Μέ ξέχωρη χαρά ἔφτασαν στήν Κωνσταντινούπολη ὁ Μανουήλ, ὁ Σαβέλ καί ὁ Ἰσμαήλ. Ἀνῆκαν στήν ἀνώτατη κοινωνική τάξη, διακρίνονταν γιά τήν ἐξαιρετική τους μόρφωση καί ἦταν πρεσβευτές, δηλαδή διπλωματικοί ὑπάλληλοι πού ἀποστέλλονταν σέ διάφορες χῶρες ὡς ἐκπρόσωποι τοῦ βασιλιᾶ τῆς Περσίας.
Μέ εὐγνωμοσύνη πρός τούς πρεσβευτές πού ἔστειλε ὁ Θεός στή δική τους ζωή νά τούς μιλήσουν γιά τή βασιλεία Του, γίνονταν κι αὐτοί πρεσβευτές δικοί Του ὅπου τούς ἔστελνε ἡ χώρα τους. Πρεσβευτές τῆς εἰρήνης σταλμένοι ἀπό τήν εἰδωλολατρική Ἀσία στό Βυζάντιο κρατοῦσαν στήν καρδιά τους τήν πίστη στόν Ἰησοῦ, στόν βασιλιά τῆς εἰρήνης.
Προσδοκοῦσαν στήν πόλη τῆς χριστιανικῆς εὐλάβειας νά ἐντρυφήσουν στό λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά βιώσουν ἐλεύθερα τή θεία λατρεία. Ἐκεῖ ὅμως ἀπρόσμενα τούς περίμενε ὁ πόλεμος, κι αὐτοί τούτη τή φορά δέν θά προτιμήσουν τήν εἰρήνη, διότι αὐτή ἡ εἰρήνη θά τούς χώριζε ἀπό τόν αἰώνιο βασιλιά της. Ἡ πόλη τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, πού ἀκτινοβολοῦσε τό φῶς τοῦ εὐαγγελίου, φαινόταν νά πισωγυρίζει τώρα στό σκοτεινό παρελθόν τῆς εἰδωλολατρίας. Ἦταν ἡ ἐποχή πού κυβερνοῦσε ὁ Ἰουλιανός.
Καλεσμένοι τοῦ αὐτοκράτορα στή Χαλκηδόνα, μέ ἀπογοήτευση παρακολούθησαν τόν Ἰουλιανό νά προσφέρει θυσία στά εἴδωλα, σέ μιά φρικτή καί ὀργιαστική τελετή. Δέν ἔκρυψαν τή βαθειά τους θλίψη γιά τίς βδελυρές πράξεις. Μέ ἔκπληξη ἀντίκρυσαν ὅλοι τούς ἀλλοεθνεῖς ἀξιωματούχους νά διακηρύττουν τήν ἀλήθεια τοῦ Ναζωραίου. Κι ὅταν κλήθηκαν νά θυσιάσουν κι αὐτοί στά εἴδωλα, ἀρνήθηκαν μέ γενναιότητα. «Ἤρθαμε ἐδῶ ἀπεσταλμένοι τῆς πατρίδας μας γιά νά συνάψουμε εἰρήνη, καί χωρίς τόν ἀληθινό Θεό πῶς θά ὑπάρξει εἰρήνη;».
Ὁ Ἰουλιανός αἰφνιδιάστηκε καί ταράχθηκε. Δέν τό περίμενε στ' ἀλήθεια μιά φωνή ἀπό τή μακρινή καί βάρβαρη Περσία νά εἶναι γι' αὐτόν κήρυγμα μετανοίας καί ἐπιστροφῆς στήν πίστη. Ἡ ἁγιότητα ὅμως εἶναι λουλούδι πού δέν ἀνθίζει μόνο σέ ἕναν τόπο αὐτῆς τῆς γῆς. Ἡ ἁγιότητα φυτρώνει ἀθόρηβα καί σιωπηρά σ' ἀνατολή καί δύση, σέ βορρά καί νότο. Ποιός τό περίμενε νά χρειαστεῖ νά ὁμολογήσουν τήν πίστη στόν Χριστό αὐτοί οἱ ἀλλοεθνεῖς, στόν τόπο ὅπου ἄνθιζε τό λουλούδι τῆς εὐλάβειας στόν ἀληθινό Θεό καί ὑψώνονταν περίλαμπροι ναοί στό ὄνομά Του; Ἡ ὁμολογία τους σθεναρή ἀντήχησε στούς δρόμους καί στό δικαστήριο, ὅπου τούς ὁδήγησαν μέ ἄγριο πεῖσμα ἐκεῖνοι πού ἤθελαν νά παύσει νά ἀκούγεται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ τρεῖς πέρσες πρεσβευτές οὔτε γιά λόγους φιλοξενίας δέν ἔγιναν σεβαστοί ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ παραβάτη αὐτοκράτορα. Βρῆκαν μαρτυρικό θάνατο στή γῆ πού τιμοῦσε τούς μάρτυρες καί προασπιζόταν τήν ἐλευθερία. Ἡ θυσία τῶν τριῶν πρεσβευτῶν ἴσως νά ἦταν ἕνα ἀκόμη χτύπημα στήν πόρτα τῆς ψυχῆς ὅσων ἀρνοῦνταν τό ζείδωρο μήνυμα τοῦ εὐαγγελίου καί μία ἐνίσχυση σέ ὅσους ἔμεναν ἀταλάντευτοι.
Στίς 17 Ἰουνίου τιμοῦμε στούς ναούς μας τούς τρεῖς πέρσες μάρτυρες, πού προσδοκοῦσαν νά βροῦν στόν ἑλληνικό πολιτισμό τίς ζωογόνες ἀχτίδες τῆς ἀλήθειας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά βρῆκαν μαρτυρικό θάνατο. Ἦταν τό 362 μ.Χ. Σήμερα, αἰῶνες πολλούς μετά, ἀλλόδοξοι καί ἑτερόδοξοι λαοί καί καρδιές διψασμένες γιά τό ἀπόλυτο στρέφονται μέ προσδοκία στήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας μας, πού τή φυλάγει μέ ἐνάργεια ὁ πολιτισμός μας. Ἄς μή τούς ἀπογοητεύσουμε!
Ἰχνηλάτης