Ἀναζητώντας ἡ ἀνθρωπότητα τό δικό της φῶς, πέρασε κάποια στιγμή στήν ἱστορία της τόν «διαφωτισμό» της. Ἔδωσε αὐτή τήν ὀνομασία σέ μία περίοδο κατά τήν ὁποία ὑποδέχθηκε μέ ἐνθουσιασμό τίς νέες ἐπιστημονικές ἀνακαλύψεις καί μεθυσμένη ἀπό τή νέα γνώση πίστεψε ὅτι ἡ ἱκανότητα τοῦ ἀνθρώπινου μυαλοῦ θά τῆς ἔδινε τίς λύσεις πού δέν μπόρεσε ποτέ νά βρεῖ μέσα στόν χρόνο. Προσκύνησε τόν «ὀρθό λόγο» ὡς παντοδύναμο καί ἀνέθεσε σέ αὐτόν νά τῆς ὁρίσει τίς ἔννοιες τῆς ἰσότητας, τῆς ἐλευθερίας, τοῦ ἀνθρωπισμοῦ, τῆς προόδου, τούς ὅρους τῆς συμβίωσης τῶν ἀνθρώπων καί τελικά τῆς ποθούμενης εὐτυχίας σέ ἕναν καλύτερο κόσμο. Οἱ ὁρισμοί πού ἔδωσαν οἱ θεωρητικοί τοῦ διαφωτισμοῦ ἦταν ποικίλοι, ἀλλά πάντοτε ἐπάνω στήν ἴδια κοινή βάση: ἐκείνη τῆς πλήρους ἄρνησης τοῦ Θεοῦ καί τῆς διακοπῆς ὀποιασδήποτε σχέσης μαζί του.
Ἔχει παρέλθει πολύς χρόνος ἀπό τότε, ἀρκετός ὥστε νά εἶναι δυνατόν νά ἀποτιμηθοῦν τά ἀποτελέσματα αὐτοῦ τοῦ φιλοσοφικοῦ κινήματος, γιά τό ὁποῖο πολλοί ἀκόμη καμαρώνουν. Εἶναι βέβαια ἀλήθεια ὅτι μπορεῖ νά συνέβαλε στήν ἀπαλλαγή τοῦ «δυτικοῦ κόσμου» ἀπό τίς ἑκατόμβες τῶν θρησκευτικῶν πολέμων τοῦ μεσαίωνα. Κατάφερε ἐντούτοις νά δημιουργήσει τόν «καλύτερο κόσμο» πού ἐπαγγέλθηκε; Ἤ μήπως πυκνότερο σκοτάδι ἐξακολουθεῖ νά καλύπτει τήν ἀνθρωπότητα καί μάλιστα νά ἀπειλεῖ ὄχι ἁπλῶς τήν ὕπαρξή της ἀλλά τό ὁλοκληρωτικό ξερίζωμά της ἀπό τόν πλανήτη; Ἀναρίθμητες πομπές συνεχίζουν νά κατακλύζουν τόν κόσμο μας, οἱ ὁποῖες σχηματίζονται ἀπό:
- θλιμμένους ἀνθρώπους μέ ἀνείπωτο πόνο, πού θρηνοῦν ζωντανούς καί νεκρούς, κακοποιημένους ἀπό κάθε μορφῆς ἐγκληματική βία·
- χαρούμενους θύτες πού θριαμβευτικά ζητωκραυγάζουν ἐπάνω στά ἄψυχα σώματα τῶν συνανθρώπων-θυμάτων τους·
- θρασεῖς ἀνθρώπους, πού καυχῶνται γιά τό δικαίωμα νά ἀφανίζουν τήν ἀνθρώπινη ζωή στήν πιό εὐαίσθητη καί ἀνυπεράσπιστη μορφή της, τήν ἐμβρυϊκή, ἐνῶ ὑπερασπίζονται τό δικαίωμα ὕπαρξης κάθε ἄλλης μορφῆς ζωῆς στόν πλανήτη, ἀκόμη καί ἐκείνης τῆς μονοκύτταρης ἀμοιβάδας τῆς Γουαδελούπης·
- ἐξωνημένους «πνευματικούς» ἀνθρώπους, πού μονοπωλοῦν τόν χῶρο τοῦ δημόσιου λόγου, γιά νά διαφημίσουν τήν ὀσμή τοῦ θανάτου πού ἀναδύουν σέ ὅλα τους τά ἐπίπεδα οἱ ἄκαρπες ὁμόφυλες σχέσεις, οἱ ὁποῖες ἀφανίζουν τήν ἀνθρώπινη ζωή ἐν τῇ γενέσει της καί ἐξαλείφουν ἔτσι ὅλες τίς προϋποθέσεις γιά τήν ἀνάπτυξή της ἀπό τή ρίζα της·
- βαθύτατα τραυματισμένους νέους καί νέες, οἱ ὁποῖοι μεθυσμένοι ἀπό τό «δικαίωμα» τοῦ «αὐτοπροσδιορισμοῦ» δέν ἔσπασαν ἁπλῶς τήν κόκκινη γραμμή τοῦ «σεξουαλικοῦ προσανατολισμοῦ», ἀλλά καί τοῦ ἴδιου τοῦ φύλου τους· καί εὑρισκόμενοι σέ ἐλεύθερη πτώση βυθίζονται στό ἀπόλυτο σκοτάδι ἑνός ἐσωτερικοῦ ἀδιεξόδου. Ἔφθασαν νά ταυτίζουν τόν ἑαυτό τους μέ γάτες καί σκύλους, καθώς ἀναζητοῦν ἀπεγνωσμένα τήν ἐλάχιστη θαλπωρή καί προστασία πού ἀπολαμβάνουν πλούσια τά συμπαθῆ τετράποδα, κατά τή σύγχρονη μισάνθρωπη ἐκδοχή ἀναβίωσης τῆς ἀρχαίας ζωολατρίας·
- ἄπληστους ἐπιχειρηματίες καί ἐπιστήμονες, πού μέ ὅπλο τίς νέες τεχνολογίες προσπαθοῦν νά ἐπιτύχουν τόν ἀπόλυτο ἔλεγχο τῆς κοινωνικῆς καί προσωπικῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων... καί ὅλα αὐτά τή στιγμή πού ἡ χωρίς τέλος καί ὅριο καταστροφή τοῦ κοινοῦ μας σπιτιοῦ, τοῦ πλανήτη μας, βαίνει αὐξανόμενη μέ ὁρατές πλέον συνέπειες σέ κάθε ἔκφανση τοῦ φυσικοῦ του περιβάλλοντος.
Σ᾽ αὐτή τή ζοφερή καί «διαφωτισμένη» πραγματικότητα τοῦ ἀπόλυτου σκότους μοιάζει νά βαδίζει χωρίς φρένα ἡ ἀνθρωπότητα. Ἄς μήν ξεχνοῦμε ὅμως ὅτι ὅλα τά παραπάνω εἶναι ἁπλῶς ἔργα τῶν ἀνθρώπων, τά ὁποῖα ἀναδύουν τήν ὀσμή τοῦ θανάτου πού εὐδοκιμεῖ στή χώρα τοῦ σκότους μέ ἐμπνευστή τόν πατέρα τοῦ ψεύδους. Ἀψευδής ὡστόσο καί ἀπόλυτα ἀκριβής εἶναι ὁ διαχρονικός λόγος τοῦ Κυρίου μας: «Τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς· ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα. Πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ· ὁ δὲ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν εἰργασμένα» (Ἰω 3,19-21).
Τό σκοτάδι δέν μπορεῖ στό ἐλάχιστο νά ἀντισταθεῖ στό φῶς· ἁπλῶς ἐξαφανίζεται! Καί τό φῶς τοῦ Κυρίου πού ἔλαμψε στόν Ἰορδάνη φώτισε ἀπ’ ἄκρου σ’ ἄκρο ὅλα τά σημεῖα τοῦ ἀνθρώπινου ὁρίζοντα. «Σύσσωμη» ἡ ἁγία Τριάδα δήλωσε παροῦσα στόν κόσμο, διεκδικώντας τήν ἀνθρώπινη καρδιά ὄχι ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ ἀλλά ἀπό τόν ἴδιο της τόν ἑαυτό, γιά νά τήν προσελκύσει καί πάλι στήν πρώτη της ἀγάπη, στήν ἀρχαία ἐκείνη μακαριότητα τῆς πρώτης δημιουργίας της.
Γιά τόν ἄνθρωπο πού ζεῖ μέσα στό σκοτάδι κραυγάζει ὁ μεγαλοφωνότατος Ἠσαΐας: «Ὁ λαὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει, ἴδετε φῶς μέγα· οἱ κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου, φῶς λάμψει ἐφ᾽ ὑμᾶς» (9,2). Ποιό εἶναι αὐτό; Εἶναι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Ἀνάστασης (βλ. Μθ 4,17), πού ἀποκαλύπτει τό «εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ» καί ἀσφαλίζει ἀπό τή συμμετοχή «τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους» (βλ. Ἐφ 5,10-11). Εἶναι ὁ λόγος τῆς ἁγίας Γραφῆς, πού ἐπαναφέρει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη στίς κατασκευαστικές της προδιαγραφές καί ἐξασφαλίζει τήν ἁρμονία τῆς συνύπαρξης μέ τόν ἑαυτό, τόν συνάνθρωπο καί τόν Δημιουργό.
Τό φῶς τοῦ Χριστοῦ φαίνεται ἴσως ἀχνό μέσα στά «διαφωτισμένα» σκοτάδια τοῦ κόσμου μας. Ἐπίτηδες ὅμως! Ὄχι ἀπό ὁποιαδήποτε ἀδυναμία, ἀλλά ἀπό τήν «ἀδυναμία» πού γεννᾶ ἡ σφοδρή ἀγάπη τοῦ ἀγαπῶντος πρός τόν ἀγαπώμενο καί ἡ ὁποία ἐπιζητᾶ τήν ἐλεύθερη ἀποδοχή. Εἶναι ἡ ἀποκλειστική προϋπόθεση, γιά νά καταυγάσει αὐτό τό Φῶς τόν κόσμο: νά τό ἀναζητήσουν οἱ ἄνθρωποι ἀπό μόνοι τους. Καθώς, ὅταν τό βροῦν, ὑπάρχει μόνο μία ἐπιλογή: κάθε σκοτάδι νά χαθεῖ μπροστά στό Φῶς!
Ἀθ. Παπαρνάκης
Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.
"Ἀπολύτρωσις", Ἰαν. 2024