Ὁ δαφνοστεφανωμένος ἀχυρώνας

 axyronas Ἑβδομήντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος ἀπό τήν 1η Ἀπριλίου 1955, τότε πού ξετινάχθηκε ὁ ἑλ­ληνοκυπριακός ἀν­θός γιά τήν ἄρση τοῦ βρετανικοῦ ζυ­γοῦ καί τήν ἕνωση τῆς Κύπρου μέ τή μητέ­ρα Ἑλλάδα. Τό ἔπος τοῦ 1955-1959 ἀποτελεῖ μία ἀπό τίς λαμπρότερες σελίδες τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Κύπρου.
  Τρεῖς λεβέντες καταζητούμενοι ἀπό τούς Ἄγ­γλους -ὁ Ἀνδρέας Κάρυος, ὁ Φώτης Πήττας, κι ὁ Ἠλίας Παπακυριακοῦ- τά μεσάνυχτα τῆς 30ης Αὐ­γούστου 1958 συναντιοῦνται στό Λιοπέτρι μέ τόν ἄλλο κυνηγημένο ἀπό τούς Ἐγγλέζους, τόν Χρῆ­στο Σαμάρα. Τό Λιοπέτρι, χωριό εὔ­φορο τῆς Ἀμμοχώστου, ἀνήκει σήμερα στό ἐλεύθερο τμῆμα της. Καί οἱ τέσσερις ἔχουν ἀποστολή νά ἐκπαιδεύσουν μέλη τῆς Ε.Ο.Κ.Α. σέ θέματα πού ἀφοροῦσαν στή χρήση τῶν ὁπλικῶν συστημάτων καί ἐκρηκτικῶν μηχανι­σμῶν.  
Μές στή νύχτα τῆς 1ης Σεπτεμβρίου ἀγγλικές στρατιωτικές δυνάμεις κυκλώνουν τό χωριό καί κηρύσσουν κατ’ οἶκον περιορισμό. Οἱ τέσσερις ἀετοί κουρνιάζουν στόν ἀχυρώνα τοῦ Παναγιώτη Καλλῆ, πατέρα μέ ὀκτώ παιδιά. Τά στοιβαγμένα ἄχυρα ὑψώ­νονται μέχρι πάνω καί ἡ ἀπόκρυψη εἶναι βέβαιη. Ὁ ἀ­δελφός τοῦ Χρήστου Σαμάρα, ὁ Ἠλίας, τούς ἱκετεύει νά μείνει μαζί τους, γιατί δύο φορές τόν συνέλαβαν οἱ Ἄγ­γλοι καί τόν βασάνισαν ἄγρια. Ἐπικρατεῖ ὅ­μως ἡ ἄ­ποψη: «Ὄχι, δέν πρέπει νά κινδυνέψουν δύο ἀ­δέλφια μαζί».  
  Μέ τό ξημέρωμα τῆς 1ης Σε­πτεμβρίου, στήν πλατεία τοῦ χωριοῦ οἱ ἀποικιοκράτες ἀνακρίνουν μέ βία καί ξυλο­­δαρ­μούς τόν ἀνδρικό πληθυσμό. Κάνουν αἰφνιδιαστικές ἐ­­φό­δους στόν ἀχυρώνα, μά δί­χως ἀποτέλεσμα. Στή μία μετά τά μεσάνυχτα ἐπανέρχονται δριμύτεροι. Ἀπαιτοῦν ἀπό τόν ἰδιοκτήτη νά τούς φανερώσει ποῦ κρύβονται οἱ καταζητούμενοι. Παρόλες τίς ἀπειλές, τήν τρομοκρα­τία, τά βασανιστήρια, ὁ ἰδιοκτήτης στέκει βρά­­­χος ἀκλόνητος. Ἀδίστα­κτος ἕνας Ἄγγλος, ἔχοντας ἀ­σπίδα τόν ἰδιοκτήτη, ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ ἀχυρώνα πυροβολεῖ φωνάζοντας: «Ἄν θέλετε τή ζωή σας, παραδοθεῖτε!». Ἀ­πόκριση κα­μιά.
  Τό ἴδιο μελανό σκηνικό ἐ­πα­ναλαμβάνεται τό πρωί τῆς 2ας Σεπτεμβρίου. Ἀ­ποκλεισμοί, ἀνακρίσεις, μαρτύρια νέα στόν ἰδιοκτήτη τοῦ ἀχυρώνα. Ὁ Ἠ­λίας Σαμάρας συλλαμβάνεται γιά τρίτη φο­ρά. Μπρός στά φρι­­­κτά ἀσύλληπτα βασανιστήρια πού ὑποβλήθηκε γιά δέκα ὧρες, δυστυχῶς λυγίζει καί ἀ­ποκαλύπτει τήν κρυψώνα τῶν τεσσάρων. Ἀμέσως ὁ ἀ­χυρώνας πολιορ­κεῖται. Καί τότε οἱ ἥρωες ἀνοίγουν πῦρ ἐναντίον τῶν ἀποικιοκρα­τῶν. Ἕνας Ἄγ­γλος μιλώντας Ἑλληνικά τούς προστάζει νά παραδοθοῦν. Τά παλληκάρια τῆς Κύπρου ἀ­παντοῦν: «Οἱ ἀγωνισταί ἀγωνί­ζο­νται, δέν παραδίδονται». Ἀπό τό νέο «Χά­νι τῆς Γραβιᾶς» ἀντιλαλεῖ καί πάλι ἡ πανάρχαιη ἰαχή «Μολὼν λαβέ!». Οἱ «4» γιά ἕξι ὧρες πολεμοῦν ἐναντίον 220 βρε­­τανῶν στρατι­ωτῶν. Οἱ Ἄγγλοι ρίχνουν χειροβομβίδες καί οἱ «4» τρέχουν σ’ ὅλα τά ἀνοίγματα τοῦ ἀχυρώνα, χρη­σιμο­ποι­ώντας τα ὡς πολεμίστρες, καί κροταλίζουν τά αὐτόματά τους.
  Καθώς ἀκούγονται οἱ κρότοι τῶν πολυβόλων, «ὅλα τά εἰκονοστάσια τοῦ Λιοπετριοῦ κι ὅλα τά σπίτια εἶχαν γίνει... ἕνα τεράστιο προσευχητάρι. Πῶς ἦταν δυνα­τό νά λυγίσουν οἱ ἀγωνισταί;», ὑπο­γραμ­μίζει ὁ πολυγραφότατος κύπριος  συγ­γρα­φέας Νικόλαος Βασιλειάδης στό βρα­­βευμένο βιβλίο του «Ἐθνομάρτυρες τοῦ Κυπριακοῦ Ἔπους 1955-59». Μέσα ἀ­πό τούς καπνούς ἐπιχειρεῖ τολμηρή ἔ­ξοδο πρῶτος ὁ Κάρυος, πυροβολώντας διαρκῶς. Ἡρωικά μαχόμενος πέφτει νεκρός ἀπό τά πυρά τῶν ἄγγλων ἀκροβολιστῶν. Οἱ ἄλλοι τρεῖς συνεχίζουν νά πυροβολοῦν καί τραυματίζουν ἕναν ἄγ­γλο στρατιώτη καί ἕναν λοχαγό. Στήν ἀνταλλαγή νέων πυροβολισμῶν, ὁ Σαμάρας χύνει τό ἄλικο αἷμα του. Μέσα ἀ­πό τήν οἰκογένειά του ξεπήδησε ἕνας ἥρω­ας ἀλλά κι ἕνας καταδότης!
  Ξαφνικά μιά ὁμάδα Βρετανῶν σκαρφαλώνει στή στέγη τοῦ ἀχυρώνα, ἀνοίγει μιά τρύπα καί ρίχνει βενζίνη στά  ἄ­χυρα. Ἀλλ’ ἡ φωτιά σβήνει. Ἀπό θέση ἰ­σχύος, ὑπέροπλος καί μέ τήν ἄνανδρη μέθοδο τοῦ ἐμπρησμοῦ παλεύει ὁ Βρετανός νά ὑπερτερήσει. Τόσοι... ἐναντίον δύο! Ὁ στρατός τῆς αὐτοκρατορίας ρίχνει χειροβομβίδες, ἐνῶ βρετανικό ἑλικόπτερο ἐκτοξεύει ἐμπρηστικές βόμ­βες. Κόλαση πύρινης λαίλαπας τυλίγει τόν κυπριακό ἀχυρώνα, πού λαμπαδιά­ζει σάν τό ἡρωι­κό Κούγκι καί Ἀρκάδι. Ζωσμένοι ἀπό τίς πελώριες φλόγες, ὁρμοῦν ἔξω πυροβολώντας οἱ δύο ἐναπομείναντες λέοντες. Ρίχνεται κάτω ἀπό τά βρετανικά πολυβόλα ὁ Πήττας κι ἀρ­γότερα ὁ Παπακυριακοῦ. Οἱ καθάριες ψυχές τους φτερου­- γί­ζουν γιά τήν αἰω­νι­ότητα τοῦ Θεοῦ.
  Ὅταν καταφθάνει ἀργότερα ὁ βρετανός ἀστυνομικός διευθυντής τῆς Ἀμ­μοχώστου καί καταμετρᾶ τίς δικές τους ἀπώλειες, πυροβολεῖ μανιακά τά ἄψυχα ἔνδοξα σώματα. Ἀντίθετα, ἄγγλος ἀνταποκριτής γράφει στό Λονδίνο: «Ἔμεινα κατάπληκτος ἀπό τήν δύναμιν τῆς ἀντιστάσεως τῶν τεσσάρων μαχητῶν τοῦ Λιο­πετρίου!». Τά κατάστικτα ἀπό σφαῖ­ρες καί λογχισμούς κορμιά τους στολίζονται μέ τό ἀμάραντο στεφάνι τῆς ἀ­θανασίας. Τό φῶς τῆς ὑπέρλαμπρης θυσίας τους λούζει τόν θρυλικό ἀχυρώ­να, πού μετά τήν ἀνεξαρτησία τῆς Κύπρου (1960) μετατρέπεται σέ ἐθνικό προσκύνημα.    
  Οἱ Λιοπετρίτες, καθώς δούλευαν γιά τήν ἀναστήλωση τοῦ ἀχυρώνα καί τήν κατασκευή τοῦ ἡρώου τῶν τεσσάρων λιονταρόψυχων τῆς Ε.Ο.Κ.Α. στήν αὐλή, βρῆκαν μέσα στό καμένο, αἱματόβρεχτο χῶμα Καινές Διαθῆκες. Ἦταν τό ἀγαπημένο μελέτημα τῶν ἀγωνιστῶν! Ὁ μνημειακός χῶρος διαιωνίζει τό μεγαλεῖο τοῦ ἡρωισμοῦ καί τῆς αὐτοθυσίας τους, πού προκάλεσε παγκόσμιο θαυμασμό. Μέ τήν τιτάνια πάλη τους τόν κατέστησαν αἰώνιο σύμβολο λευτεριᾶς.

Ἑλληνίς

"Ἀπολύτρωσις",

Τεῡχος Ἀπριλίου, 2025