Ἡ ἁγία Γραφή τῶν Πατέρων

  biblecΠρίν ὁ Κύριος βαδίσει πρός τό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση, ἀπηύθυνε στόν οὐράνιο Πατέρα μία θερμή προσευχή, πού εἶναι γνωστή ὡς «ἀρχιερατική προσευχή» (Ἰω 17). Σέ αὐτήν ὁ Κύριος ἀναφέρεται σέ δύο θέματα: πρῶτον, περιγράφει συνοπτικά τήν ἀποστολή του καί, δεύτερον, προσεύχεται γιά τούς μαθητές του, οἱ ὁποῖοι ἐπρόκειτο νά τή συνεχίσουν. Μέ τά δύο αὐτά προσευχητικά αἰτήματα ὁ Κύριός μας ὁρίζει τά δύο διαχρονικά μεγέθη πού καθορίζουν τήν ἱστορική πορεία τῆς Ἐκκλησίας του καί θεμε­λιώνουν τήν πνευματική ζωή τῶν μαθητῶν του ἀνά τούς αἰῶνες. Τό ἕνα εἶναι ἡ ἁγία Γραφή. Τό ἄλλο εἶναι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
  Γιά τό πρῶτο ὁ Κύριος λέγει ὅτι σκοπός του ἦταν νά φανερώσει στούς ἀνθρώπους τό «Ὄνομα» τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἔγινε γιά πρώτη φορά στόν κόσμο καί εἶναι ὁ Τρι­αδικός Θεός. Δέν ἦταν ὅμως μία φανέρωση ἐξ ὁλοκλήρου καινούργια. Εἶχε προηγηθεῖ ἡ Παλαιά Διαθήκη, στήν ὁποία ἀποκαλύφθηκε ὡς Ἕνας Θεός πού μέ ἄπειρη σοφία καί ἀγαθότητα δημιούργησε ὁλόκληρο τόν κόσμο, καί μέ ἄπειρη ἀγά­πη προσπάθησε νά ἀποκαταστήσει τό κορυφαῖο δημιούργημά του, τόν ἄνθρωπο, στό ἀρχικό του κάλλος, συνάπτοντας μεταξύ ἄλλων γιά τόν σκοπό αὐτό συμφωνία-διαθήκη μέ τόν ἀρ­χαῖο Ἰσραήλ. Ὁ Κύριός μας, ἀφοῦ συνέδεσε μέ τό πρόσωπό του ὅλη αὐτή τήν ἱστο­ρία, ἀποκάλυψε ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού, γιά νά ἐπιτύχει τόν ἴδιο σκοπό, ἀπό τήν ἴδια ἄπειρη ἀγάπη ἔγινε ἄνθρωπος καί κατόπιν ἀπέστειλε στόν κόσμο τόν Παράκλη­το, γιά νά ὁλοκληρώσει τό ἔργο τῆς σωτηρίας σέ κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστά. Ἡ ἀποκά­λυψη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ· Πατρός, Υἱοῦ καί ἁγίου Πνεύματος, καταγράφηκε ὁλο­κλη­ρωμένη ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι τέλους στά βιβλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης, γιά νά εἶναι δυνατόν οἱ ἄνθρωποι νά μελετοῦν ἀπό μοναδική ἀξιόπιστη καί αὐθεντική πηγή ὅλο τό σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας, οὕτως ὥστε νά γνωρίσουν «τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλε Ἰησοῦν Χριστὸν» καί δι’ αὐτῆς τῆς γνώσης νά ἀποκτοῦν τήν αἰώνια ζωή (βλ. Ἰω 17,3).
  Στό δεύτερο αἴτημα, ὁ Κύριος ζήτησε ἀπό τόν οὐράνιο Πατέρα νά διαφυλάξει τήν ἑνότητα τῶν μαθητῶν του. Ἑνότητα ὅμως, πού δέν θά ὅριζαν ἀπό μόνοι τους, ἀλλά ἀκολουθοῦσε τό πρότυπο τῆς Τριαδικότητας τοῦ Θεοῦ· ἑνότητα μέ τόν Χριστό, μέ τόν Θεό Πατέρα καί μεταξύ τους: «ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς» (Ἰω 17,11). Καί μάλιστα ὁ Κύριος αἰτήθηκε τήν ἑνότητα αὐτή ὄχι μόνο γιά τούς δώδεκα, ἀλλά καί γιά ὅ­λους ὅσοι θά ἑλκύονταν κοντά τους διά τοῦ κηρύγματος τοῦ εὐαγγελίου: «Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν» (Ἰω 17,20-21). Ὅλα αὐτά τά πρόσωπα μαζί συγκροτοῦν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἕνα σῶμα στόν χῶρο καί στόν χρόνο, στή γῆ ὡς στρατευομένη καί στόν οὐρανό ὡς θριαμβεύουσα.
  Τήν εὐθύνη γιά τή διαφύλαξη τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας οἱ ἀπόστολοι τή μεταβίβασαν στούς διαδόχους τους. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μάλιστα, μιλώντας πρός τούς ἐπικεφα­λῆς τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου, ἐπισήμανε τόν κίνδυνο τῆς διάσπασης ἐξαιτίας ὁρισμένων χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι «ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται... λαλοῦντες διεστραμ­μένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν» (Πρξ 20,30). Τά δυό χιλιάδες χρόνια πού μεσολάβησαν ἐπιβεβαίωσαν τήν ἀποστολική πρόβλε­ψη: Σήμερα μόνο μέ μία ἁπλή ματιά στόν χριστιανικό κόσμο εὔκολα θά διαπιστώσει κανείς ὅτι, ἐνῶ ἡ ἁγία Γραφή παραμένει ἡ ἴδια καί εἶναι κοινό σημεῖο ἀναφορᾶς γιά ὅλους τούς χριστιανούς, διδάσκεται παγκοσμίως μέ τόσους διαφορετικούς τρόπους, ὥστε νά ὑπάρχουν περισσότερες ἀπό 30.000 μικρότερες ἤ μεγαλύτερες ὁμάδες «μαθητῶν».
  Γιά τόν λόγο αὐτό καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στήν ὁποία θά ἐκπληρώνεται πά­ντοτε τό ἀρχιερατικό αἴτημα τοῦ Κυρίου, καθώς παραμένει πιστή στίς ἀποστολικές ἐπιταγές εὐαγγελιζόμενη τόν κόσμο ὡς ἐπιζῶν αὐτόπτης καί αὐτήκοος μάρτυς τῆς Ἀναστάσεώς του, ἀπό πολύ νωρίς φρόντισε νά προφυλαχθεῖ ἀπό τόν παραπάνω κίνδυνο. Στό κλείσιμο τῆς μακρᾶς πασχαλίου περιόδου τοῦ λειτουργικοῦ της ἔτους, ἑορτάζονται διαδοχικά: Ἡ μνήμη τῶν 318 Πατέρων τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στή Νίκαια τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 325 μ.Χ., πού ὁμολόγησαν ὀρθοδόξως τό Τριαδικό δόγμα· τό γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς καί ἡ φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος· ὅλοι οἱ ἅγιοι στή θριαμβεύουσα παράταξη τοῦ οὐρανοῦ· καί τέλος οἱ 630 Πατέρες τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στή Χαλκηδόνα τό 451 μ.Χ., οἱ ὁποῖοι ὁμολόγησαν ὀρθοδόξως τό Χριστολογικό δόγμα. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ Ἐκκλησία διδάσκει ὅποιον ἐνδιαφέρεται γιά τό εὐαγγέλιο τῆς Ἀναστάσεως ὅτι ἡ ἁγία Γραφή παραμένει ἡ μόνη αὐθεντική πηγή του (Πεντηκοστή), ἀλλά ὅπως τό παρέλαβαν καί τό δίδαξαν οἱ Πατέρες της (ἅγιοι Πάντες, Σύνοδοι).
  Μέ αὐτό ἀκριβῶς τό πνεῦμα ὁ Μέγας Ἀθανάσιος δίδασκε: «Ἀφοῦ ποθεῖς νά ἀκούσεις περί τῆς γνώσεως αὐτῆς, ἔλα, μακάριε, νά ἐκθέσουμε ὅσο μᾶς εἶναι δυνατόν λίγα περί τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἄν καί μπορεῖς μόνος σου νά τή βρεῖς στή θεία Γραφή, φιλοτιμεῖσαι ὅμως νά ἀκούσεις ἀπό ἄλλους. Οἱ ἅγιες Γραφές εἶναι βεβαίως θεόπνευστες καί αὐτάρκεις, γιά νά διδάξουν τήν ἀλήθεια. Ὑπάρχουν ὅμως καί πολλά ἔργα πού συνέταξαν οἱ μακάριοι δάσκαλοί μας γιά τόν σκοπό αὐτό, στά ὁποῖα, ἄν κανείς ἐντρυφήσει, θά γνωρίσει κάπως τήν ἑρμηνεία τῶν Γραφῶν καί θά μπορέσει νά ἐπιτύχει τή γνώση πού ἐπιθυμεῖ» (Κατὰ Ἑλλήνων 1).
  Ἡ ἁγία Γραφή θά ἀποτελεῖ πάντοτε γιά κάθε χριστιανό τό προσφιλές καί σωτήριο ἐντρύφημα, πού τρέφει καθημερινά καί ξεδιψᾶ τήν ψυχή, πού τή δροσίζει ἀπό τόν καύσωνα τῆς ἁμαρτίας καί τή θερμαίνει στήν παγωνιά τῆς ἀπιστίας, ἀλλά ὄχι μόνη της· ἡ «ἁγία Γραφή τῶν Πατέρων» εἶναι αὐτή πού ἀσφαλίζει τήν πορεία πρός τήν οὐράνια Βασιλεία.


Ἀθανάσιος Παπαρνάκης

"'Απολύτρωσις",

Τεῡχος "Αὐγούστου-Σεπτεμβρίου", 2024