Ἡ εὐλογία τῆς ἀβεβαιότητας

Α΄. Τίποτε δέν εἶναι βέβαιο

rivercἈναζήτηση βεβαιότητας
  Ἡ ὕπαρξη τῶν ἀβεβαιοτήτων στή ζωή τῶν ἀνθρώπων εἶναι συνήθης καί διαχρονική. Ἀβεβαιότητες ὑπάρχουν ὄχι μόνο γιά τίς καιρικές συνθῆκες καί γιά θέματα ὑγείας, ἀλλά καί γιά ποικίλα οἰ­κογενειακά, ἐπαγγελματικά, κοινωνικά κ.ἄ. ζητήματα, πού ἀπαιτοῦν προσω­πι­κές ἐπιλογές. Γενικά, τίποτε δέν εἶναι βέβαιο γιά τό «αὔριο» καί γιά κανέναν.
  Ἀνέκαθεν ἡ ἀβεβαιότητα ἦταν ἀπε­χθής στόν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό προσπα­θοῦσε νά ἀπαλλαγεῖ ἐφευρίσκοντας τρόπους γιά ὅσο τό δυνατόν πιό βέβαιες κα­ταστάσεις. Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Νεύ­τωνα ἡ ἐπιστήμη, διερευνώντας τά ἄ­γνωστα μυστικά τῆς φύσης, προσπαθεῖ νά πε­ριο­ρίσει ἤ ἀκόμα καί νά ἐξαλείψει στό μέλ­λον τή φυσική ἀβεβαιότητα.
  Ὁ ἄνθρωπος διαπίστωσε ὅτι μπορεῖ νά κατανοήσει καί νά τιθασεύσει μέ βε­βαιότητα πολλά ἄγνωστα φαινόμενα στή βάση τῆς αἰτιοκρατίας. Σύμφωνα μ’ αὐ­τή, γιά κάθε φυσικό φαινόμενο ὑπάρ­χει μία σαφής ὀρθολογική σχέση μεταξύ τῆς αἰτίας καί τοῦ αἰτιατοῦ (τοῦ ἀποτε­λέ­σματος). Συνεπῶς, μπορεῖ νά ὑπάρξει βεβαιότητα γιά τό ἄν καί πῶς ἕνα φαινό­μενο ἤ γεγονός θά λάβει χώρα. Ἐπι­πλέ­ον, αὐτή ἡ αἰτιοκρατική σχέση μπορεῖ νά ποσοτικοποιηθεῖ μέ μαθηματικές ἐξι­σώ­σεις. Ὁ ἀκριβής ὑπολογισμός τῶν ἀπο­τελεσμάτων τῶν φαινομένων συνιστᾶ τόν λεγόμενο ντετερμινισμό. Γενικά, οἱ φυσικές ἐπιστῆμες θεμελιώνονται μέ μα­θηματικές σχέσεις καί ἐκφράσεις, πού ἐγγυῶνται ἀδιασάλευτη βεβαιότητα.
  Ἡ αἰτιοκρατική-ντετερμινιστική ἀντί­λη­ψη εἶναι προσαρμοσμένη στίς ἀνθρώ­πινες δυνατότητες καί ἀπαιτήσεις. Ἀ­παλλάσσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀνα­σφάλεια καί τήν ἀβεβαιότητα τῶν φαινο­μένων. Ἐγγυᾶται βεβαιότητα, σωστή καί σταθερή γνώση, καί κυρίως ὑπόσχεται νά ἐξασφαλίζει προβλεψιμότητα, πού ἀπο­τελεῖ τό βασικό «φάρμακο» πού κατα­πολεμᾶ τήν ἀπεχθῆ ἀβεβαιότητα. Ὁ ἄν­- θρωπος ἀναπαύεται στή βεβαιότητα τῆς αἰτιοκρατικῆς ἀντίληψης, μέ τήν ὁ­ποία ἀγωνίζεται νά ἀνταπεξέλθει στίς ἀβεβαι­ότητες τῆς ζωῆς. Αὐτή ἡ ἀντί­λη­ψη τόν ἀνταμείβει, καθώς τοῦ δίνει τή δυνατό­τητα νά κατασκευάζει ἐξαιρετικές μηχα­νές μέ θαυμαστούς αὐτοματισμούς, ποι­κίλα ρομπότ, αὐτόματους πιλότους, τε­χνητή νοημοσύνη κ.ἄ.
  Παρόλο πού σήμερα ὅλα τά φυσικά φαινόμενα δέν εἶναι γνωστά καί προβλέ­ψιμα, ἡ αἰτιοκρατική ἀντίληψη αἰσιοδοξεῖ ὅτι αὐτό θά ἐπιτευχθεῖ κάποτε στό μέλ­λον· φτάνει νά ἀναπτύσσεται ἡ ἐπιστήμη συνεπικουρούμενη ἀπό τήν ἁλματώδη τεχνολογική πρόοδο.

Ἡ νομοτέλεια τῆς ἀβεβαιότητας
  Ἡ αἰτιοκρατική-ντετερμινιστική ἀντί­ληψη κυριαρχοῦσε στόν ἐπιστημονικό χῶρο ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Νεύτωνα καί γιά τρεῖς περίπου αἰῶνες, μέχρι τή δε­κα­ετία 1960-70. Στή συνέχεια αὐτή ἡ ἀντί­ληψη καί οἱ ὑποσχέσεις της γιά πλήρη τιθάσευση τῆς φύσεως στό μέλλον ἀναι­ρέθηκαν ἀπό τήν ἴδια τήν ἐπιστήμη· πρῶ­τα ὅταν ἔγινε ἀποδεκτή ἀπό ὅλους καί καθιερώθηκε ἡ Κβαντική Μηχανική καί κατόπιν μέ τή Θεωρία Χάους καί Πο­λυπλοκότη­τας.
  Ἡ Κβαντική Μηχανική βασίζεται: Πρῶτον, στήν «Ἀρχή τοῦ Heisenberg» ἤ «Ἀρχή τῆς Ἀβεβαιότητας», πού δέχεται ὅτι ὑπάρχει ἀβεβαιότητα στήν ταυτό­χρο­νη γνώση τῆς θέσης καί τῆς ὁρμῆς ἑνός σωματιδίου, π.χ. ἑνός ἠλεκτρονίου. Δεύ­τερον, στήν «Ἀρχή τοῦ de Broglie», κα­τά τήν ὁποία ὑπάρχει ἐγγενής ἀβεβαι- ότητα ἀκόμα καί γιά τή φύση ἑνός ἠλεκτρονίου, ὅπου συνυπάρχουν ταυτό­χρο­να ἡ σωματιδιακή καί ἡ κυματική φύση. Ἡ κβαντική ἀβεβαιότητα στά μόρια, π.χ. στίς πρωτεΐνες, συνεπάγεται τήν ταυτό­χρονη συνύπαρξη (κβαντική ἐπαλληλία) πάμπολλων ἠλεκτρονιακῶν διαμορ­φώ­σεων. Αὐτή ἡ ἐπαλληλία, πού εἶναι ἔκ­φραση τῆς κβαντικῆς ἀβεβαιότητας σέ μοριακό ἐπίπεδο, ἀφορᾶ, ἐκτός ἀπό τίς πρωτεΐνες, καί ἄλλα βιομόρια καί τίς ἀλ­ληλεπιδράσεις τους πού καθορίζουν τή λειτουργία τῆς ζωῆς.
  Ἡ Θεωρία Χάους καί Πολυπλοκό­τη­τας ἀφορᾶ στά δυναμικά φαινόμενα (δηλαδή αὐτά πού ἐξελίσσονται σέ συνάρ­τηση μέ τόν χρόνο), πού συντελοῦνται κυρίως σέ ἀνοι­κτά φυσικά συστήματα, δηλαδή σέ συ­στήματα πού μποροῦν νά ἐναλλάσσουν ἐνέργεια καί ὕλη μέ ἄλλα συστήματα. Ὁ Prigogine -πού τιμήθηκε μέ τό βραβεῖο Νόμπελ Χημείας- καί ἡ ὁμάδα του ἔδει­ξαν ὅτι μακράν τῆς ἰσορ­ροπίας, καί κάτω ἀπό ὁρισμένες συν­θῆ­κες, δυναμικά φαινόμενα μπορεῖ νά πα­ρουσιάζουν δομές, τίς λεγόμενες «δομές ἔκλυσης», καί κατά συνέπεια ὀργάνωση.  
  Ὡστόσο, ὅλα αὐτά χαρακτηρίζονται ἀπό ἀβεβαιότητα καί καθιέρωσαν τό κα­τά Prigogine «Τέλος τῆς βεβαι­ό­τητας»*. Ἐπιγραμματικά καί μέ ἁπλά λόγια, ἡ χα­οτική ἀβεβαιότητα ὀφείλεται στό γε­γο­νός ὅτι, σέ συνάρτηση μέ τόν χρόνο, στήν ἐξέλιξη τῶν ἀνοικτῶν συστημάτων πού ὑπάρχουν στή φύση ὑπεισέρχονται πάμπολλες -πρακτικά ἄπειρες γιά τίς ἀν­θρώπινες δυνατό­τη­τες- παράμετροι.
  Θεμελιώδεις βιοχημικές δράσεις, ὅ­πως π.χ. αὐτές πού βασίζονται στήν ἀνα­δίπλωση (folding) τῶν πρωτεϊνῶν (πεπτι­δίων καί ἐνζύμων), διέπονται ἀπό τόν συνδυασμό τῆς κβαντικῆς καί χαοτικῆς ἀβεβαιότητας. Κι ὅταν ἀκόμα ὁ ρόλος μιᾶς πρωτεΐνης εἶναι γνωστός, τά δυνα­μικά βιοχημικά φαινόμενα, δηλαδή ἐ­κεῖ­να πού ἐξαρτῶνται ἀπό τόν χῶρο -π.χ. τίς ἰδιομορφίες ἑνός συγκεκριμένου ὀρ­γανισμοῦ- καί τόν χρόνο -π.χ. τήν ἡλικία ἑνός ἀτόμου-, διέπονται νομοτελειακά ἀπό ἀβεβαιότητες.
  Συνοπτικά: Οἱ ποικίλες ἠλεκτρο­νια­κές διαμορφώσεις μιᾶς συγκεκριμένης πρωτεΐνης ἀλληλεπιδροῦν καί ἀλληλε­ξαρτῶνται ἀπό τό εὐμετάβλητο φυσι­κο­χημικό (χαοτικό) περιβάλλον τῶν κυττά­ρων. Ἡ ἀβεβαιότητα εἶναι νομοτέλεια, πού εἶναι συνυφασμένη μέ τήν ὕπαρξη καί λειτουργία τῆς ζωῆς καί γενικά ὅλου τοῦ φυσικοῦ κόσμου. Ἡ νομοτέλεια αὐ­τή ἀναιρεῖ τή δυνατότητα αἰτιοκρατι­­κῆς-ντετερμινιστικῆς τιθάσευσης τῆς φύ­­σεως, ὅπως πρέσβευε ἡ Μηχανική τοῦ Νεύ­τωνα, καί γενικότερα ἡ ἐπιστήμη μέ­χρι περίπου τά μέσα τοῦ 20οῦ αἰώνα.
 
Ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπό ὅλα
  Εἶναι γνωστό ὅτι γιά νά λυθεῖ ἕνα πρόβλημα πρέπει νά γνωρίζουμε τά δε­δομένα τοῦ προβλήματος. Ὅταν ὅμως ἕνα πρόβλημα ἐξαρτᾶται ἀπό πά­μπολ­λους -πρακτικά ἄπειρους- παράγοντες, τότε γιά νά λυθεῖ θά πρέπει νά ἔχουμε πρόσβαση στήν ἄπειρη πληροφορία κι ἀκόμη νά ἔχουμε τή δυνατότητα νά δια­χειριστοῦμε τόσο τήν ἄπειρη πληρο­φο­ρία ὅσο καί τήν πολυπλοκότητά της, πού προέρχεται ἀπό τίς ἀλληλεξαρτήσεις τῶν δεδομένων, σέ συ­νάρτηση μέ τόν χρόνο.
  Πολύ ἁπλά φυσικά φαινόμενα μπο­ρεῖ νά ὁδηγοῦν σέ πολύπλοκα δυναμικά φαινόμενα, τά ὁποῖα κι ἄν ἀκόμα λύ­νο­νται στίς ἐξιδανικευμένες συνθῆκες τοῦ ἐργαστηρίου (σέ κλειστά ἤ ἀπομονωμένα συστήματα) γίνονται μή-ντετερμινιστικά στά ἀνοικτά -δηλαδή στά πραγματικά φυσικά συστήματα (στή φύση). Π.χ. ἡ πρόβλεψη τοῦ καιροῦ γιά τίς ἑπόμενες ἑβδομάδες, ἄν καί βασίζεται σέ πασί­γνω­στα στοιχειώδη φυσικά φαινόμενα, ἐμπερικλείει χαοτικές ἀβεβαιότητες στά δυ- ναμικά φαινόμενα τῶν ἀνοικτῶν φυ­σι­κῶν συστημάτων πού καθορίζουν τόν καιρό.
  Προφανῶς, ἡ πρόσβαση καί ἡ δια­χεί­ριση τῆς ἄπειρης -καί κυρίως τῆς πολύ­πλοκης- πληροφορίας εἶναι ἀδύνατη γιά τόν ἄνθρωπο, ἐπειδή εἶναι πεπερασμένο ὄν. Αὐτό ἰσχύει ἀνεξάρτητα ἀπό τήν τε­χνολογική πρόοδο πού μπορεῖ νά πρα­γ­ματοποιηθεῖ στό μέλλον. Ἡ ἀβεβαι­ό­τη- τα εἶναι μόνιμο καί ἐγγενές χαρακτηρι­στι­κό ἰδίωμα τοῦ κτιστοῦ κόσμου. Γιά τέ­τοιου εἴδους φυσικά θέματα, ὅπου ὅλα μπορεῖ νά ἐξαρτῶνται ἀπό ὅλα, ἀπαιτεῖ­ται μία ὁλιστική-ἀπειροστική ἀντίληψη. Συνεπῶς, μόνον ὁ δημιουργός Θεός πού εἶναι ὑπεράνω τῆς ὕλης, τοῦ χώρου καί κυρίως ὑπεράνω τοῦ κτιστοῦ χρόνου, μπορεῖ νά ἔχει μία ἐποπτική εἰκόνα τῶν πάντων καί νά διαχειρίζεται αὐτό πού ἐ­μεῖς μέ ἀνθρώπινα κριτήρια ὀνομάζουμε «ἀβεβαιότητα».
  Συμπερασματικά, ἡ νομοτέλεια τῆς ἀβεβαιότητας, πού διαπιστώθηκε ἐπι­στημονικά κατά τόν 20ό αἰώνα, εἶναι ἀ­ποτέλεσμα τῆς ὁλιστικῆς-ἀπειροστικῆς ἀντίληψης τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ὁποία δη­μι­ούργησε καί λειτουργεῖ τόν κτιστό κόσμο, μέσα στόν ὁποῖο δέν ὑπάρχουν κλειστά φυσικά συστή­μα­τα, καί κατά συνέπεια ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπό ὅλα.
  Σέ ἑπόμενη εὐκαιρία θά ἐξετάσουμε τά σημαντικά πλεονεκτήματα πού ἐξα­σφαλίζει στόν ἄνθρωπο ἡ φυσική ἀβε­βαιότητα.  

* Ι. Prigogine, Τό τέλος τῆς Βεβαιότητας, ἐκδ. Κάτοπτρο, 1997.

Παντελεήμων Καραφίλογλου
(ἀφ.) Καθηγητής Κβαντικῆς Χημείας Α.Π.Θ.

"Ἀπολύτρωσις",

Τεῡχος Ἰανουαρίου 2025