Τό παπούτσι πού δέν φόρεσες...

Μιά  βαθιά ὑπόκλιση στή μνήμη ἐκείνων πού ξεριζώθηκαν, πάλεψαν καί ἔφτιαξαν ξανά πατρίδα.

  papoutsi cὉ Σεπτέμβρης δέν μυρίζει μόνο βρεγμένο χῶμα ἀπό τά φθινοπωρινά πρωτοβρόχια του. Γιά ἐμᾶς τούς Ἕλληνες μυρίζει αἷμα γενοκτονίας, ἱδρώτα προσφυγικό, δάκρυ ξεριζωμοῦ. Ὁ Σεπτέμβρης τοῦ 1922 πονάει ὄχι μόνο κάθε Ἕλληνα ἀλλά κάθε πολιτισμένο ἄνθρωπο, γιά τίς θηριωδίες καί τίς βαρβαρότητες πού συντελέστηκαν σέ βάρος ἀθώων στήν ἄλλη πλευρά τοῦ Αἰγαίου. 
  Τό νά ἀνασύρουμε ἀπό τή μνήμη τή Μικρασιατική Καταστροφή δέν εἶναι πράξη ἐθνικισμοῦ. Εἶναι χρέος ἱερό: νά γνωρίζουμε τή νεότερη ἑλληνική ἱστορία, νά μαθαίνουμε ἀπό τά λάθη της, νά τή μεταλαμπαδεύουμε στίς νέες γενιές. Γιατί, «ἄν δέν ξέρεις ἱστορία, εἶναι σάν νά γεννήθηκες χθές». 
  Αὐτή ἡ φράση σέ ὑποδέχεται ἀπροσδόκητα ἔξω ἀπό τό Μουσεῖο Προσφυγικοῦ Ἑλληνισμοῦ, πού βρίσκεται μέσα στίς ἐγκαταστάσεις τοῦ ἀθλητικοῦ συλλόγου Α.Ε.Κ. στή Νέα Φιλαδέλφεια, στήν Ἀθήνα. Ἀξίζουν συγχαρητήρια στούς ὑπευθύνους τοῦ συλλόγου, ὄχι γιά τίς ἀθλητικές ἐπιδόσεις τῆς ὁμάδας, ἀλλά γιατί σέ ἕναν χῶρο πού ἔχουμε συνηθίσει νά συνδέουμε μέ βία καί χουλιγκανισμό ἀνθίζει ἡ ἱστορική μνήμη μέσα ἀπό ἕνα καλοδουλεμένο μουσεῖο, ἕναν χῶρο πού, ὅπως σημειώνουν οἱ ἴδιοι, ἀποτελεῖ «ἐλάχιστο φόρο τιμῆς καί αἰώνιας εὐγνωμοσύνης στούς πρόσφυγες προγόνους μας». 
  Αὐτό πού κάνει τό Μουσεῖο νά ξεχωρίζει εἶναι ἡ σύγχρονη τεχνολογική προσέγγιση, ἡ ὁποία δέν περιορίζεται στό νά ἀναδείξει τά ἐκθέματα· τά ζωντανεύει. Ὁ ἐπισκέπτης βιώνει μιά ἐμπειρία πού παντρεύει τή γνώση μέ τό συναίσθημα. Ἀπό τήν πρώτη στιγμή τόν καλωσορίζει ἕνας μεγάλος γραφιστικός χάρτης, μέ σημειωμένες ὅλες τίς περιοχές τοῦ ξεριζωμοῦ: Ἀνατολική Θράκη, Κωνσταντινούπολη, Ἰωνία, Σμύρνη, Πόντος, Καππαδοκία. 
  Ξεχωριστό καί βαθιά συμβολικό ἔκθεμα ἀποτελεῖ «Τό παπούτσι πού δέν φόρεσες». Στήν εἴσοδο τῶν ἐπισήμων δεσπόζει ἕνα τεράστιο ποδοσφαιρικό παπούτσι, ἔργο τέχνης τοῦ εἰκαστικοῦ Π. Τανιμανίδη. Τό γλυπτό αὐτό συμβολίζει τά χρόνια τῆς προσφυγιᾶς πού ἀκολούθησαν τή Μικρασιατική Καταστροφή καί τή Γενοκτονία τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου καί τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Τότε πού πρωταγωνιστές τῆς Νέας Ἑλλάδας ἦταν τά ξυπόλυτα, νηστικά προσφυγόπουλα, στίς λασπωμένες γειτονιές καί τίς παραγκοσυνοικίες. Παιδιά πού δέν εἶχαν τίποτα. Μόνον ἕνα ὄνειρο: νά παίξουν, νά κλωτσήσουν μιά κουρελόμπαλα, νά φορέσουν κάποτε ποδοσφαιρικά παπούτσια. 
  Ὅπως γράφει ὁ δημιουργός του, «Τό παπούτσι πού δέν φόρεσες» εἶναι ἕνα ἔργο ἀφιερωμένο σέ αὐτά τά παιδιά πού πέρασαν ἀπό δύο πατρίδες συμπληγάδες· πού στά αὐτιά τους μπλέχτηκαν τά οὐρλιαχτά τῶν σφαγμένων καί κρεμασμένων συγγενῶν τους μέ τό φτερούγισμα τοῦ ἀετοῦ. Εἶναι ἕνα ἔργο «ἑνός λεπτοῦ σιγῆς» γιά ἐκεῖνα τά παιδιά πού δέν πρόλαβαν νά βάλουν δερμάτινα ποδοσφαιρικά παπούτσια, ἀλλά λίγα χρόνια μετά φόρεσαν στρατιωτικά ἄρβυλα καί ἀνηφόρισαν στά βουνά τῆς Βορείου Ἠπείρου, γιά νά μείνει ἡ Ἑλλάδα ἐλεύθερη, γιά νά ὑπάρχει. 
  Καί τώρα πού ἡ λήθη στήνει πατρίδα στή συγχορδία τῆς λησμονιᾶς, τώρα πού τό ἀθῶο καί ἀνθεκτικό ὄνειρό τους δέν ἔσβησε, ἀλλά ρίζωσε, ἄνθισε, δίδαξε, κι ἔκανε τήν ἐλπίδα τό σύνορο τῆς ζωῆς, ἄς σταθοῦμε γιά λίγο μπροστά σέ αὐτό τό ἔργο. Ὄχι σάν ἐπισκέπτες, ἀλλά σάν ἀπόγονοι πού καταθέτουν ἕνα δάφνινο στεφάνι σ’ ἐκείνους τούς ἄγνωστους ἥρωες πού ἔβαλαν τήν Ἑλλάδα στήν ἀέναη σκυταλοδρομία τοῦ φωτός. 
 Νά τή λέμε, ὅσο μποροῦμε, τήν ἱστορία τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς στά σημερινά Ἑλληνόπουλα. Σ’ αὐτά πού κάθε Σεπτέμβρη ἀγοράζουν  καί συχνά ἀπαιτοῦν ἕνα ἤ περισσότερα ζευγάρια ἀθλητικά παπούτσια, γνωστῆς καί ἀκριβῆς φίρμας. Γιά νά θυμοῦνται ὅτι κάποτε κάποιο ἄλλο παιδί δέν πρόλαβε νά φορέσει οὔτε ἕνα. Ἴσως τελικά «Τό παπούτσι πού δέν φόρεσες» νά εἶναι ἕνα σύμβολο ὄχι μόνο τῆς στέρησης, ἀλλά καί τῆς δύναμης ἐκείνων πού ξεκίνησαν ἀπό τό τίποτα καί πάλεψαν γιά μιά θέση στή ζωή καί στήν Ἱστορία. 
  Ἄς μήν ξεχνᾶμε τίς ρίζες μας! Ὄχι γιά νά μένουμε στό παρελθόν, ἀλλά γιά νά καταλαβαίνουμε καλύτερα τό παρόν καί νά βαδίζουμε πιό συνειδητά στό μέλλον. 

Εὔφημη Μπούτσικου-Ρίζου

"Ἀπολύτρωσις", Αὔγ.-Σεπτ. 2025