Καρπός γλυκύς, πού μέστωσε στό δένδρο τῆς Ἐκκλησίας μέ τοῦ θείου λόγου τούς χυμούς κι ὡρίμασε μέσα στή θαλπωρή τῆς θείας χάριτος, ὁ ἅγιος Δημήτριος σημαδεύει τό ἑορτολόγιο τοῦ φθινοπώρου. Ὁ κεντρικός μήνας τῆς ἐποχῆς αὐτῆς, ὁ Ὀκτώβριος, πέρασε στή γλώσσα καί στή ζωή τοῦ λαοῦ μέ τό ὄνομά του: ὁ Ἁι-Δημήτρης. Κι ὅλη ἡ Ὀρθοδοξία ἀπ᾿ ἄκρου σ᾿ ἄκρο τῆς γῆς πανηγυρίζει μέ λαμπρότητα τή μνήμη του.
Ἰδιαίτερα ὅμως καμαρώνει γιά τόν ἅγιό της ἡ Θεσσαλονίκη. Κι ὄχι ἀδικαιολόγητα, διότι δέν εἶναι μόνο ἡ γενέτειρά του ἀλλά καί ἡ προστατευόμενη πόλη του. «Τήν ἐμήν Θεσσαλονίκην φύλαττε, Κύριε», δέεται ὁ ἅγιος. Κι ὁ ναός του, ἀνάθημα εὐγνωμοσύνης τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ τῆς πόλεως κι ἀναγνώριση τῆς προστασίας τοῦ ἁγίου, ρίχνει ἐπιβλητική τή σκιά του, καθιστώντας ὁρατή τήν παρουσία καί σκέπη τοῦ Μυροβλύτου στή «Νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ».
Τή γνωρίζει καί τήν ἀναγνωρίζει ὁ λαός αὐτή τήν προστασία στήν καθημερινή του ζωή καί ἰδιαίτερα στίς μέρες τίς σκληρές τῶν πειρασμῶν καί τῆς δοκιμασίας. Ξεφυλλίζοντας τό ἡμερολόγιο τῆς Θεσσαλονίκης βλέπουμε πώς ἡ «θεοφρούρητος» καί «μαρτυροφύλακτος» πόλη
σέ σεισμούς καί πυρκαγιές
σέ ἐπιδρομές καί ἐπιδημίες
σέ καταστροφές καί βαρβαρικές κατοχές
σέ λιμούς καί σέ θύελλες αἱρέσεων
ἔχει συμπαραστάτη καί βοηθό της τόν ἅγιο.
Ὁ θρύλος τόν εἶδε πάνω «στό ἄτι του τό γοργό» νά περιπολεῖ στά τείχη της, γιά νά τά προφυλάξει ἀπό τή μανία τῶν ἐχθρῶν, καί νά κραυγάζει μπρός στίς ἀμπαρωμένες πύλες της: «ἄνοιξε πόρτα τῆς σκλαβιᾶς, ἡ λευτεριά εἶμ᾿ ἐγώ»!
Ἡ ποιητική λύρα τοῦ ἁγίου Συμεών, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, ἀπαθανάτισε τήν ἐνθάρρυνση τοῦ Μεγαλομάρτυρα πρός τήν προστατευόμενη γενέτειρά του:
Μή δειλιᾷς ὦ πατρίς μου,
Θεσσαλονίκη πόλις,
ἥν ἐκ δεινῶν ἐλευθερῶ
ἀεί ταῖς προσευχαῖς·
ἐκλυτρώσομαι γάρ καί νῦν ἐκ θλίψεων
καί πληρώσω ἐνθέων
ἀμέτρων ἀγαθῶν
καί φυλάξω καί σώσω.
Ἐνθουσιασμένος ἀπό τήν κραταιά προστασία τοῦ ἁγίου τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ἀρχιεπίσκοπος ἀνακράζει: Ἀγαλλιάσθω γῆ πᾶσα,
Θεσσαλονίκη, χαῖρε,
ἡ εὐσεβής·
ὁ γάρ Χριστοῦ ὁπλίτης ὁ λαμπρός
μετά σοῦ εἰσαεί φρουρῶν καί σῴζων σε,
τούς ἐχθρούς σου συντρίβων,
πληρῶν σε ἀγαθῶν, ὧ καί κράζε τιμῶσα·
χαίροις Δημήτριε.
Μά ἄν ἡ Θεσσαλονίκη χρωστᾶ τά ἐλευθέριά της στήν ἀκαταμάχητη συμπαράσταση τοῦ πολιούχου της, ὀφείλει ἐπίσης σ᾿ αὐτόν ἕνα ἀκόμη μεγαλύτερο χρέος, τήν πνευματική της ἀπελευθέρωση. Ὁ Δημήτριος ὑπῆρξε ὁ γλυκύς καί ὥριμος καρπός, πού πρόσφερε ἡ Θεσσαλονίκη στόν Κύριο ὡς ἀντίδωρο γιά τό εὐαγγέλιο, μέ τό ὁποῖο τήν ἀνάστησε ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν. Ἀλλά πρίν τό ἅγιο αἷμα του ποτίσει τό χῶμα τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ἴδιος ὁ Μεγαλομάρτυρας εἶχε καλλιεργήσει τήν πόλη μέ τήν κατήχηση καί τήν ἱεραποστολή. «Τό τάλαντον τοῦ λόγου τοῦ θεϊκοῦ δεξάμενος πολλαπλάσιον, μάρτυς, θείᾳ δυνάμει εἰργάσω Χριστοῦ πολλούς σώσας λόγοις σου...», τοῦ ἀναγνωρίζει ὁ ὑμνογράφος.
Μέ τόν θεϊκό λόγο ἄρδευσε ὁ θεσσαλονικέας ἅγιος τίς ψυχές τῶν συμπολιτῶν του. Ἔτσι εὐδοκίμησε τό δένδρο τῆς πίστεως καί στά χρόνια πού ἀκολούθησαν ἁπλώθηκε εὐσκιόφυλλο καί ἀγλαόκαρπο μέσα στή Θεσσαλονίκη. Ἔβγαλε βλαστούς, γιά τούς ὁποίους σεμνύνεται ἡ πόλη καί ἡ πατρίδα μας καί μπρός στούς ὁποίους κλίνει γόνυ εὐλαβικά ὅλη ἡ ὀρθόδοξη οἰκουμένη.
Ἔτσι ἀναδείχθηκε ἁγιοτόκος ἡ Θεσσαλονίκη. Πλούτισε κι εὐεργέτησε τόν κόσμο μ᾿ ἕνα πλῆθος μαρτύρων καί νεομαρτύρων, ὁσίων καί ἱεραποστόλων, παρθένων καί ὁμολογητῶν, διδασκάλων καί πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Κι ἔτσι θά μείνει μεγάλη, ἄν παραμείνει πιστή στό εὐαγγέλιο, πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος τῆς κήρυξε καί ὁ ἅγιος Δημήτριος τῆς δίδαξε. Αὐτή εἶναι ἡ ἱερή παρακαταθήκη καί ἡ πνευματική διαθήκη πού παραχωρεῖ ὁ ἅγιος Δημήτριος στήν πόλη του καί στόν κάθε Θεσσαλονικέα ἀλλά καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί στόν κάθε χριστιανό.
Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Στεργίου Ν. Σάκκου: "Ὁ Κατηχητής τῆς Θεσσαλονίκης", σελ. 111-115