Μιά ἑβδομάδα πρίν τή μεγάλη μάχη στά «τοῦ πλάνου ἔνεδρα καί σκάμματα», παίρνουμε θέση μέσα στό ναό, γιά νά γευτοῦμε «ὅτι χρηστός ὁ Κύριος», συμπαραστάτης καί βοηθός. Συγκεντρώνουμε τή σκέψη μας γιά νά συμμετάσχουμε στά «βλεπόμενα» καί ζητοῦμε τό φωτισμό τοῦ Παρακλήτου γιά νά βηματίσουμε στά «μή βλεπόμενα».
Στή Μικρή Εἴσοδο καρτερῶ τόν ἱερέα νά λιτανεύσει τόν Κύριο Ἰησοῦ ὡς θεῖο διδάσκαλο. Ἀντικρύζω μιά θαυμαστή, φωτεινή συνοδία νά προαναγγέλλει..., μιά παρέλαση παιδιῶν μέ τίς λευκές στολές καί τά ἑξαπτέρυγα στά χέρια.
Εὐλογῶ τόν Θεό γιά τά «βλεπόμενα»..., τά παιδιά τά ντυμένα μέ φῶς, μέ ἁγνότητα νά συνοδεύουν τήν παρουσία τοῦ Κυρίου μας· τά παιδιά μέ τίς λαμπάδες στά χέρια νά στοιχίζονται πίσω ἀπό Αὐτόν πού διακήρυξε «ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου»· τά παιδιά τά συντεταγμένα στήν παράταξη τοῦ ἀγωνοθέτη Χριστοῦ μας.
Εὐλογῶ τόν Θεό γι᾿ αὐτή τήν παρέλαση τή «δεδεμένη» στό λιτό ἅρμα τοῦ Ἐσταυρωμένου. Πορεύεται ἀντίθετα ἀπό τίς παρελάσεις τῶν ἡμερῶν αὐτῶν· ἐτούτη λευκή καί κεῖνες πολύχρωμες· ἐτούτη σιωπηλή καί κεῖνες πολυθόρυβες· ἐτούτη μέ ἀγγελοντυμένα παιδιά καί κεῖνες μέ μασκαρεμένα πρόσωπα. Ἡ μιά λιτανεύει τή λύτρωση κι οἱ ἄλλες τήν ἀπώλεια· ἡ μιά σεμνά καί ἀθόρυβα ἀρδεύει τόν κόσμο μας κι οἱ ἄλλες μόνο παφλάζουν ἑλκυστικά, κενά.
Μέ ἐμπνέουν αὐτά τά παιδιά καί μ᾿ ὁδηγοῦν στά «μή βλεπόμενα»· τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ στέκονται μπροστά τους μέ θαυμασμό, μέ προσοχή. Ἁπλώνουν μέ εὐλάβεια τίς προστατευτικές τους φτεροῦγες νά ἀσφαλίσουν τίς παιδικές ψυχές, νά φρουρήσουν τόν ζωντανό θησαυρό πού φέρουν μέσα τους· τό θησαυρό πού κάποια χέρια τοποθέτησαν ἐκεῖ μέσα μέ εὐσέβεια καί μέ ἀγάπη. Γι᾿ αὐτά τά χέρια εὐλογῶ τόν Θεό. Ζητῶ νά τά κραταιώνει, γιά νά μποροῦν νά «ἐνδύουν» τά παιδιά μέ «τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ» «ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ». Προσεύχομαι αὐτά τά χέρια νά ἐπιμένουν νά χειραγωγοῦν τά παιδιά, μόνο στό χορό τῶν ἁγίων μας.