Τά ἴχνη πού ἄφησε τό πέρασμά της πάνω ἀπ᾿ αὐτή τή γῆ ἀποτελοῦν δεῖκτες πορείας γιά τίς γυναῖκες καί μητέρες κάθε ἐποχῆς. Διότι ἡ ἁγία Νόννα ἀνήκει στή χορεία τῶν χριστιανῶν γυναικῶν οἱ ὁποῖες μέ τό φῶς τοῦ Ναζωραίου λάμπρυναν τό στερέωμα τῆς ἱστορίας. Μέ γνήσια εὐσέβεια καί χαρακτήρα ἀδαμάντινο, μέ προσευχή καί μελέτη τῶν Γραφῶν, μέ γνώση τῶν δογμάτων καί τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ ἀναδείχθηκε ἄγγελος γιά τό περιβάλλον της, στυλοβάτης τῆς οἰκογένειάς της. Οἱ δακρύβρεχτες προσευχές καί ἡ ἁγία της ὑπομονή ὁδήγησαν τόν σύζυγό της Γρηγόριο στό δρόμο τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό τήν περιπλάνησή του στά σκοτεινά μονοπάτια τῆς αἵρεσης τῶν Ὑψισταρίων. Ἡ ζωντανή της πίστη καί οἱ θερμές της δεήσεις νίκησαν ἀκόμα καί τή φυσική στειρότητα καί ἡ εὐσεβής Νόννα ἀπέκτησε τρία παιδιά, τά ὁποῖα γαλούχησε καί ἀνέθρεψε μέ τά νάματα τῆς Ἀλήθειας. Μέ τό φωτεινό της παράδειγμα παρέδωσε στά παιδιά της τή φιλόχριστη κληρονομιά τῆς ἀρετῆς πού ἡ ἴδια ἔλαβε ἀπό τούς προγόνους της. Δικός της βλαστός ὁ κορυφαῖος θεολόγος Γρηγόριος. Δικό της θρέμμα καί ὁ Καισάριος, ὁ ξακουστός γιατρός τῆς αὐτοκρατορικῆς αὐλῆς, πού γιά νά μείνει ἀδούλωτος ἀπό τίς παγίδες τοῦ κόσμου ἔφυγε στήν ἔρημο. Δίπλα στούς δυό της γιούς στέκει στεφανωμένη μέ τό φῶς τῆς ἁγιοσύνης καί ἡ κόρη της, ἡ σεμνή πολύτεκνη ἀρχόντισσα Γοργονία. Ὑπέροχα μεγαλειώδης ὑπῆρξε ὄντως ἡ Νόννα ὡς σύζυγος καί μητέρα. Ἀξιώθηκε νά καμαρώσει ἐν Κυρίῳ ὅλη της τήν οἰκογένεια νά διακονεῖ τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία. Στά χέρια τοῦ Θεοῦ ἀπόθεσε ὅ,τι πιό ἀκριβό Αὐτός τῆς εἶχε δωρίσει, τά παιδιά της, κι Ἐκεῖνος στεφάνωσε τόν ἀγώνα τους μέ τό ἀτίμητο στεφάνι τῆς ἁγιότητας.
Θαυμαστή ὅμως ὑπῆρξε ἡ Νόννα καί ὡς ψυχή ἀφοσιωμένη στήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου. Μιά ὀμορφιά ἀγάπησε, ἐκείνη τῆς ψυχῆς πού ἀγωνίζεται νά διατηρεῖ καί νά καλλύνει τή θεία εἰκόνα. Μία ἀπόλαυση διάλεξε γιά τόν ἑαυτό της ἡ ἀνδρεία ἀρχόντισσα, τήν προσφορά καί τή θυσία. «Ποιός ἔδειξε τόσο μεγάλο σεβασμό στό πρόσωπο τῶν ἱερέων ἤ τίμησε τόσο κάθε εἶδος ἀσκητικοῦ βίου; Ποιός μέ νηστεῖες καί ἀγρυπνίες δάμασε τό σῶμα περισσότερο; Ποιά θαύμαζε περισσότερο τήν παρθενία, παρ᾿ ὅλο πού τιμοῦσε τό δεσμό τοῦ γάμου της; Ποιά συμπαραστάθηκε τόσο πολύ στίς χῆρες καί στά ὀρφανά, καί ποιά ξαλάφρωσε τόσο ἀπό τίς συμφορές ἐκείνους πού πενθοῦσαν;», σημειώνει τό χέρι τοῦ ἁγίου γιοῦ της Γρηγορίου.
Καί τό τέλος της ἦταν ὄντως μακάριο! Παρέλαβε ὁ Θεός τήν ἁγία ψυχή της καθώς προσευχόταν γονατιστή μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα. «Πῶς ἦρθε τό τέλος τῆς μητέρας μου; Ἐνῶ προσευχόταν, ἡ ψυχή της πέταξε ψηλά στόν Θεό», ἀναφωνεῖ συγκλονισμένος ὁ ἅγιος Γρηγόριος. «Ἤσουνα πάντοτε στραμμένη στόν τόπο τῆς προσευχῆς, γι᾿ αὐτό κι ἄφησες στό ναό τό σῶμα σου τό ἅγιο». «Ἐνῶ προσευχόταν, σφάγιο ἁγνό ἀπό κεῖ ὑψώθηκε, καί τώρα ἀναπαύεται ἀνάμεσα στίς ἅγιες γυναῖκες, τή Σάρρα, τήν Ἄννα καί τήν Ἐλισάβετ». «Ὅρμησε, μέ ἅρμα της τήν προσευχή, στόν οὐρανό πού ποθοῦσε, ἀποθέτοντας τό σῶμα της στό ναό τρισευτυχισμένη». Ἔφυγε ἀπό τούτη τή γῆ, ὅπως εἶχε ζήσει, προσευχόμενη. Ἀδιάψευστη ἡ μαρτυρία τοῦ Γρηγορίου: «Προσευχές καί στεναγμοί καί νύχτες δίχως ὕπνο καί τοῦ ναοῦ τό δάπεδο στά δάκρυα μουσκεμένο ὅλη της τή ζωή». «Καί ἄν κάποιος θά ᾿θελε νά ἀμφισβητήσει ἄλλες ἀρετές της, ἕνα πράγμα δέν μπορεῖ νά ἀμφισβητήσει, τήν προσευχή της. Καί τήν ἀξίωσε ὁ Θεός στό ναό νά λυγίσει τ᾿ ἀλύγιστο γῆρας της». «Ποθοῦσε μέσα στήν προσευχή νά τελειώσει τή ζωή αὐτή· τέλος ἁγνότερο ἀπό κάθε θυσία». Ὁ Γρηγόριος συνδεδεμένος τρυφερά μέ τή μητέρα του, τῆς ἀφιερώνει τριανταπέντε ἐπιτάφια ποιήματα πού φανερώνουν τήν ἀγάπη καί τήν εὐγνωμοσύνη πρός ἐκείνην πού τοῦ χάρισε τή ζωή ἀλλά καί τοῦ ἐνέπνευσε τήν ἀγάπη στόν Θεό.
Λάτρεψε τόν Κύριο ἡ Νόννα «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Μέσα στό ναό ὅπου ἱερουργοῦσε ὁ σύζυγός της, μέσα στό σπίτι της πού τό μετέτρεψε σέ ἐργαστήριο ἁγιότητας, μέσα στήν δια της τήν ὕπαρξη.
Ἔτσι ζοῦν κι ἔτσι πεθαίνουν οἱ ὡραῖες, οἱ μεγάλες ψυχές. Ποιός στ᾿ ἀλήθεια δέν θά μακάριζε τήν ἡρωική ζωή της καί δέν θά ζήλευε τό ὁσιακό της τέλος; «Εἶναι ἡ Νόννα τοῦ Φιλτάτιου. Ποῦ πέθανε; Μέσα στό ναό. Πῶς; Ἐνῶ προσευχόταν. Σέ τί ἡλικία; Γερόντισσα. Ὤ εὐτυχισμένη ζωή, ὤ ἅγιος θάνατος!». Ἄς ζητήσουμε τήν πρεσβεία της στίς 5 Αὐγούστου, μέρα πού ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τή μνήμη της, καί ἄς δεηθοῦμε κι ἐμεῖς μέ ἅγιο πόθο, ὅπως ὁ Γρηγόριος, ὁ ὁποῖος γράφει: «Παρακαλῶ τόν Βασιλιά τέτοια ζωή καί τέτοιο θάνατο νά ἔχω».