Ἀπό τήν αὐγή τῆς ἱστορίας του ὁ ἄνθρωπος διανθίζει τή ζωή του μέ γιορτές, ὡς εὐκαιρίες χαρᾶς, πανηγυριοῦ, τιμῆς καί εὐεργετικῆς τομῆς στή δύσκολη καθημερινότητα. Θεσπίζοντας τόν ἑορτασμό γεγονότων ἤ προσώπων, ἀποζητᾶ συναπαντήματα μέ τό θεῖο μέσῳ -ἔστω καί ἀδέξιων- λατρευτικῶν τελετῶν καί δοξασιῶν. Χρωματίζει τήν καθημερινότητά του μέ θεϊκές πινελιές, ἀποζητώντας τή συμπόρευση τῶν θεῶν μαζί του, στόν δικό του μοναχικό δρόμο στήν ἱστορία. Ἀπό κοινωνιολογικῆς ἄποψης ἡ ἴδια ἡ ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου ἀποδεικνύει τήν ἀναγκαιότητα τῆς ὕπαρξης τῶν ἑορτῶν στή ζωή του, δεδομένου ὅτι καμία κοινωνία καί κανένας πολιτισμός δέν ἔχει ὑπάρξει πού νά μήν ἔχει γιορτές. Γιά τόν λόγο αὐτόν ἄλλωστε ἡ σύγχρονη κοινωνιολογία κάνει λόγο γιά τόν «ἑόρτιο ἄνθρωπο» -«homo festivus»- πού ἐφευρίσκει τἰς ἑορτές γιά νά ἐκφράσει ποικίλα συναισθήματα καί ἀνάγκες.
Στόν Χριστιανισμό εἰδικότερα, τό ἡμερολόγιο τοῦ ἔτους μετατρέπεται σέ ἑορτολόγιο καί ἡ καθημερινότητα τοῦ πιστοῦ διανθίζεται μέ μνῆμες πνευματικῶν ἀγωνισμάτων καί ἀρωματίζεται μέ ἁγιότητα, καθώς κάθε ἡμέρα τιμᾶται ἡ μνήμη κάποιου/ ων ἁγίου/ων ἤ κάποιου γεγονότος πού σχετίζεται μέ τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. «Κεφάλαιον ἑορτῆς μνήμη Θεοῦ», σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος· ἡ οὐσία δηλαδή τῆς ἑορτῆς εἶναι νά ἐνθυμούμαστε τόν Θεό. Γίνεται ἐπίσης ἡ ἑορτή ἀφορμή γιά περισσότερη προσευχή, προσθέτει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. Εἶναι ἀνούσιο νά ἑορτάζουμε τά τοῦ Θεοῦ, λησμονώντας τόν Θεό.
Μέ ποιόν τρόπο, λοιπόν, συνιστοῦν οἱ ἅγιοι πατέρες νά ἑορτάζει ὁ πιστός τίς ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας;
«Ἄς γιορτάσουμε, ὄχι μέ δημόσιες πανηγύρεις», ὅπως γιορτάζουν οἱ κοσμικοί, ἀλλά «μέ τρόπο θεϊκό», προτρέπει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος· «λελογισμένως καὶ εὐσεβῶς», προσθέτει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος. Δηλαδή, «ὄχι μέ τρόπο κοσμικό ἀλλά μέ ὑπερφυσικό», ὅπως ἁρμόζει σέ ἀνθρώπους πού προσκυνοῦν «τόν Λόγο», ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος. Καί ἄν πρέπει νά ἀπολαύσουμε κάτι, ἄς τό ἀπολαύσουμε «μέ τή λογική καί μέ τόν θεῖο νόμο», ἔτσι ὥστε νά μήν ἀπομακρυνόμαστε ἀπό Ἐκεῖνον πού μᾶς κάλεσε σ’ αὐτή τήν ἑορτή.
Προϋπόθεση γιά τόν κατά Θεό ἑορτασμό εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς συνείδησης. Οὔτε οἱ στολισμοί οὔτε τά ἀρώματα οὔτε οἱ μελωδίες πού εὐφραίνουν τίς σωματικές μας αἰσθήσεις ἀποτελοῦν ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιά τόν κατά Θεό ἑορτασμό. Ἀντιθέτως, οἱ φωτισμένοι Πατέρες προτείνουν νά καθαρίσει ὁ πιστός τή διάνοιά του, ὥστε νά ἐντρυφήσει ὄχι στά πρόσκαιρα ἀλλά στά «μὴ κενούμενα», ἐπισημαίνει ὁ Θεολόγος, σέ κεῖνα δηλαδή πού δέν τελειώνουν ποτέ. «Ἄν ἔχεις καθαρή τή συνείδηση, ἑορτή ἔχεις πάντοτε», σημειώνει χαρακτηριστικά ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.
Στίς ἑορτές, ἐπισημαίνει ὁ Χρυσορρήμων, ὁ πιστός καλεῖται ὄχι νά συνάγει ἁμαρτήματα διά τῶν ἀπολαύσεων, ἀλλά καί τά ὑπάρχοντα νά ἀναιρεῖ. Ἔτσι ἡ ψυχή ζεῖ ἀπέραντη χαρά, μόνιμη εὐχαρίστηση, ἀληθινή ἀπόλαυση.
Οἱ ἡμέρες τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων μαρτύρων, συγκεκριμένα, ἀποκτοῦν περιεχόμενο ὄχι ἀπό τήν ἡμερομηνία ἀλλά ἀπό τόν τρόπο πού ζεῖ ἡ ψυχή τήν τιμή τοῦ μάρτυρα. Μιμεῖσαι τόν μάρτυρα ἀκολουθώντας τον στήν ἀρετή; Τότε ἑορτάζεις τή μνήμη τοῦ ἁγίου ὁποιαδήποτε ἡμέρα καί ὄχι μόνο τήν ἡμέρα ἑορτασμοῦ τῆς μνήμης του. Διότι «τιμὴ μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», ἀνακεφαλαιώνει ὁ χρυσολόγος πατέρας. Ἄλλωστε, ὅσοι ζοῦν μία ζωή φαυλότητας, καί τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς «ἀνέορτοί εἰσιν», εἶναι σάν νά μή συμμετέχουν στή γιορτή. Ἀντίθετα, ὅσοι καθαρίζουν τή συνείδησή τους ἀπό κάθε κακό, ἐπιτελοῦν τή μνήμη τοῦ ἁγίου κάθε ἡμέρα καί ὄχι μόνο τήν ἐπίσημη ἡμέρα τοῦ ἑορτασμοῦ του.
Ὁ χριστιανός, λοιπόν, δέν ἑορτάζει μόνο κάποιες γιορτινές ἡμέρες ἤ τίς Κυριακές μονάχα. Ὀφείλει νά ἑορτάζει, τονίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, σ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς του. Αὐτός μάλιστα πού φροντίζει γιά τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς του, γιορτάζει καθημερινά μιμούμενος τό φρόνημα τῶν ἁγίων. Συμμετέχει ἔτσι ἀπό τώρα στόν ἀκατάπαυστο ἑορτασμό, στήν οὐράνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Δέσποινα Καλογεράκη