Στίς 19 Μαΐου 1919 ἀποβιβάζεται στή Σαμψούντα τοῦ Πόντου ὁ ἀξιωματικός Μουσταφᾶς Κεμάλ καί δίνει διαταγή γιά τήν ἐξόντωση τῶν Ἑλλήνων τῆς Μαύρης Θάλασσας ὡς συνέχεια τοῦ διωγμοῦ πού εἶχε ἀρχίσει τό 1914.
Μέ τήν ἔναρξη τοῦ Α´ Παγκοσμίου Πολέμου (1914) ἡ κατάσταση τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου, ὅπως καί τῆς Ἰωνίας, ἐπιδεινώθηκε, ὅταν μέ τό πρόσχημα τῶν προληπτικῶν μέτρων, δῆθεν ἀπαραίτητων γιά τίς ἀνάγκες τοῦ πολέμου, κρίθηκε ἀναγκαῖο ἀπό τή νεοτουρκική κυβέρνηση νά μετακινηθοῦν οἱ χριστιανικοί πληθυσμοί τῶν παραλιακῶν περιοχῶν στά βάθη τῆς Ἀνατολῆς. Ἡ κίνηση αὐτή θεωρήθηκε ἀπό τόν Ἑλληνισμό τοῦ Πόντου ὡς ἡ ἀρχή τοῦ τέλους του.
Ἡ ἀπόφαση ἐκτοπισμοῦ τῶν Ἑλλήνων ἔγινε σύμφωνα μέ γερμανικό σχέδιο. Ἑάν οἱ Γερμανοί δέν ἐνεθάρρυναν τούς Τούρκους καί δέν εἰσηγοῦνταν τά παραπάνω μέτρα σέ βάρος τῶν Ἑλλήνων, οἱ Τοῦρκοι δέν θά διανοοῦνταν νά προχωρήσουν σ’ αὐτά. Ἀπό τό 1914 ὥς τό 1923, μέ τή μέθοδο τῶν ἐξοριῶν, βιασμῶν, σφαγῶν, ἐξανδραποδισμῶν καί ἀπαγχονισμῶν, περισσότεροι ἀπό 353.000 Ἕλληνες τοῦ Πόντου βρῆκαν οἰκτρό θάνατο ἀπό τούς Νεότουρκους καί τούς Κεμαλικούς. Σύμφωνα μέ μαρτυρίες ἐπιζώντων, οἱ θάνατοι (ἀπό πείνα, δίψα, κακουχίες, ἐξάντληση καί βασανιστήρια), οἱ σφαγές καί οἱ φόνοι ἔγιναν κυρίως κατά τή διάρκεια τῶν καταναγκαστικῶν πορειῶν στά βάθη τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Συρίας. Σέ ποσοστό, τά θύματα τῆς Γενοκτονίας ξεπερνοῦν τό 50% τοῦ ὁλικοῦ πληθυσμοῦ τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου (697.000). Ἡ Γενοκτονία ἀποτελεῖ τό βαρύτερο ἔγκλημα, τό ὁποῖο δέν ἔχει σχέση μέ πολεμικές συγκρούσεις. Ὁ γενοκτόνος ἐξοντώνει μιά ὁμάδα πληθυσμοῦ γιά κάτι πού εἶναι καί ὄχι γιά κάτι πού ἔκανε. Στήν περίπτωση τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου, ἐπειδή ἦταν Ἕλληνες καί Χριστιανοί.
Ἀπό τό 1922 μέχρι τό 1994 τό ἑλληνικό κράτος γιά τό ζήτημα τῆς Γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου σιωποῦσε. Ἀντίθετα, οἱ πόντιοι διανοούμενοι καί ἱστορικοί ἀκολούθησαν διαφορετική στάση. Πλῆθος πανεπιστημιακῶν, ἱστορικῶν-ἐρευνητῶν, συγγραφέων, λογοτεχνῶν καί ἰδιωτῶν ποντιακῆς καταγωγῆς συνέβαλαν καθοριστικά στήν καταγραφή τῶν ἱστορικῶν γεγονότων καί στή διατήρηση τῆς μνήμης. Ἀξιόλογη ὑπῆρξε καί ἡ συμβολή τῶν ποντιακῶν συλλόγων καί ἑνώσεων, τήν ἴδια περίοδο γιά τήν ἀνάδειξη τοῦ Πολιτισμοῦ καί τῆς Ἱστορίας τοῦ Πόντου. Μέ τό πέρασμα τῶν χρόνων γεννήθηκε καί τό αἴτημα γιά τήν ἀναγνώριση τῆς Γενοκτονίας τῶν Ποντίων, τῆς ἔνταξης δηλαδή τῆς μνήμης τῶν Ποντίων στήν ἐπίσημη ἐθνική μνήμη.
Κομβικός σταθμός ὑπῆρξε τό Β´ Παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο, πού πραγματοποιήθηκε τό καλοκαίρι τοῦ 1988 στή Θεσσαλονίκη, μέ εἰσηγητή τόν Μιχάλη Χαραλαμπίδη. Αὐτός τέθηκε ἐπίσημα τό ζήτημα τῆς διεκδίκησης τῆς διεθνοῦς ἀναγνώρισης τῆς Γενοκτονίας. Ἡ ἀναγνώριση τῆς Γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου δέν ἔχει ἀντιτουρκικό χαρακτήρα. Ὅπως γράφει ὁ Δημήτρης Ψαθάς «ἡ ἄστοχη τακτική τῆς ἀποσιώπησης τῶν γεγονότων τῆς Ἱστορίας ἦταν ἴσως κι ἕνας ἀπ’ τούς λόγους πού τόσο ἄσχημα πῆγε ἡ "φιλία" μέ τούς Τούρκους. Νά ρίξουμε τόν πέπλο τῆς λήθης στό παρελθόν, ἀλλά νά ξέρουμε, ὄχι νά κρύβουμε. Νά ξέρουν κι ἴδιοι οἱ Τοῦρκοι τό τί φτιάξαν οἱ πατεράδες τους, γιά νά ἀποφύγουν τά ὅσα στιγμάτισαν ἐκείνους, ἐφ’ ὅσον θέλουν νά πάρουν τή θέση πού φιλοδοξοῦν ἀνάμεσα στά πολιτισμένα ἔθνη. Μόνον ἔτσι, ξέροντας ἐμεῖς τούς Τούρκους καί ξέροντας ἐκεῖνοι ἐμᾶς καί τό στιγματισμένο παρελθόν τους, μπορεῖ κάποτε νά χαράξουμε μιά ἑλληνοτουρκική φιλία ἐπάνω σέ στέρεες βάσεις».
Μετά ἀπό προσπάθειες πολλῶν ἐτῶν τῶν ποντιακῶν ὀργανώσεων, ἡ ἑλληνική Βουλή μέ ὁμόφωνη ἀπόφασή της στίς 24-2-1994 καθιέρωσε τή 19η Μαΐου ὡς «Ἡμέρα Μνήμης τῆς Γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου». Ἡ ἀπόφαση τῆς ἀναγνώρισης ἦταν ἡ ἐκπλήρωση τοῦ «χρέους» ἔναντι τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, μετά ἀπό 72 χρόνια λήθης. Ἐπίσης τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1998, ἡ Ελληνική Βουλή ψήφισε ὁμόφωνα τήν καθιέρωση τῆς 14ης Σεπτεμβρίου (ἡμέρα πού τό 1922 οἱ Κεμαλιστές κατέσφαξαν καί κατέκαυσαν τούς Ἕλληνες στή Σμύρνη) ὡς «Ἡμέρα Ἐθνικῆς Μνήμης τῆς Γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων ὅλης τῆς Μικρᾶς Ἀσίας». Μόλις τόν Ἰούλιο τοῦ 2022 καθιερώθηκε ἡ 6η Ἀπριλίου ὡς «Ἡμέρα Μνήμης τῆς Γενοκτονίας τοῦ Θρακικοῦ Ἑλληνισμοῦ». Οἱ πρόσφυγες κράτησαν ζωντανή τή μνήμη τῶν ἀλησμόνητων πατρίδων καί τή μετέβαλαν σέ ἐπίσημη μνήμη τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους.
Ἡ ἀπαίτηση γιά ἀναγνώριση τῆς Γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου καί τῆς Μ. Ἀσίας ἤ σωστότερα τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς ἀπό τήν Τουρκία δέν ἀποτελεῖ γιά τούς Ἕλληνες ποντιακῆς ἤ μικρασιατικῆς καταγωγῆς μία πράξη ἐκδίκησης. Τό θέμα τῆς προώθησης τῆς διεθνοῦς ἀνα- γνώρισης τῆς Γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων τῆς Ἀνατολῆς καί τῶν ἄλλων χριστιανικῶν λαῶν τῆς Μ. Ἀσί- ας (Ἀρμενίων, Ἀσσυρίων) δέν ἀφορᾶ μόνο στούς πρόσφυγες καί δέν εἶναι μόνον ἕνα ἱστορικό καί συμβολικό ζήτημα. Συνδέεται ἄμεσα μέ τό παρόν καί τό μέλλον τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἡ γραμμή τῆς ἑλληνικῆς ἀντίστασης στόν σύγχρονο τουρκικό ἐπεκτατισμό ἀρχίζει ἀπό τήν ἀναγνώριση τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς.
Γεώργιος Ἐλ. Κυρίζογλου
"Ἀπολύτρωσις", Μάιος 2024
Πηγές:
- Κ. Φωτιάδης, «Ἡ Γενοκτονία τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου», Βουλή τῶν Ἑλλήνων, Ἀθήνα 2004.
- Κ. Σαμουρκασίδης, «Ἡ Ἀναγνώριση τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ», ἐφ. «Εὔξεινος Πόντος», ἀρ. φ. 320, Μάρτιος 2024.