Ξεκίνησε καί ἔρχεται! Ἔρχεται νά μᾶς συναντήσει καί νά μᾶς πάρει κοντά Του. Ἀπό τήν ἡμέρα πού ἀναλήφθηκε στούς οὐρανούς ὁ Κύριος, ἡ Ἐκκλησία Τόν περιμένει. Τό εἶπαν οἱ ἄγγελοι στούς μαθητές του· «οὗτος ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθείς ἀφ᾿ ὑμῶν εἰς τόν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται, ὅν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτόν πορευόμενον εἰς τόν οὐρανόν» (Πρξ 1,11).
Καί ἦλθε ὁ Κύριος μέ τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι ὁ ἄλλος ἑαυτός του· μέ τήν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας, πού κατά τόν ἱερό Αὐγουστίνο εἶναι «ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας», ὁ Ἀναστημένος ἀνάμεσά μας «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» (Μρ 16,12). Εἶναι μαζί μας ὁ Κύριος, ὅπως μᾶς τό ὑποσχέθηκε· «καί ἰδού ἐγώ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Μθ 28,20). Πνευματικά, μυστηριακά τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας βιώνουν τήν πραγμάτωση τῆς θείας ὑποσχέσεως.
Εἶναι, ὡστόσο, ἀλήθεια, ὅτι στούς χριστιανούς τοῦ σήμερα ἀτόνησε τό βίωμα ἐκεῖνο πού συγκινοῦσε βαθιά τούς πιστούς τῶν πρώτων αἰώνων: ἡ λαχτάρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου. Τόν περίμεναν, κι ἦταν αὐτό ἡ πιό μεγάλη τους χαρά. Τό ἀποδεικνύει ὁ προσφιλέστερος χαιρετισμός τους· «μαράν ἀθᾶ» (Α΄ Κο 16,22), ὁ Κύριος ἔρχεται! Τό ἐπιβεβαιώνει ὁ ὕμνος τῆς πρώτης Ἐκκλησίας: «Ἁγνεύω σοι καί λαμπάδας φαεσφόρους κρατοῦσα, Νυμφίε, ὑπαντάνω σοι».
Ἡ θεία προσμονή ἔτρεφε τά ὄνειρά τους, ἐνέπνεε τόν πνευματικό τους ἀγώνα καί καλλιεργοῦσε τόν πόθο τῆς συναντήσεως μέ τόν Κύριο. Τούς ἐμψύχωνε, ὥστε νά μή δειλιάζουν μπροστά στά φρικτά βασανιστήρια. Προτιμοῦσαν ἀτρόμητοι τό θάνατο παρά τήν ἐπίγεια δόξα καί τά πλούτη, πού τούς ὑπόσχονταν οἱ διῶκτες τῆς πίστεως. Λαχταροῦσαν νά συναντήσουν τόν Νυμφίο τῆς ψυχῆς τους, ἀκόμη καί μέ τό μαρτύριο!
Αὐτά γιά τούς πρώτους χριστιανούς, πού ἔγραψαν τή λαμπρή ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῶν διωγμῶν καί τῶν μαρτυρίων. Τί γίνεται ὅμως μέ μᾶς, τούς σημερινούς συνεχιστές αὐτῆς τῆς ἱστορίας;
Μᾶς ἑλκύουν συνήθως καί μᾶς θαμπώνουν ἄλλα πράγματα, ἐνδοκοσμικά, σαφῶς αἰσθητά καί ὑλικά. Πιεσμένοι ἀπό τά καθημερινά προβλήματα καί τίς ὑλικές ἀνάγκες, πού ὅλο καί αὐξάνουν, δέν βρίσκουμε χρόνο -καί μήπως ἔχουμε διάθεση;- γιά τόν πλατυσμό καί τήν ἄνεση τοῦ οὐρανοῦ. Κι ὅμως, ἡ προοπτική τῆς αἰωνιότητος δίνει ἄλλη διάσταση στήν καθημερινότητα. Ἡ προσμονή τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου δίνει χρῶμα καί ὑπόσταση στήν πνευματική μας ζωή.
- Μᾶς ξυπνάει ἀπό τό λήθαργο τῆς ἀδιαφορίας καί τῆς ἀμέλειας. Ἐφόσον πιστεύουμε ὅτι ὁπωσδήποτε θά ἔλθει ὁ Κύριος, ἀλλά μᾶς εἶναι ἄγνωστο τό πότε, δέν ἔχουμε παρά νά Τόν περιμένουμε ἀπό στιγμή σέ στιγμή!
- Δημιουργεῖ τή σωτήρια ἀγωνία νά βρεθοῦμε ἕτοιμοι μπροστά στόν δίκαιο Κριτή, κατά τό παράγγελμά του· «Ἔστωσαν ὑμῶν αἱ ὀσφύες περιεζωσμέναι καί οἱ λύχνοι καιόμενοι» (Λκ 12,35).
- Μᾶς θυμίζει ὅτι ἡ ζωή πάνω στή γῆ εἶναι σύντομη, πρόσκαιρες οἱ ἀπολαύσεις της καί προσωρινές οἱ θλίψεις της· «καινούς δέ οὐρανούς καί γῆν καινήν κατά τό ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ» (Β΄ Πέ 3,13). Ἐγγίζει ἡ ὥρα τῆς ἐπιστροφῆς στήν οὐράνια πατρίδα πού χάσαμε, στή χαρά τοῦ παραδείσου πού νοσταλγοῦμε.
Πόσο θερμότερη πρός τόν Ἰησοῦ θά ἦταν ἡ ἀγάπη μας, πόσο πιό ζωντανή ἡ ἐλπίδα μας κι ἀμέτρητη ἡ χαρά μας, ἄν δυνατότερα πιστεύαμε ὅτι ὁ Κύριος ξεκίνησε καί ἔρχεται...
Ἐπέστρεψαν χαρούμενοι οἱ μαθητές ἀπό τή Βηθανία (Λκ 24,52). Εἶδαν τή νεφέλη, τό ἅρμα τοῦ Θεοῦ, νά παραλαμβάνει τόν Διδάσκαλό τους στή θεία δόξα! Προσκύνησαν τόν ἀγαπημένο τους Ἰησοῦ, ὁμολογώντας γιά μιά ἀκόμη φορά ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Κύριός τους καί ὁ Θεός τους, «ὁ τιθείς νέφη τήν ἐπίβασιν αὐτοῦ» (Ψα 103,3). Κι ἔφυγαν μέ τή γλυκειά πεποίθηση ὅτι θά ξαναέλθει μέ τόν διο τρόπο, γιά νά τούς παραλάβει κοντά του!
Τή χαρά αὐτή διατηρεῖ ἀμείωτη ἡ Ἐκκλησία, παρ᾿ ὅλες τίς θλίψεις καί τούς διωγμούς, πού ὑπομένει σέ κάθε ἐποχή. Στήν πρώτη του Ἐπιστολή πρός τούς Θεσσαλονικεῖς ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει· «ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καί οὕτω πάντοτε σύν Κυρίῳ ἐσόμεθα» (Α΄ Θε 4,17). Μιά τέτοια προσδοκία πῶς νά μήν κάνει ἀνεκλάλητη τήν εὐτυχία τῶν πιστῶν; «Οὔτε γάρ ὁ πλούσιος μακάριος, οὔτε ὁ πένης ἐλεεινός· ἀλλ᾿ ὅς ἐάν τῆς ἁρπαγῆς ἐκείνης καταξιωθῇ τῆς ἐν νεφέλαις, μακάριος καί τρισμακάριος», διακηρύττει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.
Πότε ἐπιτέλους θά συντονίσουμε τίς λαχτάρες καί τούς πόθους μας μέ τή γλυκειά προσμονή τῆς Ἐκκλησίας μας; Πότε θά ξεκολλήσουμε ἀπό τή λάσπη καί τή σαπίλα αὐτῆς τῆς γῆς, γιά νά ᾿χει ἡ καρδιά μας ἄλλα σκιρτήματα κι ἀλλιώτικες ἀναζητήσεις; Τότε θά μποροῦμε νά ἐπαναλαμβάνουμε, μέ τά λόγια καί τή ζωή μας, τήν προσευχή τῆς προσμονῆς πού κλείνει τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως· «ναί ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ!» (Ἀπ 22,20).