Τό «Πέρασμα» (ἑβρ. «Pesah») εἶναι ἡ λέξη μέ τήν ὁποία ἔμεινε γνωστή στήν ἱστορία ἡ «δέκατη πληγή τοῦ Φαραώ» καί συγχρόνως ἡ θαυματουργική ἀπαλλαγή τῶν ἀρχαίων Ἰσραηλιτῶν ἀπό αὐτήν. Ἦταν τό πέρασμα τοῦ Ὀλοθρευτῆ, πού θανάτωσε ὅλα τά πρωτότοκα τῶν Αἰγυπτίων τό βράδυ τῆς 14ης τοῦ πρώτου μήνα τοῦ ἔτους κατά τό ἡμερολόγιο τῆς ἐποχῆς. Οἱ Ἰσραηλίτες προστατεύθηκαν ἀπό τή θεϊκή ὀργή χάρη στό αἷμα ἑνός ἀμνοῦ, τόν ὁποῖο ἔσφαξαν, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή πού εἶχαν λάβει νωρίτερα ἀπό τόν Θεό, καί μέ τό αἷμα του ἔβαψαν τό κάσωμα τῆς θύρας τοῦ σπιτιοῦ τους. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ θάνατος προσπέρασε τά σπίτια τους καί, ὅταν ξημέρωσε, ξεκίνησαν τή μεγάλη περιπέτεια τῆς ἐπιστροφῆς στή γῆ τῶν πατέρων τους Ἀβραάμ, Ἰσαάκ καί Ἰακώβ (βλ. Ἔξ κεφ. 12-13).
Ἡ σφαγή ὅμως αὐτή δέν ἦταν τόσο ἁπλή. Ἔπρεπε νά γίνει μέ μία συγκεκριμένη διαδικασία, ἡ ὁποία γιά τή συγκεκριμένη χρονική στιγμή ἦταν πέρα γιά πέρα περιττή, ἀφοῦ δέν ἐξυπηρετοῦσε κανένα πρακτικό σκοπό. Σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες, κάθε ἰσραηλιτική οἰκογένεια ἔπρεπε νά προμηθευτεῖ ἕνα πρόβατο τή δέκατη ἡμέρα τοῦ πρώτου μήνα· ἔπρεπε νά εἶναι ἀρτιμελές καί χωρίς κανένα σωματικό ἐλάττωμα, νά εἶναι ἀρσενικό καί ἡλικίας ἑνός ἔτους. Ἔπρεπε δηλαδή νά ἔχει ὅλες τίς προδιαγραφές πού ἡ μωσαϊκή νομοθεσία θά ὅριζε ἀργότερα γιά τά προσφερόμενα στή λατρεία τοῦ Θεοῦ ζῶα, προκειμένου νά τοῦ ἀφιερωθοῦν μέ τίς ἅγιες θυσίες. Μετά τό βάψιμο τῶν θυρῶν τους μέ τό αἷμα του, ἔπρεπε νά τό ψήσουν ὁλόκληρο στή φωτιά, νά μήν τό βράσουν, καί νά τό φᾶνε διαμελισμένο σέ τμήματα χωρίς ὅμως νά σπάσουν κανένα κόκκαλό του. Θά ἔπρεπε νά φαγωθεῖ γρήγορα, μαζί μέ ἄζυμο ψωμί καί πικρά χόρτα, καθώς θά βρισκόταν σέ κατάσταση ἐξόδου: ντυμένοι μέ τά ροῦχα τους καί ζωσμένοι τή μέση, μέ ὑποδήματα στά πόδια καί ραβδί στό χέρι, ἐνῶ θά στέκονταν ὄρθιοι καί θά ἦταν ἕτοιμοι γιά τήν ἀναχώρηση. Κανείς δέν ἔπρεπε νά βγεῖ ἀπό τό σπίτι του ὅλη τή νύχτα, ἐνῶ ὁ ἀμνός ἔπρεπε νά καταναλωθεῖ ὁλόκληρος μέχρι τό πρωί. Ἐάν κάτι περίσσευε, ἔπρεπε νά τό κάψουν στή φωτιά πρίν φύγουν.
Ὅλες αὐτές οἱ λεπτομέρειες ἀποτυπώνουν, ἐκτός ἀπό τήν κρισιμότητα καί τό ἐπεῖγον τῆς κατάστασης, τόν ἰδιαίτερο χαρακτήρα τῆς ἀπελευθέρωσης· δέν ἦταν μία ἁπλή ἀνθρώπινη ἀνακούφιση ἀπό τόν πόνο καί τή δουλεία, ἀλλά μία θεϊκή δωρεά καί ἑπομένως ἱερή, ἡ ὁποία ἔπρεπε νά ἐπιτελεσθεῖ μέ κάθε ἀκρίβεια, μέ τήν ἱερότητα καί τήν ἁγιότητα πού ταιριάζει στόν Θεό.
Σύντομα ἡ θεϊκή εὐεργεσία ἐπιβεβαιώθηκε, ὅταν ἐπαναλήφθηκε μέ μιά νέα ἀφορμή καί ἕνα νέο «πέρασμα»: μέ τή διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας, ἡ ὁποία βρέθηκε μπροστά τους ὡς τό νέο, μεγαλύτερο καί θανατηφόρο ἐμπόδιο πού συνάντησαν στήν πορεία τους, καθώς πίσω τους ἐρχόταν ἀπειλητικός ὁ αἰγυπτιακός στρατός. Ὁ ἡγέτης Μωυσῆς ἔλαβε τήν ἐντολή ἀπό τόν Θεό νά ὑψώσει τό ραβδί του καί νά ἐκτείνει ἐμπρός τό χέρι του σχηματίζοντας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Τά νερά σχίστηκαν καί οἱ Ἰσραηλίτες πέρασαν στήν ἀπέναντι ὄχθη, ἐνῶ οἱ Αἰγύπτιοι ἀποκλείστηκαν στήν ἄλλη. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἀπελευθερώθηκε πλήρως ἀπό τή σκληρή δουλεία καί πῆρε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς στήν πατρογονική Γῆ τῆς ἐλευθερίας καί τῆς εὐημερίας.
Ἔτσι ὁλοκληρώθηκε καί ἡ εὐεργεσία τῆς ἀπελευθέρωσης. Ὁ ἀμνός τῆς νύχτας ἐκείνης, πού θυσιάστηκε καί μέ τό αἷμα του σώθηκε ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, συγκέντρωσε ἐπάνω του ὅλο τόν συμβολισμό τοῦ γεγονότος. Μέ τήν ἴδια διαδι- κασία ἐπαναλήφθηκε ἡ θυσία του στήν πρώτη ἀνάμνηση τοῦ Πάσχα τό δεύτερο ἔτος μετά τήν ἀπελευθέρωση (βλ. Ἀρ 9,1-5), ὅπως καί κατά τήν πρώτη εἴσοδο στή Γῆ τῆς ἐπαγγελίας (βλ. Ἰη 5,10). Μέ τόν ἴδιο τρόπο τηρήθηκε πιστά ὅλους τούς ἑπόμενους αἰῶνες σέ κάθε ἐτήσια ἐπέτειο τοῦ γεγονότος, στό πασχάλιο δεῖπνο τῆς νύχτας τῆς 14ης τοῦ πρώτου μήνα τοῦ ἔτους, καλλιεργώντας σταθερά καί συστηματικά τήν προσμονή τῆς νέας μεγάλης εὐεργετικῆς παρέμβασης τοῦ Θεοῦ, πού θά χάριζε τήν πλήρη καί ἀμετάκλητη ἀπελευθέρωση ἀπό κάθε πόνο καί κάθε εἴδους δυστυχία στόν λαό του.
Ἡ ἀναμενόμενη αὐτή παρέμβαση τοῦ Θεοῦ ἔγινε πράξη μέ τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλά μέ ἕναν παράδοξο τρόπο, πού ἔδειξε ὅτι καμία ἀπό τίς τελετουργικές ἐκεῖνες λεπτομέρειες ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα δέν ἦταν τυχαία, ἀλ- λά τυπολογικῶς προφητική: Ὁ Ἰησοῦς ἀνακηρύχθηκε «ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω 1,29), θυσιάστηκε στόν σταυρό χωρίς νά συντριβεῖ κανένα ὀστό του (βλ. Ἰω 19,36) τήν Παρασκευή τοῦ πασχάλιου Σαββάτου ἐκείνου τοῦ ἔτους, κατά τήν ὥρα τῆς παρασκευῆς (προετοιμασίας) τοῦ πασχάλιου δείπνου. Καί μέ τήν τριήμερη ταφή του πραγματοποίησε τό μεγάλο Πέρασμα ἀπό τή χώρα τῆς σκιᾶς καί τοῦ θανάτου στή Γῆ τῆς ἀνάστασης, τῆς ζωῆς, τῆς ἐλευθερίας καί τῆς καινῆς κτίσης, συμπαρασύροντας μαζί του καί ὅλο τόν λαό του, τόν νέο Ἰσραήλ, τήν Ἐκκλησία. Ἔγινε ὁ ἴδιος ἡ «Χώρα τῶν ζώντων»! Χριστός ἀνέστη!
Ἀθανάσιος Γ. Παπαρνάκης
"Ἀπολύτρωσις", Ἀπρ. 2023