«Ὁ ὑπογεγραμμένος ἐν τῇ παρούσῃ μου Νικόλαος Κωνστ. Κασομούλης, γεννηθείς εἰς Κοζάνην πόλιν Μακεδονίας κατά τό 1795, Αὐγούστου 20, διατρέξας τό στάδιόν μου ἀπό τό 1821 μέχρι τοῦ 1829, τελευταίαν μάχην τῆς Ἑλλάδος εἰς Πέτραν Λεβαδείας, ὑπέρ τῆς ἐλευθερίας τῆς πατρίδος μου Ἑλλάδος…», εἶναι ἡ ἀρχή τῆς πολυσέλιδης διαθήκης, τήν ὁποία ἔγραψε ὁ μακεδόνας ἀγωνιστής καί ἀπομνημονευματογράφος Νικόλαος Κασομούλης. Θεωρεῖται ὁ ἱστορικός τοῦ ᾽21. Ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς σημαντικούς ἀγωνιστές τοῦ 1821.
Ὁ πατέρας του, Κωνσταντῖνος, ὑπῆρξε ἔξοχος πατριώτης· τό ἴδιο φιλόπατρις ἦταν καί ἡ οἰκογένεια τῆς μητέ- ρας του Σουλτάνας, ἀφοῦ εἶχε θεῖο τόν περίφημο Γιάννη Φαρμάκη. Τά πρῶτα του γράμματα τά μαθαίνει στήν Τσαρίτσανη Λάρισας «ἐπί Οἰκονόμου» σέ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν, ὅταν ὁ πατέρας του βρέθηκε ἐκεῖ συμμετέχοντας σέ πατριωτικές ἀνησυχίες.
Ἔφηβος βρίσκεται στίς Σέρρες καί σέ ἡλικία εἴκοσι χρονῶν φεύγει γιά τήν Αἴγυπτο, γιά δουλειές τοῦ πατέρα του. Ἐπιστρέφοντας σταματᾶ στή Σμύρνη. Ἐκεῖ διαποτισμένος ἀπό τήν οἰκογενειακή παράδοση ὑπέρ τοῦ ἀγώνα γιά τήν ἀποτίναξη τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ, μυεῖται στή Φιλική Ἑταιρεία καί γίνεται ὁ ἴδιος ἔργων γενναίων ἐκτελεστής, παρά τό νεαρό τῆς ἡλικίας του. Ἐγκολπώθηκε τόν σκοπό τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας ὄχι σάν ἀντίλαλο αἰσθηματικό, ἀλλά σάν προσταγή καί ὑπάκουσε σ’ αὐτόν. Γυρίζει στίς Σέρρες, ὅπου ζεῖ ἡ οἰκογένειά του. Μετά τήν ἀποτυχία τῶν ἐπαναστατικῶν κινήσεων ἐκεῖ, διαφεύγει στή Σιάτιστα.
Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1821 οἱ πρόκριτοι τῆς Σιάτιστας στέλνουν τόν Κασομούλη στήν Πελοπόννησο, γιά νά βρεῖ βοή- θεια γιά τήν ἔναρξη τοῦ ἀγώνα στή Δυτική Μακεδονία. «Ἀσπάσθηκα ὅλους γλυκά καί τό χῶμα καί εἶπα· ἐάν δέν τό ἰδῶ ἐλεύθερον ἀπό τούς Τούρκους, ποτέ νά μή τό ἀπολαύσω (=χαρῶ)». Μέ 25 ἔνοπλους Σιατιστεῖς βρίσκεται στό μοναστήρι τῆς Ζάβορδας Γρεβενῶν «κείμενον εἰς τήν ἄκραν τοῦ ποταμοῦ Βίστριτζας, εἰς λόφον ὑψηλόν καί ἀπότομον· ἐξηγήθην μέ τόν ἡγούμενον καί μέ ὁδηγόν ἐδικόν του ἔφθασα εἰς τό χωρίον Μεταξᾶ»· ἐκεῖ συναντᾶ τούς ἀρματολούς Μπζιωταίους. Μέσῳ Βελβεντοῦ φτάνει στίς ἀκτές τῆς Πιερίας, συναντᾶ στήν Κασσάνδρα τόν Ἐμμανουήλ Παπᾶ κι ἀπό ἐκεῖ μεταβαίνει στήν Πελοπόννησο καί συναντιέται μέ τόν Δημήτριο Ὑψηλάντη.
Ἀρματολοί καί κλέφτες τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας τόν τίμησαν καί τόν ἀναγνώρισαν ἀνώτερο, διευθυντή καί ὀργανωτή στόν ἀγώνα τοῦ Ὀλύμπου, ὄχι ὅμως ἄμεσο ἀρχηγό στά πολεμικά. Ὡστόσο, ὁ Κασομούλης μέ ἕνα μικρό σῶμα, πού ὁ ἴδιος εἶχε, πολεμᾶ. Ὁ ἀγώνας ἔληξε ἄδοξα καί οἱ Μακεδόνες, παλαιοί ὁπλαρχηγοί, ἔριξαν ὅλα τά ἄδικα στόν Κασο- μούλη, πού τούς ἔσυρε σέ κίνημα ἀμελέτητο καί ἀπρόβλεπτο. Ἐδῶ τελειώνει τό πολεμικό στάδιο τοῦ Κασομούλη στή Μακεδονία, ὁ ὁποῖος στή συνέχεια φεύγει στή Νότια Ἑλλάδα, στόν Ἀσπροπόταμο Θεσσαλίας. Ἐκεῖ ἔγινε γραμματικός τοῦ καπετάνιου Στορνάρη, τόν ὁποῖο καί ἀκολούθησε σέ ὅλες τίς μάχες. Ὥριμος ἄντρας πιά στή Στυλίδα νυμφεύεται τήν ὄμορφη Μαρία.
Ὁ Νικόλαος Κασομούλης καί ἐπί Καποδίστρια καί ἐπί Ὄθωνα κατέλαβε στρατιωτικά ἀξιώματα. Τό 1836 πῆρε μέρος στήν καταστολή τῶν ἐξεγέρσεων. Τότε σκοτώθηκε ὁ ἀδελφός του Γεώργιος, πού ἦταν ἀνθυπολοχαγός. Ἄν καί ἔχει μείνει γνωστός ὡς «στρατηγός», ἀπο- στρατεύθηκε μέ τόν βαθμό τοῦ Συνταγματάρχη τῆς Βασιλικῆς Φάλαγγας. Ἀπό τόν πόλεμο τοῦ Εἰκοσιένα εἶχε δυό τραύματα. Τοῦ ἀπονεμήθηκαν δυό παράσημα, τό ἀργυρό ἀριστεῖο τοῦ Ἀγώνα καί αὐτό τοῦ Σωτήρα. Τά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του τά πέρασε στή Στυλίδα Φθιώτιδας, ὅπου πέθανε τό 1872, πρίν ἀκριβῶς ἀπό 150 χρόνια. Μιά ἐπιτάφια ἐπιγραφή στή Στυλίδα μαρτυροῦσε: «Ἐνθάδε κεῖται ὁ Συνταγματάρχης τοῦ Πεζικοῦ Νικόλαος Κασομούλης ἐκ Μακεδονίας, ἀποβιώσας τό 1871, μετά τοῦ υἱοῦ του Κωνσταντίνου, ἀποβιώσαντος τό 1865».
Τόν Κασομούλη τόν διέκρινε ὁ πλοῦτος τῶν κοινωνικῶν του αἰσθημάτων· δέν κυνήγησε ὄνειρα μάταιης φιλοδοξίας, ἐπιδιώκοντας φιλίες ἤ γνωριμίες. Δέν ἀνιχνεύουμε ὑστεροβουλία ἤ κολακεία στή ζωή του. Δέν ζήτησε μεγάλα καί τρανά. Τοῦ ᾽φτανε τό ἀκριβό χάρισμα τοῦ τίμιου παραστάτη, τοῦ ἀμερόληπτου συμβούλου. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός τῆς καλῆς καρδιᾶς, τῆς ἀγαθῆς γνώμης, ἔπαιξε τόν ρό- λο τοῦ ἀποστολικοῦ, ἀνεπιτήδευτου κήρυκα τῆς ὁμόνοιας καί τῆς συνεννόησης.
Ὅσον ἀφορᾶ στό ἔργο τοῦ στρατιωτικοῦ συγγραφέα, ὁ Κασομούλης μᾶς χάρισε τά «Ἐνθυμήματα Στρατιωτικά τῆς Ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων 1821-1833». Πρόκειται γιά ἕνα ἀνεκτίμητο ἱστορικό θησαυρό, πού συγκινεῖ καί διδάσκει. Στό ἔργο του οἱ σκηνές πού περιγράφει ἀπό τήν πολιορκία τοῦ Μεσολογ- γίου, ὅπου πολέμησε καί ὁ ἴδιος, χάνοντας μάλιστα καί τόν ἀδελφό του Δημήτριο, εἶναι τόσο παραστατικές, πού ἀ- φήνουν ἄφωνο τόν ἀναγνώστη καί τοῦ δημιουργοῦν ρίγη ἐθνικῆς συγκίνησης. Παρατηρητής μαζί καί πολεμιστής, γραμματικός καί παραστάτης στά περίφημα πολεμικά συμβούλια, ζωγράφος μαχῶν, ἐξόδων, ὁμηρικῶν διαλόγων ἀνάμεσα σέ ἐχθρούς καί φίλους, ἄγνωστων ἐπεισοδίων, ἀνεκδότων, περίεργων σκηνῶν, περιγράφει ζωντανά τό ψυχικό μεγαλεῖο καί τίς συγκινησιακές καταστάσεις τῶν ἡρωικῶν ὑπερασπιστῶν. Παράλληλα ἐκθέτει λεπτομερῶς τά γεγονότα τῆς ἐπαναστατικῆς καί τῆς καποδιστριακῆς περιόδου, ἐνῶ μᾶς δίνει πλῆθος πληροφοριῶν πού ἀναφέρονται στά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας καί μάλιστα στήν ἱστορία τοῦ ἑλληνικοῦ ἀρματολισμοῦ. Πρόκειται γιά τό πιό ἀντικειμενικό ἱστορικό σύγγραμμα γιά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Ὁ Κασομούλης, γενναῖος ἀγωνιστής, μέ ἦθος καί εὐπρέπεια, καταγράφει τά γεγονότα ἀκρι- βῶς ὅπως συνέβησαν, μέ ἀφοπλιστική εἰλικρίνεια καί σημεῖο ἀναφορᾶς τήν ἱστορική ἀλήθεια.
Ὁ ἱστοριοδίφης καί συγγραφέας Γιάννης Βλαχογιάννης σημειώνει ὅτι τά «Ἐνθυμήματα» «εἶναι ἔργο ἀγράμματου ἀξιωματικοῦ σέ γλῶσσα τῆς στρατιωτικῆς ὑπηρεσίας». Ὡστόσο -παρατηρεῖ- οὔτε πολυδιαβασμένος δέν θά μποροῦσε νά γράψει ἕνα τέτοιο ἔργο. Ὁ Κασομούλης, ἄνθρωπος χωρίς φαντασία ἀπό φυσικοῦ του, χωρίς μόρφωση λογιώτατου, διέθετε τή μοναδική χάρη νά μπορεῖ μέ τήν ἀναδρομή τοῦ νοῦ του στά παλιά νά ξαναβλέπει τά περασμένα ζωντανά, ἀληθινά καί σύγχρονα μέ τή στιγμή πού τά ἔγραφε.
Τό «Ἡμερολόγιον» εἶναι τό ἄλλο ἔργο του. Μέ τόν βαθμό τοῦ λοχαγοῦ α´ κλάσεως καί διοικώντας τό Τυπικό Τάγμα κράτησε λεπτομερές ἡμερολόγιο, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ ἀληθινό κάτοπτρο τῆς θλιβερῆς κατάστασης στήν ὁποία βρισκόταν ἡ δη- μόσια ἀσφάλεια κατά τήν περίοδο 1835-1836, ὅταν ὁλόκληρη ἡ Στερεά Ἑλλάδα καί μάλιστα οἱ παραμεθόριες πρός τήν Τουρκία περιοχές, ἀλλά καί ἡ Πελοπόννησος, συνταράσσονταν ἀπό τρομερή ληστανταρσία.
Ἀξίζει τό ὄνομα τοῦ στρατηγοῦ Κασομούλη νά μείνει σεβαστό καί τιμημένο στήν καρδιά κάθε Ἕλληνα πού ἀγαπᾶ τήν ἐθνική ἱστορία καί ἀγωνίζεται γιά νά ἀποφευχθεῖ ἡ παραχάραξή της.
Εὐδοξία Αὐγουστίνου
"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβρ. 2022