Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά καυχηθεῖ γιά διάφορες νίκες του. Ἡ πρώτη του νίκη ἦταν, ὅταν, γυμνός ἀπό κάθε προστασία, κατόρθωσε νά ἐπιβιώσει μέσα στή φύση καί στίς φοβερές ἀντιξοότητές της. Δεύτερη νίκη του ἦταν, ὅταν ἄρχισε νά δημιουργεῖ πολιτισμό, ὅταν δηλαδή πέρασε ἀπό τήν ἐπιβίωση στή ζωή πού ἱκανοποιοῦσε βαθιές ἐπιθυμίες του, ἀνώτερες ἀπό ἐκεῖνες τῶν ζώων. Τρίτη νίκη του ἦταν ἡ διείσδυσή του στά μυστικά τῶν φυσικῶν νόμων. Καί τέταρτη νίκη του, τήν ὁποία κάποιοι θεωροῦν καί σάν τό μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ ἀπαγκίστρωσή του ἀπό τή γῆ καί τό ἄνοιγμά του στό σύμπαν.
Δέν θά ἐξετάσουμε ἐδῶ κατά πόσον οἱ νίκες αὐτές εἶναι ὁλοκληρωμένες ἤ ἀποσπασματικές καί ἀνατρέψιμες. Ἐξάλλου σήμερα, ἀρξαμένου ἤδη τοῦ 21ου αἰ., καθώς ὁ πόλεμος μαίνεται στήν καρδιά τῆς γηραιᾶς (ἐν ἁμαρτίαις...) «φωτισμένης» Εὐρώπης καί ἡ ἐπιδημία (ναί, ἐπιδημία στόν δυτικό κόσμο τοῦ 21ου αἰ.!) τοῦ νέου κορωνοϊοῦ μετράει ἀκόμη καθημερινά θύματα, τό ἐρώτημα αὐτό μοιάζει σχεδόν εἰρωνικό... Θά ἐπισημάνουμε μόνο τό ἑξῆς: Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πέτυχε πολλά ἤ λίγα, ὅμως ὅ,τι κι ἄν ἔκανε, ὅσο κι ἄν πάλεψε, παρέμεινε ἀθεράπευτα δέσμιος τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου. Κι ὅταν λέω φθορά καί θάνατος, δέν ἐννοῶ μόνο τό τέλος τῆς βιολογικῆς ζωῆς. Ὁ θάνατος βέβαια τῆς φυσικῆς μας ὑπόστασης εἶναι κάτι τό τραγικό, ὅμως ἐξίσου τραγικός εἶναι καί ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς μας. Πῶς τά καταφέραμε καί ἐν μέσῳ τόσων ἀγαθῶν καί ἀνέσεων πνιγόμαστε στήν ἀπουσία νοήματος; Γιατί τελικά ζοῦμε, θά μπορέσει νά μᾶς ἐξηγήσει κανείς ἀπό τούς σοφούς μας; Ἤ θά ἀγωνιζόμαστε καί θά ματώνουμε κάθε μέρα χωρίς νά ξέρουμε τόν λόγο; Τελικά ποῦ πᾶμε; Τί θέλουμε; Χλευάζουμε τίς θρησκεῖες γιά τά περί τή ζωή μετά τόν θάνατο, ἀλλά εἴμαστε ἱκανοί νά ἀπαντήσουμε στό ἐρώτημα πού γράφει ὁ «περιθωριακός» 20χρονος(!) στόν ἀπέναντι τοῖχο: «Ὑπάρχει ἄραγε ζωή πρίν τόν θάνατο;»;...
Μπροστά σ᾽ αὐτή τή σκοτεινή ἄβυσσο τῶν ἀδιεξόδων πού καλύπτει τίς καρδιές, στέκει ὁλόφωτος ὁδηγητικός φάρος ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη. Εἶναι ἡ πίστη «ἡ νικήσασα τὸν κόσμον», ὅπως γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης (Α΄ Ἰω 5,4). Διότι ἄν «κόσμος» θά πεῖ αὐτό τό ἀδιαπέραστο κλειστό σύστημα πού δέν θέλει νά ξέρει τόν Θεό καί ἡδονίζεται ν᾽ ἀργοπεθαίνει βουλιάζοντας στά ποικίλα τέλματά του, ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδή ἡ ἀνόθευτη χριστιανική ἀλήθεια, παραμένει αἰώνια ὁ θρίαμβος τῆς ἀνάστασης· ἡ ἐγγύηση μιᾶς ἄλλης ποιότητας ζωῆς, ἐλεύθερης, θεϊκῆς! Κι ἄν ὁ κόσμος τήν πολεμᾶ μέ μανία, κι ἄν ξεσπᾶ πάνω της τρομερός ὁ ἅδης, διότι τολμᾶ νά λευτερώνει τούς νεκρούς του, αὐτή ὑπερισχύει καί ζεῖ καί τραβάει μπροστά!...
Ἡ πίστη αὐτή διατήρησε ἀλώβητα μές στούς αἰῶνες ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ δύο ζωτικῆς σημασίας χαρακτηριστικά της:
1. Παρέμεινε πιστή στό εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου της Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἀρνήθηκε νά ὑπακούσει σέ ἀνθρώπινες αὐθεντίες. Δέν προσκύνησε κανέναν ἄλλον «Κύριο». Ἀντίθετα, ἀκόμη κι ὅταν γι᾽ αὐτή τήν πιστότητά της ἀντιμετώπισε τίς φυλακές, τίς ἐξορίες, τούς τροχούς, τά ἰκριώματα, τούς ἀκρωτηριασμούς καί τά θηρία, δέν θυσίασε οὔτε ἕνα γιῶτα ἀπό τήν ὁμολογία της.
2. Ἡ ἀναφορά της ἦταν πάντοτε ὁ Οὐρανός, ὄχι ἡ γῆ. Δέν μεταβλήθηκε ποτέ σέ κοσμική δύναμη καί οὐδέποτε ἔγινε καθεστώς. Προτίμησε νά γυμνητεύσει, νά περιφέρεται μέσα στόν κόσμο πένης καί πλάνης, νά καταφεύγει κυνηγημένη «ἐν ἐρημίαις... ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς» (Ἑβ 11,38), παρά ν᾽ ἀνταλλάξει τήν ἐλπίδα της μέ χῶμα καί λάσπη.
Κι αὐτά τά ἀπόλυτα «δέν», πού τῆς κόστισαν καί τῆς κοστίζουν αἷμα, πόνο, ἀπόρριψη, περιφρόνηση, δέν εἶναι ἄκριτη στενοκεφαλιά, ὅπως ἐνίοτε λέγεται ἤ ὑπονοεῖται. Εἶναι ἀκριβῶς ἄρνηση τοῦ θανάτου, τοῦ ὁποιουδήποτε θανάτου. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι «ἐπαναστάτης χωρίς αἰτία», ἕνας σαλεμένος Δόν Κιχώτης πού πολεμάει τά σύννεφα! Ἅγιοί της εἶναι οἱ χιλιάδες τῶν μαρτύρων πού σφαγιάστηκαν, ἐπειδή ἀκριβῶς ἦταν τέτοιοι, «στενοκέφαλοι». Εἶναι τά πλήθη τῶν παιδιῶν της πού προτίμησαν νά γίνουν ὁλοκαύτωμα παρά νά δεχτοῦν καί τήν ἐλάχιστη ἔστω ὑποχώρηση σέ θέματα πίστης! Ἦταν ὅλοι αὐτοί φονταμενταλιστές, ὅπως βιαζόμαστε πολλές φορές νά χαρακτηρίσουμε τέτοιες συμπεριφορές; Δέν ἤξεραν ἀπό ἀγάπη, συγκατάβαση καί εὐρύ πνεῦμα; Καί ξέρουμε ἐμεῖς, οἱ ἄκαπνοι;...
Ἡ ὀρθόδοξη πίστη, ὑπογραμμίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, δέν εἶναι ἰδέες. Εἶναι τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ πού μποροῦμε νά ἀντικρίσουμε στόν κόσμο αὐτόν. Σέ τούτη τή γῆ οἱ χριστιανοί «διὰ πίστεως γὰρ περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους» (Β΄ Κο 5,7). Δέν βλέπουμε τόν Κύριό μας μέ τίς αἰσθήσεις μας, ἀλλά τόν βλέπουμε διά τῆς πίστεως (βλ. Ἑβ 11,1). Συνεπῶς, ὁποιαδήποτε παραχάραξη αὐτῆς τῆς πίστης, «τῆς ἅπαξ παραδοθείσης τοῖς ἁγίοις» (Ἰδ 3), παραχαράσσει τήν εἰκόνα τοῦ ἴδιου τοῦ Σωτήρα καί φυσικά καί τή δωρεά του. Βέβαια εἶναι δικαίωμά μας νά ἐπιλέξουμε κάτι τέτοιο, ὅμως στήν περίπτωση αὐτή νά τό ξέρουμε: Μπαίνουμε καί πάλι κάτω ἀπό τόν ζυγό τῆς ἁμαρτίας, καί τό φαράγγι τοῦ θανάτου χάσκει ξανά κάτω ἀπ᾽ τά πόδια μας ἀδυσώπητο...
Εὐ. Ἀλ. Δάκας
Δρ Θεολογίας - Φιλόλογος
"Ἀπολύτρωσις", Μάρτ. 2023