Σάν δεῖς τή γῆ νά ὀργώνεται βαθιά μέ τοῦ γεωργοῦ τό κοφτερό ἄροτρο, σίγουρα θά περιμένεις τοῦ σποριᾶ τήν καρτερική ἀλλά καί ἐπίμονη ἐργασία. Ἀπό τή δουλεμένη γῆ προσμένεις ἑκατονταπλασίονα καρπό. Κι ἄν δώσει καί ὁ Οὐρανός τό πρωτοβρόχι -δροσιά εὐλογημένη- γίνεται πλούσια ἡ συγκομιδή.
Σάν δεῖς μιά νεανική καρδιά νά ὀργώνεται μέσα στόν πόνο καί στήν ὀρφάνια, ἀλλά καί νά δουλεύονται οἱ σβόλοι τῶν παθῶν μέ τή σκληρή τήν ἄσκηση καί τήν ὑποταγή, σίγουρα θά περιμένεις τή θεία σπορά ἀπό ἕναν σοφό ἐργάτη τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν δώσει ὁ Οὐρανός τή δροσιά τῆς θείας χάρης, θέ νά καρπίσει ὁ σπόρος τήν ἀντίσταση τή σθεναρή στοῦ πονηροῦ τά δελεάσματα, τό φρόνημα τό ἡρωικό, τόν πόθο τοῦ μαρτυρίου.
Σάν δεῖς στό συναξάρι 29 τοῦ Ὀκτωβρίου, θά συναντήσεις μία τέτοια καρδιά, τήν ἁγία Ἀναστασία τή Ρωμαία, τήν πολύαθλο ὁσιοπαρθενομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ. Ζεῖ τόν 3ο μ.Χ. αἰώνα, ὅταν αὐτοκράτορας εἶναι ὁ Διοκλητιανός. Ἀπό τά εἴκοσί της μόλις χρόνια, παρόλο πού φέρει τό ὄνομα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Θεοῦ, γίνεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Σταυροῦ. Βρίσκει τήν εἰρήνη καί τήν πληρότητα στήν «κοινωνία τῶν παθημάτων» τοῦ Χριστοῦ. Σπόρος καθαρός πέφτουν μέσα της οἱ νουθεσίες τῆς πνευματικῆς της μητέρας Σοφίας, καθοδηγήτριας τῆς παρθενικῆς της πολιτείας. Ταπεινά ἡ εὐλογημένη νέα τόν βάζει στά τρίσβαθά της πολύτιμο θησαυρό. Ἐκεῖ μέσα μυστικά -μές στή δροσιά τῆς θείας χάρης- γεννιέται θερμή ἡ ἀγάπη στόν Χριστό, ἡρωική ἡ πίστη, ὁ πόθος γιά τήν αἰωνιότητα.
Δέν τήν τρομάζουν οἱ ὑπηρέτες τοῦ Διοκλητιανοῦ, πού ἀσυγκράτητοι ὁρμοῦν νά τή συλλάβουν. Στοργικά τήν ἐνισχύει ἡ μάνα τῆς ψυχῆς της, γερόντισσα Σοφία. Συγκινημένη τήν κατευοδώνει γιά τήν εὐλογημένη ὥρα τοῦ μαρτυρίου:
«Μή δειλιάσεις, κόρη μου ἀγαπημένη, γιά τή σκληρότητα τῶν τυράννων καί τή δριμύτητα τῶν μαρτυρίων. Ὁ ἴδιος ὁ Νυμφίος σου θά σοῦ συμπαρασταθεῖ, θά ἐλαφρύνει τούς πόνους. Ἄν ὁ Κύριος πέθανε γιά χάρη μας, πῶς κι ἐμεῖς νά μή μιμηθοῦμε πρόθυμα τόν θάνατό Του γιά τή σωτηρία μας; Δέν λογίζεται θάνατος τό νά πεθάνεις γιά τόν Χριστό. Εἶναι χαρά, εὐφροσύνη, λαμπρότητα. Εἶναι διάβαση ἀπό τά φθαρτά καί πρόσκαιρα στά ἄφθαρτα καί αἰώνια». Μέ θαυμασμό τήν ἀντικρίζει «φωτὶ Θεοῦ ἀκτίστῳ καταυγασθεῖσα ὅλη».
«Μητέρα μου», τῆς ἁπαντᾶ, «σύ μέ γνωρίζεις "ἀγάπης τετρωμένη ἐγώ εἰμι", μά κάνε δέηση στόν δεσπότη μας Χριστό. Ἔχω ἀνάγκη τή δύναμη καί τή βοήθειά του, ὥστε νά μή δειλιάσω, νά φυλάξω ἀπαρασάλευτες ὅλες τίς ὑποσχέσεις».
Ἁρπάζουν τή σεμνή νέα καί τήν πηγαίνουν στό κριτήριο ἁλυσοδεμένη. «Χρυσῷ ἁγιωσύνης περικεκοσμημένη» ἡ Ἀναστασία ἀφήνει ἔκθαμβους τούς κριτές. Στοῦ Πρόβου τά καλοπιάσματα ὁμολογεῖ θαρραλέα τήν πίστη της. Τώρα πιά ἕνας πόθος κατακαίει τά σωθικά της: νά γίνει ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξή της σπόρος γιά τήν αἰωνιότητα. Νά ἀντιπροσφέρει τοῦ μαρτυρίου της τό αἷμα στόν ἐσταυρωμένο της Νυμφίο. Πορεύεται στό μαρτύριο μέ τή βεβαιότητα τῆς ἀνάστασης.
Τή γυμνώνουν μπροστά στά μάτια ὅλων κι ἐκείνη ἀποκρίνεται μέ γενναιότητα καί πίστη ἡρωική:
«Ἡγεμόνα, αὐτή μου τή γύμνωση δέν τήν ἔχω γιά ντροπή, ἀλλά γιά περίλαμπρο καί εὐπρεπέστατο στολισμό, γιατί γδύθηκα τόν παλαιό ἄνθρωπο, καί ντύθηκα τόν καινούργιο καί ἄφθαρτο. Ἄς μέ θανατώσεις! Ὅλο τόν ἑαυτό μου τόν χρωστῶ στόν Δημιουργό καί Σωτήρα μου. Ποθῶ Αὐτός νά δοξασθεῖ σέ ὅλα μου τά μέλη. Θά τοῦ τά παραστήσω σάν κοσμήματα, μέ τόν στολισμό τῆς ὁμολογίας».
Σέ εὐχαριστοῦμε, ἁγία μεγάλη μας ἀδελφή! Ἀξιώθηκες νά δοξάσεις τόν ζωντανό Κύριό μας. Τό ἡρωικό σου φρόνημα μᾶς γεμίζει θαυμασμό καί ἔκπληξη. Πῶς ὑπέμεινες νά τσουρουφλίζεσαι πάνω στή φωτιά; Νά σέ ξεσχίζουν, καθώς σέ χτυποῦν στήν πλάτη μέ ξύλα; Νά σοῦ σπάζουν ἕνα-ἕνα τούς σπονδύλους; Μπροστά σου ἅγιο, ἱερό πανάχραντο πρότυπο ὁ ἐσταυρωμένος Κύριος, πού θυσιάστηκε γιά χάρη σου. Ὁμολογεῖς: «Τοῦ Κυρίου μου εἶμαι!». Ἡ δροσιά τῆς προσευχῆς σου κατασβήνει τή φωτιά! Σέ δένουν σ᾽ ἕναν τροχό. Δέν δειλιάζεις. Στό γύρισμα τοῦ τροχοῦ συντρίβονται ὅλα τά κόκκαλά σου. Τεντώνονται τά νεῦρα καί οἱ ἁρμοί τοῦ σώματος. Τίποτε δέν θυμίζει τήν πρώτη φυσική ἁρμονία καί ὀμορφιά. Ἐλεεινό θέαμα, διαβάζουμε στό συναξάρι σου.
«Ἐάν τε ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν», τό ζεῖς βαθιά σου, πανεύφημε Ἀναστασία! Προσβλέπεις στήν «ἄκραν φιλανθρωπίαν» τοῦ Θεοῦ σου. Στοργική ἡ θεία παρέμβαση. Μές στή φυλακή θεραπεύεται κάθε πληγή. Μέ στυλωμένο τό βλέμμα στήν «ἄλλη βιοτή», εἶναι πολύ μικρή ἡ ὅποια ὀδύνη. Προγεύεσαι τοῦ Παραδείσου «τὸ νῖκος». Σέ κρεμοῦν σέ ξύλο. Σέ καταξεσχίζουν μέ σιδερένια νύχια. Σοῦ κόβουν τούς μαστούς. Σοῦ ξεριζώνουν ὅλα τά δόντια καί τά νύχια. Πρίν σοῦ ξεριζώσουν καί τή γλώσσα ἀπό τόν φάρυγγα ξεχειλίζει ἡ ὕπαρξή σου: «Σ᾽ εὐχαριστῶ γιά τήν τιμή νά μαρτυρῶ γιά Σένα!». Κι ἔπειτα σοῦ κόβουν τό κεφάλι.
Μέσα στά αἵματα σέ ἀντικρίζω, σεβαστή μου Ἁγία! Νίκησες τόν θάνατο! Δέν εἶσαι στούς νικημένους! Λάμπεις «σὺν Αὐτῷ». Σέ τιμῶ ὡς «Μαρτύρων τὸ ἥδυσμα». Σέ θαυμάζω ὡς «παρθένων τὸ ἀγλάϊσμα καὶ τὸ σεμνολόγημα». Θέλω νά βαδίζω στά οὐρανόδρομα ἴχνη σου, «τῶν ἀσκουσῶν καλλονή», γιά νά σπέρνω στό διάβα μου ἐδῶ στή γῆ τῆς ἁγιοσύνης τά ἀμάραντα ἄνθη.
Οὐρανοδρόμος
"Ἀπολύτρωσις", Ὀκτ. 2022