Στήν ἀκαταπόνητη ἀναζήτησή μας γιά χαρά μέσα στήν καρδιά τοῦ καλοκαιριοῦ ἔρχεται νά μᾶς συναντήσει ἕνας ὄντως χαρούμενος καί χαριτωμένος ἄνθρωπος. Θά μᾶς βεβαιώσει πώς «ἡ ἀσύγκριτη χαρά πού μπορεῖ νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος εἶναι νά βλέπει μέ τά μάτια τῆς πίστης τόν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τόν Χριστό» καί θά μᾶς χαιρετήσει μέ τόν ἀγαπημένο του χαιρετισμό: «Χριστός ἀνέστη, χαρά μου»· χαιρετισμός μιᾶς ψυχῆς πού βίωσε τήν ἀνάσταση στήν προσωπική ἔξοδο ἀπό τά πάθη καί τή φθορά.
Τό φωτεινό πρόσωπο καί ἡ ἔκδηλη χαρά ἑνός ἀνθρώπου, πού δέν ἔζησε τήν τέρψη καμιᾶς γήινης ἀπόλαυσης καί διάλεξε γιά τόν ἑαυτό του νά ζῆ ἀπόλυτα τόν Ἰησοῦ, δέν ἀποτελεῖ πειστική ἀπόδειξη γιά τό πόσο χορταίνει μέ εὐφροσύνη ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο;
Στίς 2 Ἰανουαρίου 1833 αὐτή ἡ χαρούμενη καρδιά σταμάτησε νά χτυπᾶ πάνω στή γῆ. Ὁ ἅγιος ἐκοιμήθη προσφέροντας τήν ἔσχατη σπονδή τῆς προσευχῆς του γονατισμένος, μέ τά μάτια προσηλωμένα στήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ἔχοντας λάβει τή θεία Κοινωνία. Ἄνθρωπος τῆς θεωρητικῆς ζωῆς ἀλλά καί τῆς διακονίας τοῦ ἀνθρώπου, πού βίωσε καί δίδαξε τή συνεχῆ μνήμη τοῦ Θεοῦ καί τῆς δόξας του. Μυρίπνοο λούλουδο ἄνθισε βαθιά μέσα στό δάσος ἐκεῖ πού μετά ἀπό τή μοναχική ζωή στό μοναστήρι τοῦ Σάρωφ, γιά δεκαέξι χρόνια ἀνέβαινε μέρα μέ τή μέρα τήν κλίμακα πού ὁδηγεῖ στόν οὐρανό. Ἀνάπαυσή του ἡ προσευχή καί τροφή του ἡ ἁγία Γραφή πού τήν ὀνόμαζε ἄρτο τῶν ἀγγέλων. Στόν ἀγώνα του ἐκεῖ τόν συντροφεύουν οἱ ἅγιοι πού εὐλαβεῖται καί ἰδιαίτερα ἡ Παναγία Μητέρα, πού ξέχωρα τήν ἀγάπησε καί τήν καλοῦσε «χαρά, τή μεγαλύτερη ἀπ᾿ ὅλες τίς χαρές».
Στό βίο τόν δοσμένο ὁλότελα στόν Θεό τά ἀναμενόμενα ἀνατρέπονται καί τά προσδοκώμενα ὑπερβαίνονται. Τό σῶμα ἀσκεῖται κι ἡ ψυχή ἀποκτᾶ φτερά, τά χείλη σιωποῦν καί ἡ καρδιά ἐπικοινωνεῖ μέ τόν οὐρανό. Ὁ ἅγιος Σεραφείμ ἐγκολπώθηκε τά ἀγαθά τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἄκακος σάν μικρό παιδί οἰκειώθηκε τόν Θεό καί τήν κτίση ὁλόκληρη· ἔτσι καί τά ἄγρια θηρία ὑποτάσσονταν στά προστάγματά του. Ἐνατενίζοντας τό ὑπερκαλλές πρόσωπο τοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης, καταυγαζόταν ἡ ὕπαρξή του μέ τό ἔκπαγλο φῶς τῆς θείας ἐπιφανείας. Μέ τή μετοχή του στά ἄχραντα μυστήρια ἔβλεπε τήν πρώτη αὐγή τοῦ χρόνου ὅπως τό σήμερα καί θεωροῦσε οἰκεῖα τά ἔσχατα. Ὁ ὅσιος ἀπολάμβανε τό κάθε δῶρο τοῦ Θεοῦ πατέρα μέ δοξολογική διάθεση καί καρδιά εὐγνώμονη. Μέσα στήν εἰρήνη καί στή θεϊκή χαρά τόξευε ἱκεσίες στόν οὐρανό γιά τή σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου καί ὑποδεχόταν ἀγαπητικά κάθε ψυχή πού τόν πλησίαζε, μεταγγίζοντας τήν ἀναστάσιμη χαρά. Ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι, κάθε κοινωνικῆς τάξης, ἔτρεχαν διψασμένοι κοντά του κι ἔβρισκαν ἀνάπαυση καί πνευματική καθοδήγηση ἀπό τόν μικρόσωμο ἅγιο, τήν εἰκόνα τῆς μυστικῆς χαρᾶς τῶν λυτρωμένων παιδιῶν τοῦ Θεοῦ.
Πνευματοφόρος ἄνθρωπος, ὄντως χαριτωμένος ὁ ὅσιος Σεραφείμ γεννημένος στά 1759 στό Κούρσκ τῆς κεντρικῆς Ρωσίας ἀποτελεῖ ἕνα ὁλόφωτο ἀστέρι τῆς ρωσικῆς γῆς καί ἀκτινοβολεῖ τήν ἁγιότητα. Ἐνσαρκώνει τήν παράδοση ὅλων τῶν ἁγίων μέ τήν ταπεινωσύνη καί τήν ἀγάπη, μέ τή βαθειά εἰρήνη καί τήν ἀναφαίρετη χαρά.
Διατρανώνει σέ μᾶς τούς ὁδοιπόρους στά μονοπάτια τῆς γῆς πώς ἡ γνήσια χαρά εἶναι προνόμιο τῶν ἐν Χριστῷ λυτρωμένων ψυχῶν πού ζοῦνε τήν κοινωνία μαζί Του, πηγάζει ἀπό τή θεία παρουσία στό ἐσωτερικό τοῦ ἀνθρώπου καί καρπίζει μέ τήν πνοή τοῦ Παρακλήτου. Αὐτή τή χαρά κανένας ἡγέτης αὐτοῦ τοῦ κόσμου δέν μπορεῖ νά παράσχει καί κανένα ἐργοστάσιο αὐτῆς τῆς γῆς νά παραγάγει.
Στίς 19 Ἰουλίου τιμώντας τήν ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου τῆς χαρᾶς, τοῦ ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ζητοῦμε τίς πρεσβεῖες του, γιά νά χαρίζει ὁ Κύριος στήν καρδιά μας τή χαρά του θησαυρό ἀσύλητο, σφραγίδα τοῦ ἐν ἡμῖν ἁγίου Πνεύματος.
Ἰχνηλάτης