Μέ θαυμασμό καταγράφει ἡ ἱστορία τό πρωτάθλημα μιᾶς ὁλόκληρης οἰκογένειας στήν ἁγιότητα, καθώς τά παιδιά, δύο ἀγόρια καί ἕνα κορίτσι, ἀγωνίζονται νά ὑπερβοῦν στήν ἀρετή τούς γονεῖς. Ὁ οὐρανός βραβεύει τόν ἀγώνα τους καί ἡ Ἐκκλησία τούς κατατάσσει ὅλους ἀνάμεσα στούς ἁγίους της.
Εἶναι Μάρτιος τοῦ 368 μ.Χ. στή Ναζιανζό τῆς Καππαδοκίας καί ἡ ἱερή οἰκογένεια ξεπροβοδᾶ γιά τήν αἰώνια πατρίδα τόν νεότερο βλαστό της. Στέκει σεμνή -καί μέσα στόν πόνο της- ἡ εὐγενής Νόννα, ἡ μάνα πού ἔσπειρε στήν καρδιά του τόν θεῖο σπόρο μέ τό παράδειγμά της τό φωτεινό, τή μυστική της προσευχή καί τίς σοφές της συμβουλές. Πλάι της ἡ κόρη της Γοργονία, μητέρα πέντε παιδιῶν, γνωστή γιά τή φιλανθρωπία της. Ὁ μεγάλος ἀδελφός Γρηγόριος ἀπευθύνει συγκλονιστικό ἐπικήδειο λόγο γιά τόν ἀγαπημένο ἀδελφό.
Ποιός δέν γνωρίζει τόν Καισάριο, τόν ζηλωτή ἀγωνιστή τοῦ ἀγαθοῦ; Εὐφυής καί φιλόπονος, ἁγνός καί συνετός, προσφιλής στούς συμμαθητές του, ὑπάκουος στούς διδασκάλους του, προσεκτικός στίς συναναστροφές, καταδεκτικός πρός τούς μικρούς, ἰσότιμος πρός τούς φίλους, θαρραλέος καί ἐλεύθερος πρός τούς ἄρχοντες. Ἡ οἰκογένειά του τόν προπέμπει μέ ζωντανή ἐλπίδα καί τόν παρακαλεῖ νά ἑτοιμάσει τόπο, γιά νά ὑποδεχθεῖ καί τούς ὑπόλοιπους αὐτός ὁ τελευταῖος, πού ὅμως ἔφθασε πρῶτος στοῦ οὐρανοῦ τά πλάτη.
Εἶχε κάνει περίφημες σπουδές ὁ Καισάριος καί διακρίθηκε στήν ἐξάσκηση τῆς ἰατρικῆς τόσο, ὥστε ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος τόν διόρισε ἀρχίατρο τῆς βασιλικῆς αὐλῆς.
Ὅταν ἀνέβηκε στό θρόνο ὁ Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης, κατέβαλε ἰδιαίτερη προσπάθεια νά ἀποσπάσει μέ τό μέρος του ἄνδρες σοφούς καί ἐπίσημους. Καί πέτυχαν οἱ προσπάθειές του «ἀλλοῦ διά χρημάτων ἀλλοῦ δι’ ἀξιωμάτων». Ὁ Καισάριος ὅμως εἶχε ἀγκυροβολημένη τήν ἐλπίδα του στή δόξα τοῦ οὐρανοῦ καί διατήρησε, ἐκεῖνες τίς χαλεπές μέρες, τήν παρρησία του μέ τόλμη καί αὐταπάρνηση. Εἰσερχόμενος γιά τή συνάντηση μέ τόν ἀσεβῆ αὐτοκράτορα σημείωσε μέ εὐλάβεια τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί, δίχως σκιά ἀμφιβολίας, ὑπερασπίστηκε μέ θερμότητα καί ἐπιχειρήματα τήν Ὀρθοδοξία. Καταφρονώντας γιά χάρη της τή λάμψη τῶν ἀνακτόρων, ἐγκατέλειψε τήν Κωνσταντινούπολη «φυγάς μακάριος, τροπαιοῦχος ἀναίμακτος». Κι ἄν ἦταν ἡ παρουσία του ἀνεκτίμητα εὐεργετική, ἦταν καί ἡ ἀπουσία του τώρα βαθιά διδακτική. Φάνηκε πώς ἔχασε τά πλούτη τῆς γῆς, μά κράτησε δικό του τόν Θεό τοῦ οὐρανοῦ, πού εὐαρεστεῖται στήν ὡραιότητα τῆς ἀπόλυτης ἀφοσίωσης καί στόν ἡρωισμό τοῦ ἀκέραιου φρονήματος.
Μετά τόν τραγικό θάνατο τοῦ Ἰουλιανοῦ θά ἐπιστρέψει ὁ Καισάριος καί πάλι στή θέση του, γιά νά προσφέρει τίς ὑπηρεσίες του ὡς βασιλικός οἰκονομικός ἔφορος. Οἱ σπουδές, οἱ εὐρύτατες γνώσεις μέ τίς ὁποῖες ἦταν πλουτισμένος καί ἡ ἔμπρακτη ἄσκηση τῆς ἀγάπης τόν εἶχαν καθιερώσει ἀνάμεσα στόν ἁπλό λαό ἀλλά καί στούς κύκλους τῆς ὑψηλῆς κοινωνίας/· ὅλοι τόν ὀνόμαζαν «σοφότατο». Ἡ φυσική του ἀρχοντιά συνοδευόταν ἀπό ὑπομονή στόν κόπο καί μακροθυμία στήν ἀδικία. Ζώντας μέσα στή χλιδή τῶν ἀνακτόρων, περιβαλλόμενος ἀπό δόξα καί τιμή διατήρησε ἀκέραια τήν ταπεινοφροσύνη καί ζοῦσε μέ ἁπλότητα, ἀνώτερος ἀπό κάθε τρυφή καί ἐπίδειξη. Ἄγρυ-πνος στό χρέος τῆς ἀγάπης διακονοῦσε ἀθόρυβα, θυσιαστικά τούς φτωχούς καί ἐλάχιστους ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Θεός εὐλογοῦσε τόν ἁγιασμένο ἱδρώτα τῆς φιλαδελφίας του καί τόν χαρίτωνε ὅλο καί περισσότερο.
Στίς 9 Μαρτίου προβάλλει μπροστά μας ἡ μορφή τοῦ σεμνοῦ ἀγωνιστῆ Καισαρίου, ὁ ὁποῖος ἔφυγε ἀπό τή γῆ αὐτή πρίν ἀκόμα φθάσει στά 38 του χρόνια. Ἡ ὑπέροχη πνευματική του ἀξία ἑνωμένη μέ τή βαθειά εὐσέβεια καί τήν καθάρια ἀρετή ἀποδεικνύει μές στούς αἰῶνες πόσο λαμπρά μπορεῖ νά συνδυαστεῖ ἡ γνώση μέ τήν πίστη, πόσο εὐεργετικά μπορεῖ νά δεθεῖ ἡ σοφία μέ τήν ἀγάπη. Ὁ Καισάριος μέ τό ταπεινό ὕφος καί τό καθαρό ἦθος ἀποτελεῖ θεία παρεμβολή στήν ἐπιδρομή τῆς σημερινῆς χλιαρότητας. Ἡ ἀνύσταχτη ἀγωνιστικότητά του στά λίγα χρόνια πού διέγραψε ὁ κύκλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς του μαρτυρεῖ πώς τό Εὐαγγέλιο εἶναι ἐφαρμόσιμο σέ κάθε ἐποχή καί πώς ἡ ἁγιότητα ἀποτελεῖ τό ἀγώνισμα πού καταξιώνει τό πέρασμά μας ἀπό τή γῆ.
Ἰχνηλάτης