Στίς 20 Μαΐου ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τή μνήμη τῆς ἁγίας Λυδίας τῆς ἐπονομαζόμενης Φιλιππησίας. Πρόκειται γιά ἕνα πρόσωπο, τό ὁποῖο μᾶς εἶναι γνωστό ἀπό τήν Καινή Διαθήκη καί πιό συγκεκριμένα ἀπό τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.
Στό κεφ. 16 καί στούς στίχους 13 καί ἑξῆς διαβάζουμε ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος συνάντησε τή Λυδία στούς Φιλίππους, ὅταν τό Σάββατο πῆγε ἔξω ἀπό τήν πόλη «παρά ποταμόν οὗ ἐνομίζετο προσευχή εἶναι», ὅπου δηλαδή γινόταν ἡ καθιερωμένη σύναξη τῶν ἰουδαίων τῆς πόλης. Πρόκειται γιά μία γνωστή καί ἀπό ἀλλοῦ ἱεραποστολική τακτική τοῦ ἀποστόλου Παύλου (βλ. Πρξ 17,2 ἑξ. 17,10 ἑξ. 18,4 ἑξ. κ.ἄ.). Ὁ ἀπόστολος ἀπευθύνει τό κήρυγμά του καταρχήν στούς ἰουδαίους καί, ὅταν αὐτοί τόν ἀπορρίπτουν, στρέφεται στά ἔθνη.
Ἀπό ὅσα μᾶς μαρτυροῦν οἱ Πράξεις, στίς συναγωγές ὁ ἀπόστολος ἔχει τήν εὐκαιρία νά εὐαγγελισθεῖ ὄχι μόνο τούς ἰουδαίους ἀλλά καί ἀρκετούς «σεβομένους τόν Θεόν» (Πρξ 13,43). Αὐτοί εἶναι εἰδωλολάτρες οἱ ὁποῖοι ὅμως γοητεύονται ἀπό τήν πίστη τῶν ἰουδαίων στόν ἕναν Θεό καί ἀπό τήν ἀνώτερη ἠθική, τήν ὁποία ἀπαιτεῖ ἡ θρησκεία τους, καί συχνάζουν στίς λατρευτικές συνάξεις τους. Μία τέτοια γυναίκα εἶναι καί ἡ Λυδία, ἡ ὁποία μέ προθυμία ἀποδέχθηκε τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου καί στή συνέχεια βαπτίσθηκε μαζί μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους τοῦ σπιτιοῦ της.
Συχνά ἡ Λυδία ὀνομάζεται «ἡ πρώτη εὐρωπαία χριστιανή», ἀλλά αὐτό δέν εἶναι ἀπόλυτα ἀκριβές. Σύμφωνα μέ τό κείμενο τῶν Πράξεων, ἡ Λυδία δέν καταγόταν ἀπό τούς Φιλίππους ἀλλά ἀπό τά Θυάτειρα. Ὁ λόγος πού βρέθηκε στήν πόλη τῶν Φιλίππων εἶναι μᾶλλον τό ἐπάγγελμά της, διότι ἡ θυατειρινή αὐτή γυναίκα ἦταν «πορφυρόπωλις», ἀσχολεῖτο δηλαδή μέ τό ἐμπόριο τῆς πορφύρας ἤ τῶν πορφυρῶν ὑφασμάτων. Ἡ παρουσία της στή ρωμαϊκή ἀποικία τῶν Φιλίππων δέν πρέπει νά προκαλεῖ ἀπορία. Χτισμένοι ἐπάνω στήν Ἐγνατία ὁδό, καί χρησιμοποιώντας ὡς ἐπίνειό τους τό λιμάνι τῆς Νεαπόλεως, οἱ Φίλιπποι πολύ σύντομα μεταμορφώθηκαν ἀπό ἀγροτική ἀποικία ρωμαίων βετεράνων σέ σημαντικό ἐμπορικό κέντρο. Ἦταν πολύ φυσικό, ἑπομένως, νά συγκεντρώνουν ἐμπορικούς ἀντιπροσώπους ἀπό διάφορα σημεῖα τῆς αὐτοκρατορίας. Ἡ παρουσία θυατειρινῶν ἐμπόρων τῆς πορφύρας στούς Φιλίππους βεβαιώνεται καί ἀπό δύο ἐπιγραφές τῆς πόλης. Ἡ μία μάλιστα ἀπό αὐτές μιλᾶ γιά τίς τιμές πού ἀποδίδει ἡ πόλη τῶν Φιλίππων σέ κάποιον συμπατριώτη τῆς Λυδίας, ὁ ὁποῖος ἦταν πορφυροβάφος.
Τό ἐμπόριο τῆς πορφύρας ἦταν ἰδιαίτερα προσοδοφόρο, κάτι πού μᾶς ἐπιτρέπει νά ὑποθέσουμε ὅτι καί ἡ Λυδία ἦταν μία εὔπορη γυναίκα πού συντηροῦσε μία ἀνθηρή ἐπιχείρηση. Ἡ καλή της οἰκονομική κατάσταση βεβαιώνεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι εἶναι κυρία τῆς οἰκίας της, στήν ὁποία φιλοξενεῖ τόν ἀπόστολο Παῦλο καί τούς συνεργάτες του. Ἀπό παπύρους καί ἐπιγραφές τῆς ἐποχῆς ἐκείνης γνωρίζουμε καί γιά ἄλλες εὔπορες γυναῖκες, οἱ ὁποῖες προΐστανται τοῦ σπιτικοῦ τους -τῶν συγγενῶν, δηλαδή, τῶν δούλων καί ἀπελεύθερων τῆς οἰκογένειας-, δροῦν καί διαχειρίζονται τήν περιουσία τους «χωρίς κυρίου», χωρίς δηλαδή νά πρέπει νά ἔχουν τήν ἔγκριση ἑνός κηδεμόνα, ὅπως ὅριζε ὁ ρωμαϊκός νόμος. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀπευθύνει ἡ Λυδία τήν πρόσκλησή της στόν ἀπόστολο φανερώνει μία ἀνεξαρτησία καί μία κυριότητα στά τοῦ οἴκου της.
Ὑπάρχει, βέβαια, καί μία ὑπόθεση, ἡ ὁποία διατυπώθηκε στά τελευταῖα χρόνια, ὅτι τό ἐμπόριο τῆς πορφύρας ἦταν αὐτοκρατορικό μονοπώλιο τήν ἐποχή πού ὁ ἀπόστολος ἐπισκέπτεται τούς Φιλίππους καί κατά συνέπεια ἡ Λυδία ἦταν μία ἀπελεύθερη τοῦ αὐτοκράτορα, ἀνῆκε δηλαδή στήν «οἰκία τοῦ Καίσαρος», γιά τήν ὁποία ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνει λόγο καί στήν πρός Φιλιππησίους Ἐπιστολή (4,22). Ἄλλωστε οἱ Φίλιπποι, ὅπως ἀναφέρθηκε, ἦταν μία ρωμαϊκή ἀποικία καί δέν εἶναι παράδοξο νά ὑπῆρχαν ἐκεῖ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι νά προωθοῦσαν τά συμφέροντά του. Πραγματικά, μία ἐπιγραφή τῆς πόλης τοῦ 36/37 μ.Χ. ἀναφέρει τά ὀνόματα τριῶν τέτοιων ἀνθρώπων.
Ἀνεξάρτητα ἀπό τό ἐάν αὐτή ἡ γοητευτική ὑπόθεση εὐσταθεῖ ἤ ὄχι, τό βέβαιο εἶναι ὅτι ἡ Λυδία ἦταν εὔπορη καί ἀνεξάρτητη. Αὐτή, λοιπόν, ἡ πλούσια γυναίκα προσελκύεται ἀπό τή διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου, βαπτίζεται καί γίνεται συνεργάτης του στό ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῆς πόλης της, προσφέροντάς του τή φιλοξενία της. Δέν εἶναι ἡ μόνη γυναίκα πού γίνεται συνεργός τοῦ Παύλου στό ἱεραποστολικό του ἔργο. Τά κείμενα τῶν Πράξεων καί τῶν Ἐπιστολῶν τοῦ ἀποστόλου βεβαιώνουν τήν ὕπαρξη τέτοιων γυναικῶν σέ ὅλες τίς τοπικές ἐκκλησίες. Ἡ Πρίσκιλλα, ἡ Δάμαρις, ἡ Φοίβη, ἡ Χλόη καί τόσες ἄλλες συνεργάσθηκαν μέ τόν ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν στή διάδοση τοῦ εὐαγγελίου, προσέφεραν -στό μέτρο πού ἡ καθεμιά μποροῦσε- χρήματα, οἰκία καί χρόνο, διακινδυνεύοντας στήν καλύτερη περίπτωση τή θέση τους μέσα στήν κοινωνία καί στή χειρότερη τή ζωή τους. Ὁ Παῦλος στίς Ἐπιστολές του συχνά ἀναφέρεται σ᾿ αὐτές, χαρακτηρίζοντάς τες «ἀποστόλους, συνεργούς, συναθλήτριες», τίτλοι πού, σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, εἶναι ἀσύγκριτα ἀνώτεροι ἀπό κάθε ἄλλο λόγο ἀρετῆς.
Αἰκατερίνη Τσαλαμπούνη
Δρ. Θεολογίας
Ἐπίκουρη καθηγήτρια
Ἀπολύτρωσις 57 (2002) 105-106