Ἐκείνη τήν ἡμέρα ὁ καιρός ἦταν ἄσχημος ἀπό τό πρωί: ἀέρας καί καταρρακτώδης βροχή. Κατευθυνόμασταν μέ τή συνάδελφό μου γιά τό σχολεῖο ὅπου ὑπηρετούσαμε· μιά ὥρα ἀπόσταση ἀπό τήν πόλη. Ὁ δρόμος εἶχε γίνει ἐπικίνδυνος καί τό ταξίδι ἀναπόφευκτα εἶχε καθυστέρηση. Ἦταν καί τά ἀπρόσμενα ἐμπόδια. Βρήκαμε τόν ἐπαρχιακό δρόμο κοντά στό χωριό κλειστό· εἶχε ξεχειλίσει τό ποτάμι. Ἀναγκαστήκαμε νά κάνουμε ἕναν μεγάλο κύκλο. Ἡ ὥρα περνοῦσε. Μέ ἀγωνία σκεφτόμασταν τί θά γινόταν μέσα στίς τάξεις μας: τά παιδιά ἀνήσυχα θά ἔτρεχαν γύρω-γύρω ἀπό τά θρανία καί θά χαλοῦσαν τόν κόσμο μέ τίς φωνές τους.
Ὅταν -ἐπιτέλους- φτάσαμε στήν πόρτα τοῦ σχολείου, ἔνιωθα ἐξαντλημένη ἀπ᾿ τήν ὁδήγηση καί τήν ἀγωνία. Ἀνέβηκα τρέχοντας τά σκαλιά γιά τόν πρῶτο ὄροφο. Καθώς πλησίαζα στήν ἄκρη τοῦ διαδρόμου, ὅπου βρισκόταν ἡ Γ΄τάξη, εἶδα τήν πόρτα κλειστή. Πῆρα μιά ἀνάσα καί προετοιμάστηκα ψυχολογικά γιά τό τί θά ἀντίκρυζα μέσα. Μέ ἔκπληξη ὅμως ἄκουσα τά παιδιά νά τραγουδοῦν... «Κάποιος θά ᾿ναι μαζί τους», σκέφτηκα. Ποιός ὅμως; Ὁ διευθυντής ἦταν κάτω στό γραφεῖο ἀπασχολημένος· οἱ ἄλλοι συνάδελφοι βρίσκονταν ἀπό ὥρα στίς τάξεις τους. Ἔστησα γιά λίγο αὐτί...
- Παιδιά, ἄκουσα τή φωνή ἑνός ἀπό τούς μαθητές μου, νά ποῦμε ξανά τόν ὕμνο.
Τό τραγούδι τό διαδέχτηκε ἡ ...ψαλμωδία. Ἔψαλλαν ὅλα μαζί σάν χορωδία τό ἀπολυτίκιο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Στάθηκα καί ἄκουγα τά παιδιά. Ἡ ψυχή μου εἰρήνευσε. Μόνο ὅταν τελείωσε ἡ ψαλμωδία τους, ἄνοιξα τήν πόρτα. Δέν ἤθελα νά τά διακόψω. Τά βρῆκα καθισμένα στά θρανία τους μέ τό φυλλάδιο τῶν τραγουδιῶν στό χέρι.
- Κυρία! φώναξαν μ᾿ ἕνα στόμα, μόλις μέ εἶδαν.
- Καλημέρα, παιδιά! Τί κάνετε τόση ὥρα μόνοι σας;
- Κυρία, μοῦ ἀπάντησε ἡ Ἑλένη, ἐμεῖς, ὅση ὥρα σᾶς περιμέναμε, βγάλαμε τά φυλλάδια καί τραγουδούσαμε τά τραγούδια τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν.
- Ναί, κυρία, συνέχισε ὁ Βασίλης. Βλέπαμε τόν ἄσχημο καιρό καί ἀνησυχούσαμε γιά σᾶς. Κι επαμε νά τραγουδήσουμε καί νά ψάλουμε, γιά νά σᾶς προστατεύει ὁ Θεός καί οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες.
- Εὐχαριστῶ, παιδιά, εἶπα συγκινημένη. Πράγματι, ἦταν πολύ ἐπικίνδυνος ὁ δρόμος σήμερα. Εἶχα ἀγωνία καί γιά σᾶς. Μά τώρα πού σᾶς βρίσκω ἥσυχους νά τραγουδᾶτε ὄμορφα, νιώθω πολύ χαρούμενη. Μέ ξεκουράσατε μέ τόν καλύτερο τρόπο. Εὔχομαι πάντα ν᾿ ἀγαπᾶτε τούς τρεῖς ἁγίους πού εἶναι οἱ προστάτες μας.
Τά μάτια τῶν παιδιῶν ἔλαμψαν ἀπό χαρά καί ἱκανοποίηση.
- Κυρία, πετάχτηκε ἡ Φωτεινή. Νά τά ξαναποῦμε καί μαζί σας τά τραγούδια;
Δέν μποροῦσα νά μή συμφωνήσω... Εἴπαμε ὅλα τά τραγούδια μέ τή σειρά! Τά παιδιά δέν ἤθελαν νά παραλείψουμε τίποτε ἀπό τό φυλλάδιο. Πρίν λίγες μέρες, παραμονή τῆς γιορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, εἴχαμε παρουσιάσει μέ τήν Γ΄ τάξη σ᾿ ὅλο τό σχολεῖο μιά σχετική γιορτή. Δέν φανταζόμουν ποτέ, ὅταν μάθαινα στά παιδιά τό ἀπολυτίκιο καί τά ἀνάλογα τραγούδια, ὅτι θά γίνονταν τά πιό ἀγαπημένα τους ὅλη τή χρονιά.
Κάθε φορά ἀπό τότε, σάν πηγαίναμε ἐκδρομή στίς ὄμορφες πλαγιές τοῦ χωριοῦ, τό πρῶτο «τραγούδι», πού μοῦ ζητοῦσαν νά ποῦμε στή διαδρομή, ἦταν τό ἀπολυτίκιο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Τό ἔψελναν δυνατά σάν νά ἦταν ὁ θούριός τους. Κι ὅταν τό ἄκουγα ἀπό τά παιδικά τους χείλη, ἔνιωθα τούς τρεῖς ἁγίους νά σκύβουν ἐπάνω μας, νά μᾶς εὐλογοῦν καί νά μᾶς προστατεύουν.
Κάθε χρόνο σάν πλησιάζει ἡ γιορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν -ἰδιαίτερα τότε- μέ συγκίνηση θυμᾶμαι τά παιδιά ἐκείνης τῆς Γ΄τάξης. Καί εὔχομαι πάντοτε νά τά προστατεύει ὁ Θεός καί οἱ ἅγιοί του!
Ἐκπαιδευτικός
Ἀπολύτρωσις 56 (2001) 17-18