Μητροπολίτης Βερατίου, Αὐλῶνος καί Κανίνης Ἰγνάτιος

 IGNATIOSc Ἄν ἀναζητούσαμε κληρικό ὡς «καλό ποιμένα», μιμητή τοῦ Ἀρχιποίμενος Χριστοῦ, κάλλιστα θά τόν βρίσκαμε στό πρόσωπο τοῦ ἐκλιπόντος μητροπολίτου Βερατίου, Κανίνης καί Αὐλῶνος τῆς ἀρχιεπισκοπῆς Ἀλβανίας κυροῦ Ἰγνατίου Τριάντη. Ὁ πα­τήρ Ἰγνάτιος, ὅπως τόν ξέραμε, ὑπῆρξε πράγματι ἀρχιερέας «ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος...» καί ἐφάρ­μο­σε κατά τή διάρκεια τῆς ἱερατείας του τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρός τόν μαθητή του Τιμόθεο: «Κήρυξον τὸν λόγον, ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀ­καίρως, ἔ­λεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον, ἐν πά­σῃ μακροθυμίᾳ καὶ διδαχῇ» (Β´ Τι 4,2).
  Ἦταν πνευματικό τέκνο τοῦ ἁγίου Ἀμφιλοχίου Μακρῆ τῆς Πάτμου, τοῦ ὁ­ποίου τή δι­δα­σκαλία κατέγραψε, ἐν μέ­ρει, σέ βιβλίο.
Γεννήθηκε στόν Πρόδρομο Θηβῶν, μιά περιοχή ὅπου οἱ παλιοί κάτοικοί της μιλοῦν ἀ­κό­μη καί σήμερα τά ἀρβανίτι­κα, γλωσσικό ἰδίωμα πού τοῦ ἦταν πολύ χρήσιμο γιά τή διακονία του στή μητρόπολη Βερατίου. Ἀποφοίτησε ἀπό τή Θε­ολογική Σχολή Ἀθηνῶν τό 1966. Χει­ρο­τονήθηκε διάκονος καί πρεσβύτερος τό 1967 ἀπό τόν ἀεί­μνη­- ­στο μητροπολίτη Θη­βῶν καί Λε­βαδείας κυρό Νικόδημο.
  Ἐκλέχτηκε μητροπολίτης Βερατίου, Αὐλῶνος καί Κανίνης τό 1992. Χειροτονήθηκε ἀ­πό τόν μητροπολίτη Θηβῶν καί Λεβαδείας Ἱερώνυμο τό 1996 καί ἐν­θρονίστηκε στό Μπεράτι τῆς Βορείου Ἠπείρου τό 1998. Ἡ καθυστέρηση ὀ­φεί­­λεται στήν ἄρνηση τῆς ἀλβανικῆς κυβέρνησης νά ἐνθρονι­στεῖ νωρίτερα.
  Ἐμεῖς τόν γνωρίσαμε ὡς ἱε­ρο­κήρυ­κα τῆς μητροπόλεως Θη­βῶν καί Λεβαδείας καί ἦταν πνευματικός πατέρας πολλῶν, καθώς καί τῆς οἰκογένειάς μου.
Ὑπῆρξε ἄνθρωπος φιλακόλουθος, προσευχῆς καί φιλανθρωπίας, ἤρεμος καί σοφός κα­­­τά τήν παροχή ὁδηγιῶν στά πνευματικά του τέκνα. Πολλές ἀπό τίς συμβουλές του τίς κρα­τῶ ὡς φυλαχτό μέχρι καί σήμε­ρα. Θυμᾶμαι τή συμβουλή πού μοῦ ἔδωσε ὕστερα ἀπό κά­­­ποιο παράπονο πού τοῦ ἐξέθεσα: «Θά πηγαίνεις», μοῦ εἶπε, (γιά τά κατη­χη­τικά καί τίς ὁμάδες) «ὅπου σέ καλοῦν». Σέ μιά ἀπό τίς γιορτές εἰς μνήμην τῆς Ἁ­γί­ας Ταβιθᾶ, προστάτιδος τῆς «Ὀρφανικῆς Στέγης» στή Λιβαδειά, ἡ θεία Λει­τουργία τελείωσε στίς 12 τό μεσημέρι. Τόν περίμενα στόν ναό, γιά νά τόν συνο­δεύσω στήν «Ὀρ­φανική Στέγη», πού ἦταν κοντά στό παρεκκλήσι. Βγαίνοντας ἀπό τό ἱερό μοῦ λέει: «Γεώργιε, ἀρ­γή­σαμε». «Ναί», τοῦ ἀπα­ντῶ, «λίγο». «Πο­λύ», μοῦ λέει, καί συνεχίζει: «Δι᾽ ἡμᾶς μὲν ἡδύ, ἀλλὰ διὰ τὸν λαὸν τραχύ».
  Οἱ ἀγρυπνίες του, ἰδιαίτερα στά μοναστήρια στά ὁ­ποῖα διακόνησε ὡς ἡ­γούμενος, ἦταν ὁλονύκτιες κατά τό ἁ­γιορείτικο τυπικό. Ἀκούραστος καί ὄρ­θιος στό ψαλτήρι, μέχρι νά τελειώσει καί ἡ θεία Λειτουργία τίς πρωινές ὧ­ρες· «καὶ ὁ ἑωρακώς... καὶ παρεστηκώς... μεμαρτύρηκε».
Δέν ἔκρυβε τήν ἀγάπη του στή μελέτη τῆς ἁγίας Γρα­φῆς καί στούς βίους τῶν ἁγίων. Αὐτά τά δύο ἔθετε σέ προ­τε­ραιότητα κι ὅταν συμβούλευε τά πνευματικά του παιδιά. Τά μαθήματά του, τά κηρύγματα καί οἱ ὁμιλίες του ἦταν ἑρ­μηνεία τῆς ἁγίας Γραφῆς καί ἔργων τῶν πατέρων.
  Ἦταν μουσικολογιότατος, γνώριζε ἄριστα τή βυζα­ντινή μουσική. Καί ἦταν καλλικέλαδος. Δέν τό ἔκρυβε αὐ­τό τό χάρισμα καί εὐκαίρως ἀκαίρως, εἴτε κα­τά τή διάρ­κεια τῆς θείας Λειτουργίας εἴ­τε σέ διάφορες ἀκολουθίες τῆς ἐκ­κλη­σίας, πήγαινε στό ψαλτήρι καί «συγχόρευε» μέ τούς ψάλτες.
Στή Βοιωτία, ὅπου διακόνησε περίπου 40 χρόνια, ἄ­φησε ἀνεξίτηλα τά ἴχνη του. Δέν εἶναι λίγα τά πνευματικά του παιδιά πού καί σήμερα τόν θυμοῦνται καί τόν μνημονεύουν στίς προσευχές τους. Τά βήματά του καί τό παρά­δειγμά του ἀκολουθεῖ ἐπαξίως ὁ σημερινός ἡ­γούμενος καί διάδοχός του στήν ἱερά μονή Ὁσίου Σεραφείμ Δομβοῦς, ὁ πα­τήρ Νεκτάριος Τσεκούρας.
  Ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ πλήρης ἡμε­ρῶν στίς 20 Ἰουλίου 2024.
Γέροντα, τίς εὐχές σου καί τίς πρεσβεῖες σου πρός τόν Κύριο νά ἔχουμε! Ἐπηρέασες τή ζωή μας μέ τήν ἁγία βι­οτή σου. Μᾶς ἔδωσες ἐφόδια πού δέν ἔχουν ἡμερομηνία λήξεως. Ὁ Κύριος, τόν ὁποῖο εὐαρέστησες «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου», νά σοῦ χα­ρί­σει καί τήν ἀτελεύτητη ζωή. Αἰωνία σου ἡ μνήμη!

Γεώργιος Μυτιληναῖος

"Ἀπολύτρωσις",

Τεῡχος Νοεμβρίου 2024