Καθώς τό πολιτικό ἡμερολόγιο βαδίζει πρός τά ἔσχατα τοῦ ἔτους, τό ἐκκλησιαστικό βρίσκεται ἀκόμη στήν ἀρχή του. Σέ αὐτό τό χρονικό μεταίχμιο ὁ λειτουργικός χρόνος ἀναβιώνει τήν ἱστορική περίοδο τῆς προσμονῆς τῶν «ἐσχάτων». Εἰσερχόμενοι στήν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς τῶν Χριστουγέννων, μνημονεύουμε τούς προπάτορες, τούς προφῆτες καί τούς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ὁποῖοι συναντήθηκαν σέ ἕνα κοινό σημεῖο: στήν προσμονή τῆς ἔσχατης παρέμβασης τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Μία παρέμβαση τήν ὁποία ὑποσχέθηκε ὁ ἴδιος ὁ Θεός καί κατανοήθηκε ὅτι θά σημάνει τό τέλος τῆς ἱστορίας.
Σύμφωνα μέ τή ροή τῆς βιβλικῆς ἀφήγησης ἡ ὑπόσχεση αὐτή δόθηκε ἀμέσως μετά τήν ἀπόφαση τοῦ ἀνθρώπου νά αὐτονομηθεῖ ἀπό τόν Δημιουργό του: ἡ Εὔα θά ἀποκτήσει ἕναν ἀπόγονο πού θά συντρίψει τό κεφάλι τοῦ φιδιοῦ, τήν αἰτία τῆς ἀποστασίας (Γέ 3,15). Σύντομα ὁ ἄνθρωπος ἀντιλήφθηκε ὅτι τό νά ἀναλάβει ὁ ἴδιος τήν εὐθύνη τῶν ἀποφάσεων γιά τή ρύθμιση τῆς ζωῆς του καί τοῦ κόσμου του δέν ἦταν ἁπλό πράγμα. Καθώς τό ἕνα λάθος διαδεχόταν τό ἄλλο, ἡ διάρρηξη τῆς μιᾶς σχέσης ἀκολουθοῦσε τήν ἄλλη, μπῆκε σέ ἕναν φαῦλο κύκλο ἀποτυχίας καί θανάτου, ἀπό τόν ὁποῖο ἦταν ἀδύνατον νά βγεῖ.
Καθώς εἰσερχόμαστε στήν ἱστορική περίοδο, ὅπως τήν ὁρίζουμε σήμερα, ἡ κατάσταση στόν κόσμο ἦταν τόσο περίπλοκη, ὁ πόνος τόσο ἀφόρητος καί τά ἀδιέξοδα τόσα πολλά, ὥστε ὁ ἄνθρωπος ἀνήμπορος ὑποτάχθηκε στή μοῖρα του, ἀνίκανος νά ἀλλάξει ὁτιδήποτε. Μέσα στήν ἀπόλυτη σύγχυσή του ἔντρομος ἐκλιπα- ροῦσε τά ἄλογα στοιχεῖα τῆς φύσης νά τόν λυπηθοῦν καί ἀπελπισμένος πρόσφερε δῶρα καί θυσίες γιά νά τά ἐξευμενίσει.
Φωτεινή ἐξαίρεση μέσα στή μαύρη καταχνιά τῆς ἄγνοιας καί τῆς δεισιδαιμονίας οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ὁποῖοι πάντοτε, ἀλλά ἰδιαίτερα σέ περιόδους κρίσεων, ἔστρεφαν τό βλέμμα στόν Δημιουργό. Κάθε φορά πού ἡ διαφθορά καί ἡ ἀποστασία κατέτρωγε ἀργά καί σταθερά τίς σάρκες τῆς κοινωνικῆς τους πραγματικότητας, ὅταν οἱ θεομηνίες, πλημμύρες, ξηρασίες, σεισμοί ἤ ἀσθένειες ἐξαφάνιζαν τή ζωή, ὅταν τό μίσος, ἡ ἀπληστία καί ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων δημιουργοῦσε κάθε εἴδους φρικαλεότητα, σχηματίζοντας ἐπάνω στή γῆ δύο μεγάλες λίμνες ἀπό τά δάκρυα καί τά αἵματα τῶν ἀδικοχαμένων, τότε ἦταν πού ἡ ἀρχική ἐκείνη ὑπόσχεση ἀνανεωνόταν. Κάθε φορά ὅμως λάμβανε πιό συγκεκριμένη μορφή, μέ καινούργιες πληροφορίες, οἱ ὁποῖες μέ ὁλοένα μεγαλύτερη ἀκρίβεια σκιαγραφοῦσαν τή μορφή ἑνός ἀνθρώπου πού θά ἔφερε ἐπάνω του ὅλες τίς θεῖες ἰδιότητες καί θά εἶχε ἐπωμιστεῖ τό χρίσμα τῆς ἀποστολῆς «νά ἐξαλείψει κάθε δάκρυ ἀπό κάθε πρόσωπο ἀνθρώπου» (Ἠσ 25,8). Ἡ μελλοντική ἐποχή τῆς ἐμφάνισής του ὀνομάσθηκε «ἔσχατα», ἐνῶ ἡ προσδοκία τῆς ἔλευσής του γινόταν συνεχῶς καί ἰσχυρότερη ὅσο ὀδυνηρότερα ἦταν τά γεγονότα.
Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ καί Λόγου στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τή Ναζαρέτ σήμανε τήν ἔλευση τῶν «ἐσχάτων» πού ἡ Παλαιά Διαθήκη ἀνέμενε. Ἡ ἔσχατη παρέμβαση τοῦ Δημιουργοῦ στήν ἀνθρώπινη ἱστορία ἐπιτελέσθηκε. Ὅμως μία νέα προστέθηκε: Δέν ἐπρόκειτο γιά μία ἱστορική στιγμή ἀλλά γιά μία περίοδο. Ὁ ἱστορικός Ἰησοῦς ἦταν ἡ πρώτη παρουσία. Ὡς Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου «ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ» ὑποσχέθηκε τή δεύτερη παρουσία του. Τά «ἔσχατα» ἀνανεώθηκαν: Ἦρθαν καί θά ξαναέρθουν. Εἶναι παρόντα ἀλλά καί μέλλοντα. Συγχρόνως!
Μέσα σ᾽ αὐτή τή νέα πραγματικότητα ἡ Ἐκκλησία πορεύεται τήν ἱστορική της πορεία μέ ἀνανεωμένη τήν προσδοκία τῶν νέων ἐσχάτων. Οἱ χριστιανοί συνεχίζουμε νά παρατηροῦμε τά σημεῖα τῶν ἐσχάτων καιρῶν, ὅπως τά δίδαξε ὁ Κύριος: «Ὅταν δὲ ἀκούσητε πολέμους καὶ ἀκοὰς πολέμων, μὴ θροεῖσθε· δεῖ γὰρ γενέσθαι, ἀλλ᾽ οὔπω τὸ τέλος. Ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, καὶ ἔσονται σεισμοὶ κατὰ τόπους, καὶ ἔσονται λιμοί...» (Μρ 13,7-8) καί ἄλλα πολλά! Σέ ὅποια ἱστορική στιγμή κι ἄν σταθεῖ κανείς, τά γεγονότα τοῦ κόσμου ἦταν πάντοτε ἀποκαρδιωτικά: συγκρούσεις, ἐντάσεις, σύγχυση, πόνος ἀπό κάθε λογῆς αἰτίες, δικαιολογημένες καί ἀδικαιολόγητες, ἀλλά «οὔπω τὸ τέλος»· «δεῖ γὰρ γενέσθαι»· «μὴ θροεῖσθε»!
Καθώς τό καλάθι τοῦ χρόνου συλλέγει τά ἔργα καί τίς ἐπιλογές τῶν ἀνθρώπων, πού σέ κατάσταση σήψης ἀναδύουν τήν ἀποφορά τοῦ θανάτου, καθώς ἡ ἀτμόσφαιρα γύρω γίνεται ὁλοένα καί πιό ἀνυπόφορη, καθώς ἡ ταραχή ἀπό τά παρόντα καί ἡ ἀβεβαιότητα γιά τά ἐπερχόμενα αὐξάνεται, ἀπειλώντας ὁλοένα καί σοβαρότερα τή ζωή καί τίς ἐλευθερίες τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, οἱ ἄνθρωποι ἀνησυχοῦν. Οἱ χριστιανοί ὅμως δικαιοῦνται νά ἀνησυχοῦν; Μήπως παρασύρονται ἀπό τήν ἀδυναμία τῆς στιγμῆς ἤ ἴσως κοιτοῦν πιό ἐπίμονα ἀπό ὅσο πρέπει τά χαμηλά;
Ἡ ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, μᾶς ἐκπαιδεύει νά ἔχουμε τά μάτια συνεχῶς στραμμένα πρός τόν οὐρανό, «ἀφορῶντες» πρός τόν Κύριο, «τὸν ἀρχηγὸν καὶ τελειωτήν», τόν μόνο καί ἀπόλυτο κυρίαρχο καί κυβερνήτη τοῦ παρόντος, τοῦ μέλλοντος καί τῶν ἐσχάτων. Τοῦ Κυρίου πού ἔρχεται, ἦρθε καί θά ξαναέρθει! Δικοί του μποροῦμε νά εἴμαστε; Αὐτό μετράει!
Ἀθανάσιος Παπαρνάκης
"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβρ. 2023