Τό υἱοθετημένο παιδί

  Κάποιες φορές ἡ ἐκπλήρωση τῆς ἐπιθυμί­ας τῶν ἔγγαμων ζευγαριῶν γιά παιδί φαντάζει πολύ δύσκολη. Σέ ὁρισμένες ἀπό αὐτές τίς περιπτώσεις ἡ υἱ­οθεσία εἶναι μιά λύση. Εἶναι λύ­ση γιά τό ζευγάρι, πού ἐπιθυμεῖ νά ζήσει τή γονεϊκότητα, ὅσο καί γιά τό παιδί πού δυνητικά ἀποφεύγει τίς συνέπειες ἑνός προ­βληματικοῦ ἤ ἱδρυματικοῦ περιβάλλοντος.
  Τό υἱοθετημένο παιδί εἶναι ἕνα παιδί εὐά­λωτο, πού διατρέχει τόν κίνδυνο νά ἀναπτύξει μελλοντικά προβλήματα ψυχικῆς ὑγείας. Οἱ θετοί γονεῖς εἶναι, ἐπίσης, περισσότερο ἐπιρρεπεῖς στό ἄγχος καί στήν ἀβεβαιότητα ὅσον ἀφορᾶ στό μεγάλωμα τοῦ παιδιοῦ τους. Τείνουν νά ἀνησυχοῦν ὑ­περβολικά ἀκόμα καί γιά φυσιολογικές ἀντιδράσεις, πού παρατηροῦνται στήν ἀνάπτυξη τοῦ κάθε παιδιοῦ.
  Ὡστόσο, δέν θά πρέπει νά ἀποδε­χτοῦ­με πώς κάθε υἱοθετημένο παιδί θά ἀντιμετωπίσει μελ­­λοντικά ψυχολογικά προβλήματα. Ὑπάρχουν πολλά παιδιά ἀπό υἱοθεσία μέ χαρούμενα καί δημιουργικά παιδικά χρόνια, πού συνεχίστηκαν μέ πετυχημέ­νη ἐνήλικη ζωή, χάρη στίς ἄο­κνες προσπάθειες φροντίδας καί ἀνατροφῆς τῶν θετῶν γονιῶν τους.
  Ἡ διαμόρφωση τῆς προσωπικῆς ταυτότητας εἶναι μιά διεργασία πού ἀ­κολουθεῖ κάθε παιδί. Ἡ διεργασία αὐτή ἀναπτύσσεται σταδιακά καί ἀναφέρεται στήν αἴσθηση πού ἔχου­με γιά τό τί εἴ­δους ἄνθρωποι εἴμαστε, στήν προσωπι­κή, δηλαδή, εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μας. Πα­ράγοντες πού συμβάλλουν στήν εἰκόνα αὐ­τή εἶναι ἡ σύνθεση τῆς οἰκογένειας, ἡ οἰκογενειακή ἱστορία καί τό εἶδος τῆς μητρικῆς καί πατρικῆς φροντίδας. Ὅσο πιό ποιοτικοί εἶναι αὐ­τοί οἱ παράγοντες, τόσο πιό θετικά διαμορφώνεται ἡ αὐτοεικόνα.
  Τά παιδιά τῆς υἱοθεσίας ἔχουν νά ἐνσωματώσουν στήν αὐτοεικόνα τους δύο οἰκογένειες. Μία βιολογική, ἀπό τήν ὁποία προέρχονται, καί μία θετή, μέσα στήν ὁποία μεγαλώνουν. Γιά τή βιολογική οἰκογένεια κυ­ριαρχοῦν βασανιστικά ἐρωτήματα: «Γιατί μέ ἄφησαν;», «δέν μέ ἀγαποῦ­σαν;», «δέν ἄξιζα νά μέ ἀγαποῦν;». Αὐτά συχνά ὁδηγοῦν σέ αἰσθήματα ἀπελπισίας καί θυ­μοῦ, πού ἐκφρά­ζονται ἀπέναντι στούς βιολογικούς γονεῖς ἀλλά ὁρισμένες φο­ρές καί στούς θετούς.
  Ἡ ἐπούλωση αὐτῶν τῶν πληγῶν προϋποθέτει σταθερή φροντίδα, ἀστείρευτη ἀγάπη καί ζεστασιά ἐκ μέρους τῶν θετῶν γονιῶν. Τό νέο περιβάλλον στό ὁποῖο μεγαλώνει τό παι­δί, μέσα ἀπό τό νοιάξιμο καί τή σταθερότητα στήν ἀγάπη, μπορεῖ νά ἀνατρέψει τίς πρώιμες ἀρνητικές ἐμπειρίες.
  Ἡ υἱοθεσία καλό εἶναι νά γίνεται ὅταν τό παιδί εἶναι ὅσο τό δυνατόν μικρότερο, γιά νά περιοριστοῦν οἱ συνέπειες ἀπό ἕνα στερητικό ἤ τραυματικό περιβάλλον. Ἡ ἀ­νάπτυξη τυχόν προ­βλη­μάτων στό μέλ­λον ἐξαρτᾶται ἀπό τή σταθερότητα τῆς θετῆς οἰκογένειας, ἀ­πό τήν εἰκόνα πού ἔχει διαμορφώσει τό παιδί γιά τόν ἑαυτό του καί ἀπό τό πόσο ἐπιτυχής ἦ­ταν ἡ ἐνημέρωση γιά τά θέματα σχετικά μέ τήν υἱοθεσία.
  Ἡ ἐνημέρωση γιά τήν υἱοθεσία καλό εἶναι νά γίνεται μεταξύ τῶν 2 καί 4 ἐτῶν. Ἡ ἐνημέρωση θά γίνει ἀρχικά μέσα ἀπό μία ἱστορία, ἕνα παραμύθι, λαμβάνοντας ὑπ᾽ ὄψιν τή νοητική καί συναισθηματική κατάσταση τοῦ κάθε παιδιοῦ. Σέ αὐτή τήν ἡλικία δέν εἶναι σίγουρο πώς θά καταλάβει πλήρως τό νόημα τῆς υἱ­οθε­σί­ας. Μόνο μετά τήν ἡλικία τῶν 6-7 ἐτῶν τό παιδί ἀρχίζει σταδιακά νά ἀντιλαμβάνεται τήν ἰδιαιτερότητα τῆς θέσης του.
  Στά χρόνια τῆς ἐφηβείας μπορεῖ νά ἐκφραστεῖ ἡ ἐπιθυμία γνωριμίας μέ τούς βιολογικούς γονεῖς. Οἱ θετοί γονεῖς δέν ἔχουν τότε λόγο νά νιώσουν προδομένοι ἀπό τόν ἔφηβό τους. Σέ περίπτωση πού εἶναι ἐφικτό νά πραγματοποιηθεῖ αὐτή ἡ γνωριμία, ἡ ἐμπειρία γιά τούς ἐφήβους εἶναι συνήθως ἀπογοητευτική καί στήν πραγματικότητα μέ αὐτό τόν τρό­πο ἐν­δυναμώνεται ἡ θέση τῶν θετῶν γονέων.
  Συμπερασματικά, ἡ υἱοθεσία παρότι ἐμπεριέχει μιά ἐπώδυνη ἀπώλεια, αὐτή τῶν βιολογικῶν γονέων, μπορεῖ νά ἀντιμετωπιστεῖ μέ ἐπιτυχία καί νά δημιουργήσει μιά εὐτυχισμένη οἰκογένεια.

Χ. Δεσερῆ,
παιδοψυχίατρος

"Ἀπολύτρωσις",

Τεύχος Ὀκτωβρίου 2024