Ἱερό θησαύρισμα, ἅγια πατρογονική κληρονομιά, φυλαγμένη μέ περισσή εὐλάβεια στόν ἱερό ναό τῆς ἐνορίας μας, τό θαυματουργό λείψανο τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρα Γεωργίου τοῦ Νεαπολίτη.
Ὅταν, τίς σκοτεινές μέρες τοῦ 1924 μέ τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν, οἱ ταλαίπωροι Ρωμιοί τῆς Μικρασίας πῆραν τόν τραχύ δρόμο τῆς προσφυγιᾶς, ἡ βαθειά εὐσέβειά τους σήκωσε εὐλαβικά τό ἅγιο σκήνωμα καί τό μετέφερε στήν καινούργια πατρίδα. Ὁ ἅγιος βίος τοῦ ἱερομάρτυρα γίνεται γνωστός ἀπό γενιά σέ γενιά, παραδίδεται ὡς ἕνας ἀνεκτίμητος θησαυρός, ὡς μία γνώση βασική στή ζωή τῶν μεγάλων, σημαντική στήν πορεία τῶν νέων.
Στά ἀγαπημένα χώματα τῆς πατρίδας του ἄφησε τήν τελευταία του πνοή μαρτυρικά ὁ σεβάσμιος ἱερέας· στήν εὐλογημένη γῆ τῆς Μ. Ἀσίας, ὅπου αἰῶνες ὁλόκληρους ἡ εὐσέβεια τῶν χριστιανῶν ἔγραφε μία θαυμαστή ἱστορία, ποτισμένη μέ τόν ἱδρώτα τῆς ἄσκησης καί τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου.
Ὁδοιποροῦσε ὁ σεμνός λευΐτης κείνη τή μέρα στά βουνά τοῦ τόπου του, ἐκεῖ πού εἶχε ἀνοίξει τά μάτια του στό φῶς, ἐκεῖ πού χρόνια ὁλόκληρα ζοῦσε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ καί διακονοῦσε τά παιδιά Του ἀγαπητικά καί θυσιαστικά. Ἄγρυπνος στό ἱερό καθῆκον ἔδινε τό «παρών» ὅπου τόν καλοῦσαν καί περιόδευε τά χωριά τῆς περιοχῆς, γιά νά χορτάσει τό λαό τοῦ Θεοῦ μέ τό “οὐράνιο μάννα”. Οἱ ψυχές τῶν Ρωμιῶν, πού ζοῦσαν κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τῶν Τούρκων, ξαπόσταιναν μέ ἀνακούφιση κάτω ἀπό τή βαθειά σκιά τοῦ ράσου του.
Κείνη τή μέρα κίνησε χαράματα ὁ παπα-Γιώργης μέ ἅγια σπουδή, γιά νά τελέσει τή θεία Λειτουργία στή Μαλακοπή, χωριό πού ἀπεῖχε ἕξι ὧρες δρόμο ἀπό τή Νεάπολη ὅπου ζοῦσε. Μέ νηστεία καί προσευχή εἶχε προετοιμαστεῖ ἀπό τήν προηγούμενη μέρα γιά τό μεγάλο μυστήριο, πού τό βίωνε πάντα μέ δέος καί εὐγνωμοσύνη. Μά τούτη τή φορά δέν ἐπρόκειτο νά τό τελέσει. Στό δρόμο τοῦρκοι βοσκοί ἐξαγριωμένοι ὅρμησαν πάνω στόν ἱερέα καί ἀφοῦ μέ βαρβαρότητα τόν βασάνισαν, τόν ἀποκεφάλισαν καί ἔρριξαν τό ἅγιο σῶμα του σέ ἕνα φαράγγι.
Τό ποίμνιο τοῦ καλοῦ ποιμένα, τό ὁποῖο ὀρφάνεψε ξαφνικά, θρήνησε τόν πατέρα καί προστάτη του. Πόσο παρηγορήθηκε ἡ πονεμένη τους καρδιά, ὅταν μετά ἀπό καιρό βρῆκαν τό λείψανο τοῦ ἁγίου λευΐτη ἄφθαρτο καί εὐωδιάζον. Μέ περισσή ἀγάπη καί σέβας τό περισυνέλεξαν καί τό φύλαξαν στόν ἱερό τους ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, γιά νά ᾿ναι στούς χαλεπούς καιρούς πού ζοῦσαν καταφυγή καί πηγή θεϊκῆς δύναμης, ἡ ζωντανή παρουσία τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά τους.
Ὅταν δύο αἰῶνες ἀργότερα οἱ μικρασιάτες Ἕλληνες ἐκδιώχθηκαν βάναυσα ἀπό τή γῆ τους, ἐγκατέλειπαν πίσω τους ἱστορία καί πολιτισμό τριῶν χιλιάδων χρόνων, ἄφηναν σπίτια καί χωράφια, σχολεῖα κι ἐκκλησιές, τάφους καί μνημεῖα. Μέσα στήν ὀδύνη καί στόν πανικό τῆς φυγῆς οἱ χριστιανοί ἀγκάλιασαν μέ λαχτάρα καί πῆραν μαζί τους τό θαυματουργό λείψανο τοῦ συμπολίτη τους ἁγίου.
Ὁ ἅγιος Γεώργιος ἔγινε πρόσφυγας. Τά λείψανά του βρίσκονται σήμερα στόν ἱερό ναό ἁγίου Εὐσταθίου στή Ν. Νεάπολη Ἀττικῆς. Δέχεται ἀπό κεῖ τίς προσευχές τῶν παιδιῶν τῶν συμπατριωτῶν του, συντροφεύει τά βήματά τους, ἀπαντᾶ θαυματουργικά στά αἰτήματα ὅσων προσέρχονται μπρός στήν ἀσημένια του λάρνακα μέ ἀγάπη καί πίστη. Ὅπως στήν πατρίδα ἔτσι κι ἐδῶ εἶναι πηγή ἁγιασμοῦ καί εὐλογίας Θεοῦ, ὀσμή παραδείσου. Ὅλο τό χρόνο καί ἰδιαίτερα τή μέρα τῆς μνήμης του, στίς 3 Νοεμβρίου, ἀσπαζόμενοι τά τίμια λείψανά του ἐγκολπωνόμαστε τήν παντοδύναμη χάρη καί ἀνανεώνουμε τήν πορεία μας σέ τούτη τή γῆ μέ τό βλέμμα στραμμένο στόν οὐρανό.
Ὁ ἅγιος ἱερομάρτυρας Γεώργιος ὁ Νεαπολίτης εἶναι ὁ δικός μας ἄνθρωπος, κατάθεση τῆς φυλῆς μας στόν οὐρανό. Παραδίδει στίς νεότερες γενιές τή στέρεη πίστη τῶν προγόνων, αὐτή πού ἀποτελεῖ τό μόνο ἰσχυρό ἀντέρεισμα στίς θύελλες τῶν καιρῶν. Τά μυρωμένα καί δοξασμένα λείψανα τοῦ μικρασιάτη ἁγίου μᾶς συνδέουν μέ τίς ρίζες μας: μέ τήν ἀλύτρωτη πατρίδα στή γῆ καί τήν αἰώνια πατρίδα στόν οὐρανό.
Ἰχνηλάτης
Ἀπολύτρωσις 56 (2001) 224