Κάποτε ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς πήγαινε μέ ἕνα αὐτοκίνητο σέ ἕνα μακρινό μοναστήρι. Στόν δρόμο συνάντησε μία γριούλα πού πήγαινε μέ τά πόδια. Τήν προσκάλεσε νά πάει μαζί του μέ τό ἁμάξι. «Ὄχι», ἀπάντησε ἡ γριούλα, «ἐγώ θά πάω μέ τά πόδια, εἶμαι φτωχή, δέν ἔχω κάτι ἄλλο νά προσφέρω στόν Ἅγιο». Ὁ πατήρ Ἰουστῖνος ἔδιωξε τόν ὁδηγό μέ τό αὐτοκίνητο καί συνέχισε τόν δρόμο μαζί της.
Ἀλήθεια, τί ἀναζητοῦμε σέ ἕνα προσκύνημα; Μέσα σέ μία πληθώρα ἀπό θαύματα καί τάματα τί προσφέρουμε καί τί προσδοκοῦμε; Μήπως -θύματα καί ἐμεῖς τοῦ θρησκευτικοῦ τουρισμοῦ- περιφέρουμε μία στείρα θρησκευτικότητα περιτριγυρισμένη ἀπό ἱερούς συναισθηματισμούς καί ἀνίερες ψευδαισθήσεις; Αὐτό οὔτε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μποροῦμε νά τό διακρίνουμε στόν ἑαυτό μας. Ἄλλωστε τά ὅρια ἀνάμεσα στό «θρησκευτικό» καί τό «πνευματικό» εἶναι μᾶλλον δυσδιάκριτα. Ἀλλά ὁ Θεός γνωρίζει… Κι ὅταν ἔχουμε ταπεινή διάθεση, τότε καί ἡ πιό ἁπλή λατρευτική πράξη μπορεῖ νά ἐκτιναχθεῖ σέ θυσία πνευματική μέσα στό ἔλεος καί τή μακροθυμία Του.
Βρέθηκα πρόσφατα σέ ἕνα ἱερό προσκύνημα στά Ἑπτάνησα. Ἱερό προσκύνημα... Μία ὀρθόδοξη παράδοση, πέρα καί πάνω ἀπό ἱστορικές ἀναλύσεις καί ἐκλογικευμένες ἑρμηνεῖες. Προσκυνώντας τό ἄφθαρ- το σκήνωμα τῶν Ἁγίων συγκλονισμένη διαπίστωσα ὅτι εἶχα μπροστά μου μία «ἐπιτομή» τῆς Ὀρθοδοξίας:
Ἡ ἅπαξ παραδοθεῖσα πίστη, ἡ ὁμολογία τους.
Ἡ ἁγία ἐντολή, ἡ θυσιαστική ἀγάπη τους.
Ἡ παροῦσα ἀλήθεια, τό στίγμα μιᾶς «ἄλλης βιοτῆς» μέσα στόν κόσμο.
Σέ αὐτούς τούς καιρούς τῆς ξεχειλίζουσας «ἀγαπολογίας» ἀξίζει νά θυμόμαστε ὅτι οἱ ἅγιοι ἔζησαν μέ ἀγάπη, ἀλλά πέθαναν γιά τήν Ἀλήθεια, γιά τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση. Ἴσως αὐτή νά εἶναι καί ἡ μεγαλύτερη προσφορά τους.
Τό πλῆθος τῶν προσκυνητῶν ποικιλόμορφο καί ἑτερόκλιτο σέ κάθε τόπο, ἀλλά πάντα τόσο οἰκεῖο. Νιώθω νά ταυτίζομαι μαζί τους: μέ τήν εὐσεβῆ κυρία πού, παρόλο τόν θόρυβο γύρω της, κάνει σιωπηλά τήν Παράκληση, ἀλλά καί μέ ἐκείνη πού φωνασκεῖ στό κινητό της γιά τά ὀνόματα πού θά γράψει. Μέ τόν προσκυνητή πού ἔξω ἀπό τήν πύλη σβήνει τό τσιγάρο βιαστικός, ἀλλά τοῦ κλείνουν τήν πόρτα, γιατί ἡ ὥρα πέρασε, καί φεύγει μονολογώντας «δέν ἤμουν ἄξιος νά προσκυνήσω…». Ἀλλά καί μέ τό ἐνοριακό γκρούπ πού ἦρθε ἀπό μακριά καί ἀπαιτεῖ νά ἀνοίξουν οἱ πόρτες. Μέ τή νεαρή πού ἀδιαμαρτύρητα βάζει τή φούστα πάνω ἀπό τό παντελόνι της γιά νά προσκυνήσει, ἀλλά καί τήν ἄλλη πού ἀρνεῖται νά τό κάνει γιατί «αὐτά δέν τά κοιτάει ὁ Ἅγιος…».
Ἄς μή παγιδευόμαστε μέσα σέ φαρισαϊκά διλήμματα. Δέν εἴμαστε οὔτε καλύτεροι οὔτε χειρότεροι. Στό βάθος, εἴμαστε ἴδιοι. Ὁ Ἅγιος ὅλους μᾶς δέχεται καί ὅλους μᾶς καταδέχεται, γιατί εἴμαστε ὁ λαός τοῦ Θεοῦ.
Ἅγιος Σπυρίδων... ἅγιος Γεράσιμος... ἅγιος Διονύσιος... Ὁ ἑπτανησιακός λαός δέν τούς προσφωνεῖ μέ τό ὄνομά τους. Γι᾽ αὐτούς εἶναι ἁπλά ὁ Ἅγιος, τό σημεῖο ἀναφορᾶς τῆς ψυχῆς τους, ὁ παρών Ἅγιος τῆς Ἱστορίας τους.
Τί κράτησε ἄραγε αὐτόν τόν λαό μέσα σέ τόσους κατακτητές νά μήν παρασυρθεῖ σέ σχίσματα καί αἱρέσεις; Τό Βάπτισμα, τό Χρίσμα, ἡ θεία Κοινωνία. Ἡ Ἐκ- κλησία σημαίνεται ἐν τοῖς μυστηρίοις.
Ἀλλά καί ὁ ἅγιος, ὁ κάθε ἅγιος, ἕνα μυστήριο εἶναι. Σέ καιρούς ζοφερούς καί ἀποίμαντους εἶναι ἡ γνώση στήν ἀπόγνωση κι ἡ ἐλπίδα στήν ἀπελπισία.
Ὁ παρών ἅγιος: ἕνα ἀνεκτίμητο πνευματικό κεφάλαιο στή ζωή τοῦ καθενός μας. Ὁ παρών ἅγιος εἶναι, πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα, ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλά εἶναι καί ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ «μικροί καί μεγάλοι» ἅγιοι πού σημάδεψαν τήν πορεία της μέσα στήν Ἱστορία. Βέβαια τό «μικροί καί μεγάλοι» εἶναι προσδιορισμός ἀνθρώπινος. Ἡ ἁγιότητα δέν εἶναι μέγεθος μετρήσιμο.
Παρών ἅγιος εἶναι καί ὁ ἅγιος τῆς δικῆς μας ζωῆς· εἶναι ἐκεῖνος πού ἔστειλε ὁ Θεός, μυστικά καί ἀθόρυβα, νά μᾶς ἀνοίξει τήν πόρτα στό Φῶς.
Δέν μᾶς δίνει πάντοτε ἀπαντήσεις. Εἶναι ὁ ἴδιος μία ἀπάντηση στό ἐρώτημα περί ζωῆς. Ἄλλωστε, τό ζητούμενο δέν εἶναι οἱ ἀπαντήσεις, εἶναι ἡ λύτρωση ἀπό τίς ἐρωτήσεις. Αὐτό κάνει ὁ Ἅγιος. Κινεῖ μέσα μας νυγμούς μετάνοιας. «Μετάνοια: ἡ ἀτέλεστος τελειότης», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Δέν εἴμαστε τέλειοι, ἀλλά εἴμαστε ἅγιοι;
Οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς μᾶλλον δέν θά μπορέσουμε ποτέ νά πᾶμε στούς Ἁγίους Τόπους. Ὅμως οἱ Ἅγιοι Τόποι εἶναι δίπλα μας: στήν ἁγία Τράπεζα τοῦ ναοῦ τῆς γειτονιᾶς μας!
Ἐκεῖ ἄς εἶναι τό προσκύνημά μας.
«Υἱέ μου, δός μοι σὴν καρδίαν»...
Ἄς κάνουμε τό σπουδαιότερο τάμα: Νά δώσουμε τήν καρδιά μας!
Καί τότε θά ἔρθει μέσα μας τό μεγαλύτερο θαῦμα: ἡ ἐντός ἡμῶν Βασιλεία.
Μία προσκυνήτρια
"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβρ. 2022