Πρίν τήν ἔκρηξη τοῦ Α´ Βαλκανικοῦ Πολέμου, τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1912, πραγματοποιοῦνται στήν Ἑλλάδα ἀλλεπάλληλα πολεμικά συμβούλια. Σ’ ἕνα ἀπ’ αὐτά προεδρεύει ὁ πρωθυπουργός Ἐλευθέριος Βενιζέλος καί παρευρίσκεται καί ὁ πλοίαρχος Παῦλος Κουντουριώτης. Κύριο θέμα τῆς συζήτησης εἶναι οἱ ἀναλογίες τῶν δυνάμεων τῆς Ἑλλάδας καί τῆς Τουρκίας στή θάλασσα.
Λόγῳ τῆς ἀριθμητικῆς ὑπεροχῆς τῆς Τουρκίας, συζητεῖται ἡ ἐκδοχή τῆς ἀναβολῆς τοῦ πολέμου, προκειμένου νά ἐνισχυθεῖ ὁ ἑλληνικός στόλος. Τότε ὁ ὑδραῖος πλοίαρχος Κουντουριώτης ὑψώνει τό ἡρωικό του ἀνάστημα καί τούς ἀπευθύνει λόγια πού ὑπερβαίνουν τούς ὑπολογισμούς τῶν γραφείων: «Ὅμως πέρα ἀπ’ τούς ἀριθμούς εἶναι καί κάτι ἄλλο. Καί γι’ αὐτό δέν σᾶς μίλησε κανείς. Ἡ ψυχή». Μέ θάρρος διαλύει τούς ἐπιτελικούς ἐνδοιασμούς λέγοντας: «Ἐγώ, κύριε Πρόεδρε, δέν καταγίνομαι μέ τό χ+ψ καί τάς γωνίας ἀποκλίσεως. Ξεύρω νά πῶ ἕνα πρᾶγμα. Καράβια ἄνευ ἱκανοῦ ἐμψύχου ὑλικοῦ εἶναι μόλυβδος βαρύς βυθιζόμενος ἐντός ὕδατος. Σᾶς διαβεβαιῶ ὅτι μέ τά καράβια πού ἔχομε θά κάμουμε καλά τή δουλειά μας».
Μετά ἀπό ἕνα διάστημα ὁ Βενιζέλος, κάνοντας ἕναν ὑπαινιγμό γιά πόλεμο μέ τήν Τουρκία, λέει: «Ξέρετε, κύριε Κουντουριώτη, ἡ κυβέρνηση, ἄν γίνει πόλεμος, σέ σᾶς θ’ ἀναθέσει τήν ἀρχηγία τοῦ στόλου».
Μέ τήν κήρυξη τοῦ πολέμου ὁ Κουντουριώτης προάγεται σέ ὑποναύαρχο καί ἀναλαμβάνει δράση ὡς ἀρχηγός τοῦ στόλου τοῦ Αἰγαίου. Ὁ πρωθυπουργός ἀποχαιρετᾶ τόν ἑλληνικό στόλο: «Ἡ Πατρίς ἀξιοῖ ἀπό ὑμᾶς ὄχι ἁπλῶς ν’ ἀποθάνητε ὑπέρ αὐτῆς. Αὐτό θά ἦταν τό ὀλιγώτερον. Ἀξιοῖ νά νικήσετε».
Μέ τό θωρακισμένο καταδρομικό «Ἀβέρωφ» ὁ ὑποναύαρχος διεξάγει νικηφόρους ἀγῶνες. Τά νησιά τοῦ Βορειοανατολικοῦ Αἰγαίου διαδοχικά ἐλευθερώνονται. Ὁ ἑλληνικός στόλος ἔχει τόν πλήρη ἔλεγχο τοῦ Ἀρχιπελάγους. Ἀλλ’ ἡ Χίος δέν ἔχει ἀκόμη τινάξει ἀπό πάνω της τόν δυσβάστακτο τουρκικό ζυγό.
Τό μυροβόλο νησί ἀποτελεῖ προπύργιο τῆς ὀθωμανικῆς κυριαρχίας καί οἰκονομικό πυλώνα τοῦ διαμετακομιστικοῦ ἐμπορίου. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ δήλωση τοῦ τούρκου στρατιωτικοῦ διοικητῆ τῆς Χίου Ζιχνή μπέη, ὅταν ρωτήθηκε γιά τήν πιθανή κατάληψη τῆς Χίου ἀπό τούς Ἕλληνες: «Αὐτό δέν θά γίνει ποτέ... Ἡ Χίος εἶναι τό Παρίσι τῆς Ἀνατολῆς καί προτιμῶ νά τήν κάνω στάχτη παρά νά μοῦ τήν πάρουν οἱ Ἕλληνες!».
Ὁρόσημο γιά τήν ἱστορία τῆς Χίου ἀποτελεῖ ἡ 11η Νοεμβρίου 1912, γιορτή τῶν πολιούχων της ἁγίων Μηνᾶ, Βίκτωρος καί Βικεντίου. Μέρα Κυριακή, μοίρα ἑλληνικῶν πλοίων ἀγκυροβολεῖ στό νησί πού μοσχοβολᾶ μαστίχα. Οἱ Χιῶτες ὑποδέχονται μέ ἐνθουσιασμό τούς δυόμισι χιλιάδες στρατιῶτες.
Μία ἀντιπροσωπία ἀπό τό καταδρομικό «Μακεδονία» ἀποστέλλεται νά διαπραγματευτεῖ τήν παράδοση τῆς Χίου. Ἀνταμώνει στό Διοικητήριο τίς τουρκικές Ἀρχές. Ἀλλά ὁ διοικητής ἀντισυνταγματάρχης Ζιχνή μπέης, ὑπολογίζοντας ἐνισχύσεις ἀπό τή Μικρά Ἀσία, ἀρνεῖται κά- θε συζήτηση καί δηλώνει ὅτι θά ἀντισταθεῖ μέχρις ἐσχάτων.
Οἱ Ἕλληνες τότε μέ τρία τάγματα πεζικοῦ καί μία ὀρεινή πυροβολαρχία ἀποβιβάζονται στόν ὅρμο Κοντάρι μέ ἀρχηγό τόν συνταγματάρχη Νικόλαο Δελαγραμμάτικα. Οἱ Τοῦρκοι ἐμποδίζουν τήν ἀπόβασή τους μέχρι τίς βραδινές ὧρες. Πέφτουν οἱ πρῶτοι νεκροί τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ -οἱ «πρωτεσίλαοι» τῆς χιακῆς ἐλευθερίας-, ὁ Ἐμμανουήλ Ποθητός καί ὁ Ἰωάννης Χρυσολωρᾶς. Σέ μικρό ὅμως διάστημα ἡ τουρκική ἀντίσταση ἐκμηδενίζεται ἀπό τόν βομβαρδισμό πού δέχεται ἀπό τόν ἑλληνικό στόλο. Ὁ ἀντίπαλος ὀπισθοχωρεῖ στό ἐσωτερικό, στήν περιοχή Καρυῶν.
Τήν ἄλλη μέρα ὁ ἑλληνικός στρατός παρελαύνει στήν πρωτεύουσα τῆς Χίου, στή Χώρα. Οἱ κάτοικοι ἀνοίγουν τήν ἀγκαλιά τους καί τόν ὑποδέχονται μέ ζητωκραυγές. Ὁ μητροπολίτης Χίου Ἱερώνυμος Γοργίας καί ὁ δήμαρχος Νικόλαος Κουβελᾶς καλωσορίζουν τούς ἐλευθερωτές καί τόν ἀρχηγό τους Δελαγραμμάτικα. Εἶναι ἐντυπωσιακή ἡ εἰκόνα, ὅταν οἱ γυναῖκες μέ τίς σημαῖες ψηλά σκύβουν νά ἀσπαστοῦν τά χέρια, τά πόδια καί τούς μανδύες ἀξιωματικῶν καί στρατιωτῶν. Ἀντιλαλεῖ ὁ παιάνας τῆς νίκης «Χριστός ἀνέστη!». Ὁ δήμαρχος ἀγκαλιάζει τόν πρῶτο ἀξιωματικό: «Ποῦ εἶστε, μωρέ παιδιά, πού σᾶς περιμένουμε πεντακόσια χρόνια;».
Οἱ Ἀρχές τῆς πόλης καί ὁ λαός κατευθύνονται στή μητρόπολη γιά τήν πανηγυρική Δοξολογία. Χαρακτηρίζεται στίς ὁμιλίες πού ἔγιναν ἡ 11η Νοεμβρίου «ἡμέρα Ἀναστάσεως» καί ὁρίζεται ὡς ἡμέρα ἑορτασμοῦ τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Χίου. Τό μεσημέρι στό φρουραρχεῖο, μέσα σέ κλίμα φορτισμένο, γίνεται ἔπαρση τῆς ἑλληνικῆς σημαίας. Ὑψώνεται ἡ πρώτη χειροποίητη ἑλληνική σημαία ἀπό τή νεαρή Εὐγενία Μαδιᾶ, πού τήν κατασκεύασε ἡ ἴδια. Σήμερα τό πολύτιμο κειμήλιο φυλάσσεται στή δημόσια κεντρική βιβλιοθήκη τῆς Χίου «Ἀδαμάντιος Κοραῆς».
Ἀλλά τό τίμημα τῆς ἐλευθερίας εἶναι βαρύ γιά τούς Χιῶτες. Ἡ ἀπελευθέρωσή τους εἶναι ἐπεισοδιακή. Παρά τήν κατάληψη τῆς πρωτεύουσας ἀπό τούς Ἕλληνες, οἱ Τοῦρκοι συνεχίζουν νά ἀντιστέκονται. Περνοῦν 40 μέρες σκληροῦ ἀγώνα. Τά ἐθελοντικά ἑλληνικά σώματα ὅπου γῆς δίνουν δυναμικό «παρών».
Ταπεινωμένος τότε ὑπογράφει στίς Καρυές τήν παράδοση τοῦ νησιοῦ ὁ Ζιχνή μπέης. Μιά μακρά περίοδος ἀνυπόφορης ὀθωμανικῆς Κατοχῆς τερματίζε- ται καί ἡ Χίος ἐνσωματώνεται στό νεοελληνικό κράτος. Ἡ γαλανόλευκη σημαία κυματίζει περήφανη στό αἰγαιοπελαγίτικο νησί. Τό ἀγέρι τῆς λευτεριᾶς γυρίζει τίς ματωμένες ἱστορικές σελίδες καί ἐγκαινιάζει μιά νέα φάση ἀνασασμοῦ, ἀνάκαμψης καί ἀναδημιουργίας γιά τήν πανέμορφη Χίο.
Ἑλληνίς
"Ἀπολύτρωσις",
Τεῦχος Νοεμβρίου, 2025






