«Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι...» (Β´ Θε 3,10)
Στό τέλος τῆς Ἐπιστολῆς του ὁ ἀπόστολος Παῦλος συμβουλεύει τούς πιστούς τῆς Θεσσαλονίκης πῶς νά ἀντιμετωπίσουν μία ἀταξία πού δημιουργήθηκε στήν ἐκκλησία τους. Μερικοί ἀπό τούς πιστούς, ἐπειδή παρεξήγησαν τή διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου σχετικά μέ τή Δευτέρα Παρουσία, κινδύνευαν νά δημιουργήσουν μιά πλανεμένη παράδοση μέσα στήν ᾿Εκκλησία. Πίστεψαν ὅτι ἡ Δευτέρα Παρουσία θά γίνει ὁπωσδήποτε στίς μέρες τους. ῾Η δογματική αὐτή πλάνη εἶχε σοβαρό ἀντίκτυπο καί στήν κοινωνική τους ζωή. ᾿Εγκατέλειψαν τίς ἐργασίες τους καί μέ τή δικαιολογία ὅτι περιμένουν τόν Κύριο γυρνοῦσαν ἀργόσχολοι, ζώντας εἰς βάρος τῶν ἐργαζομένων. Ἄφησε ἐπίτηδες τελευταῖο αὐτό τό θέμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, διότι ἦταν μιά πληγή στήν ἐκκλησία τῆς Θεσσαλονίκης. Δέν τοῦ ἦταν ἁπλό καί εὔκολο νά τήν ἀγγίξει, ἀλλά ἔπρεπε νά δώσει δραστικό φάρμακο, γιά νά τή θεραπεύσει. ᾿Επιπλέον, ἤθελε νά κλείσει μ᾿ αὐτό τό θέμα τήν ᾿Επιστολή του, γιά νά μείνει ἀνεξίτηλο στή σκέψη τῶν χριστιανῶν τῆς Θεσσαλονίκης.
Ἀπερίφραστα ὁρίζει ἕναν κανόνα γιά τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας: «Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω» (3, 10). Βέβαια ἐδῶ τούς τό ὑπενθυμίζει, διότι, ὅπως γράφει, «ὅτε ἦμεν πρὸς ὑμᾶς τοῦτο παρηγγέλλομεν ὑμῖν», τούς τό δίδαξε καί μέ λόγο καί μέ παράδειγμα. Ὁ Παῦλος ἦταν σκηνοποιός καί μέ τήν προσωπική του ἐργασία ἐξασφάλιζε τά ἀπαραίτητα γιά τή συνοδεία του.
῾ Ο λόγος «εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω» ἦταν ἴσως μία παροιμιώδης ἔκφραση. Εἶναι μάλιστα ἀξιοσημείωτο ὅτι στό Κρεμλῖνο τῆς Μόσχας, πού ἦταν ἡ ἕδρα τῶν κεντρικῶν ὀργάνων τῆς σοβιετικῆς ἐξουσίας, μόλις τόν περασμένο αἰώνα ὑπῆρχε αὐτό τό σύνθημα γραμμένο, ἀλλά παραποιημένο: «Ὁ μὴ ἐργαζόμενος μηδὲ ἐσθιέτω». Δέν λέει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος. ῾Υπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν ἐργάζονται, ὄχι ἐπειδή δέν θέλουν, ἀλλά ἐπειδή δέν μποροῦν (π.χ. γέροντες, μικρά παιδιά, ἄρρωστοι, ἀνάπηροι, κτλ.). Θά ἦταν βάρβαρο καί ἀπάνθρωπο ἄν αὐτοί στεροῦνταν τήν τροφή τους. ῾Ο ἀπόστολος ἀναφέρεται σαφῶς σ᾿ ἐκείνους πού δέν θέλουν νά ἐργασθοῦν, στούς ἀργόσχολους, στούς ὀκνηρούς, πού χάνουν ἄσκοπα τόν καιρό τους.
῾ Η ἀργία, ἐνῶ φαίνεται ἀπραξία καί ἀδράνεια, εἶναι πορεία πρός τήν καταστροφή. Ἔχει πολλές ἀρνητικές συνέπειες· μία ἀπό τίς πιό συνηθισμένες εἶναι ἡ περιέργεια. ῾Ο Θεός μᾶς ἔδωσε τόν νοῦ «ἐνεργόν». ῞Οταν, λοιπόν, τόν ἀπομακρύνουμε ἀπό τά ἔργα, ἐπειδή αὐτός δέν μπορεῖ νά μένει ἀργός, προχωρεῖ σέ ἐργασίες διαβολικές, περιέργεια, φλυαρία, καταλαλιά, εὐτραπελία (Οἰκουμένιος). Μέ τά ἴδια αὐτά πάθη συνδέει τήν ἀργία καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος (βλ. Α´ Τι 5,13). ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος λέει κατηγορηματικά: «῾Οπωσδήποτε αὐτός πού μένει ἀργός, ἐνῶ μπορεῖ νά ἐργάζεται, εἶναι ἀναγκαστικά περίεργος».
῾Η ἐντολή τῆς ἐργασίας μαζί μέ τήν προσευχή εἶναι ἡ πιό παλιά ἐντολή πού δόθηκε στόν ἄνθρωπο. ῾Ο Θεός, μόλις ἔπλασε τούς πρωτοπλάστους καί τούς ἔβαλε στόν παράδεισο, τούς παρήγγειλε: «ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν» (Γέ 2,15). Δηλαδή, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ πατέρες, νά ἐργάζονται καί νά προσεύχονται. Μετά τήν πτώση καί τήν ἐξορία τους ἀπό τόν παράδεισο, εἶπε πάλι ὁ Θεός στόν ᾿Αδάμ: «Ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου» (Γέ 3,19). Γιά τόν χριστιανό, ἑπομένως, ἡ ἐργασία εἶναι ὑπόθεση ἱερή ὅπως καί ἡ προσευχή. Εἶναι ἐντολή καί παραγγελία τοῦ Θεοῦ.
῾Ο Θεός κάλεσε ὅλους τούς σπουδαίους ἄνδρες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης -τόν Μωυσῆ, τόν Γεδεών, τόν Δαβίδ- τήν ὥρα τῆς ἐργασίας τους γιά νά τούς ἀναθέσει τό θεῖο ἔργο, τή δική του ἀποστολή. Τήν ὥρα τῆς ἐργασίας τους διάλεξε καί κάλεσε κοντά του τούς μαθητές του ὁ Κύριος. ῎Εχουμε παραδείγματα ἀνθρώπων πού ὅσο δούλευαν ἦταν σεμνοί καί ἐνάρετοι, ἐνῶ τούς νίκησε ὁ σατανᾶς ὅταν ἄφησαν τήν ἐργασία τους: ῾Ο Δαβίδ, ὅταν ἔμεινε ἀργός στό παλάτι, ἔπεσε στό διπλό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας καί τοῦ φόνου. ῾Ο Σαμψών, ὅταν ἄφησε τή δουλειά του, νικήθηκε ἀπό μιά γυναίκα, τή Δαλιδά, καί κατάντησε ὑπηρέτης τῶν ἐχθρῶν του. Καί στή μικρή ἐκκλησία τῆς Θεσσαλονίκης οἱ πιστοί πού ἄφησαν τίς δουλειές τους κατάντησαν μιά πληγή στό σῶμα τῆς ἐκκλησίας. ῾Η ἁγία Γραφή μᾶς παρουσιάζει σάν δασκάλους τά ἐργατικά ζῶα: τό μυρμήγκι καί τή μέλισσα (βλ. Πρμ 6, 6-8). ῾Η ἐργασία εἶναι «ἀλεξιτήριο παθῶν», διώχνει μακριά τά πάθη καί ἀσφαλίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό πολλούς κινδύνους. ῾Ο λαός μας πολύ σοφά λέει: «῾Υνί πού δουλεύει δέν σκουριάζει, νερό πού κυλάει δέν πρασινίζει». Καί τό ἀρχαῖο γνωμικό ἐπισημαίνει: «Ἡ ἀργία μήτηρ πάσης κακίας ἐστί».
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ζητοῦν τίς ἀνέσεις καί τήν καλοπέραση. Θεωροῦν ἔξυπνους ἐκείνους πού καταφέρνουν νά μή δουλεύουν καί νά ξεγελοῦν τούς ἄλλους. Οἱ χριστιανοί ὅμως ἔχουν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί προφυλάγουν τόν ἑαυτό τους ἀπό πολλά κακά, ὅταν εἶναι φίλεργοι. ᾿Εξάλλου, ὁ Παῦλος μᾶς συνιστᾶ νά ἐργαζόμαστε ὄχι μόνο γιά τίς δικές μας ἀνάγκες, ἀλλά γιά νά ἔχουμε καί τή δυνατότητα νά βοηθοῦμε τούς ἀνήμπορους ἀδελφούς μας (βλ. ᾿Εφ 4,28).
Στέργιος Ν. Σάκκος
"Ἀπολύτρωσις",
Τεῡχος Μαϊου, 2025