Τό τριπλό Θεοδοσιανό τεῖχος. Παρέμεινε ἄπαρτο ἐπί ὀκτώ αἰῶνες ὥς τίς 13/4/1204, ὅταν τό κατέλαβαν οἱ σταυροφόροι.


  Συμπληρώθηκαν 800 καί πλέον χρόνια ἀπό τήν πρώτη ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπό τούς Λατινοφράγκους (1204). Στή μνήμη μας ἀμυδρά μόλις ἔχουμε συγκρατήσει τό σημαντικό αὐτό γιά τή μετέπειτα πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ συμβάν. Ἄλλωστε καί ἡ μνήμη τῆς δεύτερης ἅλωσης τῆς βασιλεύουσας, ἀπό τούς Ὀθωμανούς Τούρκους αὐτή τή φορά (1453), ἔχει ἀρκετά ξεθωριάσει, ἐνῶ πανηγυρίζεται ἔντονα στή γείτονα χώρα.
   Οἱ δυτικοί ἱστορικοί στά συγγράμματά τους, ἐνῶ δίνουν ἔμφαση στά γεγονότα τῆς δεύτερης πολιορκίας καί ἅλωσης, ἀποφεύγουν τήν ἐκτενῆ ἀναφορά στά γεγονότα τῆς πρώτης. Ἀσφαλῶς καί δέν ἔχουν διάθεση νά ἐπωμισθοῦν τίς εὐθύνες γιά τό ἔγκλημα πού διέπραξαν οἱ πρόγονοί τους. Μάλιστα πολλοί ἀπό αὐτούς ἀποδίδουν τά γεγονότα σέ τυχαία τροπή τῶν κινήτρων καί σκοπῶν τῶν ὀργανωτῶν τῶν σταυροφοριῶν, οἱ ὁποῖες, καθώς ὑποστηρίζουν ἀκόμη ἀρκετοί ἀπό αὐτούς, ἔγιναν μέ μοναδικό σκοπό νά ἀπελευθερώσουν τούς Ἁγίους Τόπους ἀπό τούς μουσουλμάνους κατακτητές. Καί ἀρκετοί δικοί μας, ἐπειδή δέν θέλουν νά δυσαρεστήσουν μέ τά γραφόμενά τους τούς σύγχρονους «ἱππότες» τῆς Δύσης, ἀναμασοῦν τίς δυτικές ἀναλύσεις στά συγγράμματά τους. Εὐτυχῶς πού κάποιοι, ἔστω ἐλάχιστοι, δυτικοί τολμοῦν καί «θέτουν τόν δάκτυλόν τους ἐπί τόν τύπον τῶν ἥλων» καί συντελοῦν στό νά διασωθεῖ ἡ ἱστορική ἀλήθεια.
   Ἄς δεχθοῦμε, λοιπόν, ὅτι τυχαῖα συμβάντα ἔφεραν τούς σταυροφόρους πρό τῶν πυλῶν τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἀλλά ἡ ἱστορία δέν σταματᾶ στήν εἴσοδο τῶν σταυροφόρων στήν Πόλη. Μᾶς διασώζει ὅτι οἱ εἰσβολεῖς προκάλεσαν τήν ὁλοσχερῆ σχεδόν καταστροφή της. Φόνευσαν, ἰδίως κληρικούς, βίασαν, ἅρπαξαν καί πούλησαν σκλάβους, λεηλάτησαν καί μάλιστα ἐπί σειράν ἐτῶν δημόσιους καί ἰδιωτικούς χώρους, πυρπόλησαν σημαντικό μέρος της. Σέ ἀντίθεση μέ τή συμπεριφορά αὐτή τῶν «χριστιανῶν» τῆς Δύσης, ἡ ἱστορία διασώζει πώς οἱ Ἄραβες, ὅταν κατέλαβαν τά Ἰεροσόλυμα, δέν προκάλεσαν καταστροφές, ἀλλά περιορίστηκαν σέ ἐπιβολή φόρου ἐπί τῶν κατοίκων. Ἀλλά καί ὁ Μωάμεθ ὁ πορθητής δέν προκάλεσε τόσης ἔκτασης λεηλασία κατά τή δεύτερη ἅλωση. Ἴσως γιατί δέν βρῆκε σημαντικά πράγματα νά λεηλατήσει, καθώς τόν εἶχαν προλάβει οἱ σταυροφόροι.
   Ἡ συμφορά προῆλθε ἀπό ἀπύθμενα πάθη μίσους καί μοχθηρίας ἑνός κόσμου πού διψοῦσε γιά δύναμη. Ὁ ἄρχων τοῦ Βατικανοῦ ἤθελε νά ἀναγνωρίζεται ἀπό ὅλους τούς χριστιανούς ὡς ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς. Οἱ Γερμανοί, διάδοχοι τοῦ Καρλομάγνου, διψοῦσαν γιά τήν ἀνασύσταση τῆς ἀχανοῦς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ὑπό τήν κυριαρχία τους. Οἱ Βενετοί ἤθελαν νά πλέουν μέ ἀσφάλεια σέ ὅλη τή Μεσόγειο. Ἔτσι, τίποτε δέν ὑπῆρξε τυχαῖο. Τά γεγονότα τῶν Σταυροφοριῶν καί ἡ καταστροφή τῆς Κωνσταντινούπολης εἰδικότερα ὑπῆρξαν τά πρῶτα δείγματα τοῦ ἀκόρεστου πάθους τῆς Δύσης γιά κυριαρχία.
   Ἐντυπωσιακό εἶναι ὅτι οἱ «κυρίαρχοι» εἶχαν ἐξασφαλίσει τήν «εὐλογία» τοῦ Θεοῦ μέσῳ τοῦ «ἀντιπροσώπου» του. Ὁ πάπας συγχωροῦσε τίς ἁμαρτίες τοῦ παρελθόντος ἀλλά καί προκαταβολικά τοῦ μέλλοντος στόν καθένα πού θά δήλωνε συμμετοχή σέ μία ἀπό τίς ἐξορμήσεις τυχοδιωκτικῆς ἐκτόνωσης τῆς «ἱπποτικῆς» Εὐρώπης κατά τῶν ἀπίστων ἀλλά καί κατά τῶν «σχισματικῶν», ἐναντίον τῶν ὁποίων τό πάθος ἦταν ἀφάνταστα βαθύτερο.
 Θέλοντας νά ἀγνοοῦν οἱ δυτικοί καί δυτικόπληκτοι τή συμφορά πού προκάλεσε στόν Ἑλληνισμό ἡ μάστιγα τῶν βαρβάρων λατινοφράγκων εἰσβολέων καί ἐπί σειράν ἐτῶν κατακτητῶν, ἀδυνατοῦν στή συνέχεια νά κατανοήσουν γιατί ὁ λαός (ναί, ὁ λαός στή συντριπτική του πλειοψηφία) κατά τίς παραμονές τῆς ἀναμενόμενης, αὐτή τή φορά, δεύτερης ἅλωσης ἐκδήλωνε μένος, ὅπως χαρακτηρίζεται, κατά τῶν δυτικῶν καί προτιμοῦσε τουρκικό φακιόλι παρά παπική τιάρα.
   Λίγοι πιά εἶχαν ἀπομείνει μέσα στήν Πόλη. Οἱ φιλενωτικοί λόγιοι εἶχαν πάρει προδοτικά τό δρόμο γιά τή Δύση. Οἱ οἰκονομικά ἰσχυροί τῆς Μικρασίας δέν εἶχαν λόγο νά ἐπιθυμοῦν τή Βασιλεύουσα. Εἶχαν προσχωρήσει στό στρατόπεδο τοῦ ἐπιδρομέα, γιά νά διατηρήσουν τά προνόμιά τους καί νά παραμείνουν καταπιεστές καί στή νέα κατάσταση, ὅπως καί πρίν. Καί κάλεσε τό Γένος τήν ὕστατη στιγμή τόν Κωνσταντίνο Παλαιολόγο νά σώσει τήν τιμή του. Καί ἐκεῖνος ἀνέλαβε νά «ἄρῃ τόν σταυρόν του». Παρά τό ὅτι ἐνέδωσε στόν τελευταῖο πειρασμό (ἐκκλησιαστική ὑποταγή στή Δύση), πάλεψε ἡρωικά καί ἔπεσε στίς ἐπάλξεις τῆς Βασιλεύουσας ὅπως ταιριάζει σέ Ἕλληνα.
   Ἡ σκλαβιά μετά τήν ἅλωση τῆς Πόλης κράτησε ὥς καί πεντακόσια χρόνια. Τό Γένος ἄντεξε, διότι, ὅταν ἔχασε ὅλα τά ὑλικά ἀγαθά πού εἶχαν σωρεύσει ἀνάξιοι ἄρχοντες, τοῦ ἀπόμεινε ἡ πίστη. Ὄχι πώς δέν πλήρωσε βαρύ τό τίμημα σέ αἷμα νεομαρτύρων, ἐπαναστατῶν καί κλεφτῶν. Ὄχι πώς δέν πλήρωσε βαρύ τό τίμημα σέ ἐξανδραποδισμούς (γενίτσαροι καί ὀδαλίσκες). Ὅμως ἐπιβίωσε. «Ἄθλιο, ἐκφυλισμένο, ἀνάξιο τῶν προγόνων του», κατά δυτικούς ἀναλυτές. Αὐτοί δέν πρόκειται ποτέ νά ξεπεράσουν τίς ἐνοχές καί τά συμπλέγματά τους, γι’ αὐτό καί δέν παύουν νά ἐπιχειροῦν νά μᾶς ἀφομοιώσουν.
   Ὅσοι τάχθηκαν μέ τό μέρος τῶν κατακτητῶν χάθηκαν γιά τό Γένος μας. Ἐκεῖνοι πού ἐξισλαμίστηκαν ἔλαβαν τό μέρος τῶν κατακτητῶν σέ κάθε ἔνοπλη ἀντιπαράθεση. Ὅσοι φράγκεψαν στά νησιά, κατά τόν ξεσηκωμό τοῦ Γένους τήρησαν οὐδετερότητα. Καί ὑπάρχουν ἀκόμη Ἕλληνες πού θέτουν τό ἐρώτημα: Τί ἔκανε ἡ Ἐκκλησία κατά τήν τουρκοκρατία; Μά εἶναι τόσο ἁπλή ἡ ἀπάντηση: Κράτησε στήν πίστη τά παιδιά της, γιά νά ἔχει τό νέο ἑλληνικό κράτος πολίτες! Γιατί ἀπό ποιούς θά ἔλειπε ἡ ἐλευθερία, ἄν εἶχαν ὅλοι ἀλλαξοπιστήσει;

Ἀπόστολος Ἰ. Παπαδημητρίου